Αντιγράφουμε από το facebook του Ηρακλή Κακαβάνη //
Οι ΡαδιοΑρβύλα, γνωστοί σαχλαμαριστές, από την πρώτη τους εμφάνιση στις τηλεοπτικές οθόνες εκφράζουν την υφέρπουσα χυδαιότητα της κοινωνίας.
Η σαχλαμάρα τους (την οποία πουλάνε ως σάτιρα) αναδύει την μπόχα ό,τι πιο ταπεινού και ευτελές υπάρχει ως στάση ζωής και αντίληψη στην κοινωνία.
Εξ ου και η δυσανεξία σε ό,τι εκπέμπει υγεία, σε ό,τι (ευτυχώς) δεν ταιριάζει στην «αισθητική» τους.
Πρόσφατο θύμα τους η ποίηση, με την παιδαριώδη προσπάθεια παρωδίας ποιήματος (την οποία πολύ ευχαριστήθηκαν και πολύ γελάσανε…)
(στόχος τους έγινε η απαγγελία του ποιήματος «Σκούπισμα» του Ρον Πάτζετ από τον ποιητή Γιώργο Αλισάνογλου)
Η σαχλαμάρα, η καφενειακού τύπου πλάκα ουδεμία σχέση έχουν με τη σάτιρα και η παρωδία ουδεμία σχέση με το φτηνό και χυδαίο στην προκειμένη περίπτωση.
***
Η παρωδία –δικαιωμένη στη λογοτεχνία- μαστιγώνει, αποκαθηλώνει και καταπατά το πρωτότυπο, δεν το απαξιώνει, δεν το γελοιοποιεί, δεν το ευτελίζει. Αντιθέτως, πολλές φορές ανασηματοδοτείται σε ένα καινούριο πλαίσιο.
Ας θυμηθούμε την «Προσευχή του ταπεινού» του Βάρναλη ή τις παρωδίες Καβαφικών ποιημάτων.
Καβαφικόν (Εφημερίδα Καθημερινή)
Χωρίς λύπην, χωρίς περίσκεψιν, χωρίς αιδώ
κατέφαγον τα δέκα πέντε εκατομμύρια
και τώρα φευ διαλογίζομαι εγώ
πόσον ευκόλως τα κατέφαγον ως χοιρομήρια.
Α, όταν τα εμοίραζαν πώς να μην το προσέξω·
δεν θα ήτο τόσο δυσχερές εις την διανομή αυτήν να τρέξω
αλλά δεν ήκουσα ποτέ κρότον κλεπτών ή ήχον
κι ανεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από το γεύμα έξω!