Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Οι ταινίες της εβδομάδας με το φακό του Ριζοσπάστη

Κινηματογραφική βδομάδα με αρκετές εξόδους ταινιών στη διανομή και ανάμεσά τους 3 επανεκδόσεις.

Ξεχω­ρί­ζου­με τον «Θία­σο» του Θόδω­ρου Αγγε­λό­που­λου που έρχε­ται στο «STUDIO new star art cinema», στο πλαί­σιο του αφιε­ρώ­μα­τος «2023, Ετος Θ. Αγγε­λό­που­λου», που διορ­γα­νώ­νει η «NEW STAR» σε συνερ­γα­σία με την οικο­γέ­νεια του Θόδω­ρου Αγγε­λό­που­λου. Πρό­κει­ται για μια από τις εμβλη­μα­τι­κό­τε­ρες ται­νί­ες τόσο του Θ. Αγγε­λό­που­λου όσο και ολό­κλη­ρου του ελλη­νι­κού κινηματογράφου.

Αυτή η πολυ­βρα­βευ­μέ­νη ται­νία είναι αυτή που τον κατέ­στη­σε ως έναν από τους μεγά­λους δημιουρ­γούς ενός κινη­μα­το­γρά­φου θεμε­λιω­μέ­νου σε μια υλι­στι­κή αισθη­τι­κή. «Το να υμνείς την επα­νά­στα­ση, δεν σημαί­νει πως υμνείς πάντα τη νίκη. Η τελευ­ταία εικό­να της ται­νί­ας δεί­χνει τον θία­σο να κινεί­ται προς την κάμε­ρα. Ξέρου­με πως έχουν υπάρ­ξει νεκροί, φυλα­κι­σμέ­νοι, εκτε­λε­σμέ­νοι… Είναι μια στιγ­μή συνει­δη­το­ποί­η­σης». Η ται­νία ακο­λου­θεί τις περι­πέ­τειες ενός περιο­δεύ­ο­ντος θιά­σου στην Ελλά­δα από το 1939 μέχρι το 1952 και μαζί όλες τις μεγά­λες ιστο­ρι­κές στιγμές.

«Ολοι οι συνερ­γά­τες, ο Δημή­τρης Αρβα­νί­της στη φωτο­γρα­φία, ο Θανά­σης Αρβα­νί­της στον ήχο, ο Μικές Καρα­πι­πέ­ρης στα σκη­νι­κά, η ομά­δα του Θόδω­ρου πίστε­ψαν από την πρώ­τη στιγ­μή», ανέ­φε­ρε ο Λου­κια­νός Κηλαη­δό­νης που είχε γρά­ψει τη μου­σι­κή. «Θυμά­μαι περι­πε­τειώ­δη γυρί­σμα­τα… Είμα­στε όλοι στο χιό­νι από τις 9 το πρωί ως τις 6 το από­γευ­μα. Ο Θόδω­ρος είναι με ένα μπε­ρε­δά­κι, ένα σακά­κι και κάτι παλιά παπού­τσια μέσα στον πάγο, κι εμείς είμα­στε δίπλα του. Ο Αντρέ­ας έπαι­ζε ακορ­ντε­όν με 15 υπό το μηδέν πάνω στα Ζαγό­ρια, οι γυναί­κες ήταν με τα τακού­νια μες στη λάσπη και τα χιό­νια, και κατέ­βαι­ναν το βου­νό. Ολοι όμως είχα­με πιστέ­ψει ότι αυτό που γίνε­ται είναι σημα­ντι­κό. Και είχα­με σαν παρά­δειγ­μα τον Θόδω­ρο, ο οποί­ος δεν έλε­γε κάτι και μετά χωνό­ταν στο καφε­νείο μέχρι να γυρι­στεί η σκη­νή. Ηταν εκεί, παρών, το πίστευε, το πιστεύ­α­με όλοι, το υπε­ρα­σπι­στή­κα­με μέχρι το τέλος».

Στον ίδιο κινη­μα­το­γρά­φο, την Τρί­τη 14 Φεβρουα­ρί­ου στις 20.00, στο πλαί­σιο του αφιε­ρώ­μα­τος «Μου­σι­κές Τρί­τες», θα προ­βλη­θεί συνο­δεία μου­σι­κής η αρι­στουρ­γη­μα­τι­κή «Μάνα» του Βσε­βο­λόντ Πουντόβκιν.

Στον κινη­μα­το­γρά­φο «Ανδό­ρα», στο πλαί­σιο του αφιε­ρώ­μα­τος «Bergmannites», για αυτή τη βδο­μά­δα τη σκυ­τά­λη παίρ­νει η «Σιω­πή» του Ινγκ­μαρ Μπέρ­γκ­μαν. Ενώ με την αφορ­μή των 25 χρό­νων από την κυκλο­φο­ρία της, βγαί­νει στις αίθου­σες σε 3D και ο πασί­γνω­στος «Τιτα­νι­κός» (1997) του Τζέιμς Κάμερον.

Από τις ται­νί­ες της βδο­μά­δας προ­τεί­νου­με τη μεγά­λη επι­στρο­φή των αδερ­φών Νταρ­ντέν, με την ται­νία «Τόρι και Λοκί­τα», στην οποία θα ανα­φερ­θού­με ανα­λυ­τι­κά παρα­κά­τω. Ακό­μα, προ­βάλ­λε­ται το «Μπλε Φεγ­γά­ρι» της Αλί­να Γκρί­γκο­ρε, η οποία ενώ απο­πει­ρά­ται να μιλή­σει για τη γυναι­κεία κατα­πί­ε­ση στη σύγ­χρο­νη ρου­μα­νι­κή επαρ­χία, δεν κατα­φέρ­νει να ολο­κλη­ρώ­σει σενα­ρια­κά την ενδια­φέ­ρου­σα ιδέα της αφή­νο­ντάς μας τη «γεύ­ση» του μισού.

Τα «1341 Καρέ Ερω­τα και Πολέ­μου» του Ραν Ταλ έχουν πολύ μεγά­λο ιστο­ρι­κό ενδια­φέ­ρον, καθώς στη­ρί­ζο­νται στην αφή­γη­ση και αρχεια­κό υλι­κό του ισραη­λι­νού πολε­μι­κού φωτο­γρά­φου Μίχα Μπάρ-Αμ, που κατέ­γρα­ψε με τον φακό του τη φρι­κα­λε­ό­τη­τα έξι σύγ­χρο­νων πολέ­μων, για περισ­σό­τε­ρα από 60 χρό­νια, αλλά θέλει γερά νεύ­ρα ώστε να αντέ­ξει κανείς τον άκρα­το εθνι­κι­σμό του.

Ο «Peter Von Kant» του Φραν­σουά Οζόν, στη­ριγ­μέ­νος (ουσια­στι­κά αντι­γρά­φο­ντας) «Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ» (1972) του Ράι­νερ Βέρ­νερ Φασμπί­ντερ, όχι μόνο δεν κατα­φέρ­νει να ακου­μπή­σει το βάθος του έργου σε κανέ­να επί­πε­δο, αλλά το μετα­μορ­φώ­νει κραυ­γα­λέα σε «κομε­ντί», κατα­στρέ­φο­ντας ακό­μα και την εκπλη­κτι­κή ατμό­σφαι­ρα του πρω­τό­τυ­που. Κρί­μα για τους εξαί­σιους ηθο­ποιούς που το απαρ­τί­ζουν, ανά­με­σά τους και η Χάνα Σιγκού­λα που έρχε­ται από το παρελ­θόν, αλλά­ζο­ντας ρόλο αυτή τη φορά…

Τόρι και Λοκί­τα / Tori et Lokita /
Ζαν-Πιερ Νταρ­ντέν και Λικ Νταρ­ντέν
/ 2022 / 88 λεπτά

Στο Βέλ­γιο, σήμε­ρα, δύο ασυ­νό­δευ­τα ανή­λι­κα, ένα νεα­ρό αγό­ρι και μια έφη­βη που ταξί­δε­ψαν ολο­μό­να­χα από την Αφρι­κή, βάζουν την ανε­κτί­μη­τη φιλία τους πάνω από τις δύσκο­λες συν­θή­κες της εξο­ρί­ας τους.

Τού­τη η ται­νία είναι ολό­κλη­ρη σαν μια φρά­ση από το «Μετέ­ω­ρο βήμα του πελαρ­γού» του Θ. Αγγε­λό­που­λου… «Μα πόσα σύνο­ρα πρέ­πει να περά­σου­με για να φτά­σου­με σπί­τι μας;». Η μεγά­λη ιστο­ρία των προ­σφύ­γων του κόσμου, η μεγά­λη ιστο­ρία του ξερι­ζω­μού από την πατρί­δα, η μεγά­λη ιστο­ρία των ανθρώ­πων που ζητούν μια γωνιά στην άκρη του κόσμου που να μην «μπά­ζει» πόλε­μο, φτώ­χεια και πόνο, μια γωνιά που να την ονο­μά­ζουν «σπί­τι» τους. Οι Νταρ­ντέν κοι­τούν αυτή την ιστο­ρία από τα μάτια δυο παι­διών που στη­ρί­ζο­νται το ένα στο άλλο για να επι­βιώ­σουν, δυο άγνω­στων παι­δι­κών ψυχών που συνα­ντιού­νται στην ανά­γκη, γίνο­νται αδέρ­φια «εξ αίμα­τος», παλεύ­ουν να «βρουν ένα σπί­τι» μαζί και γίνο­νται ο ένας το «σπί­τι» του άλλου… Τι να περι­γρά­ψει κανείς για τη συγκλο­νι­στι­κή οπτι­κή των Νταρ­ντέν. Είναι βαθιά ανθρώ­πι­νοι, αφο­πλι­στι­κά ρεα­λι­στές, ξορ­κί­ζουν την απαν­θρω­πιά ενός συστή­μα­τος που δια­λύ­ει τα πάντα, με απέ­ρα­ντη αγά­πη και άφθα­στη αλλη­λεγ­γύη. Περ­νά­με μέσα από τις συμπλη­γά­δες τους, μέσα από τα δίχτυα των δια­κι­νη­τών, τα φρι­χτά κυκλώ­μα­τα που τα εκμε­ταλ­λεύ­ο­νται αδυ­σώ­πη­τα, όμως εκεί­να βρί­σκουν τον τρό­πο «να συντη­ρή­σουν φωλιές νερού μέσα στις φλό­γες». Κι αν κάτι μένει περισ­σό­τε­ρο από τη διή­γη­ση αυτής της ιστο­ρί­ας, είναι η ανά­γκη να έχου­με ο ένας τον άλλον. Για­τί στη λαί­λα­πα του καπι­τα­λι­σμού αυτό είναι που στα αλή­θεια μας κρα­τά­ει ανθρώπους.

Tar / Τοντ Φιλντ / 2022 / 158 λεπτά

Η Λίντια Ταρ είναι η διεθνούς φήμης μαέστρος της συμφωνικής ορχήστρας του Βερολίνου, με σπουδαία καριέρα και περγαμηνές, μέχρι που ένα τραγικό συμβάν στο οποίο εμπλέκεται βλέπει το φως της δημοσιότητας…

Ο Φιλντ επι­λέ­γει να δεί­ξει μια γυναί­κα που έχει επι­τύ­χει σε έναν ανδρο­κρα­τού­με­νο χώρο, να «ενστερ­νί­ζε­ται» τα «χαρα­κτη­ρι­στι­κά» γνω­ρί­σμα­τά του. Μας δεί­χνει έναν άνθρω­πο που φτά­νει ψηλά, κι αυτό τον κάνει αλα­ζό­να και «σκλη­ρό αφε­ντι­κό» ακό­μα και στις πιο προ­σω­πι­κές του σχέ­σεις. Μας δεί­χνει έναν άνθρω­πο που για να δια­τη­ρή­σει την εξου­σία του πατά­ει επί πτω­μά­των. Ουσια­στι­κά φαί­νε­ται να καταρ­ρί­πτει τον μύθο της «γυναι­κεί­ας αλλη­λεγ­γύ­ης». Αλλω­στε, τα προ­τε­ρή­μα­τα και τα ελατ­τώ­μα­τα ενός ανθρώ­που δεν έχουν φύλο. Να λοι­πόν για­τί δια­λέ­γει μια γυναί­κα, για να δεί­ξει ότι η εξου­σία δια­βρώ­νει, του­λά­χι­στον έτσι γίνε­ται στη συγκε­κρι­μέ­νη ιστο­ρία, για­τί δεν υπάρ­χει στε­ρε­ό­τυ­πο που να μην καταρ­ρί­πτε­ται. Μεγά­λο μέρος της ται­νί­ας δεν θα γίνει εύκο­λα κατα­νοη­τό και ίσως και να κου­ρά­σει κάποιον που δεν είναι εξοι­κειω­μέ­νος με την κλα­σι­κή μου­σι­κή, ωστό­σο φαί­νε­ται να χρη­σι­μο­ποιεί την υπερ­βο­λή, για να δεί­ξει την αντι­δια­στο­λή του ταλέ­ντου ενός μου­σι­κού και της προ­σω­πι­κό­τη­τάς του. Συχνά θέτει το ερώ­τη­μα εάν η προ­σω­πι­κό­τη­τα ενός σπου­δαί­ου μαέ­στρου — συν­θέ­τη είναι σημα­ντι­κό­τε­ρη ή το έργο του αυτό καθαυ­τό. Αυτό το ερώ­τη­μα συχνά βασα­νί­ζει καθέ­ναν από μας, αν και η εργα­τι­κή τάξη έχει στο βιβλίο των ηρώ­ων της σπου­δαί­ους καλ­λι­τέ­χνες που συν­δύ­α­ζαν και το ταλέ­ντο με την προ­σω­πι­κό­τη­τα. Σκη­νο­θε­τι­κά είναι μια άρτια δου­λειά, που θα μπο­ρού­σε να έχει σαφώς μικρό­τε­ρη διάρ­κεια, πάντως η Κέιτ Μπλάν­σετ δίνει, για άλλη μια φορά, μια συγκλο­νι­στι­κή ερμη­νεία, το «Tar» είναι φτιαγ­μέ­νο πάνω της.

Θόδω­ρος Αγγε­λό­που­λος, Νίκος Παναγιωτόπουλος:
Ο Καθέ­νας και η Μου­σι­κή του / Αντώ­νης Κόκ­κι­νος και Γιάν­νης Σολ­δά­τος
/ 2022/ 76 λεπτά

Μία αδη­μο­σί­ευ­τη συζή­τη­ση ανά­με­σα στον Θόδω­ρο Αγγε­λό­που­λο και τον Νίκο Πανα­γιω­τό­που­λο, για την έως τότε στά­ση και πορεία των δύο δημιουρ­γών, για τον σχε­δια­σμό του μελ­λο­ντι­κού τους έργου, για την οντό­τη­τα του Νέου Ελλη­νι­κού Κινη­μα­το­γρά­φου, αλλά και του κινη­μα­το­γρά­φου γενικότερα…

Ο τίτλος είναι δανει­σμέ­νος από μια φρά­ση του Θ. Αγγε­λό­που­λου προς τον Ν. Πανα­γιω­τό­που­λο και το ντο­κου­μέ­ντο είναι υπέ­ρο­χα απο­κα­λυ­πτι­κό, και για τους δυο και τη «μου­σι­κή» τους. Η μετα­ξύ τους συζή­τη­ση, που είναι ο κορ­μός του ντο­κι­μα­ντέρ, είναι εκρη­κτι­κή, παι­γνιώ­δης ή περι­παι­χτι­κή πολ­λές φορές, σκλη­ρή κάποιες άλλες, αλλά απο­κα­λύ­πτει τον απέ­ρα­ντο σεβα­σμό και την αγά­πη που τους ένω­νε. Δυο σπου­δαί­οι δημιουρ­γοί, που γνω­ρί­ζο­νταν από τα νεα­νι­κά τους χρό­νια στο Παρί­σι και γνω­ρί­ζουν πολύ καλά ο ένας το έργο του άλλου, μας αφη­γού­νται τις από­ψεις τους συνο­λι­κά για τον κινη­μα­το­γρά­φο. Τα απο­σπά­σμα­τα σχο­λιά­ζο­νται είτε από ανθρώ­πους που πορεύ­τη­καν μαζί τους, είτε εκτί­μη­σαν το έργο τους στην πορεία, και εκτός εξαι­ρέ­σε­ων είναι ιδιαί­τε­ρα δια­φω­τι­στι­κές και ενδια­φέ­ρου­σες. Μεγά­λη ανα­φο­ρά γίνε­ται στο κατά πόσο το έργο τους είναι πολι­τι­κό, αλλά όσο περισ­σό­τε­ρο διί­στα­νται οι από­ψεις, τόσο περισ­σό­τε­ρο φανε­ρώ­νε­ται ότι έργο που δεν είναι πολι­τι­κό, που δεν παίρ­νει θέση, δεν υπάρ­χει. Το έργο και ο ίδιος ο σκη­νο­θέ­της, είτε το επι­λέ­γει είτε όχι, παίρ­νει θέση με τη θεμα­το­λο­γία του, τις συν­θή­κες που γυρί­ζει την ται­νία του, ακό­μα και πότε επι­λέ­γει να το παρου­σιά­σει. Μια κου­βέ­ντα που αξί­ζει να ακού­σει κανείς όχι μόνο για να γνω­ρί­σει καλύ­τε­ρα τους σκη­νο­θέ­τες, αλλά και για να προ­βλη­μα­τι­στεί για το απο­τύ­πω­μα που άφη­σαν στον ελλη­νι­κό κινη­μα­το­γρά­φο. Σήμε­ρα σε αυτή τη στή­λη ανα­φέρ­θη­κε πολύ το όνο­μα του Θόδω­ρου Αγγε­λό­που­λου. Είναι και­ρός, 10 χρό­νια μετά τον θάνα­τό του, να περά­σει το έργο του στις επό­με­νες γενιές θεα­τών και δημιουργών.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο