Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΕΝΑΣ ΚΟΥΒΑΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΥΜΝΟΥΣΕ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ‘21

Επι­μέ­λεια Άννε­κε Ιωαν­νά­του //

Η πτώ­ση του Μεσο­λογ­γί­ου είναι ο τίτλος ενός ποι­ή­μα­τος του Κου­βα­νού Χοα­κίν Λορέν­σο Λουά­σες (1826–1867). Μετά από το κεί­με­νο της Αγγε­λι­κής Αλε­ξο­πού­λου για τη ζωή και το έργο του ποι­η­τή ακο­λου­θεί το ποίημα.

Οι άνθρω­ποι που γεν­νιού­νται στην Κού­βα γύρω στα 1850 έχουν μπρο­στά τους ένα τερά­στιο ιστο­ρι­κό έργο. Να λύσουν προ­βλή­μα­τα της αποι­κια­κής εξάρ­τη­σης που είχαν οξυν­θεί. Οι άνθρω­ποι εκεί­νων των χρό­νων θα υιο­θε­τή­σουν δύο δρό­μους: Άλλοι θα επι­λέ­ξουν ως λύση την επα­νά­στα­ση, ζητώ­ντας την πλή­ρη ανε­ξαρ­τη­σία της χώρας τους από την Ισπα­νία. Άλλοι θα στρα­φούν προς τη λύση της αυτο­νο­μί­ας, ζητώ­ντας μεταρ­ρυθ­μί­σεις και στα­δια­κή βελ­τί­ω­ση της ζωής του νησιού, όμως μέσα στα πλαί­σια της σφαί­ρας της «μητρό­πο­λης», της αποι­κιο­κρα­τι­κής Ισπανίας.

Στον καλ­λι­τε­χνι­κό τομέα θα επι­χει­ρη­θεί μια ανα­νέ­ω­ση των καλ­λι­τε­χνι­κών γού­στων. Οι πνευ­μα­τι­κοί άνθρω­ποι θα αντ­δρά­σουν ενά­ντια στην παρακ­μή του ρεύ­μα­τος του ρομα­ντι­σμού και θα επι­χει­ρή­σουν την ενδυ­νά­μω­ση μιας ποί­η­σης βασι­σμέ­νης σε θέμα­τα σχε­τι­κά με τον ιθα­γε­νή πλη­θυ­σμό και θα πραγ­μα­τευ­τούν πατριω­τι­κά θέμα­τα επεί­γου­σας επι­και­ρό­τη­τας. Αυτές οι κατευ­θύν­σεις, το ξεπέ­ρα­σμα του ρομα­ντι­σμού, η στρο­φή προς θέμα­τα για τον ιθα­γε­νή πλη­θυ­σμό και η πατριω­τι­κή ποί­η­ση θα οδη­γή­σουν σε μια ανα­νέ­ω­ση ακό­μα πιο ριζο­σπα­στι­κή, την οποία προ­α­ναγ­γέλ­λει το ποι­η­τι­κό έργο του Χου­λιάν ντε Κασάλ και, κυρί­ως, το έργο, ποι­η­τι­κό και πεζο­γρα­φι­κό, του μεγά­λου ποι­η­τή και επα­να­στά­τη Χοσέ Μαρτί.

Μια νέα ποι­η­τι­κή γενιά, απο­τε­λού­με­νη από τον Μεντί­βε (δάσκα­λο του Χοσέ Μαρ­τί), τον Χοα­κίν Λορέν­σο Λουά­σες, τον Σενέα και τη Λουί­ζα Πέρες, θα δώσει νέα ώθη­ση στην ποί­η­ση της Κού­βας, τόσο στη μορ­φή όσο και στο περιε­χό­με­νο. Τα ίδια τα μέλη αυτής της ποι­η­τι­κής γενιάς αυτο­προσ­διο­ρί­ζο­νται ως «η αντί­δρα­ση του καλού γούστου».

Ο Χοα­κίν Λορέν­σο Λουά­σες είναι κορυ­φαία μορ­φή του νέου ποι­η­τι­κού κινή­μα­τος, αλλά και θεα­τρι­κός συγ­γρα­φέ­ας. Ο Λουά­σες γεν­νή­θη­κε στην Αβά­να το 1826 και πέθα­νε το 1867. Σπού­δα­σε Δίκαιο και Φιλο­σο­φία, αλλά διέ­κο­ψε τις σπου­δές για λόγους υγεί­ας. Στρά­φη­κε στη συστη­μα­τι­κή μελέ­τη της Ιστο­ρί­ας και λογο­τε­χνί­ας άλλων λαών, μετα­ξύ των οποί­ων και ο ελλη­νι­κός. Μετέ­φρα­σε μάλι­στα ποι­ή­μα­τα του Γάλ­λου φιλέλ­λη­να Ζαν-Πιερ Μπε­ραν­ζέ (Βεραν­ζέ­ρου). Μετα­ξύ των θεα­τρι­κών έργων του ξεχω­ρί­ζει το εμπνευ­σμέ­νο από την ελλη­νι­κή αρχαιό­τη­τα δρά­μα του «Αρι­στό­δη­μος». Ο Λουά­σες έγρα­ψε σονέ­τα, ανα­κρε­ό­ντεια ποι­ή­μα­τα (κατά το πρό­τυ­πο των ποι­η­μά­των του αρχαί­ου Έλλη­να λυρι­κού ποι­η­τή Ανα­κρέ­ο­ντα) και το εκτε­νές μυθο­λο­γι­κό ποί­η­μα «Κού­βα». Η πρώ­τη έκδο­ση ποι­η­μά­των του έγι­νε το 1857.

Ο Χοα­κίν Λορέν­σο Λουά­σες, μαζί με τον Χοσέ Φορ­νά­ρις δημιούρ­γη­σαν την επι­θε­ώ­ρη­ση «Πιρά­γουα», όργα­νο της ανα­βί­ω­σης της ιθα­γε­νούς κουλ­τού­ρας της Κού­βας. Επί­σης, μαζί με τον Φορ­νά­ρις εξέ­δω­σαν την ανθο­λο­γία «Ποι­η­τι­κή Κού­βα». Η ποί­η­ση του Λουά­σες δια­κρί­νε­ται για το πατριω­τι­κό της περιε­χό­με­νο, την πλα­στι­κό­τη­τα και αισθα­ντι­κό­τη­τα στην επε­ξερ­γα­σία του στί­χου. Ο πατριω­τι­σμός της ποί­η­σής του εκφρά­ζε­ται έμμε­σα. Λ.χ. όταν υμνεί την απε­λευ­θε­ρω­τι­κή επα­νά­στα­ση των Ελλή­νων, εκφρά­ζει τον πόθο του κου­βα­νέ­ζι­κου λαού για τη λευ­τε­ριά του.

Μετα­ξύ των ποι­η­μά­των του που δημο­σιεύ­τη­καν το 1857 ήταν και το ποί­η­μα Η πτώ­ση του Μεσο­λογ­γί­ου. Ένα ηρω­ι­κό, πατριω­τι­κό, επα­να­στα­τι­κό ποί­η­μα, ύμνος στη λευ­τε­ριά. Η περι­γρα­φή της πτώ­σης του Μεσο­λογ­γί­ου απο­τε­λεί ύμνο στους αγω­νι­ζό­με­νους για τη λευ­τε­ριά τους Έλλη­νες. Αν και σκλα­βω­μέ­νοι, οι Έλλη­νες ξανα­πο­λε­μούν για να κατα­κτή­σουν την ελευ­θε­ρία. Ο ποι­η­τής, υμνώ­ντας την επα­νά­στα­ση των Ελλή­νων κατά του οθω­μα­νι­κού ζυγού, την παραλ­λή­λι­σε με τις απε­λευ­θε­ρω­τι­κές μάχες των Ελλή­νων στο Μαρα­θώ­να, στις Πλα­ταιές, στη Σαλαμίνα.

Η ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ*

Ο ανα­γνώ­στης πρέ­πει να λαμ­βά­νει υπ’ όψη τις συν­θή­κες, τις ιδέ­ες και το κλί­μα της επο­χής, στο οποίο γρά­φτη­κε το ποί­η­μα που ακο­λου­θεί. Η Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή μόλις είχε περά­σει απε­λευ­θε­ρω­τι­κούς αγώ­νες ενά­ντια στον ισπα­νι­κό ζυγό. Οι ιδέ­ες του Σιμόν Μπο­λί­βαρ για μια ενω­μέ­νη ανε­ξάρ­τη­τη Νότια Αμε­ρι­κή ήταν πρό­σφα­τες. Άλλω­στε και η ευρω­παϊ­κή ήπει­ρος και ιδιαί­τε­ρα η Γαλ­λία ήταν σε επα­να­στα­τι­κό ανα­βρα­σμό. Μέσα σ’ αυτό το κλί­μα επό­με­νο ήταν η ελλη­νι­κή επα­νά­στα­ση του ’21 να ενέ­πνεε πολ­λούς στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή και όχι μόνο. Επο­μέ­νως κάποιοι τόνοι έπαρ­μέ­νης αρχαιο­λα­τρεί­ας και προ­σβλη­τι­κών χαρα­κτη­ρι­σμών όσον αφο­ρά τους Τούρ­κους που υπάρ­χει σε κάποιους από τους στί­χους του, καθώς και ο εξω­ραϊ­σμός του ρόλου της Αγγλί­ας και Γαλ­λί­ας στην τελευ­ταία στρο­φή, πρέ­πει να εκτι­μού­νται στο χρο­νό­χω­ρό τους.
***

Εκδί­κη­ση, Ελλη­νες, το Μεσο­λόγ­γι έπεσε
κάτω από το σπα­θί του Ιμπρα­ήμ, σε ερεί­πια κείται.
Ο μου­σουλ­μά­νος Τούρ­κος θα έβρει μες στα τεί­χη του
τον Ελλη­να νεκρό, αλλά όχι σκλάβο!
***
Επε­σε ο προ­μα­χώ­νας της αρχαί­ας Αιτωλίας
από το σίδε­ρο του Ισλάμ στα ματω­μέ­να νύχια,
που βοή­θη­σε τα άπι­στα σπα­θιά του,
πιο πολύ κι απ’ την πεί­να, η προ­δο­σία η μιαρή.
Τα φτω­χά μας αδέλ­φια νικημένα
κοι­μού­νται μες στο ματω­μέ­νο τάφο.
Στο σκο­τει­νό του κάστρο ας συντρο­φεύ­ει πάντα
τον νέο Εφιάλ­τη, η εθνι­κή ντροπή!
***
Είδα εγώ να πολε­μά­νε ως το θάνατο,
τους αντρειω­μέ­νους Ελλη­νες πολεμιστές,
που πριν απλώ­σει ξένο χέρι στην καλή τους
δίνουν αυτοί στο ατσά­λι την καρδιά.
Αχ, είδα εγώ τις άμοι­ρες γυναίκες
να φλέ­γο­νται από ζωντα­νό ενθουσιασμό,
πριν το κορ­μί τους δώσου­νε στο λάγνο νικητή
έδι­ναν την ψυχή τους στο θεό.
***
Μες στον κάμπο πεθά­ναν οι στρατιώτες,
αι πέθαν’ ο Αιτω­λός στην άγια πόλη,
κι ήτα­νε τόσο το χυμέ­νο αίμα,
που η θάλασ­σα από πρά­σι­νη έγι­νε πορφύρα.
Έκλει­σε με χρι­στια­νι­κά κουφάρια
απ΄την αέναη φωτιά των κανονιών…
«Σφά­χτε, ρημάξ­τε, κάψε­τε, πιστοί του Αλλάχ!»
έκρα­ζε βρα­χνά ο μου­σουλ­μά­νος αρχηγός.
***
Είναι πεσμέ­να σε ερεί­πια πια τα τείχη,
που έμοια­ζαν πύρ­γοι άτρω­τοι, άπαρ­τες επάλξεις,
όπου κυμά­τι­σε σε μεγα­λειώ­δη λάβαρα
του θεαν­θρώ­που ο κόκ­κι­νος Σταυρός,
Εκδί­κη­ση, Ελλη­νες, το Μεσο­λόγ­γι έπεσε!
Αίμα αντί αιμά­του, σφα­γή αντί σφαγής!
Ονει­δος στους δει­λούς που αρνιούνται
να εξα­γο­ρά­σουν, πολε­μώ­ντας, ένα φέρετρο!
***
Δεν ακού­τε την κραυ­γή της εκδίκησης
που αντι­λα­λεί απ’ άκρη σ’ άκρη στην Ελλάδα;
Προ­στρέ­ξε­τε ανδρεί­οι! Ξανα­γεν­νιέ­ται ο αγώνας.
Η δόξα ήτα­νε πάντα εκεί­νου που τολμά!
Αν ο Τούρ­κος πολε­μά­ει μες στα σπαρ­τά σας,
ριχτεί­τε άτρο­μα σ’ αυτόν με τα άλο­γά σας
και σπά­στε με τη σιδε­ρέ­νια οπλή του
το υπο­ταγ­μέ­νο μέτω­πο του άπι­στου φονιά.
***
Στα όπλα, όλοι! Κι ύστε­ρα στη μάχη
να μάθει ο Μωά­μεθ, ο αιμο­στα­γής ο δήμιος,
πως το ελλη­νι­κό σπα­θί σπά­ει τα δεσμά,
το βάρ­βα­ρο το για­τα­γά­νι λύγισε.
Στα όπλα, στα όπλα, ξεγυ­μνώ­στε το σπαθί!
Σπά­στε, ρημά­ξε­τε τ’ αγα­ρη­νά κεφάλια!
Με τις αλύ­σους σπά­στε τους το μέτωπο,
κι ας ξεψυ­χή­σου­νε από θυμό κι από ντροπή!
***
Απ’ τη χαρά τους τρε­μο­παί­ζουν κιό­λας οι ίσκιοι
των ένδο­ξων, ευγε­νι­κών προ­γό­νων σας.
Δεί­τε, ανδρεί­οι, εκεί είναι ο Μαραθώνας,
εκεί η Σαλα­μί­να, οι Πλαταιές!
Όταν θριαμ­βευ­τές του ακά­θαρ­του Ισλάμ
υψώ­σε­τε ξανά και δοξα­σμέ­νο το Σταυρό,
κομ­μα­τιά­ζο­ντας το μάρ­μα­ρο του Τιμη­μέ­νου τάφου,
το μέτω­πο εκεί θα φανεί του Φιλοποίμενος.
***
Η σιω­πή ας απα­ντή­σει στις κραυ­γές τους,
στα στι­λέ­τα τους ας απα­ντή­σουν τα σπαθιά,
και στα ωραία χρω­μα­τι­στά λοφία τους
αντι­τά­χτε, ανδρεί­οι, το φρυ­γι­κό μπερέ.
Εμπρός! Εμπρός! Πλη­γώ­στε, σφά­χτε, κόψ­τε, είναι δικοί σας!
Ο θεός τους παρά­δο­σε για τιμω­ρία σ’ εσάς.
Ας ηχή­σουν οι σάλ­πιγ­γες κι η δοντια­σμέ­νη λόγχη
εκα­τό σώμα­τα θα βρει να καρφωθεί!
***
Τι είν’ η ζωή του Ελλη­να; Αργός θάνατος,
Ζωή μειω­τι­κή, ταπεί­νω­ση ντροπή,
Και υπο­ταγ­μέ­νος ή ριγ­μέ­νος λείχει
Την άναν­δρη αλυ­σί­δα που τον δένει.
Ω, πνεύ­μα­τα του Αρμο­δί­ου, του Θρασύβουλου!
Ω, γιγα­ντό­σω­με ίσκιε του Τυρταίου!
Κάντε καλύ­τε­ρα να πέσει ο Ελλη­νας μαχό­με­νος, παρά να ζήσει
ατι­μα­σμέ­νος ο ίσκιος του Αλκαίου!
***
Ολη η Ελλά­δα ας ξυπνή­σει αρματωμένη.
Ελά­τε στον αγώ­να με ανα­πα­μέ­νο στήθος!
Ο θεός ας είναι με του δίκαιου το μέρος
και το μέτω­πό σας θα στε­φα­νώ­σει η δάφνη!
Να, του Μεσο­λογ­γί­ου την τρο­με­ρή κραυγή
επα­νέ­λα­βε ο Πει­ραιάς με βρα­χνό πάταγο
την πήρε το Αιγαίο, την πήρε το Ιόνιο,
κι αντι­λα­λώ­ντας έφτα­σε σε Ευρώ­πη και σε Ασία.
***
Η τρο­με­ρή ιαχή έφτα­σε στα σύννεφα
κι ως μες στα ουρά­νια ανυ­ψώ­θη­καν οι λεγεώνες,
κατα­θέ­το­ντας από τη γη τα πάθη,
οι Ελλη­νες ήρω­ες αλλο­τι­νών καιρών.
Με τον ίσκιο του γεν­ναί­ου Αριστομένη,
αγκα­λιά­στη­καν οι ίσκιοι του Φιλίπ­που και του Αρατου…
και τινά­ζο­ντας την πλά­κα τους πετάχτηκαν
κι έπε­σαν πάνω στους χαλί­φες της Βαγδάτης.
***
Να, η Αγγλία πάει να πολεμήσει,
ανδρεί­ους μας στέλ­νει η ευγε­νι­κή Γαλλία.
Σαν νέος ήλιος θα υψω­θεί η Ελλάδα,
σαν Μεσο­λόγ­γι θα πέσει η Ιστανμπούλ!
Κι όταν προ­ε­λαύ­νει ο γεν­ναί­ος Μοσκοβίτης,
και βλέ­πει ο Τούρ­κος τον πολε­μι­κό στρα­τό του,
κεί­νος ο βάρ­βα­ρος Μογ­γό­λος της Ευρώπης,
πρη­νής, στο χώμα, θα λατρέ­ψει τον Ιησού.

*Το ποί­η­μα αυτό περι­λαμ­βά­νε­ται στο βιβλίο «Η παρου­σία της Ελλά­δας στην ποί­η­ση της Λατι­νι­κής Αμε­ρι­κής» (Ανθο­λό­γη­ση-μετά­φρα­ση: Ρήγας Καπ­πά­τος-Πέδρο Λάστρα. Εκδό­σεις «Εκά­τη»).

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο