Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δημήτρης Ραβάνης — Ρεντής, η τέχνη του είναι αρματωμένη

Υπάρ­χουν άνθρω­ποι των Γραμ­μά­των και Τεχνών, που “το ‘χουν στο αίμα τους” να θορυ­βούν περί τον εαυ­τό τους και την τέχνη τους, ακό­μη κι αν στο ενερ­γη­τι­κό τους έχουν ελά­χι­στα, ή και αμφι­λε­γό­με­να έργα τους. Υπάρ­χουν, όμως, και δημιουρ­γοί, σπου­δαί­οι, με πλου­σιό­τα­το και ποσο­τι­κά έργο, που αντί­θε­τα “έχουν στο αίμα τους” σεμνό­τη­τα, τόση, που σιω­πούν οι ίδιοι σχε­τι­κά με το έργο τους. Αφή­νουν να “μιλή­σει” το ίδιο. Να “λέει” αυτό τα πάθη και τους πόθους τους, το όρα­μά τους για τον άνθρω­πο, τον τόπο τους και τον κόσμο.

Τέτοιος ήταν ο κομ­μου­νι­στής λογο­τέ­χνης Δημή­τρης Ραβά­νης — Ρεντής. Όταν η κου­βέ­ντα έφτα­νε στο έργο του, «λίγα και όχι σπου­δαία» χαρα­κτή­ρι­ζε τα πολ­λά, πολύ­τι­μα και θαυ­μα­στά που πρόσφερε.

Γεν­νή­θη­κε στις 24 Δεκέμ­βρη 1925 στην Αθή­να, στην πλα­τεία Βικτω­ρί­ας, στη γει­το­νιά που θα ξεκι­νή­σει τους εφη­βι­κούς του αγώ­νες μέσα από τις γραμ­μές της ΕΠΟΝ και μετά του ΚΚΕ και που θα απο­τε­λέ­σει και το «σκη­νι­κό» του βιβλί­ου του «Ο δρο­μά­κος με την πιπεριά».

Δεκα­πε­ντά­χρο­νος ακό­μη, θα γρά­ψει τη σατι­ρι­κή επι­θε­ώ­ρη­ση «Αρχι­κέ­νταυ­ρος», που παί­χτη­κε για την ενί­σχυ­ση και προ­πα­γάν­δι­ση του ΕΑΜ, από ερα­σι­τε­χνι­κό θία­σο στο σαλό­νι ενός σπι­τιού, με την υπο­στή­ρι­ξη του τότε σκη­νο­θέ­τη του Εθνι­κού, Σωκρά­τη Καρα­ντι­νού. Το 1942, συνερ­γά­ζε­ται με τον Ξενό­που­λο στη «Διά­πλα­ση των Παί­δων» και δημο­σιεύ­ει αντι­στα­σια­κούς στί­χους στον ΕΠΟ­Νί­τι­κο και ΕΑΜι­κό παρά­νο­μο Τύπο. Αργό­τε­ρα, τον βρί­σκου­με μέλος της συντα­κτι­κής επι­τρο­πής του περιο­δι­κού «Νεα­νι­κή φωνή», μαζί με την Αλκη Ζέη, τον Τάσο Λιγνά­δη και άλλους, όπου θα δημο­σιεύ­σει ποι­ή­μα­τά του με το ψευ­δώ­νυ­μο «Στέ­φος Ροδάν­θης». Ηταν το πρώ­το από μια σει­ρά ψευ­δω­νύ­μων (Φώτης Αθη­ναί­ος, Φους — Φους, Μώμος κ.ά.), που θα χρη­σι­μο­ποι­ή­σει στη συνέ­χεια, για συνω­μο­τι­κούς λόγους στα δίσε­κτα χρό­νια και στα νόμι­μα σαν έκφρα­ση του χιού­μορ του. Σαν υπεύ­θυ­νος για τον πολι­τι­σμό στην ΕΠΟΝ, θα συμ­βά­λει απο­φα­σι­στι­κά στην πολι­τι­στι­κή «έκρη­ξη» της Εθνι­κής Αντί­στα­σης μέσα στις συν­θή­κες της Κατο­χής. Συμ­με­τέ­χει στις «πολι­τι­στι­κές ομά­δες κρού­σης», που γυρ­νά­νε τις λαϊ­κές γει­το­νιές και συστή­νουν στο λαό το θέα­τρο. Ολα αυτά ήταν αρκε­τά… για να τον κατα­δι­κά­σουν δυο φορές σε θάνα­το το 1949.

Τα χρό­νια της δημιουρ­γί­ας του  Δημή­τρης Ραβά­νης — Ρεντής τα μοί­ρα­σε ανά­με­σα στην Αθή­να και το Βου­κου­ρέ­στι, όπου έζη­σε ως πολι­τι­κός πρό­σφυ­γας από το 1949 ως το 1968, οπό­τε επα­να­πα­τρί­στη­κε. Ασχο­λή­θη­κε με όλα τα είδη του γρα­πτού λόγου, από το στί­χο και την ποί­η­ση, έως το θέα­τρο και το σενά­ριο. Έγρα­ψε αστυ­νο­μι­κά, παι­δι­κά, έγρα­ψε στί­χους που έχουν τρα­γου­δή­σει εκα­τομ­μύ­ρια Έλλη­νες, χωρίς να ξέρουν ότι αυτός είναι ο δημιουρ­γός τους. Δικοί του είναι οι στί­χοι στα τρα­γού­δια “Παι­διά σηκω­θεί­τε να βγού­με στους δρό­μους”, “Σαν ατσά­λι­νος γίγας”, “Ο Μπε­λο­γιάν­νης ζει”, κ.ά. Έγρα­ψε σενά­ρια, έγι­νε κινη­μα­το­γρα­φι­κός καλ­λι­τε­χνι­κός διευ­θυ­ντής, γύρι­σε δική του ται­νία με τίτλο “Οι δρό­μοι έχουν ανα­μνή­σεις”, που είχε μεγά­λη επι­τυ­χία και απέ­σπα­σε πολ­λά διε­θνή βρα­βεία. Επί χού­ντας μην μπο­ρώ­ντας να εκδώ­σει κανέ­να έργο του, κέρ­δι­ζε το ψωμί του γρά­φο­ντας επι­τυ­χη­μέ­νες σει­ρές για το ραδιό­φω­νο («Το σπί­τι των ανέ­μων» κ.ά.) και εξί­σου επι­τυ­χη­μέ­νες και βρα­βευ­μέ­νες δια­φη­μί­σεις. Θυμά­στε το «Η φυτί­νη, θαύ­μα φαγη­τό θα γίνει»;

Η μετα­πο­λί­τευ­ση τον βρή­κε να συνε­χί­ζει την επι­τυ­χη­μέ­νη δου­λειά του σε τηλε­ο­πτι­κές σει­ρές, κινη­μα­το­γρα­φι­κά σενά­ρια, ενώ το 1974 εκδί­δει το πρώ­το βιβλίο του στην Ελλά­δα, το ποι­η­τι­κό «Ρεπορ­τάζ για ένα ζεστό Νοέμ­βρη». Πρό­κει­ται για μια ποι­η­τι­κή συλ­λο­γή που γρά­φτη­κε ολό­κλη­ρη μέσα στην καρ­διά των γεγο­νό­των του Πολυ­τε­χνεί­ου και που μοι­ρά­στη­κε χέρι με χέρι.

Το έργο του απο­τε­λεί­ται από 32 εκδο­μέ­να έργα, 15 ανέκ­δο­τα, 21 ποι­η­τι­κές συλ­λο­γές, 18 θεα­τρι­κά παιγ­μέ­να και έξι άπαι­χτα, έξι ται­νί­ες μεγά­λου μήκους, 10 ραδιο­φω­νι­κές εκπο­μπές με 1.000 επει­σό­δια και 22 τηλε­ο­πτι­κές εκπομπές.

Παρά την τερά­στια ποι­κι­λία του γρα­πτού έργου του, παρά τις χρο­νι­κές απο­στά­σεις μετα­ξύ των έργων του, όλα έχουν ένα κοι­νό γνώ­ρι­σμα. Φέρουν τη σφρα­γί­δα της φιλο­σο­φί­ας του δημιουρ­γού τους, έχουν στό­χο την κοι­νω­νι­κή δικαιο­σύ­νη, τη λευ­τε­ριά και την πρό­ο­δο. Όλα διέ­πο­νται από την ίδια ουμα­νι­στι­κή ευαι­σθη­σία και την ίδια συγκι­νη­σια­κή έντα­ση. Ο Ραβά­νης είναι μαχη­τής μιας ιδέ­ας. Η τέχνη του φορά­ει άρμα­τα. Είναι στρα­τευ­μέ­νη στην υπό­θε­ση του λαού του. Έχει νεύ­ρο, απο­πνέ­ει δυνα­μι­σμό, βάθος, κινεί­ται σε υψη­λά επίπεδα.

Ο Δημή­τρης Ραβά­νης — Ρεντής έφυ­γε από τη ζωή στις 21 Μαρ­τί­ου 1996.

 

Η δια­θή­κη του Δημή­τρη Ραβά­νη – Ρεντή – Κλη­ρο­νό­μος του έργου του, το ΚΚΕ

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο