Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΚΚΕ _ΕΚΔΗΛΩΣΗ για τον ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΛΗΝΟ _Δ. Κουτσούμπας: Έθετε ως καθήκον να σπάσουν οι αλυσίδες των εκατομμυρίων σύγχρονων σκλάβων VIDEO +ΦΩΤΟ

«Τιμώ­ντας τον Δημή­τρη Γλη­νό, τιμά­με τη δια­χρο­νι­κή συμ­βο­λή του στη συνε­χή ανα­ζω­ο­γό­νη­ση της μαρ­ξι­στι­κής σκέ­ψης στη χώρα μας», τόνι­σε ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημή­τρης Κου­τσού­μπας μιλώ­ντας στην μεγά­λη εκδή­λω­ση, με αφορ­μή τα 80 χρό­νια από τον θάνα­τό του κομ­μου­νι­στή δια­νο­ού­με­νου, που διορ­γά­νω­σαν το Τμή­μα Παι­δεί­ας και Ερευ­νας της ΚΕ του ΚΚΕ, η ΤΟ Εκπαι­δευ­τι­κών και η ΤΟ Πανε­πι­στη­μί­ων — Ερευ­νας της ΚΟ Αττι­κής του ΚΚΕ παρου­σία πλή­θους κόσμου από τους χώρους της Εκπαί­δευ­σης, δασκά­λων, καθη­γη­τών, πανε­πι­στη­μια­κών, φοι­τη­τών αλλά και εργαζομένων.

Ο Δ. Κου­τσού­μπας σημεί­ω­σε πως «έχου­με στις “απο­σκευ­ές” μας τις σύγ­χρο­νες επε­ξερ­γα­σί­ες του Δοκι­μί­ου Ιστο­ρί­ας του ΚΚΕ. Μπο­ρού­με λοι­πόν να επα­νέλ­θου­με στον Δημή­τρη Γλη­νό με τη ματιά μας καρ­φω­μέ­νη σε αυτό που ο ίδιος έθε­τε ως υπέρ­τα­το καθή­κον του: “Να σπά­σουν όλες οι αλυ­σί­δες, να γκρε­μι­στούν όλα τα τεί­χη που κρα­τούν στα σκο­τά­δια και στην αδυ­να­μία, τα εκα­τομ­μύ­ρια των σύγ­χρο­νων σκλά­βων”, όπως ο ίδιος το έθε­τε στο περιο­δι­κό “Νέοι Πρω­το­πό­ροι” το 1933. Αυτό ακρι­βώς δηλα­δή που είναι και ο στρα­τη­γι­κός στό­χος του ΚΚΕ στα 105 χρό­νια της Ιστο­ρί­ας του.»

Υπο­γράμ­μι­σε ότι «ο Γλη­νός είναι γνή­σιο παι­δί της επο­χής του. Απο­δε­χό­με­νος και αφο­μοιώ­νο­ντας τον μαρ­ξι­σμό και τον κομ­μου­νι­σμό, συνα­ντιέ­ται με την ανά­γκη μιας ανα­τρε­πτι­κής ανα­σύν­θε­σης του κόσμου ως ολό­τη­τα. Την επα­νά­στα­ση» και τόνι­σε: «δυνα­μώ­νου­με την προ­σπά­θειά μας, για να ισχυ­ρο­ποι­η­θούν ακό­μα περισ­σό­τε­ρο όλα τα επα­να­στα­τι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά του ΚΚΕ, ως πρω­το­πο­ρί­ας, να αυξη­θεί η ικα­νό­τη­τά μας να δρού­με ως επα­να­στα­τι­κή πρω­το­πο­ρία “παντός και­ρού”. “Για­τί ερχό­μα­στε από πολύ μακριά και πάμε πολύ μακριά, για­τί η υπό­θε­ση του προ­λε­τα­ριά­του, ο κομ­μου­νι­σμός,  είναι η πιο καθο­λι­κά ανθρώ­πι­νη,  η βαθύ­τε­ρη, η πιο πλα­τιά”. Σε αυτή την υπό­θε­ση ο δάσκα­λος Δημή­τρης Γλη­νός, μας εμπνέει.»

Εγι­ναν παρεμ­βά­σεις από τους Θοδω­ρή Κωτσα­ντή, Γραμ­μα­τέα του ΚΣ της ΚΝΕ, Δημή­τρη Κοι­λά­κο, μέλος της Ιδε­ο­λο­γι­κής Επι­τρο­πής της ΚΕ του ΚΚΕ, και Βασί­λη Μόσχο, μέλος του Τμή­μα­τος Ιστο­ρί­ας της ΚΕ του ΚΚΕ. (Δια­βά­στε εδώ αναλυτικά)

Στο φουα­γιέ της αίθου­σας στον Περισ­σό είχε στη­θεί μια πλού­σια και ενδια­φέ­ρου­σα έκθε­ση ντο­κου­μέ­ντων τόσο από το Αρχείο του ΚΚΕ όσο και από το Ιδρυ­μα «Γλη­νός», που στο άνοιγ­μα της εκδή­λω­σης το ΚΚΕ απηύ­θυ­νε τις ευχα­ρι­στί­ες του σε αυτό και ιδιαί­τε­ρα στον Γραμ­μα­τέα του ΔΣ και υπεύ­θυ­νο των Αρχεί­ων του, κ. Γιώρ­γο Μπου­μπού, για την αμέ­ρι­στη βοή­θειά του.

Οι επι­σκέ­πτες είδαν στην έκθε­ση το πτυ­χίο του Δ. Γλη­νού από τη Φιλο­σο­φι­κή Σχο­λή το 1905, το δια­βα­τή­ριό του, φωτο­γρα­φί­ες με την οικο­γέ­νειά του, ιδιό­χει­ρες αφιε­ρώ­σεις στον Γλη­νό από τον Ν. Καζαν­τζά­κη, τον Κ. Βάρ­να­λη, τον Γ. Ιμβριώ­τη, χει­ρό­γρα­φα και άρθρα του Γλη­νού από τον «Νου­μά», την «Ανα­γέν­νη­ση», τον «Νέο Δρό­μο» και φυσι­κά τον «Ριζο­σπά­στη» και την ΚΟΜΕΠ. Ξεχω­ρι­στή ήταν και μια προ­θή­κη αφιε­ρω­μέ­νη στο ταξί­δι του στην ΕΣΣΔ το 1934, με εισι­τή­ρια θεά­τρου, κινη­μα­το­γρά­φου, κου­πό­νια σίτι­σης, άρθρα που έγρα­ψε μετά την επι­στρο­φή του, αλλά και υλι­κά από το Πανε­νω­σια­κό Συνέ­δριο Σοβιε­τι­κών Συγ­γρα­φέ­ων. Στην έκθε­ση υπήρ­χαν ακό­μα βιβλία και μελέ­τες που ο ίδιος είχε συγ­γρά­ψει, καθώς επί­σης φωτο­γρα­φί­ες και υλι­κά από τις εξο­ρί­ες, χει­ρό­γρα­φά του, κεί­με­να δια­μαρ­τυ­ρί­ας των κρα­του­μέ­νων, εφη­με­ρί­δες της επο­χής, αλλά και γράμ­μα­τα από και προς την οικο­γέ­νειά του, ενώ άλλη μια προ­θή­κη αφο­ρού­σε εκδό­σεις τιμής προς αυτόν μετά τον θάνα­τό του.

Οι επι­σκέ­πτες έλα­βαν ως ανα­μνη­στι­κό από την εκδή­λω­ση μια κάρ­τα με φωτο­γρα­φία του Γλη­νού με συνε­ξό­ρι­στούς του στον Αη Στρά­τη και τα λόγια του: «Ευτυ­χι­σμέ­νος είναι ο άνθρω­πος που ζει και πεθαί­νει για ένα μεγά­λο ιδανικό».

Τιμάμε τη συμβολή του 
στη συνεχή αναζωογόνηση της μαρξιστικής σκέψης 
στη χώρα μας

ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΜΕΤΑΔΟΣΗ: Η μεγά­λη εκδή­λω­ση για τον κομ­μου­νι­στή δια­νο­ού­με­νο Δημή­τρη Γλη­νό LIVE+ΦΩΤΟ

Η ομιλία του Δημήτρη Κουτσούμπα

Φίλες και φίλοι, συντρό­φισ­σες και σύντροφοι

Σήμε­ρα, τιμώ­ντας τον Δημή­τρη Γλη­νό, τιμά­με τη δια­χρο­νι­κή συμ­βο­λή του στη συνε­χή ανα­ζω­ο­γό­νη­ση της μαρ­ξι­στι­κής σκέ­ψης στη χώρα μας, που αγκά­λια­σε ένα οπωσ­δή­πο­τε διευ­ρυ­μέ­νο πεδίο ενδιαφερόντων.

Το πολύ­πλευ­ρο έργο του άλλω­στε έχει τέτοια σημα­σία που ανα­γνω­ρί­στη­κε από την UNESCO, τοπο­θε­τώ­ντας τον, μετα­ξύ των 100 πιο σημα­ντι­κών δια­νο­ού­με­νων όλου του κόσμου, που με τον στο­χα­σμό και τη δρά­ση τους, είχαν σημα­ντι­κή συμ­βο­λή στην υπό­θε­ση της εκπαί­δευ­σης από την επο­χή της αυγής του ανθρώ­πι­νου πολι­τι­σμού έως τις μέρες μας.

Στο πρό­σω­πο του Γλη­νού εντο­πί­ζου­με μια προ­σω­πι­κό­τη­τα που έκα­νε πρά­ξη την και­νο­το­μία, όχι με το στε­νό και αγο­ραίο περιε­χό­με­νο που της δίνουν οι διά­φο­ροι κυβερ­νώ­ντες, αλλά με αυτό που μπο­ρεί να συνο­ψι­στεί με την επι­δί­ω­ξη: Η επι­στή­μη να σκέ­φτε­ται ανθρώ­πι­να και κάθε άνθρω­πος να σκέ­φτε­ται επιστημονικά”.

Όμως, δυστυ­χώς, κάτι τέτοιο δεν μπο­ρεί να συμ­βεί, όταν η μόρ­φω­ση, η παι­δεία, η επι­στη­μο­νι­κή έρευ­να, προ­σαρ­μό­ζε­ται ακό­μη περισ­σό­τε­ρο στις ανά­γκες της καπι­τα­λι­στι­κής αγο­ράς, όπως με το νομο­σχέ­διο για την ίδρυ­ση ιδιω­τι­κών πανε­πι­στη­μί­ων – επι­χει­ρή­σε­ων, που ανα­κοι­νώ­θη­κε σήμε­ρα από τον κ. Μητσο­τά­κη και το οποίο συνι­στά αντι­δρα­στι­κή τομή και ως τέτοια πρέ­πει να αντι­με­τω­πι­στεί από τη νεο­λαία και τον λαό μας.

Ας επα­νέλ­θου­με όμως στον Δημή­τρη Γλη­νό. Ο ίδιος ο Δημή­τρης Γλη­νός, προσ­διό­ρι­ζε την πορεία της σκέ­ψης του από τον υπέρ­μα­χο της καθα­ρεύ­ου­σας στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώ­να Μυστριώ­τη προς τον μεγα­λύ­τε­ρο επα­να­στά­τη που ανέ­δει­ξε το παγκό­σμιο κομ­μου­νι­στι­κό κίνη­μα, τον Λένιν, που το 2024 συμπλη­ρώ­νο­νται 100 χρό­νια από τον θάνα­τό του.

Φυσι­κά, το Κόμ­μα μας έχει επα­νει­λημ­μέ­να τιμή­σει τον Δημή­τρη Γλη­νό. Ήδη από τον πρώ­το χρό­νο μετά τον θάνα­τό του, με μια σει­ρά αφιε­ρώ­μα­τα στην Κομ­μου­νι­στι­κή Επι­θε­ώ­ρη­ση, σε άλλες εκδό­σεις. Αλλά και μετέ­πει­τα, το 1982 και το 1997, με επι­στη­μο­νι­κά Συμπό­σια του Κέντρου Μαρ­ξι­στι­κού Ερευ­νών και με αντί­στοι­χες εκδό­σεις της Σύγ­χρο­νης Επο­χής και πιο πρό­σφα­τα του περιο­δι­κού Θέμα­τα Παιδείας.

Το πολυ­σχι­δές έργο του είναι ανε­ξά­ντλη­το. Μπο­ρού­με να ανα­τρέ­χου­με σε αυτόν και να αντλού­με διδάγ­μα­τα για το πώς να προ­σεγ­γί­ζου­με τα διά­φο­ρα σύγ­χρο­να φαι­νό­με­να της επο­χής μας. Πιστεύ­ου­με, ότι αυτό θα ανα­δει­χθεί και στις ομι­λί­ες που θα ακολουθήσουν.

Σήμε­ρα, έχου­με στις “απο­σκευ­ές” μας τις σύγ­χρο­νες επε­ξερ­γα­σί­ες του Δοκι­μί­ου Ιστο­ρί­ας του ΚΚΕ. Μπο­ρού­με λοι­πόν να επα­νέλ­θου­με στον Δημή­τρη Γλη­νό με τη ματιά μας καρ­φω­μέ­νη σε αυτό που ο ίδιος έθε­τε ως υπέρ­τα­το καθή­κον του: “Να σπά­σουν όλες οι αλυ­σί­δες, να γκρε­μι­στούν όλα τα τεί­χη που κρα­τούν στα σκο­τά­δια και στην αδυ­να­μία, τα εκα­τομ­μύ­ρια των σύγ­χρο­νων σκλά­βων”, όπως ο ίδιος το έθε­τε στο περιο­δι­κό “Νέοι Πρω­το­πό­ροι” το 1933.

Αυτό ακρι­βώς δηλα­δή που είναι και ο στρα­τη­γι­κός στό­χος του ΚΚΕ στα 105 χρό­νια της Ιστο­ρί­ας του. Θέσα­με και θέτου­με συνε­χώς στο επί­κε­ντρο της προ­σο­χής μας αυτή την υπό­θε­ση: Την πνευ­μα­τι­κή ανύ­ψω­ση της εργα­τι­κής τάξης και όλων των κατα­πιε­σμέ­νων στρω­μά­των, για την από­σπα­σή τους από την επιρ­ροή της αστι­κής ιδε­ο­λο­γί­ας, το ξεπέ­ρα­σμα των μορ­φω­τι­κών ανι­σο­τή­των που πηγά­ζουν από τις ταξι­κές αντι­θέ­σεις της εκμε­ταλ­λευ­τι­κής κοι­νω­νί­ας του καπι­τα­λι­σμού, την αντι­πα­ρά­θε­ση και με τις παλιές και με τις σύγ­χρο­νες μορ­φές ιδε­ο­λο­γι­κής χειραγώγησης.

Φυσι­κά, το ενδια­φέ­ρον αυτό δεν είναι και δεν ήταν ποτέ ακα­δη­μαϊ­κό. Σκε­φτεί­τε μόνο πόσοι και πόσοι κορυ­φαί­οι επι­στή­μο­νες, παι­δα­γω­γοί –υπό την ακτι­νο­βό­λο επί­δρα­ση της Οκτω­βρια­νής επα­νά­στα­σης- στρα­τεύ­τη­καν στο ΚΚΕ ή δίπλα του, άφη­σαν πίσω τους ανυ­πέρ­βλη­τες θεω­ρη­τι­κές παρα­κα­τα­θή­κες και πρα­κτι­κό εκπαι­δευ­τι­κό έργο για τη μόρ­φω­ση του λαού μας.

Αρνή­θη­καν όμως τις δάφ­νες και τις τιμές του συστή­μα­τος. Και γι’ αυτήν τους την επι­λο­γή κάποιοι εξο­ρί­στη­καν, πολ­λοί πέθα­ναν φτω­χοί και χωρίς την ακα­δη­μαϊ­κή ανα­γνώ­ρι­ση άλλων. Όμως έμει­ναν στη συνεί­δη­ση του λαού ως Δάσκα­λοι με το Δ κεφα­λαίο. Ανά­με­σα σε αυτούς, σύμ­φω­να με τους ίδιους, ξεχω­ρί­ζει ο Γλη­νός, ως ο δάσκα­λός τους. Προ­σω­πι­κό­τη­τες που το έργο τους βαραί­νει ως κλη­ρο­νο­μιά και παρα­κα­τα­θή­κη την ιστο­ρία του ΚΚΕ, απο­τε­λεί μέρος αυτής της ιστο­ρί­ας. Δίνει όμως και συμπέ­ρα­σμα πολύ­τι­μο, που κρα­τά­με εμείς, αλλά πολύ περισ­σό­τε­ρο πρέ­πει να δια­φυ­λά­ξουν ως κόρη οφθαλ­μού οι νέες γενιές των επι­στη­μό­νων: Ότι «η πρω­το­πό­ρα σκέ­ψη ανθί­ζει στον αγώ­να για την κατάρ­γη­ση της εκμετάλλευσης».

Φίλες και φίλοι, συντρό­φισ­σες και σύντροφοι

Πολ­λά μπο­ρούν να ειπω­θούν και να γρα­φτούν για το έργο του Γλη­νού. Είμα­στε σίγου­ροι ότι πολ­λές νέες και πολ­λοί νέοι, δάσκα­λοι, καθη­γη­τές, επι­στή­μο­νες και ερευ­νη­τές, θα ανα­με­τρη­θούν με το βάθος και το εύρος του έργου του. Θα εμπνευ­στούν από τη σκέ­ψη και τη δρά­ση του.

Ο Γλη­νός δεν κατα­κερ­μα­τί­ζε­ται. Ως ενιαίο σύνο­λο αντι­με­τω­πί­ζε­ται. Είναι ο Γλη­νός του Δημο­τι­κι­σμού, ο Γλη­νός του Εκπαι­δευ­τι­κού Ομί­λου της κρί­σης και τελι­κά της διά­σπα­σής του. Είναι ο Γλη­νός της δια­πά­λης με την αστι­κή σκέ­ψη της επο­χής του, ο Γλη­νός της φιλο­σο­φί­ας. Ο Γλη­νός που κατα­κε­ραυ­νώ­νει τον ιμπε­ρια­λι­στι­κό πόλε­μο και τον φασι­σμό. Είναι ο Γλη­νός της εξο­ρί­ας, των εκτο­πι­σμών και των επι­στο­λών προς τους φοι­τη­τές, ο Γλη­νός, μέλος του Πολι­τι­κού της Γρα­φεί­ου της ΚΕ του ΚΚΕ.

Στο γίγνε­σθαι της συνε­χούς επα­να­στα­τι­κο­ποί­η­σης της σκέ­ψης του, ανα­βλύ­ζουν και οι τομές στο έργο του και στη ζωή του.

Αγα­πη­τές φίλες και φίλοι,

Ο Δημή­τρης Γλη­νός ασφυ­κτιού­σε από τα ίδια τα εμπό­δια που του έθε­τε η αστι­κή σκέ­ψη. Ήθε­λε να απε­λευ­θε­ρω­θεί και τελι­κά απε­λευ­θε­ρώ­θη­κε από τα δεσμά της και φυσι­κά από την εξυ­πη­ρέ­τη­ση των αστι­κών συμφερόντων.

Αυτό φυσι­κά δεν αναι­ρεί το γεγο­νός ότι ο Γλη­νός, ανα­πτύ­χθη­κε, προ­βλή­θη­κε και ανα­γνω­ρί­στη­κε ως σημα­ντι­κή προ­σω­πι­κό­τη­τα και μέσα στον αστι­κό κόσμο. Και μάλι­στα, αυτός ο θερ­μός ενα­γκα­λι­σμός από την αστι­κή τάξη, έγι­νε ασφυ­κτι­κό σφί­ξι­μο, όπως μας λέει ο Μιχά­λης Μερα­κλής. Και συνε­χί­ζει ο Κώστας Σωτη­ρί­ου: “Η αστι­κή τάξη τον ήθε­λε δικό της […] Πρό­θυ­μη να του προ­σφέ­ρει και τα ανώ­τα­τα αξιώ­μα­τα για να την εξυ­πη­ρε­τή­σει. Ο Γλη­νός τα περι­φρό­νη­σε όλα, πιστός στην εσω­τε­ρι­κή φωνή του χρέ­ους. Θυσί­α­σε την άνε­σή του, την εύκο­λη ανά­δει­ξη, την εγω­ι­στι­κή φιλο­δο­ξία. Έδω­σε ολο­κλη­ρω­τι­κά τον εαυ­τό του στον αγώ­να του λαού κι έπε­σε τιμη­μέ­νος μαχη­τής στις επάλ­ξεις του”.

Πόσο επί­και­ρη είναι αυτή η δια­πί­στω­ση για το σήμε­ρα με όλους τους μηχα­νι­σμούς εξα­γο­ράς και ενσω­μά­τω­σης που δια­θέ­τει το σύστη­μα για τους πανε­πι­στη­μια­κούς, συνο­λι­κό­τε­ρα για προ­σω­πι­κό­τη­τες της δια­νό­η­σης. Αυτήν την εσω­τε­ρι­κή ορμή προς την αλή­θεια ‑που όπως γρά­φει και Γιάν­νης Ιμβριώ­της είναι το πάθος που τον καί­ει- μπο­ρού­με να εντο­πί­σου­με ως πηγή των συνε­χό­με­νων αρνή­σε­ων αλλά και ταυ­τό­χρο­να των μεγά­λων κατα­φά­σε­ων στη ζωή του. Τα μεγά­λα ΟΧΙ και τα μεγά­λα ΝΑΙ του Γλη­νού στο έδα­φος των κοσμοϊ­στο­ρι­κών αλλα­γών που συνέ­βαι­ναν στην Ελλά­δα, αλλά και στον κόσμο, μπο­ρού­με να ιχνη­λα­τή­σου­με σήμε­ρα με το βλέμ­μα στο μέλλον.

Τρεις είναι οι κεντρι­κές πρά­ξεις της ζωής τού Δημή­τρη Γλη­νού σύμ­φω­να με τον ίδιο. Και μέσα σε αυτές απλώ­νο­νται επι­μέ­ρους, ωστό­σο καθο­ρι­στι­κές, στιγ­μές που επι­δρούν δια­λε­κτι­κά, σωρευ­τι­κά αλλά και ρηξι­κέ­λευ­θα, στην πορεία του.

Ο ίδιος, στον αυτο­βιο­γρα­φι­κό απο­λο­γι­σμό του, το 1936, προσ­διο­ρί­ζει αυτές τις τρεις “στιγ­μές” ως εξής: Πρώ­τη: το 1917. Η Θεσ­σα­λο­νί­κη και η δημο­τι­κή γλώσ­σα στα σχο­λεία, δεύ­τε­ρη: η διά­σπα­ση του Εκπαι­δευ­τι­κού Ομί­λου και η δια­κή­ρυ­ξή του 1927, τρί­τη: ο κομ­μου­νι­σμός, το 1936.

Ο Γλη­νός έζη­σε οκτώ χρό­νια ακό­μα από τότε. Αν είχε τη δυνα­τό­τη­τα να συμπλη­ρώ­σει το βιο­γρα­φι­κό του, οπωσ­δή­πο­τε θα είχε να πει πολ­λά για τους κατα­τρεγ­μούς, τις εξο­ρί­ες, κυρί­ως όμως να πει για την ιστο­ρι­κή εκεί­νη περί­ο­δο που το ΚΚΕ ως κύριος αιμο­δό­της της εθνι­κής αντί­στα­σης έβα­λε τη σεμνή του υπο­γρα­φή στις λεω­φό­ρους του μέλλοντος.

Φίλες και φίλοι,

Προ­φα­νώς, για το Κόμ­μα μας, είναι αυτο­νό­η­το το για­τί τον τιμά­με. Για κάποιους άλλους, νεό­τε­ρους, ίσως να είναι μια αχαρ­το­γρά­φη­τη περιο­χή που αγκα­λιά­ζει τα πριν και τα μετά του μεσο­πο­λέ­μου και να χρειά­ζε­ται να τον “συστή­σου­με” περισ­σό­τε­ρο. Αν λοι­πόν ο ίδιος είδε τρεις μεγά­λες στιγ­μές στη ζωή του, δεν θα ήταν καθό­λου άστο­χο να ρίξου­με φως σε αυτές, ως ιστο­ρι­κούς κύκλους που συμ­βο­λί­ζουν την ανά­πτυ­ξη, τη συνέ­χεια, τον ρυθ­μό της ίδιας της ζωής.

Ο πρώ­τος κύκλος: Αυτός που ο ίδιος τιτλο­φό­ρη­σε με επί­κε­ντρο το γλωσ­σι­κό ζήτη­μα. Εδώ θα τον συνα­ντή­σου­με να συμ­με­τέ­χει από το 1911, στον Εκπαι­δευ­τι­κό Όμι­λο που απο­τε­λού­σε φορέα του αστι­κού κινή­μα­τος του Δημο­τι­κι­σμού και της συνο­λι­κής εκπαι­δευ­τι­κής μεταρ­ρύθ­μι­σης. Δεν ήταν δηλα­δή απλά μια λέσχη προ­βλη­μα­τι­σμού. Ο Γλη­νός έχει επί­γνω­ση ότι το εκπαι­δευ­τι­κό και το γλωσ­σι­κό ζήτη­μα είναι εν τέλει πολι­τι­κό και ταξι­κό ζήτη­μα, χωρίς να εντο­πί­ζει φυσι­κά ακό­μα την προ­ο­πτι­κή της εργα­τι­κής εξου­σί­ας. Και γι’ αυτό παίρ­νει το μέρος της αστι­κής τάξης και του τμή­μα­τος εκεί­νου που πρε­σβεύ­ει και επι­διώ­κει αστι­κούς εκσυγχρονισμούς.

Είναι όμως χαρα­κτη­ρι­στι­κό ότι ο Γλη­νός ήδη στα 1911 είχε επί­γνω­ση των ορί­ων της αστι­κής βενι­ζε­λι­κής παρά­τα­ξης παρ’ όλο που συνέ­χι­ζε, για του­λά­χι­στον άλλη μια δεκα­ε­τία, να ενα­πο­θέ­τει τις ελπί­δες του στον βενι­ζε­λι­σμό, για την “από τα πάνω” αστι­κή εκπαι­δευ­τι­κή μεταρ­ρύθ­μι­ση. Γι’ αυτό και το 1911 μετά την καθιέ­ρω­ση της καθα­ρεύ­ου­σας ως επί­ση­μης εθνι­κής γλώσ­σας, γρά­φει στον Βενι­ζέ­λο: “Η ανόρ­θω­σή σου είναι κου­ρο­φέ­ξα­λα, ίσως δε θ’ αργή­σεις να πει­σθείς και ο ίδιος”. 

Φυσι­κά, ο Βενι­ζέ­λος δεν πεί­στη­κε ποτέ, για­τί δεν ήταν ζήτη­μα πει­θούς. Ακο­λού­θη­σε την πορεία της τάξης που εκπρο­σω­πού­σε, προς το αντι­δρα­στι­κό­τε­ρο. Ο Γλη­νός που δεν μπο­ρού­σε ακό­μα να κάνει το άλμα, παρέ­μει­νε δέσμιος των αστι­κών μεταρ­ρυθ­μί­σε­ων, στέ­λε­χος του βενι­ζε­λι­σμού. Κεντρι­κή πρά­ξη αυτής της περιό­δου, κατά τη θητεία του το 1917 ως Γραμ­μα­τέ­ας του Υπουρ­γεί­ου Παι­δεί­ας και Πρό­ε­δρος του Εκπαι­δευ­τι­κού Συμ­βου­λί­ου, η εισα­γω­γή της δημο­τι­κής γλώσ­σας στο δημο­τι­κό σχο­λείο με τα νέα ανα­γνω­στι­κά, όπως τα «Ψηλά Βου­νά» και το «Αλφα­βη­τά­ρι» με τον ήλιο, που η αντί­δρα­ση του 1920 ζητά «να καώσι».

Οι πολι­τι­κοί εκπρό­σω­ποι της αστι­κής τάξης κρα­τούν ήδη τις απο­στά­σεις τους κι ο Γλη­νός το κατα­λα­βαί­νει πως δεν υπάρ­χουν περι­θώ­ρια «για ενέρ­γεια στο πλαί­σιο των κρα­τι­κών θεσμών». Γι’ αυτό κι αρνεί­ται τον διο­ρι­σμό του με ειδι­κή διά­τα­ξη σε θέση πρύ­τα­νη για δέκα χρό­νια του Πανε­πι­στη­μί­ου Θεσ­σα­λο­νί­κης, θεω­ρώ­ντας ότι η διδα­σκα­λία του, όπως γρά­φει ο ίδιος, «δεν θα χωρού­σε στα υπάρ­χο­ντα πλαίσια».

Τη δεκα­ε­τία του 1920 γίνε­ται πια ολο­φά­νε­ρο στον ίδιο πως η ίδια η αστι­κή τάξη είναι με την πλευ­ρά της αντί­δρα­σης. Τώρα ο Γλη­νός αρθρο­γρα­φεί στο «Διδα­σκα­λι­κό Βήμα» κι ανα­πτύσ­σει ιδιαί­τε­ρες σχέ­σεις με την αρι­στε­ρή παρά­τα­ξη των δασκά­λων. Σ’ αυτές τις συν­θή­κες ξεσπά και η ιδε­ο­λο­γι­κή δια­μά­χη μέσα στον Εκπαι­δευ­τι­κό Όμι­λο που θα οδη­γή­σει στη διά­σπα­σή του.

Η διοί­κη­ση του Εκπαι­δευ­τι­κού Ομί­λου χωρί­ζε­ται σε δυο βασι­κές μερί­δες. Από τη μία, η πλευ­ρά του Δελ­μού­ζου που υπο­στή­ρι­ζε πως ο Εκπαι­δευ­τι­κός Όμι­λος πρέ­πει να μεί­νει έξω και μακριά από τους ταξι­κούς αγώ­νες, με κύριο στό­χο του να βοη­θή­σει στην πραγ­μα­το­ποί­η­ση της «υπερ­τα­ξι­κής», «υπερ­κομ­μα­τι­κής» εκπαι­δευ­τι­κής μεταρ­ρύθ­μι­σης. Από την άλλη, η ριζο­σπα­στι­κή — σοσια­λι­στι­κή, η οποία όμως δεν είναι ενιαία, πρε­σβεύ­ει την άπο­ψη πως η εκπαί­δευ­ση καθο­ρί­ζε­ται πάντο­τε από τη σύν­θε­ση της κοι­νω­νί­ας και είναι όργα­νο στα χέρια της κυρί­αρ­χης τάξης, που τη χρη­σι­μο­ποιεί για να εξα­σφα­λί­ζει τα συμ­φέ­ρο­ντά της και να περι­φρου­ρεί τα προ­νό­μιά της. Πως όποιοι υπο­στη­ρί­ζουν την απο­λί­τι­κη παι­δεία, στην ουσία υπο­στη­ρί­ζουν την παι­δεία της κυρί­αρ­χης τάξης και παρα­πλα­νούν τον λαό. Γι’ αυτό και η εκπαι­δευ­τι­κή αλλα­γή προ­ϋ­πο­θέ­τει κοι­νω­νι­κή πολι­τι­κή αλλαγή.

Οι θυελ­λώ­δες συζη­τή­σεις για την πορεία και τη φυσιο­γνω­μία του Εκπαι­δευ­τι­κού Ομί­λου κατέ­λη­ξαν στην υπερ­ψή­φι­ση της πρό­τα­ση του Γλη­νού σε αντί­θε­ση με αυτήν του Δελ­μού­ζου. Αν και οι προ­τά­σεις των αρι­στε­ρών μελών του εκπαι­δευ­τι­κού ομί­λου απο­σύρ­θη­καν κατά τη διάρ­κεια των ψηφο­φο­ριών, αυτό δε σημαί­νει ότι από την πλευ­ρά του ΚΚΕ δεν υπήρ­χε κρι­τι­κή στο ίδιο το κεί­με­νο της δια­κή­ρυ­ξης του Ομί­λου μετά την επι­κρά­τη­ση της γραμ­μής του Γληνού.

Σε μια σει­ρά άρθρων τα οποία δημο­σιεύ­θη­καν στο πρω­το­σέ­λι­δο του Ριζο­σπά­στη τον Αύγου­στο του 1927, κρί­νε­ται, ότι το βήμα της πλειο­ψη­φί­ας του Εκπαι­δευ­τι­κού Ομί­λου και ως εκ τού­του και του Γλη­νού, είναι μετέ­ω­ρο. Έγρα­ψε τότε ο Ριζο­σπά­στης: Να το σημείο από το οποίο πρέ­πει να αρχί­σει ο πραγ­μα­τι­κός ξυπνη­μός του δασκά­λου. Να του δώσου­με να κατα­λά­βει πως ο λυτρω­μός του ίδιου μα και του παι­διού απ’ τη σκλα­βιά, είναι ο αγώ­νας του, όχι ο ατο­μι­κός, αλλά ο ομα­δι­κός όλων των εργα­τών της παι­δεί­ας στο πλευ­ρό της αδι­κη­μέ­νης τάξης, που […]εργά­ζε­ται για την ταξι­κή του απο­κα­τά­στα­ση που θα είναι απο­κα­τά­στα­ση όλων των σκλά­βων της γης. Αυτό το μήνυ­μα περι­μέ­να­με από τον σοσια­λι­στι­κό όμι­λο. Αυτά έπρε­πε να μας πει στο μανι­φέ­στο του. Μα συνέ­βη ολωσ­διό­λου το αντί­θε­το. Όλο το μανι­φέ­στο του είναι γραμ­μέ­νο για να καταρ­ρί­ξει τη βασι­κή κατη­γο­ρία που του έκα­ναν οι αντί­θε­τοι ότι κατα­ντά πολι­τι­κό σωματείο”. 

Και συνε­χί­ζει ανα­ρω­τώ­με­νος ο αρθρο­γρά­φος του Ριζο­σπά­στη: Μα πώς νομί­ζει ο όμι­λος ότι θα γίνουν πραγ­μα­τι­κό­τη­τα οι ωρι­σμέ­νες εκπαι­δευ­τι­κές του αρχές; […] Και μια που και ίδιοι ομο­λο­γούν πως η τάξη που τους υπο­στή­ρι­ζε τους κλό­τση­σε[…] τότε τους μένει αφού μάλι­στα παρα­δέ­χο­νται και την πάλη των τάξε­ων, ένα μόνο κόμ­μα, το κόμ­μα της Εργα­τι­κής τάξης, το Κομμουνιστικό”. 

Φυσι­κά, η κρι­τι­κή που άσκη­σε το Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα Ελλά­δας, ήταν σωστή. Θέτει επί τάπη­τος το ζήτη­μα της σχέ­σης μεταρ­ρύθ­μι­σης — επα­νά­στα­σης και τοπο­θε­τεί τις αστι­κές μεταρ­ρυθ­μί­σεις, στο ιστο­ρι­κό πλαί­σιο όπου η αστι­κή τάξη συνο­λι­κά, έχει περά­σει στην αντί­δρα­ση. Και στα ζητή­μα­τα της εκπαί­δευ­σης, η πάλη των τάξε­ων ‑η οποία προ­φα­νώς περιέ­χει και το στοι­χείο της ιδε­ο­λο­γι­κής δια­πά­λης, της δια­πά­λης ανά­με­σα σε εκπαι­δευ­τι­κές και παι­δα­γω­γι­κές αντι­λή­ψεις- τελι­κά δεν μπο­ρεί παρά να στο­χεύ­ει στην επί­λυ­ση και του προ­βλή­μα­τος της εξουσίας.

Το 1927 όμως ήταν ακό­μα νωρίς για τον Γλη­νό για να αντι­με­τω­πί­σει το θέμα αυτό ολο­κλη­ρω­μέ­να και ως κομ­μου­νι­στής, παρό­λο που συνε­χώς ωρι­μά­ζει μέσα του η ιδέα της επα­νά­στα­σης ως προ­ϋ­πό­θε­σης και την επί­λυ­ση του εκπαι­δευ­τι­κού προ­βλή­μα­τος. Κάτι που θα εκφρα­στεί ανά­γλυ­φα στο πρό­γραμ­μα του Εκπαι­δευ­τι­κού Ομί­λου το 1929 που το πρώ­το του κεφά­λαιο τιτλο­φο­ρεί­ται “Σοσια­λι­στι­κή Κοι­νω­νία και Σοσια­λι­στι­κή παιδεία”.

Στο μετα­ξύ η νέα θητεία του Ελευ­θέ­ριου Βενι­ζέ­λου στην κυβέρ­νη­ση 1928–1932 δίνει νέα στοι­χεία της αντι­δρα­στι­κο­ποί­η­σης της αστι­κής τάξης, αλλά και ξεκα­θα­ρί­ζει παρα­πέ­ρα την ιδε­ο­λο­γι­κή και πολι­τι­κή εξέ­λι­ξη του Γλη­νού. Ο αντι­κομ­μου­νι­σμός γίνε­ται το επί­ση­μο δόγ­μα, οι πολι­τι­κές και συν­δι­κα­λι­στι­κές διώ­ξεις σκο­πεύ­ουν να προ­φυ­λά­ξουν το αστι­κό καθε­στώς από τον εσω­τε­ρι­κό του εχθρό, το εργα­τι­κό κίνημα.

Καθό­λου τυχαία, μπρο­στά στη 14η Συνέ­λευ­ση της ΔΟΕ το 1931, έγγρα­φο του Υπουρ­γεί­ου Παι­δεί­ας προς τους συνέ­δρους (επί Γεωρ­γί­ου Παπαν­δρέ­ου), ασκεί ανοι­χτή πίε­ση και αξιώ­νει να μην εκλε­γεί κανείς από την Αρι­στε­ρή Παρά­τα­ξη των δασκά­λων στο νέο ΔΣ της ΔΟΕ. Τονί­ζει μάλι­στα, ότι δεν βλέ­πει απλώς κομ­μου­νι­στι­κή ιδε­ο­λο­γία, αλλά κομ­μου­νι­στι­κό κίνδυνο!

Θα ανα­ρω­τη­θεί κανείς: Τι είναι αυτό που καθι­στά τον Γλη­νό να απο­τε­λεί σημείο τομής στην παι­δα­γω­γι­κή σκέ­ψη; Ο Γλη­νός σε κάθε φάση της ζωής του δεν ανα­λύ­ει απλά την εκπαι­δευ­τι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, αντι­πα­ρα­βάλ­λει εκπαι­δευ­τι­κό και παι­δα­γω­γι­κό σχέ­διο διε­ξό­δου. Ο Γλη­νός, κατά­φε­ρε να δια­τυ­πώ­σει πρω­τό­τυ­πη εκπαι­δευ­τι­κή πρό­τα­ση, για­τί είχε προ­σεγ­γί­σει την αστι­κή παι­δα­γω­γι­κή σκέ­ψη και είχε βρε­θεί μπρο­στά στις αντι­φά­σεις της. Αλή­θεια, δεί­τε πόσο επί­και­ρες είναι οι δια­πι­στώ­σεις του για το σχο­λείο στα αστι­κά κρά­τη ή για το πώς το αστι­κό σχο­λείο δεν μπο­ρεί να ανα­πτύ­ξει ουσια­στι­κά την έννοια της συλ­λο­γι­κό­τη­τας, για­τί βασί­ζε­ται σε μια ατο­μι­στι­κή κοινωνία.

Έχο­ντας ξεκα­θα­ρί­σει τις υπο­θέ­σεις του με την αστι­κή τάξη, από τις αρχές της δεκα­ε­τί­ας του 1930, ο Γλη­νός θα εντα­χθεί οργα­νι­κά στην υπό­θε­ση της ιδε­ο­λο­γι­κής δια­πά­λης από τη σκο­πιά του κομ­μου­νι­σμού και του ΚΚΕ. Γρά­φει στον Ριζο­σπά­στη και στους Νέους Πρω­το­πό­ρους στων οποί­ων ‑από τα μέσα του 1933- συμ­με­τέ­χει στη Συντα­κτι­κή Επι­τρο­πή, μέχρι να τους κλεί­σει η δικτα­το­ρία του Μετα­ξά το 1936.

Στο Δοκί­μιο Ιστο­ρί­ας του Κόμ­μα­τος και στο κεφά­λαιο που αφο­ρά στην ηρω­ι­κή δρά­ση του ΚΚΕ στο Μεσο­πό­λε­μο, γρά­φου­με χαρα­κτη­ρι­στι­κά: Οι Νέοι Πρω­το­πό­ροι ιδρύ­θη­καν αμέ­σως μετά την Έκκλη­ση της ΚΔ και την ανά­λη­ψη της νέας ηγε­σί­ας του ΚΚΕ με γραμ­μα­τέα της ΚΕ τον Ν. Ζαχα­ριά­δη. Κυκλο­φό­ρη­σαν σε μια περί­ο­δο οργα­νω­μέ­νης προ­σπά­θειας των αστών δια­νο­ου­μέ­νων να παρέμ­βουν δυνα­μι­κά στο χώρο της τέχνης και των κοι­νω­νι­κών επι­στη­μών για να αντι­με­τω­πί­σουν την κομ­μου­νι­στι­κή ιδεολογία.

Η τότε αστι­κή δια­νό­η­ση, επι­δί­ω­κε η αστι­κή ιδε­ο­λο­γία να ανα­κτή­σει το έδα­φος που είχε χάσει στο πεδίο των γραμ­μά­των, εξαι­τί­ας της κατα­βα­ρά­θρω­σης της «Ελλά­δας των δυο ηπεί­ρων και των πέντε θαλασσών»”

Πράγ­μα­τι, το 1933 εκδό­θη­κε το αντι­κο­μου­νι­στι­κό περιο­δι­κό «Ιδέα», το οποίο, ανα­κοί­νω­σε τον στό­χο του στο πρώ­το τεύ­χος, ανά­με­σα στα άλλα «να πολε­μή­σει τις υλι­κές και τις αιτιο­κρα­τι­κές θεω­ρί­ες που αρνού­νται την ελευ­θε­ρία, την ατο­μι­κό­τη­τα και το ρόλο της θέλη­σης” και να χτυ­πή­σει το ταξι­κό μίσος και τους τυφλούς κοι­νω­νι­κούς φανατισμούς.

Ο Γλη­νός πια ανα­δει­κνύ­ε­ται ως στρα­τευ­μέ­νος δια­νο­ού­με­νος με όλη τη σημα­σία της λέξης. Παίρ­νει μέρος στη σκλη­ρή μάχη με τους εκπρο­σώ­πους της αστι­κής ιδε­ο­λο­γί­ας και της λογο­τε­χνί­ας. Χαρα­κτη­ρι­στι­κοί είναι ορι­σμέ­νοι τίτλοι άρθρων του για την έντα­ση της πολε­μι­κής ανά­με­σα στα δυο στρα­τό­πε­δα καθ’ όλη εκεί­νη την ιστο­ρι­κή περί­ο­δο. Γρά­φει για “Ιδε­α­λι­στι­κά για­τρο­σό­φια”, για “Πνευ­μα­τι­κές μορ­φές της αντί­δρα­σης, για τον “μασκα­ρε­μέ­νο φασι­σμό του κ. Κανελ­λό­που­λου”, για την “κατά­ντια της Ακα­δη­μί­ας και των πνευ­μα­τι­κών ιδρυ­μά­των που ζητούν πιστο­ποι­η­τι­κό κοι­νω­νι­κών φρο­νη­μά­των”, ενώ επα­νέρ­χε­ται σε άρθρο του για τον Κανελ­λό­που­λο τιτλο­φο­ρώ­ντας το “Και όμως είναι φασί­στας και απατεώνας”.

Το καλο­καί­ρι του 1934 μαζί με τον Κώστα Βάρ­να­λη επι­σκέ­φθη­καν την ΕΣΣΔ και συμ­με­τεί­χαν στο Συνέ­δριο των Σοβιε­τι­κών συγ­γρα­φέ­ων. Την εμπει­ρία τους από αυτό το ταξί­δι δημο­σί­ευ­σαν σε εφη­με­ρί­δες, αλλά και στα έντυ­πα Νέοι Πρω­το­πό­ροι και Κομ­μου­νι­στι­κή Επιθεώρηση.

Δεν χωρά αμφι­βο­λία, όπως ανα­δει­κνύ­ε­ται και από τα άρθρα του, ότι η δια ζώσης πεί­ρα που απέ­κτη­σε στη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση, απο­τε­λεί κατα­λυ­τι­κό προ­ω­θη­τι­κό σημείο στην παρα­πέ­ρα εξέ­λι­ξή του, καθώς γίνε­ται μάρ­τυ­ρας των κοσμοϊ­στο­ρι­κών ανα­τρο­πών και των κατα­κτή­σε­ων του σοσια­λι­σμού. Εκεί έγι­νε πραγ­μα­τι­κό­τη­τα η εντο­λή «να γίνει το προ­λε­τα­ριά­το και όλος ο λαός ο κλη­ρο­νό­μος του καλύ­τε­ρου που έχει δημιουρ­γή­σει ως τώρα η ανθρω­πό­τη­τα» και ο δημιουρ­γός νέων αξιών πνευ­μα­τι­κών που να είναι χτή­μα και πηγή χαράς υπέρ­τε­ρης για όλα τα μέλη της ανθρώ­πι­νης κοι­νω­νί­ας”, θα γρά­ψει αργότερα.

Το 1936 εκλέ­γε­ται βου­λευ­τής με το ψηφο­δέλ­τιο του Παλ­λαϊ­κού Μετώ­που που στη­ρί­ζει το ΚΚΕ. Στα συγ­χα­ρη­τή­ρια που του δίνουν απα­ντά: «Το κόμ­μα με ετί­μη­σε πολύ. Ξαί­ρω πως δεν έχει άδι­κο το κόμ­μα να δυσπι­στεί προς τους δια­νο­ου­μέ­νους. Οι δια­νο­ού­με­νοι του έχουν κάνει πολ­λά […] Εγώ όμως, συνέ­χι­σε, δεν πρό­κει­ται ποτέ να κάνω του κεφα­λιού μου. Ακό­μη και στην περί­πτω­ση, που δια­φω­νώ σ’ ένα ζήτη­μα με μια άπο­ψη του κόμ­μα­τος, θα ζητή­σω από το κόμ­μα να με πεί­σει για την ορθό­τη­τα της γνώ­μης του. Στην περί­πτω­ση που δε θα πει­στώ, δε θα βγω ποτέ έξω να πω την προ­σω­πι­κή μου γνώ­μη, αλλά θα πει­θαρ­χή­σω στη γνώ­μη και την από­φα­ση του κόμ­μα­τος. Και στην πορεία της εφαρ­μο­γής τους, μέσα στην κομ­μα­τι­κή πρά­ξη, θα προ­σπα­θή­σω να πεί­σω είτε να πει­στώ από τα πράγ­μα­τα τα ίδια, ότι έχω δίκιο είτε ότι έχω άδι­κο, δου­λεύ­ο­ντας πάντα πάνω στη γραμ­μή του κόμ­μα­τος, όπως απαι­τεί το συμ­φέ­ρον του λαού μας». Μάλι­στα, ο Γλη­νός τα λέει αυτά, χωρίς να είναι μέλος του Κόμ­μα­τος ακόμα.

Σε μια περί­ο­δο που απλώ­νε­ται από τον Οκτώ­βρη του 1935 και ως τον Φλε­βά­ρη του 1939, ξεκι­νά πια μια νέα φάση στη ζωή του Δημή­τρη Γλη­νού και στις “τιμές” που του επι­φύ­λα­ξε το αστι­κό κρά­τος: Οι εξο­ρί­ες. Άη Στρά­της, Ανά­φη, Ακρο­ναυ­πλία, Σαντο­ρί­νη. Περισ­σό­τε­ρο, αντι­με­τω­πί­στη­καν από τον ίδιο σαν μια ευλο­γία ‑έτσι γρά­φει- για την παρα­πέ­ρα ιδε­ο­λο­γι­κή του ωρίμανση.

Στην επι­στρο­φή από τον Αη Στρά­τη, Γενά­ρης του ΄36 θα ανα­κοι­νώ­σει ότι ορι­στι­κά προ­σχω­ρεί στο Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα. Στην Ανά­φη και στην Ακρο­ναυ­πλία θα “γίνει ένα” με τους κομ­μου­νι­στές και θα προ­χω­ρή­σει και σε μια μορ­φή αυτο­κρι­τι­κής: «Και όμως θα μπο­ρού­σα να έχω κάνει, θα έπρε­πε να έχω κάνει ακό­μη περισ­σό­τε­ρα για την αλή­θεια, θα έπρε­πε να αγω­νι­στώ για να φωτί­σω τους συναν­θρώ­πους μου ακό­μη πιο εντα­τι­κά. Δεν ήμου­να αρκε­τά επί­μο­νος, αρκε­τά δρα­στή­ριος. Έχα­σα πολύν και­ρό. Το χρέ­ος είναι ακό­μη μεγά­λο μπρο­στά μου. Πρέ­πει να ολο­κλη­ρώ­σω το χρέ­ος μου…», γρά­φει από την Ανά­φη, στις 12 /4/1937.

Μέσα στην εξο­ρία, άνθρω­πος της πρά­ξης όπως ήταν, επι­δί­δε­ται στην οργά­νω­ση της ζωής των κρα­τού­με­νων. Ένας από τους συγκρα­τού­με­νους του, διη­γεί­ται: «Από τις πρώ­τες μέρες, ο δάσκα­λος βγή­κε μέλος του γρα­φεί­ου της Ομά­δας Συμ­βί­ω­σης και ανέ­λα­βε το μορ­φω­τι­κό – εκπο­λι­τι­στι­κό τομέα. Άρχι­σε ενέρ­γειες και παρα­στά­σεις στο διοι­κη­τή του στρα­το­πέ­δου […]ζητώ­ντας να μας απο­δο­θούν τα βιβλία μας, που είχαν κρα­τή­σει, τετρά­δια, σκά­κια κλπ., να παρα­χω­ρη­θεί ένα μικρό προ­αύ­λιο, δίπλα στο μεγά­λο, για να χρη­σι­μο­ποιεί­ται για μελέ­τη, και να δοθεί άδεια για μορ­φω­τι­κά μαθή­μα­τα και δια­λέ­ξεις. Πραγ­μα­τι­κά, μας από­δω­σαν τα βιβλία, μας παρα­χώ­ρη­σαν το προ­αύ­λιο – που από τότε ονο­μά­στη­κε “προ­αύ­λιο Γλη­νού” — και δόθη­κε άδεια για μαθή­μα­τα και δια­λέ­ξεις – αδιά­φο­ρο αν αργό­τε­ρα ο Μανια­δά­κης ξανα­πή­ρε τα βιβλία, απα­γό­ρε­ψε τις δια­λέ­ξεις και έκλει­σε το προ­αύ­λιο μελέ­της. Μόλις δόθη­κε η άδεια, ο Γλη­νός οργά­νω­σε κανο­νι­κές τάξεις από το Δημο­τι­κό ως το Γυμνά­σιο (…) .

Ο Γλη­νός των Πέτρι­νων Πανε­πι­στη­μί­ων, πολυ­γρα­φό­τα­τος όντας, θα αξιο­ποι­ή­σει τον χαμέ­νο χρό­νο για τη συγ­γρα­φή ορι­σμέ­νων από τα πιο σπου­δαία αρι­στουρ­γή­μα­τα της μαρ­ξι­στι­κής του ωρι­μό­τη­τας. Η “Τρι­λο­γία του Πολέ­μου (μονό­λο­γοι του ερη­μί­τη της Σαντο­ρί­νης)”, η μετά­φρα­ση και η εισα­γω­γή στον “Σοφι­στή” του Πλά­τω­να και αντί­στοι­χα στη “Γενε­α­λο­γία της Ηθι­κής” του Νίτσε, απο­τε­λούν έργα αυτής της περιό­δου. Μέχρι να έρθει η κατοχή.

Ακο­λου­θώ­ντας τη “μοί­ρα” των μελών του ΚΚΕ, θα παρα­δο­θεί από την Ασφά­λεια στους Ιτα­λούς τον Ιού­λη του ‘41. Όμως, λόγω των προ­βλη­μά­των στην υγεία, του που ήδη αρχί­ζουν να εμφα­νί­ζο­νται, απο­φυ­λα­κί­ζε­ται τον Σεπτέμ­βρη του 1941. Σε αυτά τα δυο χρό­νια μέχρι τον θάνα­τό του γίνε­ται στέ­λε­χος του ΚΚΕ.

Στην Πανελ­λα­δι­κή Συν­διά­σκε­ψη του ΚΚΕ το Δεκέμ­βρη του 1942, εκλέ­γε­ται στην Κεντρι­κή Επι­τρο­πή και από κει γίνε­ται μέλος του Πολι­τι­κού Γρα­φεί­ου και μέλος της Γραμ­μα­τεί­ας του. Είναι ο συγ­γρα­φέ­ας του έργου “Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ”. Γρά­φει στην παρά­νο­μη «Κομ­μου­νι­στι­κή Επι­θε­ώ­ρη­ση» και στον παρά­νο­μο “Ριζο­σπά­στη” και ξεκι­νά τη μελέ­τη “Τα σημε­ρι­νά προ­βλή­μα­τα του Ελλη­νι­σμού”. Προ­ε­τοι­μά­ζε­ται για ν’ ανέ­βει στα “Ψηλά Βου­νά” της απε­λευ­θε­ρω­μέ­νης Ελλά­δας, όπου θα σχη­μα­τι­στεί η Προ­σω­ρι­νή Κυβέρ­νη­ση. Δεν θα προ­λά­βει όμως να μπει επι­κε­φα­λής της ΠΕΕΑ, όπως ήταν η πρό­τα­ση της ΚΕ του ΕΑΜ. Θα πεθά­νει πάνω στην εγχεί­ρη­ση στην οποία ήθε­λε οπωσ­δή­πο­τε να υπο­βλη­θεί, αν και γνώ­ρι­ζε τους κιν­δύ­νους, για­τί επι­θυ­μού­σε να είναι σε θέση να προ­σφέ­ρει με τη συμ­με­το­χή του στην Κυβέρ­νη­ση του Βουνού.

Συντρό­φισ­σες και σύντροφοι,

Τιμώ­ντας τον Γλη­νό και “περ­πα­τώ­ντας” στη γραμ­μή σκέ­ψης που ο ίδιος ακο­λού­θη­σε, δηλα­δή τη δημιουρ­γι­κή ιστο­ρι­κή μελέ­τη του παρελ­θό­ντος, δίνο­ντας βάρος στην ουσία και όχι στις μορ­φές, μπο­ρού­με να δια­τυ­πώ­σου­με με σιγου­ριά τα εξής: Ο Γλη­νός είναι γνή­σιο παι­δί της επο­χής του. Απο­δε­χό­με­νος και αφο­μοιώ­νο­ντας τον μαρ­ξι­σμό και τον κομ­μου­νι­σμό, συνα­ντιέ­ται με την ανά­γκη μιας ανα­τρε­πτι­κής ανα­σύν­θε­σης του κόσμου ως ολό­τη­τα. Την επανάσταση.

Είναι εντυ­πω­σια­κό, αν το σκε­φτεί κανείς, ότι σε αυτή την υπό­θε­ση, και στο Κόμ­μα που απο­τε­λεί τον εκφρα­στή της, συνα­ντιού­νται ‑ξεκι­νώ­ντας από δια­φο­ρε­τι­κές αφε­τη­ρί­ες- οι ζωές, οι δια­δρο­μές και οι πνευ­μα­τι­κές ανη­συ­χί­ες ενός δια­νο­ού­με­νου απο­στά­τη της τάξης του, του δια­με­τρή­μα­τος του Γλη­νού κι ενός ηγέ­τη της τάξης του, όπως ο Νίκος Ζαχα­ριά­δης, του οποί­ου τα ενδια­φέ­ρο­ντα και οι σκέ­ψεις κατα­γρά­φο­νται στη μελέ­τη του για τον αλη­θι­νό Παλα­μά, γραμ­μέ­νη στις φυλα­κές της Κέρ­κυ­ρας. Συνα­ντιού­νται λοι­πόν, με τις σκέ­ψεις του Γλη­νού για τη ρήξη με την προ­γο­νο­πλη­ξία, ανα­δει­κνύ­ο­ντας τον ρόλο του δια­νο­ού­με­νου που με τη στο­χα­στι­κή ματιά του εντο­πί­ζει τις ανά­γκες της επο­χής και τις απη­χεί στο έργο του.

Φαί­νε­ται έτσι, ήδη από τα νεα­ρά βήμα­τα του Κόμ­μα­τος, αυτό που σήμε­ρα συνει­δη­το­ποιεί­ται βαθύ­τε­ρα ότι το αίτη­μα για μια καθο­λι­κή ματιά των πραγ­μά­των, μπο­ρεί πιο δημιουρ­γι­κά να γίνει πρά­ξη από τον συλ­λο­γι­κό δια­νο­ού­με­νο, το Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα, χωρίς φυσι­κά να υπο­βι­βά­ζου­με την ατο­μι­κή ευθύ­νη που έχουν και οι ίδιοι οι δια­νο­ού­με­νοι της επο­χής μας.

Σήμε­ρα, η συλ­λο­γι­κό­τη­τα στις απο­φά­σεις και στην υλο­ποί­η­σή τους, προ­ϋ­πο­θέ­τει και άνο­δο της μορ­φω­τι­κής, πολι­τι­στι­κής δρά­σης και δημιουρ­γί­ας. Απαι­τεί δημιουρ­γι­κή αφο­μοί­ω­ση του μαρ­ξι­σμού ως επι­στή­μης και δια­λε­κτι­κή μέθο­δο σκέ­ψης. Αιτή­μα­τα που προ­φα­νώς δεν μπο­ρεί να ικα­νο­ποι­ή­σει το αστι­κό πανε­πι­στή­μιο σε καμιά εκδο­χή του.

Αν και η σύγ­χρο­νη εργα­τι­κή τάξη είναι πολ­λα­πλά πιο εκπαι­δευ­μέ­νη, δια­θέ­τει γνω­στι­κό υπό­βα­θρο και ικα­νό­τη­τες που, εκ των πραγ­μά­των, δεν διέ­θε­τε την επο­χή του Γλη­νού, παρα­μέ­νει το πρό­βλη­μα των προ­βλη­μά­των που και ο Γλη­νός εντό­πι­ζε. Πρό­κει­ται για ανά­πτυ­ξη ανα­ντί­στοι­χη των ανα­γκών και δυνα­το­τή­των της επο­χής μας.

Κατά μια έννοια λοι­πόν, ισχύ­ουν από­λυ­τα αυτά που έγρα­φε ο Γλη­νός του ’32: Ο καπι­τα­λι­σμός μπο­ρεί να υπάρ­χει μόνο μέσω της κατα­στρο­φής, της δυστυ­χί­ας και της απο­κτή­νω­σης του μεγα­λύ­τε­ρου μέρους της ανθρω­πό­τη­τας. Γι’ αυτό, ακο­λου­θώ­ντας τη σκέ­ψη του, μπο­ρού­με να ανα­πτύ­ξου­με ισχυ­ρό αντί­δο­το, τόσο στον στεί­ρο ακα­δη­μαϊ­σμό, όσο και στον εμπει­ρι­σμό και κυρί­ως την προ­χει­ρό­τη­τα στη σκέψη.

Σήμε­ρα, ωρι­μά­ζου­με, όχι μόνο από την άπο­ψη της προ­γραμ­μα­τι­κής εξει­δί­κευ­σης για την παι­δεία στον σοσια­λι­σμό, αλλά και στο δύσκο­λο και σύν­θε­το προ­γραμ­μα­τι­κό καθή­κον να ανοί­ξου­με συνο­λι­κά τον δρό­μο για την κατάρ­γη­ση της κοι­νω­νί­ας της εκμε­τάλ­λευ­σης. Παράλ­λη­λα, μας ενδια­φέ­ρει η ιδιαί­τε­ρη — και συνά­μα απαι­τη­τι­κή- συμ­βο­λή των κομ­μου­νι­στών μέσα στην σχο­λι­κή τάξη, στα πανε­πι­στη­μια­κά αμφι­θέ­α­τρα που απο­τε­λεί συνει­σφο­ρά στην ίδια την πάλη των τάξε­ων και σημα­ντι­κό­τα­τη πλευ­ρά της.

Γνω­ρί­ζου­με, ότι η κατο­χύ­ρω­ση των επα­να­στα­τι­κών χαρα­κτη­ρι­στι­κών του ΚΚΕ και της ΚΝΕ περ­νούν ανα­γκα­στι­κά από την ανά­πτυ­ξη της θεω­ρί­ας μας σε κάθε επι­στη­μο­νι­κό πεδίο. Δεν αρκούν τα κομ­μου­νι­στι­κά αντα­να­κλα­στι­κά, ούτε η γενι­κή ενα­ντί­ω­ση στον καπι­τα­λι­σμό, χωρίς την ανά­πτυ­ξη της μαρ­ξι­στι­κής γνώ­σης. Γι’ αυτό τον λόγο δίνου­με βάρος στους νέους μας συντρό­φους, στην ερευ­νη­τι­κή τους προ­σπά­θεια, στην ανά­δει­ξη και­νούρ­γιων ζητη­μά­των και προ­βλη­μά­των που θέτει η ίδια η ζωή, η πεί­ρα μέσα στον καπι­τα­λι­σμό. Σε αυτή την υπό­θε­ση κανείς δεν περισσεύει.

Ταυ­τό­χρο­να εμπνε­ό­μα­στε, για να ανα­πτύ­ξου­με ακό­μα περισ­σό­τε­ρο πεί­σμα και καρ­τε­ρι­κό­τη­τα, σιγου­ριά ότι οι καρ­ποί θα ωρι­μά­σουν. Με ετοι­μό­τη­τα να αντα­πο­κρι­νό­μα­στε στις οποιεσ­δή­πο­τε εξε­λί­ξεις και τα γυρί­σμα­τα των καιρών.

Δυνα­μώ­νου­με την προ­σπά­θειά μας, για να ισχυ­ρο­ποι­η­θούν ακό­μα περισ­σό­τε­ρο όλα τα επα­να­στα­τι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά του ΚΚΕ, ως πρω­το­πο­ρί­ας, να αυξη­θεί η ικα­νό­τη­τά μας να δρού­με ως επα­να­στα­τι­κή πρω­το­πο­ρία «παντός καιρού».

«Για­τί ερχό­μα­στε από πολύ μακριά και πάμε πολύ μακριά,
για­τί η υπό­θε­ση του προ­λε­τα­ριά­του, ο κομμουνισμός,
είναι η πιο καθο­λι­κά ανθρώπινη,
η βαθύ­τε­ρη, η πιο πλατιά».
Σε αυτή την υπό­θε­ση ο δάσκα­λος Δημή­τρης Γλη­νός, μας εμπνέει.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο