Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Βραβεία Ένωσης Κριτικών Λονδίνου: The Zone Of Interest κορυφαία ταινία ‑Σάρωσε πάλι η Εμμα Στόουν για το Poor Things του Λάνθιμου

H ται­νία του Βρε­τα­νού Τζό­να­θαν Γκλέι­ζερ για το Ολο­καύ­τω­μα _”Ζώνη ενδιαφέροντος”(γνωστού για τα πετυ­χη­μέ­να Κάτω από το δέρ­μα _ 2013, Γέν­νη­ση _2004, Ερω­τι­κό κτή­νος _2000) ανα­κη­ρύ­χθη­κε ται­νία της Χρο­νιάς από την Ένω­ση Κρι­τι­κών Κινη­μα­το­γρά­φου του Λον­δί­νου (London Film Critics’ Circle) και ανα­φέ­ρε­ται στο πορ­τρέ­το μιας οικο­γέ­νειας του διοι­κη­τή του Άου­σβιτς Rudolf Höss και της γυναί­κας του Hedwig, που προ­σπα­θούν να χτί­σουν μια ονει­ρε­μέ­νη ζωή για την σε ένα σπί­τι και έναν κήπο δίπλα στο στρα­τό­πε­δο δίπλα στο κολα­στή­ριο. Ο Γκλέι­ζερ, ανα­δεί­χθη­κε καλύ­τε­ρος σκη­νο­θέ­της, ενώ η ται­νία είναι υπο­ψή­φια και για Όσκαρ.

Στην ται­νία πρω­τα­γω­νι­στεί ο Γερ­μα­νός ηθο­ποιός Κρί­στιαν Φρί­ντελ ως διοι­κη­τής του Άου­σβιτς, Ρού­ντολφ Χος, ενώ η Σάντρα Χού­λερ υπο­δύ­ε­ται τη σύζυ­γό του, η οποία απο­κα­λεί­ται ως η «βασί­λισ­σα του Άουσβιτς».

Η ται­νία ανα­γνω­ρί­στη­κε επί­σης για το μίξη της μου­σι­κής και του ήχου στην 44η τελε­τή απο­νο­μής των βραβείων

Τα υπό­λοι­πα κινη­μα­το­γρα­φι­κά βραβεία

  • Το συγκι­νη­τι­κό δρά­μα του Άντριου Χέιγκ «All Of Us Strangers» κέρ­δι­σε το βρα­βείο Attenborough Βρετανικής/Ιρλανδικής ται­νί­ας της χρο­νιάς, με τον πρω­τα­γω­νι­στή Άντριου Σκοτ να ανα­δει­κνύ­ε­ται ως ηθο­ποιός της χρο­νιάς και ο συμπρω­τα­γω­νι­στής του Πολ Μέσκαλ να ανα­κη­ρύσ­σε­ται Βρετανός/Ιρλανδός Ερμη­νευ­τής για το σύνο­λο του έργου του το 2023.
  • Η Έμα Στό­ουν πρό­σθε­σε ένα ακό­μη βρα­βείο στη συλ­λο­γή της για τον ρόλο της στην ται­νία Poor Things του Γιώρ­γου Λάν­θι­μου και η Ντα ‘Βάιν Τζόι Ράντολφ πήρε το Β’ Γυναι­κεί­ου Ρόλου για την ερμη­νεία της στο δρά­μα «The Holdovers».
  • Ο Τσαρλς Μέλ­τον κέρ­δι­σε το βρα­βείο Β’ Ανδρι­κού Ρόλου για την ερμη­νεία του στην ται­νία «May December».
  • Το σκη­νο­θε­τι­κό ντε­μπού­το της Σελίν Σονγκ, «Past Lives», για την επα­να­σύν­δε­ση παι­δι­κών φίλων, ανα­δεί­χθη­κε Ξενό­γλωσ­ση Ται­νία της Χρο­νιάς και το «The Boy And The Heron» του Χαγιάο Μιγια­ζά­κι απέ­σπα­σε το βρα­βείο Ται­νί­ας Κινου­μέ­νων Σχεδίων.
  • Το βρα­βείο Και­νο­το­μί­ας Ντέ­ρεκ Μάλ­κολμ απο­νε­μή­θη­κε στον πρω­τα­γω­νι­στή της ται­νί­ας «Rustin», Κόλ­μαν Ντο­μίν­γκο, ο οποί­ος διεκ­δι­κεί επί­σης το Όσκαρ Καλύ­τε­ρου Ηθο­ποιού για τον ρόλο του ως ο άνθρω­πος που βοή­θη­σε τον Μάρ­τιν Λού­θερ Κινγκ Τζ. και άλλους να οργα­νώ­σουν την Πορεία του 1963 στην Ουάσιγκτον.

🎥  ”Ζώνη ενδιαφέροντος”

Την ται­νία δεν την είδα­με _εκτός από 2- τρέι­λερ και δεν θα πού­με κάτι, αν δεν έχου­με ίδια άπο­ψη δεδο­μέ­νου πως πέρα­σαν από το Άου­σβιτς περισ­σό­τε­ροι από 1,3 εκα­τομ­μύ­ρια άνθρω­ποι, από τους οποί­ους του­λά­χι­στον 1,1 εκα­τομ­μύ­ρια εξο­ντώ­θη­καν. Σε μια δοκι­μα­σία της συλ­λο­γι­κής μνή­μης και μια ανα­μέ­τρη­ση της Ιστο­ρί­ας με εχθρούς και “φίλους”, που έχει να κάνει με τη μέρα που οι δυνά­μεις του Κόκ­κι­νου Στρα­τού, στην απε­λευ­θε­ρω­τι­κή τους προ­έ­λα­ση, μπή­καν στο στρα­τό­πε­δο, απο­κα­λύ­πτο­ντας μια από τις μεγα­λύ­τε­ρες φρι­κα­λε­ό­τη­τες του Β‘ Παγκό­σμιου Πολέ­μου: ένα εργο­στά­σιο παρα­γω­γής …θανά­του, σύμ­βο­λο και “ζωντα­νή” διδα­χή για τις επό­με­νες γενιές, για το μεί­ζον έγκλη­μα του φασι­σμού κατά της ανθρωπότητας.

Του φασι­σμού, που δεν είναι ούτε φυσι­κό φαι­νό­με­νο, ούτε, βεβαί­ως, γέν­νη­μα κάποιων “παρα­φρό­νων”, μια τέτοια εξή­γη­ση που θα βόλευε ιδιαι­τέ­ρως όσους επι­διώ­κουν την ανα­θε­ώ­ρη­ση της Ιστο­ρί­ας, για να συσκο­τί­σουν τις οικο­νο­μι­κές, κοι­νω­νι­κές και πολι­τι­κές γενε­σιουρ­γές αιτί­ες του.

Τιμή στη μνή­μη των θυμά­των του Άου­σβιτς και των άλλων ναζι­στι­κών στρα­το­πέ­δων συγκέ­ντρω­σης σημαί­νει, πριν απ’ όλα, να ανα­λο­γι­στού­με ότι όλοι οι παρά­γο­ντες που οδή­γη­σαν στο έγκλη­μα είναι εν δρά­σει και σήμερα.
Στην ίδια κατη­γο­ρία, της προ­σπά­θειας οικειο­ποί­η­σης της Ιστο­ρί­ας, ανή­κει και η επι­χεί­ρη­ση να απο­σιω­πη­θεί το γεγο­νός ότι μετα­ξύ των εκα­τομ­μυ­ρί­ων θυμά­των στα στρα­τό­πε­δα συγκέ­ντρω­σης ήταν, εκτός των Εβραί­ων, κομ­μου­νι­στές, αντι­φα­σί­στες, δημο­κρά­τες αγω­νι­στές. Αυτή η απο­σιώ­πη­ση συναρ­τά­ται με την επι­δί­ω­ξη να δια­γρα­φούν από την Ιστο­ρία η ανε­κτί­μη­τη συμ­βο­λή των κομ­μου­νι­στών στην πάλη κατά του φασι­σμού και ο καθο­ρι­στι­κός ρόλος της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης στη νίκη των λαών.

Στην επι­χεί­ρη­ση αυτή δια­κρί­νε­ται και η ηγε­σία του Ισρα­ήλ, που βαρύ­νε­ται με την ευθύ­νη για τη γενο­κτο­νία του παλαι­στι­νια­κού λαού, με μεθό­δους μάλι­στα που χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν κατά των Εβραί­ων στο Άου­σβιτς, στο Ντα­χά­ου, στο Μπέλ­σεν, στο Μαουτχάουζεν…

Τιμή στη μνή­μη των θυμά­των του Αου­σβιτς, όπως και όλων των θυμά­των του αντι­φα­σι­στι­κού αγώ­να, σημαί­νει, πριν απ’ όλα, αγώ­νας των λαών κατά των αιτιών και των δυνά­με­ων, που οδή­γη­σαν στη γέν­νη­ση του φασι­σμού και στην ανα­πα­ρα­γω­γή του στις σύγ­χρο­νες συν­θή­κες, έως την κατάρ­γη­σή τους.
Παρα­θέ­του­με λοι­πόν _ασχολίαστες 2 (θετι­κές) κρι­τι­κές της: του Χρή­στου Μήτση και του flix.gr

Το ένστι­κτο του θανά­του οδη­γεί τους ήρω­ες του Τζό­να­θαν Γκλέι­ζερ. Ο 48χρονος Λον­δρέ­ζος έχει υπο­γρά­ψει μόλις τέσ­σε­ρις ται­νί­ες σε 23 χρό­νια, ξεκι­νώ­ντας με την ανα­τρε­πτι­κή γκαν­γκ­στε­ρι­κή περι­πέ­τεια “Ερω­τι­κό Κτή­νος”. Ακο­λού­θη­σε το μετα­φυ­σι­κής αύρας ερω­τι­κό δρά­μα “Γέν­νη­ση” (2004) και η ανορ­θό­δο­ξη επι­στη­μο­νι­κή φαντα­σία “Κάτω Από το Δέρ­μα” (2013), ται­νί­ες που όλες τους φλερ­τά­ρουν με το θρί­λερ και δοκι­μά­ζουν τα στε­ρε­ό­τυ­πα κάθε κινη­μα­το­γρα­φι­κού είδους. Οι πρω­τα­γω­νι­στές τους είναι μονα­χι­κοί άνθρω­ποι (και εξω­γή­ι­νοι), οι οποί­οι έρχο­νται αντι­μέ­τω­ποι με το απρό­ο­πτο, συναρ­τώ­με­νο πάντα με μια απει­λη­τι­κή ενόρ­μη­ση θανά­του. Πόσο δια­φο­ρε­τι­κοί μπο­ρεί να είναι οι βασι­κοί χαρα­κτή­ρες της “Ζώνης Ενδιαφέροντος”;

Τον Μάιο του 1940, ο Ρού­ντολφ Ες (όχι ο συνο­νό­μα­τος, δια­βό­η­τος υπαρ­χη­γός του Χίτλερ, ο οποί­ος πέθα­νε στη φυλα­κή το 1987) διο­ρί­στη­κε διοι­κη­τής του Στρα­το­πέ­δου του Άου­σβιτς. Συνε­πής “επαγ­γελ­μα­τί­ας”, ήταν ο πρώ­τος που απο­φά­σι­σε να χρη­σι­μο­ποι­ή­σει το εντο­μο­κτό­νο αέριο Zyklon B για τη μαζι­κή εξό­ντω­ση κρα­του­μέ­νων, ως περισ­σό­τε­ρο απο­τε­λε­σμα­τι­κή και οικο­νο­μι­κή μέθο­δο. Τον Δεκέμ­βριο του 1943 ανέ­λα­βε επι­κε­φα­λής της κύριας οικο­νο­μι­κής και διοι­κη­τι­κής υπη­ρε­σί­ας των Ες Ες και το 1944 επέ­στρε­ψε στο Άου­σβιτς για να επι­σπεύ­σει την δια­δι­κα­σία της “τελι­κής λύσης”. Συνε­λή­φθη το 1946 από τους Βρε­τα­νούς και στη δίκη του, κατη­γο­ρού­με­νος για μαζι­κή δολο­φο­νία τρει­σή­μι­σι εκα­τομ­μυ­ρί­ων, απά­ντη­σε στω­ι­κά: “Όχι, ήταν μόνο δυό­μι­σι. Οι υπό­λοι­ποι πέθα­ναν από αρρώ­στιες και ασιτία”.

Ο Ες, με δια­φο­ρε­τι­κό όνο­μα, είναι ένας από τους τρεις αφη­γη­τές του προ­τε­λευ­ταί­ου μυθι­στο­ρή­μα­τος του Μάρ­τιν Έιμις (“The Rachel papers”, “Το βέλος του χρό­νου”, “Η πλη­ρο­φο­ρία”) “Η ζώνη ενδια­φέ­ρο­ντος”. Μαζί με τον Γκλέι­ζερ, ο Βρε­τα­νός συγ­γρα­φέ­ας προ­χω­ρά σε μια εντε­λώς ελεύ­θε­ρη γερ­μα­νό­φω­νη σενα­ρια­κή προ­σαρ­μο­γή του, μιας και το βιβλίο εστιά­ζει σε μια μυθο­πλα­στι­κή ερω­τι­κή ιστο­ρία. Η ται­νία, από την άλλη, εξι­στο­ρεί την ειδυλ­λια­κή καθη­με­ρι­νό­τη­τα της επτα­με­λούς οικο­γέ­νειας του διοι­κη­τή, ο οποί­ος μαζί με τη σύζυ­γό του Χέντ­γουιγκ έχουν στή­σει τον ολάν­θι­στο, τακτο­ποι­η­μέ­νο και αδια­τά­ρα­κτο επί της γης παρά­δει­σό τους –ένα ευρύ­χω­ρο σπί­τι με πανέ­μορ­φο κήπο– ακρι­βώς δίπλα από την περί­φρα­ξη του στρα­το­πέ­δου συγκέ­ντρω­σης. Παι­χνί­δια με τα παι­διά, λίγη κηπου­ρι­κή, μια βαρ­κά­δα στη διπλα­νή λίμνη, συνα­ντή­σεις με επι­χει­ρη­μα­τί­ες και μηχα­νι­κούς, γιορ­τι­νά γεύ­μα­τα, η βρα­δι­νή ανά­γνω­ση ενός παι­δι­κού παρα­μυ­θιού, μηνύ­μα­τα στον τηλέ­γρα­φο. Η αναγ­γε­λία της μετά­θε­σής του στο Βερο­λί­νο, όμως, θα αρχί­σει να περι­πλέ­κει τις σχέ­σεις του Ρού­ντολφ με υψη­λά ιστά­με­νους ναζί, αλλά και με τη Χέντγουιγκ.

Καλύ­πτο­ντας για λογα­ρια­σμό του περιο­δι­κού “New Yorker” τη δίκη του Άντολφ Άιχ­μαν στο Ισρα­ήλ, η Γερ­μα­νο­ε­βραία φιλό­σο­φος Χάνα Άρεντ σόκα­ρε τους πάντες (από τους κομ­μου­νι­στές και τους φιλε­λεύ­θε­ρους ως τους συμπα­τριώ­τες της), παρου­σιά­ζο­ντας τον δια­βό­η­το εγκλη­μα­τία όχι σαν γρα­φι­κό κτή­νος, αλλά σαν έναν “απλό γρα­φειο­κρά­τη, ανί­κα­νο να σκε­φτεί”. Μιλώ­ντας για την “κοι­νο­το­πία του κακού”, ανέ­λυ­σε καί­ρια τη ναζι­στι­κή κοσμο­θε­ω­ρία, ακτι­νο­γρα­φώ­ντας την πολι­τι­κά, ιστο­ρι­κά και ταξι­κά, απο­φεύ­γο­ντας κάθε εύπε­πτη ανα­φο­ρά σε εθνι­κές ιδιαι­τε­ρό­τη­τες και ψυχο­πα­θο­λο­γι­κές παρεκ­κλί­σεις. Το ίδιο ακρι­βώς επι­χει­ρεί και ο Γκλέι­ζερ με αξιο­θαύ­μα­στη σκη­νο­θε­τι­κή ακρί­βεια, υπο­δειγ­μα­τι­κό αφη­γη­μα­τι­κό τέμπο και χωρίς την παρα­μι­κρή διδα­κτι­κή παρα­σπον­δία ή την υπο­ψία επί­κλη­σης στα ανθρω­πι­στι­κά αισθή­μα­τα του θεα­τή. Η κάμε­ρά του δεν περ­νά­ει ποτέ από την εσω­τε­ρι­κή πλευ­ρά του συρ­μα­το­πλέγ­μα­τος, επι­μέ­νο­ντας σε ακί­νη­τα, αυστη­ρά μεσαία και μακρι­νά πλά­να. Έτσι, απο­τρο­πια­σμός, γαλή­νη, γενο­κτο­νία και γλυ­κιά ζωή αγκα­λιά­ζο­νται με έναν απο­στα­σιο­ποι­η­μέ­νο κινη­μα­το­γρα­φι­κά τρό­πο, που ανα­δει­κνύ­ει τον πυρή­να του ιστο­ρι­κού κακού στην προ­σω­πι­κή “ζώνη ενδια­φέ­ρο­ντος” του καθε­νός, η οποία μας απορ­ρο­φά και μας απο­κό­πτει –με ολέ­θρια απο­τε­λέ­σμα­τα– από τη μνή­μη, την ενσυ­ναί­σθη­ση, την κοι­νω­νι­κή ευθύνη.

Ο Γκλέι­ζερ δου­λεύ­ει ιδιο­φυώς και αντι­στι­κτι­κά. Από τη μια μεριά μάς υπνω­τί­ζει με γεω­με­τρι­κά, πανέ­μορ­φα πλά­να απο­στει­ρω­μέ­νης ευτυ­χί­ας και από την άλλη μας ανη­συ­χεί διαρ­κώς με έναν εφιαλ­τι­κό ηχη­τι­κό σχε­δια­σμό βγαλ­μέ­νο από μια δαντι­κή κόλα­ση (το σκορ της Μίκα Λέβι, οι μηχα­νι­κοί ήχοι πίσω από τον τοί­χο, οι ανα­κοι­νώ­σεις των μεγα­φώ­νων). Στα­δια­κά και αμε­τά­κλη­τα, αυτό το ηλιό­λου­στο οικο­γε­νεια­κό πορ­τρέ­το μετα­τρέ­πε­ται σε ένα πολαν­σκι­κό θρί­λερ χωρίς την παρα­μι­κρή ορα­τή απει­λή και ένα συγκλο­νι­στι­κό fast forward – μοντα­ζια­κό επί­τευγ­μα δίνει την τελι­κή, ευρύ­τα­τη διά­στα­ση στην έννοια της “ζώνης του ενδια­φέ­ρο­ντος”, η οποία αφο­ρά ολό­κλη­ρη τη σύγ­χρο­νη δυτι­κή κοι­νω­νία. Κάθε ιστο­ρι­κό γεγο­νός, από το ηρω­ι­κό­τε­ρο ως το αδια­νό­η­τα απο­τρό­παιο, έχει μετα­τρα­πεί πλέ­ον σε μαζι­κό θέα­μα. Ένα φινά­λε-σοκ που ολο­κλη­ρώ­νει αρι­στουρ­γη­μα­τι­κά αυτή την συντα­ρα­κτι­κή δια­δρο­μή ως την καρ­διά του σκο­τα­διού, η οποία απέ­σπα­σε το Μεγά­λο Βρα­βείο, αλλά και εκεί­νο των κρι­τι­κών στο πρό­σφα­το Φεστι­βάλ Καννών.

Ζώνη Ενδια­φε­ρό­ντος _The Zone of Interest του Τζό­να­θαν Γκλέιζερ
Η «κοι­νο­το­πία του Κακού» σε μορ­φή οικο­γε­νεια­κού δρά­μα­τος, ή ο άνθρω­πος της διπλα­νής πόρ­τας, όταν αυτός είναι ο Ρού­ντολφ Ες. Η πιο δυνα­τή ται­νία της χρονιάς.

Το πρώ­το πράγ­μα που σε καλύ­πτει μ’ ένα στρώ­μα ψύχους είναι η φωτο­γρα­φία του «The Zone of Interest», της πρώ­της δου­λειάς που παρου­σιά­ζει ο Βρε­τα­νός Τζό­να­θαν Γκλέι­ζερ μετά το «Κάτω από το Δέρ­μα» του 2014. Τόσο καθα­ρή ώστε να δια­γρά­φε­ται κάθε λεπτο­μέ­ρεια της πλού­σιας, κατα­πρά­σι­νης φύσης, του ολό­λευ­κου δέρ­μα­τος, του γυα­λι­στε­ρού μαύ­ρου σκύ­λου, των καλο­σι­δε­ρω­μέ­νων ρού­χων. Τόσο απο­στει­ρω­μέ­νη ώστε, χωρίς αιτιο­λο­γία, να σε σπρώ­χνει μακριά. Η περί­στα­ση μοιά­ζει ειδυλ­λια­κή — το ένστι­κτο σε έχει ήδη βυθί­σει στον εφιάλτη.

Αυτή είναι η ιστο­ρία, χαλα­ρά βασι­σμέ­νη στο ομό­τι­τλο μυθι­στό­ρη­μα του Μάρ­τιν Εϊμις του 2014, της καθη­με­ρι­νό­τη­τας του Ρού­ντολφ Ες και της οικο­γέ­νειάς του, όσο έζη­σαν στο κομ­ψό σπι­τά­κι με τον κήπο, δίπλα στο ποτά­μι, αντι­κρι­στά στον τοί­χο του Άου­σβιτς. Γύρω από το στρα­τό­πε­δο, η «ζώνη ενδια­φέ­ρο­ντος». Μέσα στο σπί­τι, μια μπα­να­λι­τέ που παρα­λύ­ει τις αισθή­σεις. Τρό­μος, ησυ­χία και χαμόγελο.

Ο Ρού­ντολφ Ες, ο Διοι­κη­τής του Άου­σβιτς, είναι ένας ήρε­μος άντρας, σύζυ­γος με κατα­νό­η­ση — ακό­μα κι όταν η γυναί­κα του, Χέντ­βιγκ (η ήδη πολυ­βρα­βευ­μέ­νη για το ρόλο της, Σάντρα Ούλερ), στα πρό­θυ­ρα της νεό­πλου­της υστε­ρί­ας), προ­βάλ­λει αντι­στά­σεις για την επι­κεί­με­νη μετά­θε­σή του: εκεί­νη δεν θέλει να μετα­κο­μί­σουν, θέλει να μεί­νουν εδώ, είναι ιδα­νι­κός τόπος για να μεγα­λώ­σουν τα παι­διά τους, δίπλα στη φύση, με την απλό­τη­τα της βου­κο­λι­κής ζωής. Η ζωή στο σπί­τι κυλά με τις ανα­με­νό­με­νες μετα­πτώ­σεις, εντο­λές στις υπη­ρέ­τριες (απο­στε­ω­μέ­νες, βωβές κοπέ­λες, τυχε­ρές που κάθε τόσο η κυρία τούς μοι­ρά­ζει ρού­χα κι εσώ­ρου­χα που βρή­κε… πού;), «εργά­τες» με ριγέ στο­λές που φέρ­νουν «λίπα­σμα» για τον κήπο, ευχά­ρι­στο απο­γευ­μα­τι­νό τσάι με άλλες κυρί­ες αξιω­μα­τι­κών και χαρι­τω­μέ­να κου­τσο­μπο­λιά, ή σχό­λια για μόδες, σαν το όμορ­φο φορε­μα­τά­κι που η μία πήρε από εκεί­νη την Εβραιο­πού­λα. Ανε­με­λιά για τα παι­διά που απο­λαμ­βά­νουν το μπά­νιο τα Σαβ­βα­το­κύ­ρια­κα, ή παί­ζουν στα κρε­βά­τια τους — με οδο­ντι­κές γέφυ­ρες που φυλούν σ’ ένα κου­τά­κι. Εντά­σεις με την πεθε­ρά, τη μητέ­ρα της Χέντ­βιγκ, τη μόνη που αφή­νει να δια­φα­νεί μια απο­ρία για το ανθυ­γιει­νό περι­βάλ­λον. Και στο φόντο το φου­γά­ρο που φτύ­νει μαύ­ρο καπνό και δυσο­σμία που νομί­ζεις ότι αισθάνεσαι.

Σε κάθε κάδρο, στιγ­μές οικο­γε­νεια­κής ρου­τί­νας, στιγ­μές παρά­νοιας. Οι δυο στρα­τιώ­τες με τα πολυ­βό­λα που δια­σχί­ζουν το πάνω μέρος του κάδρου, σχε­δόν απα­ρα­τή­ρη­τοι. Εξω από τον παρα­δει­σέ­νιο κήπο με τα πολύ­χρω­μα λου­λού­δια που μυρί­ζει το αφρά­το μωρό, ο χαρα­κτη­ρι­στι­κός πυρ­γί­σκος του Άου­σβιτς. Ο ήχος, ο δεύ­τε­ρος παρά­γο­ντας που παγώ­νει τις αισθή­σεις, ήχος που έρχε­ται από πολύ κοντά, χωρίς να φαί­νε­ται η πηγή του: πάνω από τους δια­λό­γους, τα γέλια ή τους τσα­κω­μούς, παραγ­γέλ­μα­τα που ουρ­λιά­ζο­νται, πυρο­βο­λι­σμοί, κραυ­γές πόνου. Στιγ­μές εικα­στι­κών δια­λειμ­μά­των, όπως δυο ολό­κλη­ρες σεκάνς σε αρνη­τι­κό, απο­μο­νω­μέ­νες, παράλ­λη­λες δρά­σεις, με το δικό τους αντι­θε­τι­κό νόημα.

Ο Τζό­να­θαν Γκλέι­ζερ είναι ένας ψυχρός σκη­νο­θέ­της, σαν τον Χάνε­κε που περι­βάλ­λει με ανέκ­φρα­στη κομ­ψό­τη­τα τη βία των ιστο­ριών του. Ψυχρά κοι­τά­ζει κι αυτό το σύμπαν, τον Ρού­ντολφ Ες που προ­βλη­μα­τί­ζε­ται με τη δου­λειά του, εάν ο φούρ­νος κυκλι­κής καύ­σης είναι, τελι­κά, πιο απο­τε­λε­σμα­τι­κός για την απο­τέ­φρω­ση των «φορ­τί­ων», ή που ξεπλέ­νει καλά το μόριό του μετά από μια ερω­τι­κή ατα­σθα­λία στο γρα­φείο του. Δεί­χνει, χωρίς να υπο­δει­κνύ­ει. Άλλω­στε, δεν έχει νόη­μα να υπο­δεί­ξει κάτι.
Τα εγκλή­μα­τα τα έχει κατα­γρά­ψει η Ιστο­ρία, για την κοι­νο­το­πία του Κακού έχει γρά­ψει η Χάνα Αρεντ, εάν είσαι αρνη­τής του Ολο­καυ­τώ­μα­τος ή φασί­στας, δεν θα σ’ επα­να­φέ­ρει στη λογι­κή μία ται­νία. Δεν χρειά­ζε­ται συναι­σθη­μα­τι­κή νοη­μο­σύ­νη για να κρί­νεις. Χρειά­ζο­νται ακρι­βώς αυτά που προ­σφέ­ρει: μια προ­σέγ­γι­ση ταυ­τό­χρο­να εγκε­φα­λι­κή και πραγ­μα­τι­στι­κή, μια ομορ­φιά κομ­μέ­νη και ραμ­μέ­νη με χάρα­κα, με αυστη­ρές γραμ­μές και παρα­δο­σια­κές αξί­ες. Με ενέ­σεις παρα­μυ­θιού, όταν αυτό είναι το «Χάν­σελ και Γκρέ­τελ», το πιο γκρο­τέσκ, πιο αιμα­το­βα­μέ­νο απ’ όλα τα παρα­μύ­θια της φρίκης.

Αν κάτι περισ­σεύ­ει, ίσως είναι η «επί­σκε­ψη» της κάμε­ρας, στο φινά­λε (όχι, κανέ­να σπόι­λερ), στο πραγ­μα­τι­κό Άου­σβιτς του σήμε­ρα, στο μου­σείο (παρό­τι κι εδώ με μια προ­σέγ­γι­ση καθη­με­ρι­νό­τη­τας, με το συνερ­γείο καθα­ρι­σμού να σκου­πί­ζει τα δάπε­δα και να γυα­λί­ζει τις βιτρί­νες με τ’ απο­μει­νά­ρια του θανά­του). Τα νοή­μα­τα έχουν τεθεί, δεν χρειά­ζε­ται παρα­πά­νω επε­ξή­γη­ση. Μόνο μια υπεν­θύ­μι­ση, του Τζό­να­θαν Γκλέι­ζερ, ανά­με­σα στις γραμ­μές και στις σκη­νές, ότι το Κακό ζει μέσα στην πεζό­τη­τα, ότι τα πρό­σω­πα εξου­σί­ας του δικού μας κόσμου χρειά­ζο­νται εξο­νυ­χι­στι­κή παρα­τή­ρη­ση για­τί κι εκεί­να μπο­ρεί να το κρύ­βουν μέσα στις κλι­σέ φρά­σεις τους, τις ανα­με­νό­με­νες εμφα­νί­σεις τους, τη δική τους ρου­τί­να. Λίγες φορές βλέ­πεις στο σινε­μά μια απο­θέ­ω­ση της μπα­να­λι­τέ τόσο έντε­χνη, σπά­νια μια ται­νία που σε ανα­στα­τώ­νει χωρίς να προ­σπα­θεί να το προ­κα­λέ­σει. Για­τί τίπο­τε στην ται­νία του Γκλέι­ζερ δεν είναι κοι­νό­το­πο και όλα είναι, με τον πιο σαδι­στι­κό τρόπο.

Η.Π.Α., Ηνω­μέ­νο Βασί­λειο, Πολω­νία, 2023

  • Παρα­γω­γή: Τζέιμς Γουίλ­σον, Εβα Πουζίνσκα
  • Σκη­νο­θε­σία: Τζό­να­θαν Γκλέιζερ
  • Σενά­ριο: Τζό­να­θαν Γκλέιζερ
  • Φωτο­γρα­φία: Λού­κας Ζαλ
  • Μοντάζ: Πολ Γουάτς
  • Μου­σι­κή: Μίκα Λέβι
  • Πρω­τα­γω­νι­στούν: Κρί­στιαν Φρί­ντελ, Σάντρα Ούλερ, Ραλφ Χέρ­φορθ, Γιό­χαν Καρτχάους
  • Διάρ­κεια: 105 λεπτά
  • Δια­νο­μή: Spentzos Film

 

 

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο