Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μια αυτοβιογραφία με πολλές ιστορίες της μεταπολεμικής Ελλάδας

Ο 15χρονος Ηπειρώτης, ο «Βλάχος» όπως τον έλεγαν όταν έφτασε στην Αθήνα, φοίτησε στο νυχτερινό σχολείο δουλεύοντας σερβιτόρος, σπούδασε στο Πανεπιστήμιο, έγινε διευθυντής σε πολιτικό γραφείο υπουργού και λειτούργησε μεγάλο λογιστικό γραφείο

Μια παρα­κα­τα­θή­κη για τον άνθρω­πο θέλει ν’ αφή­σει ο Αντώ­νης Νού­σιας με την αυτο­βιο­γρα­φία του «Μια ζωή, πολ­λές ιστο­ρί­ες», που μόλις κυκλο­φό­ρη­σε απ’ τις  Ηπει­ρω­τι­κές Εκδό­σεις «ΠΕΤΡΑ» (Οικο­νό­μου 32, 10683 Αθή­να. Τηλ.: 2108233830). Η παρου­σί­α­ση του βιβλί­ου θα γίνει στις 13 Ιανουα­ρί­ου 2020, ώρα 6:30 μ.μ., στη «Στοά του Βιβλί­ου», Πεσμα­ζό­γλου 5 & Στα­δί­ου στο Αρσά­κειο Μέγα­ρο.

Ο Αντώ­νης Νού­σιας γεν­νή­θη­κε το 1935 στο χωριό Κού­ρε­ντα, που απέ­χει 44 χιλιό­με­τρα απ’ τα Γιάν­νε­να. Έζη­σε τους Ιτα­λούς στην αρχή και μετά τους Γερ­μα­νούς στην Κατο­χή. Ο τόπος κατα­γω­γής του ήταν στο επί­κε­ντρο των συγκρού­σε­ων του εμφυ­λί­ου και η περιο­χή του έγι­νε το πεδίο βολής, όπου για πρώ­τη φορά οι Αμε­ρι­κά­νοι έκα­ναν μαζι­κή χρή­ση των βομ­βών ναπάλμ. Ένα αερο­πλά­νο που βομ­βάρ­δι­ξε τις θέσεις του Δημο­κρα­τι­κού Στρα­τού Ελλά­δας (ΔΣΕ) έβα­λε σημά­δι τα παι­διά που έπαι­ζαν στην εκκλη­σία του χωριού, για­τί ο πιλό­τος νόμι­σε ότι ήταν αντάρ­τες! Ο Αντώ­νης, αν και γιός ΕΔΕ­Σί­τη, ήταν ο πρώ­τος στα Κού­ρε­ντα που έφα­γε ξύλο απ’ τη Χωρο­φυ­λα­κή στη διάρ­κεια του εμφυ­λί­ου, για­τί πάνω στο παι­γνί­δι σιγο­τρα­γού­δη­σε ένα ΕΠΟ­Νί­τι­κο τρα­γού­δι. Παρα­μό­νευε, όμως, ο στρα­το­χω­ρο­φύ­λα­κας, που τον άδρα­ξε και του μαύ­ρι­σε τ’ αυτιά…

nousias exofulloΤο 1950 ο Αντώ­νης Νού­σιας ακο­λού­θη­σε το δρο­μο­λόϊ των Ηπει­ρω­τών μετα­να­στών στη μετα­πο­λε­μι­κή περί­ο­δο. Έφτα­σε στην Αθή­να και δού­λε­ψε σερ­βι­τό­ρος στο καφε­νείο του μπάρ­μπα του. Ταυ­τό­χρο­να ο «Βλά­χος», όπως τον φώνα­ζαν στην αρχή, φοί­τη­σε στο νυχτε­ρι­νό γυμνά­σιο. Έγι­νε ο «Δάσκα­λος» καθώς διά­βα­ζε τα μαθή­μα­τα την ώρα που ανα­κά­τευε τους καφέ­δες. Σπού­δα­σε στην Πάντειο, ενώ υπη­ρε­τού­σε τη στρα­τιω­τι­κή θητεία του και μετά το στρα­τό οργά­νω­σε δικό του λογι­στι­κό γραφείο.

Η οδός Χαρι­λά­ου Τρι­κού­πη 7, όπου ήταν το καφε­νείο, ήταν και η «Μεγά­λη Σχο­λή» για τον Αντώ­νη. Εκεί κατά­λα­βε τι θα πεί ανθρω­πιά και επι­κοι­νω­νία με τον κόσμο. Γνω­ρί­στη­κε με τους γίγα­ντες του πνεύ­μα­τος Κώστα Βάρ­να­λη και Μενέ­λαο Λου­ντέ­μη. Σερ­βί­ρι­ζε καφέ­δες το Μίμη Φωτό­που­λο, που έπαι­ζε τάβλι, απο­λαμ­βά­νο­ντας τις αμί­μη­τες ατά­κες του. Και στις μεγά­λες ζέστες δρό­σι­σε τη Μελί­να Μερ­κού­ρη, «κάνο­ντας αέρα»… Εκεί γνώ­ρι­σε και «το ζώον, τον πρό­ε­δρο» (!), όπως του αυτο­συ­στή­θη­κε ο Πανα­γιώ­της Κανελ­λό­που­λος!

Συμ­με­τεί­χε στους πολι­τι­κούς και κοι­νω­νι­κούς αγώ­νες της δεκα­ε­τί­ας του 1960 μέσα απ’ τις γραμ­μές της Νεο­λαί­ας της Ένω­σης Κέντρου (αρχι­κά της ΟΝΕΚ και μετέ­πει­τα της ΕΔΗΝ). Συμπο­ρεύ­τη­κε με ασυμ­βί­βα­στες μορ­φές, όπως ο Αλέ­κος Πανα­γού­λης.

Απέ­κτη­σε μια ιδιαί­τε­ρη σχέ­ση αλλη­λο­ε­κτί­μη­σης με το Γεώρ­γιο Μυλω­νά, υφυ­πουρ­γό στις προ­δι­κτα­το­ρι­κές κυβερ­νή­σεις του Γεωρ­γί­ου Παπαν­δρέ­ου, υπουρ­γό Συγκοι­νω­νιών στην κυβέρ­νη­σης Εθνι­κής Ενό­τη­τας το 1974 και υπουρ­γό Πολι­τι­σμού στις κυβερ­νή­σεις συνερ­γα­σί­ας του 1989 ‑1990.

Ο Αντ. Νού­σιας υπη­ρέ­τη­σε στο γρα­φείο του Γ. Μυλω­νά. Γνώ­ρι­σε από πρώ­το χέρι τα «σούρ­τα-φέρ­τα» και έμα­θε για τα μπα­ξί­σια –που πολέ­μη­σε με σθε­να­ρό­τη­τα– στα γρα­φεία των υπουρ­γών. Στο γρα­φείο του Μυλω­νά στα Γιάν­νε­να συνά­ντη­σε τον νεό­τε­ρο ληστή των Ηπει­ρω­τι­κών ορέ­ων, ο οποί­ος το 1928 συμ­με­τεί­χε στην απα­γω­γή του βου­λευ­τή Αλέ­ξαν­δρου Μυλω­νά, πατέ­ρα του Γιώρ­γου Μυλω­νά! Ο Αντ. Νού­σιας ήταν παρών και κατέ­γρα­ψε τις …προ­ε­τοι­μα­σί­ες, για την ανα­κοί­νω­ση του Πανε­πι­στή­μιου Ιωαν­νί­νων απ΄ τον Γιώρ­γο Μυλωνά.

Το 1977 εντά­χτη­κε στο ΠΑΣΟΚ. Αργό­τε­ρα δια­φώ­νη­σε και απο­χώ­ρη­σε. Συνερ­γά­στη­κε με το ΚΚΕ ως υπο­ψή­φιος βου­λευ­τής στα Ιωάν­νι­να στις εκλο­γές του 1985. Επα­νήλ­θε στο ΠΑΣΟΚ μετά τη συγκρό­τη­ση της κυβέρ­νη­σης Τζαν­νε­τά­κη. Όμως διέρ­ρη­ξε ορι­στι­κά τις σχέ­σεις του με το ΠΑΣΟΚ το 1997, που ψήφι­σε τον νόμο για την Τοπι­κή Αυτο­διοί­κη­ση «Καπο­δί­στρια», σχέ­διο με το οποίο διαφώνησε.

Η αγά­πη του για την Ήπει­ρο εκφρά­στη­κε με την πολύ­χρο­νη και δρα­στή­ρια συμ­με­το­χή του στην Αδελ­φό­τη­τα των Κου­ρέ­ντων και στο Διοι­κη­τι­κό Συμ­βού­λιο της Πανη­πει­ρω­τι­κής Συνο­μο­σπον­δί­ας Ελλά­δας (ΠΣΕ). Η έκδο­ση του βιβλί­ου συμπί­πτει με τα 100 χρό­νια απ’ τη γέν­νη­ση του Γιώρ­γου Μυλω­νά. Στο βιβλίο του ο Αντώ­νης Νού­σιας σκια­γρα­φεί, ακό­μη, μέσα απ’ την προ­σω­πι­κή επα­φή του, τις προ­σω­πι­κό­τη­τες του Γεωρ­γί­ου και Ανδρέα Παπαν­δρέ­ου, του Χαρί­λα­ου Φλω­ρά­κη, του Αρχιε­πι­σκό­που Σερα­φείμ, και του Χαρί­ση Σδρά­βου, ενός αντάρ­τη του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ απ’ την Κόνιτσα.

Επί­σης φιλο­ξε­νεί παρεμ­βά­σεις του συνερ­γά­τη του «Ατέ­χνως» Γιώρ­γου Μου­σγά, ο οποί­ος με τον Ανδρέα Ρίζο κατέ­γρα­ψαν την αφή­γη­ση του Αντώ­νη Νούσια.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο