Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΤΟ 21 ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ….

Γρά­φει ο Χρή­στος Α. Τού­μπου­ρος //

Το Έθνος πρέ­πει να μάθει να θεωρεί
εθνι­κό ό,τι είναι αληθινό.
Διο­νύ­σιος Σολωμός

ΟΘΩΝ
ΕΛΕΩ ΘΕΟΥ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Θεω­ρή­σα­ντες ότι η ημέ­ρα της 25 Μαρ­τί­ου, λαμπρά καθ’ εαυ­τήν εις πάντα Έλλη­να διά την εν εαυ­τή τελου­μέ­νην εορ­τήν του Ευαγ­γε­λι­σμού της Υπε­ρα­γί­ας Θεο­τό­κου, είναι προ­σέ­τι λαμπρά και χαρ­μό­συ­νος διά την κατ’ αυτήν την ημέ­ραν έναρ­ξιν του υπέρ της ανε­ξαρ­τη­σί­ας αγώ­νος του Ελλη­νι­κού Έθνους, καθιε­ρού­μεν την ημέ­ραν ταύ­την εις το διη­νε­κές ως ημέ­ραν ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΟΡΤΗΣ.
Εν Αθή­ναις τη 15η Μαρ­τί­ου 1838
ΟΘΩΝ
Ο επί των εκκλη­σια­στι­κών κτλ.
Γραμ­μα­τεύς της Επικρατείας
Γ. ΓΛΑΡΑΚΗΣ

Το περί­φη­μο διά­ταγ­μα με το οποίο καθιε­ρώ­θη­κε ως εθνι­κή εορ­τή η 25η Μαρτίου.

Έως τότε, (μέχρι την έκδο­ση του δια­τάγ­μα­τος αυτού, στις 15.3.1838), η Εθνι­κή Γιορ­τή είχε καθιε­ρω­θεί να γιορ­τά­ζε­ται την Πρω­το­χρο­νιά, σε ανά­μνη­ση της 1ης Γενά­ρη, που η Α’ Εθνι­κή Συνέ­λευ­ση της Επι­δαύ­ρου την 1.1.1822 κήρυ­ξε επί­ση­μα και πανελ­λα­δι­κά την Εθνι­κή Ανε­ξαρ­τη­σία της Ελλά­δος και συνέ­τα­ξε το πρώ­το δημο­κρα­τι­κό πολί­τευ­μα και το πρώ­το Ελλη­νι­κό Σύνταγ­μα. Ο Όθω­νας, όμως, για να κόψει κάθε δεσμό με την Α’ Εθνι­κή Συνέ­λευ­ση της Επι­δαύ­ρου, που ψήφι­σε πολί­τευ­μα δημο­κρα­τι­κό, με την αντι­δρα­στι­κή αυλή του και το δεσπο­τι­κό καθε­στώς του, κατάρ­γη­σε την Πρω­το­χρο­νιά ως ημέ­ρα Εθνι­κής Γιορ­τής και με το διά­ταγ­μά του αυτό την μετέ­θε­σε στις 25 Μάρ­τη. Έτσι, ταυ­τί­ζο­ντας την Εθνι­κή Γιορ­τή με τη γιορ­τή του Ευαγ­γε­λι­σμού της «Υπε­ρα­γί­ας Θεο­τό­κου», «η Εθνι­κή Γιορ­τή έχα­νε τον πολι­τι­κό, επα­να­στα­τι­κό χαρα­κτή­ρα της και έπαιρ­νε θρη­σκευ­τι­κή από­χρω­ση». Σε λίγες μέρες από την έκδο­ση αυτού του δια­τάγ­μα­τος, γιορ­τά­στη­κε η Εθνι­κή Γιορ­τή με μεγά­λη επι­ση­μό­τη­τα στις 25 Μάρ­τη, για να γρά­ψει την επο­μέ­νη ημέ­ρα, στις 26.3.1838, η εφη­με­ρί­δα «Αθη­νά»: «Και πόσην επι­ση­μό­τη­τα δεν ήθε­λε δόσει η εορ­τή αυτή εις την Ελλά­δα, αν μαζί με τον Ευαγ­γε­λι­σμό της Θεο­τό­κου επα­νη­γυ­ρί­ζε­το και η καθί­δρυ­σις του Συντάγ­μα­τος, η στε­ρέ­ω­σις της Ελευ­θε­ρί­ας μας αυτής».

Άσχε­τα απ’ όλα αυτά, πότε και πώς καθιε­ρώ­θη­κε η 25η Μαρ­τί­ου ως εθνι­κή γιορ­τή τού­το μόνο να ξέρουμε:
«Ο κόσμος μας έλε­γε τρε­λούς. Ημείς, αν δεν είμε­θα τρελ­λοί, δεν εκά­να­με την επα­νά­στα­ση, δια­τί ηθέ­λα­με συλ­λο­γι­σθεί πρώ­τον δια πολε­μο­φό­δια, καβαλ­λα­ρία μας, πυρο­βο­λι­κό μας, πυρο­το­θή­κες μας, τα μαγα­ζιά μας, ηθέ­λα­με λογα­ριά­σει τη δύνα­μη την εδι­κή μας, την τούρ­κι­κη δύναμη.»

Καλό είναι να τα θυμόμαστε…

Κατά την επα­νά­στα­ση του 1821, και ειδι­κό­τε­ρα τα έτη 1824 και 1825, η Ελλά­δα πήρε δυο δάνεια, ύψους 2.800.000 λιρών.

Ο ελλη­νι­κός λαός χρε­ώ­θη­κε 2.800.000 λίρες και έλα­βε 933.887 και οι διά­φο­ροι προ­στά­τες, ξένοι και ντο­πιοι έλα­βαν 1.866.113.

Και να ήταν μόνο αυτό; Είναι γνω­στό ότι για τη μοι­ρα­σιά των μετρη­τών (531.264 λίρες) έγι­ναν οι δυο εμφύ­λιοι πόλεμοι.

Επι­πλέ­ον, η ελλη­νι­κή κυβέρ­νη­ση παρήγ­γει­λε επτά (7) τρί­κρο­τα ατμο­κί­νη­τα πολε­μι­κά πλοία (402.603 λίρες). Ειδι­κός απε­σταλ­μέ­νος της Ελλά­δας στην Αμε­ρι­κή ήταν ο Κοντό­σταυ­λος. Ήρθε μόνο ένα. Ο Κοντό­σταυ­λος εξα­γο­ρά­στη­κε με μεγά­λα ποσά και τα χρή­μα­τα που πήρε από τους Αμε­ρι­κα­νούς, για να μην εφαρ­μό­σει ενα­ντί­ον τους τις ρήτρες της συμ­φω­νί­ας, τα χρη­σι­μο­ποί­η­σε για να χτί­σει μέγα­ρο στην Αθή­να, στο σημε­ρι­νό χώρο της Παλιάς Βου­λής, το οποίο και χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε και σαν ανά­κτο­ρο του Όθω­να και που κάη­κε αργότερα.

Και η σάτι­ρα της επο­χής απο­κα­λύ­πτει τη ρεμούλα:

«Ο οίκος σου Κοντόσταυλε, 
εκ του μακρό­θρεν μοιάζει 
τρί­κρο­τον εξ Αμερικής 
εξ ου αυτός πηγάζει!»

Ομοιό­τη­τες… Πολ­λές ομοιό­τη­τες… Η ιστο­ρία σήμε­ρα δεν γρά­φει γεγο­νό­τα. Γρά­φει ποσά. Τόσα πήρε ο ένας, τόσα ο άλλος… Με εργο­λα­βι­κά Δίκης που αφορούν…τον Αντι­μνη­μο­νια­κό Αγώ­να… Ε, λοι­πόν, “με πορ­δές δεν βάφο­νται αυγά”…

«Όσοι το χάλ­κε­ον χέρι
βαρύ του φόβου αισθάνονται,
ζυγόν δου­λεί­ας, ας έχωσι•
θέλει αρε­τήν και τόλμην
η ελευ­θε­ρία». Α. Κάλβος

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο