Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πάμε σινεμά: STUDIO new star art cinema | 20–26-31 Αυγ

Σάβ­βα­το-Κυρια­κή 18.00 |> Βερο­λί­νο, η Συμ­φω­νία μιας Μεγαλούπολης

Το φημι­σμέ­νο έργο ιστο­ρι­κής σημα­σί­ας και ορό­ση­μο στην ιστο­ρία του κινη­μα­το­γρά­φου, (Berlin: Symphony of a Great City — Die Sinfonie der Großstadt), του πρω­το­πό­ρου στον κινη­μα­το­γρά­φο Βάλ­τερ Ρού­τμαν (Walter Ruttmann).

Σε βου­βή έκδο­ση ‑κάντε κλικ YouTube

Από τον οπε­ρα­τέρ του «Μητρό­πο­λις» (Fritz Lang1927) και σκη­νο­θέ­τη των Feind im Blut (1931) Acciaio (1933),  Mannesmann — Ein Film der Mannesmannröhren-Werke (1937), 10άδων άλλων επιτυχιών …

Lichtspiel Opus Ι‑ΙΙ-ΙΙΙ-ΙV (1921–1925) Der Sieger (1921) Das Wunder (1922) και στη συνέ­χεια μέχρι το τέλος της ζωής του (γεν­νή­θη­κε το 1887, πέθα­νε το 1941) Aberglaube, Deutsche Panzer, Deutsche Henkel — Ein deutsches Werk in seiner, Arbeit Waffenschmieden Im Zeichen des Vertrauens, Ein Beyer-Film Düsseldorf Stadt Stuttgart–100 Cannstätter Volksfest, In der Nacht, Feind im Blut, Des Haares und der Liebe Wellen, Berlin κλπ

Στην ται­νία του ο Γερ­μα­νός σκη­νο­θέ­της παρα­κο­λου­θεί και ερμη­νεύ­ει την πόλη σαν σύν­θε­ση ρυθμών.
Μέσα σε ένα διά­στη­μα που κινη­μα­το­γρα­φι­κά αντι­στοι­χεί σε μία ημέ­ρα, παρό­λο που προ­κύ­πτει από γυρί­σμα­τα ενός ολό­κλη­ρου χρό­νου, η πόλη παρου­σιά­ζε­ται σαν ένα πλέγ­μα δια­σταυ­ρού­με­νων πρα­κτι­κών και ενερ­γειών, ένα πλέγ­μα από δρά­σεις ανθρώ­πι­νες ή μηχα­νι­κές που κοι­νό τους χαρα­κτη­ρι­στι­κό έχουν τη ρυθ­μι­κή επανάληψη.
Είναι ένα ντο­κι­μα­ντέρ που περι­γρά­φει την τότε σύγ­χρο­νη ζωή στη μεγα­λού­πο­λη του Βερολίνου.
Το Βερο­λί­νο την επο­χή εκεί­νη ήταν μια πόλη που γνώ­ρι­ζε βιο­μη­χα­νι­κή ανά­πτυ­ξη, συνο­δευό­με­νη με τα φαι­νό­με­να της αστυ­φι­λί­ας, του συνω­στι­σμού, της φτώ­χειας των κατώ­τε­ρων τάξεων.

Με μου­σκό φόντο Symphony No. 6 in F Major, Op. 68 “Pastoral”, II. Scene by the brook: Andante molto mosso — BBC Symphony Orchestra + Beethoven: Symphony No. 6 / Brahms: Tragic Overture (Toscanini) (1937–1938)

Ο Ruttmann σκια­γρα­φεί τη ζωή της μεγα­λού­πο­λης σαν έναν ζωντα­νό οργα­νι­σμό που έχει τον δικό του ρυθ­μό. Αγου­ρο­ξυ­πνη­μέ­νος το πρω­ι­νό, πολυά­σχο­λος όλη τη μέρα και δια­σκε­δά­ζο­ντας το βρά­δυ πριν πάει για ύπνο.
Παράλ­λη­λα ακο­λου­θεί μια δομή παρό­μοια με αυτή των συμ­φω­νι­κών έργων κλα­σι­κής μου­σι­κής. Για να πετύ­χει την ατμό­σφαι­ρα της αγχω­τι­κής ζωής χρη­σι­μο­ποιεί βια­στι­κές, σύντο­μες σκη­νές, μια πρω­τό­γνω­ρη τεχνι­κή για την επο­χή εκεί­νη. Το σίγου­ρο είναι ότι ο θεα­τής δεν χάνει το ενδια­φέ­ρον του έως και το τελευ­ταίο λεπτό.
Ο Ruttmann χρη­σι­μο­ποιεί την κάμε­ρα σαν σημειω­μα­τά­ριο και δένει χιλιά­δες κομμάτια/αναμνήσεις του αστι­κού τοπί­ου και της καθη­με­ρι­νό­τη­τας δημιουρ­γώ­ντας ένα ποι­η­τι­κό απο­τέ­λε­σμα. «Δεν ήθε­λα να κάνω απλά ένα κολάζ εικό­νων, αλλά κάτι που να μοιά­ζει με τη δομή μιας περί­πλο­κης μηχα­νής που αρχί­ζει να λει­τουρ­γεί μόνο όταν κάθε μικρο­σκο­πι­κό της κομ­μά­τι έχει μοντα­ρι­στεί σωστά με το επό­με­νο», είχε δηλώ­σει ο σκηνοθέτης.

Το 1927 η ται­νία είχε προ­βλη­θεί υπό τη συνο­δεία της μου­σι­κής του Έντμουντ Μάι­ζελ, συν­θέ­τη της μου­σι­κής της ται­νί­ας του Αϊζεν­στάιν «Θωρη­κτό Ποτέμκιν».
Οι δύο δημιουρ­γοί ήθε­λαν να παρου­σιά­σουν ένα έργο στο οποίο ο ήχος και η εικό­να θα συνο­μι­λού­σαν με τρό­πο τέτοιο ώστε το αισθη­τι­κό απο­τέ­λε­σμα να δίνει στον θεα­τή μια ολο­κλη­ρω­μέ­νη εικό­να για το φαι­νό­με­νο «Βερο­λί­νο» και την ατμό­σφαι­ρα της σπου­δαί­ας αυτής μητρόπολης.
Η παρ­τι­τού­ρα του Μάι­ζελ θεω­ρεί­ται χαμέ­νη. Αυτό που έχει δια­σω­θεί είναι μία εκδο­χή της σύν­θε­σης για πιά­νο την οποία ο μου­σι­κός Bernd Thewes απο­κα­τά­στη­σε με τη συνερ­γα­σία του Bundesarchiv / Filmarchive Berlin και της ZDF/ARTE που έκα­ναν και την απο­κα­τά­στα­ση της κόπιας.

  • Σκη­νο­θε­σία: Walther Ruttmann
  • Σενά­ριο: Karl Freund, Carl Mayer, Walther Ruttmann
  • Παρα­γω­γή: G. Kusnezow, Γερ­μα­νία, 1927 Βωβή
  • Μου­σι­κή: Edmund Meisel
  • Φωτο­γρα­φία: Robert Baberske, Reiman Kuntze, Lazlo Schaffer, KarlFreud
  • Μοντάζ: Walter Ruttmann
  • Διάρ­κεια: ~65λ

Studio NewStar

ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΚΑΡΕΚΛΕΣ

LAS DOCE SILLAS
Σκη­νο­θε­σία: Tomás Gutiérrez Alea, Σενά­ριο: Tomás Gutiérrez Alea / Ugo Ulive
Παρα­γω­γή: ICAIC, Κού­βα, 1962,
Μου­σι­κή: Juan Blanco, Φωτο­γρα­φία: Ramón F. Suárez Με τους: Enrique Santiesteban / Reynaldo Miravalles / René Sánchez / Max Beltrán / María Pardo– Κομε­ντί – 97΄- Έγχρωμο

Επί­ση­μη επι­λο­γή Πιο Σημα­ντι­κής Ται­νί­ας της Χρο­νιάς , Αβά­να, Κού­βα 1963
Τιμη­τι­κό Δίπλω­μα Εργα­τι­κού Συν­δι­κά­του III Μόσχα, 1963

Tomás Gutiérrez Alea LAS DOCE SILLASΑυτή την ται­νία πρέ­πει να τη δεί­τε. Είναι αστεία, έξυπνη…Ένα κομ­ψό, πρω­τό­τυ­πο, σατυ­ρι­κό «θρί­λερ»

«Οι 12 καρέ­κλες, μία από τις δεκά­δες δια­σκευ­ές του ρωσι­κού μυθι­στο­ρή­μα­τος του Ilya Ilf , είναι μία ται­νία ιδε­ο­λο­γι­κή που δίνει έμφα­ση στην άπλη­στη φύση ενός αρι­στο­κρά­τη αντι­ή­ρωα, με σκο­πό το εύκο­λο χρή­μα. Σε αυτή τη βερ­σιόν, όμως, οι καρέ­κλες δεν έχουν που­λη­θεί σε δημο­πρα­σία, αλλά έχουν κατα­σχε­θεί από το κρά­τος με σκο­πό την ανα­κα­τα­νο­μή του πλού­του».
David Kehn, New York Times 2007

H Επα­νά­στα­ση είναι κάτι πολύ σοβα­ρό και σημα­ντι­κό και οι Κου­βα­νοί είναι προ­σκεί­με­νοι σε αυτό. Μα με χιού­μορ. Και αυτό είναι η καθα­ρή αλή­θεια. Δεν περί­με­να πολ­λά από το νέο Κου­βα­νι­κό κινη­μα­το­γρά­φο με την πρώ­τη του κωμω­δία, που είναι ένα είδος που όπως όλοι ξέρου­με ‑και από το σοβιε­τι­κό παρά­δειγ­μα- αρκε­τά δύστροπο. 
Αξί­ζει, λοι­πόν, να ειπω­θεί ότι οι Δώδε­κα Καρέ­κλες, είναι ένα μονα­δι­κό επί­τευγ­μα. Η ειρω­νεία της ξετυ­λί­γε­ται ομα­λά, στην υπη­ρε­σία του καλού και του κακού και η άγρια σάτι­ρα εμφα­νί­ζε­ται σε κάθε σκη­νή που ο κάθε πλού­σιος προ­σπα­θεί να σώσει ό,τι μπο­ρεί εν μέσω ενός «ναυα­γί­ου».
Marcel Martin, Les Lettres Françaises, Παρί­σι, 1964.

ℹ️   POSTER, PHOTO ALBUM ΔΩΔΕΚΑ ΚΑΡΕΚΛΕΣ

ΣΥΝΟΨΗ
Η χώρα περ­νά­ει στα χέρια σοσια­λι­στών επα­να­στα­τών. Μια πλού­σια γυναί­κα δεν αντέ­χει να δώσει όλο τον πλού­το και τα υπάρ­χο­ντα της στη νέα κυβέρνηση.
Κρύ­βει, λοι­πόν, όλα τα πολύ­τι­μα κοσμή­μα­τα της, σε δώδε­κα καρέ­κλες, από μία τρα­πε­ζα­ρία. Μέτα το θάνα­το της, ο γαμπρός της (Ιππό­λυ­τος) , ανα­κα­λύ­πτει τι είχε κάνει η πεθε­ρά του. Οι καρέ­κλες όμως έχουν «εθνι­κο­ποι­η­θεί» και ανή­κουν σε δώδε­κα δια­φο­ρε­τι­κούς ανθρώ­πους. Μαζί με έναν παπά και τον πρώ­ην υπη­ρέ­τη του, ο Ιππό­λυ­τος αρχί­ζει μια τρε­λή κούρ­σα για να βρει τις καρέ­κλες και να πάρει ότι νομί­ζει, πως δικαιω­μα­τι­κά του ανήκει.
Το 1928, ο Ρώσος συγ­γρα­φέ­ας Ilya Ilf κυκλο­φο­ρεί το σατυ­ρι­κό του μυθι­στό­ρη­μα «Οι Δώδε­κα Καρέ­κλες», που έχει να κάνει με τον μικρο­κα­κο­ποιό Ostar Bender.
Τα επό­με­να χρό­νια, το μυθι­στό­ρη­μα παίρ­νει τη θέση που του αξί­ζει στην Παγκό­σμια Λογο­τε­χνία. Το 1938 το βιβλίο παίρ­νει τη μορ­φή ται­νία στη Γερ­μα­νία με τίτλο «13 Καρέ­κλες» με τον Heinz Ruhmann. Ακο­λου­θούν διά­φο­ρες άλλες κινη­μα­το­γρα­φι­κές δια­σκευ­ές. Το 1962 ο Κου­βα­νός σκη­νο­θέ­της Tomas Gutierrez μετα­φέ­ρει τη δρά­ση στην Κού­βα. Οι παράλ­λη­λες δια­δρο­μές Κού­βας και Σοβιε­τι­κής Ένω­σης επι­τρέ­πουν την ελεύ­θε­ρη από­δο­ση του βιβλί­ου. Η καρ­του­νι­στι­κή εισα­γω­γή της ται­νί­ας δίνει από την αρχή τη σατυ­ρι­κή χροιά της ται­νί­ας. Το χιού­μορ είναι διά­χυ­το σε όλη την ται­νία καθώς, μέσω αυτού, προ­κα­λεί­ται η ηθι­κή των «κυνη­γών» του θησαυ­ρού. Σαν παι­διά που παί­ζουν ο Ιππό­λυ­το και ο Πάδρε, αρπά­ζουν τις καρέ­κλες και βάζουν τρι­κλο­πο­διές ο ένας από τον άλλον. Αυτή η κωμω­δία κατα­στά­σε­ων κατα­φέρ­νει το επι­θυ­μη­τό απο­τέ­λε­σμα και είναι απολαυστικότατη.

Tomás Gutiérrez Alea

ΤΟΜΑΣ ΓΚΟΥΤΙΕΡΕΖ ΑΛΕΑ

Πρό­κει­ται για δια­κε­κρι­μέ­νο Κου­βα­νό σκη­νο­θέ­τη ‑παγκό­σμιας κλά­σης και ανα­γνώ­ρι­σης- αλλά ταυ­τό­χρο­να γενάρ­χη και πατριάρ­χη της χώρας του στο σινεμά.
Προ­ξε­νεί μάλι­στα τερά­στια εντύ­πω­ση και είναι φαι­νό­με­νο άξιον προς παρα­τή­ρη­ση και μελέ­τη, πως ο μικρός κινη­μα­το­γρά­φος της Κού­βας, εκ των πραγ­μά­των στρα­τευ­μέ­νος με τον Κάστρο κατά­φε­ρε να ανα­δεί­ξει τέτοια και τόσο αυθε­ντι­κά ταλέ­ντα με ται­νί­ες επι­πέ­δου και υψη­λής αισθη­τι­κής παρά την μετα­τρο­πή «μιας και μόνης»… ιδεολογίας.
Ήταν ακό­μα και μέγας κινη­μα­το­γρα­φό­φι­λος και γνώ­στης της ιστο­ρί­ας της τέχνης. Μια ματιά στις ται­νί­ες του μπο­ρεί να το απο­δεί­ξει. Ας πού­με ο πολύ­κρο­τος ασπρό­μαυ­ρος “Θάνα­τος ενός γρα­φειο­κρά­τη” ανα­πα­ρά­γει άψο­γα τις φόρ­μες του μπουλ­βάρ και οι ανα­φο­ρές στις περί­φη­μες κωμω­δί­ες του “βωβού” κινη­μα­το­γρά­φου και πολ­λά και αφο­μοιω­μέ­νες είναι.

Στις αρι­στουρ­γη­μα­τι­κές “Μνή­μες υπα­νά­πτυ­ξης”, την πιο δυτι­κή από τις ται­νί­ες του με επιρ­ρο­ές από την “νου­βέλ-βαγκ” και το “σινε­μά-βερι­τέ” είναι εμφανείς.
Σε άλλες δημιουρ­γί­ες του όπως π.χ. “Ο μυστι­κός δεί­πνος” τα καδρα­ρί­σμα­τα είναι άψο­γα και παρα­πέ­μπουν σε γνω­στούς ζωγράφους.
Ο Αλέα εκπρο­σώ­πη­σε άψο­γα ένα σινε­μά υπο­δειγ­μα­τι­κό. Εξυ­πη­ρε­τού­σε συγκε­κρι­μέ­νους και κοι­νω­νι­κούς χώρους και όρους χωρίς όμως να γίνε­ται υπη­ρέ­της και αντι­κεί­με­νο παραγ­γε­λιάς, ενώ από την άλλη μεριά λει­τούρ­γη­σε αιρε­τι­κά χωρίς σε έναν εξαι­ρε­τι­κό και αξιο­ζή­λευ­το φορμαλισμό.
Τα θέμα­τα των ται­νιών που μερι­κές φορές ιδιαί­τε­ρα ριζο­σπα­στι­κά (π.χ. “Οι επι­ζή­σα­ντες”) δια­κρί­νο­νταν από έναν σοφό δια­λε­κτι­κό σχε­δια­σμό, που εκδη­λω­νό­ταν στην φιλ­μι­κή δομή και δημιουρ­γού­σε νοη­μα­τι­κές αλλη­λο­κα­λύ­ψεις. Οι τελευ­ταί­ες δικαί­ω­ναν το σινε­μά χάρις στη δύνα­μη του δημιουρ­γού να τις χαρί­ζει υψη­λής ποιό­τη­τας “εμψύ­χω­ση” μεγά­λων οπτι­κών προ­δια­γρα­φών. Έτσι ακρι­βώς εντυ­πω­σια­ζό­ταν και το διε­θνές κοι­νό και κερ­δι­ζό­ταν και τα βρα­βεία στα ξένα φεστιβάλ.

Δεν είναι καθό­λου τυχαίο πως ο Αλέα δεν επέ­τρε­ψε στον χρό­νο στα γεγο­νό­τα και στις πολι­τι­κές εξε­λί­ξεις να τον ξεπεράσουν.
Ο Αλέα είναι συν­δε­δε­μέ­νος με ένα σινε­μά που αγα­πή­θη­κε ιδιαί­τε­ρα στην Ελλά­δα στην δεκα­ε­τία του ’70 όταν με την μετα­πο­λί­τευ­ση η υπερ­πο­λι­τι­κο­ποί­η­ση ακό­μη και στην τέχνη ήταν το ζητούμενο.
Ωστό­σο απο­συν­δε­δε­μέ­νο και από εκεί­νη την επο­χή το έργο του επι­ζεί φρέ­σκο και ολοζώντανο.

Tomás Gutiérrez Alea: Στην υπηρεσία της επανάστασης

Tomás Gutiérrez Alea

Ο σημα­ντι­κό­τε­ρος σκη­νο­θέ­της του σύγ­χρο­νου κου­βα­νέ­ζι­κου κινη­μα­το­γρά­φου, ο Tomás Gutiérrez Alea –πέθα­νε το 1996, είναι επί­σης και ο πιο γνω­στός στο δυτι­κό κοινό.
Γεν­νή­θη­κε στην Αβά­να το 1928 και σπού­δα­σε Νομι­κή στο Πανε­πι­στή­μιο της Αβά­νας και κινη­μα­το­γρά­φο στην Ιτα­λία, στο Centro Sperimentale di Cinematografia.
Έντο­να επη­ρε­α­σμέ­νος από τον Ιτα­λι­κό Νεο­ρε­α­λι­σμό, επέ­στρε­ψε, την δεκα­ε­τία του 50, στην Κού­βα και εντά­χθη­κε στη ομά­δα Nuestro Tiempo. Μαζί με τον σκη­νο­θέ­τη Julio Garcia Espinosa σκη­νο­θέ­τη­σαν το 1955, ένα ντο­κι­μα­ντέρ που απα­γο­ρεύ­τη­κε από το καθε­στώς. Συμ­με­τεί­χε ενερ­γά στον αγώ­να ενά­ντια στην δικτα­το­ρία του Μπα­τί­στα. Κεντρι­κό πρό­σω­πο στην κινη­μα­το­γρα­φία της Κού­βας μετά την επα­νά­στα­ση, ο Tomas Gutierrez Alea είναι ένας από τους ιδρυ­τές του Instituto Cubano del Arte e Industrias Cinematograficos (ICAIC).
Το έργο του αντα­να­κλά και κατα­γρά­φει τους ιδε­ο­λο­γι­κούς και πολι­τι­κούς προ­βλη­μα­τι­σμούς, τις εσω­τε­ρι­κές ανη­συ­χί­ες της κου­βα­νέ­ζι­κης κοι­νω­νί­ας. Με τις ται­νί­ες του παρα­κο­λου­θεί την πορεία της χώρας του από τον αγώ­να ενά­ντια στην δικτα­το­ρία του Μπα­τί­στα, στα πρώ­τα χρό­νια της Επα­νά­στα­σης και από τις δύσκο­λες συν­θή­κες του Ψυχρού Πολέ­μου στα χρό­νια του οικο­νο­μι­κού απο­κλει­σμού. Το έργο του εκτός από ντο­κι­μα­ντέρ περι­λαμ­βά­νει πολι­τι­κές σάτι­ρες ενά­ντια στην γρα­φειο­κρα­τία, ιστο­ρι­κά δρά­μα­τα, πολι­τι­κές αλλη­γο­ρί­ες, κωμωδίες.

Tomás Gutiérrez Alea

ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ

  • La caperucita roja(1947) — Short film
  • El fakir(1947) — Short film
  • Una confusión cotidiana(1950) — Short film, based upon “A Common Confusion” by Franz Kafka
  • Il sogno de Giovanni Bassain (1953)
  • El Mégano(1955) — Documentary film, in collaboration with Julio García Espinosa, Alfredo Guevara, José Massip
  • La toma de La Habana por los ingleses (1958) — Documentary film
  • Esta tierra nuestra(1959) — Documentary film
  • Stories of the Revolution (Historias de la revolución/Ιστορίες της επα­νά­στα­σης) (1960) — Fiction, 81 minutes
  • General Assembly (Asamblea general) (1960) — Documentary film, 14 minutes
  • Death to the Invader (Muerte al invasor) (1961) — Documentary film, 16 minutes
  • The Twelve Chairs (Las doce sillas) (1962) — Fiction, 97 minutes
  • Cumbite (1964) — Fiction, 82 minutes
  • Death of a Bureaucrat (Muerte de un burócrata/Ο θάνα­τος ενός γρα­φειο­κρά­τη) (1966) — Fiction, 85 minutes
  • Memories of Underdevelopment (Memorias del Subdesarrollo/Μνήμες υπα­νά­πτυ­ξης ) (1968) — Fiction, 97 minutes
  • Cuban Fight Against Demons (Una pelea cubana contra los demonios) (1971) — Fiction, 130 minutes
  • El arte del tabaco (1974) — Documentary film, 7 minutes
  • The Last Supper (La última cena/Ο μυστι­κός Δεί­πνος) (1976) — Fiction, 120 minutes
  • One Way or Another (De cierta manera) (1977)
  • The Survivors (Los sobrevivientes/Οι επι­ζή­σα­ντες) (1979) — Fiction, 130 minutes
  • Up to a Certain Point (Hasta cierto punto) (1983) — Fiction, 88 minutes
  • Letters from the Park (Cartas del parque) (1988) — Fiction, 88 minutes
  • Far Apart (Contigo en la distancia) (1991) — Fiction, 27 minutes
  • Fresa y Chocolate (Φρά­ου­λα και σοκο­λά­τα) (1993) — co-directed with Juan Carlos Tabío, Fiction, 110 minutes
  • Guantanamera (1995) — co-directed with Juan Carlos Tabío, Fiction, 101 minutes
Tomás Gutiérrez Alea Μνήμες υπανάπτυξης

Eslinda Núñez + Sergio Corrieri στο «Memorias del Subdesarrollo» (Μνή­μες Υπα­νά­πτυ­ξης) του Tomás Gutiérrez Alea  (1968).

ℹ️  [για τους πολύ σινε­φίλ] Εξω­τε­ρι­κά links

Studio New StarΟ ΗΡΕΜΟΣ ΝΤΟΝ

Ηρεμος Ντον

Σκη­νο­θε­σία: Ivan Pravov, Olga Preobrazhenskaya, Mikhail Provor
Σενά­ριο: Ivan Pravov, Olga Preobrazhenskaya, Mikhail Provor
Βασι­σμέ­νο στο βιβλίο του Mikhail Sholokhov «Ήρε­μος Ντον»
Παρα­γω­γή: Ρωσία, 1930, Γλώσ­σα: Βωβό με υπό­τι­τλους, Διάρ­κεια: 91’
Οι απλοί άνθρω­ποι παρα­σύ­ρο­νται στη δίνη των γεγο­νό­των της Μεγά­λης Ιστορίας
Η σύγκρι­ση με το «Πόλε­μος και Ειρή­νη» είναι απο­λύ­τως επιτυχημένη.

ℹ️   «Ο ήρε­μος Ντον» (Βρα­βείο Νόμπελ 1963) είναι το πιο αξιό­λο­γο έργο της παγκό­σμιας αντι­πο­λε­μι­κής λογο­τε­χνί­ας. Ο συγ­γρα­φέ­ας βλέ­πει τα γεγο­νό­τα με τα μάτια του εργα­ζό­με­νου που στη δύσκο­λη μοί­ρα του, προ­στέ­θη­καν και­νούρ­για μαρ­τύ­ρια. Ο Σόλο­χοφ είναι ο αγα­πη­μέ­νος συγ­γρα­φέ­ας των νέων που αγω­νί­ζο­νται στην πρω­το­πο­ρία για την παγκό­σμια ειρή­νη. Έδει­ξε με απλό και παρα­στα­τι­κό τρό­πο τί είναι η πραγ­μα­τι­κή προ­λε­τα­ρια­κή επα­νά­στα­ση, τί προ­σπά­θειες χρειά­στη­καν για την επι­τυ­χία της στην ΕΣΣΔ, πόσο αίμα χύθη­κε και πώς, τέλος, εγκα­θι­δρύ­θη­κε για πρώ­τη φορά στον κόσμο η πιο δημο­κρα­τι­κή εξου­σία ‑η Σοβιε­τι­κή εξου­σία- στο ένα έκτο της γήι­νης σφαίρας.

Σύνο­ψη

Η πρώ­τη κι εξαι­ρε­τι­κή παρου­σί­α­ση του μυθι­στο­ρή­μα­τος του Σολόκχοφ.
Η φτω­χή Αξι­νιά, παντρε­μέ­νη με έναν σκλη­ρό σύζυ­γο, τον Στέ­παν, ανα­ζη­τά κατα­φύ­γιο στην αγκα­λιά του ερα­στή της, Γκρι­γκό­ρι. Οι δυσκο­λί­ες προ­κύ­πτουν όταν ο Στέ­παν ενη­με­ρώ­νε­ται για την απι­στία της. Περαι­τέ­ρω επι­πλο­κές προ­κύ­πτουν όταν ο Γκρι­γκό­ρι ανα­γκά­ζε­ται να παντρευ­τεί τη Νατά­λια που τον αγα­πά και γνω­ρί­ζει τον έρω­τά του για την Αξί­νια. Ο Α’ Παγκό­σμιος Πόλε­μος παρεμ­βαί­νει και ο Γκρι­γκό­ρι φεύ­γει για το μέτω­πο όπου αντι­με­τω­πί­ζει κατά πρό­σω­πο την αδι­κία , όταν βλέ­πει τους αγρό­τες να αγω­νί­ζο­νται και πεθαί­νουν για να προ­στα­τεύ­σουν τα αγρο­κτή­μα­τα των πλού­σιων γαιοκτημόνων.

Υπό­θε­ση

Το μυθι­στό­ρη­μα ασχο­λεί­ται με τη ζωή των Κοζά­κων που ζουν στην κοι­λά­δα του ποτα­μού Don στις αρχές του 20ού αιώ­να, πιθα­νώς γύρω στο 1912, λίγο πριν τον Α’ Παγκό­σμιο Πόλεμο.
Η πλο­κή περι­στρέ­φε­ται γύρω από την οικο­γέ­νεια Melekhov του Tatarsk, οι από­γο­νοι κοζά­κου που, για τη φρί­κη πολ­λών, κατά τη διάρ­κεια του πολέ­μου της Κρι­μαί­ας, πήρε ως σύζυ­γο μία Τουρ­κά­λα αιχ­μά­λω­τη. Η σύζυ­γός του κατη­γο­ρεί­ται για μαγεία από τους προ­λη­πτι­κούς γεί­το­νες του Melekhov, οι οποί­οι προ­σπα­θούν να την σκο­τώ­σουν, αλλά απο­τρέ­πο­νται από τον σύζυ­γό της.
Οι από­γο­νοί τους, ο γιος και οι εγγό­νες τους, είναι οι πρω­τα­γω­νι­στές της ιστο­ρί­ας και συχνά απο­κα­λού­νται συχνά «Τούρ­κοι». Παρ’ όλα αυτά, τυγ­χά­νουν μεγά­λου σεβα­σμού των ανθρώ­πων του Tatarsk.
Ο δευ­τε­ρό­το­κος γιος, Γκρι­γκό­ρι Παντε­λε­γιέφ Μέλε­χοφ, είναι ένας ελπι­δο­φό­ρος νεα­ρός στρα­τιώ­της που ερω­τεύ­ε­ται την Αξί­νια, τη σύζυ­γο του Στέ­παν Αστα­κόφ, οικο­γε­νεια­κού φίλου. Ο Στέ­παν τη χτυ­πά τακτι­κά και δεν υπάρ­χει αγά­πη μετα­ξύ τους. Ο έρω­τας του Γκρι­γκό­ρι και της Αξί­νια δημιουρ­γούν δια­μά­χη μετα­ξύ του συζύ­γου της και της οικο­γέ­νειάς του.
Τόσο ο έρω­τας του ζευ­γα­ριού όσο και ο επι­κεί­με­νος Α’ Παγκό­σμιος Πόλε­μος, συν­θέ­τουν την πλο­κή της ται­νί­ας. Ο πόλε­μος ενέ­πλε­ξε τους καλύ­τε­ρους νεα­ρούς Κοζά­κους στον πιο αιμα­τη­ρό πόλε­μο της Ρωσίας.
Η δρά­ση κινεί­ται προς το αυστρια­κό-ουγ­γρι­κό μέτω­πο, όπου ο Γκρι­γκό­ρι κατα­λή­γει να σώζει τη ζωή του Στέ­παν, αλλά αυτό δεν τερ­μα­τί­ζει τη δια­μά­χη. Ούτε αυτή η πρά­ξη θα δώσει τέλος στη δια­μά­χη μετα­ξύ του Γκρι­γκό­ρι και του Στε­πάν. Θα ακο­λου­θή­σει η Οκτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση, η επι­στρο­φή στην πατρί­δα, ο εμφύ­λιος πόλε­μος στην Ουκρα­νία και την περιο­χή του Ντον. Ο Γκρι­γκό­ρι θ’ αλλά­ξει στρα­τό­πε­δο πολ­λές φορές για να βρε­θεί τελι­κά σ’ αυτό των ηττη­μέ­νων. Ο Γκρι­γκό­ρι, με την επι­μο­νή του πατέ­ρα του, παίρ­νει μια σύζυ­γο, τη Νατά­λια, αλλά εξα­κο­λου­θεί να αγα­πά την Αξινία.

Η ται­νία ασχο­λεί­ται όχι μόνο με τους αγώ­νες και τα δει­νά των Κοζά­κων, αλλά και με το ίδιο το τοπίο, το οποίο ζωντα­νεύ­ει ζωη­ρά μέσα από τις εικό­νες του  Ivan Pravov, της Olga Preobrazhenskaya και του Mikhail Provor.
Δίπλα στα διά­ση­μα ονό­μα­τα που θεμε­λί­ω­σαν το σοβιε­τι­κό σινε­μά, όπως αυτά των Αϊζεν­στάιν, Βερ­τόφ, Που­ντόβ­κιν και Ντοβ­ζέν­κο, μια σει­ρά ταλα­ντού­χων σκη­νο­θε­τών γέμι­σαν τη δεκα­ε­τία του 1920 τις οθό­νες της χώρας τους με βωβά μίνι αρι­στουρ­γή­μα­τα, πολ­λά από τα οποία έφτα­σαν στον υπό­λοι­πο κόσμο έπειτα­ από δεκα­ε­τί­ες. Ανά­με­σα στους σπου­δαί­ους δημιουρ­γούς της, οι Ιβάν Πρα­βόφ και Όλγα Πρε­ο­μπρα­ζέν­σκα­για συνερ­γά­στη­καν στε­νά μετα­ξύ 1927 και 1941, με κορυ­φαία στιγ­μή τον «Ήρε­μο Ντον» (1930).

Mikhail Sholokhov

Γεν­νη­θη­κε το 1905 σε ένα χωριό κοζά­κων στις όχθες του ποτα­μού Ντον. Έζη­σε από κοντά τα γεγο­νό­τα της Επα­νά­στα­σης του 1917 και του εμφύ­λιου πολέ­μου στην περιο­χή του και τα απει­κό­νι­σε στο τρί­το­μο έργο του Ο ήρε­μος Ντον (1928–1933).

Στο μυθι­στό­ρη­μά του αυτό απο­κα­λύ­πτει την ουσία των γεγο­νό­των σε μια πλα­τιά αφή­γη­ση, πλού­σια σε ανθρώ­πι­νους τύπους. Οι ήρω­ές του είναι, κυρί­ως, χωρι­κοί της περιο­χής του Ντον και τους παρου­σιά­ζει με όλη τους τη ζωτι­κό­τη­τα, όπως αυτή εκδη­λώ­νε­ται στις σχέ­σεις τους με τη γη, τις οικο­γέ­νειές τους και τους ανθρώ­πους. Ο Σολό­χοφ θεω­ρεί­ται ένας από τους κυριό­τε­ρους εκπρο­σώ­πους του κοι­νω­νι­κού ρεα­λι­σμού. Το 1965 τιμή­θη­κε με το βρα­βείο Νόμπελ της Λογοτεχνίας.
Το τετρά­το­μο έργο (με 8 μέρη) γρά­φτη­κε από το 1926 έως το 1940 και δημο­σιευό­ταν σε συνέ­χειες σε διά­φο­ρα έντυ­πα [π.χ. τα λογο­τε­χνι­κά περιο­δι­κά «Октябрь» (Οχτώ­βρης) και«Новый мир» (Νέος Κόσμος)]. Περι­γρά­φει τις περι­πέ­τειες μιας οικο­γέ­νειας Κοζά­κων εγκα­τε­στη­μέ­νων στην περιο­χή της Βιο­σέν­σκα­για, κοντά στο Ραστόφ. Ο πατριάρ­χης των Μέλε­χοφ, παπ­πούς του κεντρι­κού ήρωα του μυθι­στο­ρή­μα­τος, επέ­στρε­ψε από τον Κρι­μαϊ­κό Πόλε­μο παντρε­μέ­νος με μια Τατά­ρισ­σα, η οποία είχε αντι­με­τω­πι­στεί από τους συγ­χω­ρια­νούς με περι­φρό­νη­ση και φόβο κι είχε κατη­γο­ρη­θεί για μάγισ­σα. Ακό­μη και στην επο­χή κατά την οποία δια­δρα­μα­τί­ζε­ται η υπό­θε­ση του έργου τα μέλη της οικο­γέ­νειας έχουν το προ­σω­νύ­μιο «Τούρ­κοι».
Πρό­κει­ται για μια αρι­στο­τε­χνι­κή παρου­σί­α­ση ενός θέμα­τος κλασ­σι­κού για την παγκό­σμια λογο­τε­χνία: πώς οι απλοί άνθρω­ποι παρα­σύ­ρο­νται στη δίνη των γεγο­νό­των της Μεγά­λης Ιστο­ρί­ας. Από την άπο­ψη αυτή, η σύγκρι­ση με τον Τολ­στόι και ειδι­κό­τε­ρα με το «Πόλε­μος και Ειρή­νη» είναι απο­λύ­τως επιτυχημένη.

Ο «Ήρε­μος Ντον» μετα­φέρ­θη­κε τρεις φορές στον κινη­μα­το­γρά­φο, την πρώ­τη μάλι­στα χωρίς καν να έχει ολο­κλη­ρω­θεί (1930, σκη­νο­θε­σία Όλγκα Πρια­μπρα­ζέν­σκα­για και Ιβάν Πράβαφ).
Η πιο κλασ­σι­κή είναι μάλ­λον αυτή του 1957–1958 (σε τρία μέρη) από τον Σιρ­γκέι Γκε­ρά­σι­μαφ, με τον Πιοτρ Γκλέ­μπαφ ως Γκρι­γκό­ρι και την Ελί­να Μπι­στρί­τσκα­για ως Αξίνια.
Η τρί­τη από­πει­ρα μετα­φο­ράς του μυθι­στο­ρή­μα­τος στη μεγά­λη οθό­νη ήταν αυτή του Σερ­γκέι Μπα­νταρ­τσούκ το 1992–1993, με τον Ρού­περτ Έβε­ρεττ και τη Γαλ­λί­δα Ντελ­φίν Φορέ στους βασι­κούς ρόλους.
Έμει­νε ανο­λο­κλή­ρω­τη εξαι­τί­ας του θανά­του του σκη­νο­θέ­τη το 1994. Ο γιος του, ο Φιό­νταρ Μπα­νταρ­τσούκ, κατόρ­θω­σε κατά κάποιο τρό­πο να την ολο­κλη­ρώ­σει: το φιλμ προ­βλή­θη­κε στη ρωσι­κή τηλε­ό­ρα­ση με τη μορ­φή μίνι τηλε­ο­πτι­κής σειράς.

Olga Preobrazhenskaya

Olga Preobrazhenskaya

Η Όλγα Προ­φρα­σφέν­σκα­για ήταν θεα­τρι­κή και κινη­μα­το­γρα­φι­κή ηθο­ποιός, σενα­ριο­γρά­φος, σκη­νο­θέ­της και καθηγήτρια.
Σπού­δα­σε στο στού­ντιο του Θεά­τρου Τέχνης της Μόσχας (1905–1906), στη συνέ­χεια εργά­στη­κε σε επαρ­χια­κά θέα­τρα. Έκα­νε το ντε­μπού­το της το 1913. Το 1915 έπαι­ξε αρκε­τούς ρόλους γνω­στών ηρω­ί­δων:  Λίζα (Ευγε­νής Φωλιά του Τουρ­γκέ­νεφ), Νατά­σα Ροστόφ (Πόλε­μος και Ειρή­νη του Τολ­στόι) κα.

Από το 1916 δού­λε­ψε ως σκη­νο­θέ­της του κινη­μα­το­γρά­φου. Συντά­χθη­κε μαζί με τον Βλα­ντι­μίρ Γκαρντίν .
Το 1918 έως το 1925, δίδα­ξε στην Πρώ­τη Κρα­τι­κή Κινη­μα­το­γρα­φι­κή Σχο­λή (τώρα VGIK).
Από το 1925 εργά­στη­κε μόνο ως σκηνοθέτης.
Το 1927–1941 συνερ­γά­στη­κε με τον σκη­νο­θέ­τη Ivan Pravov για το “σημα­ντι­κό­τε­ρο σκη­νο­θε­τι­κό έργο του βωβού κινη­μα­το­γρά­φου, στις ται­νί­ες: “Ryazan women” (1927), “The Last Attraction” (1929), “The Quiet Don” (1930), “Enemy Paths” (1935), “Stepan Razin” (1939 ), “The guy from the taiga” (1941).

IMDB LINK

 

Funeral Parade of Roses (1969)  

Η ΠΕΝΘΙΜΗ ΠΑΡΕΛΑΣΗ ΤΩΝ ΡΟΔΩΝ του Τόσιο Ματσου­μό­το | για πρώ­τη φορά σε εμπο­ρι­κή δια­νο­μή | επε­τεια­κή Έκδο­ση στα 50χρονα (απο­κα­τε­στη­μέ­νη)

Προ­σπα­θώ­ντας να ξεφύ­γει από ένα δρα­μα­τι­κό παρελ­θόν που εξα­κο­λου­θεί να τη στοι­χειώ­νει, μία νεα­ρή τρα­βε­στί συνά­πτει δεσμό με τον αρκε­τά μεγα­λύ­τε­ρό της σε ηλι­κία ιδιο­κτή­τη του νυχτε­ρι­νού κέντρου στο οποίο εργάζεται.
Δεν γνω­ρί­ζει όμως πως εκεί­νος κατέ­χει το το κλει­δί στο τρα­γι­κό πεπρω­μέ­νο που την περιμένει.
H ται­νία προ­έ­κυ­ψε από μία αυθόρ­μη­τη ανά­γκη ενός καλ­λι­τέ­χνη να μετα­φρά­σει με κινη­μα­το­γρα­φι­κούς όρους τις σαρω­τι­κές αλλα­γές που διέ­κρι­νε να συντε­λού­νται στον συλ­λο­γι­κό ψυχι­σμό γύρω του. Ως ντο­κου­μέ­ντο ενός αθέ­α­του Tόκιο που επι­χει­ρεί την σεξουα­λι­κή του απε­λευ­θέ­ρω­ση και απε­νο­χο­ποί­η­ση, η ται­νία δια­τη­ρεί ακό­μα και σήμε­ρα μία αυθε­ντι­κό­τη­τα κι έναν χαρα­κτή­ρα που την κάνουν μοναδική.

Funeral Parade of Roses

Σκη­νο­θε­σία: Toshio Matsumoto
Σενά­ριο: Toshio Matsumoto
Φωτο­γρα­φία / Cinematography: Tatsuo Suzuki
Mου­σι­κή: Joji Yuasa
Mοντάζ — Editor: Toshie Iwasa
Hθο­ποιοί (βασι­κό Cast): Peter Osamu Ogasawara Shotari Akiyama

 

Funeral Parade of Roses (1969)   photo poster

ℹ️

  • Γρα­φείο Τύπου NEW STAR
  • Phone: 2108640054 — 2108220008 — 2108640017
  • E‑mail: [email protected]

New Star logoΘερι­νός τιμο­κα­τά­λο­γος έως 31/8/2020

  • Γενι­κή είσο­δος 5€
  • Άνερ­γοι 3€
  • Ημε­ρή­σιο εισι­τή­ριο 7€
  • Οικο­γε­νεια­κό πακέ­το 4 ατό­μων 10€
  • Σπαρ­τής και Σταυ­ρο­πού­λου 33 — πλα­τεία Αμερικής
  • τηλ 210–8640054 ‑2108220008

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο