Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ανιχνεύοντας το ρεμπέτικο

Ήδη κάνα­με μια πρώ­τη ανα­φο­ρά σε προη­γού­με­νη σχε­τι­κή ανάρ­τη­ση (Εκδή­λω­ση παρου­σί­α­σης της έκδο­σης “Ανι­χνεύ­ο­ντας το ρεμπέ­τι­κο”, που θα πραγ­μα­το­ποι­η­θεί την Κυρια­κή 10 Σεπτέμ­βρη, στις 19.30 στο Λιμα­νά­κι Κερα­τσι­νί­ου) . Περ­νά­με σήμε­ρα στο “στίγ­μα” της έκδο­σης, μέσα από τον Πρό­λο­γο της ΣΕ και την εισα­γω­γή του συγγραφέα

Εκδή­λω­ση παρου­σί­α­σης της έκδο­σης “Ανι­χνεύ­ο­ντας το ρεμπέτικο”

🔻🔻

Η Έκδο­ση αφιε­ρώ­νε­ται στον 🔴 Μάκη Μαΐ­λη 🔴

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Η κυκλο­φο­ρία της έκδο­σης για το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι συ­μπίπτει με τη συμπλή­ρω­ση της επε­τεί­ου των 100 χρό­νων από τη Μικρα­σια­τι­κή Κατα­στρο­φή. Με αφορ­μή αυτήν την ιστο­ρική επέ­τειο, είναι χρή­σι­μο να θυμί­σου­με ότι ο λαϊ­κός μας πολι­τι­σμός οφεί­λει πολ­λά στους Μικρα­σιά­τες πρό­σφυ­γες. Ιδιαί­τε­ρα στη λαϊ­κή μου­σι­κή και στο λαϊ­κό τρα­γού­δι, στο ρε­μπέτικο, η συμ­βο­λή τους είναι ανεκτίμητη.

Η Σύγ­χρο­νη Επο­χή δεν προ­χω­ρά πρώ­τη φορά στην έκ­δοση ενός βιβλί­ου για το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι. Έχει προη­γη­θεί η έκδο­ση των μελε­τών του Νέαρ­χου Γεωρ­γιά­δη, οι οποί­ες έχουν σημα­ντι­κή συμ­βο­λή στην έρευ­να πολ­λών πτυ­χών της ιστο­ρί­ας και της δημιουρ­γί­ας του λαϊ­κού τρα­γου­διού των αστι­κών κέντρων. Πρό­κει­ται για τις εξής εκδό­σεις: Ρεμπέτι­κο και πολι­τι­κή (1993), Από το Βυζά­ντιο στον Μάρ­κο Βαμ­βα­κά­ρη (1996), Ο ακρί­τας που έγι­νε ρεμπέ­της (1999), Το φαι­νό­με­νο Τσι­τσά­νης (2001), Ο Θόδω­ρος Δερ­βε­νιώ­της και το μετεμ­φυ­λια­κό τρα­γού­δι (2003), Ο Μάρ­κος όπως τον γνώ­ρι­σα. Ο Βαμ­βα­κά­ρης από το Α ως το Ω (2006), Κώστας Παπα­δό­που­λος _Ο Παγκα­νί­νι του μπου­ζου­κιού (2007), Ρένα Στά­μου. Μια εγκυ­κλο­παί­δεια του ρεμπέ­τι­κου (2009).

Το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι απο­τε­λεί γνή­σια λαϊ­κή δημιουρ­γία. Το στοι­χείο αυτό επι­βε­βαιώ­νε­ται από το πόσο βαθιά εί­ναι ριζω­μέ­νο στο λαό, στα τμή­μα­τα δηλα­δή εκεί­να του πλη­θυσμού που από την αντι­κει­με­νι­κή τους κοι­νω­νι­κο­τα­ξι­κή θέ­ση είναι φορείς της κοι­νω­νι­κής εξέ­λι­ξης, έχουν την ικανότη­τα να υλο­ποι­ή­σουν αυτήν την ιστο­ρι­κή απο­στο­λή στη δοσμέ­νη ιστο­ρι­κή περί­ο­δο. Εμπε­ριέ­χει τη μακρό­χρο­νη εμπει­ρία των λαϊ­κών μαζών, το χαρα­κτη­ρί­ζει το βάθος της καλλιτε­χνικής έκφρα­σης της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας. Είναι συνυ­φα­σμέ­νο με την πορεία και την εξέ­λι­ξη που δια­γρά­φει η ζωή των εργα­τριών και των εργα­τών, όλων των ανθρώ­πων του μόχθου στα αστι­κά κέντρα, στις πόλεις, από την εμφά­νι­ση των πρώ­των ακό­μη μικρών τμη­μά­των του προ­λε­τα­ριά­του στα γεωγραφι­κά σημεία όπου ζουν Έλλη­νες ή ελλη­νό­φω­νοι πλη­θυ­σμοί στα όρια της Οθω­μα­νι­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας, δίνο­ντας ταυ­τό­χρο­να συνέ­χεια με το πέρα­σμα από τη φεου­δαρ­χία στον καπιταλι­σμό και στην ανά­πτυ­ξή του στην Ελλάδα.

Η έρευ­να και η μελέ­τη του συγκε­κρι­μέ­νου είδους τρα­γουδιού, όπως και κάθε μορ­φής καλ­λι­τε­χνι­κής δημιουρ­γί­ας ως μορ­φής κοι­νω­νι­κής συνεί­δη­σης, απαι­τεί τον προσδιορι­σμό των ιστο­ρι­κών, κοι­νω­νι­κών και οικο­νο­μι­κών συν­θη­κών με τις οποί­ες αντι­κει­με­νι­κά εμφα­νί­ζε­ται κι εξε­λίσ­σε­ται, ανα­πτύσσεται ως κοι­νω­νι­κό φαι­νό­με­νο, και της εξέ­λι­ξής τους. Απαι­τεί έρευ­να και μελέ­τη των όρων που μέσα σ’ αυτές τις συν­θή­κες δημιουρ­γούν η εργα­τι­κή τάξη, οι λαοί, που γρά­φουν την πραγ­μα­τι­κή ιστο­ρία των κοι­νω­νιών μέσω του μο­χλού που κινεί την Ιστο­ρία, και ο οποί­ος είναι η ταξι­κή πάλη.

Η συγκε­κρι­μέ­νη έκδο­ση επι­χει­ρεί να συν­δέ­σει την έρευ­να για το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι με την ιστο­ρι­κή, κοι­νω­νι­κή, οικονο­μική εξέ­λι­ξη, προ­κει­μέ­νου να φωτί­σει όσο γίνε­ται αντικειμενι­κά βασι­κές πλευ­ρές του συγκε­κρι­μέ­νου κοι­νω­νι­κού φαινομέ­νου, οι οποί­ες επί­σης απο­τε­λούν πεδίο δια­πά­λης, όπως: Ποια κοι­νω­νι­κά τμή­μα­τα του πλη­θυ­σμού το δημιούρ­γη­σαν και το ανέ­πτυ­ξαν, ποιες κοι­νω­νι­κές τάξεις και στρώ­μα­τα εκφρά­ζει ως λαϊ­κή καλ­λι­τε­χνι­κή δημιουρ­γία, για­τί είναι πραγ­μα­τι­κή λαϊ­κή καλ­λι­τε­χνι­κή δημιουρ­γία, ποια είναι η εξέ­λι­ξή της κ.ά.

Άλλω­στε το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι συντρο­φεύ­ει τους λαϊ­κούς ανθρώ­πους σε όλες τις πτυ­χές της ζωής τους, τις οποί­ες ανα­δει­κνύ­ει ως γνή­σιο λαϊ­κό τρα­γού­δι. Γι’ αυτό και άντε­ξε στο χρό­νο ως τις μέρες μας.

Τέλος, είναι καί­ριο το ζήτη­μα της πολι­τι­κής προ­σέγ­γι­σης που αφο­ρά όλα τα κοι­νω­νι­κά φαι­νό­με­να, πολύ περισ­σό­τε­ρο στον τομέα της τέχνης, που ως μορ­φή κοι­νω­νι­κής συνείδη­σης γίνε­ται αντι­κεί­με­νο ιδε­ο­λο­γι­κής δια­πά­λης. Το ενδιαφέ­ρον για όλες τις πτυ­χές της ζωής της εργα­τι­κής τάξης, του λα­ού, από τη σκο­πιά των πραγ­μα­τι­κών συμ­φε­ρό­ντων τους, εί­ναι άρρη­κτα δεμέ­νο με τον αγώ­να για την έντα­ξή τους στην ταξι­κή πάλη ενά­ντια στο κεφά­λαιο και στην εξου­σία του, για την κατά­κτη­ση της εργα­τι­κής εξου­σί­ας και την κατάρ­γη­ση της εκμε­τάλ­λευ­σης ανθρώ­που από άνθρω­πο. Η τέχνη, η καλ­λιτεχνική δημιουρ­γία είναι σημα­ντι­κός παρά­γο­ντας που μπο­ρεί να συμ­βά­λει στην ανά­τα­ση και την ανά­πτυ­ξη των ταξι­κών αγώ­νων της εργα­τι­κής τάξης και των συμ­μά­χων της με πρω­το­πο­ρία και καθο­δη­γη­τή, οργα­νω­τή το ΚΚΕ. Γι’ αυτόν ακρι­βώς το λόγο η ενα­σχό­λη­ση του Κόμ­μα­τος με τον πολιτι­σμό, την καλ­λι­τε­χνι­κή δημιουρ­γία γενι­κό­τε­ρα, απο­τε­λεί συ­στατικό μέλος της ιδε­ο­λο­γι­κής, μορ­φω­τι­κής δου­λειάς του για τη δια­μόρ­φω­ση επα­να­στα­τι­κής συνεί­δη­σης στην εργατι­κή τάξη και την οργά­νω­ση της κοι­νω­νι­κής συμ­μα­χί­ας με τα άλλα φτω­χά λαϊ­κά στρώ­μα­τα. Εκτι­μώ­ντας λοι­πόν ότι μπο­ρεί να έχει συμ­βο­λή στη δρά­ση του ΚΚΕ η ενα­σχό­λη­ση με το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι, που είναι τρα­γού­δι των εργα­τι­κών-λαϊ­κών μαζών των αστι­κών κέντρων, προ­χω­ρή­σα­με στην έκδο­ση αυτής της μελέτης.

    Σύγ­χρο­νη Εποχή

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Για να ερευ­νη­θεί ολο­κλη­ρω­μέ­να και ολό­πλευ­ρα το ρε­μπέτικο τρα­γού­δι, σε όλες τις πτυ­χές και τις παρα­μέ­τρους που το συν­θέ­τουν ως καλ­λι­τε­χνι­κή μου­σι­κο­στι­χουρ­γι­κή λα­ϊκή δημιουρ­γία, αλλά και ως κοι­νω­νι­κό φαι­νό­με­νο, θα χρει­αζόταν τόμους. Είναι πολυ­σύν­θε­το φαι­νό­με­νο. Έρχε­ται από πολύ μακριά από το ιστο­ρι­κο­κοι­νω­νι­κό παρελ­θόν. Έχει τερά­στια εξέ­λι­ξη ‑έχει βρε­θεί στο μάτι του κυκλώ­να των ταξι­κών αντι­πα­ρα­θέ­σε­ων, όπως κάθε λαϊ­κή δημιουρ­γία- και ταυτό­χρονα απο­τε­λεί αντι­κεί­με­νο δια­μά­χης ακό­μη και στις έρευ­νες και μελέ­τες για την ιστο­ρι­κή εμφά­νι­σή του και τις ρίζες του· ποιες κοι­νω­νι­κές ομά­δες, τάξεις, στρώ­μα­τα αντιπροσω­πεύει και εκφρά­ζει, από ποιες ανά­λο­γες ομά­δες δημιουρ­γή­θη­κε και προ­έρ­χε­ται· όπως και για την ετυ­μο­λο­γία των λέξε­ων «ρεμπέ­τι­κο» και «ρεμπέ­της». Με αφορ­μή όλα αυτά υπάρ­χει δια­πά­λη γύρω από το ποιος είναι «λαϊ­κός δημιουρ­γός» και τι είναι «λαϊ­κή δημιουρ­γία», για­τί υπάρ­χουν και πώς κα­θιερώθηκαν δια­κρί­σεις όπως το «έντε­χνο τρα­γού­δι», η «έντε­χνη μου­σι­κή», οι «έντε­χνοι δημιουρ­γοί» και οι «έντε­χνοι λα­ϊκοί δημιουρ­γοί», το «έντε­χνο λαϊ­κό» τρα­γού­δι, σε διά­κρι­ση από τους «λαϊ­κούς δημιουρ­γούς» και το «λαϊ­κό τρα­γού­δι». Υπάρ­χει επί­σης μια πολύ μεγά­λη αντι­πα­ρά­θε­ση, η οποία εκ­φράζεται με προσ­διο­ρι­στι­κούς όρους του ορί­ζο­ντα, σχετι­κά με τη μου­σι­κή, όπως «ανα­το­λί­τι­κη μου­σι­κή» και «δυτι­κή μου­σι­κή» ή, κατ’ άλλους, με γεω­γρα­φι­κούς όρους και σταθε­ρό γεω­γρα­φι­κό σημείο την Ελλά­δα, όπως «Ανατολή»-«Δύση», όπου «Δύση» εννο­ούν την Ευρώ­πη δυτι­κά της Ελλά­δας και τις ΗΠΑ, ενώ «Ανα­το­λή» τη γεω­γρα­φι­κή περιο­χή ανατο­λικά του Αιγαί­ου Πελάγους.

Αυτό όμως που δεν μπο­ρεί ν’ απο­σιω­πη­θεί είναι ότι το ρε­μπέτικο τρα­γού­δι έγι­νε μαζι­κό­τα­το φαι­νό­με­νο ως μου­σι­κή και στι­χουρ­γι­κή καλ­λι­τε­χνι­κή δημιουρ­γία των εργα­ζό­με­νων και των φτω­χών λαϊ­κών στρω­μά­των των αστι­κών κέντρων. Αυτή είναι η ορο­λο­γία που προσ­δί­δει πιο ολο­κλη­ρω­μέ­να το είδος, το χαρα­κτή­ρα, τη μορ­φή, το ύφος, τη δημιουρ­γία, αλλά και την απο­δο­χή αυτού του είδους της λαϊ­κής καλ­λι­τε­χνι­κής δημιουρ­γί­ας. Για να ερευ­νη­θεί, να μελε­τη­θεί ολοκληρωμέ­να, χρειά­ζο­νται γνώ­σεις σε τομείς όπως η Ιστο­ρία, η Κοι­νω­νιο­λο­γία, η Γλωσ­σο­λο­γία, η Εθνι­κο­μου­σι­κο­λο­γία, γνώ­σεις μου­σι­κής γενι­κά και λαϊ­κής μου­σι­κής πιο ειδι­κά. Και ταυτό­χρονα, γνώ­σεις γύρω από την επι­στή­μη της ιστο­ρι­κο­κοι­νω­νι­κής και κατά συνέ­πεια της οικο­νο­μι­κής εξέ­λι­ξης, της διάρ­θρωσης των κοι­νω­νι­κών τάξε­ων και στρω­μά­των, άρα γνώ­σεις ιστο­ρι­κού υλι­σμού, προ­κει­μέ­νου να ερευ­νη­θεί μεθο­δο­λο­γι­κά σωστά το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι και η εξέ­λι­ξή του, κα­θώς και να τεκ­μη­ριω­θεί για­τί είναι λαϊ­κό τρα­γού­δι και τι εκ­φράζει κοινωνικοταξικά.

Πολ­λοί νομί­ζουν ότι η ενα­σχό­λη­ση με τη λαϊ­κή μου­σι­κή είναι εύκο­λη υπό­θε­ση, για­τί θεω­ρούν ότι αυτή είναι απλοϊ­κή μου­σι­κή. Αλλά πέφτουν έξω. Μελε­τώ­ντας τις μελω­δί­ες και τα τρα­γού­δια της, ανα­κα­λύ­πτεις το αντίθετο.

Η έρευ­να και η μελέ­τη της λαϊ­κής μου­σι­κής, και κατ’ επέ­κταση του ρεμπέ­τι­κου, απαι­τεί, θα λέγα­με, με μια υπερ­βο­λή, ολό­κλη­ρη ζωή και ακό­μη πιο πολ­λή, ανε­ξά­ντλη­τη, συλλογι­κή δου­λειά κι ενα­σχό­λη­ση. Μόνο με την ιστο­ρία της στο βά­θος του παρελ­θό­ντος χρό­νου ν’ ασχο­λη­θεί κάποιος ‑άλλω­στε προη­γή­θη­κε από τη θεω­ρη­τι­κή κατα­γρα­φή και ανάπτυ­ξη της μου­σι­κής γενι­κά- για να βρού­με τις ρίζες, τη συνέ­χεια και την εξέ­λι­ξή της, το πέρα­σμα από τη λαϊ­κή συλλογι­κή ή ατο­μι­κή δημιουρ­γία στη μορ­φή της θεω­ρη­τι­κά επεξερ­γασμένης επι­στή­μης, αλλά και με τη συμ­βο­λή στη μου­σι­κή καλ­λι­τε­χνι­κή δημιουρ­γία και στην ανά­πτυ­ξή της, με δεδομέ­νο ότι είναι πολυ­ε­θνο­τι­κή μου­σι­κή, άρα χρειά­ζε­ται η μελέ­τη της ιστο­ρί­ας του πολι­τι­σμού πολ­λών λαών ‑φτά­νει για να κατα­νοη­θεί αυτή μας η γνώ­μη. Δε χρειά­ζο­νται μόνο σπου­δές, αλλά και γνώ­σεις απο­κτη­μέ­νες από την ενα­σχό­λη­ση με τα μου­σι­κά όργα­να. Επί­σης χρειά­ζε­ται πιο ειδι­κή μελέ­τη εθί­μων και ηθών, τρό­που ζωής γενι­κό­τε­ρα. Σε αυτή μας τη μελέ­τη προ­σπα­θού­με ν’ ανι­χνεύ­σου­με ορι­σμέ­νες μόνο πτυ­χές του ρεμπέ­τι­κου, ελπί­ζο­ντας αφε­νός ότι συμ­βάλ­λου­με στη συλ­λογική προ­σπά­θεια, αφε­τέ­ρου ότι τεκ­μη­ριώ­νου­με σωστά τις πτυ­χές που καταπιαστήκαμε.

Η πρώ­τη πτυ­χή την οποία ανα­πτύσ­σου­με σχε­τί­ζε­ται με το γεγο­νός ότι το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι είναι τρα­γού­δι των εργα­ζόμενων, των φτω­χών λαϊ­κών στρω­μά­των των αστι­κών κέ­ντρων, και μάλι­στα σε διά­κρι­ση από το δημο­τι­κό τρα­γού­δι που είναι λαϊ­κή δημιουρ­γία των φτω­χών λαϊ­κών στρω­μά­των της υπαί­θρου, των αγρο­τι­κών πλη­θυ­σμών. Στη δια­πά­λη για το ποιες κοι­νω­νι­κές ομά­δες τάξεις και στρώ­μα­τα εκφρά­ζει, λέμε καθα­ρά ότι εκφρά­ζει την εργα­τι­κή τάξη και τα φτω­χά λαϊ­κά στρώ­μα­τα των πόλε­ων, είναι μέρος του δικού τους πολιτισμού.

Στη συνέ­χεια ανι­χνεύ­ου­με τις ιστο­ρι­κο­κοι­νω­νι­κές και οι­κονομικές συν­θή­κες στις οποί­ες εμφα­νί­ζε­ται και αναπτύσ­σεται το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι, εκεί όπου ζουν και δου­λεύ­ουν ο ελλη­νι­κός πλη­θυ­σμός και οι ελλη­νό­φω­νοι στο πλαί­σιο της Οθω­μα­νι­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας. Το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι εξελίσ­σεται ως λαϊ­κή δημιουρ­γία κατά το πέρα­σμα από τη φεου­δαρχία στον καπι­τα­λι­σμό, που χρο­νι­κά απο­τε­λεί μια μεγά­λη ιστο­ρι­κή περί­ο­δο, ενώ εξε­λίσ­σε­ται στη συνέ­χεια και στις συν­θή­κες του καπιταλισμού.

Η λαϊ­κή καλ­λι­τε­χνι­κή δημιουρ­γία συν­δέ­ε­ται άμε­σα με κοι­νω­νι­κές αλλα­γές κι εξε­λί­ξεις που επι­δρούν στα λαϊ­κά ήθη κι έθι­μα και στην εξέ­λι­ξή τους σε εναλ­λα­γές κοι­νω­νι­κο­τα­ξι­κές και οικο­νο­μι­κές, αλλά και στη δια­μόρ­φω­ση κι εξέ­λι­ξη της κοι­νω­νι­κής συνεί­δη­σης σε λαϊ­κά στρώ­μα­τα που επέρ­χονται με αυτές τις εναλ­λα­γές και που εκφρά­ζο­νται και στο ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι, τις εκφρά­ζει αυτή η λαϊ­κή δημιουρ­γία. Με αυτό ασχο­λεί­ται αυτή εδώ η προ­σπά­θεια ανί­χνευ­σης του ρεμπέ­τι­κου τρα­γου­διού. Μέσα σε αυτές τις συν­θή­κες ανι­χνεύ­ου­με και τις ρίζες του μου­σι­κά και στι­χουρ­γι­κά στο βά­θος της εμφά­νι­σης της Οθω­μα­νι­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας, καθώς και το γεγο­νός ότι απο­τε­λεί τρα­γού­δι το οποίο διαμορφώνε­ται μέσα από τις ανταλ­λα­γές δια­φο­ρε­τι­κών λαών και οφεί­λεται στην ανά­πτυ­ξη του εμπο­ρί­ου και της ναυ­τι­λί­ας, τομείς της οικο­νο­μί­ας που ανα­πτύσ­σο­νται από ελλη­νι­κούς πληθυ­σμούς στο πλαί­σιο της Οθω­μα­νι­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας και βε­βαίως στη συνέ­χεια από το νεα­ρό ελλη­νι­κό κρά­τος μετά από την αστι­κή εθνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κή επα­νά­στα­ση του 1821.

Ένας ακό­μη βασι­κός παρά­γο­ντας για να προ­σεγ­γί­σου­με τις ρίζες αλλά και την εξέ­λι­ξη του ρεμπέ­τι­κου τρα­γου­διού εί­ναι η λαϊ­κή παρά­δο­ση. Άλλω­στε το ρεμπέ­τι­κο όπως και το δημο­τι­κό εμφα­νί­ζο­νται με ανώ­νυ­μες δημιουρ­γί­ες αρχι­κά και, όσο εξει­δι­κεύ­ε­ται ο κατα­με­ρι­σμός εργα­σί­ας με την ιστο­ρι­κο­κοι­νω­νι­κή οικο­νο­μι­κή εξέ­λι­ξη, εμφα­νί­ζο­νται και οι επώ­νυμοι δημιουργοί.

Στη μελέ­τη αυτήν ανα­φε­ρό­μα­στε στις τοπο­θε­τή­σεις του ΚΚΕ για το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι, αν και αντι­κει­με­νι­κά δεν μπό­ρεσε ν’ ασχο­λη­θεί ολο­κλη­ρω­μέ­να με το συγκε­κρι­μέ­νο είδος τρα­γου­διού ώστε να έχει συλ­λο­γι­κά επε­ξερ­γα­σμέ­νες θέσεις. Ασχο­λή­θη­κε όμως με το χασι­κλί­δι­κο ρεμπέ­τι­κο από θέση ενα­ντίωσης σε αυτό, σε συν­δυα­σμό με τη στα­θε­ρή πολι­τι­κή ενα­ντίωσης σε όλα τα ναρ­κω­τι­κά. Από το Μεσο­πό­λε­μο, και με δεδο­μέ­νο το εμπό­ριο των ναρ­κω­τι­κών και τη χρησιμοποίη­σή τους από την αστι­κή εξου­σία για τη χει­ρα­γώ­γη­ση της ερ­γατικής τάξης, κυρί­ως της νεο­λαί­ας των λαϊ­κών στρω­μά­των, το Κόμ­μα μας κατα­πο­λέ­μη­σε το χασι­κλί­δι­κο τρα­γού­δι, κατα­πολεμώντας και τη διά­δο­ση των ναρ­κω­τι­κών. Ένα μέρος των χασι­κλί­δι­κων τρα­γου­διών συνέ­βα­λαν στην εξά­πλω­ση του χασίς και άλλων ναρ­κω­τι­κών ουσιών. Επο­μέ­νως το κόμ­μα της εργα­τι­κής τάξης άνοι­ξε μέτω­πο ατα­λά­ντευ­το στο φαι­νό­με­νο της τοξι­κο­ε­ξάρ­τη­σης και στα τρα­γού­δια του στο πλαί­σιο ανά­πτυξης της ταξι­κής πάλης.

Βεβαί­ως το Κόμ­μα μας ενα­ντιώ­θη­κε στο χασι­κλί­δι­κο τρα­γούδι και όχι συνο­λι­κά στο ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι. Από­δει­ξη απο­τε­λεί η προ­σπά­θεια ανοίγ­μα­τος δημό­σιου δια­λό­γου από το Ριζο­σπά­στη το 1947. Οι μετέ­πει­τα αντι­κει­με­νι­κές συνθή­κες δρά­σης του (27χρονη παρα­νο­μία) δεν του έδω­σαν τη δυ­νατότητα της συνέ­χειας αυτού του δια­λό­γου. Είναι όμως χα­ρακτηριστικό ότι από το 1974 και μετά το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι δε λεί­πει από κανέ­να Φεστι­βάλ της ΚΝΕ-Οδη­γη­τή, αρχί­ζοντας από το 1ο το 1975, στο οποίο συμ­με­τεί­χαν η Σωτη­ρία Μπέλ­λου με τον Μαρί­νο Γαβρι­ήλ ή Μαρινάκη.

Όμως διά­φο­ροι ερευ­νη­τές κατη­γο­ρούν το ΚΚΕ ως εχθρό του ρεμπέ­τι­κου, είτε κάνο­ντας αντι­κομ­μου­νι­σμό είτε με αντιΚ­ΚΕ συνει­δη­τή αντι­πα­ρά­θε­ση. Αυτή η επί­θε­ση υπηρε­τεί την αστι­κή τάξη πολύ συγκε­κρι­μέ­να, όχι μόνο με τη δια­στρέβλωση της στά­σης του ΚΚΕ και το χυδαίο ενί­ο­τε αντι­κομ­μου­νι­σμό που θέλει να δημιουρ­γή­σει συνειρ­μούς απο­στροφής των εργα­τι­κών-λαϊ­κών δυνά­με­ων και της νεολαί­ας απέ­να­ντι στο Κόμ­μα μας, αλλά και με την προ­α­γω­γή του τρό­που ζωής των λού­μπεν και της χασι­σο­πο­τί­ας, της τοξι­κο­ε­ξάρ­τη­σης. Η απά­ντη­ση σε αυτήν την επί­θε­ση και τη στό­χευ­σή της απο­τε­λεί συστα­τι­κό στοι­χείο στη δια­πά­λη που συνε­χίζει να υφί­στα­ται για το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι και δε θα μπο­ρούσε να λεί­πει από αυτήν εδώ τη μελέτη.

Στη μελέ­τη αυτή κατα­πια­στή­κα­με και με τη σχέ­ση του ρεμπέ­τι­κου με τα ναρ­κω­τι­κά. Είναι αντι­κεί­με­νο δια­πά­λης, για­τί το γεγο­νός ότι το ρεμπέ­τι­κο ασχο­λή­θη­κε με τα ναρ­κωτικά γίνε­ται παρά­γο­ντας ο οποί­ος για κάποιους ερευνη­τές καθο­ρί­ζει το ρεμπέ­τι­κο από κοι­νω­νι­κή σκο­πιά. Δηλα­δή ποιες κοι­νω­νι­κές ομά­δες και στρώ­μα­τα του πλη­θυ­σμού εκ­φράζει, μέσα από τα οποία ξεπη­δά αυτό το τρα­γού­δι και ορι­σμένοι δημιουρ­γοί του. Σε αυτό το ζήτη­μα υπάρ­χουν τοπο­θετήσεις ‑και μάλι­στα αξιό­λο­γων ερευ­νών- που συμπεραί­νουν ότι το ρεμπέ­τι­κο είναι τρα­γού­δι των «υπο­προ­λε­τά­ριων». Βεβαί­ως τέτοια ορο­λο­γία δεν υπάρ­χει. Την δημιούργη­σαν μάλ­λον επει­δή ήθε­λαν ν’ απο­φύ­γουν το χαρα­κτη­ρι­σμό «λού­μπεν», τον οποίο χρη­σι­μο­ποιούν άλλοι ερευ­νη­τές, χα­ρακτηρίζοντας το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι ως τρα­γού­δι των λού­μπεν, των περι­θω­ριο­ποι­η­μέ­νων τμη­μά­των της εργα­τι­κής τά­ξης, των κατε­στραμ­μέ­νων μεσαί­ων στρω­μά­των, καθώς και του υπο­κό­σμου. Μάλι­στα ορι­σμέ­νοι προ­βάλ­λουν την άπο­ψη ότι ο ρεμπέ­της εντάσ­σει τον εαυ­τό του συνει­δη­τά σε αυτήν την ομά­δα περι­θω­ρί­ου. Αυτοί οι ερευ­νη­τές κατα­λή­γουν, με δια­φο­ρο­ποι­ή­σεις, στην εκτί­μη­ση ότι το ρεμπέ­τι­κο είναι τρα­γούδι των λού­μπεν, μια εκτί­μη­ση με την οποία δια­φω­νού­με, για­τί το ρεμπέ­τι­κο έγι­νε μαζι­κό φαι­νό­με­νο και τραγουδήθη­κε ‑τρα­γου­διέ­ται ακό­μη- από τις εργα­τι­κές-λαϊ­κές δυνά­μεις. Άρα δεν είναι τρα­γού­δι των λούμπεν.

Η μελέ­τη μας κατα­πιά­νε­ται επί­σης με την εμφά­νι­ση ρεμπέ­τικων τρα­γου­διών με ανα­φο­ρές στην εργα­τι­κή τάξη, αλλά και την επί­δρα­ση της ταξι­κής πάλης στο ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι. Αφε­νός για­τί η ταξι­κή πάλη επι­δρά στις εργα­τι­κές-λαϊ­κές συνειδή­σεις, άρα και στο λαϊ­κό πολι­τι­σμό, τη λαϊ­κή καλ­λι­τε­χνι­κή δη­μιουργία. Αφε­τέ­ρου για­τί το ρεμπέ­τι­κο ως λαϊ­κή δημιουρ­γία κατα­πιά­στη­κε και ανέ­δει­ξε όλα τα κοι­νω­νι­κά φαι­νό­με­να που υπάρ­χουν σε μια ταξι­κή εκμε­ταλ­λευ­τι­κή κοι­νω­νία και μάλι­στα σε συν­θή­κες μιας νέας από­το­μης προ­λε­τα­ριο­ποί­η­σης με­σαίων στρω­μά­των, λόγω της μικρα­σια­τι­κής προ­σφυ­γιάς. Στη συνέ­χεια τοπο­θε­τή­θη­κε από τους δημιουρ­γούς του στην πε­ρίοδο της Κατο­χής, του εμφύ­λιου πολέ­μου, αλλά και μεταπο­λεμικά, με το κρά­τος της πιο βάρ­βα­ρης κατα­στο­λής ενά­ντια στο εργα­τι­κό, στο λαϊ­κό κίνη­μα και στην οργα­νω­μέ­νη πολιτι­κή πρω­το­πο­ρία του, το ΚΚΕ, με εκτε­λέ­σεις, δολο­φο­νί­ες, εξο­ρίες και φυλα­κές. Όλη αυτήν την περί­ο­δο το ρεμπέ­τι­κο έδω­σε αρι­στουρ­γή­μα­τα σε τέτοιο βαθ­μό και μαζι­κό­τη­τα, που η Λο­γοκρισία τα έβγα­ζε παρά­νο­μα. Οι λαϊ­κοί δημιουρ­γοί έγρα­ψαν τρα­γού­δια και για την Αντί­στα­ση και για την πάλη του ΔΣΕ. Αλλά και στη συνέ­χεια, όταν η αστι­κή τάξη έβγα­λε το ΚΚΕ στην παρα­νο­μία, οι λαϊ­κοί δημιουρ­γοί του ρεμπέ­τι­κου συνέχι­σαν να γρά­φουν τρα­γού­δια για τις συν­θή­κες που δημιουργού­σε το μετεμ­φυ­λιο­πο­λε­μι­κό καθεστώς.

Επί­σης κατα­πια­στή­κα­με με την εξέ­λι­ξη του ρεμπέ­τι­κου, του λαϊ­κού τρα­γου­διού, μετά από τη δεκα­ε­τία του ’50, ως τις μέρες μας.

Στην εργα­σία αυτή γίνε­ται προ­σπά­θεια να δοθεί ‑όσο εί­ναι δυνα­τό- μια πιο ολο­κλη­ρω­μέ­νη κατα­γρα­φή της έρευ­νας που έχει γίνει γύρω από τον όρο «ρεμπέ­τι­κο». Δίνε­ται μια κατα­γρα­φή της συζή­τη­σης σχε­δόν όλων των από­ψε­ων γύρω από την ετυ­μο­λο­γία της λέξης «ρεμπέ­τι­κο», για­τί ως συζήτη­ση έχει πλέ­ον ιστο­ρι­κή σημα­σία και η κατα­γρα­φή της φωτί­ζει πλευ­ρές ιστο­ρι­κο­κοι­νω­νι­κές, που έχουν σχέ­ση με το συ­γκεκριμένο είδος λαϊ­κής καλ­λι­τε­χνι­κής δημιουρ­γί­ας. Άρα δί­νουν συγκε­κρι­μέ­νες γνώ­σεις στον ανα­γνώ­στη, ανε­ξάρ­τη­τα από το αν και ποια από αυτές τις προ­σεγ­γί­σεις θα υιοθετή­σει ή θα απο­δε­χτεί κάποιος ή όχι. Επί­σης η προ­σέγ­γι­ση κά­θε ερευ­νη­τή στον όρο «ρεμπέ­τι­κο» συν­δέ­ε­ται με την άπο­ψή του για το ποιες κοι­νω­νι­κές δυνά­μεις το δημιούρ­γη­σαν και ποιες εκφράζει.

Από τη συγκε­κρι­μέ­νη μελέ­τη δε θα μπο­ρού­σε να λεί­πει η διε­ρεύ­νη­ση του θέμα­τος «το ρεμπέ­τι­κο για τη γυναί­κα». Εί­ναι ένα μεγά­λο και δύσκο­λο κοι­νω­νι­κό ζήτη­μα, με το οποίο επί­σης ασχο­λή­θη­κε το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι και αυτό έχει σχέ­ση με τη γυναί­κα και πώς ανα­δει­κνύ­ουν οι λαϊ­κοί μου­σι­κο-στι­χουρ­γι­κοί δημιουρ­γοί το ζήτη­μα των δια­προ­σω­πι­κών, των φυλε­τι­κών σχέ­σε­ων ανά­με­σα σε γυναί­κες και άντρες, του έρω­τα, της αγά­πης, της οικο­γέ­νειας, αλλά και πώς βλέ­πουν τη θέση της γυναί­κας από τις εργα­τι­κές, τις λαϊ­κές οικογέ­νειες στην κοι­νω­νία. Θεω­ρού­με, αξιο­ποιώ­ντας και μελέ­τες άλλων ερευ­νη­τών, μελε­τη­τών, ότι το συγκε­κρι­μέ­νο ζήτη­μα απαι­τεί ενδε­λε­χή έρευ­να και απο­τε­λεί ξεχω­ρι­στό και μεγά­λο πεδίο. Υπάρ­χει επί­σης μια πλευ­ρά που θα θίξου­με και που έχει σχέ­ση με τις επι­κρα­τού­σες αντι­λή­ψεις σχε­τι­κά με τη γυ­ναίκα στην Ελλά­δα, όπως επί­σης και αντι­λή­ψεις για τη γυναί­κα στη Μικρά Ασία την περί­ο­δο πριν τη Μικρα­σια­τι­κή Κα­ταστροφή, αλλά και διε­θνώς, κυρί­ως στην Ευρώ­πη από την επο­χή του Μεσαί­ω­να και το πώς αντι­με­τω­πί­στη­καν οι γυναί­κες πρό­σφυ­γες όταν ήρθαν στην Ελλά­δα το 1922. Σημα­ντι­κή είναι η συμ­βο­λή της συντρό­φισ­σας Μαρί­ας Λαμπρι­νού στη συγ­γρα­φή αυτού του θέματος.

Επι­πλέ­ον, αξιο­ποι­ή­θη­καν μελέ­τες άλλων ερευ­νη­τών με ανα­φο­ρές, προ­βλη­μα­τι­σμούς, ιδέ­ες των ερευ­νών τους, που «δένουν» με την προ­σπά­θεια ανί­χνευ­σης συγκε­κρι­μέ­νων πτυ­χών σε αυτήν εδώ την εργα­σία ‑πιστεύω δημιουρ­γι­κά- ακό­μη και στα σημεία στα οποία γίνε­ται καλό­πι­στη κρι­τι­κή από τη σκο­πιά μας. Η συμ­βο­λή αυτών των ερευ­νών ενισχύ­ει την όσο γίνε­ται συλ­λο­γι­κή πλη­ρό­τη­τα στο θέμα. Άλλω­στε υπάρ­χουν πολ­λές εκδό­σεις από μελε­τη­τές του ρεμπέ­τι­κου, οι οποί­ες στη­ρί­ζο­νται σε άλλες έρευ­νες και μελέ­τες με εκτε­νείς ανα­φο­ρές σε αυτές. Με μια έννοια θεω­ρώ ότι έχουν και άλλοι συμ­βο­λή σε αυτήν εδώ την εργα­σία για το ρεμπέ­τι­κο. Οι έρευ­νες και οι μελέ­τες, ακό­μη και αν είναι ατο­μι­κές εργα­σίες, έχουν ιστο­ρι­κό-κοι­νω­νι­κό υπό­βα­θρο, εδρά­ζο­νται πάνω σε εργα­σί­ες και άλλων ερευ­νη­τών, του­λά­χι­στον δύο αιώ­νων πριν. Δε γίνο­νται εκ του μηδενός.

Πολύ­τι­μη και δημιουρ­γι­κή είναι η συμ­βο­λή της συντρό­φισσας Αλέ­κας Παπα­ρή­γα, οι σκέ­ψεις και οι προ­τά­σεις της οποί­ας συνέ­βα­λαν τα μέγι­στα στην τελι­κή μορ­φή και διάρ­θρωση αυτής της μελέ­της, όπως επί­σης και η συμ­βο­λή της συντρό­φισ­σας Ελέ­νης Μπέλλου.

Πρα­κτι­κή συμ­βο­λή στη δια­μόρ­φω­ση ορι­σμέ­νων χειρό­γραφων σε ηλε­κτρο­νι­κή μορ­φή είχαν οι συντρό­φισ­σες και οι σύντρο­φοι: Αμα­λία Γακο­πού­λου, Βανέσ­σα Καρα­γε­ώρ­γη, Νάντια Κυρια­ζί­δου, Πανα­γιώ­της Ντε­γιάν­νης και Ορέ­στης Μπορμπότης.

Μια προτροπή που εκπληρώθηκε

Η προ­τρο­πή για να γρα­φτεί αυτό το βιβλίο ήταν του αξέ­χαστου συντρό­φου μας Μάκη Μαΐ­λη. Η πρό­τα­ση έγι­νε το 1995, την περί­ο­δο που δίνα­με τη μάχη για την πρώ­τη φάση της διά­σω­σης του Ιστο­ρι­κού Αρχεί­ου του ΚΚΕ από την πλημ­μύ­ρα, προ­τεί­νο­ντάς μας, μαζί με την Καί­τη Φει­δά­κη, να κατα­πια­στού­με με την έρευ­να του συγκε­κρι­μέ­νου θέμα­τος, η οποία να κατα­λή­ξει να γίνει βιβλίο. Η Καί­τη Φει­δά­κη, βαθιά ευαί­σθη­τος άνθρω­πος, με απέ­ρα­ντη φρο­ντί­δα για τους συντρό­φους της, με την ανε­πα­νά­λη­πτη φωνή, το ιδι­αίτερο, ξεχω­ρι­στό, μονα­δι­κό της ηχό­χρω­μα, τρα­γου­δού­σε μ’ ένα μονα­δι­κό, ξεχω­ρι­στό, δικό της τρό­πο ρεμπέ­τι­κα τρα­γούδια, «πατώ­ντας» πάνω στις πρώ­τες εκτε­λέ­σεις. Και τρα­γουδούσε το ίδιο αλά­θη­τα πατώ­ντας πάνω στη μελω­δία και με ορχή­στρα και χωρίς ορχή­στρα. Είχε ασχο­λη­θεί επί­σης με την ιστο­ρία του ρεμπέ­τι­κου, τους δημιουρ­γούς του και το σινά­φι τους, με ανα­ζη­τή­σεις σε διά­φο­ρες πηγές. Είχε άλλω­στε μικρα­σια­τι­κή ρίζα.

Δε μας ξάφ­νια­σε το γεγο­νός ότι ο Μάκης Μαΐ­λης είχε την ιδέα να γρα­φτεί βιβλίο για το ρεμπέ­τι­κο, και μάλι­στα να το ανα­λά­βουν δύο στε­λέ­χη του ΚΚΕ. Ο Μάκης Μαΐ­λης ήταν ένας σπου­δαί­ος σύντρο­φος, παρά­δειγ­μα για εμάς, για εμέ­να προ­σω­πι­κά. Ήταν πολύ­πλευ­ρο και πολυ­τά­λα­ντο στέ­λε­χος του ΚΚΕ, με ευρυ­μά­θεια, ολό­πλευ­ρη γνώ­ση, πάντα δημιουρ­γική και κοφτε­ρή σκέ­ψη, με ικα­νό­τη­τα να σου μεταλαμπα­δεύει απε­ριό­ρι­στα τις γνώ­σεις του, να συζη­τά νηφά­λια μαζί σου, έχο­ντας στό­χο να δια­παι­δα­γω­γεί και να συμ­βάλ­λει στη θεω­ρη­τι­κή και ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κή άνο­δο των στε­λε­χών, των κομ­μα­τι­κών μελών, των συνο­μι­λη­τών του, και να μας γεμί­ζει με θεω­ρη­τι­κή πλη­ρό­τη­τα, αλλά και με την πεί­ρα της πρα­κτικής δρά­σης που ο ίδιος είχε κατα­κτή­σει προ­σω­πι­κά, αλλά και συλ­λο­γι­κά, στο ΚΚΕ. Αυτή του η αβί­α­στη διά­θε­ση στη­ριζόταν τόσο στην πολύ­πλευ­ρη πεί­ρα του όσο και στη βαθιά γνώ­ση της δια­λε­κτι­κής, συνο­λι­κά της μαρ­ξι­στι­κής-λενι­νι­στι­κής θεω­ρί­ας και της ιδε­ο­λο­γί­ας μας. Για το σύντρο­φο Μάκη Μαΐ­λη επι­τρέψ­τε μου να χρη­σι­μο­ποι­ή­σω κάποια μικρά-αλ­λά χαρα­κτη­ρι­στι­κά- απο­σπά­σμα­τα από την ομι­λία της Αλέ­κας Παπα­ρή­γα στην κομ­μα­τι­κή εκδή­λω­ση για τον ένα χρό­νο από το θάνα­τό του, που δεί­χνουν την ανά­πτυ­ξη των πολύ­πλευρων ικα­νο­τή­των του μέσα από την πολύ­πλευ­ρη ενασχό­λησή του σε τομείς δου­λειάς, αλλά και ενδια­φε­ρό­ντων, δεί­χνοντας ταυ­τό­χρο­να πώς σκε­φτό­ταν και για­τί μας πρό­τει­νε να κάνου­με έρευ­να και να γρά­ψου­με για το ρεμπέ­τι­κο. Ανα­φέρει χαρακτηριστικά:

«Ο Μάκης (…) ανε­ξάρ­τη­τα από τις ιδιαί­τε­ρες χρε­ώ­σεις του, δεν παρέ­λει­πε να παίρ­νει άμε­σα μέρος στις κινη­το­ποι­ή­σεις, στην ταξι­κή πάλη. Η συνέ­νω­ση της δια­νοη­τι­κής και πρα­κτι­κής δου­λειάς στο πρό­σω­πό του συνο­δευό­ταν και από τη στα­θε­ρή ατο­μική αυτο­μόρ­φω­ση έως τη μελέ­τη λογο­τε­χνι­κών και ποι­η­τι­κών έργων. Έτσι απέ­κτη­σε τη δυνα­τό­τη­τα η στο­χο­προ­σή­λω­σή του στα γενι­κά και ειδι­κά κομ­μα­τι­κά καθή­κο­ντα να είναι στα­θε­ρή, να βαθαί­νει, να είναι απαλ­λαγ­μέ­νη από τις αρνη­τι­κές συνέ­πειες της μονο­μέ­ρειας (…). Πίσω από το αυστη­ρό καμιά φορά βλέμ­μα του, αλλά και το πλα­τύ χαμό­γε­λο και το χιού­μορ που διέ­θε­τε, κρύ­βο­νταν πολ­λές ευαι­σθη­σί­ες και μεγά­λος κύκλος ενδιαφερό­ντων (…) ήταν δια­κρι­τή η θέλη­σή του να μαθαί­νει, ώστε να μπο­ρεί και να επι­κε­ντρώ­νει και να γενικεύει.»

Για το σύντρο­φο Μάκη Μαΐ­λη κάθε λαϊ­κή δημιουρ­γία τού ήταν γνω­στή και οικεία, όπως το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι, το δη­μοτικό, αλλά και πολ­λά είδη μου­σι­κής και τρα­γου­διού, όπως η επτα­νη­σια­κή μου­σι­κή, οι λαϊ­κές καντά­δες της παλιάς Αθή­νας κ.ά. Και θεω­ρού­σε την ενα­σχό­λη­ση με αυτά, όπως και γε­νικότερα με την τέχνη, ζήτη­μα σημα­ντι­κό για την κομματι­κή δρά­ση, αφού συμ­βάλ­λει τόσο στην πολύ­πλευ­ρη μόρφω­ση των κομ­μου­νι­στών όσο και στην ικα­νό­τη­τά μας να συμ­βάλλουμε στο ανέ­βα­σμα της μόρ­φω­σης και της συνεί­δη­σης της εργα­τι­κής τάξης. Ήταν άνθρω­πος γεμά­τος φρο­ντί­δα για όλους τους συντρό­φους όπως και για τους ανθρώ­πους του μόχθου. Χαι­ρό­σουν να συνερ­γά­ζε­σαι μαζί του, να κάνεις πα­ρέα μαζί του, είτε συζη­τώ­ντας είτε γλε­ντώ­ντας, πολύ περισ­σότερο αν ήσουν τυχε­ρός να τον έχεις καθο­δη­γη­τή ή συνερ­γάτη σε τομείς της κομ­μα­τι­κής δου­λειάς, και πάντα είχε τον τρό­πο του να σου μετα­δί­δει γνώ­σεις και χωρίς ακό­μη να το προ­σπα­θείς, να σε κάνει να ρου­φάς σα σφουγ­γά­ρι αυτό που σου μετέ­δι­δε. Επι­πλέ­ον, ο Μάκης Μαΐ­λης αγα­πού­σε το ρε­μπέτικο ως λαϊ­κή δημιουργία.

Έτσι λοι­πόν ξεκί­νη­σε δει­λά-δει­λά να γίνε­ται πρά­ξη η προ­τροπή του συντρό­φου Μάκη σ’ ένα δύσκο­λο εγχεί­ρη­μα, χω­ρίς όμως χει­ρο­πια­στό απο­τέ­λε­σμα τότε. Η Καί­τη το θεωρού­σε εγχεί­ρη­μα με βου­νό δυσκο­λί­ες για την ίδια ‑όπως έλε­γε- και είχε δίκιο. Δεν είναι απλό πράγ­μα ν’ ασχο­λη­θείς με το λα­ϊκό τρα­γού­δι, όπως νομί­ζουν κάποιοι, αν πράγ­μα­τι θέλεις να μελε­τή­σεις πολύ­πλευ­ρα αυτό το κοι­νω­νι­κό φαι­νό­με­νο. Ήταν δύσκο­λο βεβαί­ως και για μένα. Άρχι­σα μια πρω­τό­λεια δου­λειά που έδω­σε τα πρώ­τα μικρά κεί­με­να, αλλά δεν προχώ­ρησε τότε παρα­πέ­ρα. Ξανάρ­χι­σα ουσια­στι­κά να ξανα­γρά­φω την περί­ο­δο εορ­τα­σμού των 100 χρό­νων του ΚΚΕ, με αφορ­μή κομ­μα­τι­κές εκδη­λώ­σεις για το ρεμπέ­τι­κο τρα­γού­δι, ξανα­δου­λεύ­ο­ντας παλιό­τε­ρες κρί­σεις, σχο­λια­σμούς και προσεγγί­σεις, απορ­ρί­πτο­ντας πολ­λές από αυτές που είχα γρά­ψει από το 1995 και μετά.

Ο Μάκης Μαΐ­λης δεν είναι πια μαζί μας για να δει την προ­τρο­πή του πραγ­μα­το­ποι­η­μέ­νη. Ούτε η Καί­τη Φει­δά­κη εί­ναι πια μαζί μας για να συμ­βά­λει με τις γνώ­σεις της, τις πα­ρατηρήσεις της, και αυτό είναι έλλει­ψη για μένα. Είναι όμως και οι δύο μαζί μας για ό,τι έκα­ναν πριν «φύγουν», επι­μέ­νο­ντας να πραγ­μα­το­ποι­η­θεί αυτό το καθό­λου εύκο­λο εγχείρη­μα, αλλά και για τη συμ­βο­λή τους στο ξεκί­νη­μα το 1995, που τελι­κά ευο­δώ­θη­κε έστω και μετά από 27 χρό­νια. Άλλω­στε η συνο­λι­κή τους δρά­ση μέσα από τις γραμ­μές του ΚΚΕ ως άξια στε­λέ­χη του πάντα θα μας συντροφεύει.

«Η συμ­βο­λή ενός κομ­μου­νι­στή, ενός στε­λέ­χους του ΚΚΕ. δεν τελειώ­νει με το θάνα­το» _Ριζο­σπά­στης, 5–6.2.2022.

                                                                        Στέ­φα­νος Λουκάς

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο