Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Εσύ φταις που μας εμπιστεύτηκες!

«Για τη φωτιά φταί­νε τα φλε­γό­με­να ζώα που τρέ­χουν» είπε ο υπο­ψή­φιος για Πού­λι­τζερ δημοσιογράφος.

Για τις πλημ­μύ­ρες φταί­νε τα ζώα που βοσκούν στις ρεμα­τιές και τα κου­φά­ρια τους φρα­κά­ρουν τη ροή του νερού.
Για τον θηλυ­κό ξιφία που πριν δυο χρό­νια πετρο­βο­λή­θη­κε μέχρι θανά­του σε κοσμο­πο­λί­τι­κη πλαζ στη Χαλ­κί­δα και κινη­μα­το­γρα­φή­θη­κε δεό­ντως απ’ τα κινη­τά των λουο­μέ­νων, έφται­γε ο ίδιος ο ξιφί­ας που βγή­κε στα ρηχά για να γεν­νή­σει («η ανε­με­λιά είναι ανευθυνότητα»).
Για τη δύστυ­χη αλε­που­δί­τσα που βρέ­θη­κε πριν λίγες μέρες κρε­μα­σμέ­νη και κατα­κρε­ουρ­γη­μέ­νη στη μαγι­κή τοπο­θε­σία «Σχι­νιάς», προ­φα­νώς και θα έφται­γε η ίδια για­τί θα κού­νη­σε την ουρά της. Τέτοια βαρ­βα­ρό­τη­τα σπά­νια συνα­ντά­με στην ελλη­νι­κή κοι­νω­νία, ακό­μα και σε ό,τι αφο­ρά στις ζωο­κτο­νί­ες. Κανέ­νας Γεωρ­για­νός θα το έκα­νε, ενδεχομένως…

Για τον γατού­λη στη Λαμία που πριν δυο χρό­νια πυρο­βο­λή­θη­κε εν ψυχρώ  με αερο­βό­λο όπλο κι έμει­νε παρά­λυ­τος, για ν’ αφή­σει την τελευ­ταία του ανά­σα λίγες μέρες μετά, σαφώς και έφται­γε ο ίδιος. Δεν σεβά­στη­κε τις ώρες κοι­νής ησυ­χί­ας και ζευ­γά­ρω­νε πλη­σί­ον της οικί­ας καθω­σπρέ­πει λυκειάρ­χη, ο οποί­ος και τον εκτέ­λε­σε πάραυ­τα. Τον Σεπτέμ­βριο ο κύριος αυτός, επέ­στρε­ψε στις σχο­λι­κές αίθου­σες για να μετα­λα­μπα­δεύ­σει στους μαθη­τές του τις αξί­ες και τις γνώ­σεις του.

Για τις μολυ­σμέ­νες μας θάλασ­σες και τα τραυ­μα­τι­σμέ­να μας βου­νά που χάσκουν μπα­ρου­το­κα­πνι­σμέ­να, με τις ανε­μο­γεν­νή­τριες μπηγ­μέ­νες στα σπλά­χνα τους, φταί­ει η φύση κι ο κακός μας ο καιρός.

Και για τις νεό­δμη­τες «πολι­τεί­ες» που φύο­νται κατά κόρον τα τελευ­ταία χρό­νια σε (πρώ­ην) δασι­κές εκτά­σεις, φταί­ει το κρά­τος που τους δίνει άδεια.

Αλλά και για τους θεό­ρα­τους φρά­χτες που υψώ­νο­νται σε παρα­λια­κά θέρε­τρα κι έχουν κατα­πα­τή­σει δημό­σιους δρό­μους και εξό­δους δια­φυ­γής σε στιγ­μές κιν­δύ­νου, ίσως να φταί­νε τα τζι­τζί­κια τελικά…

Ο κόσμος φλέ­γε­ται, κι αυτά εκεί, να πεθαί­νουν τρα­γου­δώ­ντας.
Ίσως ένα πεί­ρα­μα που έγι­νε τον περα­σμέ­νο αιώ­να, να εξη­γεί το φαι­νό­με­νο της ανε­με­λιάς (των τζιτζικιών).
Ο δήμαρ­χος του Μαγδεμ­βούρ­γου πυρο­δό­τη­σε ένα κανό­νι κάτω απ’ το πλα­τά­νι της πλα­τεί­ας που  πάνω του τερέ­τι­ζαν χιλιά­δες τζι­τζί­κια, χωρίς εκεί­να να πτοη­θούν απ’ τον εκκω­φα­ντι­κό κρό­το και να πετά­ξουν μακριά.

Το κανό­νι της φύσης θα σκά­σει όπου να ‘ναι, αλλά εμείς θα παρα­μέ­νου­με γαν­τζω­μέ­νοι στις μεσο­τοι­χί­ες, στις καπνο­δό­χους και στις κερα­μο­σκε­πές μας, με την αφε­λή πεποί­θη­ση πως είμα­στε οι κυρί­αρ­χοι της φύσης. Κανείς μας δεν σκέ­φτη­κε άρα­γε πως τα τζι­τζί­κια είναι ακίν­δυ­να, ούτε τσι­μπούν ούτε δαγκώ­νουν. Μια σύντο­μη κλε­ψύ­δρα είναι η ζωή τους, μέχρι να ξανα­γί­νουν σκου­λή­κια στο υπέδαφος.

Γι’ αυτό σου λέω, ΚωστήΕσύ φταις που μας εμπι­στεύ­τη­κες. Και στο κάτω (πιο κάτω δεν έχει) της γρα­φής, ο θύτης σου θα μπο­ρού­σε να σε τεμα­χί­σει σε φέτες. Δεν το έκα­νε όμως. Δεν είμα­στε για αίμα­τα, Κωστή. Είμα­στε απο­στει­ρω­μέ­νοι, απελ­πι­στι­κά αυτο­κα­τα­στρο­φι­κοί και εθι­σμέ­νοι στο επαγ­γελ­μα­τι­κό έγκλημα.

Χτυπάμε πισώπλατα και αργοπεθαίνουμε σφυρίζοντας αδιάφορα.

(Μαρία Κανελ­λά­κη)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο