Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πέθανε ο συγγραφέας του μυθιστορήματος «Καμία Πατρίδα για τους μελλοθάνατους», Κόρμακ ΜακΚάρθι

Ο Κόρ­μακ Μακ­Κάρ­θι, βρα­βευ­μέ­νος με Πού­λι­τζερ Αμε­ρι­κα­νός μυθι­στο­ριο­γρά­φος, ο οποί­ος μετά από δεκα­ε­τί­ες στην αφά­νεια και στην ανέ­χεια έγι­νε γνω­στός στο ευρύ ανα­γνω­στι­κό κοι­νό από τις κινη­μα­το­γρα­φι­κές εκδο­χές των έργων του «All the Pretty Horses» (Όλα τα όμορ­φα άλο­γα) και «No Country for Old Men» (Καμιά Πατρί­δα για τους μελ­λο­θά­να­τους) πέθα­νε χθες σε ηλι­κία 89 ετών.

Ο εκδο­τι­κός οίκος του, Penguin Random House ανέ­φε­ρε ότι ο γιος του Τζον Μακ­Κάρ­θι ανα­κοί­νω­σε τον θάνα­τό του από φυσι­κά αίτια.

Ο Μακ­Κάρ­θι απέ­φευ­γε τη δημο­σιό­τη­τα τόσο απο­τε­λε­σμα­τι­κά που ένας κρι­τι­κός παρα­τή­ρη­σε: «Δεν ήταν καν διά­ση­μος για αυτό». Αλλά η κινη­μα­το­γρα­φι­κή μετα­φο­ρά το 2008 από τους Τζό­ελ και Ίθαν Κοέν του μυθι­στο­ρή­μα­τος του που κυκλο­φό­ρη­σε το 2005 «No Country for Old Men» τον οδή­γη­σε αμέ­σως στο προ­σκή­νιο. Το αστυ­νο­μι­κό θρί­λερ, με πρω­τα­γω­νι­στές τους Τόμι Λι Τζό­ουνς, Χαβιέ Μπαρ­δέμ και Τζος Μπρό­λιν, κέρ­δι­σε Όσκαρ Καλύ­τε­ρης Ται­νί­ας, Σκη­νο­θε­σί­ας, Δια­σκευα­σμέ­νου Σενα­ρί­ου και Β’ Ανδρι­κού Ρόλου.

Αν και το πρώ­το μυθι­στό­ρη­μα του Μακ­Κάρ­θι, «The Orchard Keeper» κυκλο­φό­ρη­σε το 1965, η εμπο­ρι­κή επι­τυ­χία ήρθε όταν ο συγ­γρα­φέ­ας βρα­βεύ­τη­κε με Εθνι­κό Βρα­βείο Βιβλί­ου το 1992 για το «Όλα τα όμορ­φα άλο­γα» και η κινη­μα­το­γρα­φι­κή του εκδο­χή, το 2000 άρχι­σε να αλλά­ζει την καριέ­ρα του, σύμ­φω­να με το Variety.

Τοπο­θε­τη­μέ­νο στο δυτι­κό Τέξας μετα­ξύ 1949–1951, το «Όλα τα Όμορ­φα Άλο­γα» ήταν το πρώ­το της Τρι­λο­γί­ας των Συνό­ρων του Μακ­Κάρ­θι και ακο­λού­θη­σαν το «The Crossing» (Το Πέρα­σμα) το 1994 και το «Cities of the Plain» (Πεδι­νές Πολι­τεί­ες) το 1998.

Όμως η ται­νία «Όλα τα Όμορ­φα Άλο­γα» σε σκη­νο­θε­σία του Μπί­λι Μπομπ Θόρ­ντον και πρω­τα­γω­νι­στές τους Ματ Ντέι­μον, Πενέ­λο­πε Κρουζ και Χέν­ρι Τόμας είχε κυρί­ως αρνη­τι­κές κριτικές.

Το 2009 ο Τζον Χίλ­κοτ σκη­νο­θέ­τη­σε μια δυνα­τή κινη­μα­το­γρα­φι­κή εκδο­χή του βρα­βευ­μέ­νου με Πού­λι­τζερ μυθι­στο­ρή­μα­τος του 2006 του Μακ­Κάρ­θι «The Road» (Ο Δρό­μος). Στη μετα-απο­κα­λυ­πτι­κή ιστο­ρία πατέ­ρα-γιου πρω­τα­γω­νί­στη­σαν οι Βίγκο Μόρ­τεν­σεν, Κόντι Σμιτ Μακ­Φι, Σαρ­λίζ Θέρον και Ρόμπερτ Ντιβάλ.

Μετά το μυθι­στό­ρη­μα «Ο Δρό­μος» ο Μακ­Κάρ­θι πέρα­σε στην αφά­νεια τα επό­με­να 15 χρό­νια και η καριέ­ρα του θεω­ρή­θη­κε ότι είχε τελειώ­σει. Αλλά το 2022, Alfred A. Knopf, του Penguin Random House ανα­κοί­νω­σε ανα­κοί­νω­ση ότι θα κυκλο­φο­ρή­σει δύο μυθι­στο­ρή­μα­τά του: «The Passenger» και «Stella Maris».

Για 60 χρό­νια, επέ­δει­ξε ακλό­νη­τη αφο­σί­ω­ση στην τέχνη του και στην εξε­ρεύ­νη­ση των άπει­ρων δυνα­το­τή­των και δύνα­μης του γρα­πτού λόγου, δήλω­σε ο διευ­θύ­νων σύμ­βου­λος του Penguin Random House, Νιχάρ Μαλα­βί­για. Εκα­τομ­μύ­ρια ανα­γνώ­στες σε όλο τον κόσμο αγκά­λια­σαν τους χαρα­κτή­ρες του, τα μυθι­κά του θέμα­τα και τις προ­σω­πι­κές συναι­σθη­μα­τι­κές αλή­θειες που απο­κά­λυ­ψε σε κάθε σελί­δα, σε λαμπρά μυθι­στο­ρή­μα­τα που θα παρα­μεί­νουν επί­και­ρα και δια­χρο­νι­κά, για τις επό­με­νες γενιές, πρόσθεσε.

Ποιος ήταν ο Κόρμακ ΜακΚάρθι

Ο Τσαρλς Μακ­Κάρ­θι Τζ., όπως ήταν το όνο­μά του, γεν­νή­θη­κε στο Πρό­βι­ντενς στο Ρόουντ Άιλαντ στις 20 Ιου­λί­ου 1933, ήταν το τρί­το από τα έξι παι­διά μιας ιρλαν­δι­κής καθο­λι­κής οικο­γέ­νειας. Ο Μακ­Κάρ­θι, μεγά­λω­σε στο Νόξ­βιλ του Τενε­σί, όπου ο πατέ­ρας του εργά­στη­κε ως δικη­γό­ρος και φοί­τη­σε στο πανε­πι­στή­μιο της αμε­ρι­κα­νι­κής πολι­τεί­ας για ένα χρό­νο προ­τού κατα­τα­γεί στην Πολε­μι­κή Αερο­πο­ρία το 1953. Επέ­στρε­ψε στη Σχο­λή από το 1957 έως το 1959, αλλά έφυ­γε προ­τού απο­φοι­τή­σει. Ως ενή­λι­κος, έζη­σε γύρω από την ορο­σει­ρά Σμό­κεϊ και στη συνέ­χεια, στα τέλη της δεκα­ε­τί­ας του 1970 μετα­κό­μι­σε δυτι­κά και τελι­κά εγκα­τα­στά­θη­κε στη Σάντα Φε.

Ο Μακ­Κάρ­θι αρνή­θη­κε να πάει σε περιο­δεί­ες προ­ώ­θη­σης βιβλί­ων, έδω­σε λίγες συνε­ντεύ­ξεις και απέρ­ρι­ψε αμοι­βές για δια­λέ­ξεις, σύμ­φω­να με δημο­σιεύ­μα­τα του αμε­ρι­κα­νι­κού Τύπου. Προ­τι­μού­σε τη συντρο­φιά των επι­στη­μό­νων και των στο­χα­στών που γνώ­ρι­σε στο Ινστι­τού­το Σάντα Φε, τη δεξα­με­νή σκέ­ψης του Νέου Μεξι­κού, όπου έγρα­φε συχνά.

Συμ­φώ­νη­σε να μιλή­σει με την Όπρα Γουίν­φρεϊ το 2007 στην πρώ­τη και μονα­δι­κή τηλε­ο­πτι­κή του συνέ­ντευ­ξη, μια παρα­χώ­ρη­ση που έκα­νε όταν εκεί­νη πρό­σθε­σε το «The Road» στη λίστα της βιβλιο­λέ­σχης της και τον ανα­κή­ρυ­ξε «τον σπου­δαιό­τε­ρο εν ζωή συγ­γρα­φέα της Αμερικής».

Όταν η παρου­σιά­στρια τον ρώτη­σε για τη δια­δι­κα­σία συγ­γρα­φής που ακο­λου­θεί, ήταν ασα­φής και οδή­γη­σε τη συζή­τη­ση αλλού. «Ξεκι­νάς τη μέρα με την ελπί­δα ότι “σήμε­ρα θα κάνω το καλύ­τε­ρο από ποτέ”» είπε. «Και, ξέρε­τε, αυτό διαρ­κεί λίγα λεπτά».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο