Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Είναι ο άνθρωπος κοινωνικο-βιολογικό ον;

Με αφορ­μή τη συζή­τη­ση για τον νόμο της κυβέρ­νη­σης της ΝΔ για την επέ­κτα­ση του πολι­τι­κού γάμου στα ομό­φυ­λα ζευ­γά­ρια και την Από­φα­ση της ΚΕ του ΚΚΕ έχει ανοί­ξει μια αντι­πα­ρά­θε­ση ότι με τη θέση του το ΚΚΕ κατρα­κυ­λά­ει σε έναν «βιο­λο­γι­σμό», ακό­μα και «δαρ­βι­νι­σμό», δηλα­δή σε μια αντί­λη­ψη ότι το βιο­λο­γι­κό στοι­χείο στην ανθρώ­πι­νη φύση προ­κα­θο­ρί­ζει το κοινωνικό.

Σε αυτό το σύντο­μο σημεί­ω­μα προ­φα­νώς δεν μπο­ρού­με να ανα­πτύ­ξου­με ολο­κλη­ρω­μέ­να ένα τέτοιο μεγά­λο ζήτη­μα, που ουσια­στι­κά αφο­ρά την ίδια την ουσία του ανθρώ­που. Ωστό­σο, πράγ­μα­τι, τα ζητή­μα­τα που προ­κύ­πτουν ως προ­έ­κτα­ση του νομο­σχε­δί­ου και συγκε­κρι­μέ­να του πυρή­να του, δηλα­δή τη δυνα­τό­τη­τα τεκνο­θε­σί­ας από τα ομό­φυ­λα ζευ­γά­ρια, αγγί­ζουν την ίδια την ουσία του ανθρώπου.

Ας δού­με δύο παραδείγματα.

Πρώ­τον: Η Από­φα­ση της ΚΕ του ΚΚΕ υπο­στη­ρί­ζει ότι με το νομο­σχέ­διο ουσια­στι­κά αναι­ρού­νται η μητρό­τη­τα και η πατρό­τη­τα ως αλλη­λο­συ­μπλη­ρού­με­νη αντι­κει­με­νι­κή σχέ­ση και αντι­κα­θί­στα­νται από μια τεχνη­τή διπλή μητρό­τη­τα ή διπλή πατρό­τη­τα ή διπλή άφυ­λη γονεϊ­κό­τη­τα. Σχε­τί­ζε­ται αυτό το ζήτη­μα με την κοι­νω­νι­κο-βιο­λο­γι­κή ουσία του ανθρώ­που; Απο­τε­λεί μια έμμε­ση ή άμε­ση αμφι­σβή­τη­σή της; Προ­φα­νώς και ναι.

Αμφι­σβή­τη­ση που μπο­ρεί βεβαί­ως να γίνει μόνο στο μυα­λό και στη σκέ­ψη, στην αντί­λη­ψή μας για τον άνθρω­πο και την ουσία του, δηλα­δή αμφι­σβή­τη­ση της ίδιας της αντι­κει­με­νι­κής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας, επί της ουσί­ας επι­κρά­τη­ση του υπο­κει­με­νι­κού ιδεαλισμού.

Η κοι­νω­νι­κο-βιο­λο­γι­κή ουσία του ανθρώ­που δεν τεμα­χί­ζε­ται σε «βιο­λο­γι­κή» και «κοι­νω­νι­κή». Υπάρ­χει μόνο ως μια δια­λε­κτι­κή ενό­τη­τα. Ο άνθρω­πος είναι κοι­νω­νι­κο-βιο­λο­γι­κό ον για­τί τα βιο­λο­γι­κά του χαρα­κτη­ρι­στι­κά, όπως δια­μορ­φώ­θη­καν με την πορεία της ανθρώ­πι­νης εξέ­λι­ξης, συν­δέ­θη­καν άρρη­κτα με τις κοι­νω­νι­κές σχέ­σεις που ανέ­πτυ­ξε από τα πρώ­τα βήμα­τά του ως ανθρώ­που. Ετσι ώστε το ένα στοι­χείο να επι­δρά δια­λε­κτι­κά με το άλλο. Τα «βιο­λο­γι­κά» χαρα­κτη­ρι­στι­κά των μακρι­νών άμε­σων προ­γό­νων μας τους ώθη­σαν στις «κοι­νω­νι­κές σχέ­σεις» και οι «κοι­νω­νι­κές σχέ­σεις» συνέ­βα­λαν και στην παρα­πέ­ρα ανά­πτυ­ξη των «βιο­λο­γι­κών» χαρα­κτη­ρι­στι­κών του σύγ­χρο­νου ανθρώπου.

«Η παρα­πέ­ρα αυτή ανά­πτυ­ξη δεν τελεί­ω­σε τη στιγ­μή που ο άνθρω­πος χωρί­στη­κε ορι­στι­κά από τον πίθη­κο, αλλά συνο­λι­κά συνέ­χι­σε έκτο­τε να επι­τε­λεί τερά­στιες προ­ό­δους που ποί­κιλ­λαν σε βαθ­μό και σε κατεύ­θυν­ση στους διά­φο­ρους λαούς και τις διά­φο­ρες επο­χές, και που δια­κό­πτο­νταν εδώ και εκεί από τοπι­κές και προ­σω­ρι­νές πισω­δρο­μή­σεις. Η παρα­πέ­ρα αυτή ανά­πτυ­ξη επι­σπεύ­σθη­κε έντο­να από τη μια και οδη­γή­θη­κε σε πιο καθο­ρι­σμέ­νες κατευ­θύν­σεις από την άλλη, χάρη σ’ ένα νέο στοι­χείο που ήρθε στο προ­σκή­νιο με την εμφά­νι­ση του ολο­κλη­ρω­τι­κά ανε­πτυγ­μέ­νου ανθρώ­που: Την κοι­νω­νία» (Φρ. Ενγκελς, «Ο ρόλος της εργα­σί­ας στην εξαν­θρώ­πι­ση του πιθήκου»).

Ο μαρ­ξι­σμός διδά­σκει ότι η κοι­νω­νι­κή κίνη­ση της ύλης είναι μια ανώ­τε­ρη μορ­φή κίνη­σης, που ως τέτοια όμως εμπε­ριέ­χει και τη βιο­λο­γι­κή κίνη­ση ως κατώ­τε­ρη μορφή.

Κάθε συλ­λο­γι­σμός που ανα­γνω­ρί­ζει αντι­κει­με­νι­κό­τη­τα μόνο σε καθε­τί βιο­λο­γι­κό και θεω­ρεί καθε­τί κοι­νω­νι­κό ως μια «κατα­σκευή», ως μια «σύμ­βα­ση» είναι βαθιά λαθε­μέ­νος. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ανα­γνω­ρί­ζει την αντι­κει­με­νι­κό­τη­τα των βιο­λο­γι­κών, φυσι­κών σχέ­σε­ων, όχι όμως των κοι­νω­νι­κών σχέσεων.

Η μητρό­τη­τα και η πατρό­τη­τα, λοι­πόν, απο­τε­λούν στοι­χεία των κοι­νω­νι­κο-βιο­λο­γι­κών σχέ­σε­ων του ανθρώ­που. Ως τέτοιες προ­φα­νώς έχουν ιστο­ρι­κό­τη­τα, δηλα­δή το περιε­χό­με­νό τους εξε­λίσ­σε­ται μέσα από την ίδια την ανά­πτυ­ξη του ανθρώ­που και της κοι­νω­νί­ας του. Αλλες η πατρό­τη­τα και η μητρό­τη­τα στους πρω­τό­γο­νους, άλλες στον Μεσαί­ω­να, άλλες στον σύγ­χρο­νο καπι­τα­λι­στι­κό κόσμο, άλλες θα είναι στις συν­θή­κες του σοσια­λι­σμού — κομμουνισμού.

Ας δού­με ένα παρά­δειγ­μα. Ο άνθρω­πος είναι ον που γεν­νά­ει τα παι­διά του πρό­ω­ρα. Το ανθρώ­πι­νο μωρό περ­νά­ει ένα μεγά­λο χρο­νι­κό διά­στη­μα μέχρι να μπο­ρέ­σει να απο­κτή­σει μια σχε­τι­κή αυτο­τέ­λεια από το περι­βάλ­λον του, να κινη­θεί, να τρα­φεί μόνο του, σε αντί­θε­ση με άλλα ζωντα­νά όντα που τα νεο­γέν­νη­τα μέσα σε λίγες ώρες ή μέρες έχουν απο­κτή­σει την ανε­ξαρ­τη­σία τους.

Χωρίς λοι­πόν την άμε­ση φρο­ντί­δα των γονιών του (που απο­τε­λούν και το άμε­σο κοι­νω­νι­κό περι­βάλ­λον) το ανθρώ­πι­νο μωρό δεν μπο­ρεί να ζήσει, είναι άμε­σα εξαρ­τη­μέ­νο από αυτούς για ένα μεγά­λο χρο­νι­κό διά­στη­μα της ζωής του. Πάνω σε αυτήν τη «βιο­λο­γι­κή» βάση οικο­δο­μεί­ται όμως και η σχέ­ση πατρό­τη­τας — μητρό­τη­τας, ο ρόλος της στη συναι­σθη­μα­τι­κή, ψυχο­λο­γι­κή και κοι­νω­νι­κή ανά­πτυ­ξη του παι­διού, αφού το «γονεϊ­κό» περι­βάλ­λον είναι η πρώ­τη αντί­λη­ψη που δια­μορ­φώ­νει ο άνθρω­πος και για τις κοι­νω­νι­κές σχέσεις.

Αρα, η πατρό­τη­τα και η μητρό­τη­τα δεν είναι κάποιοι ρόλοι που ανα­τί­θε­νται από την κοι­νω­νία, δεν είναι κάποιες «κοι­νω­νι­κές κατα­σκευ­ές», αλλά πηγά­ζουν αντι­κει­με­νι­κά από την ίδια την ανθρώ­πι­νη φύση, πηγά­ζουν αντι­κει­με­νι­κά από τη βιο­λο­γι­κή δια­φο­ρά του άνδρα και της γυναί­κας και τον αλλη­λο­συ­μπλη­ρω­μα­τι­κό ρόλο τους στην ανα­πα­ρα­γω­γή του είδους και εκ των πραγ­μά­των και στην «ανα­τρο­φή» των παιδιών.

Γι’ αυτό η Από­φα­ση της ΚΕ του ΚΚΕ μιλά­ει για «δικαί­ω­μα του παι­διού» στην πατρό­τη­τα και στη μητρό­τη­τα με όλες τις άλλες κοι­νω­νι­κές και νομι­κές προ­ε­κτά­σεις του, που αναι­ρού­νται ουσια­στι­κά με την αμφι­σβή­τη­σή του. Η υπε­ρά­σπι­ση αυτού του «δικαιώ­μα­τος» είναι ταυ­τό­χρο­να και υπε­ρά­σπι­ση της αντι­κει­με­νι­κής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας από κάθε ανορ­θο­λο­γι­κή αντί­λη­ψη που αμφι­σβη­τεί την ύπαρ­ξή της και την αντι­με­τω­πί­ζει ως προ­ϊ­όν του υπο­κει­με­νι­κού θέλω.

Δεύ­τε­ρον: Η Από­φα­ση της ΚΕ εστιά­ζει την αντί­θε­σή της στο νομο­σχέ­διο σε ένα άλλο μεγά­λο ζήτη­μα, που αφο­ρά τους όρους από­κτη­σης παι­διών από τα ομό­φυ­λα ζευ­γά­ρια, με δεδο­μέ­νο ότι η ανα­πα­ρα­γω­γή αντι­κει­με­νι­κά προ­ϋ­πο­θέ­τει την ύπαρ­ξη ετε­ρό­φυ­λων συντρό­φων. Ανα­δει­κνύ­ει πολύ εμπε­ρι­στα­τω­μέ­να το για­τί στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα σε αυτό το ζήτη­μα ανοί­γει τον δρό­μο για την παρα­πέ­ρα εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση της Ιατρι­κώς Υπο­βοη­θού­με­νης Ανα­πα­ρα­γω­γής (ΙΥΑ) και της υιο­θε­σί­ας, την καθιέ­ρω­ση της παρέν­θε­της μητρό­τη­τας ως επαγ­γέλ­μα­τος κ.ά. Ανοί­γο­ντας τον δρό­μο για «χρυ­σές μπίζ­νες» σε επι­χει­ρη­μα­τι­κούς ομί­λους που δρα­στη­ριο­ποιού­νται στους συγκε­κρι­μέ­νους κλά­δους και με τη φιλο­δο­ξία η Ελλά­δα να απο­τε­λέ­σει «παρά­δει­σο» ανα­πα­ρα­γω­γι­κού του­ρι­σμού κ.λπ.

Ταυ­τό­χρο­να, όμως, ανοί­γε­ται και ένα ευρύ­τε­ρο ζήτη­μα, από αυτά που χαρα­κτη­ρί­ζο­νται «βιοη­θι­κά». Πόσο μπο­ρούν να αλλά­ξουν οι όροι ανα­πα­ρα­γω­γής του ανθρώ­πι­νου είδους και τι θα σημαί­νει αυτό; Δεν είναι σενά­ρια επι­στη­μο­νι­κής φαντα­σί­ας αλλά πραγ­μα­τι­κό­τη­τα οι έρευ­νες που βρί­σκο­νται σε εξέ­λι­ξη για τη δυνα­τό­τη­τα ακό­μα και πλή­ρους «εργα­στη­ρια­κής» ανα­πα­ρα­γω­γής του ανθρώ­που με τεχνη­τά μέσα. Η χαλά­ρω­ση των όρων και προ­ϋ­πο­θέ­σε­ων για την αξιο­ποί­η­ση της εμπο­ρευ­μα­το­ποι­η­μέ­νης ΙΥΑ και της παρέν­θε­της μητρό­τη­τας ουσια­στι­κά ανοί­γει συνει­δη­σια­κά, κοι­νω­νι­κά και ιδε­ο­λο­γι­κά τον δρό­μο και για τέτοια εξέλιξη.

Η ατο­μι­κή θέλη­ση «να έχω παι­δί» ανα­γνω­ρί­ζε­ται εντε­λώς ανε­ξάρ­τη­τη από τις αντι­κει­με­νι­κές δυνα­τό­τη­τες πραγ­μα­το­ποί­η­σής της και τα φυσι­κά όρια που αυτή έχει. Δηλα­δή, είναι άλλο η αξιο­ποί­η­ση της ΙΥΑ σε ζευ­γά­ρια που έχουν πρό­βλη­μα υπο­γο­νι­μό­τη­τας, παίρ­νο­ντας όλα τα ανα­γκαία μέτρα προ­στα­σί­ας της υγεί­ας, κυρί­ως της γυναί­κας, που υπο­βάλ­λε­ται σε συνε­χείς ορμο­νο­θε­ρα­πεί­ες, και άλλο η επέ­κτα­ση αυτής της δυνα­τό­τη­τας σε όποιον και όπο­τε το θέλει, για όσες φορές το θέλει, ανε­ξαρ­τή­τως φύλου, ηλι­κί­ας κ.λπ.

Το ερώ­τη­μα που προ­κύ­πτει είναι το εξής: Τι θα είναι ένας άνθρω­πος που θα έχει δημιουρ­γη­θεί με απο­κλει­στι­κά τεχνη­τούς όρους σε συν­θή­κες εργα­στη­ρί­ου; Αναι­ρεί­ται ή όχι ο κοι­νω­νι­κο-βιο­λο­γι­κός χαρα­κτή­ρας του ανθρώ­που; Ο,τι είναι τεχνη­τά δυνα­τό είναι και κοι­νω­νι­κά ανα­γκαίο και για ποιον σκο­πό; Ειδι­κά σε συν­θή­κες που κυριαρ­χούν οι καπι­τα­λι­στι­κές σχέ­σεις παρα­γω­γής, το κυνή­γι του μέγι­στου κέρ­δους και το «κοι­νω­νι­κά» ανα­γκαίο πρέ­πει να αντι­με­τω­πι­στεί με όρους που υπο­βάλ­λει η καπι­τα­λι­στι­κή εκμετάλλευση.

Η υπε­ρά­σπι­ση της κοι­νω­νι­κο-βιο­λο­γι­κής ουσί­ας του ανθρώ­που από τη σκο­πιά του μαρ­ξι­σμού και του δια­λε­κτι­κού υλι­σμού έχει δύο λοι­πόν πλευ­ρές. Η μια αφο­ρά την υπε­ρά­σπι­ση της αντι­κει­με­νι­κής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας, της αντί­λη­ψης για την ουσία του ανθρώ­που, των κοι­νω­νι­κών του σχέ­σε­ων. Η άλλη αφο­ρά την ίδια την υπε­ρά­σπι­ση του ανθρώ­που, του εργα­ζό­με­νου ανθρώ­που, του άμε­σου παρα­γω­γού, ως υπο­κεί­με­νου της ίδιας της κοι­νω­νι­κής και ιστο­ρι­κής εξέλιξης.

Σε αυτά τα ζητή­μα­τα θα επανέλθουμε…

Πηγή: Ριζο­σπά­στης

 

Σαρλ Πιερ Μπω­ντλαίρ: Τ’ απα­γο­ρευ­μέ­να και τα επιλήψιμα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο