Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κάθε τόπος και το καρναβάλι του — Οι πόλεις του βασιλιά Καρνάβαλου

Τελευ­ταία Κυρια­κή της Απο­κριάς και ο βασι­λιάς Καρ­νά­βα­λος έχει την …τιμη­τι­κή του. Θα τον κάψου­με!!!  Κάθε τόπος και το καρ­να­βά­λι του, μα κάποια είναι ονο­μα­στά. Ας τα γνωρίσουμε:

ΠΑΤΡΑ

Το Καρ­να­βά­λι της Πάτρας ανι­χνεύ­ε­ται σε μορ­φή υπο­τυ­πώ­δη στα μέσα του 19ου αιώ­να. Το 1829 διορ­γα­νώ­νε­ται ο πρώ­τος απο­κριά­τι­κος χορός στην Πάτρα — στο σπί­τι του Πατρι­νού εμπό­ρου στα­φί­δας Μωρέ­τη — που θα σημά­νει και τη μετέ­πει­τα έναρ­ξη των καρ­να­βα­λι­κών εκδη­λώ­σε­ων και τελι­κά την καθιέ­ρω­ση του Πατρι­νού Καρ­να­βα­λιού . Ενα καρ­να­βά­λι που άρχι­σε να απο­κτά συγκε­κρι­μέ­νη μορ­φή ήδη απ’ το 1860, οπό­τε και γίνε­ται εμφα­νές το “πάντρε­μα” κι η ενσω­μά­τω­ση των δυτι­κών επι­δρά­σε­ων στο χαρα­κτή­ρα του Πατρι­νού Καρ­να­βα­λιού . Η πρώ­τη ύλη με την οποία ζυμώ­θη­καν τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά του Καρ­να­βα­λιού ήταν οι ευρω­παϊ­κοί χοροί και οι πρό­χει­ρες αυτο­σχέ­διες μεταμ­φιέ­σεις — οι λεγό­με­νες “μπού­λες” — που δια­δό­θη­καν πολύ γρή­γο­ρα στην Πάτρα. Μάλι­στα, στη δεκα­ε­τία του 1880 για πρώ­τη φορά εμφα­νί­στη­καν οι “μπού­λες” ανή­με­ρα του Αγί­ου Αντω­νί­ου, στις 17 Γενά­ρη. Παρά τις πολ­λα­πλές και ξενό­φερ­τες επιρ­ρο­ές που δέχτη­κε, το Πατρι­νό Καρ­να­βά­λι δεν αρνή­θη­κε την ελλη­νι­κή του ταυ­τό­τη­τα και κυρί­ως το επτα­νη­σια­κό στοι­χείο. Ο συγ­γρα­φέ­ας Ν. Πολί­της σημειώ­νει: “Το Καρ­να­βά­λι άρχι­σε να δια­μορ­φώ­νε­ται από το 1860, δεχό­με­νο διά­φο­ρες επι­δρά­σεις κυρί­ως από το Επτα­νη­σια­κό στοι­χείο που εισέ­βα­λε στην Πάτρα μετά την ένω­ση των Ιονί­ων Νήσων με την Ελλάδα”.

Στο μεταίχ­μιο του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώ­να το Πατρι­νό Καρ­να­βά­λι ανα­πτύσ­σε­ται σημα­ντι­κά, αλλά η εξέ­λι­ξή του ανα­κό­πτε­ται τα χρό­νια από το 1941 έως το 1951. Ενώ, το 1966 καθιε­ρώ­νε­ται το παι­χνί­δι που απο­τε­λεί τον κορ­μό της γιορ­τής. Πρό­κει­ται για το “Κυνή­γι του Κρυμ­μέ­νου Θησαυ­ρού”, που διαρ­κεί ολό­κλη­ρες βδομάδες.

ΡΕΘΥΜΝΟ

Στο Ρέθυ­μνο, από τις αρχές του 20ου αιώ­να ανα­φέ­ρο­νται δημό­σιες εκδη­λώ­σεις με σατι­ρι­κό χαρα­κτή­ρα, αλλά είναι βέβαιο ότι οι ρίζες τους χάνο­νται στο χρό­νο. Χρο­νιά — ορό­ση­μο για το καρ­να­βά­λι του Ρεθύ­μνου ήταν το 1960, όταν στους δρό­μους της πόλης εμφα­νί­στη­καν άρμα­τα καρ­να­βα­λι­κά στο πρώ­το οργα­νω­μέ­νο Ρεθε­μνιώ­τι­κο Καρ­να­βά­λι. Για πρώ­τη φορά παρου­σιά­στη­καν χει­ρο­ποί­η­τα άρμα­τα, στο­λές, κεφά­λες και ροκά­νες. Το Κυνή­γι Θησαυ­ρού ξεκί­νη­σε το 1990.

ΞΑΝΘΗ

Τις Από­κριες του 1966 γεν­νή­θη­κε στην Ξάν­θη ένας θεσμός, που από τότε δια­μορ­φώ­θη­κε, κατα­ξιώ­θη­κε και με δυνα­μι­σμό πορεύ­ε­ται στο μέλ­λον. Ήταν οι πρώ­τες «Απο­κριά­τι­κες Θρα­κι­κές Γιορ­τές», με σκο­πό την ανα­βί­ω­ση των ηθών και εθί­μων της Θρά­κης και την προ­βο­λή του πλού­σιου λαο­γρα­φι­κού υλι­κού της περιο­χής. Μέχρι τα μέσα της δεκα­ε­τί­ας του 1970 γίνο­νται ανα­πα­ρα­στά­σεις εθί­μων στην κεντρι­κή πλα­τεία της Ξάν­θης ή σε κλει­στή αίθου­σα. Αλλά από τα τέλη της δεκα­ε­τί­ας του 1970 η ανα­πα­ρά­στα­ση των εθί­μων υπο­χώ­ρη­σε και έδω­σε τη θέση της στη σύγ­χρο­νη εκδο­χή των καρ­να­βα­λι­κών εκδηλώσεων.

NAOYΣΑ

Γενί­τσα­ροι και Μπού­λες. Πρό­κει­ται για το δρώ­με­νο που δίνει έντο­νο χρώ­μα στο Καρ­να­βά­λι της Νάου­σας και χρο­νο­λο­γεί­ται από το 18ο αιώ­να, αν και οι ρίζες του χάνο­νται στις διο­νυ­σια­κές γιορ­τές. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα είναι ένα χορευ­τι­κό δρώ­με­νο με στοι­χεία που τηρού­νται αναλ­λοί­ω­τα και ακο­λου­θούν την αυστη­ρή προ­φο­ρι­κή παρά­δο­ση. Τα στοι­χεία αυτά είναι: το μπου­λού­κι των χορευ­τών, στο οποίο μπαί­νουν υπό προ­ϋ­πο­θέ­σεις μόνον όσοι έχουν την απο­δο­χή της ομά­δας και πάντως μόνο νέοι άνδρες, την νύφη-μπού­λα υπο­δύ­ε­ται πάντα κάποιος άνδρας, η ένδυ­ση υπα­κού­ει σε αυστη­ρούς πατρο­πα­ρά­δο­τους κανό­νες, το τελε­τουρ­γι­κό παρα­μέ­νει το ίδιο στο πέρα­σμα των χρόνων.

ΕΥΒΟΙΑ

Στο καρ­να­βά­λι της Αγί­ας Άννας στη βόρεια Εύβοια η αθυ­ρο­στο­μία των καρ­να­βα­λι­στών παρα­πέ­μπει στην ελευ­θε­ριό­τη­τα της διο­νυ­σια­κής λατρεί­ας. Η ανα­βί­ω­σή του στη­ρί­ζε­ται στην ευρη­μα­τι­κό­τη­τα των νέων που φτιά­χνουν στι­χά­κια με έντο­να σκω­πτι­κό περιε­χό­με­νο, τα οποία απευ­θύ­νουν σε όσους συγκε­ντρώ­νο­νται στους δρό­μους της όμορ­φης κωμό­πο­λης. Οι στί­χοι πολ­λές φορές σοκά­ρουν, όσο και τα «ξωτι­κά» που μπο­ρεί να εμφα­νι­στούν από το … που­θε­νά και να αρχί­σουν να πει­ρά­ζουν όποιον βρουν μπρο­στά τους. Οι καρ­να­βα­λι­στές, πολ­λοί από τους οποί­ους μου­τζου­ρώ­νουν το πρό­σω­πό τους, στή­νουν χορό στα σοκά­κια και δεν διστά­ζουν να περι­παί­ξουν οποιον­δή­πο­τε βρε­θεί στο διά­βα τους, χωρίς διακρίσεις.

ΤΥΡΝΑΒΟΣ

Το καρ­να­βά­λι στον Τύρ­να­βο είναι το μεγα­λύ­τε­ρο στην κεντρι­κή Ελλά­δα. Υπάρ­χει κατα­γρα­φή του εθί­μου από τον Γάλ­λο περι­η­γη­τή Λέον Εζέ, γύρω στα 1858, όταν οι καρ­να­βα­λι­στές «εκλέ­γουν» τον βασι­λιά τους, με κρι­τή­ριο ποιος είναι ο πιο μεθυ­σμέ­νος. Στη σύγ­χρο­νη ιστο­ρία του το καρ­να­βά­λι του Τυρ­νά­βου ενό­χλη­σε πολ­λές κυβερ­νή­σεις, που θεω­ρού­σαν ότι έβλα­πτε τα χρη­στά ήθη και έθι­μα, αφού είναι έντο­νη η κυριαρ­χία του φαλ­λού στους δρό­μους της κωμό­πο­λης. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα πρό­κει­ται για γιορ­τές που συν­δέ­ο­νται με τη γονι­μό­τη­τα, την άνοι­ξη, την ανα­βλά­στη­ση. Οι καρ­να­βα­λι­κές εκδη­λώ­σεις κλεί­νουν την Καθα­ρή Δευ­τέ­ρα με το μπου­ρα­νί. Οι καρ­να­βα­λι­στές κατευ­θύ­νο­νται εν πομπή στο εξω­κλή­σι του Προ­φή­τη Ηλία, όπου η κάθε παρέα φέρ­νει μαζί της μεζέ­δες κι όλοι προ­μη­θεύ­ο­νται τσί­που­ρο ή κρα­σί από μεγά­λες φιά­λες που έχουν το σχή­μα του φαλ­λού. Παράλ­λη­λα ανά­βει και η φωτιά για να φτιά­ξουν την παρα­δο­σια­κή χορ­τό­σου­πα- το μπου­ρα­νί- στην οποία κυριαρ­χούν το σπα­νά­κι, το λάχα­νο και το ξύδι. Γύρω από αυτή τη φωτιά αρχί­ζει ο χορός, τα «άσε­μνα» τρα­γού­δια και τα πει­ράγ­μα­τα προς κάθε κατεύθυνση.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο