Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Το “κόκκινο Αερόστατο” _για παιδιά 10–100+ χρόνων δεν είναι απλά ένα ακόμα περιοδικό 🎈 Όλοι μαζί πετάμε ψηλά και ταξιδεύουμε σε περιπέτειες γέλιου, γνώσης και ανακάλυψης!

Όταν είσαι πιτσι­ρι­κάς μαθαί­νεις ‑μαθαί­νεις …μαθαί­νεις … πως τα φιλιά δεν είναι συμ­βό­λαια και τα δώρα δεν είναι υπο­σχέ­σεις μαθαί­νεις να φτιά­χνεις όλους τους δρό­μους σου στο Σήμε­ρα, για­τί το έδα­φος του Αύριο είναι πολύ ανα­σφα­λές για σχέ­δια και τα όνει­ρα πάντα βρί­σκουν τον τρό­πο να γκρε­μί­ζο­νται στη μέση της διαδρομής.

Γρά­φει ο \\ Αστέ­ρης Αλα­μπής _Μίδας

Μετά από λίγο και­ρό μαθαίνεις.
Πως ακό­μα κι η ζέστη του ήλιου μπο­ρεί να σου κάνει κακό.
Έτσι φτιά­χνεις τον κήπο σου εσύ αντί να περι­μέ­νεις κάποιον να σου φέρει λουλούδια
Και μαθαί­νεις ότι, αλή­θεια, μπο­ρείς να αντέξεις
Και ότι, αλή­θεια, έχεις δύναμη
Και ότι, αλή­θεια, αξίζεις

Χόρχε Λουίς Μπόρχες “Και μαθαίνεις ‑μαθαίνεις με κάθε αντίο μαθαίνεις”…

Όταν γίνε­σαι “100” χρό­νων, είναι ό,τι γλυ­κό το να ανα­κα­λύ­πτεις σε ένα κόμικ για παι­διά τόσο και τόσα που δεν ήξερες

Καλή Χρο­νιά _λοιπόν και καλώς ήρθα­τε στο και­νούρ­γιο μας σπίτι!
Η παρέα του «κόκ­κι­νου Αερό­στα­του» μεγα­λώ­νει! Με τις εκδό­σεις Σύγ­χρο­νη Επο­χή απο­γειω­νό­μα­στε για να ταξι­δέ­ψου­με σε ακό­μα περισ­σό­τε­ρα μέρη της Ελλά­δας, σε ακό­μα περισ­σό­τε­ρα παι­δι­κά χέρια!
Το ξεχω­ρι­στό αυτό τεύ­χος έρχε­ται με πλού­σιες σελί­δες! Συνε­χί­ζου­με τη γνω­ρι­μία μας με εργά­τες σε όλο τον κόσμο: Επι­σκε­πτό­μα­στε τις ΗΠΑ και το Μεξι­κό! Γνω­ρί­ζου­με σπου­δαί­ες φωνές του σήμε­ρα και του χτες που μας μαγεύ­ουν μου­σι­κά και τολ­μούν να παλεύ­ουν ενά­ντια σε κάθε αδι­κία. Με τους ήχους της Hip-Hop γινό­μα­στε η φωνή κάθε κατα­πί­ε­σης. Γιορ­τά­ζου­με την 8η Μαρ­τί­ου, Παγκό­σμια Μέρα της Εργα­ζό­με­νης Γυναί­κας, εξε­ρευ­νώ­ντας την “ομορ­φιά” και το “ωραίο”. Βου­τά­με στην ιστο­ρία της Επα­νά­στα­σης του 1821 κι άλλα πολλά.

Προσ­δε­θεί­τε… και φύγαμε!

  • Το ημε­ρο­λό­γιο ενός απορημένου
  • σελ. 10–13 Η παρέα του “κόκ­κι­νου Αερό­στα­του” _ Οι εργά­τες σε όλο τον κόσμο αγω­νί­ζο­νται και διεκδικούν!
  • 20–21 Συνα­ντή­σα­με τη Νατάσ­σα Μποφίλιου!
  • 22–25 Τι είναι “ομορ­φιά”;
  • 26–27 Επα­νά­στα­ση του 1821
  • 32–33 50 χρό­νια Hip-Hop

Στις υπό­λοι­πες σελί­δες θα βρεις:

  • Κόμικ, νέα των φίλων του “κόκ­κι­νου Αερό­στα­του”, γνω­ρί­ζου­με τη Νίνα Σιμόν, χει­ρο­τε­χνί­ες χει­μω­νιά­τι­κης δια­κό­σμη­σης, παι­χνί­δια, ζώα-φύση-περι­βάλ­λον και πολ­λά ακόμα…
  • Αυτο­κόλ­λη­τα «κόκ­κι­νο Αερόστατο»

Το 🎈κόκ­κι­νο Αερό­στα­το” δεν είναι απλά ένα ακό­μα περιο­δι­κό που θα στέ­κε­ται στα ράφια των βιβλιο­πω­λεί­ων. Δεν έχει απλά ανα­γνώ­στες. Έχει φίλους! Και η παρέα του είναι ήδη μεγά­λη σε όλη τη χώρα. Όλοι μαζί πετά­με ψηλά και ταξι­δεύ­ου­με σε περι­πέ­τειες γέλιου, γνώ­σης και ανακάλυψης!

Το “κόκκινο Αερόστατο”, 
σε κάθε νέο τεύχος, γεμίζει με ιστορίες 
απρόσμενες και ανατρεπτικές…

Μπες κι εσύ στην παρέα μας για να εξε­ρευ­νή­σεις τον κόσμο, να γεμί­σεις απο­ρί­ες, να δια­σκε­δά­σεις, να δημιουρ­γή­σεις. Μέσα στις σελί­δες αυτού του περιο­δι­κού κρύ­βο­νται τα πιο μεγά­λα μυστι­κά της ζωής.

Διάβασε, ψάξε, συζήτησε

Σε ποιον άρα­γε ανή­κει ο κόσμος;
Σ’ αυτόν που δημιουρ­γεί! Ο εργα­ζό­με­νος άνθρω­πος με τα χέρια και το μυα­λό του παρεμ­βαί­νει στη φύση και παρά­γει τα πάντα γύρω μας, βοη­θά την κοι­νω­νία να εξε­λίσ­σε­ται. Δίπλα στους ανθρώ­πους της εργα­σί­ας μαθαί­νου­με τον κόσμο. Αυτοί έχουν την πραγ­μα­τι­κή δύναμη!
“Το σημα­ντι­κό πράγ­μα είναι να μη στα­μα­τάς να κάνεις ερω­τή­σεις. Η περιέρ­γεια έχει τον λόγο της που υπάρ­χει…” — Άλμπερτ Αϊνστάιν

Μαθαί­νου­με επει­δή η γνώ­ση είναι δύνα­μη! Επει­δή μόνο αν κατα­νο­ή­σου­με τον κόσμο, μπο­ρού­με και να τον αλλά­ξου­με! Διψά­με για ζωντα­νή γνώ­ση. Μελε­τά­με, προ­βλη­μα­τι­ζό­μα­στε και αμφι­σβη­τού­με. Φτά­νου­με έξω από τις σελί­δες των σχο­λι­κών βιβλί­ων. Δεν παπα­γα­λί­ζου­με απλά πλη­ρο­φο­ρί­ες. Ανα­ζη­τού­με την επι­στη­μο­νι­κή αλή­θεια. Μαθαί­νου­με και ονει­ρευό­μα­στε τη ζωή μέσα από τη μου­σι­κή, τη λογο­τε­χνία, την ποί­η­ση, τη ζωγρα­φι­κή, όλες τις μορ­φές τέχνης.

Μαθαίνουμε για να μαθαίνουμε;

Βοη­θά­με όσους βρί­σκο­νται στην ίδια ή πιο αδύ­να­μη θέση από εμάς. Κι εμείς με τη σει­ρά μας ζητά­με βοή­θεια όπο­τε τη χρεια­ζό­μα­στε. Δε χαρί­ζου­με απλά ένα ψάρι, μαθαί­νου­με στον άλλον πώς να ψαρεύ­ει δίπλα μας. Δε δίνου­με ό,τι μας περισ­σεύ­ει, αλλά μοι­ρα­ζό­μα­στε ακό­μα κι όσα πολ­λές φορές δε μας φτά­νουν. Δίνου­με το χέρι σε όποιον σηκώ­νε­ται και θέλει να στα­θεί δίπλα μας. Η αλλη­λεγ­γύη μας προστατεύει.
Αδια­φο­ρού­με για όσα άσκη­μα συμ­βαί­νουν γύρω μας ή γινό­μα­στε τολ­μη­ροί και μαχη­τι­κοί; Τολ­μά­με και μιλά­με για ό,τι δε μας αρέ­σει στο σχο­λείο, στη γει­το­νιά μας, στον κόσμο. Μαχη­τι­κά ανα­λαμ­βά­νου­με δρά­ση για να έχου­με όμορ­φα σχο­λεία, γήπε­δα, πάρ­κα κι ό,τι άλλο έχου­με ανά­γκη. Το μέλ­λον δε θα γίνει καλύ­τε­ρο μόνο του. Εμείς θα αγω­νι­στού­με γι’ αυτό, για τη ζωή που ονει­ρευό­μα­στε και όλα όσα μας αξίζουν.

Τι είναι αυτό που χωρίζει τους ανθρώπους;

Τα σύνορα; Το χρώμα; Η θρησκεία; Το φύλο;
Αν τρέμεις από αγανάκτηση για κάθε αδικία, τότε είσαι σύντροφός μου!
_Τσε Γκεβάρα

Απορ­ρί­πτου­με την ξενο­φο­βία και κάθε είδους ρατσι­σμό. Δε δεχό­μα­στε να χωρί­ζο­νται οι άνθρω­ποι ανά­λο­γα με το πού γεν­νή­θη­καν, τι χρώ­μα έχει το δέρ­μα τους, ποιον ή ποια ερω­τεύ­ο­νται. Το μονα­δι­κό σύνο­ρο του κόσμου είναι η εκμε­τάλ­λευ­ση: απ τη μία οι εργα­ζό­με­νοι άνθρω­ποι που παρά­γουν και δημιουρ­γούν κι από την άλλη όσοι εκμε­ταλ­λεύ­ο­νται την εργα­σία των πρώ­των και πλου­τί­ζουν σε βάρους τους. Η αιτία δεν είναι οι “κακοί και τρε­λοί” ηγέ­τες… αλλά οι πλού­σιοι όλης της Γης που κυνη­γούν όλο και περισ­σό­τε­ρα κέρ­δη. Φωνά­ζου­με ενά­ντια σε κάθε άδι­κο πόλε­μο. Υπε­ρα­σπι­ζό­μα­στε το δικαί­ω­μα κάθε λαού να ζει ειρη­νι­κά στη χώρα του. Οι λαοί δεν έχουν τίπο­τε να χωρί­σουν μετα­ξύ τους. Πιστεύ­ου­με στην ειρή­νη και τη φιλία των λαών. Δεχό­μα­στε και βοη­θά­με κάθε πρό­σφυ­γα και μετα­νά­στη που τον ξερί­ζω­σε από τη χώρα του ο πόλε­μος, η φτώ­χεια, οι διώ­ξεις κ.ά. Όσοι έρχο­νται κυνη­γη­μέ­νοι δεν είναι εχθροί. Εχθροί μας είναι όσοι κρα­τούν το όπλο στο χέρι και το στρέ­φουν ενά­ντια στους λαούς.

Τι γεννά τόσους πολέμους;

Καλύ­τε­ρα μόνος ή με παρέα; Γινό­μα­στε μια ομά­δα. Μοι­ρα­ζό­μα­στε τις ιδέ­ες μας, συζη­τά­με γι’ αυτές. Λέμε με θάρ­ρος τη γνώ­μη μας και σεβό­μα­στε τους φίλους μας. Ανα­λαμ­βά­νου­με ευθύ­νες και πρω­το­βου­λί­ες. Δεν κρυ­βό­μα­στε πίσω από οθό­νες. Παί­ζου­με όλοι μαζί, στα πάρ­κα και στις πλα­τεί­ες. Η Γη είναι το σπί­τι μας. Νοια­ζό­μα­στε και φρο­ντί­ζου­με τη φύση και τα ζώα. Δεν ανε­χό­μα­στε τα δάση, τα βου­νά και οι θάλασ­σες να κατα­στρέ­φο­νται από τις επι­χει­ρή­σεις. Θέλου­με να τα απο­λαμ­βά­νου­με και να τα αξιο­ποιού­με όλοι μας, με σεβα­σμό και στους επό­με­νους από εμάς. Ενδια­φε­ρό­μα­στε για όλα τα ζώα, ειδι­κά για όσα κινδυνεύ¬ουν να εξα­φα­νι­στούν ή αυτά που τρι­γυρ­νούν ταλαι­πω­ρη­μέ­να στους δρό­μους της πόλης.

Πώς φτάσαμε ως εδώ σήμερα;

Προ­στα­τεύ­ου­με το περι­βάλ­λον! Γνω­ρί­ζου­με την ιστο­ρι­κή αλή­θεια: Πάντα ο τρο­χός της Ιστο­ρί­ας γυρ­νού­σε προς τα μπρος όταν οι πολ­λοί έπαιρ­ναν τη ζωή στα χέρια τους κι αγω­νί­ζο­νταν για το δίκιο. Οι αγώ­νες των λαών γίνο­νται για εμάς πυξί­δα μέσα στην ανθρώ­πι­νη ιστο­ρία. Βρί­σκου­με τι είναι αυτό που μας κάνει να πού­με: “Κι όμως, κινεί­ται…” Δεν αφή­νου­με κανέ­ναν και τίπο­τα να κλέ­βει το μυα­λό μας. Στε­κό­μα­στε ενά­ντια σε κάθε εξάρ­τη­ση από ναρ­κω­τι­κά, δια­δί­κτυο. Δε θέλου­με τις σκέ­ψεις μας ναρ­κω­μέ­νες και το μυα­λό μας υπνω­τι­σμέ­νο. Κρα­τά­με το σώμα μας υγιές, καθα­ρό και δυνα­τό. Προ­στα­τεύ­ου­με τον εαυ­τό μας με ένα τεί­χος από αλη­θι­νούς φίλους.

Ποιο είναι το μεγαλύτερο μας όνειρο;

Ένας κόσμος όμορ­φος και δίκαιος για όλους. Ένας κόσμος όπου μέσα σε κάθε άνθρω­πο υπάρ­χει κάτι πιο βαθύ από τον εαυ­τό του, η συλ­λο­γι­κή ζωή και δρά­ση! Το περιο­δι­κό που κρα­τάς στα χέρια σου είναι, ήδη, το εισι­τή­ριό σου για να ξεκι­νή­σεις ένα συναρ­πα­στι­κό ταξί­δι. Ένα ταξί­δι καθό­λου μονα­χι­κό. Αρκεί να σκε­φτείς ότι κι άλλα παι­διά, αυτήν τη στιγ­μή, μπο­ρεί να βρί­σκο­νται στην ίδια σελί­δα με εσένα.

Κάρλος Τρινιδάδ Ντανιέλ Ενρίκες
Λιμενεργάτες, Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος της Ένωσης Λιμενεργατών 
του λιμανιού της Βερακρούς _
Ματιές στην ιστορία του αγώνα των εργατών.

Οι αγώ­νες των λιμε­νερ­γα­τών στη χώρα μας έχουν μεγά­λη ιστο­ρία. Το σωμα­τείο μας ιδρύ­θη­κε το 1911, περισ­σό­τε­ρα από 100 χρό­νια πριν. Ο πιο ξεχω­ρι­στός αγώ­νας που δώσα­με ήταν η απερ­γία που κάνα­με το 1971. Μεσά­νυ­χτα της 31ης Ιανουά­ριου ξεκι­νή­σα­με την απερ­γία για να αυξη­θούν οι μισθοί. Ήμα­σταν πολύ αγχω­μέ­νοι και ταυ­τό­χρο­να περή­φα­νοι που συμ­με­τεί­χα­με στην απερ­γία, για­τί δεν είναι εύκο­λο να στα­μα­τή­σεις τη δου­λειά σε ένα ολό­κλη­ρο λιμά­νι. Η Απερ­για­κή Επι­τρο­πή μάς μοί­ρα­σε σε ομά­δες, με καθή­κον να κρε­μά­σου­με τις απερ­για­κές σημαί­ες στα κτή­ρια και τις ζυγα­ριές των πλοί­ων, να φτιά­ξου­με 24ωρες απερ­για­κές φρου­ρές από 5 έως 10 απερ­γούς ανά πλοίο, στις ζυγα­ριές και στις πύλες των Ναυ­τι­λια­κών Πρακτορείων.
Μετά από 14 μέρες απερ­γί­ας… κερ­δί­σα­με όλα όσα ζητού­σα­με! Κατα­φέ­ρα­με επί­σης να παίρ­νου­με ένα ποσο­στό ανά τόνο φορ­τί­ου για το Ταμείο Κοι­νω­νι­κής Πρό­νοιας, δηλα­δή για τη φρο­ντί­δα της υγεί­ας των εργα­ζο­μέ­νων (νοση­λεία, ειδι­κούς για­τρούς κ.ά.). 20 χρό­νια μετά… Η κυβέρ­νη­ση του Μεξι­κό μαζί με τους εργο­δό­τες απο­φά­σι­σαν να δώσουν το λιμά­νι σε ιδιω­τι­κές επι­χει­ρή­σεις. Εμείς οι εργα­ζό­με­νοι αντι­δρά­σα­με, αλλά δυστυ­χώς η εργο­δο­σία εκφό­βι­ζε τους εργά­τες στις απο­βά­θρες με φυλά­κι­ση ακό­μη και δολο­φο­νί­ες. Τότε χάσα­με πολ­λά από τα δικαιώ­μα­τα που είχα­με. Ήταν ένα πραγ­μα­τι­κό έγκλη­μα ενα­ντί­ον των λιμε­νερ­γα­τών. Σήμε­ρα συνε­χί­ζου­με να αγω­νι­ζό­μα­στε για να πάρου­με πίσω τα δικαιώ­μα­τά μας!

ΟΜΟΡΦΙΑ τι είναι;

Η “εξω­τε­ρι­κή εμφά­νι­ση” περι­λαμ­βά­νει όλα εκεί­να τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά του ατό­μου που βλέ­πουν οι άλλοι άνθρω­ποι. “Εξω­τε­ρι­κή εμφά­νι­ση” είναι, δηλα­δή, τόσο τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά του σώμα­τος και του προ­σώ­που όσο και στοι­χεία πολι­τι­σμού, όπως τα ρού­χα, το χτέ­νι­σμα, τα κοσμή­μα­τα ή άλλα αξε­σουάρ και καλ­λυ­ντι­κά. Συχνά η εξω­τε­ρι­κή μας εμφά­νι­ση απο­τε­λεί έναν “κώδι­κα επι­κοι­νω­νί­ας”. Με αυτήν στέλ­νου­με μηνύ­μα­τα στους ανθρώ­πους, τους οποί­ους συνα­ντά­με ή επι­κοι­νω­νού­με με κάποιο τρόπο.

“Μου αρέσει ο εαυτός μου”

Το να αισθά­νε­σαι όμορ­φος δεν είναι κάτι απλό. Αντί­θε­τα, είναι μια σύν­θε­τη εμπει­ρία που τη βιώ­νεις με έντο­να συναι­σθή­μα­τα. Και σίγου­ρα δε σχε­τί­ζε­ται μόνο με την εξω­τε­ρι­κή μας εμφά­νι­ση, αλλά με πολύ περισ­σό­τε­ρα. Η αυτο­πε­ποί­θη­ση που ξεκι­νά­ει από τη γνώ­ση του πώς λει­τουρ­γεί ο κόσμος γύρω μας και ποια είναι θέση μας μέσα σε αυτόν, από την ευχα­ρί­στη­ση που μας προ­σφέ­ρουν οι τέχνες και ο αθλη­τι­σμός, από την ικα­νο­ποί­η­ση να παλεύ­εις μαζί με άλλους για μεγά­λα ιδα­νι­κά, από την αγά­πη που παίρ­νου­με και δίνου­με στους άλλους ανθρώ­πους, από τη σιγου­ριά ότι μπο­ρού­με να τα κατα­φέ­ρου­με… αυτή η αυτο­πε­ποί­θη­ση μπο­ρεί να μας χαρί­σει “λαμπε­ρή” ομορφιά.
Ήξε­ρες ότι… ο εγκέ­φα­λος μας χρειά­ζε­ται μόλις 150 χιλιο­στά του δευ­τε­ρο­λέ­πτου για να “βαθ­μο­λο­γή­σει” αισθη­τι­κά ένα πρό­σω­πο; η μνή­μη μας συγκρα­τεί τα άσχη­μα πρό­σω­πα περισ­σό­τε­ρο απ’ ό,τι τα όμορφα;

Η ομορφιά στην ΙΣΤΟΡΙΑ

Τα πρό­τυ­πα ομορ­φιάς δεν ήταν πάντα ακρι­βώς ίδια. Το “ωραίο” αλλά­ζει από επο­χή σε επο­χή και από κοι­νω­νία σε κοι­νω­νία. Στην Αρχαία Ελλά­δα χρη­σι­μο­ποιού­σαν τη λέξη “ωραία”, που προ­έρ­χε­ται από τη λέξη “ώρα”. Ομορ­φιά, δηλα­δή, σήμαι­νε το να είναι κανείς “στην ώρα του”. Έτσι, μια μεγα­λύ­τε­ρη γυναί­κα που προ­σπα­θού­σε να δεί­χνει νεό­τε­ρη, δε θα την θεω­ρού­σαν όμορ­φη. Οι αρχαί­οι Έλλη­νες συνέ­δε­σαν την εξω­τε­ρι­κή ομορ­φιά με την εσω­τε­ρι­κή και χρη­σι­μο­ποιού­σαν τη λέξη “κάλ­λος” για κάποιο- ν/κάποια που ήταν όμορ­φο­5/-η και ταυ­τό­χρο­να καλλιεργημένο_ θεο­ποί­η­σαν μάλι­στα το “κάλ­λος” στο πρό­σω­πο της θεάς Αφροδίτης.

Σ’ εκεί­νη την επο­χή, οι γυναί­κες των δου­λο­κτη­τών χρη­σι­μο­ποιού­σαν κοσμή­μα­τα και πολ­λά καλ­λυ­ντι­κά, όπως κρέ­μες, αρώ­μα­τα, μακι­γιάζ και βαφές για τα μακριά, περι­ποι­η­μέ­να τους μαλ­λιά. Αντί­θε­τα, οι γυναί­κες των δού­λων (που όπως και οι άντρες δού­λοι θεω­ρού­νταν κάτι σαν άψυ­χα εργα­λεία) είχαν κοντά μαλ­λιά που δε χρειά­ζο­νταν περι­ποί­η­ση για να μπο­ρούν να δουλεύουν.

Οι αρχαί­οι Αιγύ­πτιοι ήταν οι πρώ­τοι που απο­τύ­πω­σαν το σώμα και το πρό­σω­πο με τη βοή­θεια μαθη­μα­τι­κών συμ­βό­λων, μέσα σε ένα πλαί­σιο κάθε­των και ορι­ζό­ντιων γραμ­μών. Φρό­ντι­ζαν με επι­μέ­λεια την καθα­ριό­τη­τα των ρού­χων και του σώμα- τους, ενώ χρη­σι­μο­ποιού­σαν πολύ μακι­γιάζ και καλ­λυ­ντι­κά. Συχνά ξύρι­ζαν τα μαλ­λιά τους και χρη­σι­μο­ποιού­σαν περού­κες. Όσο πιο σπου­δαί­ος ήταν κάποιος, τόσο πιο περί­τε­χνο ήταν το ντύ­σι­μο και το βάψι­μό του.

Αργό­τε­ρα, στην Ανα­γέν­νη­ση, ο Λεο­νάρ­ντο ντα Βίν­τσι στο έργο του “Άνθρω­πος του Βιτρού­βιου” απει­κό­νι­σε τις «τέλειες ανα­λο­γί­ες» του αντρι­κού σώμα­τος: τέσ­σε­ρα δάχτυ­λα είναι ίσα με μια παλά­μη, τέσ­σε­ρις παλά­μες είναι ίσες με ένα πόδι, 24 παλάμες …

Ήξε­ρες ότι… στην προϊ­στο­ρι­κή επο­χή οι υπέρ­βα­ρες γυναί­κες απο­τε­λού­σαν μάλ­λον περι­ζή­τη­τες συντρό­φους; Οι άντρες προ­τι­μού­σαν τις γυναί­κες που ήξε­ραν να βρί­σκουν τρο­φή και να επι­βιώ­νουν. Εξάλ­λου, οι γυναί­κες αυτές ήταν πιο πιθα­νό να ζήσουν περισ­σό­τε­ρα χρό­νια και να κάνουν πολ­λά παιδιά.

Η ομορφιά ΣΗΜΕΡΑ δεν έχει να κάνει μόνο με τα
φυσικά χαρακτηριστικά που κληρονομεί ένα άτομο.
Σχετίζεται και με τον τρόπο ζωής

      • ·       Την ποιό­τη­τα διατροφής
      • ·       Την ποιό­τη­τα ύπνου
      • ·       Την άσκη­ση και τον αθλητισμό
      • ·       Την πρό­σβα­ση σε υπη­ρε­σί­ες υγείας
      • ·       Την πρό­σβα­ση σε υπη­ρε­σί­ες αισθητικής
      • ·       Τον ελεύ­θε­ρο χρόνο

Ας σκεφτούμε…

Ζουν με τον ίδιο τρό­πο μια γυναί­κα-ιδιο­κτή­τρια ή διευ­θύ­ντρια σε μια μεγά­λη επι­χεί­ρη­ση και μια γυναί­κα υπάλ­λη­λος, πωλή­τρια, καθα­ρί­στρια ή εργά­τρια; Είναι το ίδιο για τη γυναί­κα που έχει έναν “στρα­τό” από υπη­ρέ­τριες, ντα­ντά­δες, αισθη­τι­κούς στην υπη­ρε­σία της με τη γυναί­κα που εκτός από την εργα­σία της έχει να φρο­ντί­σει το νοι­κο­κυ­ριό και την οικο­γέ­νειά της;

Στη σημε­ρι­νή κοι­νω­νία η ομορ­φιά είναι εμπό­ρευ­μα. Ολό­κλη­ρες βιο­μη­χα­νί­ες βγά­ζουν απί­στευ­τα κέρ­δη γύρω από αυτήν:

      • ·       της μόδας και των καλλυντικών,
      • ·       της δια­φή­μι­σης και του πολιτισμού,
      • ·       της υγεί­ας, της αισθη­τι­κή, κ.ά.

Από παντού και με διά­φο­ρους τρό­πους “ακού­με” πως “η νέα γυναί­κα πρέ­πει να είναι όμορ­φη για να ξεχω­ρί­σει, να βρει δου­λειά και να ξεπε­ρά­σει όλους-ες τους-τις συνα­δέλ­φους της”. Προ­σπα­θούν να μας πεί­σουν πως αυτός είναι ο τρό­πος για μια κοπέ­λα που έχει γεν­νη­θεί σε φτω­χή οικο­γέ­νεια, τελι­κά να γίνει πλού­σια. Ότι με την ομορ­φιά της θα μπο­ρέ­σει να απο­κτή­σει γρή­γο­ρα και εύκο­λα πολ­λά χρή­μα­τα. Το απο­τέ­λε­σμα, όμως, είναι πως έτσι το γυναι­κείο σώμα γίνε­ται ένα ακό­μη εμπό­ρευ­μα στη βιτρί­να, ένα αντι­κεί­με­νο που που­λιέ­ται και αγο­ρά­ζε­ται και η ίδια η γυναί­κα κατα­λή­γει μια άψυ­χη κούκλα.

Η ομορ­φιά γίνε­ται στοι­χείο αντα­γω­νι­σμού ανά­με­σα σε ανθρώ­που: που στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα δεν έχουν τίπο­τα να χωρί­σουν μετα­ξύ τους. Ακό­μα μπο­ρεί να οδη­γεί σε ρατσι­στι­κές αντι­λή­ψεις και συμπεριφορές.

Ομορφιά & social media

Στα & social media ο άνθρω­πος αντι­με­τω­πί­ζε­ται σαν μια εικό­να για θαυ­μα­σμό, μια εικό­να που πολ­λές φορές είναι το ανα­γκαίο “εισι­τή­ριο”, για να μπεις σε μια παρέα, για να έχεις μια καλή καριέ­ρα, μια καλή σχέ­ση, μια καλή ζωή.

Όταν στα social media βλέ­που­με μία επε­ξερ­γα­σμέ­νη φωτο­γρα­φία της στιγ­μής, επι­λεγ­μέ­νη προ­σε­κτι­κά, αυτό δε σημαί­νει ότι αυτή η φωτο­γρα­φία αντι­προ­σω­πεύ­ει ολό­κλη­ρη την καθη­με­ρι­νό­τη­τα κάποιου. Όταν συγκρί­νου­με τη δική μας εικό­να με την επε­ξερ­γα­σμέ­νη, τελειο­ποι­η­μέ­νη εικό­να του άλλου, αυτή η σύγκρι­ση είναι άδι­κη και μπο­ρεί να μας πλη­γώ­σει συναι­σθη­μα­τι­κά. Εξάλ­λου, στην πραγ­μα­τι­κή ζωή η “τέλεια εικό­να” δεν έχει την ίδια σημα­σία. Για­τί όταν βρε­θού­με με τους φίλους και τις φίλες μας, η εικό­να μας είναι μόνο ένα από τα στοι­χεία της επα­φής μας με αυτούς. Οι άνθρω­ποι κάνουν παρέ­ες, ερω­τεύ­ο­νται κλπ. με άλλους ανθρώ­που και όχι με τις φωτο­γρα­φί­ες τους!

Ακό­μα περισ­σό­τε­ρο μπο­ρεί να μας πλη­γώ­σει η σύγκρι­ση όχι μόνο με τους “τέλειους άλλους”, αλλά και με την “τέλεια” εικό­να του εαυ­τού μας, που δημιουρ­γού­με μέσα από τα διά­φο­ρα φίλ­τρα των αντί­στοι­χων εφαρ­μο­γών. Συχνά τα κοι­νω­νι­κά δίκτυα γίνο­νται μέσο για να ασκεί­ται πίε­ση, εκφο­βι­σμός ή ρατσι­σμός με βάση και την εξω­τε­ρι­κή εμφά­νι­ση. Μερι­κές φορές, νέα κορί­τσια ή αγό­ρια που προ­σπα­θούν να μοιά­σουν στα εξω­πραγ­μα­τι­κά πρό­τυ­πα ομορ­φιάς των social media κατα­λή­γουν σε ακραί­ες συμπε­ρι­φο­ρές (πχ. δεν τρώ­νε καθό­λου) κι έτσι βλά­πτουν τη σωμα­τι­κή και ψυχι­κή τους υγεία.

Κάθε άνθρω­πος είναι πολ­λά περισ­σό­τε­ρα από μια “εικό­να” που πρέ­πει να γίνει απο­δε­κτή: Είναι μια προ­σω­πι­κό­τη­τα με ανά­γκες και όνει­ρα σε ένα σώμα που πρέ­πει να είναι υγιές για να μπο­ρεί να χαρεί και να δημιουργήσει!

Νίνα Σιμόν _ Διάσημη Αμερικανίδα μουσικός 
και αγωνίστρια για το δικαιώματα των μαύρων

Έζη­σε από το 1933 έως το 2003
Γεν­νή­θη­κε στη Βόρεια Καρο­λί­να του αμε­ρι­κά­νι­κου Νότου των ΗΠΑ
Ξεκί­νη­σε να τρα­γου­δά και να παί­ζει πιά­νο από πολύ μικρή. Της άρε­σε πολύ η κλα­σι­κή μου­σι­κή και λάτρευε τον Μπαχ, τον Μπε­τό­βεν, τον Σοπέν. Μπο­ρού­σε να παί­ξει στο πιά­νο οποιο­δή­πο­τε κομ­μά­τι άκου­γε. Ονει­ρευό­ταν να γίνει κλα­σι­κή πια­νί­στρια… αλλά δεν κατά­φε­ρε ποτέ να ολο­κλη­ρώ­σει τις σπου­δές της σε μια φημι­σμέ­νη σχο­λή μου­σι­κής, όπως ήθε­λε. Η ίδια πίστευε πως αιτία ήταν το χρώ­μα του δέρ­μα­τός της.

Ο μύθος της Nina Simone

Σε ηλι­κία μόλις 12 χρο­νών συμ­με­τεί­χε σε ένα ρεσι­τάλ κλα­σι­κού πιά­νου σε μια δημο­τι­κή βιβλιο­θή­κη. Οι γονείς της κάθι­σαν στην πρώ­τη σει­ρά για να χει­ρο­κρο­τή­σουν την κόρη τους. Οι υπεύ­θυ­νοι της συναυ­λί­ας, όμως, τους είπαν να σηκω­θούν για να κάτσουν στη θέση τους κάποιοι λευ­κοί που είχαν καθυ­στε­ρή­σει. Η Νίνα είδε με τα μάτια της τι σημαί­νει ρατσι­σμός. Δεν το άντε­ξε. Αρνή­θη­κε να παί­ξει! Την επό­με­νη μέρα ξύπνη­σε “λιγό­τε­ρο αθώα, περισ­σό­τε­ρο σκλη­ρή, λίγο περισ­σό­τε­ρο μαύ­ρη…”, όπως είχε αναφέρει.

Ακούστε τραγούδια της

Παρά τα πολ­λά εμπό­δια που συνά­ντη­σε, δεν το έβα­λε κάτω. Συνέ­χι­σε να παλεύ­ει για το όνει­ρό της. Μελε­τού­σε σκλη­ρά και δού­λευε ως πια­νί­στρια και τρα­γου­δί­στρια σε μπαρ για να μπο­ρέ­σει να ζήσει. Ταυ­τό­χρο­να αγω­νι­ζό­ταν ενά­ντια στην κατα­πί­ε­ση των μαύ­ρων. Άρχι­σε να ηχο­γρα­φεί τρα­γού­δια για την αφρο­α­με­ρι­κά­νι­κη κατα­γω­γή της και τη φυλε­τι­κή ανι­σό­τη­τα. Έτσι, η κλα­σι­κή μου­σι­κή που αγα­πού­σε ενώ­θη­κε στα τρα­γού­δια της και με άλλα είδη μου­σι­κής: τζαζ, μπλουζ, γκό­σπελ, φανκ κά. Τη δεκα­ε­τία του 1960 ο αγώ­νας των Αφρο­α­με­ρι­κα­νών για ισό­τη­τα δυνα­μώ­νει. Πολ­λοί καλ­λι­τέ­χνες παλεύ­ουν στο πλευ­ρό τους, ανά­με­σά τους και η Νίνα Σιμόν. Το 1964, η δολο­φο­νία του βετε­ρά­νου ακτι­βι­στή Μέντ­γκαρ Έβερς στο Μισι­σί­πι και η έκρη­ξη στην Εκκλη­σία Βαπτι­στών της Αλα­μπά­μα, όπου τέσ­σε­ρα μαύ­ρα κορί­τσια έχα¬σαν τη ζωή τους, ενέ­πνευ­σαν τη Νίνα Σιμόν να γρά­ψει το Mississippi Goddman (το πρώ­το της τρα­γού­δι δια­μαρ­τυ­ρί­ας που γρά­φτη­κε από “μανία, μίσος και αποφασιστικότητα”.

Τότε ένιω­θα πιο ζωντα­νή απ’ ό,τι νοιώ­θω τώρα. Ερμή­νευα τρα­γού­δια για να βοη­θή­σω τους συναν­θρώ­πους μου. Ήμουν περή­φα­νη για το γεγο­νός ότι ήμουν μέρος ενός κινή­μα­τος που έγρα­φε ιστο­ρία. Έδι­νε μεγα­λύ­τε­ρη αξία σ’ αυτό που έκα­να για να κερ­δί­σω τα προς το ζην”.

Η Νίνα Σιμόν έγι­νε μια σπου­δαία μου­σι­κός. Ηχο­γρά­φη­σε δεκά­δες δίσκους και τρα­γού­δη­σε μπρο­στά σε χιλιά­δες θαυ­μα­στές της που λάτρε­ψαν τη φωνή και τα τρα­γού­δια της. Αν και η δου­λεία καταρ­γή­θη­κε τυπι­κά στο Σύνταγ­μα των ΗΠΑ μετά το τέλος του Αμε­ρι­κα­νι­κού Εμφυ­λί­ου (1865), στην πρά­ξη η ανι­σό­τη­τα και οι αδι­κί­ες ενα­ντί­ων των μαύ­ρων δεν έπα­ψαν να υπάρ­χουν. Ακό­μη και διά­φο­ροι νόμοι και κανο­νι­σμοί τούς αντι­με­τώ­πι­ζαν ως κατώ­τε­ρους. Οι απε­λευ­θε­ρω­μέ­νοι σκλά­βοι δυστυ­χού­σαν στη φτώ­χεια και την ανερ­γία, ενώ έκα­ναν τις πιο δύσκο­λες δου­λειές παίρ­νο­ντας λιγό­τε­ρα χρή­μα­τα από τους λευ­κούς. Ταυ­τό­χρο­να διά­φο­ρες εγκλη­μα­τι­κές ακρο­δε­ξιές οργα­νώ­σεις μιλού­σαν για “τη λευ­κή υπε­ρο­χή”, σκό­τω­ναν και τρο­μο­κρα­τού­σαν του μαύ­ρους σε κάθε τους βήμα, έκαι­γαν και ανα­τί­να­ζαν σπί­τια και εκκλησίες.

Προσδεθείτε… και φύγαμε!

 

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο