Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΚΚΕ: Από το 1989 στο 13ο συνέδριο

Στις βου­λευ­τι­κές εκλο­γές και τις ευρω­ε­κλο­γές της 18ης Ιού­νη του 1989 κυριάρ­χη­σε το ζήτη­μα των σκανδάλων.
Τα κόμ­μα­τα που μπή­καν στη Βου­λή έλαβαν:
Η Νέα Δημο­κρα­τία 44,25% και 145 έδρες, το ΠΑΣΟΚ 39,15% και 125 έδρες, ο Συνα­σπι­σμός 13,12% και 28 έδρες, η ΔΗΑΝΑ 1,01% και 1 έδρα και το κόμ­μα «Εμπι­στο­σύ­νη — Πεπρω­μέ­νο» (Μου­σουλ­μά­νοι της Δ. Θρά­κης) 0,39% και 1 έδρα.

Λόγω της αυξη­μέ­νης ανα­λο­γι­κό­τη­τας που είχε ο εκλο­γι­κός νόμος που ψήφι­σε το ΠΑΣΟΚ, για να απο­τρέ­ψει την αυτο­δυ­να­μία της ΝΔ, δεν έγι­νε δυνα­τό να σχη­μα­τι­στεί αυτο­δύ­να­μη κυβέρνηση.
Το ζήτη­μα που έμπαι­νε ήταν ότι χωρίς σχη­μα­τι­σμό κυβέρ­νη­σης και με τη διά­λυ­ση της Βου­λής υπήρ­χε ο κίν­δυ­νος παρα­γρα­φής των σκανδάλων.
✔️  Ξεκί­νη­σαν δια­βου­λεύ­σεις ανά­με­σα στα πολι­τι­κά κόμ­μα­τα, με στό­χο το σχη­μα­τι­σμό κυβέρ­νη­σης, ώστε να αντι­με­τω­πι­στεί αυτό το ζήτη­μα. Τελι­κά συγκρο­τή­θη­κε η κυβέρ­νη­ση με πρω­θυ­πουρ­γό τον Τζαν­νή Τζαν­νε­τά­κη, στέ­λε­χος της ΝΔ που ορκί­στη­κε στις 2 Ιού­λη του 1989, η οποία κυβέρ­νη­σε για ένα τρίμηνο.
Την κυβέρ­νη­ση στή­ρι­ξε η ΝΔ και ο Συνα­σπι­σμός.
Εκ μέρους του Συνα­σπι­σμού υπουρ­γι­κές θέσεις πήραν οι Ν. Κων­στα­ντό­που­λος, Φ. Κου­βέ­λης, Θ. Παπα­μάρ­γα­ρης και Γ. Μυλωνάς.

✔️  Η κυβέρ­νη­ση Τζαν­νε­τά­κη παραι­τή­θη­κε στις 7 Οκτώ­βρη 1989. Ενα μήνα μετά την παραί­τη­ση της κυβέρ­νη­σης Τζαν­νε­τά­κη, τον Νοέμ­βρη του 1989 πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν εκλο­γές. Σε αυτές τις εκλο­γές η εκλο­γι­κή δύνα­μη του Συνα­σπι­σμού μειώ­θη­κε και σε ποσο­στό και σε ψήφους.

Ζολώτας Τζαννετάκης

Οι εκλο­γές δεν έδω­σαν τη δυνα­τό­τη­τα σχη­μα­τι­σμού και πάλι αυτο­δύ­να­μης κυβέρ­νη­σης και ύστε­ρα από δια­βου­λεύ­σεις το κυβερ­νη­τι­κό ζήτη­μα λύθη­κε με τον σχη­μα­τι­σμό οικου­με­νι­κής κυβέρ­νη­σης υπό τον καθη­γη­τή Ξενο­φώ­ντα Ζολώ­τα, την οποία στή­ρι­ξαν ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Συνα­σπι­σμός.
Η κυβέρ­νη­ση συγκρο­τή­θη­κε με στό­χο να απο­κλει­στούν οι αλλε­πάλ­λη­λες εκλο­γι­κές αναμετρήσεις.
Στην κυβέρ­νη­ση εκ μέρους του Συνα­σπι­σμού συμ­με­τεί­χαν ως υπουρ­γοί οι Θ. Κατρι­βά­νος, Γ. Δρα­γα­σά­κης, Γρ. Γιάν­να­ρος, Γ. Μυλωνάς.

Για το ΚΚΕ η λαθεμένη απόφασή του για συμμετοχή στις κυβερνήσεις συνεργασίας — έστω και μεταβατικής, υπηρεσιακής ευθύνης και όχι κανονικής προγραμματικής — δεν μπορεί να ιδωθεί έξω από το πλαίσιο της στρατηγικής του Κόμματος και της πολιτικής του γραμμής.

✔️   Είχε υπάρ­ξει εξάλ­λου ιστο­ρι­κό προη­γού­με­νο.
Η συμ­με­το­χή του ΕΑΜ και μάλι­στα με δύο κομ­μου­νι­στές υπουρ­γούς στην κυβέρ­νη­ση Εθνι­κής Ενό­τη­τας υπό τον Γ. Παπαν­δρέ­ου το 1944, από τον Οκτώ­βρη μέχρι τον Δεκέμ­βρη του ίδιου χρόνου.
Το ΚΚΕ τότε (το 1944) εξη­γού­σε τη συμ­με­το­χή του ως επι­λο­γή στή­ρι­ξης της «πολι­τι­κής ομα­λό­τη­τας του τόπου» και της «εθνι­κής ενό­τη­τας», ενώ ταυ­τό­χρο­να θεω­ρού­νταν η κυβέρ­νη­ση ως μοχλός ο οποί­ος θα μπο­ρού­σε να αξιο­ποι­η­θεί για μεταρ­ρυθ­μί­σεις προς όφε­λος του λαού και της εργα­τι­κής τάξης.

Η συμ­με­το­χή και στή­ρι­ξη των δύο κυβερ­νή­σε­ων του 1989 — 1990 από τυπι­κή πλευ­ρά δεν απο­τε­λεί παρα­βί­α­ση του Προ­γράμ­μα­τος του Κόμ­μα­τος που είχε ψηφι­στεί στο 10ο Συνέ­δριο, δεδο­μέ­νου ότι «γενι­κά» ήταν ενταγ­μέ­νη στη λογι­κή συνερ­γα­σί­ας και με αστι­κές πολι­τι­κές δυνά­μεις και σε αστι­κές κυβερ­νή­σεις, λογι­κή που υπήρ­χε και στο Πρό­γραμ­μα του Κόμ­μα­τος και σε πολι­τι­κές επε­ξερ­γα­σί­ες της προη­γού­με­νης περιόδου.
Εξέ­φρα­ζε ακό­μα την αντί­λη­ψη ότι όταν το αστι­κό πολι­τι­κό σύστη­μα δυσκο­λεύ­ε­ται να εξα­σφα­λί­σει στα­θε­ρή αστι­κή κυβέρ­νη­ση, κι επο­μέ­νως εμφα­νί­ζε­ται ένα είδος αστά­θειας — που ο λαός έχει δια­παι­δα­γω­γη­θεί να τη φοβά­ται αντί να την αξιο­ποιεί — τότε δεν είναι θέμα αρχής το Κόμ­μα να μην μετέ­χει ή να μην στη­ρί­ζει κυβέρ­νη­ση για τη στα­θε­ρο­ποί­η­ση, που θα εξα­σφά­λι­ζε βελ­τί­ω­ση της θέσης του.
Με τη στά­ση αυτή μάλι­στα θεω­ρού­νταν ότι η Αρι­στε­ρά και το ΚΚΕ ως μέρος της μπαί­νουν στο επί­κε­ντρο των πολι­τι­κών εξε­λί­ξε­ων, απο­κτούν ενερ­γό ρόλο.

Αξιο­λο­γώ­ντας τη συμ­με­το­χή του ΚΚΕ στην κυβέρ­νη­ση Εθνι­κής Ενό­τη­τας το 1944, το Δοκί­μιο Ιστο­ρί­ας του ΚΚΕ δια­τυ­πώ­νει ένα πιο γενι­κό συμπέ­ρα­σμα: «Στο πλαί­σιο της συμ­με­το­χής σε αστι­κή κυβέρ­νη­ση δεν είναι δυνα­τό να υπάρ­ξουν επω­φε­λείς για το λαό συμ­βι­βα­σμοί, από τη στιγ­μή που το ΚΚ έχει κάνει ήδη την πρώ­τη θεμε­λιώ­δη υπο­χώ­ρη­ση, προ­κει­μέ­νου να συμ­με­τέ­χει σε αυτή την κυβέρ­νη­ση: Εχει παραι­τη­θεί από την πάλη για την εργα­τι­κή εξου­σία και συνε­πώς από το στό­χο της κοι­νω­νι­κο­ποί­η­σης των μέσων παρα­γω­γής και έτσι έχει προ­χω­ρή­σει εξ αντι­κει­με­νι­κού στη δια­χεί­ρι­ση του καπι­τα­λι­στι­κού συστή­μα­τος προ­βαί­νο­ντας σε υπο­χω­ρή­σεις ασυμ­βί­βα­στες — αντί­θε­τες προς τα εργα­τι­κά συμ­φέ­ρο­ντα».

Η τοπο­θέ­τη­ση αυτή του Δοκι­μί­ου Ιστο­ρί­ας του ΚΚΕ έχει γενι­κή ισχύ και δεν αφο­ρά μόνο περιό­δους της Ιστο­ρί­ας του, στις οποί­ες κρι­νό­ταν άμε­σα η πάλη για την εξουσία.
Η συμ­με­το­χή σε αστι­κή κυβέρ­νη­ση, ανε­ξάρ­τη­τα από το πλαί­σιο μέσα στο οποίο αυτή γίνε­ται ή τους λόγους που οδη­γούν σε αυτήν την από­φα­ση, απο­τε­λεί εκδή­λω­ση είτε έλλει­ψης στρα­τη­γι­κής του Κόμ­μα­τος για την εργα­τι­κή εξου­σία είτε στην πρά­ξη παραί­τη­ση από αυτήν.

Οπως έχει αποδειχτεί από την πείρα του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, η συμμετοχή σε μια αστική κυβέρνηση συνιστά λάθος που δεν διορθώνεται εύκολα και μπορεί να αποδειχτεί ανεπανόρθωτο.

Γι’ αυτό, το Κόμ­μα μας ενσω­μά­τω­σε αυτά τα πολύ­τι­μα πολι­τι­κά συμπε­ρά­σμα­τα στις στρα­τη­γι­κές επε­ξερ­γα­σί­ες του, ωρι­μά­ζο­ντας την Προ­γραμ­μα­τι­κή του αντί­λη­ψη, όπως αυτή εκφρά­στη­κε στις Απο­φά­σεις του 19ου Συνε­δρί­ου.

Διάσπαση στο ΚΚΕ

Για τα δύο «αλληλοτροφοδοτούμενα οπορτουνιστικά κέντρα»

Η επι­λο­γή της συμ­με­το­χής στην κυβέρ­νη­ση Τζαν­νε­τά­κη όξυ­νε την κρί­ση που υπέ­βο­σκε στο Κόμ­μα και η οποία, με ευθύ­νη δεξιών και «αρι­στε­ρών» οπορ­του­νι­στι­κών ομά­δων που δρού­σαν μέσα του, μετα­φέρ­θη­κε μελε­τη­μέ­να και μέσα στην ΚΝΕ με απο­τέ­λε­σμα τη διά­σπα­ση της Οργά­νω­σης το φθι­νό­πω­ρο του 1989.

Οι αιτί­ες συγκρό­τη­σης των δύο οπορ­του­νι­στι­κών κέντρων που δρού­σαν μέσα στο ΚΚΕ τη δεκα­ε­τία του 1980 είναι αντι­κεί­με­νο βαθύ­τε­ρης συλ­λο­γι­κής ιστο­ρι­κής μελέ­της που είναι σε δια­δι­κα­σία εξέ­λι­ξης για το Κόμ­μα μας. Σίγου­ρα όμως δεν μπο­ρεί να απο­σπα­στεί από τα προ­βλή­μα­τα στρα­τη­γι­κής του ΚΚΕ, τις αντι­φά­σεις σε πολι­τι­κές θέσεις και απο­φά­σεις, την επί­δρα­ση των εξε­λί­ξε­ων στην ΕΣΣΔ και το Διε­θνές Κομ­μου­νι­στι­κό Κίνη­μα, ζητή­μα­τα που επί­σης σχε­τί­ζο­νται με τη λει­τουρ­γία του Κόμ­μα­τος, των Οργά­νων του, ζητή­μα­τα κοι­νω­νι­κής σύν­θε­σης του Κόμ­μα­τος και της ΚΝΕ κ.λπ.

Και οι δύο ομα­δο­ποι­ή­σεις που δρού­σαν ως φρά­ξιες, παρά τις δια­φο­ρές τους, αλλη­λε­πι­κα­λύ­πτο­νταν και αλλη­λο­συ­νερ­γά­ζο­νταν, δεν ασκού­σε κρι­τι­κή η μια στην άλλη, ενώ εμφα­νί­ζο­νταν με εκ δια­μέ­τρου δια­φο­ρε­τι­κές από­ψεις. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, συνέ­βαι­νε το αντί­θε­το: Είχαν πλή­ρη σύμπνοια μετα­ξύ τους όσον αφο­ρά στην πολε­μι­κή κατά της πλειο­ψη­φί­ας της ΚΕ, με στό­χο την αλλοί­ω­ση του επα­να­στα­τι­κού χαρα­κτή­ρα του Κόμ­μα­τος, την ανοι­χτή απο­μά­κρυν­σή του από τον μαρ­ξι­σμό — λενινισμό.
Δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο ομά­δες χαρα­κτή­ρι­ζαν ως «συντη­ρη­τι­κούς» και «δογ­μα­τι­κούς» αυτές τις δυνά­μεις του Κόμ­μα­τος που έδω­σαν τη μάχη για την υπε­ρά­σπι­ση της ύπαρ­ξης του Κόμ­μα­τος και του επα­να­στα­τι­κού του χαρακτήρα.

Επι­βε­βαιώ­νε­ται ότι η ομα­δο­ποί­η­ση, ο φρα­ξιο­νι­σμός είναι ξένα στοι­χεία προς τη λει­τουρ­γία ενός επα­να­στα­τι­κού Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος, αδυ­να­τί­ζουν την εσω­κομ­μα­τι­κή δημο­κρα­τία, τη συλ­λο­γι­κή συζή­τη­ση πάνω και σε δια­φο­ρε­τι­κές γνώ­μες που μπο­ρεί να υπάρ­χουν για σημα­ντι­κά ή λιγό­τε­ρο σημα­ντι­κά ζητή­μα­τα μέσα στο Κόμ­μα, δια­μορ­φώ­νουν δια­λυ­τι­κές και παρα­λυ­τι­κές συνθήκες.
Εχει απο­δει­χθεί ότι, ανε­ξάρ­τη­τα από το ποια είναι η αφε­τη­ρία και οι αρχι­κές προ­θέ­σεις ορι­σμέ­νων που παίρ­νουν μέρος σε τέτοιες δια­δι­κα­σί­ες, εξε­λίσ­σο­νται τελι­κά σε «αντι­κομ­μα­τι­κά κέντρα», που δεν έχουν ως στό­χο απλώς την επι­κρά­τη­ση της δικιάς τους άπο­ψης, η οποία συνή­θως δεν δια­τυ­πώ­νε­ται ανοι­χτά και καθα­ρά από την αρχή μέσα σε Κομ­μα­τι­κά Οργα­να αλλά «ζυμώ­νε­ται» έξω από αυτά, σε παρέ­ες, φιλι­κές επα­φές κ.λπ. Συν­δέ­ο­νται πάντα και με επι­διώ­ξεις, που αν και πολ­λές φορές συγκα­λύ­πτο­νται, συγκλί­νουν σε στό­χους υπο­νό­μευ­σης της ίδιας της ύπαρ­ξης και λει­τουρ­γί­ας του Κόμ­μα­τος, γι’ αυτό άλλω­στε έχει απο­δει­χθεί ιστο­ρι­κά ότι πάντα ανοί­γουν και το παρά­θυ­ρο στον ταξι­κό αντί­πα­λο για να παρέμ­βει στο Κόμμα.

Στις Θέσεις της ΚΕ για το 21ο Συνέ­δριο, στο πρώ­το Κεί­με­νο Θ.23 σημειώ­νου­με, συμπυ­κνώ­νο­ντας συμπε­ρά­σμα­τα από τη μακρό­χρο­νη ιστο­ρι­κή πεί­ρα: «Χρειά­ζε­ται συνε­χής επα­γρύ­πνη­ση για την τήρη­ση των αρχών λει­τουρ­γί­ας και δρά­σης του Κόμ­μα­τος και της ΚΝΕ. Ιδιαί­τε­ρη προ­σο­χή χρειά­ζε­ται για να μη συγ­χέ­ο­νται οι συντρο­φι­κές σχέ­σεις που ανα­πτύσ­σο­νται στην κομ­μα­τι­κή ζωή, μέσα στον σκλη­ρό αγώ­να που δίνου­με, με το πνεύ­μα φιλι­κό­τη­τας που οδη­γεί σε υπο­βάθ­μι­ση της κρι­τι­κής, στον υπο­κει­με­νι­σμό, στη δημιουρ­γία προ­σω­πι­κού κύκλου επιρ­ρο­ής. Η ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κή ενό­τη­τα στο Κόμ­μα είναι κατα­κτη­μέ­νη σήμε­ρα περισ­σό­τε­ρο από κάθε προη­γού­με­νη περί­ο­δο, όμως δεν πρέ­πει να εφη­συ­χά­ζου­με.
Να μην ξεχνά­με ότι αυτό εκτι­μού­σα­με και άλλες φορές και σε διά­φο­ρες φάσεις, όμως αυτό που επι­βε­βαιώ­θη­κε είναι η εκτί­μη­ση ότι δεν πρέ­πει να υπάρ­χει κανέ­νας εφη­συ­χα­σμός. Η αντι­με­τώ­πι­ση όποιων αρνη­τι­κών φαι­νο­μέ­νων πρέ­πει να είναι στα­θε­ρή, συγκε­κρι­μέ­νη, με βάση το Κατα­στα­τι­κό μας και φρο­ντί­ζο­ντας πάντα να τηρού­νται όλες οι συλ­λο­γι­κές κομ­μα­τι­κές δια­δι­κα­σί­ες, γεγο­νός που είναι οπωσ­δή­πο­τε πολύ σημα­ντι­κό για την ίδια την καλή και σωστή λει­τουρ­γία των Οργά­νων και των ΚΟΒ».

Και οι δύο ομά­δες στη σύγκρου­ση και τη ρήξη τους με το Κόμ­μα είχαν άμε­ση ή έμμε­ση στή­ρι­ξη κέντρων της αστι­κής τάξης, βρή­καν ζεστή φιλο­ξε­νία σε τμή­μα­τα του αστι­κού Τύπου, που έβλε­παν σε αυτήν τη δια­δι­κα­σία μια νέα «χρυ­σή ευκαι­ρία» να ξεμπερ­δεύ­ουν με το ΚΚΕ, χωρίς σε αυτήν την περί­πτω­ση να είναι υπο­χρε­ω­μέ­νοι να λάβουν κατα­σταλ­τι­κά απα­γο­ρευ­τι­κά μέτρα ενα­ντί­ον του.

Το αλλη­τρο­φο­δο­τού­με­νο στοι­χείο της αντι­πα­ρά­θε­σης βρι­σκό­ταν στο ζήτη­μα ότι και οι δυο αξιο­ποιού­σαν είτε την «αρι­στε­ρή» είτε τη «δεξιά» συν­θη­μα­το­λο­γία του άλλου, προ­κει­μέ­νου να αμφι­σβη­τή­σουν την ίδια την ύπαρ­ξη του Κόμ­μα­τος, επι­διώ­κο­ντας την ανα­θε­ώ­ρη­ση των θεω­ρη­τι­κών αρχών του. Δού­λευαν «στρα­το­λο­γώ­ντας» σε οπορ­του­νι­στι­κά ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κά ρεύματα.

Γι’ αυτό, ανε­ξάρ­τη­τα από τις «αρι­στε­ρές» και «δεξιές» παραλ­λα­γές τους επί της ουσί­ας συνέ­κλι­ναν σε ορι­σμέ­να βασι­κά ζητήματα:

  • Στην άρνη­ση των αρχών συγκρό­τη­σης και λει­τουρ­γί­ας του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμματος.
  • Στη μηδε­νι­στι­κή στά­ση απέ­να­ντι στη σοσια­λι­στι­κή οικο­δό­μη­ση στον 20ό αιώνα.
  • Στον ιδε­ο­λο­γι­κό και θεω­ρη­τι­κό πλου­ρα­λι­σμό, στην άρνη­ση βασι­κών αρχών της μαρ­ξι­στι­κής — λενι­νι­στι­κής θεω­ρί­ας, στην εκλε­κτι­κή υιο­θέ­τη­ση θέσε­ων διά­φο­ρων ανα­θε­ω­ρη­τι­κών ρευμάτων.
  • Στις αντι­λή­ψεις περί αυτο­νο­μί­ας «κοι­νω­νι­κών κινη­μά­των» και ανα­ζή­τη­σης «νέων επα­να­στα­τι­κών υπο­κει­μέ­νων» κ.λπ.

Κοι­νω­νι­κά, εξέ­φρα­ζαν με τον έναν ή τον άλλον τρό­πο την επί­δρα­ση μικρο­α­στι­κών δυνά­με­ων μέσα στο Κόμ­μα και την ΚΝΕ.

Διάσπαση στο ΚΚΕ ΚΝΕ το άτακτο παιδί

Δεν είναι τυχαίο ότι σε μια πορεία χρό­νων τα ρεύ­μα­τα αυτά συγκρο­τη­μέ­να σε δια­φο­ρε­τι­κούς πολι­τι­κούς φορείς ΝΑΡ και ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ συνέ­κλι­ναν στο πεδίο της πολι­τι­κής και μαζι­κής δρά­σης. Τόσο στην αντι­πα­ρά­θε­σή τους με το ΚΚΕ, ανα­πα­ρά­γο­ντας πανο­μοιό­τυ­πη κρι­τι­κή (δογ­μα­τι­κό, σεχτα­ρι­στι­κό κ.λπ.) όσο και στη συμπό­ρευ­σή τους στο κίνη­μα, στη συνερ­γα­σία τους σε ψηφο­δέλ­τια στην Τοπι­κή Διοί­κη­ση, στην ανο­χή που έδω­σαν οι μεν (ΝΑΡ/ΑΝΤΑΡΣΥΑ) στη δια­κυ­βέρ­νη­ση των δε (ΣΥΡΙΖΑ) αλλά και σήμε­ρα στη συμπό­ρευ­ση στο «αντι­νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρο, αντι­δε­ξιό μέτω­πο απέ­να­ντι στην κυβέρ­νη­ση Μητσοτάκη».

Είναι καθα­ρό ότι η κρί­ση την περί­ο­δο 1989 — 1991 ήταν απο­κο­ρύ­φω­μα μιας δια­δι­κα­σί­ας που είχε οδη­γή­σει στο να χαθεί ουσια­στι­κά η ιδε­ο­λο­γι­κή και πολι­τι­κή ενό­τη­τα μέσα στο Κόμ­μα.

Στην πορεία προς το 13ο Συνέδριο. Η Ευρεία Ολομέλεια του Ιούνη 1990

Στις τις 11 Ιού­λη του 1989, η Ολο­μέ­λεια της ΚΕ του ΚΚΕ κάνει δεκτό το αίτη­μα του Χ. Φλω­ρά­κη να αντι­κα­τα­στα­θεί στη θέση του Γενι­κού Γραμ­μα­τέα. Η ΚΕ απο­φα­σί­ζει την αντι­κα­τά­στα­σή του από τον Γρ. Φαρά­κο στη θέση του Γ. Γραμ­μα­τέα και ταυ­τό­χρο­να την ανά­δει­ξη του Χ. Φλω­ρά­κη στη θέση του Προ­έ­δρου του Κόμματος.
Τον Δεκέμ­βρη του ίδιου χρό­νου, σε Ολο­μέ­λεια της Κεντρι­κής Επι­τρο­πής εκλέ­γο­νται ανα­πλη­ρω­μα­τι­κά μέλη του Πολι­τι­κού Γρα­φεί­ου της ΚΕ οι Π. Λαφα­ζά­νης, Γ. Δρα­γα­σά­κης, Θ. Καρτερός.
Στο 5ο Συνέ­δριο της ΚΝΕ, που πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε τον Γενά­ρη του 1990, Γραμ­μα­τέ­ας του ΚΣ ανα­δεί­χτη­κε ο Τ. Θεο­δω­ρι­κά­κος. Σημειώ­νε­ται μια ενί­σχυ­ση στα καθο­δη­γη­τι­κά όργα­να του Κόμ­μα­τος αυτών των προ­σώ­πων που υπήρ­ξαν φορείς των σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κών από­ψε­ων μέσα στο Κόμμα.
Τοπο­θε­τή­σεις του ΚΚΕ για τις αντε­πα­να­στα­τι­κές εξε­λί­ξεις στις χώρες της Ανα­το­λι­κής και Κεντρι­κής Ευρώπης

Την περί­ο­δο του φθι­νο­πώ­ρου έως τον Δεκέμ­βρη του 1989 εξε­λίσ­σο­νται μια σει­ρά από αντε­πα­να­στα­τι­κά γεγο­νό­τα στις χώρες της Ανα­το­λι­κής και Κεντρι­κής Ευρώ­πης με κορυ­φαία τα γεγο­νό­τα στη Γερ­μα­νία και την «πτώ­ση του τεί­χους του Βερο­λί­νου» τον Νοέμ­βρη. Σε όλα τα κρά­τη η αντε­πα­να­στα­τι­κή δια­δι­κα­σία γίνε­ται ουσια­στι­κά από τα πάνω με τα ίδια τα Κομ­μου­νι­στι­κά Κόμ­μα­τα εξου­σί­ας να παρα­δί­δουν την εξου­σία, να μετο­νο­μά­ζο­νται και να απε­μπο­λούν κάθε στοι­χείο κομ­μου­νι­στι­κής ανα­φο­ράς και ταυτότητας.

Με αυτά τα γεγο­νό­τα σε εξέ­λι­ξη, συνε­δριά­ζει η ΚΕ του ΚΚΕ τον Γενά­ρη του 1990 και δια­τυ­πώ­νει τις εξής εκτι­μή­σεις: «Σε τελευ­ταία ανά­λυ­ση, οι εξε­λί­ξεις αυτές, που εμφα­νί­ζο­νται με ποι­κι­λία μορ­φών σε κάθε χώρα, εκφρά­ζουν την ανοι­χτή, οξεία κρί­ση ενός συγκε­κρι­μέ­νου τύπου ανά­πτυ­ξης και των κοι­νω­νιών αυτών, την ανα­τρο­πή των διοι­κη­τι­κών, γρα­φειο­κρα­τι­κών τους γνω­ρι­σμά­των και το άνοιγ­μα, μέσα από συγκρού­σεις, του δρό­μου για μια δημο­κρα­τι­κή ανα­γέν­νη­ση του σοσια­λι­σμού και το πέρα­σμά του σ’ ένα νέο, ανώ­τε­ρο στά­διο, που αντα­πο­κρί­νε­ται στην ανθρώ­πι­νή του ουσία». Παρό­λο που στην ίδια Ολο­μέ­λεια δια­πι­στώ­νε­ται ο κίν­δυ­νος ανα­τρο­πής, σημειώ­νο­ντας ότι «σε ορι­σμέ­νες σοσια­λι­στι­κές χώρες γίνε­ται όχι απλώς μια απο­κα­τά­στα­ση πιο ανοι­χτής πολι­τι­κής ζωής, αλλά κι ανά­πτυ­ξη μιας οξύ­τα­της πολι­τι­κής δια­πά­λης για την εξου­σία και τον προ­σα­να­το­λι­σμό της κοι­νω­νί­ας… Το πρό­βλη­μα προς τα πού θα εξε­λι­χτεί τελι­κά η κατά­στα­ση δεν είναι εκ των προ­τέ­ρων λυμέ­νο», εν τού­τοις το κύριο πνεύ­μα της Από­φα­σης κινού­νταν στην υπε­ρά­σπι­ση της πολι­τι­κής της «περε­στρόι­κα» ως «η πιο ολο­κλη­ρω­μέ­νη σοσια­λι­στι­κή μεταρ­ρύθ­μι­ση» και επί­σης απορ­ρί­πτει κατη­γο­ρη­μα­τι­κά τις «θεω­ρί­ες που εμφα­νί­ζουν τις σοσια­λι­στι­κές μεταρ­ρυθ­μί­σεις ως σύγκλι­ση με τον καπιταλισμό».Είναι κατα­νοη­τό ότι τέτοιες θέσεις έδω­σαν ακό­μα περισ­σό­τε­ρο αέρα στα πανιά των δυνά­με­ων αυτών, που απο­τε­λού­σαν το οπορ­του­νι­στι­κό κέντρο, που όχι μόνο παρέ­με­νε και ενι­σχυό­ταν μέσα στο ΚΚΕ, αλλά αξιο­ποί­η­σε ποι­κι­λό­μορ­φα τη δια­πά­λη με τις δυνά­μεις που απο­χώ­ρη­σαν από το Κόμ­μα και συσπει­ρώ­θη­καν γύρω από τα 15 πρώ­ην μέλη της ΚΕ που απο­χώ­ρη­σαν και την πλειο­ψη­φία του προη­γού­με­νου ΚΣ της ΚΝΕ, με επι­κε­φα­λής τον πρώ­ην Γραμ­μα­τέα της. Η Από­φα­ση του 14ου Συνε­δρί­ου του Κόμ­μα­τος δια­πι­στώ­νει ότι στις εκλο­γο­α­πο­λο­γι­στι­κές δια­δι­κα­σί­ες του Κόμ­μα­τος στις αρχές του 1990 «εμφα­νί­ζο­νται τα πρώ­τα συμ­πτώ­μα­τα της (νέας) κρίσης».

✔️   Το Προσχέδιο Θέσεων για το Συνέδριο

Σύμ­φω­να με την Από­φα­ση του 12ου Συνε­δρί­ου, το ΚΚΕ έπρε­πε να προ­χω­ρή­σει στην αλλα­γή του Προ­γράμ­μα­τός του. Το καθή­κον αυτό ανα­τέ­θη­κε στο 13ο Συνέ­δριο που ορι­ζό­ταν ως Προ­γραμ­μα­τι­κό. Δια­μορ­φώ­θη­κε με Από­φα­ση της ΚΕ επι­τρο­πή στε­λε­χών, με επι­κε­φα­λής τον τότε ΓΓ του Κόμ­μα­τος Γρ. Φαρά­κο με ευθύ­νη την προ­ε­τοι­μα­σία του σχε­δί­ου Θέσε­ων για το Συνέδριο.

Ετσι, τον Ιού­νη του 1990 συγκα­λεί­ται η Ευρεία Ολο­μέ­λεια της ΚΕ του ΚΚΕ, με συμ­με­το­χή στε­λε­χών των Επι­τρο­πών Πόλε­ων και Περιο­χών, μελών των Τμη­μά­των της ΚΕ, άλλων στε­λε­χών του Κόμ­μα­τος, για να συζη­τή­σει το Προ­σχέ­διο Θέσε­ων για το 13ο Συνέ­δριο. Το Προ­σχέ­διο, βεβαί­ως, δημο­σιεύ­τη­κε ολό­κλη­ρο στον «Ριζο­σπά­στη» την ίδια μέρα που συνήλ­θε η Ολο­μέ­λεια, αλλά είχε διαρ­ρεύ­σει στον αστι­κό Τύπο, από τα στε­λέ­χη που επι­δί­ω­καν την αλλα­γή του χαρα­κτή­ρα του ΚΚΕ. Ετσι, ο Τύπος της ίδιας μέρας ασχο­λή­θη­κε με την Ευρεία Ολο­μέ­λεια, κάνο­ντας λόγο για δια­φω­νί­ες, σκλη­ρές κόντρες στο ΚΚΕ, ανά­με­σα σε «συντη­ρη­τι­κούς» και «ανα­νε­ω­τι­κούς», προ­σφι­λείς χαρα­κτη­ρι­σμοί και αυτών των στε­λε­χών που εξέ­φρα­ζαν τις οπορ­του­νι­στι­κές από­ψεις στο Κόμ­μα, οι οποί­οι βεβαί­ως αυτο­α­πο­κα­λού­νταν «ανα­νε­ω­τι­κοί».

Το Προ­σχέ­διο Θέσε­ων ουσια­στι­κά ήταν προ­γραμ­μα­τι­κό κεί­με­νο και ταυ­τό­χρο­να πρό­τει­νε μια σει­ρά από θεμε­λια­κές αλλα­γές στο Κατα­στα­τι­κό, των οποί­ων το ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κό περιε­χό­με­νο και η θεω­ρη­τι­κή τους βάση είχαν ως πηγή τη σοσιαλ­δη­μο­κρα­τία. Ενα, επί­σης, χαρα­κτη­ρι­στι­κό του ήταν ότι για πρώ­τη φορά σε κεί­με­νο του Κόμ­μα­τος εμφα­νί­ζο­νται δια­φω­νί­ες σε καί­ρια ζητή­μα­τα και μάλι­στα δημο­σιο­ποιού­νται οι δύο δια­φο­ρε­τι­κές δια­τυ­πώ­σεις — τοπο­θε­τή­σεις σε αυτά. Τρία τέτοια ζητή­μα­τα θεμε­λια­κά αφορούσαν:

  • Την ουσία της επι­στη­μο­νι­κής κοσμο­θε­ω­ρί­ας, για την οποία τα στε­λέ­χη της αντι­κομ­μα­τι­κής ομά­δας θεω­ρού­σαν τον μαρ­ξι­σμό — λενι­νι­σμό «σχη­μα­τι­κή ανα­φο­ρά» και «κλει­στό κωδι­κο­ποι­η­μέ­νο σύστη­μα αντι­λή­ψε­ων που στραγ­γί­ζει τη ζωντά­νια της μαρ­ξι­στι­κής και λενι­νι­στι­κής σκέ­ψης» και ότι «η ανα­φο­ρά αυτή (σ.σ. στον μαρ­ξι­σμό — λενι­νι­σμό) δυσκο­λεύ­ει να γίνει αντι­λη­πτό στο Κόμ­μα το βάθος της ανά­πτυ­ξης και ανα­νέ­ω­σης των θεω­ρη­τι­κών του βάσε­ων». Ετσι, πρό­τει­ναν την εξής δια­τύ­πω­ση: «Θεμε­λια­κή βάση της ιδε­ο­λο­γί­ας του Κόμ­μα­τος είναι οι ιδέ­ες των Μαρξ — Ενγκελς και Λένιν, που απο­τε­λούν τη μόνι­μη πηγή ανά­πτυ­ξης του δια­λε­χτι­κού και του ιστο­ρι­κού υλι­σμού, ανα­νέ­ω­σης της θεω­ρί­ας του και άντλη­σης πολύ­τι­μων μεθο­δο­λο­γι­κών εργα­λεί­ων ανά­λυ­σης». Αυτό σήμαι­νε, ουσια­στι­κά, άρνη­ση του επι­στη­μο­νι­κού και συνε­κτι­κού χαρα­κτή­ρα της επα­να­στα­τι­κής θεωρίας.
  • Την αρχή συγκρό­τη­σης του Κόμ­μα­τος, τον δημο­κρα­τι­κό συγκε­ντρω­τι­σμό. Τα στε­λέ­χη του οπορ­του­νι­στι­κού κέντρου μέσα στο Κόμ­μα εξέ­φρα­ζαν την άπο­ψη που έλε­γε ότι «ο όρος δημο­κρα­τι­κός συγκε­ντρω­τι­σμός δεν είναι ο πιο κατάλ­λη­λος να εκφρά­σει σήμε­ρα τη βασι­κή οργα­νω­τι­κή μας αντί­λη­ψη, την ανα­γκαία δημο­κρα­τι­κή ενό­τη­τα δρά­σης και τη δια­λε­χτι­κή απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τας και δημο­κρα­τί­ας». Ετσι, πρό­τει­ναν την κατάρ­γη­ση της θεμε­λια­κής λενι­νι­στι­κής αρχής λει­τουρ­γί­ας και δρά­σης του επα­να­στα­τι­κού Κόμ­μα­τος Νέου Τύπου, αφού επι­δί­ω­καν την αλλα­γή του χαρα­κτή­ρα του ΚΚΕ.
  • Τον Προ­λε­τα­ρια­κό Διε­θνι­σμό. Το Προ­σχέ­διο δια­τύ­πω­νε την άπο­ψη της αλλα­γής του όρου, για­τί υπήρ­ξε «τυπο­ποί­η­ση του περιε­χο­μέ­νου του προ­λε­τα­ρια­κού διε­θνι­σμού» και «ταύ­τι­ση των ιδε­ών και των αξιών του σοσια­λι­σμού με τον “υπαρ­κτό σοσιαλισμό”».
13ο Συνέδριο ΚΚΕ Ριζοσπάστης

Σημα­δια­κή μέρα …Πρά­σι­νο φως για επί­θε­ση στη Γιουγκοσλαβία

✔️  Ορισμένα στρατηγικά ζητήματα

Το Προ­σχέ­διο, βεβαί­ως, έκα­νε μια σει­ρά από προ­σεγ­γί­σεις ανοι­χτά σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού χαρα­κτή­ρα πάνω σε ζητή­μα­τα στρα­τη­γι­κής, όπως: «Ο σοσια­λι­σμός δεν πρέ­πει να κατα­νο­εί­ται ως μοντέ­λο, αλλά ως κοι­νω­νι­κοί μετα­σχη­μα­τι­σμοί σε εθνι­κή και διε­θνή κλί­μα­κα…» και βεβαί­ως μιλώ­ντας για κοι­νω­νι­κούς μετα­σχη­μα­τι­σμούς σπεύ­δει να διευ­κρι­νί­σει πως επί της ουσί­ας πρό­κει­ται για «μεταρ­ρυθ­μί­σεις», για τις οποί­ες σημειώ­νει ότι «προ­ϋ­πό­θε­ση για να έχουν πραγ­μα­τι­κά δομι­κό χαρα­κτή­ρα οι μεταρ­ρυθ­μί­σεις αυτές και συνε­πώς να οδη­γούν σε ποιο­τι­κούς μετα­σχη­μα­τι­σμούς και σε μετα­βο­λές επα­να­στα­τι­κού χαρα­κτή­ρα, είναι η επέ­κτα­σή τους στο σύνο­λο των πολι­τι­κών οικο­νο­μι­κών και κοι­νω­νι­κών δομών, ώστε να μην απορ­ρο­φώ­νται στο υπάρ­χον σύστημα».
Ουσια­στι­κά, πρό­κει­ται για ανοι­χτή υιο­θέ­τη­ση του λεγό­με­νου «ρεφορ­μι­στι­κού δρό­μου για τον σοσια­λι­σμό», ένα πολι­τι­κό πρό­γραμ­μα που αντι­στοι­χού­σε σε σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κό και όχι σε Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμμα.

Αλλω­στε, τα περί κατά­κτη­σης της εξου­σί­ας που ανα­φέ­ρο­νταν, στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα αφο­ρού­σαν τη συμ­με­το­χή στην αστι­κή δια­κυ­βέρ­νη­ση στο πλαί­σιο του συστή­μα­τος.
Είναι δε χαρα­κτη­ρι­στι­κό ότι το Προ­σχέ­διο δια­τύ­πω­νε την άπο­ψη ότι «ο ιστο­ρι­κός — θεω­ρη­τι­κός όρος της δικτα­το­ρί­ας του προ­λε­τα­ριά­του… δεν μπο­ρεί να εκφρά­σει τους στό­χους και τις αξί­ες του Κόμ­μα­τος για το σοσια­λι­σμό», σε συν­δυα­σμό με την ατα­ξι­κή ή, πιο σωστά, αστι­κή αντί­λη­ψη ότι «το ΚΚΕ θεω­ρεί οικου­με­νι­κή την αξία της δημο­κρα­τί­ας».

Σχε­τι­κά με την ΕΟΚ, το Προ­σχέ­διο πρό­τει­νε την άπο­ψη της αλλα­γής της θέσης του Κόμ­μα­τος για απο­δέ­σμευ­ση. «Με το δυνά­μω­μα της αλλη­λε­ξάρ­τη­σης στην Ευρώ­πη με τη συμπλή­ρω­ση της δεκα­ε­τί­ας σχε­δόν ενσω­μά­τω­σης της χώρας μας στην Κοι­νό­τη­τα, η λογι­κή της εξό­δου δεν μπο­ρεί πια να προ­σφέ­ρει στις σημε­ρι­νές συν­θή­κες απο­τε­λε­σμα­τι­κές και ρεα­λι­στι­κές λύσεις στα ζητή­μα­τα της ενερ­γη­τι­κής συμ­με­το­χής στο διε­θνή κατα­με­ρι­σμό της εργα­σί­ας», δια­τύ­πω­νε το Προσχέδιο.

Η αλή­θεια είναι βέβαια ότι οι από­ψεις αυτές δεν ήταν κεραυ­νός εν αιθρία. Τόσο μέσα στους κόλ­πους του «Συνα­σπι­σμού της Αρι­στε­ράς και της Προ­ό­δου» ως συμ­μα­χί­ας του ΚΚΕ με οπορ­του­νι­στι­κές και σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κές δυνά­μεις έγι­ναν σημα­ντι­κά βήμα­τα υπο­χώ­ρη­σης από βασι­κές θέσεις του Κόμ­μα­τος (π.χ. ΕΟΚ), όμως ταυ­τό­χρο­να ωρί­μα­ζαν σε βάθος χρό­νου στους κόλ­πους του Κόμ­μα­τος και στα μυα­λά των στε­λε­χών που έγι­ναν φορείς αυτών των από­ψε­ων. Για παρά­δειγ­μα, μόνο κρι­τι­κά μπο­ρούν να ιδω­θούν μια σει­ρά από θέσεις και προ­τά­σεις για την οικο­νο­μία που δια­μόρ­φω­σε το Κόμ­μα με άξο­να τη λεγό­με­νη «προ­ο­δευ­τι­κή ανά­πτυ­ξη νέου τύπου» ήδη από τα μέσα της δεκα­ε­τί­ας του 1980, που άλλω­στε συν­δέ­ο­νταν με την επι­δί­ω­ξη του Κόμ­μα­τος για συμ­με­το­χή σε μια κυβέρ­νη­ση αρι­στε­ρών και προ­ο­δευ­τι­κών δυνά­με­ων στο έδα­φος του καπιταλισμού.

🔺 Η υπεράσπιση του Κόμματος 🔻

Κατά τη διάρ­κεια της συζή­τη­σης στην Ευρεία Ολο­μέ­λεια έγι­νε οξύ­τα­τη αντι­πα­ρά­θε­ση, αφού πια είχαν τεθεί σε αμφι­σβή­τη­ση ανοι­χτά θεμε­λια­κές αρχές του ΚΚΕ και της φυσιο­γνω­μί­ας του. Ηταν φανε­ρό ότι το δίλημ­μα που έμπαι­νε ήταν αν το ΚΚΕ θα μετα­σχη­μα­τι­στεί σε ένα σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κό κόμ­μα (όπως έκα­ναν και άλλα ΚΚ αυτήν την περί­ο­δο και στη Δυτι­κή Ευρώ­πη και στα πρώ­ην σοσια­λι­στι­κά κρά­τη) ή αν — παρ’ όλες τις αδυ­να­μί­ες, τα κενά και τις αντι­φά­σεις στην πολι­τι­κή του — θα δια­τη­ρή­σει την κομ­μου­νι­στι­κή φυσιο­γνω­μία του. Η πλειο­ψη­φία των μελών του ΠΓ και της ΚΕ απέρ­ρι­ψε το Προ­σχέ­διο και υπε­ρα­σπί­στη­κε το Κόμ­μα, τη θεω­ρία, την ιδε­ο­λο­γία του και τις αρχές του, όπως επί­σης και πολ­λά από άλλα στε­λέ­χη που συμ­με­τεί­χαν και πήραν τον λόγο.

🔻 Σημα­ντι­κή υπήρ­ξε η τοπο­θέ­τη­ση του Προ­έ­δρου τότε του Κόμ­μα­τος Χαρί­λα­ου Φλω­ρά­κη (δημο­σιεύ­τη­κε στον «Ριζο­σπά­στη», την επο­μέ­νη της λήξης των εργα­σιών της Ολο­μέ­λειας), συμ­βάλ­λο­ντας στην υπε­ρά­σπι­ση του χαρα­κτή­ρα και των αρχών του Κόμ­μα­τος, στην οξύ­τα­τη δια­πά­λη που ήδη είχε πάρει ανοι­χτό χαρα­κτή­ρα, ο οποί­ος τάχθη­κε ενά­ντια στο Προ­σχέ­διο: «Κατά τη γνώ­μη μου, το προ­σχέ­διο αυτό εκφρά­ζει θα ‘λεγα μια άλλη φιλο­σο­φία. Ιδιαί­τε­ρα στα βασι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά που χαρα­κτη­ρί­ζουν ένα Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα. Η φιλο­σο­φία είναι, επα­να­λαμ­βά­νω, δια­φο­ρε­τι­κή από τα κύρια χαρα­κτη­ρι­στι­κά που πρέ­πει να σημα­δεύ­ουν, που πρέ­πει να θεμε­λιώ­νουν ένα Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα. Και όπως κατα­λα­βαί­νε­τε είναι φυσι­κό να μη συμ­φω­νώ με αυτή τη φιλο­σο­φία του προ­σχε­δί­ου».

Το Κόμμα όδευε προς το 13ο Συνέδριο με μια ανοιχτή, πλέον, κρίση εν μέσω οξύτατης ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης και με τον αστικό Τύπο να στηρίζει ανοιχτά τις θέσεις και τις απόψεις της αντικομματικής ομάδας, επεμβαίνοντας ανοιχτά στην εσωτερική λειτουργία του ΚΚΕ.

(Συνε­χί­ζε­ται…)

Πηγή Ριζο­σπά­στης Σ|Κ 27–28 Φλεβάρη

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο