Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η κατάρα του Hassan Yassine

Ο Hassan Yassine δεν είναι από την ανα­το­λή κι έτσι μάλ­λον δε πέρα­σε από τα μέρη μας
Κυνη­γη­μέ­νος στη χώρα του ‑το Σου­δάν, ο Χασάν Για­σίν βρέ­θη­κε εξό­ρι­στος-πρό­σφυ­γας στη Γαλ­λία από το 2007.
Κατα­γω­γή από το άγνω­στο σε μας Ummdurman (δυτι­κά του Νεί­λου, η πιο μεγά­λη περιο­χή της χώρας).
Στο­χο­ποι­ή­θη­κε σαν «αντι­κα­θε­στω­τι­κός», όταν πήρε ενερ­γά μέρος σε ένα δίκτυο βοή­θειας της πρό­σβα­σης σε φάρ­μα­κα, για παι­διά στο Νταρ­φούρ, κατέ­λη­ξε δάσκα­λος kung fu σε πιτσι­ρί­κια στο Παρίσι.
Όντας ήδη και ποι­η­τής, συνέ­χι­σε να γρά­φει και στη Γαλ­λία για τον «παρά­δει­σο» της ΕΕ περι­γρά­φο­ντας τη ζωή του στην πόλη, στις γει­το­νιές και μέσα από τους ανθρώ­πους που γνωρίζει.

Αγα­πη­μέ­να του θέμα­τα, εξο­ρία, θεσμι­κή βία, αγώ­νες, αλλά και αγά­πη.
Κάποιες συλ­λο­γές του είδαν το φως της δημο­σιό­τη­τας μέσω blogg κλπ.

Τον Νοέμ­βριο του 2017, συμ­με­τεί­χε στη βρα­διά ποί­η­σης στο Institut du Monde Arabe

Η κατά­ρα — ένα ποί­η­μα – μαχαιριά

(Σε ελεύ­θε­ρη μετά­φρα­ση –δεί­τε στο τέλος το πρω­τό­τυ­πο)

Είμαι μια κατά­ρα,
Είμαι μια ηθε­λη­μέ­νη κατάρα,
Γλι­στρώ­ντας πάνω στο μυστι­κό μου λώρο δεμέ­νο στην μήτρα τ’ ουρανού,
ακούω τους περιρ­ρέ­ο­ντες λυγ­μούς και τις κραυ­γές του ανέμου
Μιλάω στα λου­λού­δια γύρω μου και τρελ­λαί­νο­μαι με τ’ άσμα­τα των τοίχων,
αυτών των τοί­χων της ατε­λεί­ω­της μονα­ξιάς μου
και…

Ο φόβος φίλε μου,
τίπο­τα δεν υπάρ­χει που να μου δίνει την αίσθη­ση της ασφάλειας.

Εσείς, οι περα­στι­κοί, εκεί, μπρο­στά μου:
Μη μου ζητά­τε το έλε­ος του θεού,
σαν αμαρ­τω­λοί που καλούν σε βοήθεια,
Απο­φύ­γε­τε να με βλέ­πε­τε κιόλας,
μη νιώ­θε­τε κανέ­να οίκτο για εμένα.

Δώστε μου μονα­χά μια μαύ­ρη σακούλα,
να βάλω εκεί μέσα την ήττα μου και την περι­φρό­νη­σή σας απέ­να­ντί μου.
Για να την μασή­σω και την κατα­πιώ μετά.

Δώστε μου φωτιά να κάψω τις βρω­μιές μου,
είμαι ένα κου­φά­ρι που σας βρω­μά­ει και
προ­ξε­νεί μίσος στα μυρω­μέ­να –με παρι­σι­νά αρώ­μα­τα, σώμα­τά σας.
Ναι! Σας προ­ξε­νεί μίσος, αυτό το βρω­με­ρό κορ­μί άνθρω­πο που υπέ­φε­ρε όλες τις φρί­κες των πολέμων.

Είμαι ένα κου­φά­ρι όπου τα σκου­λή­κια βρή­καν καταφύγιο.
Δε θα ΄μαι το τελευ­ταίο των ονεί­ρων τους, και –σίγου­ρα
δεν θα απο­τε­λέ­σω μέρος των ανα­μνή­σε­ων τους.
Δε γνω­ρί­ζω την ημε­ρο­μη­νία του θανά­του μου,
αφή­στε με να ανα­πνεύ­σω βαθιά, να κλεί­σω τα μάτια για να τα ξανα­νοί­ξω στον άλλο κόσμο.
Προ­σευ­χη­θεί­τε ώστε να έρθει σύντο­μα η ώρα μου,
το ελά­χι­στο βλέμ­μα σας προς τα μένα δε σας προ­ξε­νεί παρά αηδία,
αφή­στε με να εγκα­τα­λεί­ψω τον κόσμο σας,
δεν έχω λόγο ύπαρ­ξης εδώ πέρα.
Είμαι ένας ξένος δίχως ταυ­τό­τη­τα, δίχως χαρ­τιά, ένας σωρός βρω­μιάς μπρο­στά στις πόρ­τες σας.

Θέλω να πεθά­νω και να ενα­πο­θέ­σω την ψυχή μου στα χέρια του θεού -
Θα κατα­λή­ξω άγγε­λος ή διά­βο­λος, αλλά τι σημα­σία έχει;
(απλά)
Ας μην είναι αργός ο θάνα­τός μου,
ας φυτρώ­νουν μόνο λου­λού­δια πάνω στην καρ­δία μου.
Να μου αρω­μα­τί­ζουν τα πνευ­μό­νια και να φκια­σι­δώ­ναν τα σκου­λή­κια που με ξεσκί­ζουν σε πολύ­χρω­μα φο-μπιζού!

Και η μελαγ­χο­λία των ήχων των καμπά­νων μακά­ρι να μπο­ρού­σε να σκέ­πα­ζε τα χτυ­πή­μα­τα της καρ­διάς μου.
Οι προ­σευ­χές σας ας αγκά­λια­ζαν τον φόβο μου.

Μην το λέτε πια κορμί,
είναι το σαπι­σμέ­νο πτώ­μα μου που σας παρατηρεί,
το πτώ­μα αυτό που εσείς περιφρονείτε !!
Ακό­μα κι αυτά τα σκυ­λιά με κοι­τούν παράξενα,
τα καλο­ντυ­μέ­να σας σκυ­λιά που έχουν μία ταυ­τό­τη­τα και ένα όνομα.

Αγα­πη­μέ­νε μου θεέ, πότε θα με κοι­τά­ξεις με οίκτο
για να ορί­σεις πως η καρ­διά μου πρέ­πει να στα­μα­τή­σει, η καρ­διά μου που είναι γεμά­τη φυλα­κι­σμέ­να λου­λού­δια (και)
οι χτύ­ποι της με σκοτώνουν.

Τι το χει­ρό­τε­ρο από το όνο­μα πρό­σφυ­γας για να ορί­σεις έναν άνθρωπο;
Κου­ρέ­λια μπό­χας σκε­πά­ζουν το κορ­μί μου και το τυλί­γουν με μία επί­μο­νη πανου­κλια­σμέ­νη δυσοσμία,
οι ευχά­ρι­στες οσμές σας αηδιά­ζουν τις ψεί­ρες που βρή­καν κατα­φύ­γιο στα μαλ­λιά μου

Εσείς οι περα­στι­κοί εκεί μπρο­στά μου:
Είμαι ένας μετα­νά­στης που επι­βί­ω­σε από την κρε­α­το­μη­χα­νή της σάρ­κας στη Μεσό­γειο για να σαπί­σει στους δρό­μους του Παρισιού,
αυτούς τους δρό­μους που καθα­ρί­ζο­νται κάθε αυγή , και εγώ μαζί τους !!

Είμαι η ψευτιά
(ΣΣ |> mensonge = δόλος, απά­τη, συκο­φα­ντία και πολ­λά άλλα)
αυτού του κόσμου.
Είμαι αυτό το κομ­μά­τι της ανθρω­πό­τη­τας που επι­δει­κνύ­ε­ται στα μήντια.
Ανα­ζη­τούν στρα­τη­γι­κές για ν’απαλλαχθούν απο εμένα,
Ξοδεύ­ουν κολοσ­σιαία ποσά …δημιουρ­γή­σαν επι­τρο­πές για να με ξεριζώσουν.
Λοι­πόν, δεν ξέρω πια αν είμαι ένα κομ­μά­τι κρέ­ας ή ένα κομ­μά­τι ασφάλτου.

Αυτός ο κόσμος μού προ­ξε­νεί περιφρόνηση,
όπως στ’ αδέλ­φια μου που στάλ­θη­καν στα βασανιστήρια,
δολο­φο­νη­μέ­νοι στο όνο­μα διε­θνών συνθηκών
ή όπως αυτοί που δρα­πέ­τευ­σαν από τα στρατόπεδα,
με τα κατα­ρα­μέ­να ίχνη,
των αφρι­κά­νι­κων λου­τρών αίμα­τος για να ξανα­βρε­θούν πιο βαθιά και από τη γη, όμως γιατί (;;)
Για­τί είμαι ένας «βρώ­μι­κος» πρό­σφυ­γας γεμά­τος σαπίλα,
ξαπλω­μέ­νος δίχως να μπο­ρώ να ελπίζω.
Ανή­συ­χος, πεθαί­νω μες στη σιω­πή των πυγο­λα­μπί­δων, πολύ­χρω­μες πετα­λού­δες με θωπεύουν…

Χασάν Για­σίν (Hassan Yassin)

Je suis une malédiction — Hassan Yassin

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο