Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Οι κοτζαμπάσηδες

Το Τμή­μα Ιστο­ρί­ας της ΚΕ του ΚΚΕ –με την ευκαι­ρία και των 200 χρό­νων από την Επα­νά­στα­ση του 1821 επε­ξερ­γά­στη­κε ανά­με­σα στ’ άλλα, ένα αφιέ­ρω­μα με στό­χο να φωτί­σει καλύ­τε­ρα τον χαρα­κτή­ρα και τις κοι­νω­νι­κο­οι­κο­νο­μι­κές συν­θή­κες εκδή­λω­σης των γεγο­νό­των  από τη σκο­πιά του μαρ­ξι­σμού – λενι­νι­σμού, καθώς και σε αντι­πα­ρά­θε­ση με αστι­κές και ανα­θε­ω­ρη­τι­κές ιστο­ρι­κές θέσεις.

Τα θέμα­τα περιέ­χο­νται στο εξαι­ρε­τι­κό βιβλίο ‑400 σελί­δων της ΣΕ <|1821  Η επα­νά­στα­ση και οι απαρ­χές του ελλη­νι­κού αστι­κού κρά­τους, απ’ όπου σήμε­ρα παρα­θέ­του­με το σχε­τι­κό πρό­λο­γο, που περι­λαμ­βά­νει όλη τη «φιλο­σο­φία» του θέμα­τος, καθώς και ανα­λυ­τι­κά στοι­χεία για το περιε­χό­με­νο200 Χρόνια Επανάσταση 1821 epanastash 1821 logoΗ συμπλή­ρω­ση 200 χρό­νων από την Επα­νά­στα­ση του 1821 απο­τε­λεί σημα­ντι­κή ευκαι­ρία για να προ­σεγ­γί­σου­με και να γνω­ρί­σου­με βαθύ­τε­ρα τα γεγο­νό­τα που οδή­γη­σαν στη συγκρό­τη­ση του ελλη­νι­κού αστι­κού κρά­τους, όπως και τις τοπι­κές και τις διε­θνείς οικο­νο­μι­κές και κοι­νω­νι­κές συν­θή­κες μέσα στις οποί­ες αυτά εκδηλώθηκαν.
Φυσι­κά, η ιστο­ρι­κή απο­τί­μη­ση της Επα­νά­στα­σης του 1821, όπως και κάθε άλλου ιστο­ρι­κού γεγο­νό­τος, εκκι­νεί από συγκε­κρι­μέ­νη ταξι­κή οπτι­κή, συν­δέ­ε­ται αντι­κει­με­νι­κά με τη σημε­ρι­νή κοι­νω­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και επο­μέ­νως αξιο­ποιεί­ται και στη δια­μόρ­φω­ση συγκε­κρι­μέ­νης συνεί­δη­σης ανα­φο­ρι­κά με το επι­θυ­μη­τό μέλ­λον.

Οι κοτζαμπάσηδες

Παρα­μο­νές της Επα­νά­στα­σης, η οθω­μα­νι­κή εξου­σία θεώ­ρη­σε ότι συγκε­ντρώ­νο­ντας στην Τρι­πο­λι­τσά εκπρό­σω­πους από τις πιο ισχυ­ρές οικο­γέ­νειες των Πελο­πον­νη­σί­ων κοτζα­μπά­ση­δων, θα απέ­τρε­πε την ευρέ­ως φημο­λο­γού­με­νη εξέγερση.

Ο Μ. Καρα­γά­τσης στή­ρι­ξε σε αυτό το ιστο­ρι­κό γεγο­νός την πλο­κή του βιβλί­ου του «Ο κοτζά­μπα­σης του Καστρό­πυρ­γου», όπου διη­γεί­ται την ιστο­ρία του Μίχα­λου Ρού­ση, ενός κοτζα­μπά­ση που στάλ­θη­κε στην Τρι­πο­λι­τσά έπει­τα από αίτη­μα των Οθω­μα­νών. Οταν οξύν­θη­καν οι επι­θέ­σεις των επα­να­στα­τών και έγι­νε γνω­στή η συμ­με­το­χή των κοτζα­μπά­ση­δων στην Επα­νά­στα­ση, ο Ρού­σης απο­φά­σι­σε, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας τις φιλί­ες του με Οθω­μα­νούς αξιω­μα­τού­χους, να εξι­σλα­μι­στεί για να γλι­τώ­σει τη ζωή του.

Μπο­ρεί το βιβλίο του Καρα­γά­τση να απο­τε­λεί μια έμμε­ση ανα­φο­ρά στα γεγο­νό­τα της δικής του επο­χής (γρά­φτη­κε στη διάρ­κεια της Κατο­χής και κυκλο­φό­ρη­σε μετά την Απε­λευ­θέ­ρω­ση), υπό το πρί­σμα της δικής του ταξι­κής και ιδε­ο­λο­γι­κής — πολι­τι­κής τοπο­θέ­τη­σης, αλλά απο­τυ­πώ­νει και τη μετα­βα­τι­κή ταξι­κή θέση του κοτζα­μπά­ση. Δηλα­δή εκεί­νης της κοι­νω­νι­κής ομά­δας που απο­τε­λού­σε τμή­μα του κατώ­τα­του και μέσου διοι­κη­τι­κού μηχα­νι­σμού της Οθω­μα­νι­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας (θέση που, ιδιαί­τε­ρα στην αρχή, συνέ­βα­λε κατα­λυ­τι­κά στη συγκέ­ντρω­ση πλού­του και δύνα­μης) και την ίδια στιγ­μή, παρα­μέ­νο­ντας υπο­τε­λείς και απο­κτώ­ντας συμ­φέ­ρο­ντα συν­δε­δε­μέ­να με την ανά­πτυ­ξη των καπι­τα­λι­στι­κών σχέ­σε­ων παρα­γω­γής, οδη­γού­νταν σε ρήξη με την οθω­μα­νι­κή εξουσία.

Εξάλ­λου, η μετα­βα­τι­κή ταξι­κή θέση τους είναι αυτή που ευθύ­νε­ται για μια πλη­θώ­ρα ακού­σια ή εσκεμ­μέ­να λαθε­μέ­νων ιστο­ρι­κών προ­σεγ­γί­σε­ων, αντι­φα­τι­κών εκτι­μή­σε­ων κ.ο.κ. Η ανά­δει­ξή της, λοι­πόν, απαι­τεί μια συνο­λι­κό­τε­ρη κατα­νό­η­ση της ιστο­ρι­κής πορεί­ας των κοτζαμπάσηδων.

Η εμφάνιση και η ανέλιξη των κοτζαμπάσηδων

Οπως ανα­λυ­τι­κά έχου­με παρου­σιά­σει και σε προη­γού­με­να άρθρα, ο τερ­μα­τι­σμός της περιό­δου εδα­φι­κής επέ­κτα­σης της Οθω­μα­νι­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας, στα τέλη του 17ου αιώ­να, οδή­γη­σε σε παρακ­μή το φεου­δαρ­χι­κό τιμα­ριω­τι­κό σύστη­μα και σε αλλα­γές στη δομή της οθω­μα­νι­κής εξου­σί­ας. Με βάση τις φορο­λο­γι­κές μεταρ­ρυθ­μί­σεις της περιό­δου, δόθη­κε η δυνα­τό­τη­τα σε ισχυ­ρές οικο­γέ­νειες μου­σουλ­μά­νων και χρι­στια­νών των επαρ­χιών της Αυτο­κρα­το­ρί­ας, στους αγιάν­νη­δες και κοτζα­μπά­ση­δες αντί­στοι­χα, να «αγο­ρά­ζουν» από την κεντρι­κή διοί­κη­ση το δικαί­ω­μα μακρό­χρο­νης ή και ισό­βιας εκμί­σθω­σης των φόρων ολό­κλη­ρων περιοχών.

Αυτό έδω­σε τη δυνα­τό­τη­τα στους κοτζα­μπά­ση­δες να απο­κτή­σουν σημα­ντι­κά χρη­μα­τι­κά απο­θέ­μα­τα. Χαρα­κτη­ρι­στι­κά, στην προ­ε­πα­να­στα­τι­κή Πελο­πόν­νη­σο, για την κάλυ­ψη φορο­λο­γί­ας ύψους 1.400.000 γρο­σιών προς την Υψη­λή Πύλη, οι κάτοι­κοι επι­βα­ρύ­νο­νταν με 8.400.000 γρό­σια, από τα οποία η μεγά­λη πλειο­ψη­φία, τα 5.500.000, αφο­ρού­σαν το χρη­μα­τι­σμό Οθω­μα­νών αξιω­μα­τού­χων και την αμοι­βή των κοτζα­μπά­ση­δων1. Ακρι­βώς αυτήν την κατά­στα­ση στιγ­μά­τι­ζαν οι ξένοι περι­η­γη­τές της επο­χής όταν ανέ­φε­ραν πως «οι Ελλη­νες έχουν τους μεγα­λύ­τε­ρους εχθρούς ανά­με­σά τους: Αυτοί είναι οι κοτζα­μπά­ση­δες (…) Κάτω από το σπα­θί των Τούρ­κων, ο Ελλη­νας είναι σκλά­βος, αλλά κάτω από την εξου­σία των συμπα­τριω­τών του κατα­λη­στεύ­ε­ται και είναι εκα­τό φορές πιο δυστυ­χής»2.

Βέβαια, η χρη­σι­μο­ποί­η­ση αυτού του χρη­μα­τι­κού απο­θέ­μα­τος ακο­λού­θη­σε δια­φο­ρε­τι­κές δια­δρο­μές σε κάθε περιο­χή της χώρας, εν πολ­λοίς προσ­διο­ρι­σμέ­νες από την ίδια τη φύση της οικο­νο­μι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας κάθε περιο­χής. Για παρά­δειγ­μα, οι πρό­κρι­τοι των νησιών κατεύ­θυ­ναν τα χρη­μα­τι­κά τους απο­θέ­μα­τα στο εμπό­ριο και στη ναυ­τι­λία, γεγο­νός που απο­μά­κρυ­νε γρη­γο­ρό­τε­ρα τα συμ­φέ­ρο­ντά τους από εκεί­να της Οθω­μα­νι­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας και τα συνέ­δε­σε με τα εμπο­ρι­κά δίκτυα της επο­χής, επο­μέ­νως και με την καπι­τα­λι­στι­κή αγο­ρά. Το ίδιο έγι­νε και σε άλλες περιο­χές, όπως στο Μεσο­λόγ­γι. Ως απο­τέ­λε­σμα, κοτζα­μπά­ση­δες επι­κρά­τη­σε να απο­κα­λού­νται στην ιστο­ριο­γρα­φία όχι το σύνο­λο της συγκε­κρι­μέ­νης ομά­δας, αλλά όσοι χρη­σι­μο­ποί­η­σαν τα χρη­μα­τι­κά τους απο­θέ­μα­τα για να εκμι­σθώ­σουν ή να αγο­ρά­σουν γη, με προ­ε­ξάρ­χο­ντες τους Πελοποννήσιους.

Από αυτήν τη σκο­πιά, όσοι σήμε­ρα υπο­στη­ρί­ζουν ότι σε αντί­θε­ση με τους καρα­βο­κυ­ραί­ους, που απο­τέ­λε­σαν τμή­μα των αστι­κών δυνά­με­ων, οι κοτζα­μπά­ση­δες απο­τε­λού­σαν απλά κομ­μά­τια του παλιού φεου­δαρ­χι­κού κόσμου, μάλ­λον επι­μέ­νουν να αγνο­ούν ότι κατά πλειο­ψη­φία και οι δύο κοι­νω­νι­κές δυνά­μεις δια­μορ­φώ­θη­καν στην περί­ο­δο παρακ­μής του τιμα­ριω­τι­κού συστή­μα­τος και επο­μέ­νως η δια­φο­ρά τους δεν αφο­ρά την κοι­νω­νι­κή τους προ­έ­λευ­ση, αλλά την ταχύ­τη­τα με την οποία αστο­ποι­ή­θη­καν. Αφο­ρά δηλα­δή την ιστο­ρι­κή στιγ­μή που τα συμ­φέ­ρο­ντά τους ταυ­τί­στη­καν με αυτά της ανερ­χό­με­νης αστι­κής τάξης.

Ο Ανδρέ­ας Λόντος

Ετσι κι αλλιώς οι καπι­τα­λι­στι­κές σχέ­σεις παρα­γω­γής, έχο­ντας τη δυνα­τό­τη­τα να ανα­πτύσ­σο­νται ακό­μα και στο έδα­φος του προ­γε­νέ­στε­ρου (φεου­δαρ­χι­κού) κοι­νω­νι­κο­οι­κο­νο­μι­κού σχη­μα­τι­σμού και να δια­βρώ­νουν τις δομές και τις λει­τουρ­γί­ες του, μπο­ρού­σαν να μετα­στρέ­φουν την ταξι­κή θέση τμη­μά­των των παρα­δο­σια­κών κοι­νω­νι­κών ομά­δων, ακό­μα και της φεου­δαρ­χι­κής αρι­στο­κρα­τί­ας. Τα δεκά­δες ονό­μα­τα κόμη­δων και βαρό­νων που πρω­τα­γω­νί­στη­σαν στις αστι­κές επα­να­στά­σεις το απο­δει­κνύ­ουν. Στην πλειο­ψη­φία τους προ­έρ­χο­νταν από εκεί­να τα τμή­μα­τα της αρι­στο­κρα­τί­ας που δεν ήταν συν­δε­δε­μέ­να με τον διοι­κη­τι­κό — στρα­τιω­τι­κό μηχα­νι­σμό της φεου­δαρ­χι­κής εξου­σί­ας, αλλά με τον διοι­κη­τι­κό — οικονομικό.

Πολύ περισ­σό­τε­ρο, είναι λαθε­μέ­νη η αντί­λη­ψη ότι η δια­φο­ρά των κοτζα­μπά­ση­δων σε σχέ­ση με τις άλλες αστι­κές μερί­δες έγκει­ται στη σκλη­ρή εκμε­τάλ­λευ­ση των φτω­χών λαϊ­κών μαζών από την πλευ­ρά τους. Πρό­κει­ται για μια ωραιο­ποι­η­μέ­νη προ­σέγ­γι­ση της υπό­λοι­πης αστι­κής τάξης ή του­λά­χι­στον μερί­δας της, ακό­μα και για την περί­ο­δο που υπήρ­ξε ανερ­χό­με­νη επα­να­στα­τι­κή δύνα­μη. Οι φτω­χές λαϊ­κές μάζες, δηλα­δή η τότε πλη­θυ­σμια­κά περιο­ρι­σμέ­νη εργα­τι­κή τάξη και οι φτω­χοί αγρό­τες, απο­τε­λού­σαν αντι­κεί­με­νο εκμε­τάλ­λευ­σης είτε δού­λευαν στα κτή­μα­τα είτε στα καρά­βια, επι­βα­ρύ­νο­νταν όχι μόνο από τους κοτζα­μπά­ση­δες αλλά και από τους εμπό­ρους, τους τοκο­γλύ­φους και τους τρα­πε­ζί­τες. Απλά η εξάρ­τη­ση των φτω­χών αγρο­τών από τους κοτζα­μπά­ση­δες ήταν πιο εμφα­νής από την καθα­ρά οικο­νο­μι­κή εκμε­τάλ­λευ­ση της εργα­τι­κής τάξης.

Οι κοτζαμπάσηδες στην Πελοπόννησο

Η συμ­βο­λή των μεγα­λο­γαιο­κτη­μό­νων της Πελο­πον­νή­σου στην εκδί­ω­ξη των Ενε­τών και στη δεύ­τε­ρη οθω­μα­νι­κή προ­σάρ­τη­ση της Πελο­πον­νή­σου (1715) τους εξα­σφά­λι­σε προ­νό­μια εκ μέρους της Υψη­λής Πύλης. Τα σημα­ντι­κό­τε­ρα αφορούσαν:

Πρώ­τον, ένα καθε­στώς διευ­ρυ­μέ­νης αυτο­διοί­κη­σης, στην κορυ­φή του οποί­ου βρι­σκό­ταν ο βεκί­λης, δηλα­δή ο ανα­γνω­ρι­σμέ­νος πλη­ρε­ξού­σιος των κοτζα­μπά­ση­δων στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη. Οι βεκί­λη­δες είχαν σημα­ντι­κή δύνα­μη, τέτοια που μπο­ρού­σαν να παρα­κάμ­πτουν την οθω­μα­νι­κή ιεραρ­χία και να έχουν πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο στις απο­φά­σεις που λάμ­βα­νε η οθω­μα­νι­κή εξου­σία για την Πελο­πόν­νη­σο. Παράλ­λη­λα, απο­κτού­σαν μεγά­λη εμπει­ρία από τον τρό­πο λει­τουρ­γί­ας της Αυτο­κρα­το­ρί­ας και ευρύ πεδίο γνώ­σε­ων, συνερ­γα­ζό­με­νοι και συνα­να­στρε­φό­με­νοι με ανώ­τα­τους Οθω­μα­νούς αξιω­μα­τού­χους, αλλά και με τους πρε­σβευ­τές των λεγό­με­νων Μεγά­λων Δυνά­με­ων. Τα προη­γού­με­να, αντι­κει­με­νι­κά, τους εξα­σφά­λι­ζαν και καλύ­τε­ρη γνώ­ση των κοσμο­γο­νι­κών αλλα­γών που γίνο­νταν εκεί­νη την περίοδο.
Δεύ­τε­ρον, το δικαί­ω­μα της κατο­χής — νομής και επι­καρ­πί­ας σημα­ντι­κών γεωρ­γι­κών εκμε­ταλ­λεύ­σε­ων, που παρα­χω­ρού­νταν σύμ­φω­να με το Κορά­νι σε όσους υπο­τάσ­σο­νταν με τη θέλη­σή τους3.

Ο Ιωάν­νης Παπαδιαμαντόπουλος

Όμως, τα διευ­ρυ­μέ­να δικαιώ­μα­τα των κοτζα­μπά­ση­δων και ο έλεγ­χος όλο και μεγα­λύ­τε­ρων εκτά­σε­ων γης λάμ­βα­ναν χώρα σε έναν κόσμο που άλλα­ζε, σε μια επο­χή που χαρα­κτη­ρι­ζό­ταν από την όλο και μεγα­λύ­τε­ρη επέ­κτα­ση των καπι­τα­λι­στι­κών σχέ­σε­ων παρα­γω­γής στα εδά­φη της Οθω­μα­νι­κής Αυτοκρατορίας:
«Από δω κι εμπρός, πλάι στη δεκά­τη (…), που, σαν και πρω­τή­τε­ρα, πήγαι­νε στο σουλ­τά­νο ή στους σπά­χη­δες κι οι αγρό­τες των τσι­φλι­κιών ήταν υπο­χρε­ω­μέ­νοι να δίνουν απ’ την υπό­λοι­πη παρα­γω­γή ακό­μα και το 1/4 ως το 1/2 στον τσι­φλι­κά. Οι και­νούρ­γιοι φεου­δαρ­χι­κοί αφε­ντά­δες μετέ­τρε­ψαν την παρα­γω­γή της απλή­ρω­της αγρο­τι­κής εργα­σί­ας σε χρή­μα. Οι δυνα­τό­τη­τες για παρό­μοια επι­χεί­ρη­ση κάθε χρό­νο και μεγά­λω­ναν. Οι δυτι­κο­ευ­ρω­παϊ­κές χώρες που ανα­πτύσ­σο­νταν είχαν ανά­γκη από βιο­μη­χα­νι­κές πρώ­τες ύλες και τρό­φι­μα»4.

Την ίδια περί­ο­δο, η εκδί­ω­ξη των Ενε­τών βοή­θη­σε (ειδι­κά μετά τα Ορλω­φι­κά και ειδι­κό­τε­ρα μετά τη Γαλ­λι­κή Επα­νά­στα­ση) στην επέ­κτα­ση των οικο­νο­μι­κών δρα­στη­ριο­τή­των των κοτζα­μπά­ση­δων. Με τους Οθω­μα­νούς να απέ­χουν από το εμπό­ριο, εξαι­τί­ας απα­γο­ρεύ­σε­ων που πήγα­ζαν από το Κορά­νι, οι κοτζα­μπά­ση­δες δεν άργη­σαν να το πάρουν στα χέρια τους. Πολύ περισ­σό­τε­ρο, άρχι­σαν να στρέ­φουν την αγρο­τι­κή παρα­γω­γή περισ­σό­τε­ρο στην κάλυ­ψη των διευ­ρυ­μέ­νων ανα­γκών του εξω­τε­ρι­κού εμπο­ρί­ου. Ακο­λου­θώ­ντας αυτά τα μονο­πά­τια, σε μια πορεία ήρθαν σε επα­φή με τη ναυ­τι­λία, ανα­μεί­χθη­καν με την τοκο­γλυ­φία, αλλά και με επί­ση­μες ασφα­λι­στι­κές και τρα­πε­ζι­κές επι­χει­ρή­σεις, συνερ­γά­στη­καν με ξένους εμπο­ρι­κούς οίκους5.

Η επαρ­κής εκπρο­σώ­πη­ση των και­νούρ­γιων τους επι­χει­ρη­μα­τι­κών εγχει­ρη­μά­των και των νέων συμ­φε­ρό­ντων τους δεν μπο­ρού­σε να ικα­νο­ποι­η­θεί πλέ­ον από την παλιά τους κοι­νω­νι­κή λει­τουρ­γία και το παλιό τους γνω­στι­κό επί­πε­δο. Σύντο­μα, ορι­σμέ­νοι από αυτούς άρχι­σαν να στέλ­νουν τα παι­διά τους ως εμπο­ρι­κούς αντι­πρό­σω­πους στο εξω­τε­ρι­κό ή να σπου­δά­σουν στα ευρω­παϊ­κά πανε­πι­στή­μια του και­ρού τους, όπου έρχο­νταν σε επα­φή με τα αστι­κά ριζο­σπα­στι­κά ρεύματα.

Σε μια επο­χή μετά­βα­σης, η χρο­νι­κή στιγ­μή της ταξι­κής δια­φο­ρο­ποί­η­σης κάθε κοι­νω­νι­κής ομά­δας δεν είναι κάτι που μπο­ρεί να προσ­διο­ρι­στεί με μαθη­μα­τι­κή ακρί­βεια. Πόσο μάλ­λον αφού δεν μπο­ρεί να γίνει μια ευθεία αντι­στοί­χι­ση ανά­με­σα στην αντι­κει­με­νι­κή ταξι­κή θέση και την υπο­κει­με­νι­κή τοπο­θέ­τη­ση στην ταξι­κή πάλη, ειδι­κά σε μετα­βα­τι­κές περιό­δους, οπό­τε όχι μόνο ένα τμή­μα της κυρί­αρ­χης τάξης αλλά­ζει ταξι­κή θέση, όπως ήδη ανα­φέ­ρα­με, αλλά και ένα άλλο, αντι­λαμ­βα­νό­με­νο την κατεύ­θυν­ση της κοι­νω­νι­κής προ­ό­δου, προ­δί­δει προς όφε­λός της την τάξη του.

Το βέβαιο πάντως είναι ότι όλο και περισ­σό­τε­ρο οι κοτζα­μπά­ση­δες συγκρο­τού­σαν μια υπό δια­μόρ­φω­ση αστι­κή μερί­δα σε μια περί­ο­δο εκχρη­μα­τι­σμού της αγρο­τι­κής παρα­γω­γής και συνο­λι­κό­τε­ρης μετά­βα­σης προς την κυριαρ­χία των καπι­τα­λι­στι­κών σχέσεων.
Η βασι­κή αντί­φα­ση αυτής της δια­δι­κα­σί­ας αφο­ρού­σε το γεγο­νός ότι ενώ οι κοτζα­μπά­ση­δες αστο­ποιού­νταν, δηλα­δή απο­κτού­σαν συμ­φέ­ρο­ντα δεμέ­να με την ανά­πτυ­ξη των καπι­τα­λι­στι­κών σχέ­σε­ων, την ίδια στιγ­μή τα προ­νό­μια που απο­λάμ­βα­ναν στην είσπρα­ξη των φόρων και στην εκμε­τάλ­λευ­ση της γης παρέ­με­ναν η πηγή του αρχι­κού πλου­τι­σμού τους και η βάση των υπό­λοι­πων δρα­στη­ριο­τή­των τους. Κατά συνέ­πεια, έμοια­ζαν με το ένα πόδι να πατούν στον παλιό κόσμο και με το άλλο στον καινούργιο.

Εξί­σου σίγου­ρο είναι ότι αυτή η δια­δι­κα­σία μετά­βα­σης δεν ήταν ενιαία χρο­νι­κά και ποιο­τι­κά για το σύνο­λο των κοτζα­μπά­ση­δων. Υπήρ­χαν κοτζα­μπά­ση­δες βαθιά δεμέ­νοι με το φεου­δαρ­χι­κό παρελ­θόν, άλλοι στους οποί­ους εκφρα­ζό­ταν η βασι­κή αντί­φα­ση όλης της κοι­νω­νι­κής ομά­δας, και τέλος αυτοί που όλο και περισ­σό­τε­ρο ταυ­τί­ζο­νταν όχι μόνο με τα συμ­φέ­ρο­ντα αλλά και με το επα­να­στα­τι­κό σχέ­διο της αστι­κής τάξης. Ωστό­σο, στο σύνο­λό τους βάραι­νε και το ζήτη­μα της υπο­τέ­λειας στην οθω­μα­νι­κή εξου­σία, που τους έφερ­νε όλο και πιο κοντά στα εθνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κά σχέ­δια της αστι­κής τάξης.

Η στάση τους στην Επανάσταση

Η ταξι­κή θέση των κοτζα­μπά­ση­δων δεν μπο­ρού­σε να μην απα­σχο­λή­σει και την αστι­κή επα­να­στα­τι­κή δια­νό­η­ση της επο­χής. Τα πιο ριζο­σπα­στι­κά τμή­μα­τα της αστι­κής τάξης αντι­με­τώ­πι­σαν με ιδιαί­τε­ρη καχυ­πο­ψία ή ακό­μα και με ανοι­χτή εχθρό­τη­τα τους κοτζα­μπά­ση­δες. Η «Ελλη­νι­κή Νομαρ­χία» τούς εξαί­ρε­σε συνο­λι­κά από τις «πατριω­τι­κές δυνά­μεις», θεω­ρώ­ντας τους συλ­λή­βδην «προ­δό­τας»6. Και πράγ­μα­τι ορι­σμέ­νοι από αυτούς, οι πιο καθυ­στε­ρη­μέ­νοι, δηλα­δή οι πιο δεμέ­νοι με τα συμ­φέ­ρο­ντα της οθω­μα­νι­κής εξου­σί­ας, δεν άργη­σαν να δικαιώ­σουν έναν τέτοιο χαρα­κτη­ρι­σμό. Μπο­ρού­με να ανα­φέ­ρου­με ενδει­κτι­κά την «παρα­κί­νη­ση» των Δ. Λογο­θέ­τη, Αλ. Κασ­σα­βέ­τη και άλλων προ­ε­στών του Πηλί­ου προς τους επα­να­στα­τη­μέ­νους της περιο­χής τους «διά να προ­σκυ­νή­σουν»7, ή τη δολο­φο­νία του Απο­στό­λου της Φιλι­κής Εται­ρεί­ας από τον προ­ε­στό Ζαφει­ρά­κη στη Νάου­σα και την παρά­δο­ση των εγγρά­φων του στις οθω­μα­νι­κές αρχές8.

Ομως, αυτά τα παρα­δείγ­μα­τα δεν είναι ενδει­κτι­κά του συνό­λου των κοτζα­μπά­ση­δων. Γι’ αυτό και μετά από ένα πρώ­το διά­στη­μα δισταγ­μού, η Φιλι­κή Εται­ρεία συνέ­δε­σε την επι­τυ­χία της Επα­νά­στα­σης με τη στρα­το­λό­γη­σή τους. Οπως ανέ­φε­ρε ο Εμμα­νου­ήλ Ξάνθος:
«…εκρί­θη ότι η Επα­νά­στα­σις των Ελλή­νων ήθε­λε γίνει και ευδο­κι­μή­σει όταν εις αυτήν εισα­χθώ­σιν οι κατά τόπους προ­ε­στώ­τες και άρχο­ντες, διό­τι ο λαός χωρίς την παρα­κί­νη­σιν αυτών και τας χρη­μα­τι­κάς θυσί­ας δεν ήθε­λε να κινη­θή, ούτε οι οπλαρ­χη­γοί μόνοι των ηδύ­να­ντο να εκτε­λέ­σω­σι τι»9.

Τελι­κά στη Φιλι­κή Εται­ρεία, σύμ­φω­να με την «Ιστο­ρία του Ελλη­νι­κού Εθνους», εντά­χθη­καν 111 πρό­κρι­τοι (ποσο­στό 11,7% επί του συνό­λου των μελών), ενώ βάσει του αρχεί­ου του Φιλι­κού Π. Σέκε­ρη οι πρό­κρι­τοι ήταν 49 (9,05% αντί­στοι­χα)10. Οι παρα­πά­νω κατα­γρα­φές φυσι­κά δεν είναι πλή­ρεις, ούτε ικα­νές να απο­δώ­σουν τις πραγ­μα­τι­κές επι­χει­ρη­μα­τι­κές δρα­στη­ριό­τη­τες του κάθε πρό­κρι­του, αλλά μπο­ρούν να μας δώσουν μια γενι­κή εικό­να. Εξί­σου σημα­ντι­κό είναι το γεγο­νός ότι κανέ­νας πρό­κρι­τος δεν μετεί­χε στην Ανώ­τα­τη Αρχή της Φιλι­κής Εται­ρεί­ας, αλλά και το ότι η πλειο­ψη­φία των προ­κρί­των — μελών που εντά­χθη­καν ήταν από την Πελο­πόν­νη­σο. Η μεγα­λύ­τε­ρη δια­σύν­δε­ση της Πελο­πον­νή­σου με το εξω­τε­ρι­κό εμπό­ριο είναι βέβαιο ότι είχε επι­τα­χύ­νει την αστο­ποί­η­ση των κοτζα­μπά­ση­δων. Ετσι, δεν είναι παρά­δο­ξο ότι οι κοτζα­μπά­ση­δες έλεγ­χαν την Εφο­ρεία της Πελο­πον­νή­σου, η οποία απο­δεί­χθη­κε κρί­σι­μη από την εξέ­λι­ξη των επα­να­στα­τι­κών γεγο­νό­των και την εδραί­ω­ση της Επα­νά­στα­σης στον Μοριά.

Φυσι­κά αυτό δεν σημαί­νει ότι η έντα­ξη ορι­σμέ­νων κοτζα­μπά­ση­δων στη Φιλι­κή Εται­ρεία εξά­λει­ψε και τις ταλα­ντεύ­σεις του συνό­λου της κοι­νω­νι­κής ομά­δας, ούτε βέβαια τη θέλη­σή τους να δια­τη­ρή­σουν τα προ­νό­μιά τους. Και στην Πελο­πόν­νη­σο, λοι­πόν, ένα κομ­μά­τι των κοτζα­μπά­ση­δων έμει­νε απα­θές μπρο­στά στα επα­να­στα­τι­κά γεγο­νό­τα και είναι βέβαιο ότι ένα τμή­μα τους θα προ­χω­ρού­σε σε ανοι­χτά αντε­πα­να­στα­τι­κή δρά­ση, αν ο ξεση­κω­μός δεν ήταν γενι­κευ­μέ­νος και η πορεία των στρα­τιω­τι­κών επι­χει­ρή­σε­ων δεν ήταν τόσο επιτυχημένη.

Οπως ανέ­φε­ρε χαρα­κτη­ρι­στι­κά ο παλιός συνερ­γά­της του Ρήγα και Φιλι­κός, Χρι­στό­φο­ρος Περραιβός:
«Το πράγ­μα τέλος πάντων κατή­ντη­σεν εις τόσον βαθ­μόν ενθου­σια­σμού (…) ώστε και μύριας γλώσ­σας Δημο­σθε­νι­κάς αν είχε τις (…) διά να καθη­συ­χά­σει την ορμή των Ελλή­νων, ού μόνον κοπί­α­ζεν ματαί­ως, αλλ’ εκιν­δύ­νευ­εν ακό­μη και η ζωή του, επει­δή τον ενό­μι­ζον Τουρ­κο­λά­τρην, και μάλι­στα πολύ περισ­σό­τε­ρον υπέ­κει­ντο εις τον κίν­δυ­νον οι αρχιε­ρείς και δημο­γέ­ρο­ντες, ως συνε­χή σχέ­σιν έχο­ντες μετά των Τούρ­κων»11.

Ομως ακό­μα και οι μετέ­χο­ντες στη Φιλι­κή Εται­ρεία δεν τάχθη­καν ανε­πι­φύ­λα­κτα υπέρ της Επα­νά­στα­σης. Αντί­θε­τα, η σύσκε­ψη που πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε το Γενά­ρη του 1821 στη Βοστί­τσα κατέ­λη­ξε στο συμπέ­ρα­σμα ότι η Επα­νά­στα­ση ήταν άκαι­ρη. Εν μέρει, η από­φα­ση των κοτζα­μπά­ση­δων εξέ­φρα­ζε το φόβο από την ενδε­χό­με­νη συμ­με­το­χή των φτω­χών αγρο­τι­κών μαζών, τις οποί­ες εκμε­ταλ­λεύ­ο­νταν με ιδιαί­τε­ρη σκλη­ρό­τη­τα, και των κλε­φτών, στην κατα­στο­λή των οποί­ων είχαν πρω­το­στα­τή­σει σε συνερ­γα­σία με την οθω­μα­νι­κή εξου­σία. Εξάλ­λου και οι δύο αυτές κοι­νω­νι­κές δυνά­μεις τάσ­σο­νταν ενά­ντια στα προ­νό­μια των κοτζα­μπά­ση­δων και ζητού­σαν δια­νο­μή της γης. Τους φόβους των κοτζα­μπά­ση­δων συνό­ψι­σε ο Σωτ. Χαρα­λά­μπης, μέλος της Πελο­πον­νη­σια­κής Εφο­ρεί­ας, λέγο­ντας στη σύσκε­ψη της Βοστίτσας:
«…αφού σκο­τώ­σα­μεν τους Τούρ­κους εις ποί­ον θα παρα­δω­θώ­μεν, ποί­ον θα έχω­μεν ανώ­τε­ρο; Ο ραγιάς ευθύς αφού πάρει τα όπλα, ευθύς δε θα μας ακού­ει και δε θα μας σέβε­ται και θα πέσου­με στα χέρια εκεί­νου(σ.σ. του Κολο­κο­τρώ­νη) και των στρα­τιω­τι­κών»12.

Οι κοτζα­μπά­ση­δες με παρό­μοιες από­ψεις τελι­κά συμπα­ρα­σύρ­θη­καν στην Επα­νά­στα­ση από την ίδια την τρο­πή των γεγο­νό­των. Ωστό­σο, μια μειο­ψη­φι­κή μερί­δα τους μπή­κε ενερ­γά και δυνα­μι­κά στην Επανάσταση.

Ο Ανδρέ­ας Λόντος τάχθη­κε ανοι­χτά υπέρ της άμε­σης έναρ­ξης της Επα­νά­στα­σης, όπως και ο γαμπρός του Λέο­ντας Μεσ­ση­νέ­ζης, σημα­ντι­κό έμπο­ρος της επο­χής, ενώ ο Ανδρέ­ας Ζαΐ­μης μετά τη σύσκε­ψη προ­χώ­ρη­σε σε γεν­ναία δωρεά προς το Ταμείο της Φιλι­κής Εται­ρεί­ας, επι­βρα­βεύ­ο­ντας έμμε­σα το σκε­πτι­κό της13.
Διό­λου τυχαία οι Λόντος και Ζαΐ­μης ήταν αστο­ποι­η­μέ­νοι κοτζα­μπά­ση­δες της Πάτρας, η οποία, με επί­κε­ντρο την εμπο­ρι­κή κίνη­ση στο λιμά­νι της πόλης, είχε γνω­ρί­σει πρω­τό­γνω­ρη οικο­νο­μι­κή ανά­πτυ­ξη14.

Οι δυο τους, σε συνερ­γα­σία με έναν ακό­μα αστο­ποι­η­μέ­νο κοτζα­μπά­ση, τον Ιωάν­νη Νοτα­ρά από την Κόριν­θο, που εμπλε­κό­ταν στην καλ­λιέρ­γεια και στο εξω­τε­ρι­κό εμπό­ριο της στα­φί­δας, θα συμ­μα­χού­σαν με τους καρα­βο­κυ­ραί­ους, τους Φιλι­κούς και τους αστούς δια­νο­ού­με­νους ενά­ντια στους πιο «καθυ­στε­ρη­μέ­νους» κοτζα­μπά­ση­δες, στη διάρ­κεια του πρώ­του «εμφυ­λί­ου» πολέ­μου. Μετά τη νίκη τους, όμως, φοβή­θη­καν ότι οι πολι­τι­κοί σκο­ποί των συμ­μά­χων τους — δηλα­δή της πιο ριζο­σπα­στι­κής μερί­δας της αστι­κής τάξης, που επι­ζη­τού­σε τη δημιουρ­γία ενός σύγ­χρο­νου, συγκε­ντρω­τι­κού καπι­τα­λι­στι­κού κρά­τους — θα έπλητ­ταν τα προ­ε­πα­να­στα­τι­κά προ­νό­μιά τους. Με βάση αυτό, προ­χώ­ρη­σαν σε νέα συμ­μα­χία με τους «καθυ­στε­ρη­μέ­νους» κοτζα­μπά­ση­δες και τους κλέ­φτες και ηττή­θη­καν στον δεύ­τε­ρο «εμφύ­λιο» πόλεμο.

Ομως ανά­με­σα στους κοτζα­μπά­ση­δες που στή­ρι­ξαν την Επα­νά­στα­ση υπήρ­χαν και αυτοί που ταύ­τι­σαν τη δρά­ση τους με τους σκο­πούς της πιο ριζο­σπα­στι­κής μερί­δας της αστι­κής τάξης.
Ανά­με­σά τους ξεχω­ρί­ζει ο Δημή­τριος Μελε­τό­που­λος, κοτζα­μπά­σης και γιος βεκί­λη, που είχε εξε­λι­χθεί σε μεγα­λέ­μπο­ρο και στη σύσκε­ψη της Βοστί­τσας στή­ρι­ξε ανοι­χτά την άμε­ση κήρυ­ξη της Επανάστασης.
Στην ίδια μερί­δα ανή­κε ο Θάνος Κανα­κά­ρης, κοτζά­μπα­σης και βεκί­λης που είχε εξε­λι­χθεί σε σημα­ντι­κό στα­φι­δέ­μπο­ρο, είχε εντα­χθεί στη Φιλι­κή Εται­ρεία και είχε πρω­το­στα­τή­σει στο ξέσπα­σμα της Επα­νά­στα­σης στην Πάτρα.
Αλλά και ο Ιωάν­νης Παπα­δια­μα­ντό­που­λος, που προ­ε­πα­να­στα­τι­κά υπήρ­ξε ταμί­ας της Φιλι­κής Εται­ρεί­ας στην Πάτρα και το 1825, ως εκπρό­σω­πος της επα­να­στα­τι­κής κυβέρ­νη­σης, αρνή­θη­κε να εγκα­τα­λεί­ψει το πολιορ­κη­μέ­νο Μεσολόγγι.

1821 Η επανάσταση και οι απαρχές του ελληνικού αστικού κράτους

Η αξία κατανόησης του ρόλου των κοτζαμπάσηδων

Δια­χρο­νι­κά, η εκτί­μη­ση του ρόλου των κοτζα­μπά­ση­δων συν­δε­ό­ταν άρρη­κτα και με την απο­τί­μη­ση της ίδιας της Επα­νά­στα­σης. Αυτό σε ένα βαθ­μό πατού­σε αντι­κει­με­νι­κά και στην ίδια την εξέ­λι­ξη της Επα­νά­στα­σης, που ανέ­δει­ξε τους Πελο­πον­νή­σιους κοτζα­μπά­ση­δες σε βασι­κή συνι­στώ­σα του επα­να­στα­τι­κού μπλοκ.

Σε κομ­μα­τι­κές ανα­λύ­σεις των προη­γού­με­νων δεκα­ε­τιών, στο χαρα­κτη­ρι­σμό των κοτζα­μπά­ση­δων «βάραι­νε» ιδιαί­τε­ρα η έντα­ξή τους στον οθω­μα­νι­κό διοι­κη­τι­κό μηχα­νι­σμό, με απο­τέ­λε­σμα η μετε­πα­να­στα­τι­κή επι­βί­ω­ση των εκπρο­σώ­πων της κοι­νω­νι­κής ομά­δας (αν και με δια­φο­ρε­τι­κό κοι­νω­νι­κό — ταξι­κό ρόλο) να συν­δέ­ε­ται με τη συντη­ρη­τι­κο­ποί­η­ση ή και την προ­δο­σία της Επα­νά­στα­σης, και με τη δια­τή­ρη­ση υπο­λειμ­μά­των των φεου­δαρ­χι­κών σχέ­σε­ων παρα­γω­γής στην οικο­νο­μία. Ως απο­τέ­λε­σμα προ­κρί­θη­κε η στρα­τη­γι­κή μιας νέας αστι­κο­δη­μο­κρα­τι­κής επα­νά­στα­σης, που μετέ­θε­τε το στό­χο της σοσια­λι­στι­κής εξου­σί­ας στο απώ­τε­ρο μέλλον.

Στις μέρες μας, μια σει­ρά από αστούς ιστο­ριο­γρά­φους φιλε­λεύ­θε­ρης κατεύ­θυν­σης προ­σπα­θούν να χρη­σι­μο­ποι­ή­σουν εργα­λεια­κά την Ιστο­ρία της Επα­νά­στα­σης, προ­κει­μέ­νου να δικαιώ­σουν τη σημε­ρι­νή καπι­τα­λι­στι­κή εξου­σία και με τον δικό τους τρό­πο να απο­μα­κρύ­νουν τον αγώ­να για την κατά­κτη­ση της εργα­τι­κής εξουσίας.
Σε αυτήν την κατεύ­θυν­ση, το ρητό ή άρρη­το, αλλά πάντα μη ιστο­ρι­κό και επο­μέ­νως αντιε­πι­στη­μο­νι­κό επι­χεί­ρη­μά τους είναι ότι το 1821, όπως και σήμε­ρα, η πρό­ο­δος της χώρας εξαρ­τή­θη­κε από την εθνι­κή ενό­τη­τα στο έδα­φος του φιλε­λευ­θε­ρι­σμού, δηλα­δή της απο­δο­χής των προ­τε­ραιο­τή­των της αστι­κής εξουσίας.
Μέσα σε αυτό το πλαί­σιο, θεω­ρούν ότι μόνο οι φιλε­λεύ­θε­ροι δια­νο­ού­με­νοι που ήρθαν από τη Δύση εξα­σφά­λι­σαν τον νεω­τε­ρι­κό (βλ. αστι­κό) χαρα­κτή­ρα της Επα­νά­στα­σης, αγνο­ώ­ντας τις αλλα­γές που λάμ­βα­ναν χώρα στα εδά­φη της Οθω­μα­νι­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας και άρα το ρόλο των κοτζα­μπά­ση­δων, με όλες τις δια­φο­ρο­ποι­ή­σεις και αντι­φά­σεις τους. Ετσι κατα­λή­γουν σε ένα οξύ­μω­ρο σχή­μα, αφού θεω­ρούν ότι ο αστι­κός χαρα­κτή­ρας της Επα­νά­στα­σης εξα­σφα­λί­στη­κε κόντρα όχι μόνο στις αντι­λή­ψεις των κοτζα­μπά­ση­δων (κάτι που εν πολ­λοίς ισχύ­ει), αλλά και στο ίδιο το υλι­κό υπό­βα­θρο, στην ίδια την κοι­νω­νία και την οικο­νο­μία των επα­να­στα­τη­μέ­νων εδα­φών, από την οποία «ξεπή­δη­σαν» και οι κοτζαμπάσηδες.

Με βάση τα προη­γού­με­να, γίνε­ται αντι­λη­πτό ότι η κατα­νό­η­ση δια­φό­ρων πτυ­χών της Επα­νά­στα­σης του 1821 — συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νου του ρόλου των κοτζα­μπά­ση­δων — δεν αφο­ρά μόνο τα ενδια­φέ­ρο­ντα των ιστο­ρι­κών, αλλά είναι ανα­πό­σπα­στο κομ­μά­τι της σύγκρου­σης με την αστι­κή κυρί­αρ­χη ιδε­ο­λο­γία, ανα­πό­σπα­στο κομ­μά­τι της ίδιας της ταξι­κής πάλης τελικά.

  1. Αθα­νά­σιος Φωτό­που­λος, «Οι κοτζα­μπά­ση­δες της Πελο­πον­νή­σου κατά τη δεύ­τε­ρη τουρ­κο­κρα­τία (1715–1821)», Διδα­κτο­ρι­κή Δια­τρι­βή, ΕΚΠΑ, Αθή­να, 1995, σελ. 101.
  2. Thomas Thornton, «Etat actouel de la Turquie», εκδ. «J. G. Dentu», Paris, 1812, p. 629.
  3. Γιάν­νης Κορ­δά­τος, «Η κοι­νω­νι­κή σημα­σία της Ελλη­νι­κής Επα­νά­στα­σης», εκδ. «Επι­και­ρό­τη­τα», Αθή­να, 2005, σελ. 68.
  4. Γ. Λ. Αρς, «Η μυστι­κή οργά­νω­ση “Φιλι­κή Εται­ρεία”», εκδ. «Το Λαϊ­κό Βιβλίο», Αθή­να, 1966, σελ. 22.
  5. Αθα­νά­σιου Θ. Φωτό­που­λου, «Οι κοτζα­μπά­ση­δες της Πελο­πον­νή­σου κατά τη δεύ­τε­ρη Τουρ­κο­κρα­τία», Διδα­κτο­ρι­κή Δια­τρι­βή, Εθνι­κό Καπο­δι­στρια­κό Πανε­πι­στή­μιο Αθη­νών, Αθή­να, 1995, σελ. 131 — 138.
  6. Ανω­νύ­μου του Ελλη­νος, «Ελλη­νι­κή Νομαρ­χία», εκδ. «Απο­σπε­ρί­της», Αθή­να, 1982, σελ. 144.
  7. «Αρχεία της Ελλη­νι­κής Παλι­γεν­νε­σί­ας», τόμ. 2. εκδ. «Βιβλιο­θή­κη της Βου­λής», Αθή­να, 1971, σελ. 45.
  8. Νικό­λα­ος Κασο­μού­λης, «Ενθυ­μή­μα­τα στρα­τιω­τι­κά της Επα­να­στά­σε­ως των Ελλή­νων 1821 — 1833», τόμ. Α’, εκδ. «Πάγκειος Επι­τρο­πή», Αθή­να, 1939, σελ. 125 — 126, 135, 140.
  9. Οπως παρα­τί­θε­ται στο Γιάν­νης Κορ­δά­τος, «Μεγά­λη Ιστο­ρία της Ελλά­δος», τόμ. Χ, εκδ. «20ός αιώ­νας», Αθή­να χ.χ., σελ. 58.
  10. Συλ­λο­γι­κό, «Ιστο­ρία του Ελλη­νι­κού Εθνους», τόμ. ΙΑ’, εκδ. «Εκδο­τι­κή Αθη­νών», Αθή­να, 1975, σελ. 429, και Βαλέ­ριος Μέξας, «Οι Φιλι­κοί: Κατά­λο­γος των μελών της Φιλι­κής Εται­ρεί­ας εκ του αρχεί­ου του Σέκε­ρη», Αθή­να, 1937.
  11. Χρι­στό­φο­ρος Περ­ραι­βός, «Απο­μνη­μο­νεύ­μα­τα Πολε­μι­κά», τόμ. Α’, εκδ. «Τυπο­γρα­φεί­ον Α. Κορο­μη­λά», Αθή­να, 1836, σελ. 3.
  12. Πανα­γιώ­της Ν. Πιπι­νέ­λης, «Πολι­τι­κή Ιστο­ρία της Ελλη­νι­κής Επα­να­στά­σε­ως», εκδ. «Αγών», Παρί­σι, 1927, σελ. 126.
  13. Παλαιών Πατρών Γερ­μα­νός, «Απο­μνη­μο­νεύ­μα­τα», εκδ. «Τυπο­γρα­φεί­ον Σπύ­ρου Τσαγ­γά­ρη», Αθή­να, 1900, σελ. 24, και Αμβρό­σιος Φραν­τζής, «Επι­το­μή της ιστο­ρί­ας της ανα­γεν­νη­θεί­σης Ελλά­δος», τόμ. Α’, εκδ. «Βιτώ­ρια», Αθή­να, 1839, σελ. 104 — 105.
  14. Ελέ­νη Αγγε­λο­μά­τη — Τσου­γκα­ρά­κη, «Η γέν­νη­ση ενός έθνους — κρά­τους», τόμ. Α’, εκδ. «ΣΚΑΪ — Βιβλίο», Αθή­να, 2010, σελ. 43.

Του Κώστα ΣΚΟΛΑΡΙΚΟΥ
Μέλους του Τμή­μα­τος Ιστο­ρί­ας της ΚΕ του ΚΚΕ

 

    

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο