Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τα… μυστικά από την «άσπρη βούλα»

Βρι­σκό­μα­στε στο μακρι­νό 1890… Το ποδό­σφαι­ρο κάνει τα πρώ­τα του βήμα­τα και κερ­δί­ζει διαρ­κώς νέους φίλους στην Μεγά­λη Βρε­τα­νία. Οι κανό­νες και οι κανο­νι­σμοί είναι συγκε­χυ­μέ­νοι, ο επαγ­γελ­μα­τι­σμός αρχί­ζει να κάνει δει­λά την εμφά­νι­ση του και οι ποδο­σφαι­ρι­κές ομά­δες, είναι το… καμά­ρι κάθε μικρής ή μεγα­λύ­τε­ρης πόλης.

Ο Ιρλαν­δός, Γουί­λιαμ Μακ­Κραμ είναι στέ­λε­χος στον τομέα της κλω­στο­ϋ­φα­ντουρ­γί­ας και αγω­νί­ζε­ται ερα­σι­τε­χνι­κά ως τερ­μα­το­φύ­λα­κας, ενώ είναι μέλος της ομο­σπον­δί­ας της πατρί­δας του, όπως συνη­θι­ζό­ταν τότε για τους ποδο­σφαι­ρι­στές. Ο Μακ­Κραμ συλ­λαμ­βά­νει μία ιδέα που θα καθιε­ρω­θεί ως ένας από τους πλέ­ον κατα­λυ­τι­κούς παρά­γο­ντες μίας ποδο­σφαι­ρι­κής ανα­μέ­τρη­σης. Πρό­κει­ται για το πέναλ­τι, την «εσχά­τη των ποι­νών», που θα εκτε­λεί­ται με ελεύ­θε­ρο λάκτι­σμα και σε από­στα­ση 11 βημά­των από την εστία του τερματοφύλακα.

Βλέ­πε­τε, μέχρι τότε, η επα­φή της μπά­λας με το χέρι απο­τε­λού­σε παρά­βα­ση, όμως κατα­λο­γι­ζό­ταν φάουλ στο σημείο που έγι­νε η φάση και η ομά­δα που το κέρ­δι­σε μπο­ρού­σε να εκτε­λέ­σει το ελεύ­θε­ρο λάκτι­σμα, ενώ η αμυ­νό­με­νη να στή­σει τεί­χος παι­κτών μπρο­στά από την μπά­λα, που στην πλειο­νό­τη­τα των περι­πτώ­σε­ων, απε­δει­κνύ­ε­το απρο­σπέ­λα­στο. Η από­φα­ση για την εφαρ­μο­γή του πέναλ­τι, ελή­φθη στις 2 Ιου­νί­ου 1891 και το πρώ­το «επί­ση­μο» πέναλ­τι κατα­λο­γί­σθη­κε στην ανα­μέ­τρη­ση Γουλ­βς-Ακρινγ­κτον, που διε­ξή­χθη στις 14 Σεπτεμ­βρί­ου 1891.

Οταν κάποια στιγ­μή, ο κορυ­φαί­ος ποδο­σφαι­ράν­θρω­πος όλων των επο­χών, ο αεί­μνη­στος Γιό­χαν Κρόιφ, σχο­λί­α­σε το πέναλ­τι, έγρα­ψε: «Η δια­φο­ρά στο τέλος, αφο­ρά στον βαθ­μό του ενθου­σια­σμού και της κόπω­σης. Ειλι­κρι­νά, κανείς δεν μπο­ρεί να προ­σποιεί­ται ότι προ­ε­τοι­μά­ζε­ται γι΄ αυτό. Η εξά­σκη­ση στα πέναλ­τι κατά την διάρ­κεια της εβδο­μά­δας είναι απλώς άσκο­πη. Το πέναλ­τι είναι η μόνη ικα­νό­τη­τα ενός ποδο­σφαι­ρι­στή που δεν… είναι ποδόσφαιρο»!

Κι εάν υπάρ­χει κάποιος, ο οποί­ος… τολ­μά να δια­φω­νή­σει με τον «Ιπτά­με­νο Ολλαν­δό» ‑του­λά­χι­στον δημο­σί­ως- είναι ο Πασκάλ Γκρο­μπουά, εξει­δι­κευ­μέ­νος προ­πο­νη­τής στα ελεύ­θε­ρα λακτίσματα.

«Για να σκο­ρά­ρεις πέναλ­τι, απλά πρέ­πει να το επα­να­λαμ­βά­νεις στην προ­πό­νη­ση. Μπο­ρείς να έχεις προ­τι­μή­σεις, να δια­θέ­τεις τεχνι­κή κατάρ­τι­ση, αλλά η αυτο­πε­ποί­θη­ση προ­κύ­πτει απα­ραί­τη­τα μέσω της προ­πό­νη­σης. Επο­μέ­νως, πρέ­πει να αφιε­ρώ­σεις χρό­νο καθη­με­ρι­νά για να δου­λεύ­εις στα πέναλ­τι. Όταν λέω καθη­με­ρι­νά, δεν είναι απα­ραί­τη­τα κάθε ημέ­ρα, αλλά του­λά­χι­στον δύο φορές την εβδο­μά­δα για 15 λεπτά», επι­ση­μαί­νει ο 57χρονο Γάλ­λος προ­πο­νη­τής, ο οποί­ος ανή­κει στο τεχνι­κό επι­τε­λείο της Paris FC και προ­σθέ­τει: «Χρειά­ζε­ται επί­σης, ευθυ­γράμ­μι­ση του εγκε­φά­λου, της καρ­διάς και του σώμα­τος. Η προ­ε­τοι­μα­σία αφο­ρά επί­σης την ανά­λυ­ση των στα­τι­στι­κών και το βίντεο. Γνω­ρί­ζο­ντας τις προ­τι­μή­σεις του τερ­μα­το­φύ­λα­κα που πρό­κει­ται να αντι­με­τω­πί­σου­με. Υπάρ­χει επί­σης μια πνευ­μα­τι­κή προ­ε­τοι­μα­σία που πρέ­πει να διε­ξα­χθεί και συγκε­κρι­μέ­να η δια­χεί­ρι­ση των συναι­σθη­μά­των. Το κλει­δί είναι η προ­πό­νη­ση και η ανά­πτυ­ξη. Επει­δή αυτό θα δώσει στον παί­κτη αυτο­πε­ποί­θη­ση. Ένα καλό σουτ, ισχυ­ρό και καλά εκτε­λε­σμέ­νο πέναλ­τι, θα είναι αστα­μά­τη­το για έναν τερ­μα­το­φύ­λα­κα. Οπως έκα­νε ο Γιά­για Του­ρέ, ο οποί­ος ευστό­χη­σε και στα 11 πέναλ­τι που εκτέ­λε­σε ως παί­κτης της Μάν­τσε­στερ Σίτι, επι­λέ­γο­ντας μία πλευ­ρά και επι­μέ­νο­ντας σ΄ αυτήν».

Οπως προ­κύ­πτει από σχε­τι­κή έρευ­να της εται­ρεί­ας στα­τι­στι­κής «InStat», ένας παί­κτης έχει πιθα­νό­τη­τα 23,58% να χάσει ένα πέναλ­τι μετά από μια πρώ­τη απο­τυ­χία. Ένα ποσο­στό που αυξά­νε­ται σε 25,07% μετά από δύο δια­δο­χι­κές απο­τυ­χί­ες και σε 36,36% μετά από τρεις δια­δο­χι­κές απο­τυ­χί­ες. Οπως συνέ­βη με τον… εφιάλ­τη που έζη­σε ο Αργε­ντι­νός, Μάρ­τιν Παλέρ­μο, ο οποί­ος αστόι­χη­σε σε τρία δια­δο­χι­κά πέναλ­τι στον ίδιο (!) αγώ­να με αντί­πα­λο την Κολομ­βία, τον Ιού­λιο του 1999.

Το αντί­στρο­φο ισχύ­ει, όταν ένας παί­κτης κατα­φέρ­νει να έχει δια­δο­χι­κές επι­τυ­χί­ες από την «άσπρη βού­λα». Οι παί­κτες που ευστο­χούν σε του­λά­χι­στον 10 συνε­χό­με­να πέναλ­τι, έχουν 79,02% για να σκο­ρά­ρουν την επό­με­νη φορά. Η κατα­πο­λέ­μη­ση ενός ψυχο­λο­γι­κού μπλο­κα­ρί­σμα­τος μετά από μία ή περισ­σό­τε­ρες απο­τυ­χί­ες, δεν είναι καθό­λου εύκο­λη, ειδι­κά επει­δή μερι­κές φορές η προ­πό­νη­ση δεν είναι αρκε­τή. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, είναι αδύ­να­το να ανα­πα­ρα­χθεί το 100% των πραγ­μα­τι­κών συν­θη­κών πίε­σης που δημιουρ­γού­νται από ένα πέναλ­τι κατά την διάρ­κεια ενός αγώ­να. Η εφαρ­μο­γή μιας πραγ­μα­τι­κής ψυχι­κής… στρα­τη­γι­κής και προ­ε­τοι­μα­σί­ας, είναι απα­ραί­τη­τη, για να βρε­θεί ο παί­κτης σε κατά­στα­ση άνε­σης και ασφά­λειας πριν την εκτέ­λε­ση ενός πέναλ­τι. Γι ‘αυτό και οι καλύ­τε­ροι «εκτε­λε­στές» έχουν πάντα την ίδια ρου­τί­να. Η μπά­λα τοπο­θε­τη­μέ­νη σε ένα συγκε­κρι­μέ­νο σημείο, ο ίδιος αριθ­μός βημά­των, η ίδια θέση και φορά του σώμα­τος, η ίδια πορεία προς την μπά­λα. Με λίγα λόγια, η ίδια γλώσ­σα του σώματος…

Τι συμ­βαί­νει όμως, όταν ο «εκτε­λε­στής» είναι παγκο­σμί­ου φήμης ή ο καλύ­τε­ρος παί­κτης της ομά­δας; Οσο κι εάν φαί­νε­ται περί­ερ­γο, αυτές οι συν­θή­κες, δεν συνε­πά­γο­νται από­λυ­τη επι­τυ­χία. Λόγου χάρη, ο Λιο­νέλ Μέσι έχει ευστο­χή­σει στο 77,69% των πέναλ­τι που έχει ανα­λά­βει, δηλα­δή βρί­σκε­ται λίγο πάνω από τον μέσο όρο. Ο Κρι­στιά­νο Ρονάλ­ντο, ο οποί­ος έχα­σε 27 πέναλ­τι στην καριέ­ρα του, έχει βελ­τιω­θεί σημα­ντι­κά σε αυτόν τον τομέα και το ποσο­στό του φθά­νει στο 83,13%, ενώ είναι περί­φη­μες οι απο­τυ­χί­ες από τα 11 βήμα­τα του Ντιέ­γκο Μαρα­ντό­να και του Ρομπέρ­το Μπάτζο.

No description available.

Σύμ­φω­να με την συγκε­κρι­μέ­νη έρευ­να της «InStat», οι παί­κτες που κάνουν πέντε βήμα­τα πριν από την εκτέ­λε­ση του πέναλ­τι, έχουν 31,38% πιθα­νό­τη­τες να απο­τύ­χουν, σε σύγκρι­ση με μόλις 22,37% για εκεί­νους που κάνουν περισ­σό­τε­ρα από πέντε βήμα­τα και 26,54% για όσους κάνουν μόνο τέσ­σε­ρα βήμα­τα πριν φθά­σουν στην μπά­λα. Η εται­ρεία ανά­λυ­σης, ανα­φέ­ρει επί­σης, ότι μια γρή­γο­ρη εκτέ­λε­ση οδη­γεί σε απο­τυ­χία σε ποσο­στό 28,74%, σε σύγκρι­ση με 27,94% για μία αργή και 26,09% για μία… ενδιά­με­ση εκτέ­λε­ση. Από την έρευ­να, προ­έ­κυ­ψε ακό­μη, ότι οι παί­κτες που κοι­τά­ζουν τον τερ­μα­το­φύ­λα­κα πριν εκτε­λέ­σουν, έχουν 75,96% πιθα­νό­τη­τα να σκο­ρά­ρουν, ένα­ντι 69,25% εκεί­νων που κοι­τά­ζουν μόνο την μπάλα.

Προ­κει­μέ­νου να απε­γκλω­βι­σθούν από αυτήν την κατά­στα­ση που μπο­ρεί να είναι αφό­ρη­τη, μερι­κοί παί­κτες γυρί­ζουν την πλά­τη τους στον τερ­μα­το­φύ­λα­κα πριν κτυ­πή­σουν την μπά­λα ή σπεύ­δουν με το σφύ­ριγ­μα του διαι­τη­τή. Ομως αυτές οι ενέρ­γειες δεν είναι πολύ απο­τε­λε­σμα­τι­κές όπως επι­ση­μαί­νει, ο Γκέϊρ Γιόρ­ντετ, καθη­γη­τής στη Νορ­βη­γι­κή Σχο­λή Επι­στη­μών Αθλη­τι­σμού, ο οποί­ος έχει πραγ­μα­το­ποι­ή­σει πολ­λές μελέ­τες σχε­τι­κά με τα πέναλ­τι: «Η ανα­μο­νή πέντε ή δέκα δευ­τε­ρο­λέ­πτων μπο­ρεί να κάνει τον παί­κτη να σκε­φτεί περισ­σό­τε­ρες παρα­μέ­τρους από όσες χρειά­ζε­ται, για να ανα­λύ­σει λεπτο­με­ρώς όλους τους μηχα­νι­σμούς της από­δο­σής του. Η συμ­βου­λή μου είναι απλώς, να βεβαιω­θεί ότι δεν βιά­ζε­ται. Για παρά­δειγ­μα, ελέγ­χο­ντας ότι παίρ­νει μια βαθιά ανά­σα πριν πάει προς την μπά­λα. Αυτό είναι ένα δευ­τε­ρό­λε­πτο ή ένα δεύ­τε­ρο και μισό, και αυτό είναι περισ­σό­τε­ρο από αρκετό».

Ενας από τους πλέ­ον ειδι­κούς στις εκτε­λέ­σεις πέναλ­τι, ήταν και ο Ματ Λε Τισιέ. Ανα­φε­ρό­με­νος στην «εσχά­τη των ποι­νών», ο 51χρονος σήμε­ρα Αγγλος πρώ­ην επι­θε­τι­κός, ο οποί­ος σκό­ρα­ρε 47 φορές σε 48 εκτε­λέ­σεις πέναλ­τι για την Σαου­θάμ­πτον, τόνι­σε: «Ως δεξιο­πό­δα­ρος, η πρω­ταρ­χι­κή μου πρό­θε­ση ήταν πάντα να στεί­λω την μπά­λα στα αρι­στε­ρά του τερ­μα­το­φύ­λα­κα, δηλα­δή στην δεξιά μου πλευ­ρά. Με αυτόν τον τρό­πο, μπο­ρού­σα να δώσω στον εαυ­τό μου περισ­σό­τε­ρη γωνία κτυ­πώ­ντας την μπά­λα. Ο δεύ­τε­ρος λόγος που με έκα­νε να εκτε­λώ στην δεξιά μου πλευ­ρά, είναι για­τί ήταν ευκο­λό­τε­ρο για εμέ­να να αλλά­ξω πλευ­ρά την τελευ­ταία στιγ­μή, κλεί­νο­ντας το πόδι μου εάν έβλε­πα τον τερ­μα­το­φύ­λα­κα να περι­μέ­νει στο σημείο που… προ­τι­μώ. Το αντί­στρο­φο είναι πολύ πιο δύσκο­λο να γίνει και μπο­ρεί ακό­μη και να οδη­γή­σει σε τραυματισμό».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο