Γράφει η Άννεκε Ιωαννάτου //
Καιρός να επιστήσουμε ξανά την προσοχή στην εξαίρετη ποιητική σύνθεση της Μαριάνθης Αλειφεροπούλου-Χαλβατζή που κυκλοφόρησε το 2008 από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» με τον εύστοχο τίτλο «Προμηθέων Τόποι». Γιατί για «Προμηθείς» πρόκειται.
«Η «ανθρωπογονία», θα πει η δημιουργός στην εισαγωγή, «διαδικασία νομοτελειακή και αδιάκοπη, πορεύεται πολλές χιλιάδες χρόνια τον ανοδικό της δρόμο προς τον εξανθρωπισμό του ανθρώπου, μέσα από το μόχθο, τον ιδρώτα, τα οράματα και τους αγώνες των ανθρώπων και των λαών. Οι Προμηθείς, σάρκα από τη σάρκα αυτών των λαών, γίνονται σύμβολα και θρύλοι στην αναμέτρησή τους με τους εκάστοτε τυράννους, αλλά και με τον εαυτό τους και οι τόποι που μαρτύρησαν, σηματοδοτούν την ιστορική μνήμη της ανθρωπότητας». Λόγια χαρακτηριστικά για το φιλοσοφικό υπόβαθρο αυτού του έπους. Το πανανθρώπινο μήνυμα ξεκινάει από συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, αλλά γίνεται οικουμενικό. Από τους χιλιάδες Προμηθέων τόπους η Μαριάνθη Αλειφεροπούλου επέλεξε συμβολικά δύο: το Μονοδένδρι και το Μακρονήσι. Το Μονοδένδρι της Λακωνίας, όπως θα ομολογήσει στην εισαγωγή η ποιήτρια, γιατί εκεί εκτελέστηκαν συντοπίτες και συγχωριανοί της, αγωνιστές της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης, και το Μακρονήσι, διότι εκεί εφαρμόστηκε το πρώτο οργανωμένο πείραμα της νεότερης ιστορίας της Ελλάδας από το μοναρχοφασιστικό κράτος για να συντρίψει τους ιδεολογικούς του αντιπάλους.
Στίχοι που «ήρθαν από μακριά»
Ο στίχος που επιλέχθηκε είναι στίχος με ιστορία και μήνυμα. Είναι ο δεκαπεντασύλλαβος στον οποίο έχουν γραφτεί έπη και δημοτικά τραγούδια, όπως του Διγενή Ακρίτα, παραπέμποντας μαζί με όλο το μυθοπλαστικό ύφος σε παλιότερες εποχές δίνοντας, έτσι, τη συνέχεια ενός παρελθόντος ηρωικών απελευθερωτικών αγώνων, όπως αντανακλάται και στα δημοτικά τραγούδια. Μ’ αυτό τον τρόπο συμβολίζεται η συνέχεια της αιώνιας αναμέτρησης των ανθρώπων με τυράννους που συνεχίζεται ως τις μέρες μας σε πολλούς τόπους παγκοσμίως.
Στο «Μονοδέντρι» μια μάνα μαθαίνει ότι και οι τέσσερεις γιοί της θα εκτελεστούν. Ζητάει από το Γερμανό διοικητή να σώσει έστω έναν. Μετά την περιφρονητική του άρνηση η μαρτυρική μητέρα πάει να βρει τον ίδιο τον Χάρο που τη συμπόνεσε και της υπόσχεται να φέρει τον ένα ζωντανό. Γυρίζει άπρακτος, γιατί:
«πήγα το γιο σου για να βρω, μα πώς να στον γυρίσω;
Λάθεψα δεύτερη φορά, πήγα σε μετερίζι
Πήγα και βρήκα αθάνατους, σε θέριο πανηγύρι.
Είχανε στήσει το χορό, τους βρήκα αρματωμένους
Εγώ παίρνω λιπόψυχους, ανήμπορους και γέρους
Άρρωστους παίρνω και παιδιά, μόνο αυτούς γυρεύω
πλιάτσικο κάνω στις ψυχές, κυρά, τις μακελεύω.
Μα εκεί, στ’ αλώνι της αντρειάς, το πλιάτσικο δεν στέργει
Όπου παλεύουν γίγαντες, μεράδι δε μου πέφτει».
Μια ιστορία που δεν τελειώνει
Στην αναμέτρηση της λεβεντιάς με το φασισμό η ηρωική ιστορία είναι πάντα παρούσα, ακόμα και οι τριακόσιοι της Αρχαιότητας που φύλαγαν Θερμοπύλες. Στέκονται και κοιτούν τους σύγχρονους συνεχιστές τους στη μάχη με το νέο τύραννο: «και οι τριακόσιοι απ’ τις κορφές κι αυτοί τους καμαρώνουν». Σ’ έναν επιτύμβιο, με το οποίο κλείνει το «Μονοδένδρι», ξαναζωντανεύει το «μόλων λαβέ…»:
«Και συ διαβάτη που περνάς, στάσου, δεν είσαι ξένος
σ’ αυτό το γλέντι της ζωής και συ ‘σαι καλεσμένος».
Το «Μακρονήσι» αποτελεί τον πλέον πρωτότυπο τρόπο γραπτής προσέγγισης του φοβερότερου κολαστηρίου. Η ποιήτρια ζωντανεύει και εδώ τον δεκαπεντασύλλαβο και το δημοτικό τραγούδι. Ενώ στο «Μονοδένδρι» μιλάνε η φύση και τα πουλιά, το έλατο και ο Χάρος, στο «Μακρονήσι» στο διάλογο μπαίνουν ο Ουρανός, η Γη, ο Ήλιος και το Φεγγάρι, η Πούλια, ο Δίας, ο Ποιητής, η Μάνα. Και η Ιστορία, στο τέλος, …προσκυνά:
«Αμέτρητοι κύκλοι ο χορός κι οι Αθάνατοι παρέα
και στ’ ακρωτήρι του μυαλού, το φως του Προμηθέα
φάρος κι ελπίδα ζωντανή στου ανθρώπου την πορεία
κλείνει το γόνα, προσκυνάει, σεμνά η Ιστορία».
Οι Μακρονησιώτες ήρωες είναι οι σύγχρονοι Προμηθείς, ο Δίας αντιπροσωπεύει τη φασιστική βία του κράτους και…χάνει:
«Σάστισε ο Δίας, μούγκρισε, φόβος του τρώει τα στήθη
τον πόλεμο τον έχασε εδώ στο Μακρονήσι
και τούτος, ο πρωτοθεός κι όλα τα όργανά του
η βία και ο φασισμός και τα παράπαιδά του
άθλιος, δειλός και μισερός, κρυφά μέσα στη νύχτα
φεύγει απ’ το βράχο που ‘γινε της λευτεριάς η μήτρα».
Το μέτρο που χάνεται δικαίως
Τα δύο αυτά ποιήματα, ή μάλλον καλύτερα ποιητικές συνθέσεις, είναι εξαιρετικά πλούσια σε συμβολισμό. Η σύγχρονη ανθρωπογονία γίνεται μέσα από έναν σκληρό και οδυνηρό αγώνα, στον οποίο χάνεται «τ’ανθρώπινο το μέτρο» και τους σύγχρονους Προμηθείς
«δεν τους χωράει το σπιτικό, η γειτονιά, το σόι
και γι’αγκαλιά της μάνας τους, η ανθρωπότητα όλη.
Στενό το εγώ κι η ζήση τους, μικρή να τους χωρέσει
Αιώνια και παντοτινή η δόξα που τους πρέπει».
Τα χαρακτικά της Βάσως Κατράκη και του Μακρονησιώτη ζωγράφου-χαράκτη-συγγραφέα Γιώργου Φαρσακίδη κοσμούν τη γραφή, «σιγοντάρουν» το περιεχόμενο δημιουργώντας ένα εξαιρετικό ποιητικό-εικαστικό σύνολο, μια τέλεια αρμονία μορφής-περιεχομένου. Το «αντι-εμπορικό», απέριττο, λιτό και καλαισθητικό εξώφυλλο προσδίδει ακόμα περισσότερη δύναμη στο μήνυμα του βιβλίου. Συμβολίζει μαζί με τον δεκαπεντασύλλαβο όχι ένα κάλεσμα επιστροφής στο παρελθόν, αλλά μια δυναμική αγωνιστική πρόταση για το μέλλον.