Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Wim Wenders 40 χρόνια μετά: από το “Καλοκαίρι στο σπίτι” τα “φτερά του έρωτα” και το Les beaux jours d’Aranjuez στο “Παρίσι_Τέξας”

Το 1983, ένας Γερ­μα­νός από τη νέα γενιά κινη­μα­το­γρα­φι­στών γνώ­ρι­σε την αμε­ρι­κα­νι­κή Δύση και φωτο­γρά­φι­σε για πρώ­τη φορά αυτό που θα γινό­ταν μια από τις καλτ ται­νί­ες του είδους. Western; Παρίσι_Τέξας, του οποί­ου ο εντο­πι­σμός τοπο­θε­σί­ας και οι πρώ­τες φωτο­γρα­φί­ες τρα­βή­χτη­καν πριν από 40 χρόνια.

Ο Wenders (Βιμ Βέντερς Ernst Wilhelm Wenders _γεν. 14_Αυγ 1945 στο Düsseldorf),  ακρι­βώς στην αρχή της επο­χής που η Δυτι­κή Γερ­μα­νία υπο­τά­χτη­κε στην αμε­ρι­κα­νι­κή κουλ­τού­ρα _για να ξεχά­σει δήθεν το παρελ­θόν της (με την Λαο­κρα­τι­κή DDR να τρα­βά­ει το δικό της δύσκο­λο δρό­μο), έχει ζήσει μιλώ­ντας γοη­τευ­μέ­νος στις ται­νί­ες του για την αμε­ρι­κα­νι­κή παρου­σία στο ευρω­παϊ­κό ασυ­νεί­δη­το _την αμε­ρι­κα­νο­ποί­η­ση της μετα­πο­λε­μι­κής (Δυτι­κής) Γερμανίας.
Ο Βέντερς δήλω­νε πάντα λάτρης του κλα­σι­κού αμε­ρι­κα­νι­κού κινη­μα­το­γρά­φου, από σκη­νο­θέ­τες όπως ο Τζον Φορντ, ο Νίκο­λας Ρέι, ο Χάουαρντ Χοκς ή ο Σάμιου­ελ Φούλερ.

Με σκο­πό να ανα­κα­λύ­ψει το φως και τα χρώ­μα­τα των Δυτι­κών ΗΠΑ, ο Γερ­μα­νός σκη­νο­θέ­της νοί­κια­σε ένα αυτο­κί­νη­το στα τέλη του 1983, άρπα­ξε τον οδι­κό χάρ­τη, ένα μάτσο Kodachrome με συγκε­κρι­μέ­νο προ­ο­ρι­σμό, Τέξας_Μεξικό _Καλιφόρνια.
Μέχρι να τελειώ­σει το ταξί­δι, είχε δια­σχί­σει αυτο­κι­νη­τό­δρο­μους τρί­της και τέταρ­της τάξης, χωμα­τό­δρο­μους κλπ., είχε περά­σει τη νύχτα σε σχε­δόν εγκα­τα­λε­λειμ­μέ­να μοτέλ και είχε βρει τοπο­θε­σί­ες για την επό­με­νη ται­νία του.

Το Παρί­σι του Τέξας είναι μια ιστο­ρία για την αγά­πη του (πάντα αδύ­να­τη), την τρέ­λα και τη μονα­ξιά του. Μια ται­νία που γοη­τεύ­ει με τους πλα­τιούς και φωτει­νούς ουρα­νούς της που θυμί­ζουν γου­έ­στερν της δεκα­ε­τί­ας του ’50. Και παρά τον χρό­νο, την προ­σπά­θεια και την απο­φα­σι­στι­κό­τη­τα με την οποία ο Wenders έψα­ξε για τη μικρή πόλη σε εκεί­νη τη νότια πολι­τεία της Βόρειας Αμε­ρι­κής, το μέρος που δίνει το όνο­μα και την ιδέα του στην ται­νία δεν εμφα­νί­ζε­ται ποτέ στην ται­νία, παρά μόνο σε μια φωτογραφία.

Χρό­νια αργό­τε­ρα, θα αδι­κού­σε τον τόπο δημο­σιεύ­ο­ντας μερι­κές από τις φωτο­γρα­φί­ες που τρά­βη­ξε στις δύο επι­σκέ­ψεις του εκεί. Αν και καμία από τις τοπο­θε­σί­ες που απα­θα­νά­τι­σε στο σόλο ταξί­δι του δεν χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε στα γυρί­σμα­τα της βρα­βευ­μέ­νης ται­νί­ας, όλες προ­έρ­χο­νται από τη δρά­ση, στην οποία ο σκη­νο­θέ­της ισχυ­ρί­ζε­ται ότι χρη­σι­μο­ποί­η­σε βαθιά γνώ­ση των πόλε­ων και των τοπί­ων που είχε μονα­χι­κά εξερευνήσει.

Υπάρ­χει κι άλλο ένα αξιο­μνη­μό­νευ­το στην ται­νία του _το soundtrack. Με επι­κε­φα­λής τον παρα­γω­γό και μου­σι­κό Ry Cooder –ο οποί­ος έγι­νε πιο διά­ση­μος παγκο­σμί­ως επει­δή “ανα­κά­λυ­ψε” τους μυθι­κούς Κου­βα­νούς μου­σι­κούς της Buena Vista Social Club– δημιουρ­γώ­ντας μια αιώ­νια μου­σι­κή ατμό­σφαι­ρα, που πάντα ανοί­γει τις καρ­διές μας.

Πριν από τρεις μήνες, επι­σκε­πτό­με­νος τη Βαρ­κε­λώ­νη για να μιλή­σει για την καριέ­ρα του σε φοι­τη­τές εξήγησε:
«Είναι περί­ερ­γο _φαινόμενο. Μερι­κές φορές υπάρ­χουν ται­νί­ες που κυκλο­φο­ρούν ακρι­βώς τη στιγ­μή που πρέ­πει και αυτό συνέ­βη με το Παρί­σι _Τέξας. Δεν ξέρω αν είναι τύχη ή μοί­ρα ή το κοκτέιλ αυτών που το δημιουρ­γούν. Στην περί­πτω­σή μου, ο Harry Dean Stanton ήταν στην τέλεια στιγ­μή του, η Nastassja Kinski στο από­γειο της καριέ­ρας της, ήταν το πρώ­το σενά­ριο του Sam Shepard και ο Ry Cooder ήθε­λε να απο­δεί­ξει την αξία του. Το μόνο που μπο­ρού­σα να κάνω ήταν να μην το σκα­λί­σω».

Παρίσι, Τέξας:
ο Βέντερς θυμάται τα γυρίσματα …

«Ήθε­λα να κάνω μια ται­νία στην αμε­ρι­κα­νι­κή Δύση, σ’ αυτά τα απέ­ρα­ντα τοπία. Ήταν και παρα­μέ­νει ακό­μα ξεκά­θα­ρο για μένα ότι δεν μπο­ρείς να κάνεις ται­νί­ες με θέμα­τα, ότι αυτά μπο­ρούν να προ­κύ­ψουν μόνο από τους χαρακτήρες».
Το καλο­καί­ρι του 1983 ο ψηλέ­ας (1.91m _έπαιξε και μπά­σκετ…) Wim Wenders  ξεκί­νη­σε τα γυρί­σμα­τα μιας ται­νί­ας στο νοτιο­δυ­τι­κό Τέξας, η οποία έναν χρό­νο αργό­τε­ρα θα κέρ­δι­ζε τον Χρυ­σό Φοί­νι­κα στις Κάν­νες και ακο­λού­θως θα συγκι­νού­σε το παγκό­σμιο κοινό.

Κινη­μα­το­γρα­φι­στής, σκη­νο­θέ­της, σενα­ριο­γρά­φος, θεα­τρι­κός συγ­γρα­φέ­ας, νου­βε­λί­στας, φωτο­γρά­φος, γνω­στός επί­σης για το αρι­στούρ­γη­μα “Τα φτε­ρά του έρω­τα” (Der Himmel über Berlin _Ο ουρα­νός πάνω από το Βερο­λί­νο ‑1987), “Μέχρι το τέλος του κόσμου” (1991), “Τόσο μακριά, τόσο κοντά!” (1993) και πολ­λές άλλες ται­νί­ες υπο­ψή­φιος για 3 Oscars, 89 διε­θνή βρα­βεία & με 75 υποψηφιότητες

Το αρχι­κό σχέ­διο του Βέντερς ήταν γεω­γρα­φι­κά πιο φιλό­δο­ξο: ήθε­λε να ξεκι­νή­σει από την Καλι­φόρ­νια και να φτά­σει …μέχρι την Αλά­σκα. Ο Σέπαρντ όμως είχε αντίρ­ρη­ση. «Μου είπε “μην ασχο­λεί­σαι μ’ αυτό το ζιγκ-ζαγκ. Μπο­ρείς να βρεις όλη την Αμε­ρι­κή σε μία μόνο πολι­τεία: το Τέξας”. Το να έχεις τις απα­ντή­σεις είναι πολύ δια­φο­ρε­τι­κό από το να ανα­ζη­τάς τις απα­ντή­σεις στη διάρ­κεια του γυρί­σμα­τος – είμαι υπέρ αυτού. Όπως ο Τρι­φό, ο οποί­ος δεν έκα­νε διά­κρι­ση μετα­ξύ της ζωής του και των ται­νιών του». Ο Σαμ (Σέπαρντ) πάντα έγρα­φε για τη Δύση. Το βιβλίο του Motel Chronicles ήταν η ουσία του Παρί­σι-Τέξας. Ένας δρό­μος, μια πρό­σο­ψη, ένα βου­νό, μια γέφυ­ρα ή ένα ποτά­μι δεν είναι απλώς το φόντο της αφή­γη­σης. Έχουν τη δική τους ιστο­ρία, τη δική τους προ­σω­πι­κό­τη­τα, μια ταυ­τό­τη­τα που αξί­ζει να ληφθεί υπό­ψη και να απο­τυ­πω­θεί… Ίσως να οφεί­λε­ται στο γεγο­νός ότι ποτέ δεν ενδια­φέρ­θη­κα για την ιστο­ρία του κινη­μα­το­γρά­φου, αλλά μάλ­λον για την ιστο­ρία των ανθρώ­πων που έκα­ναν ται­νί­ες», λέει ο Βέντερς.

Ο Βέντερς απο­λαμ­βά­νει πάντα τη δια­δι­κα­σία των γυρι­σμά­των –ανα­κα­λύ­πτει την ψυχή των τοπο­θε­σιών όταν φτά­νει εκεί–, πιστεύ­ει όμως ότι οι ται­νί­ες φτιά­χνο­νται στο μοντάζ.
Αλλά στο Παρί­σι, Τέξας το τέλος ήταν ξεκά­θα­ρο περί­που εξ αρχής. Υπο­συ­νεί­δη­τα, ο Σέπαρντ κι ο Βέντερς βρί­σκο­νταν στην ίδια σελί­δα – ήξε­ραν πώς θα φτά­σουν στον δρα­μα­τι­κό μονό­λο­γο του Τρά­βις (Χάρι Ντιν Στά­ντον) προς τη γυναί­κα του, Τζέιν (Ναστά­ζια Κίν­σκι), η οποία εργά­ζε­ται σε ένα peep show.

Από τα γυρί­σμα­τα του Παρί­σι, Τέξας, θυμά­ται πρώ­τα και κύρια την έντο­νη ανα­σφά­λεια του Χάρι Ντιν Στά­ντον: «Για πολ­λούς μήνες ήμουν ο ψυχο­θε­ρα­πευ­τής του. Ένιω­θε άσχη­μος και γέρος. Ήταν 35 χρό­νια μεγα­λύ­τε­ρος από τη Ναστά­ζια. Περι­φε­ρό­ταν νευ­ρι­κά, υπο­τι­μώ­ντας τον εαυ­τό του κάθε μέρα. Όταν τελι­κά πήγα­με στο φεστι­βάλ των Καν­νών, του είπα ότι δεν μπο­ρού­σα πια να είμαι διαρ­κώς στη διά­θε­σή του και ότι θα έπρε­πε να βρει κάποιον άλλον να τον συνο­δεύ­ει. Ο Χάρι πλή­ρω­σε για να πάει μαζί του στο ταξί­δι ένας νεα­ρός ηθο­ποιός που στε­κό­ταν δίπλα του ώρα με την ώρα, υπο­στη­ρί­ζο­ντάς τον αδιά­κο­πα. Αυτός ο νεα­ρός ήταν ο Σον Πεν».

Το «Παρί­σι, Τέξας» δεν κατά­φε­ρε να φτά­σει στα Όσκαρ. Ο Βέντερς είναι παρα­πά­νω από απλοϊ­κός εξη­γώ­ντας τον λόγο: «Η Twentieth Century Fox το αγό­ρα­σε για δια­νο­μή στις Ηνω­μέ­νες Πολι­τεί­ες… ετοί­μα­σαν μια έξυ­πνη καμπά­νια, σκέ­φτη­καν ακό­μη και την προ­ο­πτι­κή των Όσκαρ. Ξαφ­νι­κά όμως, η διοί­κη­ση αντι­κα­τα­στά­θη­κε και μέσα σε τρεις εβδο­μά­δες ακό­μη και οι ρεσε­ψιο­νίστ ήταν δια­φο­ρε­τι­κοί. Τα νέα στε­λέ­χη δεν ήθε­λαν να έχουν καμία σχέ­ση με τις ιδέ­ες των προη­γού­με­νων και δεν προ­ε­τοί­μα­σαν καν προ­βο­λή για τα μέλη της Ακα­δη­μί­ας ούτε έκα­ναν κάποια σχε­τι­κή προ­ώ­θη­ση. Ο Χάρι ήταν συντε­τριμ­μέ­νος» (εδώ γελάνε…)

Μερι­κούς μήνες νωρί­τε­ρα όμως, τον Μάιο του 1984, είχε κερ­δί­σει τον Χρυ­σό Φοί­νι­κα στις Κάν­νες. «Είχα ήδη βρε­θεί εκεί το 1975 για το Kings of the Road (Im Lauf der Zeit, ελλην. Στο πέρα­σμα του χρό­νου) πολύ νέος για να το απο­λαύ­σω. Το 1984 το βίω­σα δια­φο­ρε­τι­κά. Στο τέλος του φεστι­βάλ μάς ζήτη­σαν να μεί­νου­με για­τί είχα­με κερ­δί­σει κάτι. Η τελε­τή της απο­νο­μής προ­χω­ρού­σε κι εμείς εξα­κο­λου­θού­σα­με να μην έχου­με κερ­δί­σει κάποιο βρα­βείο, και στο τέλος είχα­με μεί­νει μόνο ο Τζον Χιού­στον (για το Κάτω από το ηφαί­στειο) κι εγώ. Κοι­τα­χτή­κα­με μετα­ξύ μας και χαμο­γε­λά­σα­με, παρό­λο που δεν γνω­ρί­ζα­με ο ένας τον άλλον. Όταν τελι­κά ανα­κοί­νω­σαν το όνο­μά μου, του είπα: “Συγ­γνώ­μη, Τζον”. Γελά­σα­με πολύ μετά».

Ο Βέντερς σπού­δα­σε αρχι­κά για­τρός, μετά φιλο­σο­φία μέχρι να τερ­μα­τί­σει τις σπου­δές του το 1965 _μετακομίζοντας στο Παρί­σι, όπου σκό­πευε να γίνει ζωγράφος.
Ερω­τεύ­τη­κε τον κινη­μα­το­γρά­φο αλλά δεν κατά­φε­ρε να εισα­χθεί στη γαλ­λι­κή εθνι­κή σχο­λή κινη­μα­το­γρά­φου. Συντη­ρού­σε τον εαυ­τό του ως χαρά­κτης ενώ παρα­κο­λου­θού­σε κινη­μα­το­γρα­φι­κές σκη­νές. Μετά την επι­στρο­φή του στη Γερ­μα­νία το 1967, προ­σλή­φθη­κε από την United Artists στο γρα­φείο της στο Ντί­σελ­ντορφ προ­τού γίνει δεκτός στη σχο­λή του Πανε­πι­στη­μί­ου Τηλε­ό­ρα­σης και Κινη­μα­το­γρά­φου του Μονά­χου (φθι­νο­πω­ρι­νό εξά­μη­νο 1967), όπου παρέ­μει­νε μέχρι το 1970. Ενώ φοι­τού­σε στη σχο­λή κινη­μα­το­γρά­φου, εργά­στη­κε ως κρι­τι­κός κινη­μα­το­γρά­φου σε εφη­με­ρί­δες. Εκτός από μικρού μήκους, στο πλαί­σιο των σπου­δών του γύρι­σε μια ται­νία μεγά­λου μήκους, το Καλο­καί­ρι στην πόλη (1971).

Ο Βέντερς κέρ­δι­σε την ανα­γνώ­ρι­ση ως μέρος του Γερ­μα­νι­κού Νέου Κύμα­τος της δεκα­ε­τί­ας του 1970 (παρέα με Ράι­νερ Βέρ­νερ Φασμπί­ντερ και Βέρ­νερ Χέρ­τζογκ). Το δεύ­τε­ρο μεγά­λου μήκους του, μια ται­νία που έγι­νε από το μυθι­στό­ρη­μα του Peter Handke Die Angst des Tormanns beim Elfmeter (ελλην. η αγω­νία του τερ­μα­το­φύ­λα­κα πριν από το πέναλ­τι _1972), του έφε­ρε ανα­γνώ­ρι­ση, όπως έκα­νε η Αλί­κη στις πόλεις (1974) και στο πέρα­σμα του χρό­νου (Kings of the Road _1976, ανα­φερ­θή­κα­μες ήδη). Ήταν η μεγά­λου μήκους του 1977, Ο αμε­ρι­κα­νός φίλος (Der amerikanische Freund), με πρω­τα­γω­νι­στή τον Dennis Hopper ως τον αντι­ή­ρωα της Patricia Highsmith, Tom Ripley, που αντι­προ­σώ­πευε τη διε­θνή του ανα­κά­λυ­ψη. Υπο­ψή­φιος για τον Χρυ­σό Φοί­νι­κα στο Φεστι­βάλ των Καν­νών το 1977 για τον “αμε­ρι­κα­νό φίλο”, που ανα­φέρ­θη­κε ως Καλύ­τε­ρη Ξένη Ται­νία από το Εθνι­κό Συμ­βού­λιο Κρι­τι­κής στις ΗΠΑ.

Ο Francis Ford Coppola, ως παρα­γω­γός, έδω­σε στον Wenders την ευκαι­ρία να σκη­νο­θε­τή­σει στην Αμε­ρι­κή, αλλά ο Ιδιω­τι­κός ντε­τέ­κτιβ Χάμετ (1982) υπήρ­ξε κρι­τι­κή και εμπο­ρι­κή απο­τυ­χία, για να ακο­λου­θή­σουν τα ωσαν­νά + BAFTA καλύ­τε­ρης σκη­νο­θε­σί­ας δια το “Παρί­σι, Τέξας” προ­οί­μιο της μεγα­λύ­τε­ρης επι­τυ­χί­ας του, του 1987 Τα φτε­ρά του έρω­τα (1987) (“Wings of Desire”), που έκα­νε πίσω στη Γερ­μα­νία. Η ται­νία του έφε­ρε το βρα­βείο καλύ­τε­ρης σκη­νο­θε­σί­ας στις Κάν­νες και γνώ­ρι­σε μεγά­λη επι­τυ­χία, δημιουρ­γώ­ντας ακό­μη και ένα ντο­κι­μα­ντέρ “ριμέικ” του J.M. Kenny στο Χόλι­γουντ (The Angels Among Us).

Το μέχρι το τέλος του κόσμου (1991 _“Until the End of the World”, Best Original Song), ενώ το τόσο μακριά, τόσο κοντά! (1993) κέρ­δι­σε το Μεγά­λο Βρα­βείο της Κρι­τι­κής Επι­τρο­πής στις Κάν­νες. Ωστό­σο, η φήμη του σκη­νο­θέ­τη ται­νιών μεγά­λου μήκους δεν επα­νήλ­θε ποτέ αρκε­τά στις Ηνω­μέ­νες Πολι­τεί­ες. Από τα μέσα της δεκα­ε­τί­ας του 1990, ο Βέντερς δια­κρί­θη­κε ως σκη­νο­θέ­της ται­νιών μη μυθο­πλα­σί­ας, σκη­νο­θε­τώ­ντας αρκε­τά ντο­κι­μα­ντέρ με μεγά­λη επι­τυ­χία, με πιο αξιο­ση­μεί­ω­τα το Buena Vista Social Club (1999) και την Pina Bausch (2011), τα οποία του έφε­ραν υπο­ψη­φιό­τη­τες για Όσκαρ.

Επιλεγμένη Φιλμογραφία

Χρο­νιά \ Τίτλος Αγγλικά_Γερμανικά — Παρατηρήσεις
(για διευ­κό­λυν­ση παρα­θέ­του­με και μετά­φρα­ση στα ελλη­νι­κά, ανε­ξαρ­τή­τως εάν έχει έρθει στην χώρα μας)

  • 1970 \ Summer in the City \ Καλο­καί­ρι στην Πόλη _Πρώτη μεγά­λου μήκους ται­νία (αφιε­ρω­μέ­νη στο The Kinks)
  • 1972 \ The Goalkeeper’s Fear of the Penalty \ Ο φόβος του τερ­μα­το­φύ­λα­κα για το πέναλ­τι (UK) ή The Goalie’s Anxiety at the Penalty Kick (USA) _Die Angst des Tormanns beim Elfmeter (Δια­σκευή μυθι­στο­ρή­μα­τος του Peter Handke)
  • 1973 The Scarlet Letter _ Το άλι­κο γράμ­μα –της Scarlet \Der Scharlachrote Buchstabe _Διασκευή από το μυθι­στό­ρη­μα του Nathaniel Hawthorne
  • 1974 \ Alice in the Cities \ Η Αλί­κη στις πόλεις \ Alice in den Städten \ 1ο μέρος της Τρι­λο­γί­ας του Road Movie
  • 1975 \ The Wrong Move \ Η Λάθος Κίνηση_ Falsche Bewegung \2ο μέρος της Τρι­λο­γί­ας Road Movie
  • 1976 \ Kings of the Road _ Βασι­λιά­δες των δρό­μων \ Im Lauf der Zeit \ 3ο μέρος της Τρι­λο­γί­ας Road Movie
  • 1977 \The American Friend _ Ο Αμε­ρι­κα­νός φίλος \Der Amerikanische Freund (Δια­σκευή μυθι­στο­ρή­μα­τος της Patricia Highsmith — Ripley’s Game
  • 1980 \ Lightning Over Water _ Κεραυ­νός (αστρα­πές) πάνω από το νερό \Ντο­κι­μα­ντέρ σε συν-σκη­νο­θε­σία Νίκο­λας Ρέι
  • 1982 \ Hammett \ Βασι­σμέ­νο σε μυθι­στό­ρη­μα του Joe Gores
  • Room 666 \ “Chambre 666” \ Μικρού μήκους ντοκιμαντέρ
  • 1982 \ “Reverse Angle“_ Αντί­στρο­φη γωνία \Ται­νί­ες μικρού μήκους όπου κατα­γρά­φο­νται και οι δια­φω­νί­ες του Βέντερς με τον Κόπολα
  • The State of Things \ Stand der Dinge _ κατά­στα­ση των πραγμάτων
  • 1984 \ Paris, Texas _Παρίσι Τέξας
  • 1985 \ Tokyo-Ga
  • 1987 \Wings of Desire \ Der Himmel über Berlin –Τα φτε­ρά του έρωτα
  • 1989 \ Notebook on Cities and Clothes_ \ Σημειω­μα­τά­ριο για τις πόλεις και τα ρού­χα Aufzeichnungen zu Kleidern und Städten ‑ντο­κι­μα­ντέρ
  • 1991 \ Until the End of the World \ Bis ans Ende der Welt _ Μέχρι το τέλος του κόσμου
  • 1992 \“Arisha, the Bear and the Stone Ring” \“Arisha, der Bär und der steinerne Ring” _ Arisha, η αρκού­δα και το πέτρι­νο δαχτυλίδι
  • 1993 \ Faraway, So Close! _ Μακριά, τόσο κοντά!\ In weiter Ferne, so nah! \ Sequel στα Φτε­ρά του Έρω­τα _Wings of Desire
  • 1994 \ Lisbon Story _εν μέρει sequel στο The State of Things
  • 1995 \ A Trick of Light_\ Ένα τέχνα­σμα φωτός \ Die Gebrüder Skladanowsky (Γνω­στό και ως The Brothers Skladanowsky)
  • Ανθο­λο­γία Lumière et Compagnie _συνεργασία 41 διε­θνών σκηνοθετών
  • 1997 \ The End of Violence _ Στο τέλος της βίας \ Am Ende der Gewalt
  • 1998 \ Willie Nelson at the Teatro _ Willie Nelson στο Teatro
  • 1999 \ Buena Vista Social Club \        Ντοκιμαντέρ
  • 2000 \ The Million Dollar Hotel _ Ξενο­δο­χείο εκα­τομ­μυ­ρί­ων δολαρίων
  • 2002 \Ode to Cologne: A Rock ‘N’ Roll Film _ Ωδή στην Κολω­νία: Μια ται­νία Rock ‘n’ Roll \Viel passiert – Der BAP-Film (Ντο­κι­μα­ντέρ για το ροκ γκρουπ BAP της Κολωνίας)
  • “Twelve Miles to Trona“_ Δώδε­κα Μίλια για Trona \ Τμή­μα από το Ten Minutes Older: The Trumpet_ Η τρομπέτα
  • 2003 “Other Side of the Road” _ Η άλλη πλευ­ρά του δρό­μου \ Short
  • 2003 \ The Soul of a Man_ Η ψυχή ενός ανθρώ­που \ Ντο­κι­μα­ντέρ από τη σει­ρά The Blues
  • 2004 \ Land of Plenty \ Χώρα της αφθο­νί­ας (βασι­σμέ­νο σε μια ιστο­ρία του Scott Derrickson, με Michelle Williams και John Diehl)
  • 2005 \ Don’t Come Knocking _ Μην έρθεις χτυ­πώ­ντας (να χτυ­πή­σεις) \ Σενά­ριο Wenders και Sam Shepard
  • 2007 \ “Invisible Crimes” _Αόρατα εγκλή­μα­τα ‑Ντο­κι­μα­ντέρ _απόσπασμα από το Invisibles (Αόρα­τοι)
  • “War in Peace” _Πόλεμος σε Ειρή­νη ‑από­σπα­σμα από το «στον καθέ­να το δικό του Cinema»
  • 2008 \ Palermo Shooting \ Αφιε­ρω­μέ­νο στους Ingmar Bergman and Michelangelo Antonioni
  • “Person to Person” _Πρόσωπο με πρό­σω­πο \ (1ο από 8)
  • 2010 \ “If Buildings Could Talk” _Αν τα κτί­σμα­τα είχαν φωνή (Σύντο­μο ντο­κι­μα­ντέρ για το Rolex Learning Center)
  • “Il volo” Η πτή­ση (Σύντο­μο ντο­κι­μα­ντέρ για τους μετανάστες)
  • 2011 \ Pina (ντο­κι­μα­ντέρ σε 3D)
  • 2012 \ “Ver ou Não Ver” Βλέ­πω ή Δεν Βλέ­πω της σει­ράς Mundo Invisível
  • 2014 \ “The Berlin Philharmonic” Φιλαρ­μο­νι­κή του Βερο­λί­νου ‑ντο­κι­μα­ντέρ των Cathedrals of Culture
  • The Salt of the Earth _το αλά­τι της γης \Das Salz der Erde Ντοκιμαντέρ
  • 2015 \ Every Thing Will Be Fine _Ολα θα πάνε καλά
  • 2016 \ The Beautiful Days of Aranjuez _Die schönen Tage von Aranjuez (Βασι­σμέ­νο στο έργο για δύο του Peter Handke, σε 3D) Aranjuez –Οι ωραί­ες μέρες
  • 2017 \ Submergence _Grenzenlos \ Βύθι­ση _Απεριόριστο (Δια­σκευή από το μυθι­στό­ρη­μα του πολε­μι­κού αντα­πο­κρι­τή JM Ledgard)
  • 2018 \ Pope Francis: A Man of His Word _Papst Franziskus – Ein Mann seines Wortes (Ντο­κι­μα­ντέρ) Άνθρω­πος του λόγου του
  • 2023 \ Anselm \Anselm – Das Rauschen der Zeit (Ντο­κι­μα­ντέρ 3D) Anselm — Η ορμή του χρόνου

Βιμ Βέντερς:
Aταίριαστος & αουτσάιντερ

Ο Βιμ Βέντερς είναι υπεύ­θυ­νος για μερι­κές από τις πιο βαθυ­στό­χα­στες ται­νί­ες που έχουν γυρι­στεί για την Αμε­ρι­κή — ένα κατόρ­θω­μα αν σκε­φτεί κανείς ότι δεν έχει ούτε μια στα­γό­να «αστε­ρό­εσ­σας» στο σώμα του.
Η ται­νία «Paris, Texas» είναι το προ­φα­νές παρά­δειγ­μα: Ένα γου­έ­στερν σε διά­θε­ση και εικο­νο­γρα­φία, άσχε­τα αν δια­δρα­μα­τί­ζε­ται στο Λος Άντζε­λες της δεκα­ε­τί­ας του 1980. Σε αυτή την ται­νία, και σε πολ­λές άλλες, έδει­ξε στον κόσμο πώς έμοια­ζε η Αμε­ρι­κή ενώ την ίδια ώρα βοή­θη­σε την Αμε­ρι­κή να δει τον εαυ­τό της μέσα από ξένα μάτια (του­λά­χι­στον όσοι ήταν “ανοι­χτο­μά­τη­δες”. Ακό­μα και εκεί­νες οι ται­νί­ες που δεν δια­δρα­μα­τί­ζο­νται στις ΗΠΑ ‑όπως τα σπου­δαία road movies της δεκα­ε­τί­ας του 1970 «Η Αλί­κη στις πόλεις _ Alice in den Städten» και «Στο πέρα­σμα του χρό­νου _ Im Lauf der Zeit», που έκα­ναν τον Βέντερς αγα­πη­τό στο arthouse- εξε­ρευ­νούν την επιρ­ροή, τον βου­ντού ρομα­ντι­σμό που ασκεί η Αμε­ρι­κή πέρα από τα σύνο­ρά της.

Ο Βέντερς χρη­σι­μο­ποιεί το 3D για να οδη­γή­σει το κοι­νό βαθύ­τε­ρα στους χαρα­κτή­ρες του και όχι ως πιο εντυ­πω­σια­κό θέα­μα, μετα­τρέ­πο­ντας συναι­σθη­μα­τι­κές κατα­στά­σεις σε συναρ­πα­στι­κό κινη­μα­το­γρά­φο μια  ικα­νό­τη­τα που τον έχει κατα­στή­σει αυτό που είναι έναν από τους μεγά­λους και δια­χρο­νι­κούς δημιουρ­γούς της 7ης τέχνης.
Σε όλη τη διάρ­κεια της καριέ­ρας του, δρα­μα­το­ποί­η­σε τον ανθρώ­πι­νο αγώ­να μέσα από τη χρή­ση του τοπί­ου, της φύσης και της απομόνωσης.

Υπήρχαν οι απέραντοι, άδειοι ουρανοί και οι ατελείωτοι αυτοκινητόδρομοι των πρώτων ταινιών δρόμου. Στη συνέχεια, το «Paris, Texas» μετέφερε τα τρομακτικά τοπία του Τζον Φορντ στην ιστορία ενός καταβεβλημένου μοναχικού ανθρώπου που επιστρέφει στον νεαρό γιο του μετά από χρόνια περιπλάνησης στην έρημο.

Δύο φορές ο Βέντερς συνέ­λα­βε τη διά­θε­ση και αιχ­μα­λώ­τι­σε τη φαντα­σία του κοι­νού – πρώ­τα το 1987 με τα «Φτε­ρά του Έρω­τα», το οποίο περιεί­χε μια έκκλη­ση για επα­νέ­νω­ση των αγγέ­λων που παρα­κο­λου­θού­σαν το Βερο­λί­νο με τους ανθρώ­πους, και ξανά, δώδε­κα χρό­νια αργό­τε­ρα με το τρυ­φε­ρό ντο­κι­μα­ντέρ «Buena Vista Social Club», το οποίο ακο­λού­θη­σε μια μπά­ντα γερα­σμέ­νων Κου­βα­νών μου­σι­κών στην πρώ­τη τους επί­σκε­ψη στις ΗΠΑ.

“Είδα περίπου 15.000 ταινίες σε ένα χρόνο”

Δεν είναι περί­ερ­γο που προ­τι­μά τόσο συχνά το περι­βάλ­λον του απρο­σάρ­μο­στου, την αφή­γη­ση του αου­τσάι­ντερ: Ήταν και ο ίδιος ένας από αυτούς, κοι­τά­ζο­ντας τις ΗΠΑ μέσα από τις εξα­γω­γές της ποπ κουλ­τού­ρας τους.
«Είδα περί­που 15.000 ται­νί­ες σε ένα χρό­νο – όλη την ιστο­ρία του κινη­μα­το­γρά­φου» είπε «και συνει­δη­το­ποί­η­σα ότι υπήρ­χε κάτι εκεί μέσα που ήταν πολύ πιο ενδια­φέ­ρον από οτι­δή­πο­τε είχα ονει­ρευ­τεί».
Έγι­νε φοι­τη­τής κινη­μα­το­γρα­φι­κής σχο­λής στο Μόνα­χο, γρά­φο­ντας ταυ­τό­χρο­να για γου­έ­στερν και Χίτσκοκ, για τους Kinks και τον Βαν Μόρι­σον, και πέρα­σε στη σκη­νο­θε­σία το 1970 με τη διπλω­μα­τι­κή του ται­νία και ντε­μπού­το μεγά­λου μήκους «Summer in the City», για έναν πρώ­ην κατά­δι­κο που περι­πλα­νιέ­ται από το Μόνα­χο στο Βερολίνο.

σσ.
Ο (Sir) George Ivan Morrison OBE (γεν. το 1945), γνω­στός ως Van Morrison, είναι τρα­γου­δι­στής, μου­σι­κός και τρα­γου­δο­ποιός της Βόρειας Ιρλαν­δί­ας του οποί­ου η δισκο­γρα­φι­κή καριέ­ρα εκτεί­νε­ται επτά δεκα­ε­τί­ες. Άρχι­σε να παί­ζει ως έφη­βος στα τέλη της δεκα­ε­τί­ας του 1950, μια ποι­κι­λία οργά­νων, κιθά­ρα, φυσαρ­μό­νι­κα, πλή­κτρα, σαξό­φω­νο κά για διά­φο­ρα συγκρο­τή­μα­τα της χώρας του, καλύ­πτο­ντας τις δημο­φι­λείς επι­τυ­χί­ες εκεί­νης της επο­χής. Γνω­στός ως “Van the Man” έγι­νε γνω­στός στα μέσα της 10ετίας του 1960 ως ο τρα­γου­δι­στής του συγκρο­τή­μα­τος R&B της Βόρειας Ιρλαν­δί­ας Them, με το οποίο έγρα­ψε και ηχο­γρά­φη­σε το θρυ­λι­κό “Gloria”, ενώ η σόλο καριέ­ρα του ξεκί­νη­σε υπό την καθο­δή­γη­ση του Bert Berns προ­σα­να­το­λι­σμέ­νη στα ποπ-χιτ με την κυκλο­φο­ρία του σιν­γκλ “Brown Eyed Girl” το 1967.

«Ένας σκη­νο­θέ­της γυρί­ζει μόνο μία ται­νία στη ζωή του» είπε χαρα­κτη­ρι­στι­κά ο Ζαν Ρενουάρ. «Μετά τη σπά­ει σε κομ­μά­τια και την ξαναφτιάχνει».

📽️ 🎬

«Υπήρ­ξε πάντα ο ήσυ­χος άνθρω­πος του παγκό­σμιου κινη­μα­το­γρά­φου: Σεμνός στη συμπε­ρι­φο­ρά του, δια­κρι­τι­κός στις και­νο­το­μί­ες του και, ως εκ τού­του, μπο­ρεί να αγνοη­θεί σε κάθε σύγ­χρο­νη απο­τί­μη­ση της ιστο­ρί­ας του κινη­μα­το­γρά­φου» γρά­φει ο Ryan Gilbey στην Guardian.

Ακό­μη και μετα­ξύ του γερ­μα­νι­κού νέου κύμα­τος, ήταν η λιγό­τε­ρο επι­δει­κτι­κή φιγού­ρα. Ο Βέρ­νερ Χέρ­τζογκ “παρά­φρων” και παρά­τολ­μος, ο Ράι­νερ Βέρ­νερ Φασμπί­ντερ αντι­μέ­τω­πος _με πολύ θρά­σος, των φαντα­σμά­των της προη­γού­με­νης γενιάς στη Γερ­μα­νία _δείτε Οι άνθρω­ποι που έβλε­παν τρέ­να να περνούν…

«Σε σύγκρι­ση με αυτούς, ο Βέντερς φαι­νό­ταν βιβλιο­φά­γος και αξιο­σέ­βα­στος, καθώς και προ­πτυ­χια­κός στους ενθου­σια­σμούς του. Ήταν ερω­τευ­μέ­νος με τον κινη­μα­το­γρά­φο και την Αμε­ρι­κή, την ποπ μου­σι­κή και τον μύθο, καθώς και με τους πίνα­κες του Έντουαρντ Χόπερ, στους οποί­ους όλα αυτά τα στοι­χεία συγκλί­νουν» συνε­χί­ζει ο Ryan Gilbey.

📽️ 🎬

Η γκρίζα, ξεπεσμένη Αμερική

Ίσως έβλε­πε κάτι από τον εαυ­τό του στους αγγέ­λους στα «Φτε­ρά του έρω­τα», που κοι­τά­ζουν τους θνη­τούς του Βερο­λί­νου αλλά δεν μπο­ρούν να αλλη­λε­πι­δρά­σουν άμε­σα μαζί τους. Ανά­με­σα σε αυτούς τους θνη­τούς και ο μεγά­λος Peter Falk _Πίτερ Φολκ,– ένα κινού­με­νο σύμ­βο­λο μιας γκρί­ζας Αμε­ρι­κής, όπως ακρι­βώς ο μονα­χι­κός που υπο­δύ­θη­κε στο Paris, Texas ο Χάρι Ντιν Στάντον.

«Θα ήταν παρα­πλα­νη­τι­κό να ισχυ­ρι­στεί κανείς ότι ο Βέντερς δεν έχει κάνει ποτέ λάθος στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά του ταξί­δια. Κάποιοι θα έλε­γαν ότι έκα­νε λάθος σχε­δόν μια ολό­κλη­ρη δεκα­ε­τία, όταν πρό­κει­ται για τη δεκα­ε­τία του 1990» γρά­φει ο Ryan Gilbey στην Guardian.

«Από το επιει­κές, περι­πλα­νώ­με­νο σε όλο τον κόσμο μυστή­ριο επι­στη­μο­νι­κής φαντα­σί­ας “Μέχρι το τέλος του κόσμου” ‑η πλή­ρης έκδο­ση του οποί­ου διήρ­κε­σε τεσ­σε­ρά­μι­σι ώρες- μέχρι την αυξη­μέ­νη εκκε­ντρι­κό­τη­τα του “The Million Dollar Hotel”, που δια­δρα­μα­τί­ζε­ται σε ένα φτω­χό­σπι­το για εκκε­ντρι­κούς και απρο­σάρ­μο­στους, έμοια­ζε να προ­σπα­θεί να πετύ­χει το “φαι­νό­με­νο Βιμ Βέντερς” αντί να αφή­σει τον κινη­μα­το­γρά­φο να κυλή­σει μέσα από αυτόν» σχολιάζει.

Η προ­τε­λευ­ταία ται­νία, Million Dollar Arm _Το χέρι του ενός εκα­τομ­μυ­ρί­ου (στην Ελλά­δα «Το ξενο­δο­χείο του ενός εκα­τομ­μυ­ρί­ου δολ­λα­ρί­ων»), χαρα­κτη­ρί­στη­κε από τον πρω­τα­γω­νι­στή της, τον Μελ Γκί­μπ­σον ως «βαρε­τή σαν κώλος σκύ­λου» και η απά­ντη­ση είναι η κορυ­φαία Pina _για τη ζωή της χορεύ­τριας και χορο­γρά­φου Pina Bausch (Πίνα Μπά­ους), ένα από τα έργα του, ενσω­μα­τώ­νο­ντας το χορό, τον κινη­μα­το­γρά­φο και την τεχνο­λο­γία με πρω­το­φα­νή ρευ­στό­τη­τα _περισσότερα εδώ, ενώ το τελευ­ταίο του έργο, με τίτλο «Perfect Days _Οι Τέλειες Μέρες» πλού­σιο σε ζεστα­σιά, ειλι­κρί­νεια και στο­χα­σμό (μια γερ­μα­νο-ιαπω­νι­κή ται­νία 2023 σε σκη­νο­θε­σία Βέντερς και σενά­ριο Βέντερς _Τακούμα Τακα­σά­κι, συν­δυά­ζο­ντας τέσ­σε­ρα διηγήματα).

📽️ 🎬

Παρίσι, Τέξας

Το Παρί­σι, Τέξας είναι μια οικο­γε­νεια­κή δρα­μα­τι­κή ται­νία του 1984 σε σκη­νο­θε­σία Βιμ Βέντερς και σε σενά­ριο από τους Λ. Μ. Κιτ Κάρ­σον και Σαμ Σέπαρντ. Πρω­τα­γω­νι­στούν οι Harry Dean Stanton, Dean Stockwell, Nastassja Kinski, Aurore Clément και Hunter Carson. Στην ται­νία, ο ατη­μέ­λη­τος ερη­μι­κός Τρά­βις Χέντερ­σον (Στά­ντον) ξανα­σμί­γει με τον αδερ­φό του Γουόλτ (Στόκ­γου­ελ) και τον γιο του Χάντερ (Κάρ­σον). Στη συνέ­χεια, ο Τρά­βις και ο Χάντερ ξεκι­νούν ένα ταξί­δι στα νοτιο­δυ­τι­κά της Αμε­ρι­κής για να εντο­πί­σουν την εξα­φα­νι­σμέ­νη γυναί­κα του Τρά­βις, Τζέιν (Ναστά­ζια Κίνσκι).
Η ται­νία συμπα­ρα­γω­γή Γαλ­λί­ας Γερ­μα­νί­ας,  γυρί­στη­κε κυρί­ως στο δυτι­κό Τέξας. Τη φωτο­γρα­φία ανέ­λα­βε ο Robby Müller, ενώ τη μου­σι­κή σύν­θε­ση συνέ­θε­σε ο Ry Cooder.

Υπόθεση

Ο Τρά­βις Χέντερ­σον φαί­νε­ται να περι­πλα­νιέ­ται στην έρη­μο του Δυτι­κού Τέξας, σαστι­σμέ­νος και να κρα­τά μια άδεια κανά­τα. Περι­πλα­νιέ­ται σε ένα ψιλι­κα­τζί­δι­κο, ανοί­γει έναν κατα­ψύ­κτη και αρχί­ζει να τρώ­ει πάγο πριν χάσει τις αισθή­σεις του. Ένας Γερ­μα­νός για­τρός εξε­τά­ζει τον Τρά­βις και ανα­κα­λύ­πτει ότι είναι βου­βός, ενώ στο πορ­το­φό­λι του βρί­σκει μια κάρ­τα με έναν αριθ­μό τηλε­φώ­νου. Καλεί τον αριθ­μό που ανή­κει στον αδερ­φό του Walt Henderson.

Ο Walt ταξι­δεύ­ει από το Λος Άντζε­λες στο Terlingua του Τέξας για να πάρει τον Travis, πιστεύ­ο­ντας ότι ήταν νεκρός, αφού δεν είχε νέα του για πολ­λά χρό­νια. Η σύζυ­γος του Walt, Anne, είναι λίγο προ­βλη­μα­τι­σμέ­νη από αυτό, καθώς αυτή και ο Walt είχαν υιο­θε­τή­σει τον γιο του Travis, Hunter, καθώς η βιο­λο­γι­κή μητέ­ρα του Hunter, Jane, εφέ­ρε­το   χρό­νια νεκρή. Ο Walt φτά­νει στην Terlingua και βρί­σκει τον Travis να περι­πλα­νιέ­ται χιλιό­με­τρα μακριά.

Τα δύο αδέρ­φια ξεκι­νούν το ταξί­δι τους πίσω προς το Λος Άντζε­λες, ο  Γουόλτ απο­γοη­τεύ­ε­ται ολο­έ­να και περισ­σό­τε­ρο με τη βου­βα­μά­ρα του Τρά­βις και τον θεω­ρεί υπεύ­θυ­νο για την εξα­φά­νι­σή του και την εγκα­τά­λει­ψη του Χάντερ, ενώ ο Τρά­βις αρχί­ζει να κλαί­ει, αλλά ακό­μα δεν μιλά­ει. Την επό­με­νη μέρα, αρχί­ζει τελι­κά να μιλά­ει και βγά­ζει μια φωτο­γρα­φία ενός οικο­πέ­δου, εξη­γώ­ντας στον Γουόλτ ότι αγό­ρα­σε ένα ακί­νη­το στο Παρί­σι του Τέξας.

Τα αδέρ­φια φτά­νουν στο Λος Άντζε­λες και ο Travis επα­νε­νώ­νε­ται με τον Χάντερ, που θυμά­ται ελά­χι­στα τον πατέ­ρα του και αρχι­κά είναι δει­λός με τους γύρω του. Ο Γουόλτ δεί­χνει στον Χάντερ παλιά βίντεο με αυτούς και την Τζέιν και, μετά από πολ­λή επι­μο­νή του Travis, ο Χάντερ αρχί­ζει να νιώ­θει άνε­τα ενώ η Anne λέει στον Travis εμπι­στευ­τι­κά ότι η Jane κατα­θέ­τει μηνιαί­ες πλη­ρω­μές σε έναν τρα­πε­ζι­κό λογα­ρια­σμό του Hunter και ότι η τρά­πε­ζα βρί­σκε­ται στο Χιού­στον. Ο Τρά­βις απο­φα­σί­ζει να βρει την Τζέιν και λέει στον Χάντερ ότι πρέ­πει να φύγει το επό­με­νο βρά­δυ, αυτός αντα­πα­ντά ότι θέλει να τον συνο­δεύ­σει, χωρίς τη συγκα­τά­θε­ση Γουόλτ και Άννας.

Τρά­βις και Χάντερ ξεκι­νούν ένα οδι­κό ταξί­δι στο Χιού­στον, με τους δυο τους να δένο­νται και να έρχο­νται πιο κοντά. Τελι­κά φτά­νουν στην τρά­πε­ζα την ημέ­ρα της ανα­με­νό­με­νης κατά­θε­σης και κάνουν ένα σχέ­διο για να εντο­πί­σουν το αυτο­κί­νη­το της Τζέιν. Ο Χάντερ την εντο­πί­ζει να κάνει μια κατά­θε­ση και οι δυο τους ακο­λου­θούν το αυτο­κί­νη­τό της σε ένα κλαμπ που εργά­ζε­ται. Ο Τρά­βις μπαί­νει μέσα ενώ ο Χάντερ περι­μέ­νει στο αυτο­κί­νη­το. Το peep show έχει σχε­δια­στεί έτσι ώστε οι πελά­τες να κάθο­νται στη μία πλευ­ρά ενός μονό­δρο­μου καθρέ­φτη με μια τηλε­φω­νι­κή ενδο­ε­πι­κοι­νω­νία. Όταν η Τζέιν μπαί­νει στο δωμά­τιο, ο Τρά­βις δεν μπο­ρεί να μιλή­σει και σύντο­μα φεύ­γει χωρίς να της πει περισ­σό­τε­ρα από λίγα λόγια και θυμω­μέ­νος παει σε ένα μπαρ και πίνει ενώ ο Χάντερ γκρινιάζει.

Την επό­με­νη μέρα, ο Τρά­βις αφή­νει τον Χάντερ στο ξενο­δο­χείο Meridian και επι­στρέ­φει στη δου­λειά της Τζέιν. Πηγαί­νει στο δωμά­τιο της, αυτή τη φορά γυρί­ζο­ντας την καρέ­κλα του ώστε να κοι­τά­ξει μακριά της. Στο τηλέ­φω­νο, της λέει μια αόρι­στη ιστο­ρία για έναν άνδρα και μια νεό­τε­ρη γυναί­κα που γνω­ρί­στη­καν, ερω­τεύ­τη­καν γρή­γο­ρα ο ένας τον άλλον, παντρεύ­τη­καν και έκα­ναν ένα παι­δί. Η Τζέιν αρχι­κά μπερ­δεύ­ε­ται, αλλά σύντο­μα συνει­δη­το­ποιεί ότι είναι ο Τρά­βις στο τηλέ­φω­νο. Της λέει ότι μετά τη γέν­νη­ση του παι­διού, η σύζυ­γος υπέ­φε­ρε από επι­λό­χειο κατά­θλι­ψη, έγι­νε ευε­ρέ­θι­στη και λαχτα­ρού­σε μια από­δρα­ση. Θα ονει­ρευό­ταν να τρέ­ξει γυμνή σε έναν αυτο­κι­νη­τό­δρο­μο, αλλά τη στιγ­μή που επρό­κει­το να φύγει επι­τέ­λους, θα εμφα­νι­ζό­ταν και θα την στα­μα­τού­σε. Ο αλκο­ο­λι­κός πλέ­ον σύζυ­γος, φοβού­με­νος την απο­χώ­ρη­ση της γυναί­κας του, της έδε­σε ένα κου­δού­νι στο πόδι για να μπο­ρεί να ακού­ει αν έφυ­γε το βρά­δυ, όμως αυτή — έχο­ντας βάλει κάλ­τσες στην κου­δού­να για να σβή­σει τον ήχο – την “κοπα­νά­ει” αρχι­κά όμως ο άντρας της την πιά­νει τη σέρ­νει πίσω στο σπί­τι και την αφή­νει δεμέ­νη σε μια σόμπα με τη ζώνη του. Πάει για ύπνο και όταν ξυπνά, το σπί­τι έχει πάρει φωτιά και η γυναί­κα με το παι­δί είναι άφαντη.

Η Τζέιν σβή­νει το φως από την πλευ­ρά της και τελι­κά βλέ­πει τον Τρά­βις. Εκφρά­ζει πόνο και λύπη για την απώ­λεια της παι­δι­κής ηλι­κί­ας του Χάντερ. Ο Τρά­βις λέει στην Τζέιν ότι ο Χάντερ είναι στο Χιού­στον και την περι­μέ­νει δίνο­ντάς της τον αριθ­μό του δωμα­τί­ου του στο ξενο­δο­χείο Meridian. Εκεί­νο το βρά­δυ, η Τζέιν και ο Χάντερ ξανα­σμί­γουν ενώ ο Τρά­βις παρα­κο­λου­θεί από το πάρ­κινγκ. Ο Τρά­βις μπαί­νει στο αυτο­κί­νη­τό του και απο­μα­κρύ­νε­ται χαμογελώντας.

🎬  Αν παί­ζε­ται κάπου _κάνουν αφιε­ρώ­μα­τα αυτές τις μέρες, μην την χάσετε

ℹ️ Πηγή — Περισσότερα + φωτο 📽️  βίντεο

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο