Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κινηματογράφος: Ο Σιδηρούς Σταυρός (1977) του Σαμ Πέκινπα

Γρά­φει ο Ειρη­ναί­ος Μαράκης

–Ξέρεις την κυρί­αρ­χη τάξη;
–Τι έμει­νε για να κυριαρ­χή­σει; 

–Τι θα κάνου­με όταν χάσου­με τον πόλεμο;
–Θα ετοι­μα­στού­με για τον επόμενο.
(διά­λο­γοι από την ταινία)

 Ο πόλε­μος είναι η συνέ­χεια της πολι­τι­κής με άλλα μέσα.
—Καρλ φον Κλά­ου­ζε­βιτς, Πρώ­σος στρα­τιω­τι­κός και συγγραφέας

 Μη χαί­ρε­στε που σκο­τώ­σα­τε το κτήνος.
H σκύ­λα που το γέν­νη­σε ζει και είναι πάλι σε οργασμό.
—Μπέρ­τολτ Μπρεχτ

Ένα αντι­πο­λε­μι­κό δρά­μα και μια αιχ­μη­ρή καταγ­γε­λία του παρα­λο­γι­σμού του πολέ­μου απο­τε­λεί η ται­νία «Σιδη­ρούς σταυ­ρός / Iron cross» (1977), του αιρε­τι­κού Αμε­ρι­κα­νού σκη­νο­θέ­τη  Sam Peckinpah (Σαμ Πέκιν­πα). Η ται­νία βασί­ζε­ται στο μυθι­στό­ρη­μα «Steiner — Das geduldige Fleisch / The Willing Flesh» (1955) του Βίλ­λυ Χάιν­ριχ που εξι­στο­ρεί τις εμπει­ρί­ες μάχης μιας εξα­ντλη­μέ­νης διμοι­ρία πεζι­κού στο Ανα­το­λι­κό Μέτω­πο κατά τη διάρ­κεια της γερ­μα­νι­κής υπο­χώ­ρη­σης το 1943 από τη χερ­σό­νη­σο Ταμάν στην επαρ­χία Κράι Κρασ­νο­ντάρ στην νοτιο­δυ­τι­κή Ρωσία. Η επι­τυ­χία της ται­νί­ας στη Δυτι­κή Γερ­μα­νία οδή­γη­σε στη δημιουρ­γία μιας άτυ­πης, άνι­σης και αχρεί­α­στης συνέ­χειας με τον τίτλο «Η συνο­μω­σία των στρα­τη­γών / Breakthrough» (1979) από τον Άντριου ΜακΛά­γκλιν, χωρίς ο Πέκιν­πα να έχει την οποια­δή­πο­τε σχέ­ση μαζί της.

Τι ήταν ο σιδηρούς σταυρός 

Ο Σιδη­ρούς Σταυ­ρός ήταν το κατε­ξο­χήν πρω­σι­κό και μετέ­πει­τα γερ­μα­νι­κό πολε­μι­κό μετάλ­λιο έως το τέλος του Β΄ Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου. Καθιε­ρώ­θη­κε στην περί­ο­δο των Ναπο­λε­ό­ντειων Πολέ­μων, στις 10 Μαρ­τί­ου 1813 από τον βασι­λιά της Πρω­σί­ας, Φρει­δε­ρί­κο Γου­λιέλ­μο Γ’. Ήταν το μόνο παρά­ση­μο που απο­νε­μό­ταν στους στρα­τιώ­τες όλων των γερ­μα­νι­κών κρα­τι­δί­ων. Καταρ­γή­θη­κε επί της Δημο­κρα­τί­ας της Βαϊ­μά­ρης ενώ το 1939 σε χρή­ση το επα­νά­φε­ραν οι Ναζί αντι­κα­θι­στώ­ντας το βασι­λι­κό μονό­γραμ­μα και στέμ­μα με το σύμ­βο­λο του Εθνι­κο­σο­σια­λι­σμού, τη σβά­στι­κα. Στα χρό­νια από το 1939 μέχρι το 1945 το παρά­ση­μο κυκλο­φό­ρη­σε σε τέσ­σε­ρις δια­βαθ­μί­σεις. Θεω­ρη­τι­κά μετά τον πόλε­μο καταρ­γή­θη­κε εκ νέου αλλά επα­νεμ­φα­νί­στη­κε το 1956  στα εθνό­ση­μα στρα­τιω­τι­κών μονά­δων της Δυτι­κής Γερμανίας.

Ακο­λού­θη­σε νόμος της 26ης Ιου­λί­ου του 1957 που απα­γό­ρευε τα στρα­τιω­τι­κά παρά­ση­μα να περι­λαμ­βά­νουν τη σβά­στι­κα. Στις μέρες μας η Ομο­σπον­δια­κή Γερ­μα­νία υπήρ­ξε, έως το 2008, η μονα­δι­κή κυβέρ­νη­ση στο ΝΑΤΟ που δεν απέ­νει­με κανέ­να παρά­ση­μο γεν­ναιό­τη­τας, μέχρι τη σύστα­ση του Σταυ­ρού Τιμής της Bundeswehr για ανδρα­γα­θία (Ehrenkreuz der Bundeswehr für Tapferkeit), για πρά­ξεις ανδρεί­ας που υπερ­βαί­νουν το κάλε­σμα του καθήκοντος.

Όλοι οι Σταυ­ροί Τιμής (7 δια­φο­ρε­τι­κές τάξεις) έχουν εμφά­νι­ση όμοια με του Σιδη­ρού Σταυ­ρού. Ο Σιδη­ρούς Σταυ­ρός δεν έχει ξεχα­στεί, ακό­μα χρη­σι­μο­ποιεί­ται από τους νοσταλ­γούς του Χίτλερ είτε βρί­σκο­νται στις ναζι­στι­κές οργα­νώ­σεις, είτε λει­τουρ­γούν στα Σώμα­τα Ασφαλείας.

Υπόθεση

Έτος 1943, ρωσι­κό μέτω­πο. Οι στρα­τιές του Χίτλερ υπο­χω­ρούν, κατε­στραμ­μέ­νες και ηττη­μέ­νες στρα­τιω­τι­κά και ηθι­κά. Η πολε­μι­κή σύγκρου­ση κορυ­φώ­νε­ται ενώ μια νέα δημιουρ­γεί­ται ανά­με­σα στον νεο­φερ­μέ­νο στο πολε­μι­κό μέτω­πο Πρώ­σο αρι­στο­κρά­τη λοχα­γό Στράν­σκι (Μαξι­μί­λιαν Σελ) που επι­μέ­νει να πιστεύ­ει στα “ιδα­νι­κά” του Γ’ Ράιχ και τον δυνα­μι­κό κι έμπει­ρο στις πολε­μι­κές κατα­στά­σεις δεκα­νέα Στάι­νερ (Τζέιμς Κόμπερν).

Οι Γερ­μα­νοί από τους στρα­τιώ­τες μέχρι τους ανώ­τε­ρους αξιω­μα­τι­κούς ομο­λο­γούν ότι ο πόλε­μος είναι πια ένας αγώ­νας επι­βί­ω­σης και όχι ένας αγώ­νας για την πατρί­δα ή για το κόμ­μα. Αντί­θε­τα, ο Στράν­σκι, που υπη­ρε­τού­σε στη Γαλ­λία μακριά από τη φωτιά του πολέ­μου, συνε­χί­ζει να θεω­ρεί ότι το Ράιχ εξα­κο­λου­θεί να είναι κατά πολύ ανώ­τε­ρο από τον Κόκ­κι­νο Στρατό.

Όμως η αλή­θεια για το πρό­σω­πο του είναι δια­φο­ρε­τι­κή καθώς το μόνο που τον ενδια­φέ­ρει είναι να βρα­βευ­τεί με το ανώ­τε­ρο παρά­ση­μο, τον Σιδη­ρούν Σταυ­ρό και να επι­στρέ­ψει θριαμ­βευ­τής στο Βερο­λί­νο. Ο Στάι­νερ, από την άλλη πλευ­ρά, είναι κυνι­κός, αντι­κομ­φορ­μι­στής και μια πατρι­κή φιγού­ρα για τους συνα­δέλ­φους του. Σχε­τι­κά με το παρά­ση­μο ανα­φέ­ρει χαρα­κτη­ρι­στι­κά ότι «Είναι απλά ένα σίδε­ρο. Για­τί ενδια­φέ­ρε­στε τόσο;»). Ο έμπει­ρος μαχη­τής ενδια­φέ­ρε­ται περισ­σό­τε­ρο για την ασφά­λεια των ανδρών του παρά για τα παρά­ση­μα και τα βραβεία.

Σχόλιο

Ο σκη­νο­θέ­της, παρό­λα τα προ­σω­πι­κά, χρό­νια προ­βλή­μα­τα που τον ταλαι­πω­ρού­σαν (οικο­νο­μι­κά ζητή­μα­τα, αλκο­ο­λι­σμός), κατα­σκεύ­α­σε μια ται­νία με γρή­γο­ρες, βίαιες και αιμα­τη­ρές σκη­νές δρά­σης. Δεν απου­σιά­ζουν τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά στοι­χεία της τέχνης του (σκη­νές δρά­σεις σε αργή κίνη­ση (slow motion) και το στιγ­μιαίο πάγω­μα της εικό­νας) που τονί­ζουν τόσο το δρά­μα των ηρώ­ων, όσο και τις σκη­νές του πολέμου.

Οι ίδιες τεχνι­κές χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν με επι­τυ­χία και στο αντι­η­ρω­ι­κό γου­έ­στερν του Πέκιν­πα, «Άγρια Συμ­μο­ρία / The Wild Bunch» (1969).

Η οπτι­κή του είναι εξί­σου, αν όχι περισ­σό­τε­ρο, ενδια­φέ­ρου­σα. Από τη μία είναι ξεκά­θα­ρα αντι­πο­λε­μι­κή και από την άλλη υπερ­το­νί­ζει την αυτο­θυ­σια­στι­κή και κατά περί­πτω­ση αντι-εξου­σια­στι­κή ανδρι­κή στάση.

Οι στρα­τιώ­τες δεν απει­κο­νί­ζο­νται ούτε ως ήρω­ες, ούτε ως άγιοι: σε κάποιους υπάρ­χει μια εκπλη­κτι­κή συναι­σθη­μα­τι­κή ιδιό­τη­τα που ξεπη­δά σε κρί­σι­μες στιγ­μές, κάποιοι άλλοι δεν διστά­ζουν να περά­σουν σε από­πει­ρες βια­σμού, υπάρ­χουν και αυτοί που σέβο­νται τον άνθρω­πο και τον αντί­πα­λο λόγω της κοι­νής συνεί­δη­σης που δημιουρ­γεί στα θύμα­τα του ο πόλε­μος. Αντί­στοι­χα οι γυναί­κες (από τη ρώσι­κη πλευ­ρά) από τη μία χρη­σι­μο­ποιούν τα θέλ­γη­τρά τους για να τιμω­ρή­σουν τους αντί­πα­λους στρα­τιώ­τες και από την άλλη λαμ­βά­νουν ισό­τι­μα μέρος στον πόλεμο.

Σύμ­φω­να με κάποιες ανα­λύ­σεις στην ται­νία απει­κο­νί­ζε­ται η ιδε­ο­λο­γι­κή παρακ­μή του ναζι­σμού – αν και οι αντι­δρα­στι­κές κι εγκλη­μα­τι­κές ιδε­ο­λο­γί­ες είναι σάπιες από την αρχή άρα η παρακ­μή απο­τε­λεί βασι­κό στοι­χείο της ταυ­τό­τη­τας τους. Περισ­σό­τε­ρο είναι μια καταγ­γε­λία, αν όχι και μια δια­μαρ­τυ­ρία, για την εξα­χρεί­ω­ση του πολέ­μου είτε πρό­κει­ται για τον Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο, είτε για την εισβο­λή στο Βιετ­νάμ. Παράλ­λη­λα είναι και μια προει­δο­ποί­η­ση ότι «Η σκύ­λα που το γέν­νη­σε ζει και είναι πάλι σε οργα­σμό» – ο Μπρεχτ ανα­φέ­ρε­ται στο κτή­νος του φασι­σμού αλλά ο σκη­νο­θέ­της εστιά­ζει στο κτή­νος του πολέ­μου. Παρα­δό­ξως η ται­νία έχει και μια αισιό­δο­ξη νότα εφό­σον μέσα στη μαυ­ρί­λα των εμπό­λε­μων συγκρού­σε­ων ανα­δει­κνύ­ει ότι η προ­σω­πι­κή στά­ση μπο­ρεί να κάνει τη δια­φο­ρά ενώ στο τέλος δεν απου­σιά­ζει και η αιχ­μη­ρή σάτι­ρα που απο­δο­μεί τα πρό­σω­πα και τις καταστάσεις.

Στοιχεία

Πρω­τα­γω­νι­στούν: James Coburn  (Unteroffizier Feldwebel (S / Sgt.) Rolf Steiner) Maximilian Schell  (Hauptmann \ Capt. Stransky) James Mason  (Oberst (Col.) Brandt) David Warner  (Hauptmann \ Capt. Kiesel ) Klaus Löwitsch Unteroffizier \Cpl. Krüger, η νεα­ρή τότε Senta Berger κά

Μου­σι­κή: Έρνεστ Γκολντ (Ernst Sigmund Goldner, Αμε­ρι­κα­νός συν­θέ­της αυστρια­κής κατα­γω­γής, γνω­στός και για τη δου­λειά του στην ται­νία Exodus \ 1960) – Soundtracks: Hänschen klein και Oh, Du wunderschöner Westerwald (παρα­δο­σια­κά) και Im Feldquartier (γερ­μα­νι­κό στρα­τιω­τι­κό εμβα­τή­ριο) κάπου ακού­γε­ται και το Wiener Blut, Op. 354 –Johann Strauss 1873

Ειρη­ναί­ος Μαρά­κης: «Όλα είναι όπλα»

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο