Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Enrico Berlinguer πατέρας του ευρωκομμουνισμού

Σαν σήμε­ρα στις 25 Μαΐ­ου 1922 γεν­νιέ­ται στη Σαρ­δη­νία ο κατα­λα­νός ηγέ­της του Ιτα­λι­κού Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος (Partito Comunista Italiano | PCI) Ενρί­κο Μπερ­λίν­γκου­ερ (Enrico Berlinguer)

Υπο­στή­ρι­ξε ανοι­χτά ‑μετα­τρέ­πο­ντάς το στη συνέ­χεια και σε τακτι­κο­στρα­τη­γι­κό στό­χο του PCI ότι «για να βγού­με από την πολι­τι­κή απο­μό­νω­ση, είναι απα­ραί­τη­τη η σύγκλι­ση  των τριών συστα­τι­κών πλειο­ψη­φι­κών ρευ­μά­των - μερών  της πολι­τι­κο-πολι­τι­σμι­κής (sic!!) ιτα­λι­κής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας, δηλ. του καθο­λι­κι­σμού (ΣΣ |> Χρι­στια­νο­δη­μο­κρά­τες), του κομ­μου­νι­στι­κού και του σοσια­λι­στι­κού» (ΣΣ |> εννο­εί το Σοσια­λι­στι­κό Κόμ­μα [PSI] ήδη τελεί­ως αστι­κο­ποι­η­μέ­νο, πιο δεξιό και από τη γερ­μα­νι­κή σοσιαλ­δη­μο­κρα­τία της επο­χής, που «μεγα­λούρ­γη­σε αργό­τε­ρα ‑το 1983 και στην πρωθυπουργία)
Εν ολί­γοις, το κομ­μου­νι­στι­κό κόμ­μα – στο δρό­μο προς την πλή­ρη υπο­τα­γή σους αστούς, έπρε­πε να ρίξει ακό­μη περισ­σό­τε­ρο τους τόνους και τις διεκ­δι­κή­σεις, ανα­ζη­τώ­ντας συμ­βι­βα­σμούς που θα ανα­δεί­κνυαν τον «εθνι­κο­λαϊ­κό» του χαρα­κτή­ρα. Η αντί­στρο­φη μέτρη­ση για τον «ιστο­ρι­κό συμ­βι­βα­σμό» γνω­στό σαν «compromesso storico» είχε ξεκι­νή­σει, από τότε ‑από το 1969 πριν καν «αναγ­γελ­θεί» επίσημα.

Ταυ­τό­χρο­να καλ­λιέρ­γη­σε στο έπα­κρο τις λεγκα­λι­στι­κές αυτα­πά­τες (κατά­κτη­ση της εξου­σί­ας μέσω εκλο­γών) στις γραμ­μές του κινή­μα­τος τακτι­κή που έπε­σε στο κενό, όταν σάρω­σε κυριο­λε­κτι­κά στις περι­φε­ρεια­κές και τοπι­κές εκλο­γές του 1975 και ένα χρό­νο μετά έφθα­σε στο από­γειο της δύνα­μης του με 34,4% στις γενι­κές εκλο­γές του 1976.
Έφτα­σε να υπε­ρα­σπι­στεί ακό­μη και πολι­τι­κές λιτό­τη­τας κατευ­θύ­νο­ντας τα συν­δι­κά­τα στη συγκρά­τη­ση ακό­μη και μισθο­λο­γι­κών διεκδικήσεων.

Εκλέ­χθη­κε γραμ­μα­τέ­ας το 1972 στο 13ο συνέ­δριο του PCI στο Μιλά­νο και παρέ­μει­νε, μέχρι τον θάνα­τό του στην Padova στις 11-Ιουν-1984, όταν ξεκι­νά­ει και η αντί­στρο­φη μέτρη­ση του PCI … με τις χωρίς όρους προ­σπά­θειες συνερ­γα­σί­ας με τους αστούς, που οδή­γη­σαν το κόμ­μα στην απο­σύν­θε­ση (ο Ιστο­ρι­κός Συμ­βι­βα­σμός «έλη­ξε» το 1980)

Ο ευρω­κομ­μου­νι­σμός, υιο­θε­τή­θη­κε και από τα ΚΚ Ισπα­νί­ας και Γαλ­λί­ας ως «εναλ­λα­κτι­κό» μοντέ­λο ή «τρί­τος δρό­μος» προς το σοσια­λι­σμό εδραιώ­θη­κε σε μια τρι­με­ρή (Μπερ­λίν­γκου­ερ, Ζωρζ Μαρ­σέ — Σαντιά­γκο Καρί­γιο) του 1977 στη Μαδρίτη

Το κόμ­μα τυπι­κά δια­λύ­θη­κε το 1991, κατά τη διάρ­κεια του 20ού Συνέ­δριου, (με την «ιστο­ρι­κή» “svolta della Bolognina”) και μετά …PDS κ.λπ. [click |>εδώ]

PCI logo

[Marco Rizzo ΓΓ του Partito Comunista Italiano, 11-Νοε- 2015 στην l’UNITA’] Υπάρ­χει πάντα μια αρχή. Ανα­ρω­τιό­μα­στε: τι οδή­γη­σε στον ευτε­λι­σμό της μεγά­λης ιστο­ρι­κής και πολι­τι­κής εμπει­ρί­ας των κομ­μου­νι­στών στην Ιταλία;
Τι οδή­γη­σε το κόμ­μα του Antonio Gramsci να γίνει ο Matteo Renzi;
Όλα ξεκι­νούν την περί­ο­δο 1943–1947.
Σίγου­ρα ο Palmiro Togliatti μετά την εθνι­κή αντί­στα­ση έπαι­ξε το ρόλο του «κάνο­ντας την επα­νά­στα­ση …χωρίς να κάνει τίπο­τε» και η κρι­τι­κή του έκκλη­ση στον «ιτα­λι­κό δρό­μο προς τον σοσια­λι­σμό» είναι εμφανής

Είναι μήπως ο Gramsci ο πρό­δρο­μος των «εθνι­κών δρό­μων σοσιαλισμού»;
Αρκεί να δια­βά­σε­τε τις σελί­δες του Gramsci στο πρω­τό­τυ­πο για να συνει­δη­το­ποι­ή­σε­τε ότι η αντί­λη­ψη του Gramsci για το Κόμ­μα και το κρά­τος είχε πάντα ως στό­χο την κατά­κτη­ση της πολι­τι­κής εξου­σί­ας.
Όχι! ο Gramsci δεν είναι Togliatti ούτε Berlinguer.

Στη σκέ­ψη του Berlinguer, ενός έντι­μου ατό­μου αλλά εκτός κομ­μου­νι­στι­κής ιδε­ο­λο­γί­ας (ανα­φο­ρι­κά με τις θεω­ρη­τι­κές-πρα­κτι­κές έννοιες του), ορι­σμέ­να βασι­κά σημεία ξεχω­ρί­ζουν: ο ιστο­ρι­κός συμ­βι­βα­σμός, η δημο­κρα­τία ως ατα­ξι­κή παγκό­σμια αξία, ο ευρω­κομ­μου­νι­σμός, η απο­δο­χή της ομπρέ­λας του ΝΑΤΟ, η έντα­ξη στην ΕΕ και τέλος σκέ­ψεις σχε­τι­κά με την εξά­ντλη­ση της κινη­τή­ριας δύνα­μης της Σοβιε­τι­κής Επα­νά­στα­σης.

Αντι­κει­με­νι­κά, δεν μπο­ρεί να αμφι­σβη­τη­θεί ότι ο Berlinguer βρέ­θη­κε επί­σης «συντριμ­μέ­νος» από ένα πολι­τι­κό σώμα του PCI στο οποίο οι λεγό­με­νοι «βελ­τιω­τές» (Amendola, Napolitano κλπ) είχαν στα χέρια τους τα ζωτι­κά γάγ­γλια, του Κόμ­μα­τος, εξ ου και η ίδια «μονα­χι­κή» παρου­σία του Berlinguer στις πύλες της Fiat το 1980 και στον δίκαιο αγώ­να για την υπε­ρά­σπι­ση της «scala mobile» (ΣΣ |> ένα είδος ΑΤΑ ‑Αυτό­μα­της Τιμα­ριθ­μι­κής Ανα­προ­σαρ­μο­γής εκεί­νης της περιόδου)

Σημα­ντι­κά γεγο­νό­τα τα οποία, ωστό­σο, φαί­νε­ται ότι μικρό ρόλο έπαι­ξαν σε ένα μεγά­λο κόμ­μα όπου είχε ήδη πραγ­μα­το­ποι­η­θεί η «γενε­τι­κή μετάλ­λα­ξη» και που ο Berlinguer δεν ήθε­λε να αντι­με­τω­πί­σει.

Ας ξεκι­νή­σου­με με τον ιστο­ρι­κό συμ­βι­βα­σμό ανα­φο­ρι­κά με τον ηρω­ι­κό θάνα­το του Προ­έ­δρου της Χιλής Σαλ­βα­δόρ Αλιέντε.
Αντί ο Berlinguer απλώς να απο­κα­λύ­ψει ότι η αστι­κή δημο­κρα­τία υπάρ­χει μόνο εάν το αστι­κό κρά­τος αισθά­νε­ται σίγου­ρο και όταν ‑κάποια στιγ­μή αυτό μπαί­νει σε αμφι­βο­λία όπως συνέ­βη στη Χιλή, τότε η μπουρ­ζουα­ζία αρνεί­ται τους δικούς της τυπι­κούς κανό­νες, προ­χω­ρώ­ντας σε βίαιες τρο­μο­κρα­τι­κές και φασι­στι­κές μεθό­δους, γρά­φει:
«Πάντα πιστεύ­α­με ότι η ενό­τη­τα των εργα­τι­κών κομ­μά­των και των αρι­στε­ρών δυνά­με­ων δεν απο­τε­λεί επαρ­κή προ­ϋ­πό­θε­ση για την εγγύ­η­ση της υπε­ρά­σπι­σης και της προ­ό­δου της δημο­κρα­τί­ας … , δεν είναι μια κοι­νω­νι­κή συμ­μα­χία της εργα­τι­κής τάξης, αντα­γω­νι­στής στο κοι­νω­νι­κό μπλοκ της μπουρ­ζουα­ζί­ας, αλλά μια πολι­τι­κή συμ­μα­χία μετα­ξύ των μεγά­λων κομ­μά­των» εκεί­νης της επο­χής, PCI-PSI-DC, το τελευ­ταίο, μάλι­στα (ΣΣ) ως πολι­τι­κή έκφρα­ση της μεγα­λο­α­στι­κής, ιδιω­τι­κής κρα­τι­κο­μο­νο­πω­λια­κής  ιδιο­κτη­σί­ας.

Από λενι­νι­στι­κή άπο­ψη, το λάθος του Αλιέ­ντε συνί­στα­το στο ότι δεν προ­σπά­θη­σε καν να «σπά­σει τους μηχα­νι­σμούς του αστι­κού κρά­τους», αλλά το είχε απο­δε­χτεί, με εμπι­στο­σύ­νη στην κοι­νο­βου­λευ­τι­κή πλειο­ψη­φία και στους ηγέ­τες του κρα­τι­κού μηχανισμού.
Αυτά αντί να ανα­πτυ­χθούν ισχυ­ρά μαζι­κά κινή­μα­τα υπο­στή­ρι­ξης της κυβέρ­νη­σης, δίπλα σε μια ένο­πλη πολι­το­φυ­λα­κή της εργα­τι­κής τάξης, να αλλά­ξουν οι θεσμι­κοί μηχα­νι­σμοί, να «απο­κε­φα­λι­στούν» οι ηγέ­τες και οι δομές του στρα­τού, της αστυ­νο­μί­ας, των υπη­ρε­σιών ασφα­λεί­ας, των οικο­νο­μι­κών υπουρ­γεί­ων, με μαζι­κή εισα­γω­γή αξιό­πι­στων προ­λε­τα­ρια­κών στοιχείων.
Εν ολί­γοις, θα ήταν απα­ραί­τη­το να καθιε­ρω­θεί η προ­λε­τα­ρια­κή δικτα­το­ρία.
Ο Allende δεν το έκα­νε και ο λαός της Χιλής πλή­ρω­σε ακρι­βά για αυτό το λάθος.
Ο Berlinguer, όπως γνω­ρί­ζου­με, αγνό­η­σε αυτές τις σκέψεις.

Ο ευρω­κομ­μου­νι­σμός, ως μια εντε­λώς ρεβι­ζιο­νι­στι­κή και ευκαι­ρια­κή θεω­ρία και πρα­κτι­κή, ανα­τέλ­λει από τη συνά­ντη­ση στις Βρυ­ξέλ­λες, της 26ης Ιανουα­ρί­ου 1974, μετα­ξύ του Berlinguer και των Ισπα­νών και Γάλ­λων ρεβι­ζιο­νι­στών, Carrillo και Marchais, γραμ­μα­τείς των αντί­στοι­χων Κομ­μου­νι­στι­κών Κομ­μά­των που παντρεύ­τη­καν τις δια­τρι­βές για την αξία της «δημο­κρα­τί­ας».
Ο Berlinguer την είδε ως εξής: … «αυτή η ευρεία σύγκλι­ση … περι­λαμ­βά­νει την ανα­γνώ­ρι­ση της αξί­ας των προ­σω­πι­κών ελευ­θε­ριών και την εγγύ­η­σή τους, τις αρχές της κοσμι­κό­τη­τας του κρά­τους και της δημο­κρα­τι­κής του άρθρω­σης, την πολυ­φω­νία των κομ­μά­των, την αυτο­νο­μία των συν­δι­κά­των» … (κλπ) δηλ. έκα­νε δικές του τις τυπι­κές κατη­γο­ρί­ες της αστι­κής σκέ­ψης -μακριά και έξω από κάθε ιστο­ρι­κή και ταξι­κή αναφορά

Αργό­τε­ρα, με τη συνέ­ντευ­ξη στον Giampaolo Pansa (Corriere della Sera 15-Ιουν-1976), απο­δέ­χτη­κε όλη την ουσία της καπι­τα­λι­στι­κής Δύσης και της θανα­τη­φό­ρας στρα­τιω­τι­κής συμ­μα­χί­ας της, σπά­ζο­ντας τη συμ­μα­χία με το σοσια­λι­στι­κό στρα­τό­πε­δο, που αν και μολυ­σμέ­νο από το μικρό­βιο του χρου­στσο­φι­κού ρεβι­ζιο­νι­σμού  παρέ­μει­νε το μονα­δι­κό προ­πύρ­γιο περιο­ρι­σμού του ιμπε­ρια­λι­σμού, ζητώ­ντας να παρα­μεί­νει η Ιτα­λία στο ΝΑΤΟ, που «μπο­ρεί να απο­βεί χρή­σι­μη ασπί­δα για την οικο­δό­μη­ση ενός σοσια­λι­σμού με ελευ­θε­ρία» -«νοιώ­θου­με ασφα­λείς εδώ» είπε (!!)

Και τέλος, πάντα σε αυτή την κατεύ­θυν­ση, υπάρ­χει η περί­φη­μη φρά­ση με την οποία, το 1981, ο «ομφά­λιος λώρος» απο­κό­πη­κε ορι­στι­κά, από την ιστο­ρία των εργα­τι­κών και κομ­μου­νι­στι­κών κομ­μά­των κινη­μά­των: «η προ­ω­θη­τι­κή ώθη­ση της Οκτω­βρια­νής Επα­νά­στα­σης έχει πλέ­ον εξα­ντλη­θεί»

Και κλεί­νο­ντας ο Marco Rizzo, ΓΓ του Partito Comunista Italiano, γράφει:
Επα­να­λαμ­βά­νω, με κάθε δυνα­τή σεμνό­τη­τα: Ο Berlinguer ήταν έντι­μος άνθρω­πος, αλλά αυτό δεν αρκεί για να είναι κομ­μου­νι­στής.

Massimo DAlema 1999 bombarda
Το Μάρ­τη του 1999 ένα άλλο σημαί­νον στέ­λε­χος του PCI έγρα­ψε τη δική του μαύ­ρη ιστο­ρία:
Πρό­κει­ται για τον οπορ­του­νι­στή ολκής Massimo D’Alema, που ‑επι­τέ­λους «τα κατά­φε­ρε» να γίνει ο πρώ­τος πρω­θυ­πουρ­γός που προ­ερ­χό­ταν από το PCI (1998, επί κεφα­λής του «Συνα­σπι­σμού της Ελιάς»).
Γραμ­μα­τέ­ας της κομ­μου­νι­στι­κής νεο­λαί­ας (FGCI) το 1971, για χρό­νια διευ­θυ­ντής της «L’Unità», ανα­δεί­χτη­κε μετά τις απα­νω­τές δια­σπά­σεις και ανα­κα­τα­τά­ξεις (απόρ­ρι­ψη κομ­μου­νι­στι­κών συμ­βό­λων, δημιουρ­γία του Κόμ­μα­τος της Δημο­κρα­τι­κής Αρι­στε­ράς [PDS] κλπ)

Ο ντ’Α­λέ­μα πάλε­ψε με νύχια και με δόντια (και το καυ­χιό­ταν…) για «την απο­κο­πή του ΚΚΙ από τις κομ­μου­νι­στι­κές ρίζες» και για τη μετε­ξέ­λι­ξή του «σε σύγ­χρο­νο, ευρω­παϊ­κό, σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κό κόμ­μα», απο­φα­σί­ζο­ντας ‑ως τελευ­ταία πρά­ξη τρα­γω­δί­ας τη συμ­με­το­χή στον βρώ­μι­κο πόλε­μο κατά της Γιου­γκο­σλα­βί­ας (σε ρόλο μάλι­στα πρώ­του βιο­λιού, που υπο­στή­ρι­ξαν θερ­μά τόσο ο Σίλ­βιο Μπερ­λου­σκό­νι όσο και σύσ­σω­μη δεξιά αντι­πο­λί­τευ­ση) δολο­φο­νώ­ντας χιλιά­δες άμα­χους και κατα­στρέ­φο­ντας μια ολό­κλη­ρη χώρα.

Rosa Luxemburg

Όλα αυτά είχαν να κάνουν με το κορυ­φαίο στρα­τη­γι­κό ζήτη­μα της δια­φο­ρε­τι­κής στά­σης των κομ­μου­νι­στι­κών κομ­μά­των πάνω στο δίλημ­μα επα­νά­στα­ση ή μεταρ­ρύθ­μι­ση, δηλα­δή ανα­τρο­πή ή δια­χεί­ρι­ση του συστή­μα­τος  Δεν υπάρ­χει ολο­κλη­ρω­μέ­νη συνε­κτι­κή αντί­λη­ψη γι αυτή τη στρα­τη­γι­κή Κατά τους ίδιους, αυτό έχει να κάνει με τις «εθνι­κές ιδιομορφίες.

Berlinguer

Ιστο­ρι­κά, μετά την εκδί­ω­ξή του από την κυβέρ­νη­ση (1948) και στη συνέ­χεια, το KKΙ­τα­λί­ας (PCI) ακο­λού­θη­σε τη  στά­ση του «καλού παι­διού» προ­ω­θώ­ντας ένα image παρά­γο­ντα στα­θε­ρό­τη­τας και ψηφί­ζο­ντας , μέχρι το 1968 πάνω από τα 3/4 των νομο­σχε­δί­ων που κατατέθηκαν.

Togliatti

Όταν το 1964 πεθαί­νει ο ιστο­ρι­κός γραμ­μα­τέ­ας του Palmiro Togliatti ‑που συμπί­πτει και με την περί­ο­δο που, μετά το σχη­μα­τι­σμό κυβέρ­νη­σης από όλα τα υπό­λοι­πα κόμ­μα­τα το PCI είναι το μόνο αντι­πο­λι­τευό­με­νο κόμ­μα, δημο­σιεύ­ε­ται ένα γράμ­μα του προς το Χρου­στσόφ, όπου τάσ­σε­ται υπέρ του «πολυ­κε­ντρι­σμού» και στο κρί­σι­μο δίλημ­μα, πολι­τι­κή ρήξης με τους αστούς ή προ­σπά­θεια ανα­βάθ­μι­σης του ρόλου του στα πλαί­σια του συστή­μα­τος επι­λέ­γει ξεκά­θα­ρα το δεύ­τε­ρο δρόμο.
Λίγο πριν την Piazza Fontana ‑το φθι­νό­πω­ρο του 1969, σημειώ­νο­νται στα εργο­στά­σια της Ιτα­λί­ας, οι μεγα­λύ­τε­ρες κινη­το­ποι­ή­σεις που γνώ­ρι­σε η χώρα  μετά το 2ο Παγκό­σμιο Πόλε­μο, με κατα­λή­ψεις κλπ., μια άνευ προη­γού­με­νου πολι­τι­κο­κοι­νω­νι­κή κρί­ση, που συσπεί­ρω­σαν το 80% των εργα­τών κόντρα στις συμ­βι­βα­σμέ­νες συν­δι­κα­λι­στι­κές ηγε­σί­ες CGIL |> που ελεγ­χό­ταν από το PCI|< & CISL,UIL, αλλά προ­φα­νώς ανερ­μά­τι­στες και με έλλει­ψη πολι­τι­κού στό­χου χει­ρα­γω­γή­θη­καν  με την ικα­νο­ποί­η­ση κάποιων οικο­νο­μι­κών αιτημάτων.

Στο 13ο Συνέ­δριο (1972) για πρώ­τη φορά δια­κη­ρύσ­σε­ται ότι «δεν είναι αρκε­τή μια πολι­τι­κή συνερ­γα­σιών με την αρι­στε­ρά για την αλλα­γή του πολι­τι­κού σκη­νι­κού» και αμέ­σως μετά (Σεπ 73) έρχε­ται το πρα­ξι­κό­πη­μα στη Χιλή, που ‑αντί να οδη­γή­σει σε (προ­φα­νή) συμπε­ρά­σμα­τα για τη δημο­κρα­τία του αστι­κού κρά­τους και για ανά­γκη   προ­ε­τοι­μα­σί­ας του κινή­μα­τος να αξιο­ποιεί όλες των μορ­φές πάλης, γίνε­ται πρό­σχη­μα και άρμα του «ιστο­ρι­κού συμ­βι­βα­σμού» και το PCI ψάχνει δρό­μους ανα­βάθ­μι­σης  του ρόλου του στην αστι­κή διαχείριση.

BerlinguerBerlinguer mortoBerlinguer morto

Στην Ιτα­λία, 15 χρό­νια αργό­τε­ρα ‑το 1984 (επί «5πολικής» κυβέρ­νη­σης Craxi) με την κοι­νω­νι­κή και πολι­τι­κή σύγκρου­ση να είναι ακό­μα ζωντα­νή, το πολι­τι­κό κλί­μα αβέ­βαιο και ανερ­μά­τι­στο και ενώ «σκά­ει» η «μασο­νι­κή» στοά P2, που προ­κα­λεί παραι­τή­σεις υπουρ­γών το Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα (ευρω­ε­κλο­γές του Ιου­νί­ου) βγαί­νει πρώ­το, χωρίς όμως να έχει την παρα­μι­κρή δυνα­τό­τη­τα δυνα­μι­κής παρέμ­βα­σης, λόγω της τακτι­κής του των συνε­χών υποχωρήσεων.

Η καπιταλιστική παλινόρθωση στην ΕΣΣΔ

Αν και οι αιτί­ες είναι κυρί­ως «από τα μέσα και από τα πάνω», εξε­τά­ζο­ντας τα εξω­τε­ρι­κά αίτια, οι ανα­λύ­σεις τεί­νουν να εστιά­ζουν στη μελέ­τη των δια­φό­ρων πτυ­χών της επί­θε­σης ενά­ντια στον σοσια­λι­σμό που εξα­πέ­λυ­σαν οι ιμπε­ρια­λι­στι­κές δυνά­μεις σε πολι­τι­κό, στρα­τιω­τι­κό, οικο­νο­μι­κό, ιδε­ο­λο­γι­κό και ψυχο­λο­γι­κό επί­πε­δο — αντι­πα­ρά­θε­ση / γνή­σια έκφρα­ση της ταξι­κής πάλης σε διε­θνές επίπεδο.
Βαθύ­νο­ντας τη μελέ­τη των τάσε­ων εκεί­νων, που συνέ­βα­λαν στην απο­δυ­νά­μω­ση της σοσια­λι­στι­κής εξου­σί­ας δρώ­ντας στους κόλ­πους του εργα­τι­κού κινή­μα­τος και του ίδιου του διε­θνούς κομ­μου­νι­στι­κού κινή­μα­τος, αλλη­λε­πι­δρώ­ντας πολ­λές φορές με οπορ­του­νι­στι­κές πολι­τι­κές κομ­μου­νι­στι­κών και εργα­τι­κών κομ­μά­των που βρί­σκο­νταν στην εξου­σία, ο ευρω­κομ­μου­νι­σμός απο­τε­λεί την αιχ­μή του δόρα­τος υποστηρίζοντας:

  • Την αντί­θε­ση στην ύπαρ­ξη οργα­νω­μέ­νου διε­θνούς κομ­μου­νι­στι­κού κινή­μα­τος, υπο­στη­ρί­ζο­ντας τη θέση του λεγό­με­νου «πολυ­κε­ντρι­σμού» απέ­να­ντι στην εμπει­ρία της ΚΔ και των μετέ­πει­τα συσκέψεων
  • Την αντί­θε­ση στη «δικτα­το­ρία του προ­λε­τα­ριά­του», ένα­ντι της οποί­ας υπε­ρα­σπί­ζο­νταν την ύπαρ­ξη πολ­λα­πλών δρό­μων προς το σοσια­λι­σμό και κύρια την κοι­νο­βου­λευ­τι­κή με αστι­κές δυνά­μεις που απο­δέ­χο­νταν τον πολυ­κομ­μα­τι­σμό στο αστι­κο­δη­μο­κρα­τι­κό πλαίσιο.
  • Την αντι­κα­τά­στα­ση της θέσης του «προ­λε­τα­ρια­κού διε­θνι­σμού», ο οποί­ος ταυ­τί­στη­κε με την υπε­ρά­σπι­ση της Σοβιε­τι­κής Ενω­σης, με τη «διε­θνι­στι­κή αλλη­λεγ­γύη» ή το «νέο διεθνισμό».
  • Την απο­δο­χή του πλαι­σί­ου της ΕΟΚ, υπό το κάλε­σμα για την υπε­ρά­σπι­ση των κοι­νω­νι­κών δικαιω­μά­των και τη συμ­με­το­χή των εργα­τών στο σχεδιασμό.
  • Τη συνε­χή και ανοι­χτή κρι­τι­κή στην ΕΣΣΔ και στις σοσια­λι­στι­κές χώρες, από τη σκο­πιά της αστι­κής αντί­λη­ψης για τα ανθρώ­πι­να δικαιώ­μα­τα και τις ατο­μι­κές ελευθερίες.
  • Την ανα­θε­ώ­ρη­ση, σε μεγα­λύ­τε­ρο ή μικρό­τε­ρο βαθ­μό, της θεω­ρί­ας του «κόμ­μα­τος νέου τύπου» που εισή­γα­γε ο Λένιν.

Ο ευρω­κομ­μου­νι­σμός επη­ρέ­α­σε κομ­μου­νι­στι­κά και εργα­τι­κά κόμ­μα­τα από δια­φο­ρε­τι­κά γεω­γρα­φι­κά πλά­τη, ορι­σμέ­να από αυτά μάλι­στα κόμ­μα­τα εξου­σί­ας και ‑όπως και άλλα οπορ­του­νι­στι­κά ρεύ­μα­τα στη διάρ­κεια της ιστο­ρί­ας- είχε σαφή διε­θνή προ­σα­να­το­λι­σμό, παρό­τι η κυρί­αρ­χη άπο­ψη είναι ότι απο­τε­λού­σε φαι­νό­με­νο που εξει­δί­κευε στις εθνι­κές ιδιαι­τε­ρό­τη­τες και συνθήκες.
Σχε­τι­κά με αυτό ο Μπερ­λίν­γκου­ερ έλεγε:
«Προ­φα­νώς δεν είμα­στε εμείς που δια­μορ­φώ­σα­με αυτό τον όρο, αλλά το γεγο­νός ότι κυκλο­φο­ρεί ευρέ­ως δεί­χνει σε τι βαθ­μό φιλο­δο­ξούν οι χώρες της Δυτι­κής Ευρώ­πης να δουν να επι­βε­βαιώ­νο­νται και να προ­ω­θού­νται λύσεις νέου τύπου όσον αφο­ρά την αλλα­γή της κοι­νω­νί­ας με σοσια­λι­στι­κό περιε­χό­με­νο».

Το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ

βλ |> 20ό συνέ­δριο του ΚΚΣΕ |> σημείο οπορ­του­νι­στι­κής στροφής
Η στρο­φή του 20ού Συνε­δρί­ου άσκη­σε καθο­ρι­στι­κή επί­δρα­ση και στην παρα­πέ­ρα πορεία του Διε­θνούς Κομ­μου­νι­στι­κού Κινήματος.
Οι οπορ­του­νι­στι­κές πολι­τι­κές στο πεδίο της οικο­νο­μί­ας γρή­γο­ρα εφαρ­μό­στη­καν ως κεντρι­κή γραμ­μή και σε όλες τις Λαϊ­κές Δημο­κρα­τί­ες, με το παρα­μέ­ρι­σμα εκεί­νων των κομ­μα­τι­κών ηγε­τι­κών στε­λε­χών που δια­τύ­πω­σαν αντιρ­ρή­σεις για την αλλα­γή πορείας.
Η δεξιά στρο­φή στο 20ό Συνέ­δριο επέ­τει­νε τη δια­πά­λη και τα προ­βλή­μα­τα στο Διε­θνές Κομ­μου­νι­στι­κό Κίνη­μα που είχαν ήδη εκδη­λω­θεί την προη­γού­με­νη περίοδο.
Οι θέσεις για τη δυνα­τό­τη­τα ενός κοι­νο­βου­λευ­τι­κού περά­σμα­τος στο σοσια­λι­σμό, όπως αυτές απο­τυ­πώ­θη­καν στην Έκθε­ση της ΚΕ του ΚΚΣΕ προς το 20ό Συνέ­δριο, ουσια­στι­κά ακύ­ρω­ναν τη γενί­κευ­ση της πεί­ρας της Οκτω­βρια­νής Σοσια­λι­στι­κής Επα­νά­στα­σης στη Ρωσία και υιο­θε­τού­σαν τη μεταρ­ρυθ­μι­στι­κή στρα­τη­γι­κή της σοσιαλδημοκρατίας.

Δια­στρε­βλώ­νο­ντας την ανα­φο­ρά του Λένιν ότι «όλα τα έθνη θα φτά­σουν στο σοσια­λι­σμό, αλλά δε θα φτά­σουν όλα εντε­λώς με τον ίδιο τρό­πο, το καθέ­να θα εισά­γει μια ιδιο­μορ­φία στη μια ή την άλλη μορ­φή δημο­κρα­τί­ας, στη μια ή την άλλη ποι­κι­λο­μορ­φία της δικτα­το­ρί­ας του προ­λε­τα­ριά­του…», η Έκθε­ση του 20ού Συνε­δρί­ου διακηρύσσει:
«Γεν­νιέ­ται το ερώ­τη­μα αν είναι δυνα­τό να περά­σου­με στο σοσια­λι­σμό χρη­σι­μο­ποιώ­ντας κοι­νο­βου­λευ­τι­κά μέσα. Για τους Ρώσους μπολ­σε­βί­κους δεν υπήρ­χε ανοι­χτό ένα τέτοιο μονο­πά­τι […] Από τότε, όμως, οι ιστο­ρι­κές συν­θή­κες έχουν υπο­στεί ριζι­κές αλλα­γές, οι οποί­ες κάνουν εφι­κτή μια δια­φο­ρε­τι­κή προ­σέγ­γι­ση του ζητή­μα­τος. Οι δυνά­μεις του σοσια­λι­σμού και της δημο­κρα­τί­ας έχουν απρο­σμέ­τρη­τα ενι­σχυ­θεί σε ολό­κλη­ρο τον κόσμο και ο καπι­τα­λι­σμός έχει γίνει πολύ πιο αδύ­να­μος […] Σε αυτές τις συν­θή­κες η εργα­τι­κή τάξη, συσπει­ρώ­νο­ντας γύρω της την εργα­ζό­με­νη αγρο­τιά, τη δια­νό­η­ση, όλες τις πατριω­τι­κές δυνά­μεις […] είναι σε θέση να νική­σει τις αντι­δρα­στι­κές δυνά­μεις που αντι­τί­θε­νται στο λαϊ­κό συμ­φέ­ρον, να κατα­κτή­σει μια στα­θε­ρή πλειο­ψη­φία στο κοι­νο­βού­λιο και να το μετα­μορ­φώ­σει από όργα­νο της αστι­κής δημο­κρα­τί­ας σε ένα αυθε­ντι­κό εργα­λείο της λαϊ­κής θέλη­σης. Σε μια τέτοια περί­πτω­ση, αυτός ο θεσμός, παρα­δο­σια­κός σε πολ­λές υψη­λά ανε­πτυγ­μέ­νες καπι­τα­λι­στι­κές χώρες, μπο­ρεί να γίνει όργα­νο μιας αυθε­ντι­κής δημο­κρα­τί­ας, δημο­κρα­τί­ας του εργα­ζό­με­νου λαού».

Το οπορ­του­νι­στι­κό μπλοκ με επι­κε­φα­λής το Ν. Σ. Χρου­στσόφ άνοι­ξε τις πύλες στη θέση της ύπαρ­ξης πολ­λα­πλών μορ­φών μετά­βα­σης στο σοσια­λι­σμό, ανα­θε­ω­ρώ­ντας τη μαρ­ξι­στι­κή θεω­ρία σχε­τι­κά με τον ταξι­κό χαρα­κτή­ρα του Κρά­τους και τη λενι­νι­στι­κή θεω­ρία για την επανάσταση. 

Στις 8–14 Δεκέμ­βρη 1956, δέκα μήνες μετά το 20ό Συνέ­δριο του ΚΚΣΕ, πραγ­μα­το­ποιεί­ται στη Ρώμη το 8ο Συνέ­δριο του Ιτα­λι­κού Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος, το οποίο επι­κύ­ρω­σε κατό­πιν πρό­τα­σης του Παλ­μί­ρο Τολιά­τι, το λεγό­με­νο «ιτα­λι­κό δρό­μο προς το σοσια­λι­σμό».
Η στρα­τη­γι­κή που ακο­λού­θη­σε ενέ­μει­νε στην εμβά­θυν­ση των ελευ­θε­ριών για να επι­τευ­χθεί η οικο­νο­μι­κή και κοι­νω­νι­κή δημο­κρα­τία. Προ­κύ­πτει έτσι η αντί­λη­ψη της «προ­ο­δευ­τι­κής δημο­κρα­τί­ας» ή της «αντι­μο­νο­πω­λια­κής δημο­κρα­τί­ας» που στην κορύ­φω­ση της ανά­πτυ­ξής της θα επι­τρέ­πει στη συνέ­χεια τη μετά­βα­ση στο σοσιαλισμό.

Ο Τολιά­τι, μπαί­νο­ντας επι­κε­φα­λής των ευρω­παί­ων ηγε­τών των απο­κα­λού­με­νων «ανα­νε­ω­τών», κατα­λή­γει να επι­βε­βαιώ­σει στο γνω­στό έργο του «Δια­θή­κη της Γιάλ­τας» ότι:
«Γενι­κά, έχου­με ως αφε­τη­ρία και πεποί­θη­ση ότι πρέ­πει να ξεκι­νά­με την επε­ξερ­γα­σία της πολι­τι­κής μας από τις θέσεις του 20ού Συνε­δρί­ου. Αλλά σήμε­ρα αυτές οι θέσεις χρειά­ζε­ται να βαθύ­νουν και να εξε­λι­χθούν. Για παρά­δειγ­μα, ένας βαθύ­τε­ρος προ­βλη­μα­τι­σμός για την πιθα­νό­τη­τα ενός ειρη­νι­κού δρό­μου πρό­σβα­σης στο σοσια­λι­σμό μας οδη­γεί στο να θέσου­με συγκε­κρι­μέ­να τι αντι­λαμ­βα­νό­μα­στε ως δημο­κρα­τία σε ένα αστι­κό κρά­τος, με ποιο τρό­πο μπο­ρούν να επε­κτα­θούν τα όρια της ελευ­θε­ρί­ας και των δημο­κρα­τι­κών θεσμών και ποιες μορ­φές είναι πιο απο­τε­λε­σμα­τι­κές για τη συμ­με­το­χή των εργα­ζό­με­νων μαζών στην οικο­νο­μι­κή και πολι­τι­κή ζωή. Προ­κύ­πτει λοι­πόν η πιθα­νό­τη­τα να κατα­κτη­θούν θέσεις εξου­σί­ας από την εργα­τι­κή τάξη, στο πλαί­σιο ενός κρά­τους που δεν θα έχει αλλά­ξει η ταξι­κή του φύση κι επο­μέ­νως το αν είναι δυνα­τή η πάλη για έναν προ­ο­δευ­τι­κό μετα­σχη­μα­τι­σμό στο πλαί­σιο αυτό».

Όταν διά­φο­ρα κόμ­μα­τα αρχί­ζουν να παίρ­νουν τέτοιες θέσεις, χει­ρο­τε­ρεύ­ει η επί­θε­ση ενά­ντια στις σοσια­λι­στι­κές χώρες και κυρί­ως ενά­ντια στη Σοβιε­τι­κή Ένωση.
Η πρώ­τη μεγά­λη ρωγ­μή στο ευρω­παϊ­κό κομ­μου­νι­στι­κό κίνη­μα που δημο­σιο­ποι­ή­θη­κε έγι­νε μετά τη διε­θνι­στι­κή παρέμ­βα­ση των χωρών του Συμ­φώ­νου της Βαρ­σο­βί­ας στην Τσε­χο­σλο­βα­κία, τον Αύγου­στο του 1968. Το Ιτα­λι­κό Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα, το Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα Ισπα­νί­ας και το Ρου­μά­νι­κο Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα κατα­δι­κά­ζουν δημό­σια την παρέμβαση.

Ο αντι­σο­βιε­τι­σμός ενσω­μα­τώ­νε­ται στην πολι­τι­κή γραμ­μή των κομ­μά­των που αγκα­λιά­ζουν τον «ευρω­κομ­μου­νι­σμό» και απο­τε­λεί ένα από τα κυριό­τε­ρα χαρα­κτη­ρι­στι­κά τους.
Οποια­δή­πο­τε δικαιο­λο­γία είναι καλή, εφό­σον τους δια­φο­ρο­ποιεί από την ΕΣΣΔ, τους παρου­σιά­ζει μπρο­στά στην κοι­νή γνώ­μη σαν δια­φο­ρο­ποι­η­μέ­νη επι­λο­γή από τον κύριο προ­μα­χώ­να της διε­θνούς εργα­τι­κής τάξης, παρό­τι οι αντι­σο­βιε­τι­κές κρι­τι­κές συμπί­πτουν ανοι­χτά με την ιμπε­ρια­λι­στι­κή προ­πα­γάν­δα και συμ­βάλ­λουν αντι­κει­με­νι­κά στην απο­δυ­νά­μω­ση του σοσια­λι­στι­κού στρατοπέδου.

Σε αυτή την προ­ο­πτι­κή, το 1975, το Ιτα­λι­κό Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα και το Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα Ισπα­νί­ας προ­έ­βη­σαν σε κοι­νή ανα­κοί­νω­ση σχε­τι­κά με το μοντέ­λο μετά­βα­σης στο σοσια­λι­σμό με «ειρή­νη και ελευ­θε­ρία». Αυτά ήταν τα προ­λε­γό­με­να της Συν­διά­σκε­ψης των Κομ­μου­νι­στι­κών και Εργα­τι­κών Κομ­μά­των της Ευρώ­πης που πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε στο Ανα­το­λι­κό Βερο­λί­νο στις 29–30 Ιού­νη του 1976, της οποί­ας τα απο­τε­λέ­σμα­τα είχαν παγκό­σμια απήχηση.
Τα κόμ­μα­τα της Ιτα­λί­ας, της Γαλ­λί­ας και της Ισπα­νί­ας που στη­ρί­ζο­νταν σε μεγα­λύ­τε­ρο ή μικρό­τε­ρο βαθ­μό από την παρέμ­βα­ση ορι­σμέ­νων κομ­μά­των εξου­σί­ας ‑όπως το γιου­γκο­σλα­βι­κό- παρου­σί­α­σαν ανοι­χτά σε ενιαίο μέτω­πο την ευρω­κομ­μου­νι­στι­κή πλατφόρμα.

Berlinguer

Το Ιτα­λι­κό Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα υπο­στή­ρι­ζε ανοι­χτά το δια­με­λι­σμό του διε­θνούς κομ­μου­νι­στι­κού κινή­μα­τος και ο Ενρί­κο Μπερ­λίν­γκου­ερ δήλωνε:
«…η Συν­διά­σκε­ψή μας δεν είναι συν­διά­σκε­ψη μιας διε­θνούς κομ­μου­νι­στι­κής οργά­νω­σης, που δεν υπάρ­χει και δεν μπο­ρεί να υπάρ­ξει σε οποια­δή­πο­τε μορ­φή, ούτε σε διε­θνές επί­πε­δο ούτε σε ευρω­παϊ­κό…».

Ο «ευρω­κομ­μου­νι­σμός» εκδη­λώ­θη­κε ανοι­χτά ως δεξιό ανα­θε­ω­ρη­τι­κό ρεύ­μα, υιο­θε­τώ­ντας πλή­ρως τα δόγ­μα­τα του ιμπε­ρια­λι­σμού γύρω από τις πιο ποι­κί­λες πολι­τι­κές πτυ­χές: δημο­κρα­τία, ελευ­θε­ρί­ες, θρη­σκεία κλπ.
Στο πλαί­σιο της υπε­ρά­σπι­σης των πολι­τι­κών ελευ­θε­ριών και της αστι­κής δημο­κρα­τί­ας, ιδιαί­τε­ρα του πολυ­κομ­μα­τι­σμού και της καθο­λι­κής ψηφο­φο­ρί­ας, έθα­ψαν την πάλη των τάξε­ων και αρνή­θη­καν το ρόλο της ταξι­κής κυριαρ­χί­ας του Κράτους.
Ασκη­σαν διαρ­κή και διευ­ρυ­νό­με­νη επι­θε­τι­κή πολι­τι­κή στις σοσια­λι­στι­κές χώρες, προ­σπά­θη­σαν να δυνα­μι­τί­σουν με όλα τα μέσα που είχαν στη διά­θε­σή τους το συντο­νι­σμό και την ανά­πτυ­ξη του διε­θνούς κομ­μου­νι­στι­κού κινή­μα­τος και μετα­τρά­πη­καν ‑στο όνο­μα των εθνι­κών ιδιαι­τε­ρο­τή­των και του δημο­κρα­τι­κού σοσια­λι­σμού- σε εκφρα­στές της αντι­κομ­μου­νι­στι­κής στρα­τη­γι­κής των ιμπε­ρια­λι­στι­κών δυνάμεων.

Επι­τέ­θη­καν με μανία στο λενι­νι­στι­κό συλ­λο­γι­σμό ότι μαρ­ξι­στής είναι μόνο εκεί­νος που επε­κτεί­νει την ανα­γνώ­ρι­ση της πάλης των τάξε­ων ως την ανα­γνώ­ρι­ση της δικτα­το­ρί­ας του προ­λε­τα­ριά­του και ότι το πρό­βλη­μα της δικτα­το­ρί­ας του προ­λε­τα­ριά­του είναι το πρό­βλη­μα της στά­σης του προ­λε­τα­ρια­κού κρά­τους απέ­να­ντι στο αστι­κό κρά­τος, της προ­λε­τα­ρια­κής δημο­κρα­τί­ας απέ­να­ντι στην αστι­κή δημοκρατία.

Με πλη­ρο­φο­ρί­ες από

Berlinguer Una brava persona ma non comunistaΔεί­τε και όλη τη σχε­τι­κή κρι­τι­κή αρθρο­γρα­φία του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος Ιτα­λί­ας αρχί­ζο­ντας από αυτό |> Berlinguer Una brava persona ma non comunista ένας καλός άνθρω­πος που δεν ήταν κομ­μου­νι­στής» άρθρο του Marco Rizzo στην l’UNITA’.

 

 

 

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο