Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δεν δουλώνω, δεν υπογράφω!

🔻 Αναφορά στην πάλη που έδιναν οι δεσμώτες σε φυλακές και εξορίες ενάντια στις δηλώσεις μετανοίας 🔻🔻

Γυά­ρος το «μαρ­τύ­ριο της συκιάς»

Το «δεν δου­λώ­νω, δεν υπο­γρά­φω» είναι σήμα «κατα­τε­θέν» του ΚΚΕ, όχι μόνο στις σκο­τει­νές περιό­δους, αλλά και σε μέρες σαν τις σημε­ρι­νές, της «δημο­κρα­τί­ας».
Την ώρα που το ΚΚΕ ανοι­χτά, καθα­ρά δια­κη­ρύσ­σει με το Πρό­γραμ­μά του ότι για την εργα­τι­κή τάξη της χώρας και τα σύμ­μα­χα μ’ αυτήν στρώ­μα­τα είναι μονό­δρο­μος η πάλη για την ανα­τρο­πή των καπι­τα­λι­στι­κών σχέ­σε­ων ιδιο­κτη­σί­ας — παρα­γω­γής και η επα­να­στα­τι­κή αντι­κα­τά­στα­ση του σημε­ρι­νού σάπιου συστή­μα­τος από ένα ιστο­ρι­κά ανώ­τε­ρο, τον σοσια­λι­σμό — κομ­μου­νι­σμό, η αστι­κή τάξη συχνά πυκνά επα­να­φέ­ρει θέμα ως προς το αν είναι νομι­μό­φρο­νη αυτή η δρά­ση του ΚΚΕ για την εφαρ­μο­γή του Προ­γράμ­μα­τός του.

Η απά­ντη­ση έχει δοθεί ξανά και ξανά με το «δεν δου­λώ­νω, δεν υπο­γρά­φω», το οποίο είναι η δήλω­ση χιλιά­δων και χιλιά­δων αγω­νι­στών, που στην υπε­ρε­κα­το­ντά­χρο­νη 💯  Ιστο­ρία του ΚΚΕ κρά­τη­σαν ψηλά με αξιο­πρέ­πεια τη σημαία του επα­να­στα­τι­κού εργα­τι­κού κινήματος.

🔻🔻

Από τα πρώ­τα χρό­νια ύπαρ­ξης του ΚΚΕ, το αστι­κό κρά­τος με μια σει­ρά κατα­σταλ­τι­κά εργα­λεία δίω­ξε, φυλά­κι­σε, εξό­ρι­σε ακό­μα και δολο­φό­νη­σε αγω­νι­στές. Το θεσμι­κό πλαί­σιο των διώ­ξε­ων συστη­μα­το­ποι­ή­θη­κε με τον νόμο για το λεγό­με­νο «Ιδιώ­νυ­μο αδί­κη­μα», που ψηφί­στη­κε από την κυβέρ­νη­ση Βενι­ζέ­λου το 1929. «Ιδιώ­νυ­μο αδί­κη­μα» δεν θεω­ρού­νταν άλλο από τη διά­δο­ση των ανα­τρε­πτι­κών, των κομ­μου­νι­στι­κών ιδεών.

Γι’ αυτήν την περί­ο­δο, δια­βά­ζου­με ένα από τα πολ­λά ηρω­ι­κά παρα­δείγ­μα­τα ανυ­πο­χώ­ρη­της στά­σης των κομ­μου­νι­στών και κομ­μου­νι­στριών πολι­τι­κών κρα­του­μέ­νων: Της κομ­μου­νί­στριας Μαρού­λας Παπα­γε­ωρ­γί­ου.
Ο «Ριζο­σπά­στης» δημο­σί­ευ­σε τη φωτο­γρα­φία της με τον τίτλο ΠΑΡΤΕ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ!

Στη λεζά­ντα έγρα­ψε: «Αυτή είνε η γρηά επα­να­στά­τρια συντρό­φισ­σα Μαρού­λα Παπα­γε­ωρ­γί­ου από το Αγρί­νι, 78 χρο­νών, φυλα­κι­σμέ­νη στις φυλα­κές Αβέ­ρωφ (…) Είνε κατα­δι­κα­σμέ­νη από το Πλημ­με­λειο­δι­κείο Μεσο­λογ­γί­ου σε 6 μήνες φυλα­κή και 2 χρό­νια εξο­ρία για παρά­βα­ση του Ιδιώ­νυ­μου. Στη φυλα­κή έχουν πια­στεί τα πόδια της. Κι όμως, όταν την επι­σκέ­φτη­κε τελευ­ταία ο υπουρ­γός της Δικαιο­σύ­νης και της ζήτη­σε να υπο­γρά­ψει δήλω­ση “μετα­νοί­ας”, για να απο­φυ­λα­κι­στεί, κού­νη­σε αρνη­τι­κά το χέρι και περή­φα­να δήλω­σε πως δεν γίνε­ται προ­δό­της της τάξης της, δίνο­ντας ένα πρώ­της τάξε­ως μάθη­μα σε μερι­κούς δει­λούς και λιπό­ψυ­χους. Ας πάρου­με παρά­δειγ­μα από την ηρω­ι­κή χει­ρο­νο­μία της γρηάς επα­να­στά­τριας. Ας απαι­τή­σου­με την άμε­ση απε­λευ­θέ­ρω­σή της!»
Δοκίμιο Ιστο­ρί­ας του ΚΚΕ» τόμος Α2, σελ. 371, Γιώρ­γης Πικρός, «Οι ρίζες του λαϊ­κού μας κινή­μα­τος 1912–1936», τόμ. 6, εκδ. «Καρα­νά­ση», Αθή­να, 1980, σελ. 21).

ΣΥΛ. ΠΟΛ. ΕΞΟΡΙΣΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ — Γυναί­κες εξό­ρι­στες στο Τρίκερι

Λίγα χρό­νια αργό­τε­ρα, στη μετα­ξι­κή δικτα­το­ρία το «Ιδιώ­νυ­μο» απο­τέ­λε­σε τη νομι­κή βάση στην οποία στη­ρί­χθη­καν και διά­φο­ροι αντι­κομ­μου­νι­στι­κοί νόμοι της περιό­δου, όπως ο Ανα­γκα­στι­κός Νόμος 375 του 1936 (νόμος που εσκεμ­μέ­να ενο­χο­ποιού­σε τους κομ­μου­νι­στές ως κατα­σκό­πους), η εφαρ­μο­γή του πιστο­ποι­η­τι­κού κοι­νω­νι­κών φρο­νη­μά­των, οι απο­λύ­σεις από το Δημό­σιο για λόγους φρο­νη­μά­των. Οι εγκλη­μα­τι­κοί σκο­ποί της δικτα­το­ρί­ας εφαρ­μό­στη­καν άμε­σα, με κήρυ­ξη του ΚΚΕ εκτός νόμου, με την ωμή τρο­μο­κρα­τία, με δολο­φο­νί­ες και άγριους βασανισμούς.

Το παρα­κά­τω κεί­με­νο δημο­σιεύ­τη­κε στον «Ριζο­σπά­στη» στις 30 Απρί­λη του 1978. Είναι γραμ­μέ­νο από την κομ­μου­νί­στρια Λιλί­κα Γεωρ­γί­ου (δεν βρί­σκε­ται πια ανά­με­σά μας), που πέρα­σε και η ίδια από τις Φυλα­κές Αβέ­ρωφ. Ανα­φέ­ρε­ται στη λει­τουρ­γία τους στα χρό­νια της δικτα­το­ρί­ας του Μετα­ξά, την περί­ο­δο που στα κελιά τους βρέ­θη­κε και η Ηλέ­κτρα Αποστόλου.

«Πλη­σί­α­ζαν οι γιορ­τές του Πάσχα. Από την εκκλη­σία της φυλα­κής ακού­γο­νταν ψαλ­μω­δί­ες και τρο­πά­ρια. Οι κοι­νές κρα­τού­με­νες ζητού­σαν την άφε­ση των αμαρ­τιών τους. Οι κομ­μου­νί­στριες, έτσι είχε καθιε­ρω­θεί από παλιό­τε­ρα, δεν πήγαι­ναν στην εκκλη­σία. Τις ώρες αυτές που ήταν ελεύ­θε­ρες από άλλο πρό­γραμ­μα της φυλα­κής, τρέ­χαν κι έπια­ναν δυο από­με­ρους πάγκους στην τρα­πε­ζα­ρία κι εκεί σαν ένα μελίσ­σι στην κυψέ­λη του άρχι­ζαν οι πιο ποι­κί­λες απα­σχο­λή­σεις. Αυτές ήταν οι ωραιό­τε­ρες ώρες της ομά­δας. Οι αναλ­φά­βη­τες εργά­τριες μάθαι­ναν γράμ­μα­τα. Εκεί­νες που ήθε­λαν μάθαι­ναν ή μελε­τού­σαν πιο πέρα γαλ­λι­κά ή γερμανικά.
Γίνο­νταν και πολι­τι­κά μαθή­μα­τα, που είχε ανα­λά­βει υπεύ­θυ­να η ψυχή της ομά­δας, η αξέ­χα­στη Ηλέ­κτρα. Η συντρό­φισ­σα Ηλέ­κτρα είχε πολι­τι­κή προ­παί­δευ­ση και μνή­μη κατα­πλη­κτι­κή. Οι πιο γόνι­μες ώρες ήταν αυτές, για­τί το πολι­τι­κό μάθη­μα αγκά­λια­ζε όλες τις κοπέ­λες της ομά­δας. Μα όλη ετού­τη η δου­λιά γινό­ταν προ­φυ­λα­κτι­κά και πίσω από τα μάτια της διεύ­θυν­σης. Τού­τη εδώ όμως κατα­λά­βαι­νε πως τις ώρες αυτές δενό­τα­νε τ’ ατσά­λι. Τ’ ανθρώ­πι­νο ατσά­λι που θα χτυ­πού­σε τον εχτρό του λαού, το φασισμό.
Η ομα­δού­λα τού­τη η μικρή ήταν καρ­φί στο μάτι της διεύ­θυν­σης που πάσχι­ζε να τη δια­λύ­σει. Ωστό­σο, ίσα­με τού­τη την άνοι­ξη, της δεύ­τε­ρης χρο­νιάς, δεν είχε κατα­φέ­ρει ν’ απο­σπά­σει ούτε μια δήλω­ση μετα­νοί­ας. Μια ανοι­ξιά­τι­κη, λοι­πόν, Δευ­τέ­ρα, πρωί πρωί, ορμά­νε καμιά δεκα­ριά γυναί­κες φύλα­κες με την αρχι­φύ­λα­κα επι­κε­φα­λής, εκεί­νη τη φαρ­μα­κε­ρή ψυχή, στην πτέ­ρυ­γα που ήταν οι κομ­μου­νί­στριες. Τα πρώ­τα κελ­λιά δέχο­νταν τη μανία τους. Πετά­νε κου­βέρ­τες, στρω­σί­δια, σεντό­νια, ρού­χα κατα­γής κι αρχί­ζουν μια λεπτο­με­ρεια­κή έρευ­να. Ολα τα κάνουν άνω — κάτω. Μια και δυο αρπά­ζουν και τα τρί­πο­δα που χρη­σί­μευαν για κρε­βά­τια και τα βγά­ζουν στο διά­δρο­μο. Η δια­τα­γή δόθη­κε λακω­νι­κά στις φύλα­κες από την αρχιφύλακα:
Είκο­σι μέρες απο­μό­νω­ση, ύπνο κατα­γής με “άνο­ψο δίαι­τα”. Τι ήταν πάλι ετού­το; Δόθη­καν σε λίγο εξη­γή­σεις. “Ανο­ψος δίαι­τα” σήμαι­νε κάθε τρί­τη μέρα φαγη­τό. Την πρώ­τη και τη δεύ­τε­ρη μέρα μόνο ένα ξερο­κόμ­μα­το σκέ­το και νερό. Τού­τη η “ειδι­κή” δίαι­τα έρρι­ξε πολ­λές κοπέ­λες κάτω. Η απο­μό­νω­ση πρό­βλε­πε και κόψι­μο του επι­σκε­πτη­ρί­ου. Μανά­δες, αδερ­φές κι αδέρ­φια έρχο­νταν δυο φορές τη βδο­μά­δα να ιδούν τους ανθρώ­πους τους, μα γύρι­ζαν άπρα­κτοι στα σπί­τια τους. Ζητού­σαν να μάθουν για­τί τιμώ­ρη­σαν τις κοπέ­λες. Η διεύ­θυν­ση όμως σώπαι­νε. Τι λόγο είχαν αλή­θεια και τις έκλει­σαν για είκο­σι μέρες στ’ ανή­λια­γα και υγρά κελ­λιά; Ενας και μονα­δι­κός ήταν ο λόγος. Να λυγί­σουν τις κοπέ­λες για ν’ απο­σπά­σουν δηλώ­σεις μετα­νοί­ας. Δυο ολό­κλη­ρα χρό­νια δεν είχαν κατα­φέ­ρει να πάρουν ούτε μια δήλωση.
Το εικο­σα­ή­με­ρο πέρα­σε. Οι κοπέ­λες είχαν χάσει κάμπο­σα κιλά με τού­τη την εξο­ντω­τι­κή δίαι­τα. Οι σκο­ποί ωστό­σο της διεύ­θυν­σης από­τυ­χαν.
Κα
μιά δήλω­ση μετα­νοί­ας και υπο­τα­γής στο φασι­σμό δεν πήραν από τις 15 αγω­νί­στριες των Φυλα­κών Αβέ­ρωφ».

Ν.ΜΑΡΓΑΡΗΣ Μακρό­νη­σος. Συγκέ­ντρω­ση ορθοστασίας

Δεν αποκήρυξαν

Ξεχω­ρι­στή περί­ο­δος της πάλης ενά­ντια στις δηλώ­σεις μετα­νοί­ας είναι αυτή της Κατο­χής. Η δικτα­το­ρία του Μετα­ξά παρέ­δω­σε τους πολι­τι­κούς κρα­τού­με­νους στους ναζί κι αυτοί με τη σει­ρά τους όρι­σαν ανθρω­πο­φύ­λα­κες τους χωρο­φύ­λα­κες, οι οποί­οι παλιά τους τέχνη κόσκι­νο συνέ­χι­σαν την προ­σπά­θεια να σπά­σουν τους κομ­μου­νι­στές. Εχει περά­σει στην Ιστο­ρία η ηρω­ι­κή μάχη που έδω­σαν στον Αη Στρά­τη οι εξό­ρι­στοι. Είναι η μάχη με την πεί­να. Στο πλευ­ρό της χωρο­φυ­λα­κής και οι παπά­δες του νησιού. Οι κρα­τού­με­νοι υπο­βλή­θη­καν σε σκό­πι­μη ασι­τία με σκο­πό να υπο­γρά­ψουν δηλώ­σεις απο­κή­ρυ­ξης του κομ­μου­νι­σμού, πέθα­ναν 38 μα δεν αποκήρυξαν.

Ξυλο­γρα­φία του Γ. Φαρ­σα­κί­δη. Μακρό­νη­σος «Φάλαγ­γα» στην κορυ­φή

Το αρτο­ποιείο της Ομά­δας Συμ­βί­ω­σης στον Αη Στράτη

Στα 13.445 φύλ­λα «Ριζο­σπά­στη» που κυκλο­φό­ρη­σαν από την μετα­πο­λί­τευ­ση του 1974, δηλα­δή από τότε που το ΚΚΕ — μετά από 27 χρό­νια στην παρα­νο­μία — κυκλο­φό­ρη­σε ξανά στη νομι­μό­τη­τα την εφη­με­ρί­δα του, και στη στή­λη «Μνή­μες αγω­νι­στών», είναι δύσκο­λο να βρει ο ανα­γνώ­στης έστω και μια μνή­μη που να αφο­ρά σε κεί­νες τις περιό­δους, που να μην ανα­φέ­ρε­ται η φρά­ση «δεν έκα­νε δήλω­ση». Σ’ αυτές τις τρεις λεξού­λες κρύ­βε­ται ένα τερά­στιο μέρος της προ­σω­πο­ποι­η­μέ­νης Ιστο­ρί­ας του επα­να­στα­τι­κού κινή­μα­τος της χώρας μας.

Δια­βά­ζου­με, τυχαία, μία από τις σύντο­μες «Μνή­μες»:

«Το 1941 έγι­νε μέλος του ΚΚΕ και μέσα από τις γραμ­μές του συμ­με­τεί­χε δρα­στή­ρια στη δια­μόρ­φω­ση της ΕΑΜι­κής Αντί­στα­σης κατά της τρι­πλής Κατο­χής. Το 1944 συνε­λή­φθη σε μπλό­κο, βασα­νί­στη­κε στην Ασφά­λεια και κατα­δι­κά­στη­κε από στρα­το­δι­κείο σε είκο­σι χρό­νια φυλα­κή. Στη δίκη αρνή­θη­κε την πρό­τα­ση του προ­έ­δρου να κάνει δήλω­ση μετα­νοί­ας και φυλα­κί­στη­κε στις φυλα­κές Χατζη­κώ­στα και στο Χαϊ­δά­ρι, έως την απελευθέρωση.

Τον Μάρ­τη του 1945 συνε­λή­φθη και πάλι με χαλ­κευ­μέ­νες κατη­γο­ρί­ες και φυλα­κί­στη­κε για ένα χρό­νο. Τον Μάρ­τη του 1947 εξο­ρί­στη­κε στις Ράχες Ικα­ρί­ας απ’ όπου απέ­δρα­σε τον Αύγου­στο του ίδιου έτους και εντά­χθη­κε στον παρά­νο­μο μηχα­νι­σμό του Κόμ­μα­τος. Τον Φλε­βά­ρη του 1948 συνε­λή­φθη εκ νέου, βασα­νί­στη­κε, αρνή­θη­κε να υπο­γρά­ψει δήλω­ση μετα­νοί­ας και εξο­ρί­στη­κε στη Μακρό­νη­σο, στο σύρ­μα του 1ου Τάγ­μα­τος. Αργό­τε­ρα στη Γυά­ρο και στον Αη-Στράτη».

Το βιο­γρα­φι­κό αφο­ρά συγκε­κρι­μέ­νο αγω­νι­στή, το ανα­φέ­ρου­με χωρίς όνο­μα για­τί αυτό είναι πάνω — κάτω το βιο­γρα­φι­κό χιλιά­δων αλύ­γι­στων της ταξι­κής πάλης.

🔻🔻

Στα χρό­νια που ακο­λού­θη­σαν τον ηρω­ι­κό Δεκέμ­βρη του ’44, στις φυλα­κές της Κέρ­κυ­ρας η μεγά­λη πλειο­ψη­φία των κρα­του­μέ­νων ήταν θανα­το­ποι­νί­τες, κατα­δι­κα­σμέ­νοι για «κατο­χι­κά αδι­κή­μα­τα», «αδι­κή­μα­τα που δια­πρά­χτη­καν το Δεκέμ­βρη του 1944» και «εκτα­κτο­με­τρί­τες», δηλα­δή κατα­δι­κα­σμέ­νοι με βάση το Γ’ Ψήφι­σμα του 1946 και τον ΑΝ 509/1947.

Μόνο από το 1947 έως το 1950 εκτε­λέ­στη­καν στο Λαζα­ρέ­το της Κέρ­κυ­ρας περισ­σό­τε­ροι από 118 κομ­μου­νι­στές. Αρνή­θη­καν να υπο­γρά­ψουν δήλω­ση μετα­νοί­ας. Ανά­με­σα στους εκτε­λε­σμέ­νους ήταν ο δήμαρ­χος Περι­στε­ρί­ου Ευγέ­νιος Χαρα­λα­μπί­δης και ο 20χρονος Σίμος Τζα­τζα­ρί­δης που είχε συλ­λη­φθεί στα 14 χρό­νια του κατη­γο­ρού­με­νος για σφα­γές (!) και εκτε­λέ­στη­κε 6 χρό­νια αργό­τε­ρα (Αρχείο Εισαγ­γε­λί­ας Πρω­το­δι­κών Κέρ­κυ­ρας και Ληξιαρ­χείο Δήμου Κερκυραίων).

Το τελευ­ταίο γράμ­μα του 27χρονου κλω­στο­ϋ­φα­ντουρ­γού Ηλία Λιά­κου­ρα προς τη γυναί­κα του. Εκτε­λέ­στη­κε στο Λαζα­ρέ­το της Κέρ­κυ­ρας. Την περί­ο­δο 1947 — 1958 εκτε­λέ­στη­καν στο Λαζα­ρέ­το πάνω από 118 αγω­νι­στές, για­τί αρνή­θη­καν να υπο­γρά­ψουν δήλω­ση μετανοίας

Είναι η περί­ο­δος που απ’ άκρη σ’ άκρη όλης της χώρας — παράλ­λη­λα με τον ηρω­ι­κό αγώ­να του ΔΣΕ στα βου­νά — στις φυλα­κές, στις εξο­ρί­ες και τα εκτε­λε­στι­κά απο­σπά­σμα­τα γρά­φο­νται λαμπρές σελί­δες αντί­στα­σης. Σε ένα σκί­τσο που δημο­σιεύ­τη­κε στο βιβλίο «Γυά­ρος, Ματω­μέ­νη Βίβλος», δια­βά­ζου­με στη λεζά­ντα: «Ο Πέτρος Λαγός από την Κοκ­κι­νιά Πει­ραιά βασα­νί­στη­κε και κρε­μά­στη­κε στη συκιά μερό­νυ­χτα, για­τί αρνή­θη­κε να κρε­μά­σει την εικό­να του βασι­λιά στον όρμο του (25 Μάρ­τη 1949) και για­τί δε θέλη­σε να κάνει “δήλω­ση”».

Ξεχω­ρι­στή η ιστο­ρία της Αλί­κης Τσου­κα­λά. Η Αλί­κη δικά­στη­κε μαζί με άλλα στε­λέ­χη του ΚΚΕ στη Χαλ­κί­δα, όπως τον Τάκη Φίτσιο (από τα ιδρυ­τι­κά μέλη του Κόμ­μα­τος) και τον Γιάν­νη Χρι­στο­φο­ρί­δη (καπε­τά­νιο του καϊ­κιού που βοή­θη­σε στην από­δρα­ση των αξιω­μα­τι­κών από τη Νάξο). Η δίκη στο έκτα­κτο στρα­το­δι­κείο έγι­νε τον Μάρ­τη 1948. Στις προ­τρο­πές του στρα­το­δί­κη να ακού­σει τα παρα­κά­λια του πατέ­ρα της και να απο­κη­ρύ­ξει το ΚΚΕ, για να σώσει τη ζωή της, απά­ντη­σε «Αν κάποιον απο­κη­ρύσ­σω αυτός είναι ο πατέ­ρας μου».

Στο Μακρονήσι

Μακρύς ο κατά­λο­γος των ηρω­ι­σμών στο Μακρο­νή­σι, με πρώ­τη — πρώ­τη ιστο­ρία αυτήν που αφο­ρά τον θρυ­λι­κό κομ­μου­νι­στή Δημή­τρη Τατά­κη, έναν από τους μεγα­λο­μάρ­τυ­ρες στο «σύρ­μα» της Μακρο­νή­σου, και τον θηριώ­δη βασα­νι­στή Κοθρά. Τον βασα­νι­στή που καθώς του άρε­σε να βάζει στοι­χή­μα­τα, έβα­λε στοί­χη­μα με τον ήρωα. Ο Κοθράς στοι­χη­μά­τι­σε ότι με τα βασα­νι­στή­ρια που θα του κάνει θα υπο­κύ­ψει και θα υπο­γρά­ψει δήλω­ση μετα­νοί­ας. «Βάζου­με, αλλά θα το χάσεις!», είπε νηφά­λιος κι ανθρώ­πι­νος ο Τατά­κης στο ανθρω­ποει­δές. Και το ‘χασε το στοί­χη­μα ο Κοθράς. Οπως περι­γρά­φει ο Νίκος Κυτό­που­λος, στο βιβλίο του «Το στοί­χη­μα» («Σύγ­χρο­νη Επο­χή»), το άγριο βασα­νι­στή­ριο του Τατά­κη κρά­τη­σε 33 ολό­κλη­ρες μέρες. Οι δήμιοί του έκα­ναν ό,τι μπο­ρού­σαν για να τον λυγί­σουν, ώστε να απο­τε­λέ­σει παρά­δειγ­μα για τους υπό­λοι­πους Μακρο­νη­σιώ­τες. Δεν τα κατά­φε­ραν όμως. Οταν τον ρώτη­σαν για­τί δεν υπέ­γρα­φε την περι­βό­η­τη «δήλω­ση μετα­νοί­ας», ώστε να θέσει τέρ­μα στο μαρ­τύ­ριό του, εκεί­νος απά­ντη­σε: «Το έκα­μα για να απο­δεί­ξω πως όλα τα πλά­να της ανθρώ­πι­νης αντο­χής οι αγω­νι­στές τα ξεπερ­νά­νε, όταν πιστεύ­ουν και θέλουν. Δεν υπάρ­χουν άπαρ­τα φρού­ρια για τους κομμουνιστές!».

Είχε και τα ευτρά­πε­λά της η προ­σπά­θεια να απο­σπα­στούν δηλώ­σεις μετα­νοί­ας. Διαβάζουμε:

«Ο βασα­νι­σμέ­νος Χ.Β. του Β΄ Τάγ­μα­τος ανα­μόρ­φω­σης οπλι­τών (Β΄ ΕΤΟ) (διοι­κη­τής Τζα­νε­τά­κος) είχε υπο­κύ­ψει στα βασα­νι­στή­ρια. Επρε­πε όμως να κάνει και δήλω­ση μετα­νοί­ας μπρο­στά σε συγκέ­ντρω­ση του Τάγ­μα­τος. Του έδω­σαν, λοι­πόν, από το Α2 Γρα­φείο, μια τυπω­μέ­νη στε­ρε­ό­τυ­πη δήλω­ση όπου ανα­φε­ρό­ταν ότι: “…Χάρις στο ζήλο των αξιω­μα­τι­κών μου ΑΝΕΒΛΕΨΑ και απο­κη­ρύσ­σω κ.λπ…κ.λπ.”. Μουρ­μου­ρη­τά, απο­δο­κι­μα­σί­ες και ειρω­νι­κά σχό­λια από τους συγκε­ντρω­μέ­νους “σκα­πα­νείς”, για­τί αυτός που είχε υπο­χρε­ω­θεί να δηλώ­σει ότι “ανέ­βλε­ψε”, είχε χάσει το μάτι του, κατά τη διάρ­κεια των βασανιστηρίων…».

Αλλο: «Μεγά­λη εβδο­μά­δα και οι “σκα­πα­νείς” του Α΄ Τάγ­μα­τος μετά το ολο­ή­με­ρο κου­βά­λη­μα της πέτρας, κάτω από το ανε­λέ­η­το ξυλο­κό­πη­μα με τους ορθο­στά­τες των σκη­νών, με ρόπα­λα, σύρ­μα­τα και σιδε­ρό­βερ­γες, οδη­γή­θη­καν κοπα­δια­στά στο υπαί­θριο ιερό για τη λει­τουρ­γία. Κάποια στιγ­μή ο παπάς του τάγ­μα­τος, γνω­στό κάθαρ­μα, άρχι­σε να δια­βά­ζει το “κατά Μάρ­κον ευαγ­γέ­λιο”. Και τότε δια­κό­σιοι και πάνω βασα­νι­σμέ­νοι, σαν να είχαν συνεν­νοη­θεί προη­γού­με­να φώνα­ξαν περιπαιχτικά:

- “Κάτω ο Μάρ­κος”. Ο παπάς κοκά­λω­σε και επα­νέ­λα­βε: — Δια­βά­ζω το κατά Μάρ­κον Ευαγ­γέ­λιο. Και από τους δεσμώ­τες η ειρω­νι­κή φωνή: “Κάτω ο Μάρ­κος, κάτω ο Μάρκος…”».

Αμετανόητες και αμετανόητοι

Στο Τρί­κε­ρι εξο­ρί­στη­καν για «προ­λη­πτι­κούς λόγους» οι πρώ­τες γυναί­κες πολι­τι­κές κρα­τού­με­νες. Υπο­λο­γί­ζε­ται ότι τον Αύγου­στο — Σεπτέμ­βρη του 1949 βρί­σκο­νταν στο Τρί­κε­ρι περί­που 5.000 γυναί­κες μαζί με τα παι­διά τους. Οι «προ­λη­πτι­κές», όπως τις ονό­μα­σαν, ζού­σαν στο μονα­στή­ρι του νησιού απο­μο­νω­μέ­νες από τους υπο­λοί­πους. Το φθι­νό­πω­ρο του 1950 επα­νέ­φε­ραν από τη Μακρό­νη­σο στο Τρί­κε­ρι περί­που 500 «αμε­τα­νό­η­τες», δηλα­δή δεν είχαν υπο­γρά­ψει δήλω­ση μετα­νοί­ας. Τις 50 που απέ­μει­ναν τις μετέ­φε­ραν στον Αη Στρά­τη στις 23.9.1953 (Συλ­λο­γι­κό, Μακρό­νη­σος. Ιστο­ρι­κός τόπος, τόμ. Γ’, σελ. 347, εκδ. «Σύγ­χρο­νη Επο­χή», Αθή­να, 2006).

Σ’ ένα υπό­μνη­μα προς τη Γενι­κή Συνέ­λευ­ση του ΟΗΕ, που υπέ­γρα­ψαν πολι­τι­κοί κρα­τού­με­νοι των φυλα­κών της Κέρ­κυ­ρας στις 3 Ιού­νη 1955 δια­βά­ζου­με στο κεφά­λαιο «Δηλώ­σεις Μετα­νοί­ας»:

«Το μέσο αυτό που χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε ευρύ­τα­τα στην περί­ο­δο της 4ης Αυγού­στου απο­σκο­πεί να εξευ­τε­λί­σει, να ταπει­νώ­σει και να τρο­μο­κρα­τή­σει τον περή­φα­νο και ανυ­πό­τα­κτο σε κάθε είδους βία και κατα­πί­ε­ση ελλη­νι­κό λαό, και να τον κάνει να σκύ­ψει το κεφάλι (…)
Στην περί­ο­δο του εμφυ­λί­ου (…) όποιος δεν υπέ­γρα­φε δήλω­ση μετα­νοί­ας κατα­τάσ­σο­νταν στην κατη­γο­ρία των “προ­δο­τών” και άρχι­ζε ο διωγ­μός ενα­ντί­ον του για τα πολι­τι­κά του φρο­νή­μα­τα και μόνο, ο ξυλο­δαρ­μός, η σύλ­λη­ψη και η εκτό­πι­ση, η παρα­πο­μπή σε κάποια υπό­θε­ση, το Μακρο­νή­σι, οι φυλα­κές, το εκτε­λε­στι­κό απόσπασμα. (…)
Χιλιά­δες πολί­τες κατα­δι­κά­στη­καν σε θάνα­το και εκτε­λέ­στη­καν για­τί αρνή­θη­καν να απα­ντή­σουν κατα­φα­τι­κά στο “ναι” ή “ου” (μετα­νο­είς ή δεν μετα­νο­είς, υπο­γρά­φεις ή δεν υπο­γρά­φεις) του προ­έ­δρου του Στρατοδικείου (…)
Πολύ χαρα­κτη­ρι­στι­κά είπε ο Ν. Μπε­λο­γιάν­νης στην απο­λο­γία του πως με την πολι­τι­κή των δηλώ­σε­ων μαθαί­νουν την ελλη­νι­κή νεο­λαία να σηκώ­νει τα χέρια μπρο­στά στον πρώ­το κίνδυνο.
Του συντρό
φου μας Παπα­μερ­κου­ρί­ου του έσπα­σαν τη σπον­δυ­λι­κή στή­λη και καμπού­ρια­σε. Ετσι και εκτε­λέ­στη­κε. Αλλά μέσα στο γολ­γο­θά έλε­γε απλά και στα­θε­ρά: “Θα βρω αρκε­τή δύνα­μη να σηκώ­σω το κορ­μί μου μπρο­στά στο απόσπασμα”».

Ψυχή και νους της Αντίστασης το ΚΚΕ

Σκο­πός του αστι­κού κρά­τους ήταν να εξο­ντώ­σει τον κρα­τού­με­νο τόσο βιο­λο­γι­κά όσο και ηθι­κά — πολι­τι­κά. Οι φυλα­κές και οι εξο­ρί­ες απο­τε­λού­σαν πραγ­μα­τι­κούς τόπους μαρ­τυ­ρί­ου. Στε­νό­τη­τα χώρου δια­μο­νής, σάπια τρό­φι­μα και συσ­σί­τιο πεί­νας, στε­ρή­σεις επι­σκε­πτη­ρί­ου και αλλη­λο­γρα­φί­ας, ακα­τάλ­λη­λο πόσι­μο νερό και περιο­ρι­σμέ­νης ποσό­τη­τας, εκβια­σμοί, απει­λές, κλεί­σι­μο στα πει­θαρ­χεία, ξύλο, καψό­νια, απο­μό­νω­ση. Ολα αυτά απο­τε­λού­σαν μέρος της καθη­με­ρι­νό­τη­τας των κρα­του­μέ­νων. Και όμως, ακό­μα και σε αυτές τις τόσο αντί­ξο­ες συν­θή­κες, χιλιά­δες κομ­μου­νι­στές και κομ­μου­νί­στριες, φυλα­κι­σμέ­νοι και εξό­ρι­στοι, μπό­ρε­σαν να κρα­τή­σουν ψηλά το αγω­νι­στι­κό τους φρό­νη­μα, οργα­νώ­νο­ντας τη ζωή τους.

Η ζωή των αγω­νι­στών στις φυλα­κές ήταν οργα­νω­μέ­νη σε «Ομά­δες Συμ­βί­ω­σης Πολι­τι­κών Κρα­του­μέ­νων». Η αντι­με­τώ­πι­ση των ανα­γκών και των προ­βλη­μά­των υπο­τασ­σό­ταν στα συμ­φέ­ρο­ντα του συνό­λου. Η καθο­λι­κή συμ­με­το­χή, με βάση τους κανό­νες ομα­δι­κής συμ­βί­ω­σης, ήταν η δύνα­μή τους.

Ετσι περιο­ρί­στη­κε η δυνα­τό­τη­τα στον αντί­πα­λο να εκμε­ταλ­λευ­τεί τις δυσκο­λί­ες και τις ατο­μι­κές αδυ­να­μί­ες, για να επι­βά­λει με «σωφρο­νι­στι­κούς» κανο­νι­σμούς και δικά του όργα­να το καθε­στώς που ήθε­λε, ρυθ­μί­ζο­ντας, όπως επι­δί­ω­κε, σχέ­σεις, στά­ση και συμπε­ρι­φο­ρές. Αυτό δεν το κατόρ­θω­σε ούτε στις πιο δύσκο­λες στιγ­μές. Οι κρα­τού­με­νοι και οι κρα­τού­με­νες πήραν στα χέρια τους την οργά­νω­ση της ζωής τους, έδι­ναν τη μάχη συλ­λο­γι­κά, με ενιαία εκπρο­σώ­πη­ση, τα δικά τους όργα­να, τους δικούς τους κανό­νες και τρό­πο ζωής.

Ετσι δημιουρ­γή­θη­καν οι προ­ϋ­πο­θέ­σεις να σπά­σει — σε μεγά­λο βαθ­μό — η απο­μό­νω­ση, να ανοί­ξουν δρό­μοι επι­κοι­νω­νί­ας με την καθο­δή­γη­ση του Κόμ­μα­τος και τις παρά­νο­μες Κομ­μα­τι­κές Οργα­νώ­σεις, με άλλες οργα­νώ­σεις στην Ελλά­δα και το εξω­τε­ρι­κό, αλλά και να αξιο­ποι­η­θούν όποια περι­θώ­ρια υπήρ­χαν στον νόμι­μο Τύπο.

Μέσα από αυτούς τους δρό­μους τρο­φο­δο­τή­θη­κε ο αγώ­νας ενά­ντια στα βασα­νι­στή­ρια και τις εκτε­λέ­σεις, ανα­δεί­χτη­κε το πρό­βλη­μα των πολι­τι­κών κρα­του­μέ­νων και έγι­νε στοι­χείο της πολι­τι­κής ζωής, συν­δέ­θη­κε με τον αγώ­να για τα δημο­κρα­τι­κά δικαιώ­μα­τα. Διευ­κό­λυ­νε να λύνο­νται προ­βλή­μα­τα νομι­κής υπε­ρά­σπι­σης, οικο­νο­μι­κής ενί­σχυ­σης και υπο­στή­ρι­ξης των αγώ­νων τους. Ο αγώ­νας για τη σωτη­ρία τους πήρε διε­θνείς δια­στά­σεις στο πλαί­σιο του ΟΗΕ.

Στο πλαί­σιο της οργα­νω­μέ­νης ζωής, δια­μορ­φώ­νο­νταν οι προ­ϋ­πο­θέ­σεις που στή­ρι­ζαν τα δικαιώ­μα­τά τους στη ζωή και καλ­λιερ­γού­σαν τις αξί­ες για τις οποί­ες αγω­νί­ζο­νταν. Η οργα­νω­μέ­νη ζωή στη­ρί­χτη­κε στη συλ­λο­γι­κό­τη­τα, στο ομα­δι­κό πνεύ­μα, στην αγω­νι­στι­κή συντρο­φι­κή ατμό­σφαι­ρα και αλλη­λεγ­γύη. Η ασφυ­κτι­κή περι­κύ­κλω­ση, που δημιουρ­γού­σαν ο μαντρό­τοι­χος και το συρ­μα­τό­πλεγ­μα, δεν μπό­ρε­σε να στα­μα­τή­σει την οργα­νω­μέ­νη συλ­λο­γι­κή λει­τουρ­γία και πάλη, την πολύ­μορ­φη μορ­φω­τι­κή και πολι­τι­στι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα των πολι­τι­κών κρα­του­μέ­νων. Ετσι οι συν­θή­κες του κάτερ­γου μετα­τρέ­πο­νταν σε χώρο όπου ενι­σχύ­ο­νταν η αισιο­δο­ξία, η αυτο­πε­ποί­θη­ση και η πίστη στις δυνά­μεις τους, ατσα­λω­νό­ταν η από­φα­ση των πολι­τι­κών κρα­του­μέ­νων να συνε­χί­σουν τον αγώνα.

Στις φυλα­κές και τις εξο­ρί­ες λει­τουρ­γού­σαν Κομ­μα­τι­κές Οργα­νώ­σεις που ενη­μέ­ρω­ναν τους πολι­τι­κούς κρα­τού­με­νους για την πολι­τι­κή του ΚΚΕ, συζη­τού­σαν τις Απο­φά­σεις και πάλευαν για τη βελ­τί­ω­ση της ζωής των κρα­του­μέ­νων, για τη συνε­χή ανύ­ψω­ση του αγω­νι­στι­κού φρο­νή­μα­τος. Γίνο­νταν μαθή­μα­τα ιδε­ο­λο­γι­κά και άλλα επι­μορ­φω­τι­κά. Οι φυλα­κές και οι εξο­ρί­ες μετα­τρά­πη­καν σε σχο­λεία. Πολ­λοί αγω­νι­στές και αγω­νί­στριες, που μπή­καν στις φυλα­κές και τις εξο­ρί­ες αναλ­φά­βη­τοι, βγή­καν έχο­ντας απο­κτή­σει πολ­λά εφό­δια, ακό­μα και για επαγ­γελ­μα­τι­κή απα­σχό­λη­ση. Ηταν πολύ σημα­ντι­κή η προ­σπά­θεια για την κατά­κτη­ση της γνώσης.

Κυρί­ως όμως χιλιά­δες πολι­τι­κοί κρα­τού­με­νοι έδι­ναν μάχες για να μην υπο­γρά­ψουν «δήλω­ση μετα­νοί­ας», θέμα εκ των ων ουκ άνευ για την οντό­τη­τα του ΚΚΕ, κάθε κομ­μου­νι­στή και κομ­μου­νί­στριας, αφού η μη υπο­γρα­φή των «δηλώ­σε­ων μετα­νοί­ας» συν­δέ­ε­ται άμε­σα με την ύπαρ­ξη και το χαρα­κτή­ρα του ΚΚΕ, με τον επα­να­στα­τι­κό σκο­πό του.

Η προ­σπά­θεια του αστι­κού κρά­τους να απο­σπά­σει «δηλώ­σεις μετα­νοί­ας» εξυ­πη­ρε­τού­σε πολ­λα­πλούς στό­χους: Να πεί­σει ότι κανέ­νας αγώ­νας, όσο ηρω­ι­κός και αν είναι, δεν μπο­ρεί να κάμ­ψει την αστι­κή κυριαρ­χία, ότι είναι αγώ­νας μάταιος. Να φθεί­ρει το ΚΚΕ και τους κομ­μου­νι­στές ότι λένε μεγά­λα λόγια, ενώ στις δυσκο­λί­ες ανα­δι­πλώ­νο­νται και βάζουν τον εαυ­τό τους πάνω από τον κοι­νό σκο­πό. Στό­χευε, δηλα­δή, στην ηθι­κή απα­ξί­ω­ση του κομ­μου­νι­στή και της κομ­μου­νί­στριας. Επο­μέ­νως και να πεί­σει τους εργα­ζο­μέ­νους ότι δεν έχουν άλλη επι­λο­γή από το να υποταχτούν.

Χιλιά­δες μέλη του Κόμ­μα­τος και του ΕΑΜ αρνή­θη­καν να απο­κη­ρύ­ξουν το ΚΚΕ και τα ιδα­νι­κά του, δίνο­ντας τη ζωή τους ή παρα­μέ­νο­ντας έγκλει­στοι μέχρι και είκο­σι χρό­νια. Νίκη­σαν και το θάνα­το. Υπήρ­ξαν και πολ­λοί που λύγι­σαν προς στιγ­μή και αμέ­σως ανακάλεσαν.

Ακό­μα και στην κόλα­ση της Μακρο­νή­σου είχε συγκρο­τη­θεί Κομ­μα­τι­κή Οργά­νω­ση και των στρα­τιω­τών. Εγρα­ψε ο Σταύ­ρος Κασι­μά­της στην έκθε­ση που έδω­σε στο ΠΓ για τη δου­λειά των παρά­νο­μων Οργα­νώ­σε­ων στα χρό­νια 1947 — 1952:

«Στο Μακρο­νή­σι συγκρο­τή­σα­με οργά­νω­ση μέσα στους φαντά­ρους. (…) Ηρθα­με σε επα­φή με γνω­στά μας παι­διά και συγκρο­τή­σα­με οργά­νω­ση από 153 φαντά­ρους συγκρο­τη­μέ­νους σε τριά­δες σε όλα τα τάγ­μα­τα, με επα­φή με τη ΣΦΑ και τα απο­μο­νω­τή­ρια. Βάλα­με το ζήτη­μα των αντι­δη­λώ­σε­ων. Ξεση­κώ­σα­με ένα μαζι­κό κίνη­μα αντιδηλώσεων».

Παράλ­λη­λα με την ηρω­ι­κή στά­ση χιλιά­δων αγω­νι­στών, πολ­λοί άλλοι υπέ­γρα­ψαν «δήλω­ση μετα­νοί­ας» μην αντέ­χο­ντας στις μεγά­λες δυσκο­λί­ες. Αγω­νι­στές που συμ­με­τεί­χαν με αυτο­θυ­σία στις εξάρ­σεις της μαζι­κής λαϊ­κής πάλης, τώρα, σε συν­θή­κες ήττας, δεν άντε­ξαν στα παρα­τε­τα­μέ­να μαρ­τύ­ρια, στις οικο­γε­νεια­κές και βιο­πο­ρι­στι­κές πιέ­σεις. Ορι­σμέ­νοι, ελά­χι­στη μειο­ψη­φία, συνερ­γά­στη­καν με τον ταξι­κό εχθρό.

Υπήρ­ξαν και αγω­νι­στές που δεν ανα­κά­λε­σαν τη «δήλω­ση», όμως παρέ­μει­ναν επί χρό­νια στη μεγά­λη πλειο­ψη­φία τους υπο­στη­ρι­κτές της ΕΔΑ και του ΚΚΕ. Ορι­σμέ­νοι από αυτούς έδει­ξαν με τη στά­ση τους ότι μπο­ρού­σαν να επα­νέλ­θουν στο Κόμ­μα, όπως και έγινε.

Είναι, επί­σης, γεγο­νός ότι για αρκε­τά χρό­νια μετά από τον αγώ­να του ΔΣΕ, εκεί­νοι που λύγι­σαν αντι­με­τω­πί­στη­καν, σε αρκε­τές περι­πτώ­σεις, όχι μόνο με πολι­τι­κή αδιαλ­λα­ξία, που ήταν σωστή και ανα­γκαία, αλλά και με έντο­νη περι­φρό­νη­ση, κάτι που εξη­γεί­ται από τις δύσκο­λες συν­θή­κες της πάλης.

Γενι­κά, οι κομ­μου­νι­στές και οι κομ­μου­νί­στριες δικαί­ω­σαν την ιδιό­τη­τά τους ως μελών του ΚΚΕ, ως πρω­το­πο­ρί­ας ικα­νής να αντέ­χει σε όλες τις συν­θή­κες, ακό­μα και σε συν­θή­κες ήττας, υπο­χώ­ρη­σης του κινήματος.ΚΚΕ Δεν δουλώνω δεν υπογράφω

🔻🔻

Στην επο­χή μας, δεν είναι λίγες οι φορές που ο αντί­πα­λος μας θυμί­ζει πως «ο λύκος κι αν εγέ­ρα­σε…». Τον όχι και τόσο μακρι­νό Γενά­ρη του 2004 ο υφυ­πουρ­γός Εμπο­ρί­ου Α. Καλα­φά­της είχε το θρά­σος να ισχυ­ρι­στεί πως αν οι σημε­ρι­νοί συντα­ξιού­χοι δεν έχουν καλές συντά­ξεις έχουν και οι ίδιοι ατο­μι­κή ευθύ­νη που δεν υπέ­γρα­ψαν δηλώ­σεις, για να εργα­στούν και να έχουν Ασφά­λι­ση. «Φταί­ει το αρι­στε­ρό κίνη­μα που είχε ως αρχή του, τους δηλω­σί­ες να τους απο­τάσ­σει», είπε. Η δήλω­ση προ­κά­λε­σε την άμε­ση αντί­δρα­ση των αντι­στα­σια­κών που στην ανα­κοί­νω­σή τους του υπεν­θύ­μι­σαν στιγ­μές απ’ το Μακρο­νή­σι. Τότε που ο βασα­νι­στής ρωτού­σε: «Είσαι παντρε­μέ­νος;» «Οχι», απα­ντού­σε ο κρα­τού­με­νος, για να συνε­χί­σει ο βασα­νι­στής «Δε σ’ άφη­σε το κόμ­μα να κάνεις οικογένεια;».

Η σχε­τι­κή ανα­κοί­νω­ση ξεχεί­λι­ζε από οργή: «Οι κομ­μου­νι­στές — αγω­νι­στές, κ. Καλα­φά­τη, είμα­στε περή­φα­νοι που κρα­τή­σα­με ψηλά την τιμή και την αξιο­πρέ­πεια στα κολα­στή­ρια της Μακρο­νή­σου, της Γιού­ρας και στα κάτερ­γα των φυλα­κών. Οι βασα­νι­σμέ­νοι αγω­νι­στές αντι­με­τώ­πι­ζαν το θάνα­το τρα­γου­δώ­ντας. Ενώ εσείς, κ. Καλα­φά­τη, μαζί με όλο το ασκέ­ρι σας (…) δεν είστε άξιοι να αντι­με­τω­πί­σε­τε τους αγω­νι­στές κομ­μου­νι­στές και προ­σπα­θεί­τε με αθλιό­τη­τες να μας αντιμετωπίσετε».

Πηγή |> αφιέ­ρω­μα Ριζο­σπά­στη Σ/Κ 22/23-Φεβ-2020

100χρονα Ο «Προμηθέας» Μακρόνησος Η «Ρωγμή» Γυάρος

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο