Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Το Πολυτεχνείο ζει;

Γρά­φει ο Βασί­λης Λιόγκαρης

46 ολόκληρα χρόνια από τότε.

Ήμου­να νιος και γέρα­σα και το Πολυ­τε­χνείο ζει και ζώνε­ται ανά­με­σα στα χρόνια.

Το Πολυ­τε­χνείο καθιε­ρώ­θη­κε μια για πάντα και μια για πάντα εδραιώ­θη­κε στις συνει­δή­σεις, τις ψυχές και τις καρ­διές της φοι­τη­τι­κής νεο­λαί­ας και όχι μόνο
Δημιούρ­γη­σε από­λυ­τα ένα καθε­στώς από προ­βλη­μα­τι­σμούς και συνει­δη­το­ποι­ή­σεις που άντε­ξε και αντέ­χει στην ιστο­ρία και στη φθο­ρά του χρόνου.
Δημιούρ­γη­σε μια πρω­το­πό­ρο αγω­νι­στι­κή και επα­να­στα­τι­κή νεο­λαία, γεμά­τη ιδα­νι­κά και προοπτική.

Το Πολυ­τε­χνείο ζει και θα ζει για πάντα, για­τί έτσι πρέ­πει, για να προ­χω­ρά και να εξε­λίσ­σε­ται η ανθρωπότητα

46 χρόνια και μη μου πει κανείς ότι δεν έγινε ένα βήμα

Οι χού­ντες ξεψύ­χη­σαν, τα τανκς τους έπια­σαν που­ρί, τα συντρίμ­μια του ερει­πω­μέ­νου χώρου ανα­στη­λώ­θη­καν και οι τοί­χοι καθάρισαν.
Μα η ώρα της σοδειάς δεν έφτα­σε ακόμα.
Το σμί­ξι­μο των σπό­ρων βαθιά μέσα στη γη δεν έφε­ρε τη μυστα­γω­γία της γένε­σης και τα στά­χια ‑αχα­μνά, δε στρέ­ψα­νε τις φού­ντες τους στην Άνοιξη
Η σκου­ρια­σμέ­νη πόρ­τα που ανα­ση­κώ­θη­κε, με τη βοή­θεια τεχνι­κών μηχα­νι­σμών έκρυ­ψε τη σκου­ριά και το μαύ­ρο μπο­γιά­τι­σμα με το χρυ­σό γεί­σο φρε­σκά­ρι­σε την όψη της. Μέσα της όμως, φέρ­νει ακό­μα όλον τον πόνο της συντρι­βής από τον όγκο της ερπύ­στριας και το αδι­καί­ω­το του αγώνα.

46 χρόνια μετά και δεν εγύρισε ο Ήλιος.

Ανδρώ­θη­κε η ηρω­ι­κή εκεί­νη γενιά, που παλ­λη­κα­ρή­σια σήκω­σε στους ώμους φορ­τίο βαρύ και πλή­ρω­σε τίμη­μα γερό με αίμα και θάνατο.
Τώρα δυστυ­χώς σε κάποιους το κατε­στη­μέ­νο απορ­ρό­φη­σε την δημιουρ­γι­κό­τη­τά τους και τους ενσω­μά­τω­σε στο σύστημα.
Όμως τα μηνύ­μα­τα παρα­μέ­νου­νε μηνύματα.
Μηνύ­μα­τα ανο­λο­κλή­ρω­τα, κατα­χω­νια­σμέ­να σε θολές συνει­δή­σεις και ορά­μα­τα μακρι­νά.
Ο αγώ­νας για ψωμί — δου­λειά και μόρ­φω­ση είναι και σήμε­ρα επί­και­ρος όσο ποτέ
Ο αγώ­νας για την παι­δεία είναι αγώ­νας συνέ­χειας, ιδί­ως για τα παι­διά του φτω­χού εργά­τη, που κιν­δυ­νεύ­ουν να χάσουν το τραί­νο της μάθησης.
Το άσυ­λο που χάθη­κε μέσα στη γρα­φειο­κρα­τία. Τα πτυ­χία είναι υπο­βαθ­μι­σμέ­να και οι πόρ­τες των επι­χει­ρή­σε­ων κλειστές.
Η ανερ­γία στη νεο­λαία χτυ­πά­ει την πόρ­τα. Και σήμε­ρα, ακό­μα οι στό­χοι παρα­μέ­νουν ανεκπλήρωτοι.

Θα ‘ρθει όμως και­ρός, θα ‘ρθου­νε στιγ­μές, που θα πάρουν φως κι αγέ­ρα και θα ξανα­βγούν στην επιφάνεια.

Γιατί στην Ιστορία, στη Ζωή, στην Αιωνιότητα, στο οικοδόμημα της δημιουργίας, τίποτε δεν αρχίζει με ένα Πολυτεχνείο. Είναι απλά ένα λιθαράκι.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο