Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ταινίες Πρώτης Προβολής: Η «Ανατομία μιας Πτώσης» του Χρυσού Φοίνικα απέναντι στον σαρωτικό «Oppenheimer»

Το εξαι­ρε­τι­κό δικα­στι­κό θρί­λερ «Ανα­το­μία μιας Πτώ­σης» της Ζιστίν Τριέ, που κέρ­δι­σε δικαί­ως τον φετι­νό Χρυ­σό Φοί­νι­κα στις Κάν­νες, έρχε­ται αντι­μέ­τω­πο με το πολυ­δια­φη­μι­σμέ­νο «Οπεν­χάι­μερ» του Κρί­στο­φερ Νόλαν, που στο πρώ­το τρι­ή­με­ρο της κυκλο­φο­ρί­ας του υπήρ­ξε σαρω­τι­κός με 110.000 εισι­τή­ρια. Το σπου­δαίο σενά­ριο και η άψο­γη σκη­νο­θε­σία της γαλ­λι­κής ται­νί­ας θα ανα­με­τρη­θεί σκλη­ρά με τη διά­ση­μη ιστο­ρία του ανθρώ­που που άλλα­ξε την ιστο­ρία, το υπερ­θέ­α­μα, αλλά και ένα ανοι­κο­νό­μη­το σενά­ριο. Επί­σης, από­ψε κάνουν πρε­μιέ­ρα το τρί­το φιλμ του γνω­στού φραν­τσάιζ «The Equalizer 3: Το Τελευ­ταίο Κεφά­λαιο» με τον Ντέν­ζελ Γουά­σινγ­κτον και δυο παι­δι­κές ται­νί­ες κινου­μέ­νων σχε­δί­ων. Υπάρ­χουν όμως και τέσ­σε­ρες αξιό­λο­γες επα­νεκ­δό­σεις, το θρί­λερ «Στη Σκιά της Αμφι­βο­λί­ας» του Χίτσκοκ, το αφο­ρι­στι­κό δρά­μα του Γκο­ντάρ «Weekend», ο «Δρά­κος» του Κούν­δου­ρου, με τον Ντί­νο Ηλιό­που­λο και το βρα­βευ­μέ­νο στις Κάν­νες «Το Βλέμ­μα του Οδυσ­σέα» του Θόδω­ρου Αγγελόπουλου.

Ανα­το­μία μιας Πτώ­σης (Anatomy of a Fall). Δρά­μα μυστη­ρί­ου, γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Ζιστίν Τριέ, με τους Σάντρα Ούλερ, Σουάν Αρλό, Τζέ­νι Μπεθ, Αντουάν Ράι­ναρτς, Μίλο Μασά­ντο Γκρά­νερ, Αρτούρ Αρα­ρί κ.ά.

Είναι από εκεί­νες τις ται­νί­ες που σήμε­ρα σπα­νί­ζουν. Κυρί­ως λόγω του υπο­δειγ­μα­τι­κού, πολυ­σύν­θε­του σενα­ρί­ου της στο οποίο υπο­κλί­νε­σαι, της βγά­ζεις το καπέ­λο στη σκη­νο­θε­σία και για την ερμη­νεία της πρω­τα­γω­νί­στριας Σάντρα Ούλερ επι­φυ­λάσ­σεις το θερ­μό­τε­ρο χειροκρότημα.

Το δρα­μα­τι­κό, δικα­στι­κό θρί­λερ της αξιέ­παι­νης σκη­νο­θέ­τι­δας Ζιστίν Τριέ, που συνυ­πο­γρά­φει το σενά­ριο με τον σύζυ­γό της, σενα­ριο­γρά­φο και ηθο­ποιό, Αρτούρ Αρα­ρί, κέρ­δι­σε φέτος δικαί­ως τον Χρυ­σό Φοί­νι­κα στις Κάν­νες, καθι­στώ­ντας τήν Τριέ την τρί­τη γυναί­κα δημιουρ­γό που κατα­κτά το πολύ­τι­μο βρα­βείο του κορυ­φαί­ου φεστι­βάλ του κόσμου.

Πολυ­πρι­σμα­τι­κή ται­νία, που απ’ τη μια δημιουρ­γεί μία συναρ­πα­στι­κή ηρω­ί­δα, παρου­σιά­ζο­ντας αφο­πλι­στι­κά την προ­σω­πι­κό­τη­τά μίας ανε­ξάρ­τη­της, ασυμ­βί­βα­στης γυναί­κας και απ’ την άλλη, με έναν δεξιο­τε­χνι­κό τρό­πο, αμφι­σβη­τεί κοι­νές πεποι­θή­σεις, για τις ανθρώ­πι­νες σχέ­σεις, τη συμ­βί­ω­ση, τη δημό­σια εικό­να ενώ συγ­χρό­νως θέτει μία σει­ρά από κεφα­λαιώ­δη υπαρ­ξια­κά ερω­τή­μα­τα, που θα προ­κα­λέ­σουν πλή­θος σκέψεων.

Οι οδυ­νη­ρές στιγ­μές στη ζωή ενός ζευ­γα­ριού, με ένα τυφλό παι­δί, έρχο­νται στην επι­φά­νεια με τον πιο δυσά­ρε­στο τρό­πο, όταν ο σύζυ­γος βρί­σκε­ται νεκρός έξω από το σπί­τι του, σε ένα απο­μο­νω­μέ­νου σαλέ στις Άλπεις. Γεμά­τος αίμα­τα, πιθα­νό­τα­τα από πτώ­ση από το ανοι­χτό παρά­θυ­ρο του πάνω ορό­φου του σπι­τιού. Η σύζυ­γος, πετυ­χη­μέ­νη συγ­γρα­φέ­ας και γερ­μα­νι­κής κατα­γω­γής, θα θεω­ρη­θεί ύπο­πτη, ενώ ο γιος τους θα είναι ο μονα­δι­κός μάρ­τυ­ρας. Ο παλιός φίλος και δικη­γό­ρος της γυναί­κας ακού­γο­ντας την εκδο­χή της, χωρίς να την κρί­νει, θα ξεκι­νή­σει την υπε­ρα­σπι­στι­κή γραμ­μή για την περί­ερ­γη υπό­θε­ση. Το δρά­μα θα μετα­φερ­θεί στην αίθου­σα του δικα­στη­ρί­ου που θα πρέ­πει να απο­φα­σί­σει για την αθω­ό­τη­τά της ή την ενο­χή της, για το αν ο άντρας της αυτο­κτό­νη­σε ή κάποιος τον έσπρω­ξε στον θάνα­το και μέσα από αδιά­κρι­τες κατα­γρα­φές, της σχέ­σης της με τον σύζυ­γό της, ιδιω­τι­κών στιγ­μών, πολ­λές φορές επώ­δυ­νων, που παρα­βιά­ζουν κατά­φω­ρα την προ­σω­πι­κό­τη­τά της ηρωίδας.

Το σενά­ριο, αλη­θι­νή ψιλο­βε­λο­νιά, απο­φεύ­γει τις πολυ­πλο­κό­τη­τες, τα συνή­θη άλμα­τα της λογι­κής ή ανα­λη­θο­φα­νών περι­στα­τι­κών και με εντυ­πω­σια­κά μελε­τη­μέ­νη λεπτο­μέ­ρεια συμπλη­ρώ­νει όλα τα κρυ­φά κομ­μά­τια που λεί­πουν από τον καμ­βά της υπό­θε­σης, που είναι πολύ παρα­πά­νω από ένα συναρ­πα­στι­κό δικα­στι­κό θρίλερ.

Το σενά­ριο, που υλο­ποιεί­ται στην εντέ­λεια, βάζει στον πυρή­να της προ­βλη­μα­τι­κής του, το ζήτη­μα του είναι και του φαί­νε­σθαι, της αλή­θειας και του ψέμα­τος, της στρε­βλής εικό­νας του ανθρώ­που, μέσα από τη δημό­σια ιδιό­τη­τά του ή από σκόρ­πια στοι­χεία, εικα­σί­ες και επι­πό­λαιες ερμη­νεί­ες μιας ζωής.

Η ται­νία της Τρίε ζητά την προ­σή­λω­ση του θεα­τή, κυρί­ως, όμως, την ωρι­μό­τη­τά του, για να κατα­νο­ή­σει πόσο εύκο­λα μπο­ρεί να πέσει θύμα μιας πλά­νης για έναν άνθρω­πο ή ένα γεγο­νός, όταν πραγ­μα­τι­κά δεν γνω­ρί­ζει και χαρα­κτη­ρί­ζει ανθρώ­πους μόνο από τη δημό­σια εικό­να του ή την επι­φά­νεια των γεγονότων.

Από κει και πέρα, η Τριέ φτιά­χνει ένα απα­ρά­μιλ­λης ομορ­φιάς και ενδια­φέ­ρο­ντος δικα­στι­κό θρί­λερ, με τις απα­ραί­τη­τες ανα­τρο­πές, συγκλο­νι­στι­κές σκη­νές και θελ­κτι­κά ευρή­μα­τα. Ωστό­σο, ένα μεγά­λο κομ­μά­τι τής επι­τυ­χί­ας οφεί­λε­ται και στην Σάντρα Ούλερ, η οποία μπαί­νει βαθιά στο πετσί της ηρω­ί­δας, με μια πολυ­ε­πί­πε­δη ερμη­νεία που κατα­κτά τον θεατή.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Τον τελευ­ταίο χρό­νο, η Σάντρα, μια Γερ­μα­νί­δα συγ­γρα­φέ­ας, ο Γάλ­λος σύζυ­γός της Σάμου­ελ και ο εντε­κά­χρο­νος γιος τους Ντά­νιελ ζουν σε μια απο­μα­κρυ­σμέ­νη πόλη στις γαλ­λι­κές Άλπεις. Όταν ο Σάμου­ελ βρί­σκε­ται νεκρός στο χιό­νι, έξω από το σαλέ τους, η αστυ­νο­μία ανα­ρω­τιέ­ται αν αυτο­κτό­νη­σε ή σκο­τώ­θη­κε. Η αιτία θανά­του μένει αδιευ­κρί­νι­στη και η Σάντρα θεω­ρεί­ται η κύρια ύποπτη.

The Equalizer 3: Το Τελευ­ταίο Κεφά­λαιο (The Equalizer 3). Περι­πέ­τεια, αμε­ρι­κα­νι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Αντουάν Φου­κουά, με τους Ντέν­ζελ Γουά­σινγ­κτον, Ντα­κό­τα Φάνινγκ, Ντέι­βιντ Ντέν­μαν κ.ά.

Ο Ντέν­ζελ Γουά­σινγ­κτον ξανα­πιά­νει το όπλο του και σφίγ­γει τις γρο­θιές του, που κατα­λή­γουν στα μού­τρα των «απαί­σιων εγκλη­μα­τιών», αυτή τη φορά των μαφιό­ζων της Νότιας Ιτα­λί­ας, σε αυτή την τρί­τη ται­νία του γνω­στού φραντσάιζ.

Τρί­τη και φαρ­μα­κε­ρή και ομο­λο­γου­μέ­νως καλύ­τε­ρη ται­νία από τις προη­γού­με­νες, οι Φου­κουά και Γουά­σινγ­κτον, που ξεκί­νη­σαν τη συνερ­γα­σία τους με το ενδια­φέ­ρον αστυ­νο­μι­κό θρί­λερ «Ημέ­ρα Εκπαί­δευ­σης», θα αφή­σουν κατά μέρος τις πολ­λές πολ­λές αμπε­λο­φι­λο­σο­φί­ες του ήρωα, θα περιο­ρί­σουν τον σχε­τι­κά άκρα­το αμο­ρα­λι­σμό, αλλά όχι και το μοτί­βο των βίαιων σκη­νών, του ξεκα­θα­ρί­σμα­τος που επι­φυ­λάσ­σει ο Αμε­ρι­κα­νός μονα­χι­κός ήρω­ας στους «σιχα­με­ρούς μαφιό­ζους», αλλά και τόσο γρα­φι­κούς, που μοιά­ζουν βγαλ­μέ­νοι από κόμικς δεύ­τε­ρης κατηγορίας.

Ο πρώ­ην πεζο­ναύ­της Ρόμπερτ Μακ­Κόλ, θέλο­ντας να ξεφύ­γει από το παρελ­θόν του, μετα­κο­μί­ζει στη Νάπο­λη όπου θα βρει το μέρος για να ησυ­χά­σει η ψυχή του, θα αγα­πή­σει τη ζεστα­σιά των απλών ανθρώ­πων, αλλά σύντο­μα θα ανα­κα­λύ­ψει ότι οι νέοι του φίλοι ζουν κάτω από την απει­λή της σικε­λι­κής μαφί­ας. Τα γεγο­νό­τα γίνο­νται τρο­μα­κτι­κά και ο Μακ­Κόλ θα απε­λευ­θε­ρώ­σει το παρελ­θόν του για να προ­στα­τεύ­σει τους νέους του φίλους και να τιμω­ρή­σει τους εγκληματίες.

Οι ανθρώ­πι­νες στιγ­μές του ήρωα με τους απλούς κατοί­κους στο Αμάλ­φι και τη Νάπο­λη και το πανέ­μορ­φο φυσι­κό σκη­νι­κό θα δώσουν δια­φο­ρε­τι­κή γοη­τεία στην ται­νία, θα γλυ­κά­νουν το στό­ρι, μέχρι που θα έρθει το απλω­μέ­νο κομ­μά­τι της βίας, το οποίο εν πολ­λοίς επα­να­λαμ­βά­νει το γνω­στό μοτί­βο τής δρά­σης, όπως και στις προη­γού­με­νες ται­νί­ες. Του­λά­χι­στον, το σενά­ριο αυτή τη φορά, απο­φεύ­γει σε κάποιο βαθ­μό τις επι­κίν­δυ­νες ιδε­ο­λο­γι­κές ανα­φο­ρές, αλλά πάντα στον πυρή­να της ται­νί­ας υπάρ­χει το ιδε­ο­λό­γη­μα ότι για την αντι­με­τώ­πι­ση του κακού επι­τρέ­πε­ται σε έναν Αμε­ρι­κα­νό να κάνει ότι θέλει, να πάρει το νόμο στα χέρια του. Κάτι που δεν κρύ­βε­ται από το αφε­λές κάλυμ­μα του σενα­ρί­ου, ή τον φαι­νο­με­νι­κό και μονο­διά­στα­το ανθρω­πι­σμό τού πρω­τα­γω­νι­στή. Ένας πρω­τα­γω­νι­στής που παρό­τι 70αρίζει, δεί­χνει ακμαί­ος, αλλά πολύ μακριά από τις καλές ερμη­νευ­τι­κές του εποχές.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Ρόμπερτ Μακ­Κολ, μετά την από­συρ­σή του ως πλη­ρω­μέ­νος κυβερ­νη­τι­κός δολο­φό­νος, παλεύ­ει σκλη­ρά προ­κει­μέ­νου να συμ­φι­λιω­θεί με τα φρι­κτά εγκλή­μα­τα που διέ­πρα­ξε στο παρελ­θόν. Μετα­κο­μί­ζει στη Νάπο­λη την οποία και νιώ­θει απροσ­δό­κη­τα κοντά του όταν ανα­κα­λύ­πτει ότι οι νέοι φίλοι του βρί­σκο­νται υπό τον έλεγ­χο κάποιων τοπι­κών εγκλη­μα­τιών. Καθώς τα γεγο­νό­τα παίρ­νουν θανα­τη­φό­ρα τρο­πή, ο Μακ­Κολ ξέρει πως πρέ­πει να τα βάλει με τη μαφία για να προ­στα­τέ­ψει τους φίλους του.

Λέι­ντι Μπαγκ και Κατ Νουάρ (Ladybug & Cat Noir: The Movie). Παι­δι­κή ται­νία κινου­μέ­νων σχε­δί­ων, γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Ζερε­μί Ζαγκ.

Συμπα­θη­τι­κός συν­δυα­σμός μιού­ζι­καλ και υπε­ρη­ρω­ι­κής περι­πέ­τειας, σε ένα γαλ­λι­κό animation, που απο­τε­λεί κινη­μα­το­γρα­φι­κή μετα­φο­ρά πετυ­χη­μέ­νης τηλε­ο­πτι­κής σει­ράς. Το φιλμ, ξεκι­νά­ει φιλό­δο­ξα, αλλά σιγά σιγά αρχί­ζει να χάνει μέρος του ενδια­φέ­ρο­ντός του ίσως και από την υπερ­βο­λι­κή χρή­ση των τρα­γου­διών. Κάτι που οφεί­λε­ται στο ότι ο σκη­νο­θέ­της υπο­γρά­φει και τη μου­σι­κή της ταινίας.

Δυο νέοι, που έχουν μετα­μορ­φω­θεί σε υπε­ρή­ρω­ες, ερω­τεύ­ο­νται, χωρίς να γνω­ρί­ζουν, όμως, το άλτερ έγκο του άλλου και συνερ­γά­ζο­νται για να αντι­με­τω­πί­σουν έναν νοση­ρό αντί­πα­λο, που απει­λεί τον κόσμο.

Η ενθαρ­ρυ­ντι­κή εκκί­νη­ση δεν έχει την ανά­λο­γη συνέ­χεια, ενώ πολ­λές φορές αργεί ‑και πάλι λόγω των τρα­γου­διών- η ανά­πτυ­ξη των χαρα­κτή­ρων, ενώ ορι­σμέ­νες φορές το φιλμ φαί­νε­ται να αγκο­μα­χά και ειδι­κά στο κομ­μά­τι της αγά­πης μετα­ξύ των δυο παιδιών.

Η ται­νία προ­βάλ­λε­ται μετα­γλωτ­τι­σμέ­νη στα ελληνικά.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Όταν η ντρο­πα­λή Μαρι­νέτ σώζει τη ζωή τού μυστη­ριώ­δους Μάστερ Φου, εκεί­νος τη μετα­μορ­φώ­νει στη σού­περ ηρω­ί­δα Λέι­ντι Μπαγκ. Εντω­με­τα­ξύ, η Μαρι­νέτ είναι ερω­τευ­μέ­νη με τον Άντριεν, που και εκεί­νος έχει μετα­μορ­φω­θεί στον σού­περ ήρωα Κατ Νουάρ χάρη στα μάγια του Μάστερ Φου. Παρό­λο που κανέ­νας από τους δύο δεν ξέρει το άλτερ έγκο του άλλου, το δίδυ­μο συνερ­γά­ζε­ται για να αντι­με­τω­πί­σει τον νοση­ρό Χοκ Μοθ, που δεν είναι άλλος από τον πατέ­ρα του Άντριεν. Θα μπο­ρέ­σουν οι δυο τους να σώσουν τον κόσμο;

Χελω­νο­νιν­τζά­κια: Μεταλ­λαγ­μέ­νος Χαμός (Teenage Mutant Ninja Turtles: Mutant Mayhem). Παι­δι­κή ται­νία κινου­μέ­νων σχε­δί­ων, αμε­ρι­κα­νι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Τζεφ Ρόου.

Η δημο­φι­λής παρέα, τα μεταλ­λαγ­μέ­να χελω­νο­νιν­τζά­κια, που λατρεύ­ουν την πίτσα και τη φασα­ρία, επι­στρέ­φουν, δηλα­δή ξανα­ε­πι­στρέ­φουν, σε μία ακό­μη χαρι­τω­μέ­νη περι­πέ­τεια για τα πιτσιρίκια.

Οι συμπα­θέ­στα­τοι ήρω­ες έχουν γίνει πλέ­ον έφη­βοι και η εμμο­νή τους να γνω­ρί­σουν καλύ­τε­ρα τους ανθρώ­πους, να γίνουν απο­δε­κτοί και να ζήσουν μαζί τους, θα τους φέρει αντι­μέ­τω­πους με ένα μυστη­ριώ­δες συν­δι­κά­το του εγκλή­μα­τος, από μεταλλαγμένους.

Στην ιστο­ρία μπαί­νει και ακό­μη ένα πρό­σω­πο, μια νέα φίλη, η Έιπριλ, αλλά και αρκε­τές ιδέ­ες που φρε­σκά­ρουν τις δια­σκε­δα­στι­κές όσο και υπερ­φορ­τω­μέ­νες στα γρα­φι­κά περι­πέ­τειες, ενώ ο κακός της υπό­θε­σης, μάλ­λον περ­νά αδιάφορος.

Στα συν ορι­σμέ­νες αστεί­ες σκη­νές, κάποιες ατά­κες και το ζωντα­νό σάου­ντρακ, αλλά κακά τα ψέμα­τα, το animation δεί­χνει αδύ­να­μο ως μια ενθαρ­ρυ­ντι­κή επα­νεκ­κί­νη­ση των ται­νιών με τους πρα­σι­νω­πούς φίλους του παι­δι­κού κοινού.

Η ται­νία προ­βάλ­λε­ται μεταγλωττισμένη.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Μετά από χρό­νια απο­μό­νω­σης από τον κόσμο των ανθρώ­πων, τα Χελω­νο­νιν­τζά­κια βγαί­νουν στην επι­φά­νεια για να κερ­δί­σουν, μέσα από τις ηρω­ι­κές τους πρά­ξεις, τις καρ­διές των Νεο­ϋ­ορ­κέ­ζων και να κατα­φέ­ρουν να γίνουν απο­δε­κτοί ως κανο­νι­κοί έφη­βοι. Με τη βοή­θεια της νέας τους φίλης, April, θα κλη­θούν να αντι­με­τω­πί­σουν ένα μυστη­ριώ­δες συν­δι­κά­το εγκλήματος.

Προ­βάλ­λο­νται ακό­μη οι ταινίες:

Στη Σκιά της Αμφι­βο­λί­ας (Shadow of a Doubt). Από τις πιο ενδια­φέ­ρου­σες ται­νί­ες του Χίτσκοκ και η πιο αγα­πη­μέ­νη του «μετρ», που συμπλη­ρώ­νει 80 χρό­νια από την πρε­μιέ­ρα της (1943) και προ­βάλ­λε­ται σε επε­τεια­κή επα­νέκ­δο­ση, με απο­κα­τε­στη­μέ­νες ψηφια­κά κόπιες. Ένα δια­φο­ρε­τι­κό θρί­λερ από τον Χίτσκοκ, που στην Ελλά­δα τιτλο­φο­ρή­θη­κε «Το Χέρι που Σκο­τώ­νει». Δια­φο­ρε­τι­κό, για­τί η ται­νία του είναι περισ­σό­τε­ρο ένα φιλμ νουάρ, παρά ένα γνώ­ρι­μο χιτσκο­κι­κό θρί­λερ, με την εξαί­σια εξπρε­σιο­νι­στι­κή ασπρό­μαυ­ρη φωτο­γρα­φία να εγκλω­βί­ζει τους ανί­δε­ους ήρω­ες σε ένα μυστή­ριο θανα­τη­φό­ρο, που σε συν­δυα­σμό με το εμπνευ­σμέ­νο σενά­ριο θρυμ­μα­τί­ζει τις αμε­ρι­κα­νι­κές οικο­γε­νεια­κές αξί­ες. Ένας γοη­τευ­τι­κός άνδρας, που επι­σκέ­πτε­ται την οικο­γέ­νεια της μεγα­λύ­τε­ρης αδελ­φής του θα γοη­τέ­ψει την ανι­ψιά του, μία όμορ­φη κοπέ­λα που πλήτ­τει αφό­ρη­τα, αλλά και τους κατοί­κους τής επαρ­χια­κής πόλης. Όμως, ο χαρι­σμα­τι­κός θεί­ος δεν είναι αυτό που φαί­νε­ται. Ο Χίτσκοκ καυ­τη­ριά­ζει την ευπι­στία, την ανοη­σία, που φτιά­χνει κοι­νω­νι­κές νόρ­μες, αλλά και την επί­πλα­στη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και τα όνει­ρα που δημιουρ­γεί. Αρι­στο­τε­χνι­κή η σκη­νο­θε­σία, που δια­τη­ρεί την έντα­ση και το μυστή­ριο από το πρώ­το πλά­νο, ενώ το σαρ­κα­στι­κό φινά­λε είναι απο­κα­λυ­πτι­κό για τις προ­θέ­σεις του σκη­νο­θέ­τη. Ο Τζό­ζεφ Κότεν στην πιο στι­βα­ρή στιγ­μή της καριέ­ρας του, η Τερέ­ζα Ράιτ εξαι­ρε­τι­κή, όπως και το υπό­λοι­πο καστ, με την νεα­ρή Έντ­να Μέι Γουό­να­κοτ, στον ρόλο της μικρής αντι­συμ­βα­τι­κής αδελ­φής, να ξεχω­ρί­ζει καθώς είναι η φωνή και η σκέ­ψη του Χίτσκοκ.

Weekend. Εμβλη­μα­τι­κή ται­νία του Ζακ Λικ Γκο­ντάρ, που γύρι­σε το 1967 και σφρά­γι­σε το τέλος της πρώ­της περιό­δου του στο σινε­μά και προ­φή­τε­ψε την απο­τυ­χία της εξέ­γερ­σης του Μάη του 68. Μια ται­νία οργι­σμέ­νη, μαχη­τι­κή, που αμφι­σβη­τεί πολ­λά από τα καθιε­ρω­μέ­να, από το 48ωρο της ανά­παυ­σης (Weekend), ένα κατα­σκεύ­α­σμα του καπι­τα­λι­στι­κού τρό­που οικο­νο­μι­κής οργά­νω­σης, μια φαι­νο­με­νι­κή κατά­κτη­ση των εργα­ζο­μέ­νων, μέχρι φυσι­κά τον πυρή­να της αστι­κής τάξης, την οικο­γέ­νεια. Ένα ζευ­γά­ρι εύπο­ρων μεσο­α­στών ταξι­δεύ­ουν για να εξα­σφα­λί­σουν την κλη­ρο­νο­μιά του πατέ­ρα τής γυναί­κας. Ένα ταξί­δι που θα λάβει ανε­ξέ­λεγ­κτες δια­στά­σεις, μετά από ένα μπο­τι­λιά­ρι­σμα, όπου ο Γκο­ντάρ θα στή­σει ένα από τα καλύ­τε­ρα τρά­βε­λινγκ στην ιστο­ρία του κινη­μα­το­γρά­φου. Το «τρο­με­ρό παι­δί» της νου­βέλ βαγκ, κάνει κομ­μά­τια τον γάμο, την οικο­γέ­νεια, τη λογο­τε­χνία, τον δια­φω­τι­σμό και τη Γαλ­λι­κή Επα­νά­στα­ση, τον κατα­να­λω­τι­σμό, την ατο­μι­κή ιδιο­κτη­σία, το κρά­τος και όλα αυτά που συν­θέ­τουν έναν κόσμο σε παρακ­μή, που πιστεύ­ει μόνο στο χρή­μα. Ο Γκο­ντάρ, ανε­ξέ­λεγ­κτα αφο­ρι­στι­κός, δεν θα διστά­σει να υπο­νο­μεύ­σει ακό­μη και την ίδια του την ται­νία, αφή­νο­ντας τον κυνι­σμό να θριαμ­βεύ­ει στο φινά­λε, όπως και μετά την εξέ­γερ­ση του 68. Παί­ζουν οι Μιρέιγ Νταρκ, Ζαν Γιαν, Ζαν Πιέρ Καλ­φόν, Ζαν Πιέρ Λεό κ.ά.

Ο Δρά­κος. Φημι­σμέ­νη ται­νία, που γύρι­σε ο Νίκος Κούν­δου­ρος το 1956, σε σενά­ριο Ιάκω­βου Καμπα­νέ­λη, μου­σι­κή Μάνου Χατζι­δά­κι και τον Ντί­νο Ηλιό­που­λο, σε μία ξεχω­ρι­στή στιγ­μή στην καριέ­ρα του, να δοκι­μά­ζει κάτι εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κό. Η ιστο­ρία λίγο πολύ γνω­στή, ένας ασή­μα­ντος ανθρω­πά­κος, την παρα­μο­νή της Πρω­το­χρο­νιάς, συνει­δη­το­ποιεί τρο­μο­κρα­τη­μέ­νος ότι μοιά­ζει με έναν κακο­ποιό, τον «Δρά­κο», σύμ­φω­να με τις εφη­με­ρί­δες. Όταν θα βρει κατα­φύ­γιο σε ένα κατα­γώ­γιο, μια συμ­μο­ρία θα τον αντι­με­τω­πί­σει αρχι­κά με σεβα­σμό, λόγω της ομοιό­τη­τάς του με τον Δρά­κο. Με επιρ­ρο­ές από τον νεο­ρε­α­λι­σμό και το φιλμ νουάρ, ο Κούν­δου­ρος θα ανα­δεί­ξει τον κόσμο του περι­θω­ρί­ου, αλλά και τα αδιέ­ξο­δα της χει­μα­ζό­με­νης κοι­νω­νί­ας. Μια ται­νία που γνώ­ρι­σε πατα­γώ­δη απο­τυ­χία στην επο­χή της, χαρα­κτη­ρί­στη­κε «ανθελ­λη­νι­κή», ακό­μη και από την Αρι­στε­ρά, αλλά δικαιώ­θη­κε στη συνέ­χεια, αν και υπήρ­ξαν κάποιες υπερ­βο­λές υπε­ρε­κτί­μη­σης. Ο Ντί­νος Ηλιό­που­λος, αν και έξω από τα νερά του, είναι αξιο­θαύ­μα­στος, ενώ μια σει­ρά από καρα­τε­ρί­στες δίνουν τα ρέστα τους στους υπό­λοι­πους ρόλους.

Το Βλέμ­μα του Οδυσ­σέα. Από τις ωρι­μό­τε­ρες ται­νί­ες της δεύ­τε­ρης περιό­δου του Θόδω­ρου Αγγε­λό­που­λου, που κέρ­δι­σε το 1995 το Μεγά­λο Ειδι­κό Βρα­βείο στις Κάν­νες, κάτι που απο­γο­ή­τευ­σε τον σκη­νο­θέ­τη. Η ται­νία, που σημα­δεύ­τη­κε από τον ξαφ­νι­κό θάνα­το του Τζιαν Μαρία Βολο­ντέ στο περι­θώ­ριο των γυρι­σμά­των στη Φλώ­ρι­να, περι­γρά­φει την Οδύσ­σεια ενός Ελλη­νο­α­με­ρι­κα­νού σκη­νο­θέ­τη που ανα­ζη­τά σε όλα τα φλε­γό­με­να Βαλ­κά­νια κάποιες χαμέ­νες πομπί­νες των αδελ­φών Μανά­κη. Όμως η ολι­γό­λε­πτη εμφά­νι­ση του Θανά­ση Βέγ­γου και οι μετρη­μέ­νες κου­βέ­ντες προς τον πςρω­τα­γω­νι­στή Χάρ­βεϊ Καϊ­τέλ συνο­ψί­ζουν και το πνεύ­μα της ται­νί­ας: «Η Ελλά­δα πεθαί­νει. Πεθαί­νου­με σα λαός. Κάνα­με τον κύκλο μας, δεν ξέρω πόσες χιλιά­δες χρό­νια, ανά­με­σα σε σπα­σμέ­νες πέτρες και αγάλ­μα­τα. Και πεθαί­νου­με.… Αλλά αν είναι να πεθά­νει η Ελλά­δα, να πεθά­νει γρή­γο­ρα. Για­τί η αγω­νία κρα­τά­ει πολύ και κάνει πολύ θόρυ­βο…». Παί­ζουν ακό­μη οι Έρλαντ Γιό­ζεφ­σον, Γιώρ­γος Μιχα­λα­κό­που­λος, Ντό­ρα Βολα­νά­κη κ.ά.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο