Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κινηματογραφική βδομάδα με 26ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης & “Io Capitano”

“Εγώ, Καπετάνιος”!

Ενδια­φέ­ρου­σα δια­νο­μή, υπάρ­χει και το 26ο Φεστι­βάλ Ντο­κι­μα­ντέρ Θεσ­σα­λο­νί­κης, που συνε­χί­ζε­ται έως την Κυρια­κή 17 Μάρ­τη, τόσο σε φυσι­κούς χώρους όσο και online μέσω της ψηφια­κής πλατ­φόρ­μας του. Αρκε­τοί κινη­μα­το­γρα­φι­στές μίλη­σαν στις παρου­σιά­σεις των ται­νιών τους για κατά­παυ­ση του πυρός στην Παλαι­στί­νη αλλά το φεστι­βάλ, ενώ φαί­νε­ται λαλί­στα­το σε άλλες περι­πτώ­σεις, στο συγκε­κρι­μέ­νο ζήτη­μα τηρεί ίσες αποστάσεις.

Ξεχω­ρί­σα­με 3 ταινίες.

  • 1 . «Εγώ, Καπε­τά­νιος» / Io Capitano / Ματέο Γκα­ρό­νε _σσ. πολυ­βρα­βευ­μέ­νος και γνω­στός σε μας από τα Γόμορ­ρα (2008), Το παρα­μύ­θι των παρα­μυ­θιών (2015), Dogman (2018), στην μάλ­λον καλύ­τε­ρη στιγ­μή του

Ο 16χρονος Σεϊ­ντού και ο ξάδερ­φός του, ο Μού­σα, ζουν φτω­χι­κά σε ένα χωριό στη Σενε­γά­λη. Ονει­ρεύ­ο­νται μια λαμπε­ρή ζωή σε μια εξι­δα­νι­κευ­μέ­νη Ευρώ­πη… Το ταξί­δι τους αρχί­ζει με ελπί­δα αλλά συνε­χί­ζε­ται ως μια αδια­νό­η­τη Οδύσ­σεια γεμά­τη Λαι­στρυ­γό­νες και Κύκλω­πες, κατά την οποία χάνουν την ανθρώ­πι­νη υπό­στα­σή τους. Στην πορεία θα την κερ­δί­σουν και πάλι… Θα φτά­σουν στον προ­ο­ρι­σμό τους; Τη συγκε­κρι­μέ­νη ται­νία την είχα­με ξεχω­ρί­σει στο πρό­γραμ­μα του περα­σμέ­νου Φεστι­βάλ Βενε­τί­ας και ανυ­πο­μο­νού­σα­με να τη δού­με από τότε. Αν και τα βρα­βεία δεν είναι οδη­γός σε καμία περί­πτω­ση, κέρ­δι­σε τον Αργυ­ρό Λέο­ντα και το βρα­βείο «Μαρ­τσέ­λο Μαστρο­γιά­νι» καλύ­τε­ρου ανερ­χό­με­νου ηθο­ποιού για τον ηθο­ποιό Σεϊ­ντού Σαρ. Επί­σης, ήταν ανά­με­σα στις δια­γω­νι­ζό­με­νες ται­νί­ες για το Οσκαρ ξένης καλύ­τε­ρης ται­νί­ας. Δίκαια, θα προ­σθέ­τα­με εμείς.

 Είναι μια σπα­ρα­κτι­κή κραυ­γή για το Προ­σφυ­γι­κό μέσα από τις ιστο­ρί­ες που διη­γή­θη­καν οι ίδιοι οι πρό­σφυ­γες στον Ματέο Γκα­ρό­νε. Γυρι­σμέ­νη ως επί το πλεί­στον με κάμε­ρα στο χέρι, που ακο­λου­θεί αδιά­κο­πα τους πρω­τα­γω­νι­στές της. Μας δεί­χνει τον «Γολ­γο­θά» που αντι­με­τω­πί­ζουν φεύ­γο­ντας από τη χώρα τους μέχρι να μπουν σε κάποιο σαπιο­κά­ρα­βο που ίσως τους βγά­λει σε μια ευρω­παϊ­κή στε­ριά. Αυτό το «ίσως» συνα­ντιέ­ται μέσα μας με όσα δεν βλέ­που­με, δηλα­δή το εάν έφτα­σαν, πώς τους αντι­με­τώ­πι­σαν οι χώρες υπο­δο­χής, κ.λπ. Όλα όσα δεν «γνω­ρί­ζου­με» (αισχρο­κερ­δείς δια­κι­νη­τές, σύγ­χρο­νοι δου­λέ­μπο­ροι, διε­φθαρ­μέ­νοι αστυ­νο­μι­κοί, μαφιό­ζοι που κλέ­βουν, εκβιά­ζουν και βασα­νί­ζουν απε­γνω­σμέ­νους μετα­νά­στες) συμπλη­ρώ­νουν το αδιά­κο­πο τρα­γι­κό παζλ της εκμε­τάλ­λευ­σης της ανθρω­πό­τη­τας. Ο Γκα­ρό­νε συν­δυά­ζει τη λυρι­κό­τη­τα με τη σκλη­ρό­τη­τα του ατό­φιου κοι­νω­νι­κού κινη­μα­το­γρά­φου. Είναι όλες οι σκη­νές λου­σμέ­νες στο φως, σε τόσο φως που δεν υπάρ­χει υπο­ψία σκιάς, όλα είναι εκτε­θει­μέ­να στον φακό. Η λυρι­κό­τη­τα λει­τουρ­γεί ως μικρή «δια­φυ­γή» από την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα που δεί­χνει τα δόντια της γρυ­λί­ζο­ντας «Κοι­τάξ­τε… Μην κλεί­σε­τε τα μάτια σας στιγ­μή. Κοι­τάξ­τε όσο ευκρι­νέ­στε­ρα μπο­ρεί­τε τη σαπί­λα». Αν και ο Γκα­ρό­νε αρχί­ζει την ται­νία «αφε­λώς», αφού τα παι­διά δεν φεύ­γουν από κάποιον πόλε­μο, τη συνε­χί­ζει τρα­γι­κά σαν έναν πικρό πρό­λο­γο της περ­σι­νής αγα­πη­μέ­νης ται­νί­ας των Νταρ­ντέν «Τόρι και Λοκίτα»…

Ιδιαί­τε­ρα οι νέοι ας μη την χάσουν.

«Στο Ποτα­μό­πλοιο» / Sur l’Adamant / Νικο­λά Φιλι­μπέρ / 2023 / 109λ: Το κέντρο ημε­ρή­σιας φρο­ντί­δας «Adamant» είναι μονα­δι­κό στο είδος του: Είναι πλω­τό. Βρί­σκε­ται στον Σηκουά­να, στην καρ­διά του Παρι­σιού, και υπο­δέ­χε­ται ενή­λι­κες που πάσχουν από ψυχι­κές δια­τα­ρα­χές, προ­σφέ­ρο­ντάς τους φρο­ντί­δα που τους «προ­σγειώ­νει» στον χρό­νο και στον χώρο και τους βοη­θά να αναρ­ρώ­σουν ή να δια­τη­ρή­σουν το ηθι­κό τους. Η ομά­δα που δια­χει­ρί­ζε­ται το κέντρο είναι μία από εκεί­νες που προ­σπα­θούν να αντι­στα­θούν όσο το δυνα­τόν καλύ­τε­ρα στην υπο­βάθ­μι­ση και την απαν­θρω­πο­ποί­η­ση της ψυχια­τρι­κής. Η ται­νία μάς προ­σκα­λεί να επι­βι­βα­στού­με σε αυτήν την πλω­τή δομή και να γνω­ρί­σου­με τους ασθε­νείς και τους φρο­ντι­στές που καθη­με­ρι­νά της δίνουν ζωή.

Αντι­γρά­ψα­με την υπό­θε­ση από την ιστο­σε­λί­δα της ΕΕ που έχει συμπε­ρι­λά­βει την ται­νία στις υπο­ψή­φιες για το ευρω­παϊ­κό βρα­βείο Lux. Στην έκθε­σή του για την Ψυχι­κή Υγεία, το 2022 ο Παγκό­σμιος Οργα­νι­σμός Υγεί­ας ανα­φέ­ρει ότι «το έμμε­σο, σχε­τι­ζό­με­νο με την απο­λε­σθεί­σα παρα­γω­γι­κό­τη­τα οικο­νο­μι­κό κόστος ξεπερ­νά το άμε­σο. Επο­μέ­νως, από οικο­νο­μι­κής άπο­ψης το πράγ­μα είναι ξεκά­θα­ρο, η θερα­πεία των ψυχι­κών δια­τα­ρα­χών είναι δαπα­νη­ρή αλλά πιο δαπα­νη­ρό είναι να αφε­θούν αθε­ρά­πευ­τες»… Για­τί ένα τέτοιο ντο­κι­μα­ντέρ βρα­βεύ­τη­κε με τη Χρυ­σή Αρκτο στην περ­σι­νή Berlinale άρα­γε; Ας περά­σου­με στην ταινία.

Ο Νικο­λά Φιλι­μπέρ πριν από 7–8 χρό­νια πήγε ως προ­σκε­κλη­μέ­νος ομι­λη­τής για τα ντο­κι­μα­ντέρ του σε μια από τις συζη­τή­σεις που γίνο­νται στο ποτα­μό­πλοιο και έκτο­τε ξεκί­νη­σε μια συστη­μα­τι­κή κατα­γρα­φή της δομής και των ασθε­νών της. Ουσια­στι­κά πρό­κει­ται για ένα κέντρο μέρας και επα­νέ­ντα­ξης, στο οποίο εξει­δι­κευ­μέ­νοι θερα­πευ­τές προ­σεγ­γί­ζουν τους ασθε­νείς μέσω της τέχνης. Εκεί­νο που αξί­ζει πραγ­μα­τι­κά είναι ότι ο φακός κατα­γρά­φει σιω­πη­λός εκεί­νους, χωρίς παρεμ­βά­σεις. Μην ψάξε­τε να βρεί­τε μια συγκε­κρι­μέ­νη σενα­ρια­κή δομή στο ντο­κι­μα­ντέρ για­τί θα απο­γοη­τευ­τεί­τε, είναι ένα ντο­κι­μα­ντέρ παρα­τή­ρη­σης με σπου­δαίο «ατα­ξι­νό­μη­το» υλι­κό. Αυτό που αξί­ζει να κάνε­τε πριν ή μετά τη θέα­σή του είναι να ανα­τρέ­ξε­τε στα υλι­κά της ημε­ρί­δας που διορ­γα­νώ­θη­κε μόλις πριν από δύο μήνες από το Τμή­μα Υγεί­ας — Πρό­νοιας της ΚΕ του ΚΚΕ, με τίτλο «Ζητή­μα­τα Ψυχι­κής Υγεί­ας: Σύγ­χρο­νες προ­σεγ­γί­σεις — απα­ντή­σεις στα αδιέ­ξο­δα που δημιουρ­γεί ένα σύστη­μα που σαπί­ζει». Τα υλι­κά της ημε­ρί­δας είναι απο­κα­λυ­πτι­κά και υπάρ­χουν συγκε­ντρω­μέ­να σε βιβλίο από τη «Σύγ­χρο­νη Επο­χή». Ούτε είναι τυχαίο που ένα από τα ελά­χι­στα υπο­δείγ­μα­τα αντι­με­τώ­πι­σης των ψυχι­κά ασθε­νών βρα­βεύ­τη­κε με τη Χρυ­σή Άρκτο στην Berlinale και είναι υπο­ψή­φιο για το βρα­βείο της ΕΕ…

«Ένα για τον Δρό­μο» / One for the Road / Μάρ­κους Γκό­λερ / 2023 / 115λ

Η δου­λειά πάει καλά, τα βρά­δια είναι συναρ­πα­στι­κά. Ο Μαρκ αισθά­νε­ται βασι­λιάς του Βερο­λί­νου! Υπάρ­χει όμως ένα μικρό πρό­βλη­μα: Ο Μαρκ το παρα-δια­σκε­δά­ζει. Όταν η Τρο­χαία του πάρει το δίπλω­μα πρέ­πει να το πιά­σει αλλιώς!

Το ζήτη­μα του αλκο­ο­λι­σμού έχει απα­σχο­λή­σει πολύ τον κινη­μα­το­γρά­φο. Όταν δεν τον εξι­δα­νι­κεύ­ει, συνή­θως η ται­νία περι­στρέ­φε­ται γύρω από τις συνέ­πειές του τόσο στο ίδιο το άτο­μο, όσο και στον περί­γυ­ρό του. Τα τελευ­ταία χρό­νια δίνε­ται μεγα­λύ­τε­ρη έμφα­ση στο εάν το εξαρ­τη­μέ­νο άτο­μο αντι­λαμ­βά­νε­ται και συνει­δη­το­ποιεί ότι έχει πραγ­μα­τι­κά πρό­βλη­μα ώστε να ζητή­σει βοή­θεια. Ενδε­χο­μέ­νως αυτό να είναι και το πιο κρί­σι­μο σημείο στην αντι­με­τώ­πι­σή του. Οταν συνει­δη­το­ποιεί ότι το αλκο­όλ τού καλύ­πτει κάποια ανά­γκη, του κρύ­βει κάποιο τραύ­μα ή «γεμί­ζει την άδεια ζωή» του. Τότε έρχε­ται το αμεί­λι­κτο ερώ­τη­μα «και πώς θα ζήσω τη ζωή μου χωρίς αλκο­όλ;». Αυτό το ερώ­τη­μα δεν απα­ντιέ­ται ποτέ, μένει ρητο­ρι­κό, είναι όμως το σοβα­ρό­τε­ρο όλων. Ο πρω­τα­γω­νι­στής μας έχει χάσει το μέτρο, δεν το αντι­λαμ­βά­νε­ται, διό­τι και οι γύρω του έχουν χάσει το μέτρο απλά όχι σε τόσο μεγά­λο βαθ­μό. Μήπως λοι­πόν η ται­νία δεν αφο­ρά μόνο τον πρω­τα­γω­νι­στή μας αλλά και τον περί­γυ­ρό του που επί­σης έχει εξάρ­τη­ση; Ισως ο Μάρ­κους Γκό­λερ προ­σπα­θεί να χτυ­πή­σει αυτό το συγκε­κρι­μέ­νο καμπα­νά­κι με την ται­νία του. Ποιο είναι όμως το σημείο που αντι­λαμ­βά­νε­ται κανείς την επερ­χό­με­νη κατα­στρο­φή; Με ένα ισχυ­ρό σοκ στην περί­πτω­σή μας το οποίο απο­τε­λεί και το σημείο — κλει­δί στην ιστο­ρία μας… Ο Φρέ­ντε­ρικ Λο είναι εξαι­ρε­τι­κός στον πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο, πλαι­σιω­μέ­νος από ένα εξί­σου καλό καστ. Η ται­νία έχει καλο­δου­λε­μέ­νο σενά­ριο, λιτή κινη­μα­το­γρά­φη­ση και φωτο­γρα­φία που εξυ­πη­ρε­τεί τις προ­θέ­σεις του σκη­νο­θέ­τη, με έναν επι­πρό­σθε­το βαθ­μό δυσκο­λί­ας για­τί το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος της δια­δρα­μα­τί­ζε­ται κατά τη διάρ­κεια της νύχτας.

Προ­σε­χώς

Για πρώ­τη φορά στην Ελλά­δα θα παρου­σια­στεί στον κινη­μα­το­γρά­φο «Studio», στην πλή­ρη έκδο­ση και για μόνο προ­βο­λή, το αρι­στούρ­γη­μα του Μπρεχτ «Μάνα Κου­ρά­γιο και τα παι­διά της», σε σενά­ριο — σκη­νο­θε­σία Μάν­φρεντ Βέκ­βερτ και Πέτερ Πάλιτς, μου­σι­κή Πάουλ Ντε­σά­ου, με την αξε­πέ­ρα­στη ερμη­νεία της Helene Weigel (Χελέ­νε Βάι­γκελ) στον ρόλο της Μάνας Κου­ρά­γιο, την Κυρια­κή 17 Μάρ­τη στις 6 το απόγευμα.

Η «Μάνα Κου­ρά­γιο» τρι­γυρ­νά από χώρα σε χώρα, ακο­λου­θώ­ντας στρα­τιω­τι­κά τάγ­μα­τα την περί­ο­δο του πολέ­μου. Δεν είναι με το μέρος κανε­νός, παρά μόνο με το μέρος του εμπο­ρι­κού κέρ­δους. Ο πόλε­μος γι’ αυτήν είναι μια ευκαι­ρία να αγο­ρά­ζει φθη­νά και να που­λά ακρι­βά. Η «Μάνα Κου­ρά­γιο», όπως κάθε μάνα, προ­σπα­θεί να προ­φυ­λά­ξει τα παι­διά της από τα δει­νά του πολέ­μου και κάνει το παν για να εμπο­δί­σει τη στρα­το­λό­γη­ση των γιων της. Από την άλλη, όμως, η ίδια και η οικο­γέ­νειά της ζουν από αυτόν τον πόλεμο!

Όπως γρά­φει γι’ αυτήν ο Μπρεχτ, «δια­βλέ­πει τον καθα­ρά εμπο­ρι­κό χαρα­κτή­ρα του πολέ­μου. Ακρι­βώς αυτός την ελκύ­ει. Θα πιστεύ­ει στον πόλε­μο ως το τέλος. Δεν της περ­νά­ει από το μυα­λό ότι για να κόψει κανείς το μερ­τι­κό του από τον πόλε­μο χρειά­ζε­ται μεγά­λο μαχαίρι».

Τη Δευ­τέ­ρα 18 Μάρ­τη και πάλι στον κινη­μα­το­γρά­φο «Studio» θα παι­χτεί σε πρώ­τη παγκό­σμια προ­βο­λή η ται­νία της Carol Mansour «Aida Returns», σε συνερ­γα­σία με το ATHENS PALESTINE FF και την υπο­στή­ρι­ξη των Filmmakers for Palestine.

Π. Α. Ριζο­σπά­στης _902.gr

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο