Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Το τελευταίο σημείωμα», μερικές σκέψεις

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Ξεκι­νώ να δια­μορ­φώ­νω σε κεί­με­νο κάποιες σκέ­ψεις γύρω από την ται­νία «Το τελευ­ταίο σημεί­ω­μα», με αφορ­μή την τηλε­ο­πτι­κή μετά­δο­σή της, έχο­ντας την δει όταν πρω­το­βγή­κε στις κινη­μα­το­γρα­φι­κές αίθου­σες. Προ­τί­μη­σα εκεί­νη την επο­χή να σιω­πή­σω. Γρά­φτη­καν πολ­λά και εύκο­λα. Έβγα­ζε μια μιζέ­ρια και ένδεια. Επί­σης, δεν ήθε­λα να συμ­βάλ­λω σε αρνη­τι­κή προ­διά­θε­ση προς την ται­νία ή να απο­τρέ­ψω κόσμο (έστω άθε­λα μου) να δει την ταινία.

Είδα την ται­νία, συγκι­νή­θη­κα και έκλα­ψα. Από αυτό που έβλε­πα, περισ­σό­τε­ρο όμως από τους συνειρ­μούς και την ταύ­τι­ση με πρό­σω­πα για τα οποία άκου­σα να μου μιλά­νε ή γνώ­ρι­σα στα δια­βά­σμα­τά μου. Ήταν η ποσό­τη­τα και η ποιό­τη­τα της θυσί­ας και της προ­σφο­ράς χιλιά­δων συντρό­φων που προ­κά­λε­σε τόσο δυνα­τή συναι­σθη­μα­τι­κή έκρη­ξη σε έναν άνθρω­πο που έχει τη φήμη του σκλη­ρού που ελά­χι­στες φορές στη ζωή του έχει κλά­ψει. Το φιτί­λι ήταν η ται­νία, εύφλε­κτο, μαστό­ρι­κα φτιαγμένο.

Νομί­ζω ότι το ίδιο περί­που νιώ­σα­με όλοι όσοι η ψυχή και το μυα­λό μας αρδεύ­ε­ται από τη θυσία και το μαρ­τύ­ριο χιλιά­δων μελών του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμματος.

Ομως, εξερ­χό­με­νος της αιθού­σης και μαλα­κώ­νο­ντας η ψυχή, έρχο­νται στο μυα­λό μου πράγ­μα­τα που βλέ­πο­ντας την ται­νία με ξάφ­νια­σαν (αρνη­τι­κά) και να γεν­νιού­νται ερωτήματα.

Το βασι­κό­τε­ρο ερώ­τη­μα όμως που ξεπή­δη­σε είναι: Σε και­ρούς δύσκο­λους να ειπω­θεί η αλή­θεια (η ταξι­κή) ποιος ο ρόλος της τέχνης, ποια η στά­ση του δημιουρ­γού; Θα υιο­θε­τή­σει την κυρί­αρ­χη εκδο­χή — ερμη­νεία των γεγο­νό­των; Θα υιο­θε­τή­σει την κυρί­αρ­χη αφή­γη­ση της ιστο­ρί­ας (στην προ­κει­μέ­νη περί­πτω­ση); Θα κάνει συμ­βι­βα­σμούς; Και αν ναι, ποιους; Μέχρι πού;

Και ο Βούλ­γα­ρης είναι ένα πολύ καλό παρά­δειγ­μα να μιλή­σει κανείς γι’ αυτό για­τί έχει ται­νί­ες στο ενερ­γη­τι­κό του που δεί­χνουν – αντι­κα­το­πτρί­ζουν και την πορεία του ελλη­νι­κού κινη­μα­το­γρά­φου από τη Μετα­πο­λί­τευ­ση και δώθε.

«Τα πέτρι­να χρό­νια» σε μια επο­χή ευνοϊ­κή να ειπω­θεί η αλή­θεια (ταξι­κή), όχι μόνο δεν έχει κόστος αλλά λει­τουρ­γεί υπέρ του δημιουρ­γού, υπέρ της εμπο­ρι­κό­τη­τας της ται­νί­ας (είναι ένας παρά­γο­ντας που και ο ίδιος ο Βουλ­γα­ρης βάζει). Σε δύσκο­λους και­ρούς, όπου κυριαρ­χεί ο απο­κα­λού­με­νος ιστο­ρι­κός ανα­θε­ω­ρη­τι­σμός (και από δυνά­μεις με αρι­στε­ρό προ­σω­πείο) και ο οποί­ος εκμε­ταλ­λεύ­ε­ται την ιστο­ρι­κή θολού­ρα, εσκεμ­μέ­να απο­σιω­πά γεγο­νό­τα και συνει­δη­τά υπερ­το­νί­ζει κάποια άλλα, έχου­με «Το τελευ­ταίο σημεί­ω­μα». Εχει προη­γη­θεί το «Ψυχή βαθιά» (στην αρχή αυτής της περιό­δου) και δύο κλα­σι­κές εμπο­ρι­κές ταινίες.

Το αντί­ξοο της επο­χής σημαί­νει πρα­κτι­κά και εμπό­δια στο δημιουρ­γό που θέλει να πει την αλή­θεια ως έχει. Θεμι­τή η φιλο­δο­ξία του δημιουρ­γού να κοι­νω­νή­σουν το έργο του όσο περισ­σό­τε­ροι γίνε­ται, και αναμ­φί­βο­λα να καλυ­φτεί το κόστος που συνή­θως είναι και υψηλό.

Τι θέση παίρ­νει ο Βούλ­γα­ρης; Τι προ­βάλ­λει η ται­νία; Απο­ψή μου, ο Βούλ­γα­ρης κάνει όλους εκεί­νους τους συμ­βι­βα­σμούς που είναι απα­ραί­τη­τοι για να «περ­πα­τή­σει» η ται­νία. Εξη­γή­σι­μο για δημιουρ­γούς που δεν είναι δεμέ­νοι με το κίνη­μα, που δεν έχουν πάρει τα όποια ρίσκα της συμ­με­το­χής στο κίνημα.

Ποια η αφή­γη­ση της ται­νί­ας; Αυτή του ιστο­ρι­κού ανα­θε­ω­ρη­τι­σμού — το πολύ ή λίγο δεν έχει σημα­σία, η ουσία μετρά, ότι όλα εκεί­να τα στοι­χεία τα ενο­χλη­τι­κά παρα­λεί­πο­νται, απο­σιω­πού­νται, δια­στρε­βλώ­νο­νται – επι­δέ­ξια βέβαια – έτσι ώστε να προ­κύ­ψει αυτό το θολό εθνι­κό, το άνευ­ρο, το ατα­ξι­κό, το ανιστόρητο.

Πού τα στη­ρί­ζω αυτά;

1. Το κλα­σι­κό της παρά­λει­ψης της λέξης κομ­μου­νι­στής από τη δια­τα­γή (δε χρειά­ζε­ται να επε­κτα­θώ φαντά­ζο­μαι συμ­φω­νού­με σε αυτό)

2. Έχου­με τη σκη­νή στους Μωλά­ους όπου οι αντάρ­τες σκο­τώ­νουν τον Γερ­μα­νό αντι­στρά­τη­γο. Το ότι είναι αντάρ­τες και μάλι­στα ΕΛΑ­Σί­τες το ξέρω εγώ. Ο Βούλ­γα­ρης μου δεί­χνει κάτι χωριά­τες που άφη­σαν τις τσά­πες στο χωρά­φι, πήγαν καθά­ρι­σαν το Γερ­μα­νό και γύρι­σαν πάλι στο χωρά­φι. Τίπο­τα στην εικό­να του δε θύμι­ζε αντάρ­τες, πολύ δε περισ­σό­τε­ρο ΕΛΑΣ.

3. Σε λίγες σκη­νές η δρά­ση μετα­φέ­ρε­ται στην πτέ­ρυ­γα των γυναι­κών. Όμως φρο­ντί­ζει να το σημα­το­δο­τή­ση με το αστέ­ρι στο ένδυ­μα της γυναί­κας (Που­λά­ει το Ολο­καύ­τω­μα των Εβραί­ων, δεν ενο­χλεί κανέ­ναν). Ποια είναι η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα όμως; Στο Χαϊ­δά­ρι έχου­με ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΡΙΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ (οι Εβραί­οι ήταν πολύ λίγοι). Εκα­τόν τόσες κομ­μου­νί­στριες γυναί­κες πήραν δύο βδο­μά­δες μετά και τις στεί­λαν σε στρα­τό­πε­δο συγκέ­ντρω­σης στη Γερ­μα­νία. Μια ανα­φο­ρά άσχε­τη σε διά­λο­γο ανδρών κρα­του­μέ­νων στην ΕΠΟ­Νί­τισ­σα και μια ανα­φο­ρά κρα­τού­με­νης όταν πηγαί­νουν στο θάλα­μο τη συλ­λη­φθεί­σα ΕΠΟ­Νί­τισ­σα ότι τη γνώ­ρι­ζε από τις μεγά­λες διαδηλώσεις

(Ποιες δια­δη­λώ­σεις και για­τί; το ερώ­τη­μα όμως δεν έχει σημα­σία για­τί ολό­κλη­ρη η ται­νία ήταν ξεκομ­μέ­νη από το μεγα­λειώ­δες κίνη­μα της αντί­στα­σης: δια­δη­λώ­σεις, αλλη­λεγ­γύη, σαμπο­τάζ, αντάρ­τι­κος στρα­τός κλπ τόσο που να μην κατα­νο­εί­ται ακό­μη και το για­τί σκό­τω­σαν οι αντάρ­τες το Γερ­μα­νό στους Μωλά­ους; Να θυμί­σω ότι διά­φο­ροι και όχι μόνο τζή­με­ροι λένε και γρά­φουν ότι οι αντάρ­τες προ­κα­λού­σαν τα αντί­ποι­να των Γερμανών).

4. Παρα­μο­νή της εκτέ­λε­σης, στο νεκρο­θά­λα­μο, όπως εύστο­χα τον χαρα­κτή­ρι­σε ο ήρω­ας. Χορεύ­ουν. Γλε­ντούν τη ζωή και τη θυσία αντά­μα ανα­πό­σπα­στα, για­τί με τη στά­ση τους αυτοί και όσοι προη­γή­θη­καν ήξε­ραν ότι έγρα­φαν τους στί­χους του Ρίτσου:

Να λεί­πεις- δεν είναι τίπο­τα να λείπεις.
Αν έχεις λεί­ψει για ό,τι πρέπει,
θα ‘σαι για πάντα μέσα σ’ όλα εκεί­να που γι’ αυτά έχεις λείψει,
θα ‘σαι για πάντα μέσα σ” όλο τον κόσμο…

Εύστο­χα τους βάζει ο Βούλ­γα­ρης να χορεύ­ουν χορούς λεβέ­ντι­κους κρη­τι­κούς και ποντια­κούς για να δεί­ξει τη λεβε­ντιά τους, την υπε­ρο­χή τους. Έρχε­ται όμως ένα επι­φώ­νη­μα, «Να ζήσει ο Πόντος» που ανα­φω­νεί ένας μελ­λο­θά­να­τος. Και ανα­ρω­τιέ­σαι, αυτοί που γρά­ψαν με στά­ση ζωής τους στί­χους του Ρίτσου δεν είπαν κάτι για το λαό; (πού να ανα­ρω­τη­θώ αν είπαν κάτι για το κόμ­μα τους…)
Το επι­φώ­νη­μα του δίνει διέ­ξο­δο, να ξεπε­ρά­σει το σκό­πε­λο. Δηλα­δή, δεί­χνει παλι­κα­ριά, δεί­χνει λεβε­ντιά δε δεί­χνει φρό­νη­μα. Δεί­χνει εθνι­κό δε δεί­χνει ταξι­κό. Αλλω­στε το είπε και σε συνέ­ντευ­ξή του ο Βούλ­γα­ρης Δεν τον ενδιέ­φε­ρε η ιδε­ο­λο­γία των ανθρώ­πων αλλά η ανθρώ­πι­νη αξιο­πρέ­πεια για την οποία θυσιάστηκαν!!!

5. Η σκη­νή της εξαί­ρε­σης του Ναπο­λέ­ο­ντα, όπως την έχου­με δια­βά­σει στον Κορ­νά­ρο, απο­δί­δε­ται στην ταινία;

6. Γενι­κό­τε­ρα, και ένα από τα σημα­ντι­κό­τε­ρα πρό­σω­πα της ται­νί­ας είναι ο Σου­κα­τζί­δης. Πολύ αδύ­να­τα τον σκια­γρα­φεί, πολύ επί­πε­δα, στέ­κε­ται στον αφρό, στην επι­φά­νεια γι’ αυτό και η σκη­νή της εξαί­ρε­σης είναι πολύ άνευρη.

Ήσο­νος σημα­σί­ας αλλά όχι σημα­σιο­λο­γι­κά ασή­μα­ντο. Στο διά­λειμ­μα ρώτη­σα έφη­βη, πώς της φαί­νε­ται η ται­νία, πολύ καλή μου απα­ντά και ο πρω­τα­γω­νι­στής κού­κλος, άπαι­χτος. Της έδει­ξα στο τηλέ­φω­νο τη φωτό του Ναπο­λέ­ο­ντα Σου­κα­τζί­δη, απογοητεύτηκε.

Για­τί έχει σημα­σία αυτό; Για­τί και καθώς ο χαρα­κτή­ρας είναι άνευ­ρος, κυριαρ­χεί η γλυ­κιά εικό­να του πρωταγωνιστή.

6. Εκτέ­λε­ση, αν θυμά­μαι, καλά οι μελ­λο­θά­να­τοι μιλούν γενι­κά και αόρι­στα για όμορ­φες μέρες (ούτε λόγος βέβαια για λαοκρατία)

7. Και στην εκτέ­λε­ση δεί­χνει τη λεβε­ντιά (και όχι το φρό­νη­μα). Το εύρη­μα με τη χτέ­να «χτέ­νι­σέ μας τα …». Οι δια­κό­σιοι τρα­γού­δη­σαν τον εθνι­κό ύμνο και τη διε­θνή Στην ται­νία; Βάζει τον Κώστα τον καθο­δη­γη­τή βέβαια να λέει «κομ­μου­νι­στής μέχρι τέλος». Αυτό όμως μέσα στο γενι­κό­τε­ρο πλαί­σιο μπο­ρεί να παρερ­μη­νευ­τεί κι ως ιδιορ­ρυθ­μία, ιδιο­τρο­πία. Για­τί είναι μόλις η τρί­τη φορά που ακού­γε­ται η λέξη (η μόνη ας το πού­με κατάλ­λη­λη στιγ­μή) οι άλλες δύο σε σκη­νές δευτερεύουσες.

Για το γαμώ­το. Δια­κό­σιοι κομ­μου­νι­στές, δεν αξί­ζαν μόνο μία στην ουσία ανα­φο­ρά (μία για τον Ναπο­λέ­ο­ντα και άλλη μια ο Κώστας ο καθοδηγητής).

Υπάρ­χουν και πολ­λές λεπτο­μέ­ρειες που δεί­χνουν ότι δεν τους είναι οικείο αυτό το κομ­μά­τι της ιστο­ρί­ας Λεπτο­μέ­ρειες που στις ται­νί­ες στο εξω­τε­ρι­κό καλύ­πτουν οι σύμβουλοι.

Αν έχει δει κανείς τα σημειώ­μα­τα των κρα­του­μέ­νων, γελά με τα σημειώ­μα­τα που ανταλ­λάσ­σουν οι κρα­τού­με­νοι, και λοι­πές λεπτομέρειες.

Εν κατα­κλεί­δι, λέμε ότι μια ται­νία (ένα λογο­τε­χνι­κό βιβλίο) είναι έργο τέχνης όταν αυτό που ανα­πα­ρι­στά είναι η ίδια η ζωή και δε μοιά­ζει απλώς με τη ζωή.

Στην περί­πτω­ση της ται­νί­ας του Βούλ­γα­ρη τι συμβαίνει;

Τέλος, δεν πρέ­πει να ξεχνά­με ότι έχου­με μια εξαι­ρε­τι­κή μαρ­τυ­ρία για το Χαϊ­δά­ρι, εκεί όπου οι κομ­μου­νι­στές κρα­τού­με­νοι «περί­με­ναν τη ζαριά του Χάρου». Η μαρ­τυ­ρία του Θέμου Κορ­νά­ρου στο «Στρα­τό­πε­δο Χαϊ­δα­ρί­ου». Ας το ανα­ζη­τή­σου­με. Πρέ­πει να το διαβάσουμε.

vivlio stratopedo xaidariou

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο