Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΜΟΝΑΧΟΥ, του Πέρσι Φρανσίσκο Αλβαραδο Γοδόι

Γρά­φει η Άννε­κε Ιωαν­νά­του //

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ  ΕΝΟΣ  ΜΟΝΑΧΟΥ
Του Πέρ­σι Φραν­σί­σκο Αλβα­ρα­δο Γοδόι
Εκδό­σεις «Σύγ­χρο­νη Εποχή»
Μετά­φρα­ση: Βασι­λεία Παπαρήγα

Ο υπό­τι­τλος  «Μια πραγ­μα­τι­κή ιστο­ρία τρο­μο­κρα­τί­ας» δεν υπερ­βάλ­λει καθό­λου. Πρό­κει­ται για ένα από τα πλέ­ον φιλό­δο­ξα τρο­μο­κρα­τι­κά σχέ­δια της κου­βα­νο­α­με­ρι­κα­νι­κής μαφί­ας στη δεκα­ε­τία του 1990, που απο­τέ­λε­σε το κίνη­τρο του συγ­γρα­φέα να γρά­ψει το βιβλίο αυτό. Παρα­κο­λου­θού­με τις προ­ε­τοι­μα­σί­ες για το βομ­βι­στι­κό χτύ­πη­μα στο καμπα­ρέ «Τρο­πι­κά­να» στην Αβά­να. Ως πρά­κτο­ρας του Τμή­μα­τος Κρα­τι­κής Ασφά­λειας της Κού­βας ο συγ­γρα­φέ­ας κατά­φε­ρε να διεισ­δύ­σει στην τρο­μο­κρα­τι­κή πτέ­ρυ­γα του Κου­βα­νο­α­με­ρι­κα­νι­κού Εθνι­κού Ιδρύ­μα­τος και στο βιβλίο περι­γρά­φει τη δρά­ση του στους κόλ­πους του. Για το συγκε­κρι­μέ­νο έργο του βρα­βεύ­τη­κε το 2000 με το πρώ­το βρα­βείο Βιβλί­ου Μαρ­τυ­ρί­ας στο δια­γω­νι­σμό του υπουρ­γεί­ου εσωτερικών.

Διεθνιστική δράση

Ο Πέρ­σι Φραν­σί­σκο Αλβα­ρά­δο Γοδόι κατά­γε­ται από τη Γουα­τε­μά­λα, όπου γεν­νή­θη­κε το 1949. Στις 26 Ιου­νί­ου 1954, μετά από το αμε­ρι­κα­νο­κί­νη­το πρα­ξι­κό­πη­μα στη χώρα του, η οικο­γέ­νειά του ανα­γκά­ζε­ται να φύγει κυνη­γη­μέ­νη στην Αργε­ντι­νή και στη συνέ­χεια εγκα­θί­στα­ται μόνι­μα στην Κού­βα, όπου ο Γοδόι πήρε πτυ­χίο Πολι­τι­κών Επι­στη­μών. Η πρώ­τη παρά­γρα­φος της Εισα­γω­γής είναι αφιε­ρω­μέ­νη στους πέντε αντι-τρο­μο­κρά­τες Κου­βα­νούς ήρω­ες, που από το Σεπτέμ­βρη του 1998  βρί­σκο­νται φυλα­κι­σμέ­νοι στις ΗΠΑ και σε μία περί­πτω­ση υπό περιορ­σμό. «Η Κού­βα χρειά­ζε­ται μάτια και αυτιά στη Φλό­ρι­ντα» είχε πει κάπο­τε ο Στρα­τη­γός Εντουαρτ Ατκε­σον, πρώ­ην Ανα­πλη­ρω­τής Επι­τε­λάρ­χης της Στρα­τιω­τι­κής Υπη­ρε­σί­ας Πλη­ρο­φο­ριών των ΗΠΑ. Πράγ­μα­τι, η Κού­βα από την επο­χή της Επα­νά­στα­σης πάλε­ψε με επι­τυ­χία να απο­κτή­σει μάτια και αυτιά στη Φλό­ρι­ντα εμπο­δί­ζο­ντας πλή­θος τρο­μο­κρα­τι­κών επι­θέ­σε­ων ενα­ντί­ον της. Πολύ περισ­σό­τε­ρες εμπο­δί­στη­καν απ’ ο,τι πέτυ­χαν. Ομως, τα πλήγ­μα­τα υπήρ­ξαν, δεν μπο­ρού­σαν πάντα να απο­φευ­χθούν και ο Ελλη­νας ανα­γνώ­στης μπο­ρεί να μάθει πολ­λά από μια σει­ρά βιβλία, εκδό­σεις της ‘Σύγ­χρο­νης Επο­χής’, όπως Οι άνθρω­ποι της σιω­πής του Αλμπέρ­το Μολί­να Ροντρί­γες, Η τελευ­ταία επι­στρο­φή του Χουάν Κάρ­λος Ροδρί­γες Κρους και Μαϊ­ά­μι και πάλι του Λεο­νέ­λο Αβέ­γιο Μέσα.

Μια ζωή αυταπάρνησης

Πράγ­μα­τι, ο συγ­γρα­φέ­ας εξο­μο­λο­γεί πολ­λά στο βιβλίο. Ο τρό­πος που λει­τουρ­γεί η αντι­τρο­μο­κρα­τι­κή δρά­ση, το οδυ­νη­ρό κομ­μά­τι των προ­σω­πι­κών σχέ­σε­ων, που δεν το σκέ­φτε­ται εύκο­λα κανείς. Πρέ­πει να κρύ­βει καλά τη δου­λειά του, να κάνει στους δικούς του σαν να άλλα­ξε φρο­νή­μα­τα και έγι­νε αντε­πα­να­στά­της και προ­δό­της, ίσως το μεγα­λύ­τε­ρο μαρ­τύ­ριο. Το ψηλό φρό­νη­μα και η από­λυ­τη συνει­δη­το­ποί­η­ση του στό­χου κάνουν τον αντι­τρο­μο­κρα­τι­κό πρά­κτο­ρα να μη λυγί­ζει και να μην υπο­χω­ρεί στο ατο­μι­κό: «Υπάρ­χει κόσμος που πιστεύ­ει πως η δου­λειά του μυστι­κού πρά­κτο­ρα είναι εύκο­λη. Το ίδιο σκε­φτό­μουν κι εγώ στην αρχή, όταν ακό­μα δεν ήμουν έτοι­μος γι’ αυτήν. Φαντα­ζό­μουν ότι αρκού­σε να έχει κανείς τυφλή πίστη στην Επα­νά­στα­ση και να είναι δια­τε­θει­μέ­νος να δώσει τα πάντα όταν θα ερχό­ταν εκεί­νη η ώρα, χωρίς άλλη επι­λο­γή. .….….…Η νοσταλ­γία είναι πρό­κλη­ση που πρέ­πει να ξεπε­ρά­σει. Και αυτό μπο­ρεί να το κάνει μόνο ο ίδιος. Σε τελι­κή ανά­λυ­ση, ο πρά­κτο­ρας απο­κό­βε­ται απ’ ο,τι αγα­πά­ει, γαι να φέρει σε πέρας μια απο­στο­λή σε ξένο περι­βάλ­λον» (σελ. 65/66). .….….…..σκέ­φτο­μαι πάντα και τον πατέ­ρα μου, το μεγά­λο κόστος που τον ανά­γκα­σα να πλη­ρώ­σει εξαι­τί­ας της σιω­πής μου. Σπά­ρα­ζα να τον βλέ­πω ανή­συ­χο και απε­γνω­σμέ­νο για­τί ένας γιος του παρα­στρά­τη­σε χωρίς να κατα­φέ­ρει να τον εμπο­δί­σει» (σελ. 68). Η τελευ­ταία «εξο­μο­λό­γη­ση» εκφρά­ζει τις σκέ­ψεις του για τους γονείς του, αγω­νι­στές για την Κου­βα­νι­κή Επα­νά­στα­ση από τη στιγ­μή, που ήρθαν στην Κού­βα, γεμά­τοι από το «άγιο μίσος» για τον ιμπε­ρια­λι­σμό. Ετσι, δια­βά­ζου­με, ότι η μητέ­ρα του φώνα­ξε ετοι­μο­θά­να­τη: «Σ’ ευχα­ρι­στώ Φιδέλ, που με αφή­νεις να πεθά­νω στη γη σου! Συγνώ­μη, Τσε, που δεν πέθα­να όπως εσύ!» (σελ. 67). Η μητέ­ρα του, που και στη Γουα­τε­μά­λα και έπει­τα στην Κού­βα είχε δόσει πολ­λά δείγ­μα­τα της αλύ­γι­στης αγω­νι­στι­κής ψυχής της. Τα μαθαί­νου­με στις σελί­δες αφιε­ρω­μέ­νες στις προ­σω­πι­κές του εμπει­ρί­ες από την παι­δι­κή ηλι­κία στη Γουα­τε­μά­λα, όταν το 1954 έγι­νε εισβο­λή με στό­χο την κατα­στρο­φή της επα­νά­στα­σης σε κεί­νη τη χώρα της Κεντρι­κής Αμερικής.

Μια «τρομοκρατική» γνωριμία

Στις σελί­δες του βιβλί­ου περι­λαμ­βά­νε­ται και η γνω­ρι­μία του συγ­γρα­φέα με το μεγά­λο εγκλη­μα­τία Λουίς Ποσά­δα Καρί­λες, χωρίς να ξέρει εκεί­νη τη στιγ­μή με ποιόν έχει να κάνει. Υπεν­θυ­μί­ζου­με, ότι το 1976 ο Ποσά­δα Καρί­λες ήταν σύνερ­γος στην πιο ειδε­χθή εγκλη­μα­τι­κή ενέρ­γεια στην ιστο­ρία της τρο­μο­κρα­τί­ας στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή οργα­νώ­νο­ντας την ανα­τί­να­ξη κου­βα­νι­κού επι­βα­τι­κού αερο­πλά­νου εν πτή­σει. Στυ­γνό έγκλη­μα, που έμει­νε –κι αυτό – ατιμώρητο.

Υπάρ­χουν διά­λο­γοι στο βιβλίο με τους μαφιό­ζους συνερ­γά­τες του Καρί­λες από το Μαϊ­ά­μι, οι οποί­οι έχουν τον Πέρ­σι Γοδόι για δικό τους άνθρω­πο. Διά­λο­γοι, στους οποί­ους θαυ­μά­ζου­με την ψυχραι­μία του συγ­γρα­φέα, την αυτο­συ­γκρά­τη­ση και το αγω­νι­στι­κό ήθος του. Επί­σης, όπως και στα άλλα βιβλία, δια­πι­στώ­νου­με τη μαστο­ριά της κου­βα­νέ­ζι­κης αντι­κα­τα­σκο­πεί­ας, που εξε­λί­χθη­κε κάτω από τη μόνι­μη απει­λή δεκα­ε­τιών σε αλη­θι­νή αντι­τρο­μο­κρα­τι­κή επιστήμη.

Η δικαίωση του «Μοναχού»

Στις τελευ­ταί­ες σελί­δες του βιβλί­ου ανα­φέ­ρε­ται η αθω­ω­τι­κή δίκη του συγ­γρα­φέα: «Τελειώ­νο­ντας αυτό το βιβλίο σκέ­φτο­μαι εκεί­νους που δε βρί­σκο­νται ανά­με­σά μας. Πέθα­ναν χωρίς ποτέ να γίνει γνω­στό ότι ανή­καν στο ένδο­ξο πλή­θος των επα­να­στα­τών. Πάλε­ψαν όπως κι εμείς, ωστό­σο ποτέ δεν είδαν τους καρ­πούς του αγώ­να τους. .….….Ισως γι’ αυτό να θεω­ρού­μαι προ­νο­μιού­χος ανά­με­σά τους, αφού έφτα­σα στο τέλος. Αυτό το ήξε­ρα στις 11.3.1999, όταν στά­θη­κα ενώ­πιον του λαϊ­κού δικα­στη­ρί­ου στο οποίο δικά­ζο­νταν διά­φο­ροι τρο­μο­κρά­τες από την Κεντρι­κή Αμε­ρι­κή ως αυτουρ­γοί επι­θέ­σε­ων και δολιο­φθο­ρών στις του­ρι­στι­κές εγκα­τα­στά­σεις της Κού­βας. Εκεί­νη την ημέ­ρα γνώ­ρι­σε ο κόσμος τον Μονα­χό. Αυτό είναι το προ­νό­μιό μου» (σελ. 214/215).

Το 1999 παρα­ση­μο­φο­ρή­θη­κε ο «Μονα­χός» με το μετάλ­λιο πρώ­του βαθ­μού «Ελι­σέο Ρέγιες». Συγκι­νη­τι­κή στο τέλος η επί­σκε­ψή του, μαζί με τους άλλους τρεις παρα­ση­μο­φο­ρε­μέ­νους, στο νεκρο­τα­φείο για να τοπο­θε­τή­σει τα λου­λού­δια της τελε­τής, που του έδο­σαν, στον τάφο των γονε­ών του: «Ανα­κά­λυ­ψα πως τώρα μπο­ρού­σα, ανε­μπό­δι­στα, να τους κοι­τά­ξω χωρίς να νοιώ­θω ντρο­πή» (σελ. 218).

_______________________________________________________________________________________________________

Άννεκε Ιωαννάτου, Doctoral κλασικής φιλολογίας, νεοελληνικής και συγκριτικής γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου της Ουτρέχτης. Κριτικός λογοτεχνίας, μεταφράστρια. Μετέφρασε το «Η εξέγερση του Σπάρτακου» του Ρίγκομπερτ Γκίντερ, καθώς και το «Αντι-Ντίρινγκ» του Φρίντριχ Ενγκελς. Από τον Απρίλη του 1996 ήταν παραγωγός ραδιοφωνικής εκπομπής για το βιβλίο στον «902 Αριστερά στα FM» και από τον Απρίλη του 2007 τηλεοπτικής εκπομπής για το βιβλίο στον ίδιο σταθμό.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο