Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο αθάνατος Μίκης

Γρά­φει ο Χρή­στος Α. Τού­μπου­ρος ||

Έχει ή δεν έχει τελειω­μό ο χρό­νος; Οριο­θε­τεί­ται ή φεύ­γει και πετά; Νοη­μα­το­δο­τεί­ται ή ξεγλι­στρά­ει; Μπο­ρούν να τον ρυθ­μί­σουν τα ρολό­για; Η αλή­θεια είναι πως «τη μέρα που ανα­κα­λύ­φτη­κε ο χρό­νος οι άνθρωποι/κούρδισαν τα ρολό­για κι άρχι­σαν να τον κυνη­γούν». (Κλεί­τος Κύρου, «Εν όλω συγκο­μι­δή»). Και το κυνη­γη­τό δεν έχει τελειω­μό. Να προ­λά­βου­με τη συνά­ντη­ση, το λεω­φο­ρείο, την λαϊ­κή, την ομι­λία. Να προ­λά­βου­με   την «περί­σκε­ψη…» Τρέ­ξι­μο δίχως στα­μα­τη­μό. Και αργά το βρά­δυ η τηλο­ψία σού δίνει το «αλη­θι­νό περιε­χό­με­νο της ζωής». Επί της βαρ­βα­ρι­κής πολιορ­κί­ας της σκέ­ψης μας, έως και κατά­λη­ψης, αφού μένου­με απα­θείς και «κουρ­κου­τια­σμέ­νοι» από τα προ­βλή­μα­τα, κατα­πί­νου­με αμά­ση­τα τα όποια δια­φη­μι­στι­κά ή ‑το χει­ρό­τε­ρο- προ­πα­γαν­δι­στι­κά μηνύ­μα­τα έως «ξερα­μέ­νοι» ορι­ζο­ντιω­θού­με, μπου­κω­μέ­νοι από προ­ψη­μέ­να ζυμά­ρια που στο μετα­ξύ μας έφε­ρε ο «ντε­λι­βε­ράς». Και ο χρό­νος «προ­χω­ρά».

Τα πάντα, σκέ­ψη, δια­λο­γι­σμός και προ­βλη­μα­τι­σμός για τη διά­θε­ση, την αλη­θι­νή διά­θε­ση του χρό­νου, ούτε λόγος να γίνε­ται. Το περιε­χό­με­νο του χρό­νου έχει χαθεί. Κι άντε σε καμία επέ­τειο να θυμη­θού­με τη σύν­δε­ση του τωρι­νού με το τότε και το αύριο.
Ασφα­λώς και δεν κατα­νο­ή­σα­με πως  «ο τωρι­νός ο χρό­νος κι ο περα­σμέ­νος χρόνος/Είναι ίσως και οι δυο παρό­ντες στο μελ­λού­με­νο χρόνο./Κι ο μελ­λού­με­νος χρό­νος περιέ­χε­ται στον περα­σμέ­νο χρόνο».(Τ. Σ. Έλιοτ) Ο περα­σμέ­νος είναι ξεχα­σμέ­νος, ο μελ­λο­ντι­κός είναι απο­διο­πο­μπαί­ος και ο τωρι­νός είναι πλα­στός. Δεν έχεις, δεν απο­λαμ­βά­νεις, δε βιώ­νεις το χρό­νο όταν είσαι δού­λος. Όταν δεν υπάρ­χει ατο­μι­κή βού­λη­ση, τότε κάνεις και καμώ­νε­σαι πως «απο­λαμ­βά­νεις» τον χρό­νο σου. Mikis σε ΚΚΕ

Ελεύ­θε­ρος χρό­νος! Βορά στις πλα­στές ανά­γκες που επι­βλή­θη­καν παντοιο­τρό­πως  με   τη διαφήμιση.
«Ο χρό­νος μου λεη­λα­τη­μέ­νος | Οι χίλιες καθη­με­ρι­νές ανά­γκες | σαν πει­να­σμέ­να αγριό­σκυ­λα |του ξεκολ­λάν κι ένα κομ­μά­τι», Τίτος Πατρί­κιος, «Αντι­δι­κί­ες».
Ούτε χρό­νος κι ούτε πλέ­ον ψυχι­κή διά­θε­ση για αγώ­να για κάτι καλύ­τε­ρο, ουσια­στι­κό­τε­ρο, για τη νοη­μα­το­δό­τη­ση της ζωής μας. Για ψυχα­γω­γία; Δεν το συζη­τά­με. Νόθη και υπο­λεί­που­σα.  Για αυτο­μόρ­φω­ση; Τα πάντα υπό τη σκέ­πη και την «προ­σφο­ρά» του χρή­μα­τος. Τα πάντα τιμώ­νται. Και χωρίς καμιά υπερ­βο­λή και «η τιμή τιμά­ται». Πόσο; Ανά­λο­γα. Έχει χαθεί πλέ­ον το είδος αυτό που ονο­μά­ζε­ται κοι­νω­νι­κή προ­σφο­ρά. Κι ούτε λόγος για κοι­νω­νι­κά δικαιώ­μα­τα. Απαι­τή­σεις του ατό­μου ένα­ντι του κρά­τους να προ­βεί αυτό σε θετι­κές παρο­χές. Δεν γίνο­νται αυτά. Και το μέλ­λον μάλ­λον αβέ­βαιο. Το συν­θέ­τει η σημε­ρι­νή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, οι τωρι­νές ενέρ­γειες ή όπως τις λένε «μεταρ­ρυθ­μί­σεις». Νερά, αέρας, βου­νά ακό­μα και τα από­σκια παρα­χω­ρού­νται. Εξυ­γί­αν­ση και ανά­πτυ­ξη. Για ποιον; Όχι φυσι­κά για τον λαό. Ο λαός αγκυ­λω­μέ­νος στα δεσμά του. Σήμε­ρα περισ­σό­τε­ρο από κάθε  άλλη επο­χή  είναι επί­και­ρος ο Καβά­φης. «Χωρίς περί­σκε­ψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ/μεγάλα κ’ υψη­λά τρι­γύ­ρω μου έκτι­σαν τεί­χη». Και εμείς υπνώτ­του­με… φοβού­με­νοι πως «Ίσως το φως θάναι μια νέα τυραννία».

Μίκης Πορεύτηκε σαν απλός στρατιώτηςΒαραί­νει, πώς να το κάνου­με, ο χρό­νος. Αυξά­νει το παρελ­θόν και μικραί­νει το μέλ­λον. Έτσι έχουν τα πράγ­μα­τα. Φυσιο­λο­γι­κή κατά­λη­ξη.  Ήρθαν και πέρα­σαν τόσοι και τόσες.. Προ­σέ­φε­ραν, άλλος πολύ άλλος λίγο, κι «έφυ­γαν». Τι έδω­σαν; Ο χρό­νος θα δεί­ξει. Ο χρό­νος, η μεγά­λη αυτή φαγά­να που όλα τα δέχε­ται κι όλα τα κατα­πί­νει… Ενί­ο­τε κρα­τά κάτι. Το κάτι αυτό είναι δια­χρο­νι­κό. Αντέ­χει. Λέγε­ται ΑΓΩΝΑΣ. Δεν είναι απλή εσω­τε­ρι­κή παρόρ­μη­ση. Είναι βίω­μα, τρό­πος ζωής. ΚΟΣΜΟΘΕΩΡΙΑ. Είναι Αντί­στα­ση στην εκμε­τάλ­λευ­ση του ανθρώ­που που γίνε­ται ή με την προ­πα­γάν­δα  ή με τα όπλα. Είναι η Αντί­στα­ση στα ξερο­νή­σια και στα κολα­στή­ρια.  Είναι πίστη στον άνθρω­πο και θεώ­ρη­σή του ως μονα­δι­κή και ανε­πα­νά­λη­πτη αξία. Είναι  καθα­ρή ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ. Αντί­στα­ση, χωρίς παζά­ρια. Έτσι νοη­μα­το­δο­τεί­ται ο χρό­νος. Αυτό πέτυ­χε ο Μίκης Θεο­δω­ρά­κης. Σημα­το­δό­τη­σε το χρό­νο. Πώς το πέτυ­χε; Έζη­σε και πέθα­νε ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΗΣ.


toumpouros
Ο Χρήστος Α.Τούμπουρος γεννήθηκε στην Άγναντα Άρτας (Τζουμέρκα). Εκεί τελείωσε το Γυμνάσιο και ακολούθως σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Έγραψε τέσσερα βιβλία: «Αγναντίτικα Λιχνίσματα», «Το Γυμνάσιο Αγνάντων ο Πνευματικός Φάρος των Τζουμέρκων», «Με την Ηπειρώτικη λαλιά» και «Τραγουδώντας την ξενιτιά», καθώς και εννέα θεατρικά έργα με περιεχόμενο που αφορά τη ζωή στην Ήπειρο.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο