Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΜΠΑΡ, ΚΟΚΚΙΝΑ ΝΥΧΙΑ, ΚΑΙ ΚΕΝΤΡΑ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΜΑΘΗΤΕΣ!

Γρά­φει ο Γεώρ­γιος Λιανός

Καλά δια­βά­σα­τε! Στο παρόν κεί­με­νο θα παρα­τε­θούν προ­τά­σεις για μπαρ, καλ­λυ­ντι­κά και αισθη­τι­κά κέντρα για ανή­λι­κους μαθη­τές. Τα μικρά παι­διά οφεί­λουν από νωρίς να γνω­ρί­ζουν και να μάθουν λοι­πόν, τις συνή­θειες και τον τρό­πο ζωής που τα βάζουν μέσα στο πνεύ­μα του να είναι κάποιος in. Όχι πως υπάρ­χει η πρε­μού­ρα για μια τέτοια δια­δι­κα­σία, αλλά για ακό­μη μια φορά τα σχο­λι­κά βιβλία νεο­ελ­λη­νι­κής γλώσ­σας του γυμνα­σί­ου (αυτά που διδά­σκο­νται από το 2006–2007), κεντρί­ζουν το ενδια­φέ­ρον να συνε­χι­στεί η περι­διά­βα­ση σε αυτά.

Θυμη­δία όμως τέλος! Δεν είναι όλα για πλά­κα και χαβα­λέ, όπως νομί­ζουν οι κύριοι του Υπουρ­γεί­ου Παι­δεί­ας και του Ινστι­τού­του Εκπαι­δευ­τι­κής Πολι­τι­κής, που με γνώ­μο­να τα συμ­φέ­ρο­ντα των λίγων και εκλε­κτών με τους τρα­πε­ζι­κούς λογα­ρια­σμούς γεμά­τους με τρι­σε­κα­τομ­μύ­ρια και δισε­κα­τομ­μύ­ρια, απο­φα­σί­ζουν και πράτ­τουν. Είναι σχο­λι­κή παι­δεία και είναι σοβα­ρό το ζήτη­μα. Πάλι στην Α΄ γυμνα­σί­ου και στο βιβλίο μαθη­τή νεο­ελ­λη­νι­κής γλώσ­σας και συγκε­κρι­μέ­να στη σελί­δα 120, υπάρ­χει ένα κεί­με­νο του Σωτή­ρη Δημη­τρί­ου, από ένα μυθι­στό­ρη­μά του. Το κεί­με­νο 7. Ας γίνει μια ανά­γνω­ση του κει­μέ­νου (πρώ­τη εικό­να αρι­στε­ρά) με το οποίο καλού­νται να μάθουν οι μαθη­τές και να κατα­νο­ή­σουν την έννοια της περιγραφής:

«Τις τελευ­ταί­ες ημέ­ρες της παρα­μο­νής μου, εμφα­νί­στη­κε στο μπαρ ένα ξεχω­ρι­στό κορί­τσι, που πραγ­μα­τι­κά με τρά­βη­ξε στο δρό­μο του. Κατέ­βαι­νε απ’ το λεω­φο­ρείο τελευ­ταία και ερχό­ταν στο μπαρ με παρά­ξε­νο λικνι­σμό. Σαν να ήταν λιγά­κι κου­τσή, αλλά δεν ήταν. Ψηλή, λεπτο­φυ­ής, με πυκνά σκου­ρο­κά­στα­να μαλ­λιά, κου­ρε­μέ­να μοντέρ­να, αγο­ρί­στι­κα. Ήταν πιο πολύ νόστι­μη παρά όμορ­φη, με μια υπε­ρή­φα­νη λύπη. Έπια­να τον εαυ­τό μου, τ’ απο­με­σή­με­ρα στο σπί­τι, να σκέ­φτε­ται το πρό­σω­πό της. Είχε μεγά­λα μάτια, μου­ντά πρά­σι­να, λιγά­κι εξό­φθαλ­μα. Κατέ­βαι­ναν τα ματό­κλα­δα παρα­κά­τω απ’ το κανο­νι­κό. Σαν να μισο­κοι­μό­ταν. Αντι­θέ­τως, τα τόξα των φρυ­διών της ήταν ζωη­ρά, καλο­γραμ­μέ­να. Πάντως, της πήγαι­νε πολύ το καλοκαίρι.»

Μετά τη σελί­δα με το πιτσι­ρί­κι που μελε­τού­σε τα ζώδια και τα ωρο­σκό­πια, τον Κώστα Λεφά­κη, μετά τον Σάκη τον ηλε­κτρο­λό­γο με το μαγα­ζί, ετών είκο­σι έξι, που τα είχε με την Αλέ­κα, ετών δεκα­πέ­ντε, τώρα εμφα­νί­ζε­ται και ηδο­νο­βλε­ψί­ας σε μπαρ να πίνει το ποτό του. Του τρα­βά την προ­σο­χή ένα ξεχω­ρι­στό κορί­τσι, το οποίο εμφα­νί­ζε­ται στο μπαρ. Δε διευ­κρι­νί­ζε­ται καθό­λου η ηλι­κία του! Πιθα­νόν να είναι δώδε­κα ετών, καθώς το κεί­με­νο του σχο­λι­κού βιβλί­ου απευ­θύ­νε­ται σε μαθη­τές, της πρώ­της γυμνα­σί­ου. Υπο­θε­τι­κός ο συλ­λο­γι­σμός και η σκέ­ψη. Ο συγ­γρα­φέ­ας μπο­ρεί να εκδί­δει ό,τι βιβλίο θέλει και, όποιος θέλει να το προ­μη­θεύ­ε­ται από τα βιβλιο­πω­λεία είτε φυσι­κά, είτε δια­δι­κτυα­κά. Αλλά χρειά­ζε­ται προ­σο­χή, για το τι μπαί­νει στα σχο­λι­κά βιβλία και δη αυτά της γλώσ­σας που απευ­θύ­νο­νται σε μικρούς μαθητές.

Έτσι λοι­πόν, το Υπουρ­γείο Παι­δεί­ας προ­τεί­νει, συμπε­ρα­σμα­τι­κά, στα νεα­ρά κορί­τσια να πηγαί­νουν σε μπαρ, όπου ενή­λι­κες κάθο­νται και τα παρα­κο­λου­θούν το λικνι­στό περ­πά­τη­μά τους. Τα αγό­ρια, μπο­ρούν να λαμ­βά­νουν μαθή­μα­τα εξεύ­ρε­σης έτε­ρου ήμι­συ από τον τακτι­κό πελά­τη του κατα­στή­μα­τος και να ακο­λου­θή­σουν ως διά­δο­χοι το δικό του παρά­δειγ­μα. Έτσι λοι­πόν, καθώς τα παι­διά πηγαί­νουν στο μπαρ, τότε μπο­ρούν να βάψουν και τα νύχια τους. Πάλι στη νεο­ελ­λη­νι­κή γλώσ­σα της Β΄ γυμνα­σί­ου και στις σελί­δες 34–35 και σε κεί­με­νο από μυθι­στό­ρη­μα της Νένας Κοκ­κι­νά­κη, εντύ­πω­ση προ­κα­λούν τα κόκ­κι­να νύχια της μαθη­μα­τι­κού, τα οποία μάλι­στα πρω­τα­γω­νι­στούν σε άσκη­ση μετα­τρο­πής της ενερ­γη­τι­κής σύντα­ξης σε παθη­τι­κή. Ποιος ο λόγος να μπει η συγκε­κρι­μέ­νη πρό­τα­ση και όχι μια άλλη, κανείς δεν έχει δώσει απάντηση.

Τα σχο­λι­κά βιβλία γλώσ­σας έχουν λύσεις για πάντες «τυχε­ρούς» και «σώφρο­νες». Νεο­ελ­λη­νι­κή γλώσ­σα Β’ γυμνα­σί­ου, τετρά­διο εργα­σιών σελί­δα 44 στην ενό­τη­τα που ανα­φέ­ρε­ται στην εργα­σία και το επάγ­γελ­μα το ελλη­νι­κό κρά­τος έχει δια­λέ­ξει το επάγ­γελ­μα της αισθη­τι­κού. Δεν υπάρ­χουν άλλα επαγ­γέλ­μα­τα. Μόνο η αισθη­τι­κός. Η εργα­ζό­με­νη μιλά στους μαθη­τές για το αντι­κεί­με­νό της και τους προ­τρέ­πει με ή χωρίς τη θέλη­σή της να πάνε να βαφτούν και να μακι­για­ρι­στούν στο κέντρο που προ­σφέ­ρει τις συγκε­κρι­μέ­νες υπη­ρε­σί­ες. Μάλι­στα τους δίνει σημα­ντι­κές πλη­ρο­φο­ρί­ες, για το αν επι­θυ­μούν να ακο­λου­θή­σουν το επάγ­γελ­μά της. Ειδι­κό­τε­ρα, πιτσι­ρί­κια ετών δώδε­κα καλού­νται να βάλουν κρα­γιόν, να βάψουν τα μαλ­λιά τους και να χρη­σι­μο­ποι­ή­σουν καλ­λυ­ντι­κά και μακιγιάζ.

Επι­πλέ­ον πρέ­πει να ξεχά­σουν το οκτά­ω­ρο, την πλή­ρη ασφά­λι­ση, τους υψη­λούς και αξιο­πρε­πείς μισθούς, αλλά και να πάνε ως πελά­τες σε κάποιο Ι.Ε.Κ, αν οι γονείς έχουν γεμά­το πορ­το­φό­λι και τρα­πε­ζι­κό λογα­ρια­σμό, για να ειδι­κευ­τούν στο αντι­κεί­με­νο της αισθη­τι­κού. Κρα­νιο­κε­νείς και ανό­η­τοι ασχο­λού­νται με την εκπαί­δευ­ση και την μόρ­φω­ση των παι­διών στην Ελλά­δα, με βάση τα συμ­φέ­ρο­ντα των λίγων και εκλε­κτών. Τα βιβλία της αγο­ράς, της κεφα­λαιο­κρα­τί­ας και της αμά­θειας είναι εδώ και περι­φρο­νούν τα παι­διά και ως μαθη­τές και ως προ­σω­πι­κό­τη­τες. Μια παι­δεία που περι­φρο­νεί του ανθρώ­πους δεν έχει αξία και ρόλο. Οι δάσκα­λοι και οι καθη­γη­τές εξευ­τε­λί­ζο­νται και μετα­τρέ­πο­νται σε δια­δι­κα­στι­κοί εκτε­λε­στές και υπη­ρέ­τες των πλου­το­κρα­τών που θέλουν τη νέα γενιά και τα παι­διά να γίνουν δού­λοι για να γεμί­ζουν αυτοί τις τσέ­πες και τους λογα­ρια­σμούς τους στις τράπεζες.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο