Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης //
Σκηνοθεσία: Στέλιος Τατασόπουλος
Μουσική: Κ. Βήτα
Ηθοποιοί: Στέλιος Τατασόπουλος, Δανάη Γρίζου, Τζόλη Γαρμπή, Κίμων Σπαθόπουλος, Κώστας Λογαριαστάκης
Παραγωγή: Φύζιο Φιλμ
Διάρκεια: 42
ΥΠΟΘΕΣΗ
Ένας φοιτητής εγκαταλείπει τις σπουδές του λόγω οικονομικών δυσκολιών και προσλαμβάνεται ως ηθοποιός σε ένα θίασο, όπου ερωτεύεται την πρωταγωνίστρια. Όταν εκείνη ενδίδει σε ένα βιομήχανο, απογοητευμένος εγκαταλείπει το θέατρο. Η φτώχεια θα τον φέρει στις γραμμές του προλεταριάτου και θα γίνει καπνεργάτης. Έρχεται αντιμέτωπος με την εκμετάλλευση των εργατών, συμβάλλει στην ίδρυση του συνδικάτου και ηγείται του αγώνα για κοινωνική δικαιοσύνη.
Πρόκειται για την πρώτη ελληνική ταινία «κοινωνικού προβληματισμού». Η διανομή της στις αίθουσες συνοδεύτηκε από αστυνομικές επεμβάσεις και ματαιώσεις προβολών.
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Η ταινία θεωρούνταν χαμένη μέχρι τα μέσα του 1980, όταν ανακαλύφθηκαν διασωθέντα υλικά που οδήγησαν στην πρώτη αποκατάστασή της, σε έγχρωμο ενδιάμεσο αρνητικό, το 1989. Με το νέο σχέδιο ψηφιακής αποκατάστασης του 2017, το υπάρχον υλικό βελτιώθηκε. Ψηφιοποιήθηκε σε ανάλυση 2Κ επιτρέποντας την αποκατάσταση τμήματος του πρωτότυπου κάδρου. Οι αντεστραμμένες σκηνές διορθώθηκαν, οι κολλήσεις φιλμ απαλείφθηκαν, η τονική διαβάθμιση βελτιώθηκε. Η πρωτότυπη ταχύτητα αναπαραγωγής των καρέ αναπροσαρμόστηκε ώστε να προσομοιάζει στο φορμά του DCP.
Το σχέδιο αποκατάστασης πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την Documenta 14: Learning from Athens. Συνεργάτης: CINEMATEK Συμπαραγωγός: COSMOTE TV. Με την υποστήριξη του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου.
ΣΧΟΛΙΟ
Αξίζει να διαθέσετε λίγο από το χρόνο σας για να παρακολουθήσετε αυτή την ιδιαίτερη ταινία στο σύνδεσμο που ακολουθεί. Δυστυχώς, η ταινία δεν υπάρχει στο αρχείο της Ταινιοθήκης της Ελλάδας όπου είχε αναρτηθεί τον Απρίλιο του 2020 μέσα στο πρώτο κύμα της πανδημίας του κορονοϊού και στα πλαίσια του προγράμματος «Η Ταινιοθήκη στο σπίτι» που παρουσίασε στο κοινό μια σειρά από σπάνιες, αποκατεστημένες και ψηφιοποιημένες ταινίες
Η “Κοινωνική Σαπίλα”, παραγωγής του 1932, αποτελεί ένα ιστορικό και κινηματογραφικό ντοκουμέντο το οποίο μας οδηγεί στην Αθήνα του Μεσοπολέμου, στους δρόμους και στις κεντρικές πλατείες, στις σχολές, στα θέατρα και τα στέκια των καλλιτεχνών, στα πλούσια αστικά σπίτια και στις φτωχογειτονιές συνδυάζοντας και κυρίως αναδεικνύοντας την κοινωνική κριτική με τα πρώτα σκιρτήματα της εργατικής ταξικής πάλης στην Ελλάδα.
Εδώ αξίζει να σημειωθεί το ιστορικό πλαίσιο της εποχής. Συγκεκριμένα, το Μάιο του 1932 πραγματοποιήθηκε κι επίσημα η πτώχευση της Ελλάδας με την κήρυξη της παύσης πληρωμών από την Κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου, ως αποτέλεσμα της διόγκωσης του εξωτερικού χρέους της χώρας λόγω της διεθνούς οικονομικής κρίσης και της μείωσης των εξαγωγών. Οι διεθνείς αιτήσεις του Ελευθερίου Βενιζέλου για την στήριξη της Ελλάδας στις δανειακές της υποχρεώσεις δεν είχαν θετικό αντίκρισμα, με συνέπεια να εγκαταλειφθεί ο κανόνας του χρυσού. Ακολούθησαν η ραγδαία υποτίμηση και επακόλουθη χρεωκοπία.
Όλων αυτών είχε προηγηθεί η κατάρρευση του αμερικανικού χρηματιστηρίου στη Νέα Υόρκη το φθινόπωρο του 1929, η οποία είχε σοβαρές συνέπειες σε όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Αυτές έγιναν έντονες στην Ευρώπη το πρώτο εξάμηνο του 1931. Την άνοιξη του 1931, η κατάσταση είχε χειροτερέψει για τις οικονομίες των ευρωπαϊκών κρατών, τα περισσότερα από τα οποία αδυνατούσαν να εξοφλήσουν τα χρέη τους προς την Αμερική. Επίσης, υπήρχε πρόβλημα και στις διευρωπαϊκές πληρωμές δανείων, πράγμα που επιδείνωνε περισσότερο το οικονομικό κλίμα. Το μεγαλύτερο, όμως, πρόβλημα το παρουσίαζε η οικονομία της ηττημένης κατά τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο Γερμανίας, η οποία, εκτός των άλλων χρεών της οικονομίας της, είχε και τις μεγαλύτερες πολεμικές οφειλές προς τις νικήτριες δυνάμεις. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες στις 20 Ιουνίου 1931, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, Χούβερ, πρότεινε την ετήσια αναστολή των πληρωμών των επανορθώσεων από τη Γερμανία προς τους Συμμάχους σε συνδυασμό με την ετήσια αναστολή της πληρωμής των πολεμικών χρεών των Συμμάχων προς την Αμερική.
Στη χώρα μας αυτές οι εξελίξεις αποτέλεσαν ένα ισχυρό χαστούκι στις θέσεις της κυβέρνησης των Φιλελευθέρων περί της δημοσιονομικής σταθερότητας της χώρας, αν και παράλληλα υπήρξε προσπάθεια να χρεωθεί κι αυτή η κρίση πάνω στις πλάτες της ελληνικής εργατικής τάξης.
Η ταξική πάλη και το «Ιδιώνυμο»
Οι κορυφαίες στιγμές του σοσιαλιστικού και συνδικαλιστικού κινήματος στη χώρα, ως εκείνη την περίοδο, ήταν η ίδρυση το Νοέμβριο του 1918 του ΣΕΚΕ (Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος), του πρώτου ελληνικού επαναστατικού σοσιαλιστικού κόμματος και το οποίο στο 3ο Έκτακτο Συνέδριο τον Νοέμβριο του 1924, μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΚΕ) και η ίδρυση της ΓΣΕΕ το 1918 μετά από συνέδριο που έγινε τον Οκτώβριο (21–28) του έτους στην Αττική. Αναφέρεται ότι σε αυτό το πρώτο και καθοριστικό συνέδριο συμμετείχαν «214 σωματεία με 180 αντιπροσώπους που αντιπροσώπευαν 65.000 οργανωμένους εργάτες».
Επίσης, από το 1929 ξεκίνησε η εφαρμογή του «Ιδιώνυμου» (ειδικού) αδικήματος όπως περιγράφεται στον νόμο N.4229/24 Ιουλίου 1929 (ΦΕΚ 245/Τεύχος Πρώτον/25 Ιουλίου 1929) μετά από πρόταση της κυβέρνησης Βενιζέλου. Ο τίτλος του νόμου ήταν “Περί των μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών” και στόχος του ήταν η ποινικοποίηση των “ανατρεπτικών” ιδεών, ιδιαίτερα η δίωξη κομμουνιστών, αναρχικών και η καταστολή των συνδικαλιστικών κινητοποιήσεων.
Στρατευμένος κινηματογράφος
Η “Κοινωνική Σαπίλα” δημιουργήθηκε μέσα σε αυτό το πλαίσιο. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι αίθουσες του κέντρου απέφυγαν να προβάλουν την ταινία κι έτσι οι προβολές της ξεκίνησαν με επιτυχία από την προσφυγική Κοκκινιά. Έκανε μια μεγάλη περιοδεία στην επαρχία και όταν έκλεισε τον κύκλο της ο σκηνοθέτης της επέστρεψε στο Παρίσι για να συνεχίσει τις σπουδές του στη σκηνοθεσία.
Πρόκειται για έναν κοινωνικά στρατευμένο κινηματογράφο καθώς και για την πρώτη κοινωνική ταινία με καθαρά μαρξιστική θέση, όπως αναφέρει σε σχετική παρουσιάση ο Μανώλης Κρανάκης στο Flix.gr, με την οποία συμφωνώ απόλυτα. Όπως αναφέρει σε συνέντευξή του ο ίδιος ο σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής του φιλμ Στέλιος Τατασόπουλος “στην ταινία αυτή έκανα λόγο για σωματεμπορία και ναρκωτικά. Περιέγραψα πώς γινόταν διακίνηση ναρκωτικών ακόμα και μέσα στα νοσοκομεία και έδειξα τη βρώμα που υπήρχε μέσα στη φυλακή”. Ακριβώς σε αυτό το σημείο, μαζί με την αναπαράσταση των κοινωνικών αγώνων, η ταινία ξεκινάει να μας παρουσιάζει όλες τις αρετές της και αναδείχθηκε πολύ πιο πάνω από τον μέσο όρο των ταινιών της εποχής, ακόμα και με τα πρωτόγονα μέσα που είχε στη διάθεση της.
Αποτίμηση
Ο σημερινός θεατής θα την παρακολουθήσει με ενδιαφέρον. Ο περισσότερο υποψιασμένος κινηματογραφικά και… συνειδητοποιημένος πολιτικά είναι πιθανό να νιώσει μια ένοχη απόλαυση παρακολουθώντας την. Προσωπικά, έτσι ένιωσα ως ένα βαθμό, αν και σε αρκετά σημεία, ιδιαίτερα στην αρχή, είχα την εντύπωση ότι παρακολουθούσα ένα σύγχρονο πειραματικό φιλμ πάνω στον βωβό κινηματογράφο κι όχι μια ταινία των αρχών του 20ου αιώνα. Σε αυτή την εντύπωση συνέβαλε η μουσική του Κ. Βήτα η οποία αν και μουσικά ευφυής σαν κάπως να μην ταίριαζε με το κλίμα της ταινίας. Αλλού πάλι η μουσική υποστήριζε τις σκηνές αρκετά ικανοποιητικά. Στην πορεία όμως η εξέλιξη της ιστορίας και των γεγονότων επέβαλλαν το ρυθμό τους.
Ο συνδυασμός της πραγματικότητας του υποκόσμου και του αλτρουισμού που επιδεικνύει στα μέλη της η εργατική τάξη, η ανηθικότητα των πλουσίων, το κυνήγι από τη μία πλευρά των πρόσκαιρων απολαύσεων και από την άλλη η αλληλεγγύη ως όπλο των αδύναμων, η εξαθλίωση των φυλακών και η σύγκριση των λαμπερών αστικών σαλονιών με τις σκοτεινές λαϊκές γειτονιές όπως και η βιαιότητα των κοινωνικών συνθηκών αναπαράγονται απλά – και λόγω των μέσων της εποχής – και κατανοητά. Άλλωστε το κοινό στο οποίο απευθύνονταν είχε τις ίδιες εικόνες, τα ίδια βιώματα και τις ίδιες εμπειρίες.
Μη διστάσετε, λοιπόν, να τη δείτε. Αλλά χωρίς φόβο, μόνο με ανοιχτό μυαλό και καρδιά. Δεν την προτείνω σε όσους/ες στέκουν προκατειλημμένοι απέναντι στις δημιουργίες παλαιότερων ετών. Και μακάρι αυτές οι δημιουργίες, όπως η “Κοινωνική Σαπίλα”, να ήταν μόνιμα ελεύθερες και προς θέαση για το κοινό.