Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πέθανε ο σκηνοθέτης και συγγραφέας Γιώργος Μιχαηλίδης

Πέθα­νε χθες σε ηλι­κία 80 ετών, ο σκη­νο­θέ­της και συγ­γρα­φέ­ας Γιώρ­γος Μιχαη­λί­δης, ένας από τους σημα­ντι­κό­τε­ρους θεα­τρι­κούς σκη­νο­θέ­τες. Ο Γ. Μιχαη­λί­δης αντι­με­τώ­πι­ζε τα τελευ­ταία χρό­νια προ­βλή­μα­τα υγεί­ας. Η κηδεία του θα γίνει την Τετάρ­τη 24 Οκτω­βρί­ου, στις 4.00 το από­γευ­μα, στο νεκρο­τα­φείο Μεταμόρφωσης.

Ο Γ. Μιχαη­λί­δης γεν­νή­θη­κε στη Νέα Ιωνία Αττι­κής το 1938. Διέ­κο­ψε τις σπου­δές του στην αρχι­τε­κτο­νι­κή σχο­λή στο Γκρατς της Αυστρί­ας, για να σπου­δά­σει υπο­κρι­τι­κή στη Δρα­μα­τι­κή Σχο­λή του Εθνι­κού Θεά­τρου. Το 1965, δημιούρ­γη­σε το Θέα­τρο Νέας Ιωνί­ας, στην ομώ­νυ­μη συνοι­κία της Αθή­νας — το πρώ­το λαϊ­κό περι­φε­ρεια­κό θέα­τρο στην Ελλά­δα, το οποίο λει­τούρ­γη­σε μόνο για δυο χρό­νια. Εκεί ανέ­βα­σε τα έργα «Έξω από την πόρ­τα» (Μπόρ­χερτ), «Ορέ­στης» (Ευρι­πί­δη), «Η αυλή των θαυ­μά­των» (Καμπα­νέ­λη), «Η τελε­τή» (Μάτε­σι), «Η επι­στρο­φή του ευερ­γέ­τη» (Μάτε­σι), «Ο κομι­στής ειδή­σε­ων» (Ανδρε­ό­που­λου).

Το 1972, μέσα στη δικτα­το­ρία, δημιουρ­γεί το πρώ­το Ανοι­χτό Θέα­τρο στην Κυψέ­λη, και παράλ­λη­λα εκδί­δει το περιο­δι­κό «Ανοι­χτό Θέα­τρο» — μια μηνιαία επι­θε­ώ­ρη­ση πολι­τι­κού θεά­τρου. Ανέ­βα­σε τα έργα «Βόυ­τσεκ» (Μπύ­χνερ), «Κυρια­κά­τι­κος περί­πα­τος» (Μισέλ), «Μπερ­τόλ­δος» (Σκούρ­τη), «Ιστο­ρί­ες από το δάσος της Βίεν­νης» (Χόρ­βαρτ), «Η δίκη των έξι» και «Η μάχη της Αθή­νας» (Γ. Μιχαη­λί­δη), «Τρω­α­δί­τισ­σες» (Ευρι­πί­δη). Το 1975, δια­κό­πτε­ται η λει­τουρ­γία του Ανοι­χτού Θεάτρου.

Στα εννιά χρό­νια που μεσο­λα­βούν, ως τη δημιουρ­γία του δεύ­τε­ρου Ανοι­χτού Θεά­τρου, συνερ­γά­ζε­ται με τα κρα­τι­κά θέα­τρα και ανε­βά­ζει με το Εθνι­κό Θέα­τρο τα έργα «Αμε­δαί­ος» (Ιονέ­σκο), ‘Αντον Τσέ­χωφ «Βυσ­σι­νό­κη­πος» (Τσέ­χοφ), «Ηλέ­κτρα» (Ευρι­πί­δη), «Μαρία Στιού­αρτ» (Σίλ­λερ), «Οιδί­πους Τύραν­νος» (Σοφο­κλή), «Στοι­χειω­μέ­νο σπί­τι» (Πλαύ­του). Στο Κρα­τι­κό Θέα­τρο Βορεί­ου Ελλά­δος ανέ­βα­σε τα έργα «Εχθροί» (Γκόρ­κι), «Σχο­λείο Γυναι­κών» (Μολιέ­ρου), «Φου­έ­ντε Οβε­χού­να» (Λόπε Ντε Βέγκα), «Ικέ­τι­δες» (Αισχύ­λου).

Το 1984 αρχί­ζει η λει­τουρ­γία του δεύ­τε­ρου Ανοι­χτού Θεά­τρου. Ανέ­βα­σε μετα­ξύ άλλων, Ουί­λιαμ Σαίξ­πηρ («Πολύ κακό για το τίπο­τα», 1984–85, «Τρι­κυ­μία» 1987–88, «Όνει­ρο καλο­και­ρι­νής νύχτας»), Καρόν ντε Μπο­μαρ­σαί («Κου­ρέ­ας της Σεβίλ­λης» και «Γάμοι του Φίγκα­ρο», 1985–86), Τζον Φορντ («Κρί­μα που είναι πόρ­νη», 1986–87), Άου­γκουστ Στρίντ­μπεργκ («Πελε­κά­νος» και «Τα δεσμά», 1987–88), Μορίς Μαί­τερ­λινγκ (« Γαλά­ζιο που­λί», 1991–92), ‘Αρτουρ Σνί­τσλερ («Μονα­χι­κός δρό­μος», 1992–93), Αισχύ­λο («Ορέ­στεια», 1993–94 και 2002–3), Αρι­στο­φά­νη («Ειρή­νη», 1994–95), Φράνκ Βέντε­κιντ («Το ξύπνη­μα της άνοι­ξης», 1995–96), Χάι­νερ Μίλ­λερ («Κουαρ­τέ­το», 1995–96), Ίνγκ­μαρ Μπέρ­γκ­μαν («Μετά την πρό­βα» και «Τελευ­ταία κραυ­γή», 1997–98), Αρι­στο­φά­νη («Αχαρ­νής», καλο­καί­ρι 1998), Φρανκ Βέντε­κιντ («Λού­λου», 1998–99), Ιακ. Καμπα­νέ­λη («Βίβα Ασπα­σία» και «Η τελευ­ταία πρά­ξη», 2000-01), ‘Αντον Τσέ­χωφ, («Η κυρία με το σκυ­λά­κι» σε δια­σκευή Γ. Μιχαη­λί­δη, 2001-02), Ροζέ Βητράκ («Βικτώρ ή τα παι­διά στην εξου­σία», 2003-04), Μάνο Ελευ­θε­ρί­ου, Μάρω Δού­κα, Μένη Κου­μα­ντα­ρέα, μονό­πρα­κτα με γενι­κό τίτλο «Μπλε μελαγ­χο­λία» (2007), Άντον Τσέ­χωφ («Ο θεί­ος Βάνιας») και Γιάν­νη Σολ­δά­το («Όταν ο Σκα­ρί­μπας κήρυ­ξε τον πόλε­μο κατά της Χαλ­κί­δας», 2007-08).

Το 2009 στο Θέα­τρο Μέλι, ανέ­βα­σε το έργο «Η αμφι­βο­λία» του Τζον Πάτρικ Σάν­λεϊ ενώ την ίδια περί­ο­δο σκη­νο­θέ­τη­σε και την κωμω­δία της Βίλ­λης Σωτη­ρο­πού­λου «Κάθε Δευ­τέ­ρα χωρί­ζου­με;» (2009). Στο πλαί­σιο της Πολι­τι­στι­κής Ολυ­μπιά­δας 2001–2004, σκη­νο­θέ­τη­σε στο Μέγα­ρο Μου­σι­κής την όπε­ρα «Λυσι­στρά­τη» του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη και στο Ηρώ­δειο το έργο του Ιάκω­βου Καμπα­νέ­λη «Μια κωμω­δία». Επί­σης, σκη­νο­θέ­τη­σε στην Πει­ρα­μα­τι­κή της Λυρι­κής Σκη­νής, τον «Φάρο» του Π.Μ. Ντέι­βις το 2004, με το Κρα­τι­κό Θέα­τρο Βορεί­ου Ελλά­δος το «Τέλος καλό, όλα καλά», του Σαίξ­πηρ το 2005, και το «Ιφι­γέ­νεια η εν Ταύ­ροις» του Ευρι­πί­δη (Φεστι­βάλ Επι­δαύ­ρου) το 2006.

Έχει σκη­νο­θε­τή­σει στην τηλε­ό­ρα­ση, σε δικά του σενά­ρια, τις σει­ρές «Συμ­βο­λαιο­γρά­φος», «Λαυ­ρε­ω­τι­κά», «Άθλιοι των Αθη­νών», «Κάθο­δος», «Θυσία» κ.ά.. Επί­σης έγρα­ψε πολ­λά βιβλία, μετα­ξύ άλλων τα μυθι­στο­ρή­μα­τα «Πέτρος Δαρ­ζέ­ντας» (Κέδρος, 1980) και «Φιλμ Νουάρ» (Υάκιν­θος, 1980), τη μελέ­τη «Νέοι Έλλη­νες θεα­τρι­κοί συγ­γρα­φείς» (Κάκτος 1987), τη νου­βέ­λα «Η Πύλη» (Καστα­νιώ­της 1987), το μυθι­στό­ρη­μα «Τα Φονι­κά» (Καστα­νιώ­της 1991, την τρι­λο­γία μυθι­στο­ρή­μα­τος «Μύη­ση», «Λαβύ­ριν­θος», «Έξο­δος» (Καστα­νιώ­της 1999, 2002, 2004) κ.α.

Συλ­λυ­πη­τή­ριο μήνυ­μα για τον θάνα­το του Γιώρ­γου Μιχαη­λί­δη δημο­σί­ευ­σε το υπουρ­γείο Πολι­τι­σμού και Αθλη­τι­σμού, που ανέ­φε­ρε τα εξής: «Ο Γιώρ­γος Μιχαη­λί­δης υπήρ­ξε ένας σκη­νο­θέ­της με πλού­σια παρου­σία και προ­σφο­ρά στο ελλη­νι­κό θέα­τρο. Το ιδιαί­τε­ρο στίγ­μα του είναι εμφα­νές, ήδη από το ξεκί­νη­μά του, το 1965, και τη δημιουρ­γία του Θεά­τρου της Νέας Ιωνί­ας. Το θέα­τρο αυτό, το πρώ­το λαϊ­κό περι­φε­ρεια­κό θέα­τρο στην Ελλά­δα, λει­τούρ­γη­σε μόνο για δύο χρό­νια, αλλά κατά­φε­ρε να δώσει ένα εμφα­νές στίγ­μα με τις ιδιαί­τε­ρες παρα­στά­σεις του, που αγα­πή­θη­καν από μια ολό­κλη­ρη γενιά.

Το θέα­τρο της Νέας Ιωνί­ας έγι­νε κτή­μα της ζωής στη γει­το­νιά, σπά­ζο­ντας στε­γα­νά και φέρ­νο­ντας με ουσια­στι­κό τρό­πο τον κόσμο σε άμε­ση επα­φή με τη θεα­τρι­κή τέχνη. Το 1972, μέσα στη δικτα­το­ρία, ο Μιχαη­λί­δης θα δημιουρ­γή­σει το Ανοι­χτό Θέα­τρο και παράλ­λη­λα εκδί­δει το περιο­δι­κό «Ανοι­χτό Θέα­τρο», μηνιαία επι­θε­ώ­ρη­ση πολι­τι­κού θεά­τρου. Ο μεγά­λος αριθ­μός παρα­στά­σε­ων που θα ακο­λoυ­θή­σουν, η ιδιαί­τε­ρη σκη­νο­θε­τι­κή του προ­σέγ­γι­ση σε κλα­σι­κά και σύγ­χρο­να έργα, μαζί με την προ­σφο­ρά του στη θεα­τρι­κή διδα­σκα­λία και τη συγ­γρα­φή, περι­γρά­φουν την πολύ­πλευ­ρη προ­σφο­ρά του στον σύγ­χρο­νο νεο­ελ­λη­νι­κό θέατρο.

Το υπουρ­γείο Πολι­τι­σμού και Αθλη­τι­σμού εκφρά­ζει θερ­μά συλ­λυ­πη­τή­ρια στην οικο­γέ­νεια και τους οικεί­ους του».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο