Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Βιβλιοκριτική του Περικλή Παυλίδη για το βιβλίο «Τα χρόνια ανάμεσα»  (του Βασίλη Τσιράκη)

Γρά­φει ο Περι­κλής Παυ­λί­δης* //

Προ­τού παρου­σιά­σω ορι­σμέ­νες σκέ­ψεις ανα­φο­ρι­κά με το ιστο­ρι­κό μυθι­στό­ρη­μα του Βασί­λη  Τσι­ρά­κη, Τα χρό­νια ανά­με­σα, θα ήθε­λα να κάνω μερι­κές γενι­κές επι­ση­μάν­σεις σχε­τι­κά με τον ιστο­ρι­σμό του μυθι­στο­ρή­μα­τος ως λογο­τε­χνι­κού είδους. Θεω­ρώ ότι ο ιστο­ρι­σμός απο­τε­λεί εγγε­νές στοι­χείο του μυθι­στο­ρή­μα­τος με την έννοια της μελέ­της και ανα­πα­ρά­στα­σης της σχέ­σης ιστο­ρι­κά συγκε­κρι­μέ­νων χαρα­κτή­ρων με τον κοι­νω­νι­κό τους περί­γυ­ρο. Η συγκε­κρι­μέ­νη προ­σω­πι­κό­τη­τα, οι ήρω­ες συγκε­κρι­μέ­νης επο­χής σε μια αντι­φα­τι­κή σχέ­ση με την κοι­νω­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και συνα­κό­λου­θα δυνα­μι­κή, μετα­βλη­τή, εξε­λισ­σό­με­νη – αυτό είναι το βασι­κό ζήτη­μα του μυθιστορήματος.

Το μυθι­στό­ρη­μα ως δημιούρ­γη­μα της αστι­κής κοι­νω­νί­ας απο­τε­λεί μαζί με τη νεό­τε­ρη  κλα­σι­κή φιλο­σο­φία  προ­νο­μια­κό πεδίο ανα­στο­χα­σμού των κοι­νω­νι­κών σχέ­σε­ων και επί­τευ­ξης κοι­νω­νι­κής αυτο­συ­νεί­δη­σης. Αυτό το στοι­χείο του μυθι­στο­ρή­μα­τος είναι συνυ­φα­σμέ­νο με την ανα­γνώ­ρι­ση της αντι­φα­τι­κό­τη­τας των κοι­νω­νι­κών σχέ­σε­ων (ως συνέ­πεια της μέγι­στης ανά­πτυ­ξης και ανοι­κτής εμφά­νι­σης των ταξι­κών χαρα­κτη­ρι­στι­κών τους), δεδο­μέ­νου ότι μόνο αυτή η ανα­γνώ­ρι­ση ανοί­γει το δρό­μο για τη θεώ­ρη­σή τους ως ανα­πτυσ­σό­με­νων μέσα από τη δρά­ση, τις συγκρού­σεις και τους αγώ­νες των ηρώ­ων, δηλα­δή ως κατε­ξο­χήν ιστορικών.

***

Η θεώ­ρη­ση των κοι­νω­νι­κών σχέ­σε­ων ως αντι­φα­τι­κών συνά­πτε­ται με τον προ­βλη­μα­τι­σμό ανα­φο­ρι­κά με τις προ­ο­πτι­κές που αυτές μπο­ρούν να έχουν, καθώς και με την εξέ­τα­ση του τρό­που με τον οποίο οι άνθρω­ποι τις δημιουρ­γούν και τις αλλά­ζουν. Στο μυθι­στό­ρη­μα για πρώ­τη φορά οι άνθρω­ποι αντι­με­τω­πί­ζο­νται ως δημιουρ­γοί του ατο­μι­κού και κοι­νω­νι­κού βίου τους.

tsirakis2Αυτά τα στοι­χεία του μυθι­στο­ρή­μα­τος οδη­γούν και σε ένα άλλο ειδο­ποιό χαρα­κτη­ρι­στι­κό του: στην ενα­σχό­λη­ση με τον εσω­τε­ρι­κό κόσμο των ηρώ­ων, με την απει­κό­νι­ση της  ξεχω­ρι­στής προ­σω­πι­κό­τη­τάς τους, της συνεί­δη­σης, των συναι­σθη­μά­των, των σκέ­ψε­ων, των διλ­λη­μά­των, των ιδα­νι­κών τους. Για­τί είναι ακρι­βώς η ύπαρ­ξη του ατό­μου σε ένα αντι­φα­τι­κό κόσμο με ανοι­χτό — απρό­βλε­πτο  μέλ­λον αυτή η οποία ενερ­γο­ποιεί και ανα­πτύσ­σει τις εσω­τε­ρι­κές συνει­δη­σια­κές προ­σπά­θειες νοη­μα­το­δό­τη­σης και προ­σα­να­το­λι­σμού της ανθρώ­πι­νης δραστηριότητας.

Στα προ­γε­νέ­στε­ρα του μυθι­στο­ρή­μα­τος είδη λόγου, όπως είναι η επι­κή και δρα­μα­τι­κή ποί­η­ση, η θέση του ανθρώ­που είναι λίγο πολύ προ­κα­θο­ρι­σμέ­νη. Ο βίος του καθε­νός θεω­ρεί­ται προ­δια­γε­γραμ­μέ­νος από τη μοί­ρα, άπο­ψη  η οποία αντα­να­κλά το γεγο­νός ότι στους προ­κε­φα­λαιο­κρα­τι­κούς κοι­νω­νι­κούς σχη­μα­τι­σμούς το άτο­μο υπά­γε­ται με αυστη­ρό­τη­τα σε άτεγ­κτους κοι­νω­νι­κούς ρόλους. Φυσι­κά, εκεί όπου οι συν­θή­κες του βίου εκλαμ­βά­νο­νται ως αυτο­νό­η­τες δεν είναι ανα­γκαί­ες οι συνει­δη­σια­κές διερ­γα­σί­ες ανί­χνευ­σης προ­ο­πτι­κών  για τον προ­σα­να­το­λι­σμό της δραστηριότητας.

Ο ιστο­ρι­σμός του μυθι­στο­ρή­μα­τος συνί­στα­ται λοι­πόν στην κατα­νό­η­ση και ανα­πα­ρά­στα­ση  των αντι­φά­σε­ων μιας κατά­στα­σης, μιας επο­χής, των ουσιω­δών σχέ­σε­ων και ζητη­μά­των της, των περιο­ρι­σμών και δυνα­το­τή­των που τη δια­κρί­νουν, δοσμέ­νων δια­μέ­σου των χαρα­κτή­ρων  και της δρά­σης των ηρώ­ων, οι οποί­οι σαφώς θα πρέ­πει να είναι τυπι­κοί για την επο­χή τους. Όπως το είχε θέσει ο Ένγκελς, «τυπι­κοί χαρα­κτή­ρες σε τυπι­κές συν­θή­κες». Ο χαρα­κτή­ρας που ενερ­γεί, που απο­κα­λύ­πτε­ται σε μια ιδιό­τυ­πη επο­ποι­ία εντός αντι­φα­τι­κών, συγκρου­σια­κών και αβέ­βαιων συν­θη­κών,  είναι το θεμέ­λιο του μυθι­στο­ρή­μα­τος. Οι χαρα­κτή­ρες λει­τουρ­γούν τρό­πον τινά ως εγχει­ρί­διο δια του οποί­ου ο συγ­γρα­φέ­ας δύνα­ται να κάνει τομές σε ένα συνον­θύ­λευ­μα γεγο­νό­των και περι­στα­τι­κών και να ανα­δεί­ξει τα κρί­σι­μα, ουσιώ­δη ζητή­μα­τα της εποχής.

Ωστό­σο, ο συγ­γρα­φέ­ας με το έργο του δεν καλεί­ται να υπο­κα­τα­στή­σει την επι­στη­μο­νι­κή ιστο­ρι­κή έρευ­να. Σαφώς η επι­στη­μο­νι­κή αλή­θεια δεν μπο­ρεί να αφή­νει αδιά­φο­ρη την καλ­λι­τε­χνι­κή δημιουρ­γία. Η τέχνη είναι αυθε­ντι­κή, όταν προ­σεγ­γί­ζει την κάθε επο­χή με όρους αλή­θειας, δοσμέ­νης σε αισθη­τι­κές μορ­φές. Όμως η ιδιο­τυ­πία της καλ­λι­τε­χνι­κής προ­σέγ­γι­σης της κοι­νω­νι­κής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νου και του ιστο­ρι­κού παρελ­θό­ντος, δε συνί­στα­ται απλώς στο να απο­τε­λέ­σει μιαν  άλλη μορ­φή γνώ­σης, στο να παρου­σιά­σει απλώς το πώς έχουν (είχαν) τα πράγ­μα­τα. Η ιδιο­τυ­πία αυτής της προ­σέγ­γι­σης, την οποία μοι­ρά­ζε­ται και το μυθι­στό­ρη­μα,  έχει να κάνει με την εξέ­τα­ση του τρό­που με τον οποίο αντι­με­τώ­πι­σαν την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα οι άνθρω­ποι συγκε­κρι­μέ­νης επο­χής, με την απο­τί­μη­ση των στά­σε­ων ζωής που επέ­λε­ξαν. Το ουσιώ­δες ζήτη­μα του μυθι­στο­ρή­μα­τος, ως λογο­τε­χνι­κού είδους συνυ­φα­σμέ­νου με τον ανα­στο­χα­σμό των κοι­νω­νι­κών σχέ­σε­ων, είναι η απά­ντη­ση  (δια­μέ­σου των ηρώ­ων και της δρά­σης τους) στο ερώ­τη­μα του πώς θα πρέ­πει να υπάρ­ξου­με μέσα στην κοι­νω­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, πώς θα πρέ­πει να στα­θού­με απέ­να­ντί της ως  ενερ­γά όντα, ως υπο­κεί­με­να. Κατα­πια­νό­με­νος με αυτό το ερώ­τη­μα ο συγ­γρα­φέ­ας παίρ­νει θέση  απέ­να­ντι στα κρί­σι­μα ζητή­μα­τα μιας κατά­στα­σης, συμ­βάλ­λο­ντας τοιου­το­τρό­πως στις προ­σπά­θειες των ανθρώ­πων  να νοη­μα­το­δο­τή­σουν τον βίο τους, να  προ­σα­να­το­λί­σουν την κοι­νω­νι­κή τους πρά­ξη, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νης και της πολιτικής.

Με δεδο­μέ­να τα παρα­πά­νω, θα ήθε­λα να επι­ση­μά­νω ότι το  έργο του Βασί­λη Τσι­ρά­κη, Τα χρό­νια ανά­με­σα, ασχο­λεί­ται με κρί­σι­μα κοι­νω­νι­κά γεγο­νό­τα της περιό­δου του Μεσο­πο­λέ­μου. Ως τόπο για την παρα­κο­λού­θη­σή τους ο συγ­γρα­φέ­ας επι­λέ­γει τη Θεσ­σα­λο­νί­κη. Η Θεσ­σα­λο­νί­κη είναι προ­νο­μια­κός τόπος για να παρα­κο­λου­θή­σει κανείς κοι­νω­νι­κές εξε­λί­ξεις όπως το τέλος του 1ου Παγκό­σμιου Πολέ­μου και οι συνέ­πειές του, η βίαιη αλλα­γή των συνό­ρων και η μετα­κί­νη­ση πλη­θυ­σμών, η συγκρό­τη­ση του κομ­μου­νι­στι­κού κινή­μα­τος και η ανά­πτυ­ξη εργα­τι­κών αγώ­νων, με κορυ­φαία στιγ­μή τα γεγο­νό­τα του Μάη του 1936, αλλά και η άνο­δος του φασι­σμού, η δρά­ση των εθνι­κι­στι­κών — ακρο­δε­ξιών συμ­μο­ριών και οι επι­θέ­σεις τους στην εβραϊ­κή κοι­νό­τη­τα, η οποία δεν εγγρά­φε­ται στο εθνι­κι­στι­κό αφή­γη­μα του «καθα­ρού» ελλη­νι­κού έθνους κ.α.

Τα γεγο­νό­τα της περιό­δου, όπως λαμ­βά­νουν χώρα στην πόλη, παρου­σιά­ζο­νται σε συνάρ­τη­ση με τις αλλα­γές που συντε­λού­νται στην Ελλά­δα και βεβαί­ως στην Ευρώ­πη. Οι προ­σω­πι­κές δια­δρο­μές των ηρώ­ων του μυθι­στο­ρή­μα­τος τους οδη­γούν κάποια στιγ­μή στα μεγά­λα ευρω­παϊ­κά κέντρα του Μεσο­πο­λέ­μου, στη Μόσχα, το Βερο­λί­νο, τη Βαρ­κε­λώ­νη και τη Μαδρίτη.

Τα κύρια πρό­σω­πα του έργου απο­τε­λούν από εθνο-πολι­τι­σμι­κή και κοι­νω­νι­κο-ταξι­κή σκο­πιά τυπι­κούς χαρα­κτή­ρες, ενώ με δεξιο­τε­χνία και γλα­φυ­ρό­τη­τα ανα­πα­ρι­στώ­νται οι  λεπτο­μέ­ρειες του τόπου και του χρό­νου που συν­θέ­τουν  την καθη­με­ρι­νό­τη­τά τους. Βέβαια οι ήρω­ες του μυθι­στο­ρή­μα­τος περι­γρά­φο­νται αδρο­με­ρώς. Ο συγ­γρα­φέ­ας παρα­κο­λου­θεί με μια ιμπρε­σιο­νι­στι­κή ματιά τα πρό­σω­πα του έργου του. Ωστό­σο, μέσα από τις δια­δρο­μές των ηρώ­ων ανα­δει­κνύ­ει τις κρί­σι­μες αντι­θέ­σεις της εποχής.

***

Από το σύνο­λο των ηρώ­ων  θα ήθε­λα να στα­θώ στους νέους κοι­νω­νι­κούς τύπους που περι­γρά­φει ο Βασί­λης Τσι­ρά­κης, οι οποί­οι εμφα­νί­ζο­νται ακρι­βώς στο Μεσο­πό­λε­μο και εκφρά­ζουν τις νέες ιδέ­ες και τάσεις της επο­χής. Τέτοιος νέος τύπος είναι ο Ελιάν, ο εβραί­ος κομ­μου­νι­στής, ο οποί­ος  σπου­δά­ζει στη Μόσχα και επι­στρέ­φο­ντας στην Θεσ­σα­λο­νί­κη πρω­τα­γω­νι­στεί στην οργά­νω­ση των εργα­τι­κών αγώ­νων. Ο Ελιάν προ­βάλ­λει στο προ­σκή­νιο των πολι­τι­κών συγκρού­σε­ων ως φορέ­ας της νέας ιδε­ο­λο­γί­ας που προ­τάσ­σει την ενό­τη­τα των εργα­ζο­μέ­νων, ανε­ξαρ­τή­τως εθνι­κό­τη­τας, στον αγώ­να για την κομ­μου­νι­στι­κή απε­λευ­θέ­ρω­ση της ανθρωπότητας.

Νέος κοι­νω­νι­κός τύπος είναι η  Σμα­ρώ, η δασκά­λα —  δια­νο­ού­με­νη  που παρα­κο­λου­θεί τα προ­ο­δευ­τι­κά πνευ­μα­τι­κά ρεύ­μα­τα, συμ­με­τέ­χει στους κοι­νω­νι­κούς αγώ­νες και στο τέλος παίρ­νει μαζί με το σύντρο­φό της  Ελιάν το δρό­μο για το βου­νό, για να βρε­θεί με τους αντάρ­τες του ΕΛΑΣ. Η πορεία της Σμα­ρώς απο­τε­λεί  τον ένα άξο­να γυναι­κεί­ας χει­ρα­φέ­τη­σης που παρου­σιά­ζει ο συγ­γρα­φέ­ας, με τη γυναί­κα να εμφα­νί­ζε­ται ως πρω­τα­γω­νί­στρια του αγώ­να για την  κοι­νω­νι­κή πρό­ο­δο. Ο άλλος άξο­νας γυναι­κεί­ας χει­ρα­φέ­τη­σης είναι αυτός της Δάφ­νης, η οποία  θα κατα­φέ­ρει να απε­λευ­θε­ρω­θεί από τα δεσμά της κατα­πιε­στι­κής  οικο­γέ­νειάς της  νικώ­ντας σε δια­γω­νι­σμό ομορ­φιάς, γεγο­νός που θα την οδη­γή­σει σε μια ζωή με ανέ­σεις και δημό­σια προ­βο­λή. Ωστό­σο, η χει­ρα­φέ­τη­σή της επι­τυγ­χά­νε­ται βάσει των κανό­νων της αστι­κής κοι­νω­νί­ας και γι’ αυτό είναι υπο­θη­κευ­μέ­νη και πλα­σμα­τι­κή. Η Δάφ­νη, η οποία μάλι­στα είχε υπο­στεί δύο φορές ιδιό­τυ­πο βια­σμό,  είναι ανα­γκα­σμέ­νη να «που­λά» την εικό­να της στον ανδρι­κό πλη­θυ­σμό, να υπη­ρε­τεί ως γυναί­κα τον «κοι­νο­τι­κό πόθο» (για θυμη­θώ μια έκφρα­ση του Μαρξ), προ­κει­μέ­νου να της ανα­γνω­ρι­στούν συγκε­κρι­μέ­νες ελευ­θε­ρί­ες στη ζωή της. Η πορεία του βίου της είναι αδιέ­ξο­δη, κάτι που επι­σφρα­γί­ζε­ται  με την τελι­κή αυτο­κτο­νία της.

Νέος κοι­νω­νι­κός τύπος είναι ο Στέ­φα­νος ο οποί­ος βρί­σκε­ται στην Ισπα­νία, στο στρα­τό­πε­δο των δημο­κρα­τι­κών να πολε­μά το φασι­σμό. Νέος τύπος στο μυθι­στό­ρη­μα καθί­στα­ται και ο Αντώ­νης,  ο ανά­πη­ρος βετε­ρά­νος των πολε­μι­κών εξορ­μή­σε­ων του ελλη­νι­κού αστι­κού κρά­τους, ο οποί­ος ζει μια σκυ­φτή, ταπει­νω­τι­κή ζωή, ώσπου στη συντρο­φιά των  φυλα­κι­σμέ­νων κομ­μου­νι­στών η  ύπαρ­ξή του  θα απο­κτή­σει νέο νόη­μα και θα στα­θεί στο τέλος αγέ­ρω­χα μπρο­στά στο εκτε­λε­στι­κό απόσπασμα.

***

Τα «χρό­νια ανά­με­σα» που περι­γρά­φει στο μυθι­στό­ρη­μά του ο Βασί­λης Τσι­ρά­κης είναι χρό­νια μεγά­λης δυστυ­χί­ας, αβε­βαιό­τη­τας και κιν­δύ­νων, αλλά και αγώ­να, ανα­ζή­τη­σης, εμφά­νι­σης και διά­δο­σης νέων ιδε­ών, γέν­νη­σης νέων τύπων ανθρώ­που. Είναι, εν τέλει, χρό­νια προ­ε­τοι­μα­σί­ας των πιο ζωντα­νών δυνά­με­ων της ελλη­νι­κής κοι­νω­νί­ας για τη μεγα­λειώ­δη επο­χή που θα ακο­λου­θή­σει. Απο­τε­λούν μια κρί­σι­μη ιστο­ρι­κή περί­ο­δο την οποία αξί­ζει να παρα­κο­λου­θή­σου­με μέσα από την οξυ­δερ­κή και γλα­φυ­ρή ματιά του συγγραφέα.

 

*Ο Περι­κλής Παυ­λί­δης είναι επί­κου­ρος καθη­γη­τής του Παι­δα­γω­γι­κού Τμή­μα­τος Δημο­τι­κής Εκπαί­δευ­σης στο Αρι­στο­τέ­λειο Πανε­πι­στή­μιο Θεσσαλονίκης

 

***

Το βίντεο είναι από την τοπο­θέ­τη­ση του Περι­κλή Παυ­λί­δη στην παρου­σί­α­ση του βιβλί­ου «Τα χρό­νια ανά­με­σα» στη θεσσαλονίκη

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο