Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Το Δικαίωμα Υπέρβασης της Ανθρώπινης Φύσης

Με αφορ­μή την συζή­τη­ση για το νομο­σχέ­διο για τον γάμο και την τεκνο­θε­σία από ομό­φυ­λα ζευ­γά­ρια ανα­δη­μο­σιεύ­ου­με το άρθρο της ψυχο­λό­γου Βιβής Φατού­ρου, με τίτλο «Το δικαί­ω­μα υπέρ­βα­σης της Ανθρώ­πι­νης Φύσης».

Το άρθρο είναι δημο­σιευ­μέ­νο στην ιστο­σε­λί­δα tomov.gr με πρό­λο­γο της Στέλ­λας Σάμου, ο οποί­ος ανα­δη­μο­σιεύ­ε­ται επί­σης. Ο πρό­λο­γος, καθώς και το άρθρο, απη­χούν τις από­ψεις των συντα­κτών τους.

Παρα­θέ­του­με τον πρό­λο­γο και το άρθρο:

«Στο εξαι­ρε­τι­κό άρθρο της η Βιβή Φατού­ρου θέτει το ερώ­τη­μα: “Πώς από την υπερ­βο­λή της αγιο­ποί­η­σης της μητρό­τη­τας κοντεύ­ου­με να οδη­γη­θού­με στο ότι η γυναί­κα που κυο­φο­ρεί και γεν­νά­ει το μωρό δεν έχει καμία νομι­κή, κοι­νω­νι­κή, ψυχο­λο­γι­κή, βιο­λο­γι­κή ή άλλη σημα­σία; Στις μέρες μας ο ισχυ­ρι­σμός ότι η μητέ­ρα ανα­πτύσ­σει ισχυ­ρό δεσμό και συντο­νι­σμό με το βρέ­φος κατά τη διάρ­κεια της εγκυ­μο­σύ­νης εκλαμ­βά­νε­ται σχε­δόν ως ομο­φο­βι­κή, σεξι­στι­κή ή ιδε­ο­λο­γι­κή θέση ενώ είναι απλώς η πραγματικότητα.

Πώς γίνε­ται όμως οι αλλα­γές που όντως συμ­βαί­νουν στον εγκέ­φα­λο άλλων προ­σώ­πων που φρο­ντί­ζουν το μωρό (π.χ. πατέ­ρας) να είναι ισά­ξιες ή υπέρ­τε­ρες των αλλα­γών που συμ­βαί­νουν στο μυα­λό και στο σώμα της γυναί­κας που το κυο­φο­ρεί για 9 μήνες; Ποιον προ­σβάλ­λει αυτή η αυτο­νό­η­τη επι­σή­μαν­ση; Ποιος σκέ­φτη­κε ότι είναι δυνα­τόν να αλλά­ξου­με τα ανθρω­πο­λο­γι­κά δεδο­μέ­να προ­κει­μέ­νου κάποιοι να μη θίγονται;”.

Πριν τρία χρό­νια, όταν ήταν έντο­νος ο δημό­σιος διά­λο­γος σχε­τι­κά με την υπο­χρε­ω­τι­κή συνε­πι­μέ­λεια, τη γονεϊ­κό­τη­τα, τη μητρό­τη­τα και την πατρό­τη­τα, δια­φαι­νό­ταν αρκε­τά ξεκά­θα­ρα ότι στο υπό­βα­θρο της όλης συζή­τη­σης ήταν η προ­ώ­θη­ση της πλή­ρους απα­ξί­ω­σης της μητρό­τη­τας και ταυ­τό­χρο­να της υπέρ­με­τρης ανά­δει­ξης της πατρό­τη­τας, που συμπυ­κνώ­θη­κε στη φρά­ση δημο­σιο­γρά­φου, πρω­τα­γω­νι­στή του λόμπι των πατε­ρά­δων και προ­νο­μιού­χου συνο­μι­λη­τή του τότε Υπουρ­γού Δικαιο­σύ­νης: “Μα καλά για εννέα μήνες ενοί­κιο θα πλη­ρώ­νω μια ζωή;”, μία φρά­ση που σφη­νώ­θη­κε στο μυα­λό κάθε γυναί­κας ως ένα δηλη­τη­ριώ­δες αγκάθι.

Τότε, η απα­ξί­ω­ση της μητρό­τη­τας γινό­ταν στο όνο­μα της “ισό­τη­τας των φύλων” στην προ­σπά­θεια περαι­τέ­ρω ενδυ­νά­μω­σης των ανδρών, απο­δί­δο­ντάς τους επι­πλέ­ον προ­νό­μια και δικαιώ­μα­τα, όχι όμως και υπο­χρε­ώ­σεις. Τότε οι φεμι­νι­στι­κές οργα­νώ­σεις στο σύνο­λό τους είχαν αντι­δρά­σει ανα­δει­κνύ­ο­ντας την alt right κουλ­τού­ρα πάνω στην οποία στη­ρι­ζό­ταν η προ­σπά­θεια επα­να­φο­ράς της φιγού­ρας του “πατέ­ρα αφέ­ντη”, μέσα από την αντι­με­ταρ­ρύθ­μι­ση του Οικο­γε­νεια­κού Δικαίου.

Σήμε­ρα, στον δημό­σιο διά­λο­γο επα­νέρ­χε­ται με μοντέρ­νο τεχνο­λο­γι­κά τρό­πο το ζήτη­μα του ελέγ­χου των ανα­πα­ρα­γω­γι­κών λει­τουρ­γιών των γυναι­κών, μέσω της παρέν­θε­της μητρό­τη­τας, εγκα­θι­δρύ­ο­ντας την “αντι­κει­με­νο­ποί­η­ση” του γυναι­κεί­ου σώμα­τος και οδη­γώ­ντας στην εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­σή του, γεγο­νός που προ­κα­λεί μια νέα ιδιό­τυ­πη δου­λε­μπο­ρία εις βάρος τους. Μάλι­στα, σήμε­ρα δεν είμα­στε απλά αντι­μέ­τω­πες με την απα­ξί­ω­ση της μητρό­τη­τας, αλλά την απα­λοι­φή αυτής.

Δεν είναι καθό­λου αθώα η επι­λο­γή του όρου, που τεί­νει να επι­κρα­τή­σει, “παρέν­θε­τη κυο­φο­ρού­σα” αντί του ορθού “παρέν­θε­τη μητρό­τη­τα”, καθώς εκφρά­ζει τη βού­λη­ση, όσων την χρη­σι­μο­ποιούν, να απο­κο­πεί η μήτρα από το σύνο­λο των λει­τουρ­γιών του σώμα­τος της γυναί­κας και την ψυχο­σύν­θε­σή της, εκλαμ­βά­νο­ντας τη μήτρα ως ένα “φούρ­νο” παρα­γω­γής μωρών, καθο­δη­γώ­ντας μας έτσι σε λογι­κές “απαν­θρω­ποί­η­σης” των γυναικών.

Αυτή τη φορά η πρό­φα­ση, ακό­μη για κόμ­μα­τα της αρι­στε­ράς, είναι η “ισό­τη­τα των πολι­τών”, δεί­χνο­ντας “ανέ­με­λα” ότι δεν αντι­λαμ­βά­νο­νται ότι οι έννοιες “ισό­τη­τα” και “δια­φο­ρε­τι­κό­τη­τα” δεν είναι αντι­θε­τι­κές, ή μήπως, εντε­λώς κυνι­κά, εννο­ούν ισό­τη­τα στη δυνα­τό­τη­τα εκμε­τάλ­λευ­σης του γυναι­κεί­ου σώματος;

Παρα­κά­τω το άρθρο της Βιβής Φατού­ρου από το ιστο­λό­γιό της, “Ψυχο­λο­γώ”:

1. Βιο­λο­γι­κός περιο­ρι­σμός ή κοι­νω­νι­κή αδι­κία; Το παρά­δειγ­μα της παρέν­θε­της μητρότητας

Σήμε­ρα πλέ­ον το να μην μπο­ρεί μία γυναί­κα μετά από μια συγκε­κρι­μέ­νη ηλι­κία να τεκνο­ποι­ή­σει, δεν γίνε­ται αντι­λη­πτό ως ανα­πό­φευ­κτος περιο­ρι­σμός της φύσης ή της βιο­λο­γί­ας, αλλά ως κοι­νω­νι­κή αδι­κία ή κάποιου είδους κατα­πί­ε­ση. Όπως και το να μην μπο­ρούν δύο άντρες μετα­ξύ τους να κυο­φο­ρή­σουν και να γεν­νή­σουν ένα παι­δί, επί­σης δεν θεω­ρεί­ται περιο­ρι­σμός της φύσης ή της βιο­λο­γί­ας, αλλά κοι­νω­νι­κή αδι­κία. Και στους και­ρούς που μεγά­λες ομά­δες του πλη­θυ­σμού ασπά­ζο­νται την πολι­τι­κή θρη­σκεία των “ατο­μι­κών ανθρω­πί­νων δικαιω­μά­των” οι προ­α­να­φερ­θεί­σες αδι­κί­ες πρέ­πει πάση θυσία να αποκατασταθούν.

Σύμ­φω­να με κάποιες αντι­λή­ψεις, κανέ­νας φυσι­κός, ηθι­κός, κοι­νω­νι­κός ή άλλος περιο­ρι­σμός δεν πρέ­πει να εμπο­δί­ζει την ικα­νο­ποί­η­ση των ατο­μι­κών επι­θυ­μιών. Ιδί­ως μάλι­στα όταν κάποιος έχει τη δυνα­τό­τη­τα να κατα­βάλ­λει το χρη­μα­τι­κό αντί­τι­μο για την ικα­νο­ποί­η­σή τους. Κατά συνέ­πεια κάθε όριο ή περιο­ρι­σμός, φυσι­κός ή κοι­νω­νι­κός, θεω­ρεί­ται εξ ορι­σμού προ­βλη­μα­τι­κός και επι­χει­ρεί­ται η κατάρ­γη­ση ή υπερ­κέ­ρα­σή του.

Η ιατρι­κώς υπο­βοη­θού­με­νη ανα­πα­ρα­γω­γή δια­μέ­σου παρέν­θε­της μητρό­τη­τας αρχι­κά απευ­θύν­θη­κε σε γυναί­κες που για ιατρι­κούς λόγους δεν μπο­ρού­σαν να τεκνο­ποι­ή­σουν. Μια ιατρι­κή πρα­κτι­κή που από την πρώ­τη στιγ­μή της εμφά­νι­σής της μέχρι σήμε­ρα (και όχι μόνο όταν άρχι­σε να επε­κτεί­νε­ται στα ομό­φυ­λα ζευ­γά­ρια) προ­κά­λε­σε σφο­δρή κρι­τι­κή, αντιρ­ρή­σεις και ενστά­σεις κυρί­ως από φεμι­νί­στριες που επι­σή­μα­ναν την εκμε­τάλ­λευ­ση των γυναι­κών, την αντι­κει­με­νο­ποί­η­ση του γυναι­κεί­ου σώμα­τος και την εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση των παιδιών.

Για παρά­δειγ­μα η Julie Bindel, φεμι­νί­στρια και ακτι­βί­στρια ενά­ντια στη βία κατά των γυναι­κών, στην ανά­λυ­σή της για το θέμα απο­φαί­νε­ται με ιδιαί­τε­ρα σκλη­ρό τρό­πο για την παρέν­θε­τη μητρό­τη­τα απο­κα­λώ­ντας την βδέ­λυγ­μα και όχι “δικαί­ω­μα” για τους όποιους εντε­ταλ­μέ­νους γονείς ανε­ξάρ­τη­τα από το φύλο στο οποίο εκεί­νοι ανήκουν.

Η φιλο­σο­φι­κή λογι­κή και ηθι­κή νομι­μο­ποί­η­ση πίσω από την παρέν­θε­τη μητρό­τη­τα όταν απευ­θύ­νε­ται σε γυναί­κες είναι ότι η επι­στή­μη, η ιατρι­κή, η τεχνο­λο­γία μπο­ρούν να συν­δρά­μουν στην απο­κα­τά­στα­ση μιας, ας την ονο­μά­σου­με, “ανω­μα­λί­ας”. Κάθε γυναί­κα υπο­τί­θε­ται ότι έχει τις βιο­λο­γι­κές “προ­δια­γρα­φές” να κυο­φο­ρή­σει και να τεκνο­ποι­ή­σει και όταν αυτό για κάποιο λόγο δεν συμ­βαί­νει πρό­κει­ται για “λάθος” της φύσης. Περί­που όπως όταν κάποιος γεν­νιέ­ται με ένα χέρι αντί για δύο. Και στην τελευ­ταία αυτή περί­πτω­ση η ιατρι­κή έχει επι­χει­ρή­σει να συν­δρά­μει απο­κα­θι­στώ­ντας το άκρο που λεί­πει, ενώ σε καμία περί­πτω­ση δεν θα σκε­φτό­ταν να ασχο­λη­θεί με την επι­θυ­μία κάποιου να είχε ένα τρί­το άνω άκρο πέραν των δύο με τα οποία γεν­νή­θη­κε. Ίσως μάλι­στα μια τέτοια επι­θυ­μία κάπο­τε να θεω­ρεί­το ότι στε­ρεί­ται λογι­κής. Και λέμε κάπο­τε για­τί σήμε­ρα η επι­θυ­μία να απο­κτή­σει κάποιος ένα μέλος που δεν προ­βλέ­πε­ται από την ανα­το­μία και φυσιο­λο­γία του σώμα­τός του (π.χ. μια γυναί­κα να απο­κτή­σει πέος) δεν θεω­ρεί­ται παράλογη.

“Κανέ­νας φυσι­κός, ηθι­κός, κοι­νω­νι­κός ή άλλος περιο­ρι­σμός δεν πρέ­πει να εμπο­δί­ζει την ικα­νο­ποί­η­ση των ατο­μι­κών επιθυμιών”.

Για να επι­στρέ­ψου­με στην παρέν­θε­τη μητρό­τη­τα, όταν στη συζή­τη­ση μπαί­νει η επέ­κτα­σή της για ένα ζευ­γά­ρι αντρών, οι υπο­στη­ρι­κτές της εισά­γουν μια αλλα­γή παρα­δείγ­μα­τος, μια φιλο­σο­φι­κή μετα­στρο­φή θα λέγα­με κατά την οποία η ιατρι­κή επι­στή­μη από παρέμ­βα­ση για απο­κα­τά­στα­ση μιας “ανω­μα­λί­ας”, που λέγα­με παρα­πά­νω, μετα­τρέ­πε­ται σε παρέμ­βα­ση για απο­κα­τά­στα­ση μιας “αδι­κί­ας”. Η ανθρώ­πι­νη φύση με τον τρό­πο αυτό καθί­στα­ται προ­βλη­μα­τι­κή, δηλα­δή νοη­μα­το­δο­τεί­ται ως πρό­βλη­μα που χρειά­ζε­ται θερα­πεία. Η Mary Harrington στο άρθρο της “How surrogacy is transforming medicine” ανα­πτύσ­σει ανα­λυ­τι­κά αυτή τη θέση ισχυ­ρι­ζό­με­νη ότι μέχρι χτες η ιατρι­κή θα αντι­με­τώ­πι­ζε τους άντρες που δεν μπο­ρούν να κάνουν μετα­ξύ τους παι­δί ως κάτι φυσιο­λο­γι­κό (είναι δύο άντρες, φυσι­κά και δεν μπο­ρούν να τεκνο­ποι­ή­σουν, δεν υπάρ­χει κάποιο πρό­βλη­μα εδώ). Σήμε­ρα αυτή η φυσιο­λο­γι­κή “ανι­κα­νό­τη­τα” δεν γίνε­ται αντι­λη­πτή ως τέτοια αλλά ως ιατρι­κό ζήτη­μα που απαι­τεί θεραπεία.

Πώς απο­κα­θί­στα­ται λοι­πόν αυτή η αδι­κία, πώς ικα­νο­ποιεί­ται το νεο­α­να­κα­λυ­φθέν “δικαί­ω­μα στη γονεϊ­κό­τη­τα” για όλους, ανε­ξάρ­τη­τα από τη δυνα­τό­τη­τά τους να φέρουν στον κόσμο παι­διά; Μα με την ίση και πλή­ρη πρό­σβα­ση όλων στην αγο­ρά φυσι­κά. Στην οποία αγο­ρά μια γυναί­κα μπο­ρεί να αγο­ρά­σει ξένα ωάρια και ένα ζευ­γά­ρι ανδρών να ενοι­κιά­σει μία μήτρα. Για­τί βέβαια είναι αφε­λές να μιλά­με για ανθρω­πι­στι­κή ή αλτρουι­στι­κή πρα­κτι­κή όταν η κανο­νι­κό­τη­τα επα­να­νοη­μα­το­δο­τεί­ται ως εμπό­διο στην ανθρώ­πι­νη επι­θυ­μία και οι ιατρι­κές υπη­ρε­σί­ες διευ­ρύ­νο­νται από την απο­κα­τά­στα­ση ενός ιατρι­κού προ­βλή­μα­τος στην αντι­με­τώ­πι­ση της κανο­νι­κής ανθρώ­πι­νης φυσιο­λο­γί­ας ως ένα πρό­βλη­μα που μπο­ρεί να απο­κα­τα­στα­θεί ιατρι­κά με το σχε­τι­κό υψη­λό αντίτιμο.

Μιλά­με συχνά για τη βιο­πο­λι­τι­κή σαν να είναι κάτι και­νούρ­γιο ενώ είναι αρκε­τά παλιό. Ήδη όταν εισή­χθη στην αγο­ρά το αντι­συλ­λη­πτι­κό χάπι για τις γυναί­κες, όπως μας λέει η Harrington, “τόσο η αρι­στε­ρά όσο και η φιλε­λεύ­θε­ρη δεξιά συμ­φώ­νη­σαν καταρ­χήν στη βασι­κή «μεταν­θρω­πι­στι­κή» ιδέα να χρη­σι­μο­ποιεί­ται η ιατρι­κή τεχνο­λο­γία όχι για να διορ­θω­θεί κάτι, όπως για παρά­δειγ­μα μια μόλυν­ση, αλλά εκ του περισ­σού, για να βελ­τιω­θούν κατά βού­λη­ση οργα­νι­κές λει­τουρ­γί­ες που κατά τα άλλα λει­τουρ­γούν όπως θα έπρε­πε να λει­τουρ­γούν (στη συγκε­κρι­μέ­νη περί­πτω­ση η φυσιο­λο­γι­κή γονιμότητα)”.

Για ένα μέρος του “προ­ο­δευ­τι­κού” κόσμου (κατά κύριο λόγο για το λεγό­με­νο ακραίο κέντρο και τη λεγό­με­νη woke αρι­στε­ρά) η κοι­νω­νία οφεί­λει να παρέ­χει από­λυ­τη ισό­τη­τα με όρους εξι­σω­τι­σμού ακό­μα και αν αυτό σημαί­νει επέ­κτα­ση της εμβέ­λειας των αγο­ρών όχι μόνο στις ανθρώ­πι­νες σχέ­σεις, αλλά και στα ίδια τα ανθρώ­πι­να σώμα­τα και τις σωμα­τι­κές λει­τουρ­γί­ες. Πώς εξα­σφα­λί­ζε­ται όμως πλή­ρης ισό­τη­τα στην τεκνο­ποί­η­ση όταν είναι η βιο­λο­γία και όχι η κοι­νω­νία αυτό που εμπο­δί­ζει δύο άντρες να κάνουν παι­δί; Παρο­χή πλή­ρους ισό­τη­τας εδώ, όπως δια­βά­ζου­με στο άρθρο Syriza’s gay leader plans surrogacy baby, θα σήμαι­νε την παρο­χή της μήτρας μιας τρί­της πλευ­ράς, θα σήμαι­νε το νόμι­μο δικαί­ω­μα να προ­μη­θεύ­ε­ται κανείς υπη­ρε­σί­ες κύη­σης στην ελεύ­θε­ρη αγορά.

Σχε­τι­κό θέμα:

Ο δικαιω­μα­τι­σμός, η κουλ­τού­ρα της αφύ­πνι­σης και η πολι­τι­κή ορθό­τη­τα ως βασι­κή ιδε­ο­λο­γία δια­μόρ­φω­σης, πλαι­σί­ω­σης και ηθι­κής νομι­μο­ποί­η­σης της νέας μορ­φής στην οποία μετα­σχη­μα­τί­ζε­ται ο καπι­τα­λι­σμός σε αυτή την ιστο­ρι­κή του φάση.

Η Woke Κουλ­τού­ρα ως Κυρί­αρ­χη Ιδε­ο­λο­γία της Μετα-ανθρώ­πι­νης Κοινωνίας.

Φαί­νε­ται δηλα­δή πως άπαξ και μια οποια­δή­πο­τε ανθρώ­πι­νη επι­θυ­μία ονο­μα­στεί δικαί­ω­μα τότε κάθε προ­ο­δευ­τι­κός υπο­τί­θε­ται άνθρω­πος θα πρέ­πει να το υπο­στη­ρί­ξει όπως οι πιστοί (οι φανα­τι­κοί κιό­λας) στη­ρί­ζουν απα­ρέ­γκλι­τα κάθε επι­τα­γή της θρη­σκεί­ας τους. Προ­κύ­πτουν βέβαια κάποια ερω­τή­μα­τα. Για­τί όχι αργό­τε­ρα να μην έχει κάποιος το δικαί­ω­μα να που­λή­σει (συναι­νε­τι­κά εννο­εί­ται) τους νεφρούς ή το συκώ­τι του (προς το παρόν συμ­βαί­νει παρά­νο­μα); Ή ακό­μα να φάει ανθρώ­πι­νο κρέ­ας εφό­σον βεβαί­ως στο όνο­μα της αυτο­διά­θε­σης κάποιος συμ­φω­νή­σει να φαγω­θεί (επί­σης έχει συμ­βεί). Η κατά­λη­ξη είναι να θεω­ρεί­ται η ικα­νο­ποί­η­ση του εκά­στο­τε δικαιώ­μα­τος εκ των ων ουκ άνευ ανε­ξάρ­τη­τα από το ηθι­κό ή μη περιε­χό­με­νο του ίδιου του δικαιώματος.

Για­τί βεβαί­ως η συζή­τη­ση περί ηθι­κής είναι παρω­χη­μέ­νη. Στη μετα­μο­ντέρ­να, απο­μα­γευ­μέ­νη και αποϊ­ε­ρο­ποι­η­μέ­νη επο­χή μας η ηθι­κή είναι μια έννοια απαρ­χαιω­μέ­νη και περιο­ρι­στι­κή. Οι κατη­γο­ρί­ες ηθικό/ανήθικο, καλό/κακό, σωστό/λάθος που υπο­τί­θε­ται θεσπί­ζουν αυθαί­ρε­τα θεμέ­λια ή έστω κρι­τή­ρια που επι­βάλ­λουν περιο­ρι­σμούς στην ατο­μι­κή ελευ­θε­ρία, στα πλαί­σια της μετα­μο­ντέρ­νας λογι­κής σχετικοποιούνται.

Με αυτά τα δεδο­μέ­να και επει­δή όλα είναι σχε­τι­κά θα πρέ­πει, όπως μας λέει η Bindel ειρω­νευό­με­νη, να είμα­στε ανε­κτι­κοί και να απο­δε­χό­μα­στε τα πάντα, από την πολυ­συ­ντρο­φι­κό­τη­τα και την εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση του σεξ ως τη σχε­τι­κο­ποί­η­ση της ηλι­κί­ας συναί­νε­σης για σεξ και την ανα­βά­πτι­ση της πορ­νεί­ας ως “σεξερ­γα­σί­ας”. Δια­φο­ρε­τι­κά κιν­δυ­νεύ­ου­με να κατη­γο­ρη­θού­με για κρά­ξι­μο (shaming) και ηθικισμό.

Για τον φιλε­λεύ­θε­ρο φεμι­νι­σμό η απαλ­λα­γή των γυναι­κών από τους “περιο­ρι­σμούς” του γυναι­κεί­ου σώμα­τος είναι ένας από τους θεμέ­λιους λίθους της γυναι­κεί­ας απε­λευ­θέ­ρω­σης. Με βάση αυτή τη γραμ­μή σκέ­ψης είναι λογι­κό να αγκα­λιά­ζει με ενθου­σια­σμό κάθε ιδε­ο­λο­γία και πρα­κτι­κή που υπό­σχε­ται να απαλ­λά­ξει τις γυναί­κες από “ανε­πι­θύ­μη­τες” πλευ­ρές της βιο­λο­γί­ας τους, όπως είναι η θεω­ρία του κοι­νω­νι­κού φύλου (gender theory), η απο­σύν­δε­ση σεξ και ανα­πα­ρα­γω­γής, η πρα­κτι­κή της παρέν­θε­της μητρό­τη­τας ή ακό­μα και η προ­ο­πτι­κή να συλ­λαμ­βά­νο­νται και να κυο­φο­ρού­νται τα παι­διά έξω από το γυναι­κείο σώμα σε τεχνη­τές μήτρες. Στο όνο­μα της προ­σω­πι­κής ελευ­θε­ρί­ας, των ατο­μι­κών δικαιω­μά­των και της αυτο­διά­θε­σης φυσικά.

Θα έπρε­πε άρα­γε να μπει ένα όριο σε όλα αυτά; Θα έπρε­πε για παρά­δειγ­μα να μπει ένα φρέ­νο στο πόσο η αγο­ρά μπο­ρεί να διεισ­δύ­σει στα ανθρώ­πι­να σώμα­τα υπό το πρό­σχη­μα της ισό­τη­τας; Θα ήμα­σταν πολύ συντη­ρη­τι­κοί αν συζη­τού­σα­με τη θέσπι­ση περιο­ρι­σμών στις εφαρ­μο­γές της επι­στή­μης; Θα ήμα­σταν πολύ σκο­τα­δι­στές αν αμφι­σβη­τού­σα­με τη διά­χυ­τη κουλ­τού­ρα προ­ο­δευ­τι­σμού; Θα ήμα­σταν πολύ αντι­δρα­στι­κοί αν επα­να­ξιο­λο­γού­σα­με το τι συνι­στά γυναι­κεία απε­λευ­θέ­ρω­ση και αμφι­σβη­τού­σα­με τον τεχνο­λο­γι­κό ντε­τερ­μι­νι­σμό; Θα ήμα­σταν πολύ συνω­μο­σιο­λό­γοι αν υπο­στη­ρί­ζα­με ότι η απο­σύν­δε­ση της ανθρώ­πι­νης ύπαρ­ξης από τη βιο­λο­γι­κή συνι­στώ­σα της έχει ανοί­ξει το δρό­μο του μετανθρωπισμού;

“Η ανθρώ­πι­νη φύση …καθί­στα­ται προ­βλη­μα­τι­κή, δηλα­δή νοη­μα­το­δο­τεί­ται ως πρό­βλη­μα που χρειά­ζε­ται θεραπεία”.

2. Για­τί δεν μιλά­νε οι ψυχο­λό­γοι; Για­τί δεν μιλά­νε οι ειδικοί;

Πολ­λοί ανα­ρω­τιού­νται εύλο­γα για­τί σε μια σει­ρά από ευαί­σθη­τα κοι­νω­νι­κά θέμα­τα οι ψυχο­λό­γοι απο­φεύ­γουν να τοπο­θε­τη­θούν. Τι θα είχαν όμως να πουν οι ψυχο­λό­γοι; Οι περισ­σό­τε­ροι ομνύ­ουν στην “πρό­ο­δο” και έχουν εκπαι­δευ­τεί στα πλαί­σια ενός ατο­μι­κι­στι­κού νεο­φι­λε­λεύ­θε­ρου μοντέ­λου με πυρή­να την αυτο­πραγ­μά­τω­ση και την ικα­νο­ποί­η­ση των ατο­μι­κών επι­θυ­μιών. Και εκεί­νοι που αντι­λαμ­βά­νο­νται τις αντι­φά­σεις, την πολυ­πλο­κό­τη­τα και συν­θε­τό­τη­τα των ανθρώ­πι­νων και κοι­νω­νι­κών ζητη­μά­των, συνή­θως σιω­πούν από φόβο να μην περι­θω­ριο­ποι­η­θούν ή στιγ­μα­τι­στούν. Και βεβαί­ως υπάρ­χουν και κάποιοι που απο­φεύ­γουν να πάρουν ξεκά­θα­ρη θέση (αν υπο­θέ­σου­με ότι έχουν…) προ­σβλέ­πο­ντας απλώς στην από­κτη­ση μερι­δί­ου στις νέες αγο­ρές που ανοί­γο­νται (π.χ. νεα­ρά άτο­μα με “δυσφο­ρία φύλου”, παι­διά ομό­φυ­λων γονέ­ων που δέχο­νται bullying κ.λπ.). Τέλος, κάποιοι “ειδι­κοί” που επι­λέ­γουν να μιλή­σουν, ως άλλοι ιερείς, ψελ­λί­ζουν αφη­ρη­μέ­νες απο­λί­τι­κες φιλο­λο­γί­ες περί ανθρω­πι­σμού και δικαιω­μά­των, ότι όλοι είμα­στε άνθρω­ποι και ότι το μόνο που χρειά­ζο­νται τα παι­διά είναι αγά­πη και κάπου εκεί τελειώ­νει η κουβέντα.

Έχει απο­φαν­θεί η επι­στή­μη μάς λένε κάποιοι. Για παρά­δειγ­μα η Αμε­ρι­κα­νι­κή Ψυχο­λο­γι­κή Εται­ρεία (APA) έχει επι­σή­μως δια­τυ­πώ­σει τη θέση ότι οι ομο­φυ­λό­φι­λοι είναι εξί­σου κατάλ­λη­λοι και ικα­νοί γονείς όσο και οι ετε­ρο­φυ­λό­φι­λοι. Πόσες άλλες φορές στο παρελ­θόν όμως έχει απο­φαν­θεί η επι­στή­μη της ψυχο­λο­γί­ας και της ψυχια­τρι­κής εξυ­πη­ρε­τώ­ντας συγκε­κρι­μέ­νες ατζέ­ντες; Μήπως δεν ήταν ακρι­βώς το ίδιο αυτό θεσμι­κό όργα­νο που μαζί με το αντί­στοι­χο ψυχια­τρι­κό μέχρι το 1973 θεω­ρού­σαν την ομο­φυ­λο­φι­λία ψυχια­τρι­κή διαταραχή;

Για κάθε κοι­νω­νι­κό ζήτη­μα που εμφα­νί­ζε­ται στο προ­σκή­νιο προ­φα­νώς και θα βρει κανείς ερευ­νη­τι­κά δεδο­μέ­να να υπο­στη­ρί­ξει όλες τις θέσεις. Ας μην ξεχνά­με ότι στο παρελ­θόν έχει υπάρ­ξει “επι­στη­μο­νι­κή” τεκ­μη­ρί­ω­ση κάθε σκο­τει­νής ιδε­ο­λο­γί­ας με την υπο­στή­ρι­ξη της κατω­τε­ρό­τη­τας των μαύ­ρων και των γυναι­κών ως τα πλέ­ον χαρα­κτη­ρι­στι­κά παρα­δείγ­μα­τα φυσι­κο­ποί­η­σης και κανο­νι­κο­ποί­η­σης βολι­κών ανι­σορ­ρο­πιών δύνα­μης. Η κοι­νω­νι­κή επι­στή­μη ποτέ δεν είναι απαλ­λαγ­μέ­νη από ιδε­ο­λο­γία. Αντί να πιστεύ­ου­με αφε­λώς ότι κινεί­ται απα­ρέ­γκλι­τα προς την ανα­κά­λυ­ψη της “αλή­θειας” με γνώ­μο­να το καλό της “ανθρω­πό­τη­τας”, καλύ­τε­ρα να ανα­ρω­τη­θού­με ποιος καθο­ρί­ζει κάθε φορά την κυρί­αρ­χη επι­στη­μο­νι­κή θέση και τι είναι αυτό το περί­φη­μο επι­στη­μο­νι­κό consensus.

“Η κοι­νω­νι­κή επι­στή­μη ποτέ δεν είναι απαλ­λαγ­μέ­νη από ιδεολογία”.

Αντί να προ­σπα­θού­με να απο­δεί­ξου­με “επι­στη­μο­νι­κά” ότι οι ομο­φυ­λό­φι­λοι γίνο­νται εξί­σου καλοί ή καλύ­τε­ροι γονείς από τους ετε­ρο­φυ­λό­φι­λους, ίσως θα ήταν καλύ­τε­ρα να αφή­σου­με απέ­ξω την επι­στή­μη και να παρα­δε­χτού­με ότι έχου­με να κάνου­με όχι με επι­στη­μο­νι­κή αντι­πα­ρά­θε­ση, αλλά με σφο­δρή πολι­τι­κή σύγκρου­ση μετα­ξύ ριζι­κά δια­φο­ρε­τι­κών κοσμο­α­ντι­λή­ψε­ων. Οι αντι­μα­χό­με­νες πλευ­ρές χρη­σι­μο­ποιούν “επι­στη­μο­νι­κά” επι­χει­ρή­μα­τα όταν και όπου τις συμ­φέ­ρει, απο­φεύ­γο­ντας τεχνηέ­ντως την ανα­φο­ρά σε ερευ­νη­τι­κά δεδο­μέ­να που δεί­χνουν τα αντί­θε­τα από τις πολι­τι­κές επι­διώ­ξεις τους. Για παρά­δειγ­μα, όταν κάποιος θέλει να υπο­στη­ρί­ξει τη φυλο­με­τά­βα­ση των ανη­λί­κων αγνο­εί, υπο­βαθ­μί­ζει ή απο­κρύ­πτει μελέ­τες που δεί­χνουν ανθρώ­πους να δια­κό­πτουν ή αντι­στρέ­φουν τη φυλο­με­τά­βα­σή τους. Ή όταν κάποιος θέλει να υπο­στη­ρί­ξει ότι η βιο­λο­γι­κή σύν­δε­ση του παι­διού με τους γονείς του είναι ήσσο­νος σημα­σί­ας αγνο­εί, υπο­βαθ­μί­ζει ή απο­κρύ­πτει έρευ­νες που δεί­χνουν ότι τα παι­διά που μεγα­λώ­νουν με τους βιο­λο­γι­κούς γονείς τους μεγα­λώ­νουν πλη­ρέ­στε­ρα. Και αντι­στρό­φως βεβαίως.

Τις περισ­σό­τε­ρες φορές, πίσω από κάθε “επι­στη­μο­νι­κή” δια­μά­χη μαί­νε­ται ένας σφο­δρό­τα­τος αγώ­νας για επι­κρά­τη­ση, με την επι­στή­μη να χρη­σι­μο­ποιεί­ται ως ένα ισχυ­ρό­τα­το ιδε­ο­λο­γι­κό εργα­λείο. Στην επο­χή δε της απο­θέ­ω­σης του ορθο­λο­γι­σμού και επι­στη­μο­νι­σμού, η πίστη στην (κυρί­αρ­χη…) επι­στή­μη έχει υπο­κα­τα­στή­σει στις συλ­λο­γι­κές συνει­δή­σεις την πίστη στο θεό με απο­τέ­λε­σμα όσοι την προ­σεγ­γί­ζουν κρι­τι­κά να συγκα­τα­λέ­γο­νται αυτο­μά­τως στους σύγ­χρο­νους άπι­στους και αμαρ­τω­λούς ή με μια άλλη ορο­λο­γία στους αγράμ­μα­τους, θρη­σκό­λη­πτους, σκο­τα­δι­στές και ψεκασμένους.

Και εξάλ­λου όπως έχου­με δει σε όλες τις σύγ­χρο­νες ιδε­ο­λο­γι­κές δια­μά­χες, από την υγειο­νο­μι­κή κρί­ση μέχρι το γάμο των ομο­φύ­λων, αν παρ’ ελπί­δα η κατη­γο­ρία για αντιε­πι­στη­μο­νι­κό­τη­τα απο­τύ­χει να φιμώ­σει την αντί­θε­τη άπο­ψη, υπάρ­χει πάντα και το βαρύ πυρο­βο­λι­κό: Η κατη­γο­ρία για εχθρο­πά­θεια, φανα­τι­σμό και φασισμό.

“Δεν είναι κάθε ένστα­ση στην παρέν­θε­τη μητρό­τη­τα για ομό­φυ­λα ζευ­γά­ρια ομο­φο­βι­κή, όπως δεν είναι κάθε ένστα­ση ή κρι­τι­κή στην έκτρω­ση μισο­γυ­νι­κή. Δεν είναι κάθε ένστα­ση στην απε­λευ­θέ­ρω­ση των παρα­δο­σια­κών δομών της οικο­γέ­νειας ομο­φο­βι­κή, ούτε κάθε κρι­τι­κή προ­σέγ­γι­ση της έννοιας της αυτο­διά­θε­σης σεξι­στι­κή. Δεν είναι ομο­φο­βι­κό να πεις ότι ένα ζευ­γά­ρι ανδρών δεν μπο­ρεί να κάνει παι­διά, ούτε τραν­σφο­βι­κό ότι μόνο οι γυναί­κες μπο­ρούν να κάνουν παι­διά, είναι η πραγματικότητα”.

3. Ποιο μοντέ­λο οικο­γέ­νειας είναι το καλύτερο;

Οι ουσιο­κρα­τι­κές προ­σεγ­γί­σεις που θα υπο­στή­ρι­ζαν λόγου χάρη ότι η λεγό­με­νη πυρη­νι­κή οικο­γέ­νεια είναι το φυσιο­λο­γι­κό μοντέ­λο οικο­γέ­νειας απο­δο­μού­νται εύκο­λα με τα μετα­μο­ντέρ­να μεθο­δο­λο­γι­κά εργα­λεία. Και καλώς ενδε­χο­μέ­νως. Τι γίνε­ται όμως μετά την απο­δό­μη­ση; Βάζου­με φωτιά και την καί­με; Έστω ότι συμ­φω­νού­με όλοι ότι η “πυρη­νι­κή οικο­γέ­νεια” δεν είναι κάποιο μετα­φυ­σι­κό, υπε­ρι­στο­ρι­κό, δοσμέ­νο εκ θεού μοντέ­λο οικο­γέ­νειας. Πώς από αυτή τη βάσι­μη δια­πί­στω­ση φτά­νου­με στο συμπέ­ρα­σμα ότι είναι ένας εντε­λώς αυθαί­ρε­τος κοι­νω­νι­κός σχη­μα­τι­σμός ή ένας θεσμός επι­νοη­μέ­νος από την πατριαρχία/τον καπι­τα­λι­σμό απο­κλει­στι­κά και μόνο με σκο­πό να κατα­πιέ­σει τις γυναί­κες, τα παι­διά και τις μειονότητες;

Το σχή­μα “μητέ­ρα — πατέ­ρας — παι­διά” πατά­ει σε μερι­κά πολύ συγκε­κρι­μέ­να ανθρω­πο­λο­γι­κά δεδο­μέ­να. Πρώ­τον, ότι από κατα­βο­λής κόσμου απαι­τεί­ται ένας άντρας και μια γυναί­κα για να έρθουν στον κόσμο τα παι­διά και δεύ­τε­ρον ότι, δεδο­μέ­νης της πλή­ρους αδυ­να­μί­ας και εξάρ­τη­σης των βρε­φών, οι γεν­νή­το­ρές τους καλού­νται να τα υπο­στη­ρί­ξουν μέχρι εκεί­να να αναπτυχθούν.

Μα η κοι­νω­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα έχει αλλά­ξει, ισχυ­ρί­ζο­νται κάποιοι. Οι νοο­τρο­πί­ες έχουν αλλά­ξει, οι μορ­φές συμ­βί­ω­σης και οικο­γε­νεια­κό­τη­τας (και­νούρ­για λέξη) έχουν αλλά­ξει, η κοι­νω­νία προ­χω­ρά­ει (προ­ο­δεύ­ει…). Για παρά­δειγ­μα, το φύλο γίνε­ται αντι­λη­πτό ως ρευ­στό στις νεα­ρό­τε­ρες ηλι­κί­ες, ενώ ολο­έ­να και περισ­σό­τε­ροι άνθρω­ποι επι­λέ­γουν δια­φο­ρε­τι­κές από τις παρα­δο­σια­κές μορ­φές σχέσης/συμβίωσης (π.χ. πολυ­συ­ντρο­φι­κό­τη­τα). Είναι άγνω­στο σε τι βαθ­μό ισχύ­ουν αυτές οι αλλα­γές στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ή αν πρό­κει­ται για φαι­νό­με­να που διο­γκώ­νο­νται δια­μέ­σου των σόσιαλ μίντια και γενι­κά του ίντερ­νετ. Αν δια­βά­σει κανείς άρθρα σε ξένα και ελλη­νι­κά site π.χ. για το θέμα της πολυ­συ­ντρο­φι­κό­τη­τας θα σχη­μα­τί­σει την εντύ­πω­ση ότι πλέ­ον “όλος ο κόσμος” είναι πολυ­συ­ντρο­φι­κός. Αν όμως κοι­τά­ξει κανείς πιο προ­σε­κτι­κά, θα δια­πι­στώ­σει ότι οι άνθρω­ποι κατά πλειο­ψη­φία προ­τι­μούν ακό­μα τις μονο­γα­μι­κές σχέ­σεις. Τα ίδια ισχύ­ουν πάνω κάτω και για τις “νέες” μορ­φές οικο­γε­νεια­κό­τη­τας. Συνή­θως αφο­ρούν μικρά ποσο­στά του πλη­θυ­σμού και όχι την πλειο­ψη­φία. Ίσως δεν είναι παρα­κιν­δυ­νευ­μέ­νο να υπο­θέ­σου­με ότι εκεί­νοι που με θέρ­μη υπο­στη­ρί­ζουν τη μαζι­κό­τη­τα τέτοιων φαι­νο­μέ­νων ζού­νε σε φού­σκες ομοϊ­δε­α­τών τους (όπως και κάθε άλλος άνθρω­πος άλλω­στε), μακριά από άλλες πιο παρα­δο­σια­κές νοο­τρο­πί­ες και συνο­μα­δώ­σεις και δεν απο­κλεί­ε­ται εκεί να σχη­μα­τί­ζουν την εντύ­πω­ση ότι “όλος ο κόσμος” έχει αλλάξει.

Οι “προ­ο­δευ­τι­κές” δυτι­κές κοι­νω­νί­ες, πάντως, δεί­χνουν τα τελευ­ταία χρό­νια να αφου­γκρά­ζο­νται με “ευαι­σθη­σία” τις μικρές ή μεγά­λες κοι­νω­νι­κές μετα­βο­λές και σπεύ­δουν να αλλά­ξουν το νομι­κό πλαί­σιο που ρυθ­μί­ζει τα ζητή­μα­τα της οικο­γέ­νειας. Για παρά­δειγ­μα, η γερ­μα­νι­κή κυβέρ­νη­ση έχει προ­τεί­νει μια ριζο­σπα­στι­κή μεταρ­ρύθ­μι­ση στο οικο­γε­νεια­κό δίκαιο που θα επε­κτεί­νει τον κύκλο των γονέων/φροντιστών σε έως και τέσ­σε­ρα άτο­μα, με το σκε­πτι­κό ότι ο νόμος πρέ­πει να προ­σαρ­μό­ζε­ται στο μετα­βαλ­λό­με­νο τρό­πο ζωής των ανθρώ­πων χωρίς να εμπο­δί­ζει ούτε τις κοι­νω­νι­κές εξε­λί­ξεις ούτε την ατο­μι­κή ευτυχία.

Έπει­τα από χιλιά­δες χρό­νια ανθρώ­πι­νου πολι­τι­σμού, η μέχρι χτες αυτο­νό­η­τη σχέ­ση μετα­ξύ βιο­λο­γί­ας και γονεϊ­κό­τη­τας (κι άλλη και­νούρ­για λέξη) διαρ­ρη­γνύ­ε­ται και απορ­ρί­πτε­ται ως “ουσιο­κρα­τι­κή”. Ο όρος γονεϊ­κό­τη­τα εξάλ­λου, που φαί­νε­ται να αντι­κα­θι­στά τους όρους μητρό­τη­τα και πατρό­τη­τα όχι τυχαία, συσκοτίζει/απαλείφει το βιο­λο­γι­κό φύλο των γονέ­ων. Το σχή­μα “μητέ­ρα — πατέ­ρας — παι­διά”, συγκρο­τη­τι­κό στοι­χείο των δυτι­κών κοι­νω­νιών μέχρι χτες, παύ­ει να θεω­ρεί­ται το πρό­τυ­πο και εξι­σώ­νε­ται νομι­κά με κάθε τύπο οικο­γε­νεια­κού περιβάλλοντος.

Στ’ αλή­θεια υπάρ­χει κάποιος που περί­με­νε ότι τέτοιας εμβέ­λειας αλλα­γές θα μπο­ρού­σαν να γίνουν δεκτές χωρίς αντιδράσεις;

“Η σχέ­ση μετα­ξύ βιο­λο­γί­ας και γονεϊ­κό­τη­τας διαρ­ρη­γνύ­ε­ται και απορ­ρί­πτε­ται ως ουσιοκρατική”.

Για να έρθου­με στα δικά μας, είναι αμφί­βο­λο ότι η ελλη­νι­κή κοι­νω­νία είναι τόσο συντη­ρη­τι­κή ή που­ρι­τα­νι­κή εκτός ίσως από συγκε­κρι­μέ­νες γνω­στές ομά­δες του πλη­θυ­σμού. Οι όποιες αντι­δρά­σεις δεν αφο­ρούν τόσο τη νομι­κή ρύθ­μι­ση της συμ­βί­ω­σης των ομό­φυ­λων ζευ­γα­ριών, αλλά τη διαι­σθη­τι­κή κατα­νό­η­ση ότι απει­λού­νται τα ανθρω­πο­λο­γι­κά θεμέ­λια της κοι­νω­νί­ας λόγω όχι προ­φα­νώς του γάμου αλλά της κοσμο­θε­ω­ρί­ας που υπο­βα­στά­ζει τα νέα κινή­μα­τα. Μια κοσμο­θε­ω­ρία που δεν διεκ­δι­κεί απλώς χώρο για όλα τα νέα “οικο­γε­νεια­κά” σχή­μα­τα, αλλά στην προ­έ­κτα­ση των αιτη­μά­των των κινη­μά­των της δεκα­ε­τί­ας τους ‘60 που διεκ­δι­κού­σαν απαλ­λα­γή από τις κατα­πιε­στι­κές δομές και τα στε­ρε­ό­τυ­πα του παρελ­θό­ντος, εξι­δα­νι­κεύ­ει τα νέα σχή­μα­τα θεω­ρώ­ντας τα εξ ορι­σμού καλύ­τε­ρα και απαλ­λαγ­μέ­να από τις (ομο­λο­γου­μέ­νως υπαρ­κτές) παθο­γέ­νειες των παρα­δο­σια­κών σχη­μά­των έστω και αν κάτι τέτοιο δεν δια­τυ­πώ­νε­ται ανοιχτά.

Και αν ριζο­σπα­στι­κο­ποιώ­ντας τα αιτή­μα­τα του ‘60 και του ‘70 φτά­σα­με σήμε­ρα σε οικο­γέ­νειες 4 ατό­μων, για­τί να μην υπάρ­ξει και περαι­τέ­ρω ριζο­σπα­στι­κο­ποί­η­ση; Αν ούτε θεός ούτε παρά­δο­ση ούτε νόμος δικαιού­ται να θέσει ένα όριο στην “εξέ­λι­ξη”, για­τί να μην παντρεύ­ο­μαι τον σκύ­λο μου ή ένα λάχα­νο ή ένα cyborg αύριο μεθαύ­ριο; Για­τί να μεί­νω στα 4 άτο­μα και να μην παντρεύ­ο­μαι 5 ή 10 ή 20 ανθρώ­πους; Ποιος και σε ποια βάση θα ισχυ­ρι­στεί ότι αυτές οι επι­λο­γές δεν συνι­στούν πρό­ο­δο και δικαιώματα;

4. Η μετα­μο­ντέρ­να στρο­φή στην κατα­νό­η­ση του ανθρώ­που και η αμη­χα­νία των νεω­τε­ρι­κών εργα­λεί­ων ανάλυσης

Οι δισταγ­μοί που εκφρά­ζο­νται σχε­τι­κά με την επέ­κτα­ση του δικαιώ­μα­τος πρό­σβα­σης στην παρέν­θε­τη μητρό­τη­τα στους γκέι άντρες είναι κατα­νοη­τό να διε­γεί­ρει ανθρω­πι­στι­κά αντα­να­κλα­στι­κά καθώς νοη­μα­το­δο­τεί­ται ως άρνη­ση της αρχής της ισό­τη­τας, όμως αυτή είναι μόνο η μία πλευ­ρά της ιστο­ρί­ας. Η άλλη κρί­σι­μη πλευ­ρά, όπως λέγα­με παρα­πά­νω, είναι ότι η παρέν­θε­τη μητρό­τη­τα ανε­ξάρ­τη­τα αν χρη­σι­μο­ποιεί­ται από άντρες ή γυναί­κες έχει επι­φέ­ρει αλλα­γές όχι μόνο στο πώς αντι­λαμ­βα­νό­μα­στε τις δυνα­τό­τη­τες παρέμ­βα­σης στο ανθρώ­πι­νο σώμα, αλλά και στο πώς κατα­νο­ού­με την ανθρώ­πι­νη φύση.

Ως επι­χεί­ρη­μα υπέρ της δια­τή­ρη­σης ή/και επέ­κτα­σης της παρέν­θε­της μητρό­τη­τας χρη­σι­μο­ποιεί­ται συχνά το παρά­δειγ­μα της μετα­μό­σχευ­σης οργά­νων με τη λογι­κή ότι παρό­λο που ανθί­ζει η παρα­νο­μία στο πεδίο αυτό κανείς δεν σκέ­φτη­κε να την απα­γο­ρεύ­σει. Η μετα­μό­σχευ­ση οργά­νων όμως κινεί­ται στη λογι­κή της απο­κα­τά­στα­σης μιας λει­τουρ­γί­ας που φυσιο­λο­γι­κά θα έπρε­πε να υπάρ­χει σε συμ­φω­νία με το πώς η παλαιά ιατρι­κή αντι­λαμ­βα­νό­ταν τη φυσιο­λο­γι­κό­τη­τα και κανο­νι­κό­τη­τα. Η παρέν­θε­τη μητρό­τη­τα ή η δημιουρ­γία ενός πέους σε ένα άτο­μο που γεν­νή­θη­κε γυναί­κα δεν αφο­ρούν την απο­κα­τά­στα­ση μιας φυσιο­λο­γι­κής λει­τουρ­γί­ας, απο­τε­λούν επέ­κτα­ση, τρο­πο­ποί­η­ση και δια­μόρ­φω­ση του ανθρώ­πι­νου σώμα­τος κατά βού­λη­ση. Και προ­φα­νώς δεν είναι και­νούρ­για όλα αυτά. Ακό­μα και πριν την παρέν­θε­τη, οι αισθη­τι­κές επεμ­βά­σεις (π.χ. προ­σθε­τι­κή στή­θους) είχαν ήδη ανοί­ξει το δρό­μο για την ενί­σχυ­ση ή βελ­τί­ω­ση του σώμα­τος δεκα­ε­τί­ες πριν. Το σημείο που βρι­σκό­μα­στε σήμε­ρα (τρο­πο­ποί­η­ση του σώμα­τος κατά το δοκούν, σε λίγο και με προ­σθή­κη “ενι­σχυ­τι­κών” μηχα­νι­κών μερών) είναι η συνέ­χεια και κατά­λη­ξη αυτού του δρό­μου. Και τι να κάνα­με θα ρωτή­σει κάποιος; Να μην επεμ­βαί­να­με εξ αρχής; Να αφή­να­με τα πράγ­μα­τα στην τύχη τους; Να πεθαί­να­με από ένα χαλα­σμέ­νο δόντι; Είναι κατα­νοη­τό να γλι­στρά­ει διαρ­κώς η συζή­τη­ση στο “τι θα έπρε­πε” να κάνου­με ‚αλλά πώς να απα­ντή­σει κανείς όταν η περι­γρα­φή της κατά­στα­σης αντι­στέ­κε­ται στα παρα­δο­σια­κά θεω­ρη­τι­κά και μεθο­δο­λο­γι­κά εργα­λεία μας;

Για παρά­δειγ­μα, η προ­σπά­θεια κατα­νό­η­σης ζητη­μά­των αυτού του είδους με εστί­α­ση σε στε­νά οικο­νο­μί­στι­κα επι­χει­ρή­μα­τα (που εντο­πί­ζουν το “πρό­βλη­μα” με την παρέν­θε­τη μητρό­τη­τα στο ότι αν δεν υπάρ­ξει ρύθ­μι­ση της “αγο­ράς” θα ανθί­σει το παρα­ε­μπό­ριο και συνα­κό­λου­θα η εκμε­τάλ­λευ­ση ή ότι τα σώμα­τα μετα­τρέ­πο­νται σε εμπο­ρεύ­μα­τα στα οποία η πρό­σβα­ση θα καθο­ρί­ζε­ται με ταξι­κά κρι­τή­ρια ή ότι η “πυρη­νι­κή οικο­γέ­νεια” είναι απλώς ένας κατα­πιε­στι­κός αστι­κός μηχα­νι­σμός ανα­πα­ρα­γω­γής του εργα­τι­κού δυνα­μι­κού) μπο­ρεί να μας πάει μόνο μέχρι ένα σημείο. Είναι μια μαρ­ξί­ζου­σα, νεω­τε­ρι­κή προ­σέγ­γι­ση που ανή­κει σε ένα παλαιό­τε­ρο παρά­δειγ­μα πολι­τι­κής ανά­λυ­σης. Ενδε­χο­μέ­νως δια­τη­ρεί την επι­και­ρό­τη­τα και χρη­σι­μό­τη­τά της αλλά η ανθρώ­πι­νη κατά­στα­ση δεν εξα­ντλεί­ται στο οικο­νο­μι­κό πεδίο. Χρειά­ζε­ται να κατα­νο­ή­σου­με ότι οι σύγ­χρο­νες ιατρι­κές παρεμ­βά­σεις στο ανθρώ­πι­νο σώμα εισά­γουν μια αλλα­γή παρα­δείγ­μα­τος στο πώς αντι­λαμ­βα­νό­μα­στε και κατα­νο­ού­με τον άνθρω­πο, την ανθρώ­πι­νη φυσιο­λο­γία, την ανα­πα­ρα­γω­γι­κή λει­τουρ­γία και βέβαια τη μητρι­κή λειτουργία.

Επα­νέρ­χε­ται το ερώ­τη­μα του τι είναι ο άνθρω­πος λοι­πόν. Και ακό­μα τι είναι η ανθρώ­πι­νη συνεί­δη­ση. Τι είναι αυτό που ονο­μά­ζου­με “ανθρώ­πι­νη φύση”; Μπο­ρού­με να υπερ­βού­με τα βιο­λο­γι­κά δεδο­μέ­να της ύπαρ­ξής μας; Αν ναι, για­τί; Αν όχι, για­τί όχι; Πρό­κει­ται για φιλο­σο­φι­κά ερω­τή­μα­τα φυσι­κά που στη μετα­μο­ντέρ­να επο­χή μας δεν είναι πλέ­ον στη μόδα.

“Οι σύγ­χρο­νες ιατρι­κές παρεμ­βά­σεις στο ανθρώ­πι­νο σώμα εισά­γουν μια αλλα­γή παραδείγματος”.

Στην επο­χή μας εξάλ­λου οι νέες γενιές καθώς κοι­νω­νι­κο­ποιού­νται κατά κύριο λόγο online φαί­νε­ται να έχουν εξοι­κειω­θεί με έναν τρό­πο αλλη­λε­πί­δρα­σης με τους άλλους και τον κόσμο που δεν περι­λαμ­βά­νει παρά ελά­χι­στα το σώμα τους, με απο­τέ­λε­σμα να σχη­μα­τί­ζουν την αίσθη­ση ότι ο εαυ­τός και η συνεί­δη­σή τους είναι ξεχω­ρι­στά από την υλι­κή, σωμα­τι­κή τους διάσταση.

Κάποιοι από αυτούς μάλι­στα αντι­λαμ­βά­νο­νται τη σωμα­τι­κή συνι­στώ­σα της ύπαρ­ξής τους, για παρά­δειγ­μα το φύλο τους, ως κάτι που τους έχει επι­βλη­θεί, ως κάποιου είδους ετε­ρο­κα­θο­ρι­σμό, πράγ­μα που δεί­χνει πόσο βαθιά εδραιω­μέ­νη είναι πλέ­ον η πεποί­θη­ση ότι η ταυ­τό­τη­τα (το ποιος είμαι) είναι κάτι δια­φο­ρε­τι­κό ή ανε­ξάρ­τη­το από το σώμα. Μέσα σε αυτό το φόντο είναι ανα­με­νό­με­νο να βρί­σκουν πρό­σφο­ρο έδα­φος θεω­ρί­ες που υπο­στη­ρί­ζουν ότι τα φύλα δεν είναι δύο αλλά εκτεί­νο­νται σε ένα συνε­χές όπως η θεω­ρία περί κοι­νω­νι­κής κατα­σκευ­ής του φύλου.

Η απο­μά­κρυν­ση από τη φύση και την υλι­κή διά­στα­ση της ανθρώ­πι­νης ύπαρ­ξης είναι δεδο­μέ­νη μέσα στο μετα­μο­ντέρ­νο σύμπαν. Έχου­με γίνει μόνο πνεύ­μα, μόνο συνεί­δη­ση, ασώ­μα­τες κεφα­λές που περι­φέ­ρο­νται στο δια­δί­κτυο απο­συν­δε­δε­μέ­νοι από χώρο και χρό­νο. Και ενώ κάπο­τε μία στε­νά βιο­λο­γί­ζου­σα θέα­ση του ανθρώ­που ως απο­κλει­στι­κά φυσι­κό συμ­βάν υπο­τι­μού­σε την ιστορική/κοινωνική διά­στα­ση της ανθρώ­πι­νης συγκρό­τη­σης, φτά­σα­με σήμε­ρα στο άλλο άκρο να θεω­ρού­με τον άνθρω­πο ένα αφη­ρη­μέ­νο και απεί­ρως εύπλα­στο απο­κλει­στι­κά κοι­νω­νι­κό συμβάν.

5. Η λαχτά­ρα για ένα παι­δί και η κατάρ­γη­ση της ιστορίας

Η λαχτά­ρα για ένα παι­δί (για απο­γό­νους;) είναι δεδο­μέ­νη. Είτε έμφυ­τη είτε κοι­νω­νι­κά κατα­σκευα­σμέ­νη είναι ιστο­ρι­κά και κοι­νω­νι­κά υπαρ­κτή, επο­μέ­νως είναι “αλη­θι­νή”. Όπως και η επι­θυ­μία πολ­λών παι­διών να ανα­ζη­τή­σουν πλη­ρο­φο­ρί­ες για τους βιο­λο­γι­κούς γονείς τους και την οικο­γέ­νεια κατα­γω­γής τους.

Η ανα­ζή­τη­ση για τις ρίζες κάποιου είναι μια βαθιά ψυχο­λο­γι­κή ανά­γκη που σχε­τί­ζε­ται με την προ­σω­πι­κή βιογραφία/ιστορία του ατό­μου πριν από τη γέν­νη­σή του και την απο­κα­τά­στα­ση μιας αίσθη­σης δια­γε­νε­α­κής σύν­δε­σης και ανή­κειν. Η κατα­γω­γή ως ανθρω­πο­λο­γι­κή κατη­γο­ρία είναι ένα από τα συγκρο­τη­τι­κά στοι­χεία της ταυ­τό­τη­τας όπως ευρύ­τε­ρα η ιστο­ρία, ατο­μι­κή και συλ­λο­γι­κή, παρέ­χει μια αίσθη­ση ταυ­τό­τη­τας σε ατο­μι­κά και συλ­λο­γι­κά υποκείμενα.

Σήμε­ρα που ο ρόλος της βιο­λο­γι­κής μητέ­ρας ή του βιο­λο­γι­κού πατέ­ρα υπο­χω­ρούν σημα­ντι­κά σε σπου­δαιό­τη­τα και η βιο­λο­γι­κή κατα­γω­γή εξι­σώ­νε­ται με κοινωνικές/νομικές ανα­θέ­σεις και ρυθ­μί­σεις ποιες θα είναι άρα­γε οι επι­πτώ­σεις για τα άτο­μα; Ποιες συνέ­πειες μπο­ρεί να έχει η σχε­τι­κο­ποί­η­ση της σημα­ντι­κό­τη­τας της κατα­γω­γής και της βιο­λο­γι­κής σύν­δε­σης; Ποιες συνέ­πειες επο­μέ­νως μπο­ρεί να έχει η άνευ όρων και ορί­ων ικα­νο­ποί­η­ση της ομο­λο­γου­μέ­νως βαθιάς και άδο­λης επι­θυ­μί­ας των ανθρώ­πων, είτε ετε­ρο­φυ­λό­φι­λων είτε ομο­φυ­λό­φι­λων είτε οτι­δή­πο­τε άλλο, να απο­κτή­σουν με κάθε τρό­πο παιδιά;

Το θέμα με αυτά τα ερω­τή­μα­τα δεν είναι προ­φα­νώς να εξι­δα­νι­κεύ­σου­με τη βιο­λο­γι­κή γονεϊ­κή σχέ­ση ούτε αντί­στοι­χα να υπο­τι­μή­σου­με τις γονεϊ­κές σχέ­σεις που δεν περι­λαμ­βά­νουν βιο­λο­γι­κή σύν­δε­ση. Μόνο να υπεν­θυ­μί­σου­με ότι στην αγω­νία μας να καλω­σο­ρί­σου­με και να στη­ρί­ξου­με κάθε νέα μορ­φή γονεϊ­κό­τη­τας κατα­λή­γου­με συχνά να κάνου­με το αντίθετο.

Στην αυγή του “νέου κόσμου”, ακρι­βώς όπως τα συλ­λο­γι­κά υπο­κεί­με­να της νεω­τε­ρι­κής επο­χής (π.χ. έθνη) χάνουν την ιστο­ρία τους και πέφτουν στη λήθη, όπως τα ιστο­ρι­κά γεγο­νό­τα ανα­θε­ω­ρού­νται, ξανα­γρά­φο­νται ή δια­γρά­φο­νται ως πατριαρ­χι­κά ή ρατσι­στι­κά, με ανά­λο­γο τρό­πο τα άτο­μα της μετα­μο­ντέρ­νας επο­χής γεν­νιού­νται χωρίς ιστο­ρία, χωρίς ρίζες, χωρίς κατα­γω­γή, ελεύ­θε­ρα υπο­τί­θε­ται από κάθε βιο­λο­γι­κό ή άλλο προσ­διο­ρι­σμό, είτε πρό­κει­ται για το βιο­λο­γι­κό τους φύλο είτε για την κοι­νω­νι­κή τους τάξη. Η ύπαρ­ξή τους ξεκι­νά­ει στο σημείο μηδέν, τη στιγ­μή που έρχο­νται στο κόσμο, ως tabula rasa. Και αν κάπο­τε αυτά τα άτο­μα βρε­θούν σε σύγ­χυ­ση και ανα­ζη­τή­σουν θερα­πεία, θα στρα­φούν φυσι­κά σε θερα­πευ­τι­κές προ­σεγ­γί­σεις που δεν σκα­λί­ζουν την ιστο­ρία (π.χ. ψυχα­νά­λυ­ση) αλλά εστιά­ζουν απο­κλει­στι­κά στο περί­φη­μο εδώ και τώρα.

6. Ποιος στ’ αλή­θεια προ­στα­τεύ­ει τα δικαιώματα;

Η συζή­τη­ση για τα δικαιώ­μα­τα στο γάμο και την οικο­γέ­νεια δεν περιο­ρί­ζε­ται στα ομό­φυ­λα ζευ­γά­ρια. Εκεί­νοι που ανα­φέ­ρο­νται στις νέες μορ­φές οικο­γε­νεια­κό­τη­τας επι­ση­μαί­νουν συχνά ότι ο γάμος των ομο­φύ­λων εντάσ­σε­ται στο ήδη υπάρ­χον πλαί­σιο “κανο­νι­κό­τη­τας” ή “ετε­ρο­κα­νο­νι­κό­τη­τας” κατά το οποίο δύο ενή­λι­κα άτο­μα μεγα­λώ­νουν από κοι­νού τα παι­διά τους. Μερι­κές φορές μάλι­στα μιλούν κάπως απα­ξιω­τι­κά για “ομο­κα­νο­νι­κό­τη­τα” ως την άλλη πλευ­ρά της “απε­χθούς”, “κατα­πιε­στι­κής” και “παρω­χη­μέ­νης” ετεροκανονικότητας.

Για τους ομο­φυ­λό­φι­λους ανθρώ­πους παλαιό­τε­ρων γενε­ών. που αντι­με­τώ­πι­σαν κατά­φω­ρες δια­κρί­σεις, κοι­νω­νι­κή περι­θω­ριο­ποί­η­ση και στιγ­μα­τι­σμό, η ισό­τη­τα στον “αστι­κό” γάμο απο­τέ­λε­σε μία από τις μικρές ή μεγά­λες διεκ­δι­κή­σεις τους και η θέσπι­σή του σήμε­ρα φαί­νε­ται να καλω­σο­ρί­ζε­ται από αρκε­τούς. Πρό­κει­ται για ανθρώ­πους που μεγά­λω­σαν πριν η queer theory και η θεω­ρία του κοι­νω­νι­κού φύλου γίνουν το κυρί­αρ­χο αφή­γη­μα. Για αυτό και σπά­νια θα συνα­ντή­σει κανείς ανθρώ­πους μεγα­λύ­τε­ρης ηλι­κί­ας με ομό­φυ­λο σεξουα­λι­κό προ­σα­να­το­λι­σμό που να αυτο­προσ­διο­ρί­ζο­νται ως “queer”. Και προ­σω­πι­κά δεν γνω­ρί­ζω κανέ­ναν άνθρω­πο πάνω από τα 40–50 που να αυτο­προσ­διο­ρί­ζε­ται ως non-binary (μη-δυα­δι­κό) άτο­μο, με εξαί­ρε­ση ίσως την Judith Butler. Από την άλλη, στις νεό­τε­ρες γενιές συνα­ντά κανείς συχνό­τε­ρα αυτούς τους αυτο­προσ­διο­ρι­σμούς (queer, non-binary) ακό­μα και από άτο­μα που έχουν ετε­ρό­φυ­λο σεξουα­λι­κό προ­σα­να­το­λι­σμό και ταυ­τό­τη­τα φύλου σε συμ­φω­νία με το φύλο που γεν­νή­θη­καν. Θα πει κάποιος και πού έγκει­ται τότε το queer; Ίσως στον τρό­πο που ντύ­νο­νται και στον τρό­πο που βάφουν τα μαλ­λιά τους. Και σίγου­ρα στον τρό­πο που σκέ­φτο­νται, στην ανά­γκη τους να ανή­κουν κάπου και στη νεα­νι­κή ορμή τους να “επα­να­στα­τή­σουν” απέ­να­ντι σε όλες τις κατα­πιέ­σεις του παρελθόντος.

Στην Αμε­ρι­κή πάντως το 19,7% των νέων μετα­ξύ 18 και 25 αυτο­προσ­διο­ρί­ζε­ται σήμε­ρα ως ΛΟΑΤΚΙ, ποσο­στό διπλά­σιο από αυτό που κατα­γρα­φό­ταν μέχρι και πριν μερι­κά χρό­νια. Εάν θεω­ρή­σου­με έγκυ­ρα αυτά τα νού­με­ρα και επι­πλέ­ον συνυ­πο­λο­γί­σου­με ότι το ποσο­στό των ΛΟΑΤΚΙ ατό­μων μετα­ξύ των μεγα­λύ­τε­ρων γενε­ών παρα­μέ­νει δια­χρο­νι­κά στα­θε­ρό, είναι εύλο­γο να ανα­ρω­τη­θού­με αν αυτή η αύξη­ση στους νέους οφεί­λε­ται απλώς στη μεγα­λύ­τε­ρη ορα­τό­τη­τα που απο­λαμ­βά­νουν πλέ­ον τα ΛΟΑΤΚΙ άτο­μα ή αν υπει­σέρ­χο­νται παρά­γο­ντες λάιφ στάιλ και κοι­νω­νι­κής μίμησης.

Παρα­τη­ρώ­ντας πάντως τις αντι­φά­σεις στο δημό­σιο διά­λο­γο, είναι να ανα­ρω­τιέ­ται κανείς αν στ’ αλή­θεια κάποιες ομά­δες πίε­σης κόπτο­νται για τα δικαιώ­μα­τα των ανθρώ­πων ή απλώς ενδια­φέ­ρο­νται να προ­ω­θή­σουν την ατζέ­ντα τους, δηλα­δή τη δια­μόρ­φω­ση και ρύθ­μι­ση των ανθρώ­πι­νων σχέ­σε­ων και της κοι­νω­νι­κής ζωής με ιδε­ο­λο­γι­κό πλαί­σιο τη θεω­ρία του κοι­νω­νι­κού φύλου.

Από τη μία εννο­εί­ται ότι στη­ρί­ζουν το δικαί­ω­μα των ομο­φυ­λό­φι­λων στον γάμο και από την άλλη, τεχνηέ­ντως, απο­φεύ­γουν να χρη­σι­μο­ποιούν τον όρο “γάμος ομο­φύ­λων” και αντ’ αυτού χρη­σι­μο­ποιούν τον όρο “γάμος ανε­ξαρ­τή­τως φύλου”, υπο­νο­ώ­ντας βεβαί­ως ότι τα φύλα δεν είναι δύο. Αν όμως τα φύλα δεν είναι δύο, οι φρά­σεις “έλξη για το ίδιο φύλο” και “έλξη για το αντί­θε­το φύλο” με ανα­φο­ρά στο ανδρι­κό και γυναι­κείο φύλο καθί­στα­νται άνευ νοή­μα­τος. Πράγ­μα που σημαί­νει ότι η απο­δό­μη­ση του φύλου θέτει υπό αμφι­σβή­τη­ση το δικαί­ω­μα των ομο­φυ­λό­φι­λων ανδρών και γυναι­κών να νιώ­θουν έλξη με βάση τα βιο­λο­γι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά του φύλου. Η κατά­λη­ξη είναι να νοη­μα­το­δο­τεί­ται η “παρα­δο­σια­κή” ομο­φυ­λο­φι­λία ως συντη­ρη­τι­κή στά­ση ή ακό­μα και τραν­σφο­βι­κή όταν για παρά­δειγ­μα μια λεσβία απορ­ρί­πτει σεξουα­λι­κά τις τρανς λεσβί­ες (άτο­μα δηλα­δή που έχουν γεν­νη­θεί άντρες και αυτο­προσ­διο­ρί­ζο­νται ως ομο­φυ­λό­φι­λες γυναίκες).

“Oι φρά­σεις έλξη για το ίδιο φύλο και έλξη για το αντί­θε­το φύλο … καθί­στα­νται άνευ νοήματος”.

Στο παρελ­θόν έχουν γίνει προ­σπά­θειες να απο­δει­χτεί ότι ο ομο­φυ­λό­φι­λος σεξουα­λι­κός προ­σα­να­το­λι­σμός είναι εγγενής/φυσικός και όχι επι­λο­γή. Σε έναν ιδα­νι­κό κόσμο δεν θα έπρε­πε να ενδια­φέ­ρει κανέ­ναν αν είναι επι­λο­γή ή όχι, αλλά στον κόσμο που ζού­με η ιδέα ότι η ομό­φυ­λη έλξη είναι εγγε­νής κατέ­στη­σε την κοι­νω­νι­κή απο­δο­χή κάπως ευκο­λό­τε­ρη και απάλ­λα­ξε σε ένα βαθ­μό τα ομο­φυ­λό­φι­λα άτο­μα από τις πιέ­σεις να αλλά­ξουν τη συμπε­ρι­φο­ρά τους (με βάση τη λογι­κή ότι εφό­σον δεν είναι επι­λο­γή δεν γίνε­ται και να αλλά­ξει). Η θεω­ρία του κοι­νω­νι­κού φύλου έρχε­ται να ανα­τρέ­ψει αυτά τα δεδο­μέ­να καθώς με τη σχε­τι­κο­ποί­η­ση του βιο­λο­γι­κού φύλου η έλξη για το ίδιο φύλο “απο­νο­μι­μο­ποιεί­ται”.

Με πιο θεω­ρη­τι­κούς όρους, η διεκ­δί­κη­ση του γάμου των ομο­φύ­λων ανή­κει σε ένα άλλο παλαιό­τε­ρο νεω­τε­ρι­κό παρά­δειγ­μα πολι­τι­κής διεκ­δί­κη­σης (κατά το οποίο οι άνθρω­ποι διεκ­δι­κού­σαν δικαιώ­μα­τα συλ­λο­γι­κά στη βάση της κοι­νής τους έντα­ξης σε ομά­δες), ενώ η queer theory κινού­με­νη στα πλαί­σια του μετα­μο­ντέρ­νου παρα­δείγ­μα­τος επι­χει­ρεί να απο­δο­μή­σει τα συλ­λο­γι­κά υπο­κεί­με­να συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νης της κοι­νω­νι­κής ομά­δας των ομο­φυ­λό­φι­λων (και των αμφι­φυ­λό­φι­λων). Με αυτά τα δεδο­μέ­να, είναι άξιο απο­ρί­ας πώς στρι­μώ­χνο­νται κάτω από την ίδια ομπρέ­λα (ΛΟΑΤΚΙ κοι­νό­τη­τα) δρώ­ντες από δύο εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κά κοσμο­θε­ω­ρη­τι­κά και μεθο­δο­λο­γι­κά παραδείγματα.

Θα είχε μάλι­στα ενδια­φέ­ρον να είχα­με στα­τι­στι­κά στοι­χεία για το ποσο­στό των γκέι και λεσβιών που ασπά­ζο­νται τη θεω­ρία του κοι­νω­νι­κού φύλου. Η προ­σω­πι­κή μου αίσθη­ση είναι ότι ένας ολο­έ­να αυξα­νό­με­νος αριθ­μός ομο­φυ­λό­φι­λων ανθρώ­πων έχει αρχί­σει να νιώ­θει άβο­λα με το T στο ακρω­νύ­μιο LGBT, όπου το T εδώ δεν παρα­πέ­μπει προ­φα­νώς στο κάθε τρανς άτο­μο που δίνει τον δικό του αγώ­να να υπάρ­χει όπως επι­θυ­μεί, αλλά στον οργα­νω­μέ­νο τρανς ακτιβισμό.

Οι “αθώ­οι” ανυ­πο­ψί­α­στοι υπερασπιστές/σύμμαχοι είναι μια άλλη ιστο­ρία. Εκεί­νοι που αγω­νιούν να μη χρη­σι­μο­ποι­ή­σουν τις λάθος λέξεις, να μην προ­σβάλ­λουν κανέ­ναν, που ενδια­φέ­ρο­νται να παρου­σια­στούν ως προ­ο­δευ­τι­κοί και γραμ­μα­τι­ζού­με­νοι, ως άξια μέλη ενός κλαμπ από δια­κε­κρι­μέ­νους και εναλ­λα­κτι­κούς ανθρώ­πους, συνή­θως έχουν βαθιά μεσά­νυ­χτα για την κοσμο­θε­ω­ρία που υπο­βα­στά­ζει όλο αυτό.

Για­τί αναμ­φί­βο­λα υπάρ­χουν πολ­λοί καλο­προ­αί­ρε­τοι και δημο­κρα­τι­κοί άνθρω­ποι που για χάρη της ισό­τη­τας θα υπο­στή­ρι­ζαν για παρά­δειγ­μα τη νόμι­μη πρό­σβα­ση των ομό­φυ­λων ζευ­γα­ριών σε κάθε δυνα­τή ιατρι­κά πρα­κτι­κή ώστε να δημιουρ­γή­σουν οικο­γέ­νεια. Όπως όμως μας προει­δο­ποιεί πάλι η Harrington, τα επι­χει­ρή­μα­τα υπέρ μιας μεταν­θρω­πι­στι­κής στρο­φής, όπως είναι η κατάρ­γη­ση της “φύσης” στη ρίζα της θεω­ρί­ας του κοι­νω­νι­κού φύλου, παρό­λο που φαί­νε­ται να βασί­ζο­νται στα δικαιώ­μα­τα των ομο­φυ­λο­φί­λων στο τέλος απο­βαί­νουν εις βάρος των ίδιων αυτών ανθρώ­πων που επευ­φη­μού­σαν πρώ­τοι την αλλαγή.

7. Τι είναι μια γυναί­κα; Τι είναι μια μητέρα;

Επι­χει­ρεί­ται να αλλά­ξει η ορο­λο­γία και στη θέση των όρων παρέν­θε­τη μητρό­τη­τα και παρέν­θε­τη μητέ­ρα να χρη­σι­μο­ποιού­νται οι δήθεν πολι­τι­κά ορθοί όροι “παρέν­θε­τη κύη­ση” και “παρέν­θε­τη κυο­φο­ρού­σα”. Σε ένα πρώ­το επί­πε­δο αυτό φαί­νε­ται να προ­κρί­νε­ται για λόγους συμπε­ρί­λη­ψης (κι άλλη και­νούρ­για λέξη) επει­δή υπο­τί­θε­ται ότι δεν κυο­φο­ρούν μόνο οι γυναί­κες, αλλά και οι τρανς άνδρες, τα μη-δυα­δι­κά πρό­σω­πα και άλλοι. Σε ένα δεύ­τε­ρο επί­πε­δο όμως, κρι­σι­μό­τε­ρο, επι­χει­ρεί­ται συνει­δη­τά ή ασυ­νεί­δη­τα η απο­σύν­δε­ση της μητρό­τη­τας από τη γυναί­κα. Οι γυναί­κες δε που ευθυ­γραμ­μί­ζο­νται με την πολι­τι­κή ορθό­τη­τα της επο­χής είτε δεν το έχουν κατα­λά­βει είτε το έχουν κατα­λά­βει και είναι απο­λύ­τως ευχα­ρι­στη­μέ­νες με αυτή την προοπτική.

Η βιο­λο­γι­κή μητρό­τη­τα υπο­τι­μά­ται και περι­θω­ριο­ποιεί­ται ως μη συμπε­ρι­λη­πτι­κή και ως δια­χρο­νι­κά κατα­πιε­στι­κή για τις γυναί­κες. Συστή­μα­τα Υγεί­ας όπως το βρε­τα­νι­κό, Πανε­πι­στή­μια και άλλοι φορείς είτε έχουν απα­γο­ρεύ­σει είτε έχουν περιο­ρί­σει σημα­ντι­κά την ανα­φο­ρά στις λέξεις “γυναί­κα” και “μητέ­ρα”, ακό­μα και όταν συζη­τιού­νται θέμα­τα όπως η εγκυ­μο­σύ­νη. Και πάλι κάποιος φεμι­νι­σμός απο­κα­λού­με­νος δια­θε­μα­τι­κός (κι άλλη και­νούρ­για λέξη) το θεω­ρεί χει­ρα­φέ­τη­ση και απε­λευ­θέ­ρω­ση όλο αυτό. Ένας φεμι­νι­σμός που στη­ρί­ζει κάθε γλωσ­σο­λο­γι­κή, ηθι­κή και τεχνο­λο­γι­κή επί­θε­ση ενα­ντί­ον της γυναι­κεί­ας ανα­πα­ρα­γω­γι­κής λει­τουρ­γί­ας από τότε που απο­φα­σί­στη­κε ότι η μητρό­τη­τα είναι βάρος, περιο­ρι­σμός και κατα­πί­ε­ση. Από τότε που στα σόσιαλ μίντια έγι­νε μόδα να γιορ­τά­ζεις την έκτρω­σή σου ως χαρ­μό­συ­νο γεγο­νός (και να την μετα­δί­δεις live εννο­εί­ται…) τρα­βώ­ντας στα άκρα τις παραι­νέ­σεις να πάψει η έκτρω­ση να είναι ένα “ένο­χο μυστικό”.

“Για­τί δεν μπο­ρού­με κρι­τι­κά να συζη­τά­με θέμα­τα όπως η έκτρω­ση; Για­τί χρειά­ζε­ται να γίνου­με ακραί­οι και δεν μπο­ρού­με να παρα­δε­χτού­με ότι δεν υπάρ­χουν έτοι­μες ιατρι­κές ή ηθι­κές συντα­γές διευ­θέ­τη­σης τέτοιων ζητη­μά­των; Για­τί μας δυσκο­λεύ­ει τόσο μια τέτοια συζή­τη­ση; Σαν να μην μπο­ρού­με να δεχτού­με ότι τα ανθρώ­πι­να ζητή­μα­τα δεν είναι άσπρο μαύ­ρο, ότι στον πραγ­μα­τι­κό κόσμο καθε­τί που προ­κρί­νου­με εκτός από θετι­κές έχει και αρνη­τι­κές πλευρές”.

Η απα­ξί­ω­ση που δέχε­ται τα τελευ­ταία χρό­νια η βιο­λο­γι­κή μητρό­τη­τα είναι πολυ­μέ­τω­πη. Μητέ­ρα λέει (ποιος άρα­γε το λέει;) είναι αυτή που μεγα­λώ­νει το παι­δί και όχι αυτή που το γεν­νά­ει. Εκεί­νη δε που το κυο­φο­ρεί για λογα­ρια­σμό τρί­των γίνε­ται αντι­λη­πτή απλώς ως ένα δοχείο από το οποίο βγαί­νει ένα μωρό. Μέχρι και τρανς γυναί­κες (άτο­μα που γεν­νή­θη­καν άντρες δηλα­δή) αξιώ­νουν στις μέρες μας να ονο­μά­ζο­νται μητέ­ρες, ενώ εκεί­νη που γεν­νά το παι­δί λογί­ζε­ται ολο­έ­να και λιγό­τε­ρο ως τέτοια. Πώς θα λέγε­ται εφε­ξής αυτή η γυναί­κα αν όχι μητέ­ρα; Πώς θα ονο­μά­ζου­με ως κοι­νω­νία τις γυναί­κες που φέρ­νουν στον κόσμο παι­διά αν όχι μητέ­ρες; Χρεια­ζό­μα­στε άρα­γε μια λέξη που να τις περι­γρά­φει, να τις οριο­θε­τεί και να τις ανα­γνω­ρί­ζει ως δια­κρι­τή ομά­δα; Προ­φα­νώς για χιλιά­δες χρό­νια χρεια­ζό­μα­σταν αλλά όχι πια.

Πώς από την υπερ­βο­λή της αγιο­ποί­η­σης της μητρό­τη­τας κοντεύ­ου­με να οδη­γη­θού­με στο ότι η γυναί­κα που κυο­φο­ρεί και γεν­νά­ει το μωρό δεν έχει καμία νομι­κή, κοι­νω­νι­κή, ψυχο­λο­γι­κή, βιο­λο­γι­κή ή άλλη σημα­σία; Στις μέρες μας ο ισχυ­ρι­σμός ότι η μητέ­ρα ανα­πτύσ­σει ισχυ­ρό δεσμό και συντο­νι­σμό με το βρέ­φος κατά τη διάρ­κεια της εγκυ­μο­σύ­νης εκλαμ­βά­νε­ται σχε­δόν ως ομο­φο­βι­κή, σεξι­στι­κή ή ιδε­ο­λο­γι­κή θέση, ενώ είναι απλώς η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Πώς γίνε­ται όμως οι αλλα­γές που όντως συμ­βαί­νουν στον εγκέ­φα­λο άλλων προ­σώ­πων που φρο­ντί­ζουν το μωρό (π.χ. πατέ­ρας) να είναι ισά­ξιες ή υπέρ­τε­ρες των αλλα­γών που συμ­βαί­νουν στο μυα­λό και στο σώμα της γυναί­κας που το κυο­φο­ρεί για 9 μήνες; Ποιον προ­σβάλ­λει αυτή η αυτο­νό­η­τη επι­σή­μαν­ση; Ποιος σκέ­φτη­κε ότι είναι δυνα­τόν να αλλά­ξου­με τα ανθρω­πο­λο­γι­κά δεδο­μέ­να προ­κει­μέ­νου κάποιοι να μη θίγονται;

Και αν σήμε­ρα κατα­λύ­ε­ται ο βιο­ψυ­χο­λο­γι­κός δεσμός του μωρού με τη γυναί­κα που το κυο­φο­ρεί για­τί αύριο να μην απο­συν­δε­θεί το μωρό και από το ίδιο το σώμα της γυναί­κας που το κυο­φο­ρεί; Και να οδη­γη­θού­με σε μωρά που γεν­νιού­νται από τεχνη­τές μήτρες; Εξάλ­λου ανα­μέ­νε­ται και η δυνα­τό­τη­τα μετα­μό­σχευ­σης μήτρας ώστε τρανς γυναί­κες να μπο­ρούν να κυο­φο­ρούν. Και μία καθη­γή­τρια βιοη­θι­κής πρό­τει­νε να χρη­σι­μο­ποιού­νται ως παρέν­θε­τες μητέ­ρες εγκε­φα­λι­κά νεκρές γυναίκες.

Όταν πλέ­ον τα παι­διά θα γεν­νιού­νται από “μηχα­νή­μα­τα ή σώμα­τα με μήτρες χωρίς άλλες ιδιό­τη­τες” και η “γονεϊ­κό­τη­τα” θα αντι­κα­τα­στή­σει τη φυσι­κή σχέ­ση ως νομι­κή ρύθ­μι­ση ανε­ξάρ­τη­τη από τη βιο­λο­γία, τα μωρά θα μπο­ρούν να έρχο­νται ελεύ­θε­ρα στον κόσμο επί­σης χωρίς ιδιό­τη­τες και κυρί­ως χωρίς ήδη κάποιο πρό­σω­πο να έχει δια­μορ­φώ­σει μαζί τους μια σωμα­το­ψυ­χι­κή σύν­δε­ση. Θα μπο­ρούν απλώς να τοπο­θε­τού­νται σε ένα ράφι και να περι­μέ­νουν εκεί να βρε­θεί κάποιος (αν βρε­θεί) να δημιουρ­γη­θεί αυτή η απο­δε­δειγ­μέ­να πολύ­τι­μη για την επι­βί­ω­σή τους σύνδεση.

Και μη σκε­φτεί κάποιος ότι η απά­ντη­ση είναι να γυρί­σουν στο σπί­τι οι γυναί­κες και να κάνουν παι­διά. Ο δρό­μος αυτός δεν γυρί­ζει πίσω. Στο σήμε­ρα αρκεί να κατα­νο­ή­σου­με ότι, όπως επι­χει­ρη­μα­το­λο­γεί η Harrington στο βιβλίο της “Feminism Against Progress”, στο βαθ­μό που συνε­χί­ζου­με να δεχό­μα­στε ότι η ασυμ­με­τρία των φύλων είναι κατα­πί­ε­ση και η μητρό­τη­τα βάρος, προ­κρί­νου­με για πρώ­τη φορά στην ιστο­ρία του ανθρώ­πι­νου πολι­τι­σμού ένα μέλ­λον με μωρά χωρίς μητέρες.

“Τα σώμα­τα και οι ανα­πα­ρα­γω­γι­κοί ρόλοι των ανδρών και των γυναι­κών είναι δια­φο­ρε­τι­κοί. Ακό­μη και στο πιο ισό­τι­μο ετε­ρο­φυ­λό­φι­λο ζευ­γά­ρι, η υλι­κή συνει­σφο­ρά της γυναί­κας στην από­κτη­ση παι­διών είναι πολύ πιο κοπια­στι­κή από εκεί­νη του άνδρα. Αν το δού­με αυτό ως άδι­κο βάρος για τις γυναί­κες, τότε οι τεχνη­τές μήτρες μάλ­λον φαί­νο­νται καλή ιδέα” Mary Harrington.

8. Η υπέρ­βα­ση της ανθρώ­πι­νης φύσης: Ελευ­θε­ρία ή δυστοπία;

Η περί­φη­μη στρο­φή προς τον μετάν­θρω­πο, όπως είχα­με γρά­ψει σε ένα παλαιό­τε­ρο κεί­με­νο, βρί­σκει την πλή­ρη έκφρα­σή της στο ιδε­ο­λό­γη­μα του trans-human, δηλα­δή “του ανθρώ­που που με τη βοή­θεια ή μη της ιατρι­κής και της επι­στή­μης, έχει τη δυνα­τό­τη­τα ως άλλος θεός να δημιουρ­γή­σει ή να επι­νο­ή­σει τον εαυ­τό του εκ του μηδε­νός και να του απο­δώ­σει όποια χαρα­κτη­ρι­στι­κά επι­θυ­μεί δια­γρά­φο­ντας φύλο, όνο­μα, προ­σω­πι­κή ιστο­ρία ή άλλους ιστο­ρι­κούς και κοι­νω­νι­κούς καθο­ρι­σμούς”. Οι συνέ­πειες αυτής της ιδε­ο­λο­γι­κής στρο­φής, είτε μιλά­με για τρο­πο­ποί­η­ση του φύλου είτε για δημιουρ­γία μωρών εκτός του γυναι­κεί­ου σώμα­τος, είναι προς το παρόν άγνω­στες, ενώ το πώς αισθά­νο­νται οι γυναί­κες για όλα αυτά μένει συνή­θως εκτός συζήτησης.

Στα πλαί­σια της “πατριαρ­χί­ας”, οι γυναί­κες υπο­τί­θε­ται ότι κοι­νω­νι­κο­ποιού­μα­στε μαθαί­νο­ντας να φρο­ντί­ζου­με τους άλλους. Μια συμπε­ρι­φο­ρά που όπως λέγε­ται δεν είναι στη φύση μας αλλά είναι κοι­νω­νι­κά κατα­σκευα­σμέ­νη. Καμία αντίρ­ρη­ση επ’ αυτού. Αντί όμως να σπά­σει αυτή η κοι­νω­νι­κή κατα­σκευή, μετά από τόσους φεμι­νι­στι­κούς αγώ­νες φαί­νε­ται ότι οι γυναί­κες, πολύ περισ­σό­τε­ρο από τους άντρες, υπο­στη­ρί­ζουν με θέρ­μη και πραγ­μα­τι­κή ενσυ­ναί­σθη­ση και συμπό­νια (από το συν-πονάω) οποιον­δή­πο­τε διεκ­δι­κεί κάτι για τον εαυ­τό του εις βάρος τους (π.χ. να στα­μα­τή­σουν να λέγο­νται γυναί­κες για­τί κάποιοι προ­σβάλ­λο­νται, να δέχο­νται άτο­μα με ανδρι­κή σωμα­το­δο­μή που αυτο­προσ­διο­ρί­ζο­νται ως γυναί­κες στα αθλή­μα­τά τους, να μοι­ρά­ζο­νται τις τουα­λέ­τες και τα απο­δυ­τή­ριά τους με όποιο άτο­μο αισθά­νε­ται γυναί­κα, να κυο­φο­ρούν και να γεν­νούν παι­διά για λογα­ρια­σμό τρί­των). Μήπως τελι­κά είναι από τη φύση τους φρο­ντι­στι­κές και σήμε­ρα διο­χε­τεύ­ουν προς άλλα κανά­λια τη φρο­ντί­δα τους ή όντως η τάση τους για φρο­ντί­δα είναι κοι­νω­νι­κά κατα­σκευα­σμέ­νη και απο­τύ­χα­με στη χει­ρα­φέ­τη­σή τους; Για­τί όλα μαζί δεν μπο­ρούν να ισχύουν.

Ποιος φοβά­ται ή θίγε­ται αν τεθούν τα δύσκο­λα ερωτήματα;

Για παρά­δειγ­μα μήπως το φύλο έχει κάποια σημα­σία και τα παι­διά που μεγα­λώ­νουν με δύο μπα­μπά­δες χρειά­ζο­νται επα­φές και θετι­κές σχέ­σεις με γυναί­κες και αντί­στοι­χα τα παι­διά που μεγα­λώ­νουν με δύο μαμά­δες χρειά­ζο­νται επα­φές και θετι­κές σχέ­σεις με άντρες; Μήπως ο βιο­λο­γι­κός δεσμός έχει κάποια σημα­σία και τα παι­διά που μεγα­λώ­νουν με τους βιο­λο­γι­κούς τους γονείς ή μαθαί­νουν ποιοι είναι οι βιο­λο­γι­κοί τους γονείς απο­κο­μί­ζουν συγκε­κρι­μέ­να μονα­δι­κά οφέ­λη; Μήπως κάποιοι “φεμι­νι­σμοί” απο­δο­μώ­ντας τη “γυναι­κεία φύση” απο­δει­κνύ­ο­νται πολύ περισ­σό­τε­ρο μισο­γυ­νι­κοί από ό,τι υπήρ­ξαν άλλοι θεσμοί υπο­τί­θε­ται πατριαρ­χι­κοί στο παρελθόν;

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΣΤΑ ΠΡΟΘΥΡΑ ΟΡΙΑΚΗΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗΣ

Οι αλλα­γές που συντε­λού­νται σε επί­πε­δο ταυ­τό­τη­τας, ανθρώ­πι­νου ψυχι­σμού και ψυχο­πα­θο­λο­γί­ας κατά τη μετα­μο­ντέρ­να επο­χή και η προ­σπά­θεια κατα­νό­η­σής τους υπό το πρί­σμα της ορια­κής λειτουργίας.

Η Επο­χή του Ναρ­κισ­σι­σμού Τελειώ­νει, η Επο­χή της Ορια­κό­τη­τας Ξημερώνει

Μία βασι­κή θέση στο βιβλίο “Feminism Against Progress” είναι ότι η ρευ­στο­ποί­η­ση της ανθρώ­πι­νης φύσης στο όνο­μα της ελευ­θε­ρί­ας δεν έχει ως απο­τέ­λε­σμα απλώς περισ­σό­τε­ρη ελευ­θε­ρία, αλλά περισ­σό­τε­ρο εμπό­ριο. Και δεδο­μέ­νου ότι το κέρ­δος δεν έχει ηθι­κούς ή άλλους φραγ­μούς, συνε­χί­ζει η Harrington, δεν έχει μεγά­λη δια­φο­ρά αν μιλά­με συγκε­κρι­μέ­να για την ανα­βά­πτι­ση του σεξουα­λι­κού κατα­να­γκα­σμού ως “σεξερ­γα­σία”, της εκτρο­φής βρε­φών ως “παρέν­θε­τη μητρό­τη­τα” ή των ιατρι­κών παρεμ­βά­σε­ων στο ανθρώ­πι­νο σώμα ως “επι­βε­βαιω­τι­κή θερα­πεία για το φύλο”, για­τί όλα αφο­ρούν την ίδια μάχη: Την υπε­ρά­σπι­ση των γυναι­κών, ως σεξουα­λι­κά, ενσώ­μα­τα όντα, αλλά και του ανθρώ­που ως τέτοιου, ενά­ντια στην τυφλή πεί­να της (καπι­τα­λι­στι­κής) μηχανής.

Είναι μια μάχη απέ­να­ντι σε ένα πολι­τι­κο-οικο­νο­μι­κό σύστη­μα που απο­δει­κνύ­ε­ται πολύ περισ­σό­τε­ρο “προ­ο­δευ­τι­κό” από οτι­δή­πο­τε εμείς θα μπο­ρού­σα­με ποτέ να ονει­ρευ­τού­με. Και ναι, είμα­στε όλοι πολύ συντη­ρη­τι­κοί για τα δεδο­μέ­να του, ακό­μα και οι “προ­ο­δευ­τι­κό­τε­ροι” εξ ημών. Αντί λοι­πόν να δια­γκω­νι­ζό­μα­στε για το ποιος είναι πιο προ­ο­δευ­τι­κός καλύ­τε­ρα να αγω­νι­στού­με να δια­φυ­λά­ξου­με (συντη­ρή­σου­με;) ό,τι έχει απο­μεί­νει από τις ψυχές και τα σώμα­τά μας.

Κι αν κάποιοι πλη­γώ­νο­νται ή πικραί­νο­νται ή κατα­πιέ­ζο­νται (από τα σκλη­ρά δεδο­μέ­να της βιο­λο­γι­κής και κοι­νω­νι­κής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας) τι μπο­ρού­με να κάνου­με; Ποιος είπε ότι η ζωή είναι η χώρα των θαυ­μά­των όπου μπο­ρείς να είσαι όποιος θέλεις και να ικα­νο­ποιού­νται όλες οι επι­θυ­μί­ες σου; Και όσοι το είπαν κάπο­τε, όσοι κάπο­τε υπο­στή­ρι­ξαν ότι είναι εφι­κτός ο παρά­δει­σος επί της γης, φαί­νε­ται πλέ­ον ότι δια­ψεύ­στη­καν οικτρά. Οι μόνοι που συνε­χί­ζουν ακό­μα να ανα­φέ­ρο­νται σε ουτο­πί­ες είναι ο νεο­φι­λε­λεύ­θε­ρος παγκο­σμιο­ποι­η­μέ­νος καπι­τα­λι­σμός και τα ιδεολογικά/θρησκευτικά εργα­λεία του: Η κουλ­τού­ρα woke και ο δικαιωματισμός».

(Το Ατέ­χνως ανα­δη­μο­σιεύ­ει το άρθρο από τον 902.gr)

 

ΙΔΕΕΣ και «ΣΤΡΑΤΗΓΟΙ» που άλλα­ξαν το ποδό­σφαι­ρο – Γιάν­νης Γεωργάκης

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο