Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Παρατζάνωφ: αλήθειες και ψέματα για τον σοβιετικό “ποιητή των εικόνων” Φωτο 🎥Video

(σε τίτλους)
Ο Σερ­γκέι (Ιόσι­φο­βιτς) Παρα­τζά­νωφ (9_Ιαν_1924 – 20_Ιουλ_1990) υπήρ­ξε σκη­νο­θέ­της και καλ­λι­τέ­χνης της ΕΣΣΔ (αρμε­νι­κής κατα­γω­γής). Γεν­νή­θη­κε στην Τιφλί­δα της ΣΣΔ Γεωρ­γί­ας  και ολο­κλή­ρω­σε τις εγκύ­κλιες σπου­δές του σε ρωσό­φω­νο σχο­λείο Μέσης Εκπαί­δευ­σης της Τιφλί­δας και στη συνέ­χεια φοί­τη­σε από το 1942 μέχρι το 1945 στη Μου­σι­κή Σχο­λή του Κρα­τι­κού Ωδεί­ου Τιφλί­δας παρα­κο­λου­θώ­ντας μαθή­μα­τα φωνη­τι­κών και βιο­λιού και αμέ­σως μετά εγκα­τα­στά­θη­κε στη Μόσχα για να σπου­δά­σει κινη­μα­το­γρά­φο στο Πανε­νω­σια­κό Ινστι­τού­το Κινη­μα­το­γρα­φί­ας, από το οποίο απο­φοί­τη­σε το 1951, υπό την επί­βλε­ψη των καθη­γη­τών Ιγκόρ Σάβ­τσεν­κο και Αλε­ξά­ντερ Ντοβ­τζέν­κο. Το 1948 εμφά­νι­σε ανοι­χτά  ομο­φυ­λο­φι­λι­κές τάσεις (κατα­δι­κά­στη­κε για σχε­τι­κές πρά­ξεις παρα­μέ­νο­ντας για τρεις μήνες στη φυλα­κή;;)  Το 1951 παντρεύ­τη­κε την τατα­ρι­κής κατα­γω­γής Νιγκιάρ Σερά­ε­βα και το 1955 την Ουκρα­νή Σβε­τλά­να Ιβά­νοβ­να Σεπρ­μπα­τιούκ, με την οποία απέ­κτη­σε έναν γιο, τον Σου­ρέν. Δεν μίλη­σε ποτέ επί­ση­μα για τον σεξουα­λι­κό του προ­σα­να­το­λι­σμό, αλλά υπο­στη­ρί­ζε­ται ότι η ομο­φυ­λο­φι­λία του (ή αμφι­φυ­λο­φι­λία) ήταν δημό­σια γνω­στή και συζη­τιό­ταν ανοιχτά.
Στα μέσα της 10ετίας του 1950 εγκα­τα­στά­θη­κε στην Ουκρα­νία, όπου και γύρι­σε ται­νί­ες στην ουκρα­νι­κή γλώσσα

chaikhana LGBTQI κοι­νό­τη­τα Γεωρ­γί­ας _Ο Παρα­τζά­νοφ αγκα­λιά­στη­κε από την εκεί LGBTQI κοινότητα

Γρά­φει ο \\ Αστέ­ρης Αλα­μπής _Μίδας

Χρο­νο­λό­γιο _Εργογραφία 

  • Γεν­νή­θη­κε στις 9 Ιανουα­ρί­ου 1924 στην Τιφλί­δα της Γεωργίας.
  • 1932 – 1945 Φοι­τά στο 42οΣχο­λείο Μέσης Εκπαί­δευ­σης της Τιφλίδας.
  • 1942 – 1945 Φοι­τά στο Ινστι­τού­το Σιδη­ρο­δρο­μι­κών Μετα­φο­ρών της Τιφλί­δας. Εγκα­τα­λεί­πει τις σπου­δές του τον Ιανουά­ριο του 1942. Φοι­τά στη Μου­σι­κή Σχο­λή του Κρα­τι­κού Ωδεί­ου Τιφλί­δας, στη τάξη του βιο­λιού και στη τάξη του τρα­γου­διού. Έκα­νε μαθή­μα­τα χορού στη σχο­λή χορο­γρα­φί­ας του Θεά­τρου της όπε­ρας και του μπα­λέ­του της Τιφλίδας.
  • Καλο­καί­ρι του 1945. Φεύ­γει για τη Μόσχα 
    • 1945 Αρχί­ζει η φοί­τη­σή του στο Πανε­νω­σια­κό Ινστι­τού­το Κινη­μα­το­γρά­φου στο εργα­στή­ρι του Ιγκόρ Σάβ­τσεν­κο (1906 – 1950). Μετά το θάνα­το το Σάβ­τσεν­κο, επι­κε­φα­λής στο εργα­στή­ρι ήταν ο Α. Ντοβ­τζέν­κο (1894 – 1956).
  • 1947 Συλ­λαμ­βά­νε­ται στη Τιφλί­δα για την υπό­θε­ση του Ν. Μ. Μικάβα (;;)
  • 1948 Κάνει την πρα­κτι­κή του άσκη­ση στα γυρί­σμα­τα της ται­νί­ας «Το τρί­το χτύ­πη­μα» στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο του Κιέ­βου. Σκη­νο­θέ­της ο Ιγκόρ Σάβτσενκο.
  • 1949 Συμ­με­τεί­χε στα γυρί­σμα­τα της ται­νί­ας «Ταράς Σεβ­τστέ­κνο» στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο του Κιέ­βου. Σκη­νο­θέ­της ο Ιγκόρ Σάβτσενκο.
  • 1950 Παντρεύ­ε­ται στη Μόσχα.
  • 1951 Εργά­ζε­ται ως βοη­θός σκη­νο­θέ­τη στην ται­νία «Μαξίμ­κα» με σκη­νο­θέ­τη τον Βλα­ντι­μίρ Μπράουν.
  • 1952 Γυρί­ζει την πτυ­χια­κή ται­νία μικρού μήκους «Αντριές» (με βάση ένα παρα­μύ­θι της Μολδαβίας). 
    • Παίρ­νει το πτυ­χίο του. Αρχί­ζει να εργά­ζε­ται στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο του Κιέβου.
  • 1955 Γυρί­ζει στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο του Κιέ­βου την ται­νία μεγά­λου μήκους  «Αντριές» (επα­να­λαμ­βά­νο­ντας το σενά­ριο της διπλω­μα­τι­κής του ται­νί­ας) μαζί με τον Γιά­κοβ Μπα­ζι­λιάν. Στο μισθο­λό­γιο των στού­ντιο ανα­φέ­ρε­ται ως βοη­θός σκηνοθέτη 
    • Παντρεύ­ε­ται τη Σβε­τλά­να Ιβά­νοβ­να Σεπρ­μπα­τιούκ 17 χρο­νη κόρη Ουκρα­νού διπλωμάτη.
  • 1957 Γυρί­ζει τα ντο­κι­μα­ντέρ «Σκέ­ψεις», «Νατα­λία Ούζ­βι», «Χρυ­σά Χέρια» στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο ντοκιμαντέρ.
  • 1958 Γεν­νή­θη­κε ο γιος του Σου­ρέν Παρατζάνωφ. 
    • Γυρί­ζει στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο «Ντοβ­τζέν­κο» την κωμω­δία «Το πρω­το­πα­λί­κα­ρο» με ανα­φο­ρές στη ζωή της υπαίθρου.
  • 1961 Γυρί­ζει το μελό­δρα­μα με θέμα της ζωή μιας απλοϊ­κής νεα­ρής Ουκρα­νί­δας, η οποία έγι­νε παγκο­σμί­ως διά­ση­μη τρα­γου­δί­στρια ‚- «Η ουκρα­νι­κή ραψωδία».
  • 1962 Εκδί­δε­ται το ορι­στι­κό του δια­ζύ­γιο με τη Σβε­τλά­να Ιβά­νοβ­να Σερμπατιούκ. 
    • Γυρί­ζει το μελό­δρα­μα «Λου­λού­δι στις πέτρες» που ανα­φέ­ρε­ται στη ζωή μιας μικρής πολι­τεί­ας μεταλλωρύχων.
  • 1964 Κάνει στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο του Κιέ­βου την ται­νία «Οι σκιές των ξεχα­σμέ­νων προ­γό­νων» το σενά­ριο της οποί­ας βασί­στη­κε στο ομώ­νυ­μο διή­γη­μα του Μιχα­ή­λο Κοτσιου­μπίν­σκι. Η ται­νία τυγ­χά­νει διε­θνούς ανα­γνώ­ρι­σης. Βρα­βείο της Ακα­δη­μί­ας της Μεγά­λης Βρε­τα­νί­ας το 1965. Βρα­βεία στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά φεστι­βάλ της Ρώμης το 1965 και του Μαρ ντελ Πλά­τα και 11 άλλα.
  • 1965 Γρά­φει το σενά­ριο για την ται­νία «Οι νωπο­γρα­φί­ες του Κιέ­βου» και κάνει τα πρώ­τα δοκι­μα­στι­κά με τους ηθοποιούς.
  • 1966 Φεύ­γει για την Αρμενία. 
    • Προ­σλαμ­βά­νε­ται στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο «Αρμιάν Φιλμ» και αρχί­ζει να γρά­φει το σενά­ριο για την ται­νία «Σαγιάτ Νοβά».
  • 1967 Στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο του Γιε­ρε­βάν γυρί­ζει το μικρού μήκους ντο­κι­μα­ντέρ με θέμα το δημιουρ­γι­κό έργο του Αρμέ­νιου ζωγρά­φου Ακόπ Οβνα­τα­νιάν που έζη­σε στα τέλη του 19ου αιώνα.
  • Αρχί­ζει τα γυρί­σμα­τα του «Σαγιάτ Νοβά».
  • 1968 Η ται­νία «Σαγιάτ Νοβά» μετο­νο­μά­ζε­ται σε «Το χρώ­μα του ρόδου». Γίνε­ται η πρε­μιέ­ρα της ται­νί­ας στο Γιερεβάν.
  • 1969 Το μοντάζ της ται­νί­ας ανα­τί­θε­ται στον μετρ του σοβιε­τι­κού κινη­μα­το­γρά­φου Σερ­γκέι Γιουτκέβιτς 
    • Ο Σερ­γκέι Παρα­τζά­νωφ αρρω­σταί­νει από πνευ­μο­νία στο Κίε­βο. Εισά­γε­ται στο νοσο­κο­μείο. Αρχί­ζει να γρά­φει τις πρώ­τες νου­βέ­λες με ανα­μνή­σεις από την παι­δι­κή του ηλι­κία στη Τιφλί­δα. Γρά­φει την «Εξο­μο­λό­γη­ση».
    • Γρά­φει το σενά­ριο για την ται­νία «Τρε­μά­με­νο παλά­τι» με βάση το ποί­η­μα του Αλε­ξά­ντερ Σερ­γκέ­γιε­βιτς Πού­σκιν «Το σιντρι­βά­νι του Μπα­χτσί Σαράι».
  • 1971 Πηγαί­νει στη Μόσχα με την πρώ­τη εκδο­χή του «Σαγιάτ Νοβά».
  • 1972 Παρα­δί­δει στη διεύ­θυν­ση των κινη­μα­το­γρα­φι­κών στού­ντιο του Κιέ­βου το σενά­ριο για την ται­νία «Intermezzo» με βάση ένα διή­γη­μα του Μ. Κοτσιου­μπίν­σκι. Το σενά­ριο εγκρί­νε­ται και αρχί­ζουν οι προετοιμασίες. 
    • Γρά­φει για τα στού­ντιο του Κιέ­βου τα σενά­ρια για τις ται­νί­ες «Ικάρ» και «Χρυ­σή τομή». Η Επι­τρο­πή Κινη­μα­το­γρά­φου της ΕΣΣΔ δεν εγκρί­νει τα σενάρια.
    • Γρά­φει το σενά­ριο για την ται­νία «Αρά ο θαυ­μά­σιος». Τα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο της «Αρμιάν Φιλμ» θεω­ρούν ότι το σενά­ριο αυτό δεν έχει καμιά προοπτική.
    • Κατα­θέ­τει στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο του Κιέ­βου το σενά­ριο για την ται­νία «Δαί­μων» με βάση το γνω­στό ποί­η­μα του Μ. Γι. Λέρ­μο­ντωφ. Το σενά­ριο απορρίπτεται.
  • 1973 Ολο­κλη­ρώ­νε­ται η εργα­σία για το σενά­ριο με βάση τα παρα­μύ­θια του Χανς Άντερ­σεν. Τα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο του Κιέ­βου, του Γιε­ρε­βάν, του Βίλ­νιους και της Ρήγας όπου απευ­θύ­νε­ται ο Σερ­γκέι Παρα­τζά­νωφ απορ­ρί­πτουν το σενάριο. 
    • Η δημιουρ­γι­κή κολε­χτί­βα «Εκράν» ανα­λαμ­βά­νει να γυρι­στεί η ται­νία στην τηλε­ο­πτι­κή της εκδο­χή και χρη­σι­μο­ποιεί τα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο της «Αρμιάν Φιλμ».
    • Το Νοέμ­βριο εγκα­τα­λεί­πει βια­στι­κά το Γιε­ρε­βάν και γυρί­ζει στο Κίε­βο εξαι­τί­ας σοβα­ρής ασθέ­νειας του γιου του.
    • Η Επι­τρο­πή Ραδιο­φώ­νου και Τηλε­ό­ρα­σης της ΕΣΣΔ εκδί­δει διά­ταγ­μα το οποίο επι­τρέ­πει την προ­βο­λή της ται­νί­ας «Το θαύ­μα στο Οντένς».
  • 1974_1977 – Πολ­λές θεω­ρί­ες συνο­μω­σί­ας, για την κεκλει­σμέ­νων των θυρών η δίκη του και … μετα­φο­ρά (sic!!) σε στρα­τό­πε­δο συγκε­ντρώ­σε­ως υψη­λής ασφά­λειας… (συνο­λι­κά 4!!) 1977, 30-Δεκ απε­λευ­θε­ρώ­νε­ται ένα χρό­νο πριν ολο­κλη­ρώ­σει την ποι­νή του. Φτά­νει στη Τιφλί­δα. Εγκα­θί­στα­ται στο πατρι­κό του σπί­τι στην οδό Κότα Μέσχι 7.
  • 1977 – 1981 Τιφλί­δα. Προ­σπα­θεί να βρει δου­λειά. Ζωγρα­φί­ζει και φτιά­χνει κολάζ. 31_Οκτ: Δίνει διά­λε­ξη στο θέα­τρο Ταγκάν­κα στη Μόσχα εκφρά­ζο­ντας τις από­ψεις του για την παρά­στα­ση του Γιού­ρι Λιου­μπί­μωφ «Βλα­δί­μη­ρος Βισό­τσκι» (αφή­γη­μα για τη τύχη ενός άνερ­γου σκη­νο­θέ­τη). Η ΚΑ. ΓΚΕ. ΜΠΕ προ­τεί­νει την πάση θυσία σύλ­λη­ψη του …1982 _4 Οκτ. Γίνε­ται η δίκη του στην αίθου­σα του Οίκου Εργα­ζο­μέ­νων στον Πολι­τι­σμό. Το δικα­στή­ριο τον αφή­νει ελεύθερο.
  • 1984 Ο Σερ­γκέι Παρα­τζά­νωφ μπο­ρεί με από­φα­ση της Επι­τρο­πής Κινη­μα­το­γρά­φου της ΕΣΣΔ να γυρί­ζει ται­νί­ας για λογα­ρια­σμό της «Γκρού­ζια Φιλμ» 
    • «Ο μύθος για το κάστρο Σου­μάρσκ» – ένα ποι­η­τι­κό ηρω­ι­κό δρά­μα σε σενά­ριο του Β. Γκι­γκα­σβί­λι. Στους τίτλους της ται­νί­ας εμφα­νί­ζο­νται δύο σκη­νο­θέ­τες. Ο Σερ­γκέι Παρα­τζά­νωφ και ο Ντα­βίντ Αμπα­σίν­τζε (γνω­στός Γεωρ­για­νός ηθο­ποιός, ο οποί­ος στη ται­νία έπαι­ξε δύο ρόλους). Τα γυρί­σμα­τα της ται­νί­ας μετα­τρέ­πο­νται σε καρ­να­βά­λι στο κτί­ριο και στην αυλή των κινη­μα­το­γρα­φι­κών στούντιο.
  • 1985 «Ο μύθος για το κάστρο Σου­μάρκς» στο Διε­θνές Κινη­μα­το­γρα­φι­κό Φεστι­βάλ στο Πέζα­ρο. Διε­θνής ανα­γνώ­ρι­ση της ταινίας.Σ
    • Στο φουα­γιέ του Οίκου Κινη­μα­το­γρα­φι­στών της Γεωρ­γί­ας ανοί­γει η πρώ­τη έκθε­ση των έργων του Σερ­γκέι Παρα­τζά­νωφ με τίτλο «Χορός στο εργα­στή­ρι του καλλιτέχνη».
  • 1986 «Αρα­μπέ­σκι σε θέμα­τα του Πιρο­σμά­νι» Μικρού μήκους ται­νία για τον μεγά­λο Γεωρ­για­νό ζωγράφο.
  • 1987 Πρώ­το ταξί­δι στο εξω­τε­ρι­κό. Ρότερ­νταμ. Του απο­νέ­με­ται το βρα­βείο «20 σκη­νο­θέ­τες του μέλλοντος». 
    • Ολο­κλη­ρώ­νε­ται η εργα­σία για το σενά­ριο «Το μαρ­τύ­ριο του Σουσάνικ».
  • 1988 Ανοί­γει η έκθε­ση έργων του με τίτλο «Στο εργα­στή­ρι του σκη­νο­θέ­τη» στο Γιερεβάν. 
    • Ιού­νιος. Οργα­νώ­νε­ται η πρώ­τη ανα­δρο­μι­κή προ­βο­λή των έργων του στο εξω­τε­ρι­κό με τη συμ­με­το­χή του. Παράλ­λη­λα έκθε­ση των έργων του στο Μόνα­χο στα πλαί­σια του κινη­μα­το­γρα­φι­κού φεστι­βάλ της πόλης.
    • Γυρί­ζει την ται­νία «Ασίκ Κερίμπ» στα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στού­ντιο της «Γκρού­ζια Φιλμ» με βάση το παρα­μύ­θι του Μ. Γι. Λέρ­μο­ντωφ. Ταξι­δεύ­ει στο Διε­θνές Κινη­μα­το­γρα­φι­κό Φεστι­βάλ στη Νέα Υόρ­κη, στη Βενε­τία και στο Παρίσι.
    • Ο Γιού­ρι Ιλιέν­κο, Ουκρα­νός σκη­νο­θέ­της και εικο­νο­λή­πτης, γρά­φει τις νου­βέ­λες του Σερ­γκέι Παρα­τζά­νωφ με τις ανα­μνή­σεις του.
    • Οι πρώ­τες ενδεί­ξεις της σοβα­ρής ασθέ­νειας του Σερ­γκέι Παρατζάνωφ.
  • 1989 Ταξί­δι στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη. Συμ­με­το­χή στο Κινη­μα­το­γρα­φι­κό Φεστι­βάλ. Βρα­βείο της Κρι­τι­κής Επιτροπής. 
    • Αρχί­ζουν τα γυρί­σμα­τα της ται­νί­ας «Εξο­μο­λό­γη­ση» στη Τιφλί­δα. Στα­μα­τούν τα γυρί­σμα­τα ξαφ­νι­κά λόγω της ραγδαί­ας επι­δεί­νω­σης της υγεί­ας του.
    • Ιού­λιος. Εγχεί­ρη­ση στη Μόσχα, αφαί­ρε­ση του αρι­στε­ρού πνεύ­μο­να. Διά­γνω­ση : κακο­ή­θης όγκος.
    • Επι­στρο­φή στη Τιφλί­δα. Ταξί­δι στην Πορ­το­γα­λία. Συμ­με­το­χή στο κινη­μα­το­γρα­φι­κό φεστι­βάλ «Φαντα­σπορ­το». Πρώ­το βρα­βείο για την ται­νία «Ασίκ  Κερίμπ».
    • Ευρω­παϊ­κό Βρα­βείο «Φέλιξ – 88»
  • 1990 Ραγδαία επι­δεί­νω­ση της υγεί­ας του. Φεύ­γει για το Γιερεβάν. 
    • Μάιος. Φεύ­γει αερο­πο­ρι­κώς για το Παρί­σι προ­κει­μέ­νου να υπο­βλη­θεί σε θεραπεία.
    • 18 Ιου­νί­ου. Επι­στρέ­φει στο Γιερεβάν.
    • Τη νύχτα από την 20ήπρος την 21η Ιου­λί­ου ο Σερ­γκέι Παρα­τζά­νωφ πεθαί­νει στο νοσοκομείο.
    • 25 Ιου­λί­ου γίνε­ται η κηδεία του στο Γιε­ρε­βάν και θάβε­ται στο Κεντρι­κό Πάνθεον.
    • Δεκέμ­βριος. Μόσχα. Παίρ­νει μετά θάνα­το τα τέσ­σε­ρα βασι­κά βρα­βεία «Νίκα» για την ται­νία του «Ασίκ Κερίμπ».
  • 1991 Εγκαι­νιά­ζε­ται το μου­σείο «Σερ­γκέι Παρα­τζά­νωφ» στο Γιερεβάν. 
    • Ο Παρα­τζά­νοφ αγκα­λιά­στη­κε από την LGBTQI κοι­νό­τη­τα στη Γεωργία

Sergei Paradjanov:
Ένας παροξυσμικός λυρισμός

Έχο­ντας δια­νύ­σει ένα βίο ταρα­χώ­δη, γύρι­σε τις ται­νί­ες του σε άτα­κτα χρο­νι­κά δια­στή­μα­τα και σε από­στα­ση τη μια από την άλλη. Στα δια­λείμ­μα­τα της σύντο­μης κινη­μα­το­γρα­φι­κής του καριέ­ρας ασχο­λή­θη­κε με τα εικα­στι­κά. Το κινη­μα­το­γρα­φι­κό του έργο, επι­κό και λυρι­κό ταυ­τό­χρο­να, συγκρο­τεί­ται από την ελευ­θε­ρία της ποί­η­σης, την αυθαι­ρε­σία του μυστι­κι­σμού, την εκστα­στι­κό­τη­τα του συναι­σθή­μα­τος. Η γοη­τεία των εικό­νων του έχει τη προ­έ­λευ­ση της στην ισχυ­ρή παρου­σία της παρά­δο­σης (τόσο εικα­στι­κής όσο και αφη­γη­μα­τι­κής) της Αρμε­νί­ας στις ται­νί­ες του: λαϊ­κοί θρύ­λοι και εικό­νες της λαϊ­κής παρά­δο­σης απο­τε­λούν το βασι­κό άξο­να των ται­νιών του.

Ο Μπά­μπης Ακτσό­γλου σημειώ­νει σχε­τι­κά με το ύφος του, με αφορ­μή την ται­νία Σκιές των ξεχα­σμέ­νων προ­γό­νων (1964) : «Ο λυρι­κός παρο­ξυ­σμός που κυριεύ­ει τη σκη­νο­θε­τι­κή γρα­φή μας απο­κα­λύ­πτει ένα σύμπαν με δια­στά­σεις εξω­πραγ­μα­τι­κές. Ιδιαί­τε­ρα για το δυτι­κό θεα­τή η θέα­ση της ται­νί­ας είναι ένα οπτι­κό σοκ. Ο σκη­νο­θέ­της προ­κα­λεί με την “ανορ­θο­δο­ξία” του παρα­δό­σεις και γλώσ­σες, δια­μορ­φω­μέ­νες φιλ­μι­κές αισθη­τι­κές και γνω­στά κλι­σέ, για να φτά­σει σε μια οπτι­κή αντί­λη­ψη του κόσμου, που οι και­νο­το­μί­ες της ανοί­γουν την πόρ­τα της ποί­η­σης. Δίκαια λοι­πόν ειπώ­θη­κε ότι έχου­με να κάνου­με με την «απο­λυ­τό­τη­τα, την πρω­ταρ­χι­κό­τη­τα και την πλή­ρη κυριαρ­χία της καθα­ρής εικό­νας πάνω στ’ άλλα εκφρα­στι­κά μέσα», όπως δίκαια η ται­νία βρα­βεύ­θη­κε πάνω από 23 φορές σε διε­θνή Φεστι­βάλ»

Ατέχνως info

Το Χρώμα του Ροδιού 🎥 _“Sayat Nova”

Σχε­τι­κά με την ται­νία του Το χρώ­μα του ροδιού (1968), που αφη­γεί­ται την ζωή και το έργο του Αρμέ­νιου ποι­η­τή Αρου­θίν Σαγια­ντίν (1712–1975), γνω­στού ως Σάγιατ Νόβα, ο Σερ­γκέι Παρα­τζά­νωφ δηλώ­νει: «Αγα­πώ πολύ αυτό το φιλμ. Είμαι περή­φα­νος για το ότι δεν κέρ­δι­σε κανέ­να Χρυ­σό Λιο­ντά­ρι ή κανέ­να Αργυ­ρό Παγό­νι. Είμαι περή­φα­νος για­τί κατόρ­θω­σα να το κάνω κάτω από τις πιο αντί­ξο­ες συν­θή­κες. Δεν είχα τα απα­ραί­τη­τα υλι­κά, δεν είχα αρκε­τά φώτα ή μηχα­νή­μα­τα, ούτε δυνα­τό­τη­τα για ειδι­κά εφέ. Κι όμως, κατόρ­θω­σα να το γυρί­σω και να μετα­μορ­φώ­σω τις αδυ­να­μί­ες του σε έναν σχε­δόν αρχέ­γο­νο ρεα­λι­σμό, σε ένα παρα­μύ­θι γεν­νη­μέ­νο από την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα.» βάλει τάξη στην εγγε­νή του ακα­τα­στα­σία και πολυ­ση­μία». Η ται­νία ανα­φέ­ρε­ται στη ζωή και στο έργο του αρμέ­νιου ποι­η­τή του 18ου  αιώ­να Αρου­θίν Σαγια­ντίν, γνω­στού με το όνο­μα Σαγιάτ Νοβά, που σημαί­νει «Βασι­λιάς του άσμα­τος». Ο Σαγια­ντίν ως τρα­γου­δο­ποιός ερω­τι­κών ασμά­των περι­πλα­νή­θη­κε στη χώρα του και έγι­νε τελι­κά ποι­η­τής του βασι­λιά Ηρα­κλή της Γεωρ­γί­ας. Η ται­νία περι­λαμ­βά­νει ενό­τη­τες που συν­δέ­ο­νται με υπό­τι­τλους και ποι­ή­μα­τα του Σαγια­ντίν: τα παι­δι­κά και εφη­βι­κά του χρό­νια, η ανα­κά­λυ­ψη του έρω­τα, η είσο­δός του στο μονα­στή­ρι και εντέ­λει ο θάνα­τός του.

Ο Βασί­λης Ραφαη­λί­δης σημειώ­νει: «Το Σαγιάτ Νόβα είναι ένα «προ­κλη­τι­κά» αντια­φη­γη­μα­τι­κό φιλμ , που όμως τα αφη­γη­μα­τι­κά του στοι­χεία συνι­στούν μια άλλου είδους «πολυα­ξο­νι­κή» αφή­γη­ση, χωρίς χαρα­κτή­ρες και χωρίς κατα­στά­σεις που κυο­φο­ρούν χαρα­κτή­ρες. Πρό­κει­ται εδώ για τον εσω­τε­ρι­κό, μου­σι­κό, συναι­σθη­μα­τι­κό και ιδε­ο­λο­γι­κό άξο­να ενός ποι­ή­μα­τος. (…) Το Σαγιάτ Νόβα, λοι­πόν, είναι η ποι­η­τι­κή βιο­γρα­φία ενός ποι­η­τή φκιαγ­μέ­νη από έναν άλλον ποι­η­τή» __«Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα (…) είναι ένας πλη­θω­ρι­κός πρι­μι­τίφ, που εντυ­πω­σιά­ζε­ται απ’ το ετε­ρό­κλη­το φολ­κλόρ και προ­σπα­θεί όπως όπως»

  • Το 2010 ιδρύ­θη­κε στις ΗΠΑ το Ινστι­τού­το Παρα­τζά­νωφ — Vartanov με σκο­πό την δια­τή­ρη­ση και την προ­ώ­θη­ση του έργου των δύο σκηνοθετών.
  • Στο Διε­θνές φεστι­βάλ κινη­μα­το­γρά­φου του Γερε­βάν έχει θεσπι­στεί εις μνή­μη του το βρα­βείο “Τάλερ του Παρα­τζά­νωφ”, το όνο­μα του οποί­ου έχει προ­έλ­θει από τις εικό­νες που συνή­θι­ζε να σκα­λί­ζει με τα νύχια του πάνω σε μεταλ­λι­κά καπά­κια μπουκαλιών.

Στις σκιές των ξεχασμένων προγόνων \
Tini zabutykh predkiv

Κάπου στα Καρ­πά­θια, στις αρχές του 20ού αιώ­να, ο Ιβάν ερω­τεύ­ε­ται τη Μαρί­τσκα, κόρη του δολο­φό­νου του πατέ­ρα του. Όμως η «βέβη­λη» αγά­πη τους δεν μπο­ρεί παρά να έχει ένα και μονα­δι­κό τίμη­μα, τον θάνα­το. Κου­βα­λώ­ντας στους ώμους την τρα­γω­δία τους, ο Ιβάν περι­πλα­νιέ­ται και κατα­λή­γει σε ένα άλλο ταί­ρι, την Παλά­γνα, την οποία παντρεύ­ε­ται χωρίς όμως να ξεχά­σει στιγ­μή την παλιά του αγά­πη. Οι σκιές των λησμο­νη­μέ­νων προ­γό­νων είναι μια νου­βέ­λα του Ουκρα­νού συγ­γρα­φέα Μικα­ΐ­λο Κοτσιου­μπίν­σκι που γρά­φτη­κε το 1911. Το μυθι­στό­ρη­μα εξι­στο­ρεί την παρα­μο­νή του Κοτσιου­μπίν­σκι στην περιο­χή Χου­τσούλ. Κεντρι­κό θέμα του ο έρω­τας του Ιβάν και της Μάρ­σκα, δύο κατοί­κων του Χου­τσούλ που προ­έρ­χο­νται από αντί­πα­λες οικο­γέ­νειες. Πρό­κει­ται για έναν έρω­τα που τελειώ­νει τρα­γι­κά και για τους δύο ερω­τευ­μέ­νους. Η νου­βέ­λα επι­κε­ντρώ­νε­ται σε πτυ­χές της ζωής των ντό­πιων στο Χου­τσούλ και ενσω­μα­τώ­νει στοι­χεία από τη λαο­γρα­φία της περιοχής.

Το 1960 ανέ­βη­κε στη σκη­νή ένα μπα­λέ­το με μου­σι­κή του Βιτά­λι Κιρέι­κο βασι­σμέ­νο στο βιβλίο του Κοτσιου­μπίν­σκι, ενώ το 1964 κυκλο­φό­ρη­σε η κινη­μα­το­γρα­φι­κή μετα­φο­ρά της από τον  Παρα­τζά­νοφ με τον τίτλο Στις σκιές των ξεχα­σμέ­νων προγόνων.

Πλο­κή

Δύο παι­διά, ο Ιβάν και η Μάρ­σκα, ζουν σε ένα χωριό κοντά στον ποτα­μό Τσέ­ρε­μος. Ωθού­με­νη από τη μονα­ξιά τους και την περιέρ­γειά τους για τη μαγεία και τα κακά πνεύ­μα­τα, η μητέ­ρα του Ιβάν πιστεύω ότι είναι πνεύ­μα που αφέ­θη­κε στη θέση ενός κλεμ­μέ­νου παι­διού. Στα έβδο­μα γενέ­θλιά του, ο Ιβάν ακού­ει έναν παρά­ξε­νο ήχο, ενώ είναι ολο­μό­να­χος. Αργό­τε­ρα μαθαί­νει για τη μακρο­χρό­νια αντι­πα­λό­τη­τα μετα­ξύ των οικο­γε­νειών Πάλιου­τσουκ και Γκού­τε­νιουκ και γίνε­ται μάρ­τυ­ρας μιας από­πει­ρας δολο­φο­νί­ας του πατέ­ρα του, ο οποί­ος υπο­κύ­πτει στα τραύ­μα­τά του λίγες μέρες αργό­τε­ρα. Σε αντί­ποι­να, ο Ιβάν επι­τί­θε­ται στη Μάρ­σκα, η οποία είναι η κόρη του δολο­φό­νου, και πετά­ει τις κορ­δέ­λες των μαλ­λιών της στο ποτά­μι. Ωστό­σο, με τον και­ρό, οι δυο τους ξεχνούν το περιστατικό.

Ο Ivan και η Μάρ­σκα αρχί­ζουν να φρο­ντί­ζουν μαζί τα πρό­βα­τα των οικο­γε­νειών τους που βόσκουν και τελι­κά ερω­τεύ­ο­νται στην ηλι­κία των δεκα­τριών ετών. Ωστό­σο, μετά τον θάνα­το του πατέ­ρα του Ιβάν, η οικο­νο­μία βρί­σκε­ται σε από­το­μη πτώ­ση. Ο νεα­ρός πηγαί­νει τώρα να δου­λέ­ψει στα χωρά­φια το καλο­καί­ρι, βόσκει πρό­βα­τα, τα αρμέ­γει και φτιά­χνει μπουντς και μπρίντζα.

Ένα βρά­δυ, ενώ φυλά­ει τη φωτιά, η Μάρ­σκα τον ξανα­βλέ­πει. Αλλά μόλις επέ­στρε­ψε στο σπί­τι από το λιβά­δι, μαθαί­νει ότι η Μάρ­σκα σκο­τώ­θη­κε σε μια πλημ­μύ­ρα. Βρί­σκει το σώμα της αγα­πη­μέ­νης του και, κυριευ­μέ­νος από τη θλί­ψη, περι­πλα­νιέ­ται στα βου­νά και ζει από τη γη. Στο χωριό, τον θεω­ρούν νεκρό.

Έξι χρό­νια αργό­τε­ρα, ο Ιβάν επι­στρέ­φει στο σπί­τι. Λέει στην οικο­γέ­νειά του ότι στο διά­στη­μα αυτό δού­λευε ως βοσκός στην Ουγ­γα­ρία. Παντρεύ­ε­ται μια κοπέ­λα από μια πλού­σια ντό­πια οικο­γέ­νεια και εγκα­θί­στα­ται στο χωριό. Ωστό­σο, η γυναί­κα του αρχί­ζει να συνα­να­στρέ­φε­ται πίσω από την πλά­τη του έναν άντρα που ονο­μά­ζε­ται Γιού­ρα, που λέγε­ται ότι κάνει μάγια. Εξαι­τί­ας αυτού, ο Ιβάν ξεκι­νά μια αντι­πα­ρά­θε­ση με τον Γιού­ρα στο τοπι­κό μπαρ και κατα­φέρ­νει να τον τραυ­μα­τί­σει, αλλά ο Γιού­ρα τού σπά­ει το όπλο. Ο Ιβάν φεύ­γει, αλλά υπο­ψιά­ζε­ται ότι ο Γιού­ρα τον σκο­τώ­νει σιγά σιγά με μάγια. Αργό­τε­ρα, κατα­σκο­πεύ­ει τον Γιού­ρα και τον βλέ­πει να μαχαι­ρώ­νει μια κού­κλα, στέλ­νο­ντας αρρώ­στια και θάνατο.

Ο Ιβάν επι­στρέ­φει στο μέρος όπου περ­πα­τού­σε κάπο­τε με τη Μάρ­σκα, και εκεί­νη του εμφα­νί­ζε­ται με τη μορ­φή ενός πνεύ­μα­τος του δάσους. Ξαφ­νι­κά εξα­φα­νί­ζε­ται και ο Ιβάν ανά­βει φωτιά. Παρα­συρ­μέ­νο από τη φωτιά, ο Τσου­χάι­στερ, προ­στά­της θεός των δασών, πλη­σιά­ζει τον Ιβάν. Ρωτά­ει πού είναι το πνεύ­μα, αλλά ο Ιβάν, όταν θυμά­ται έναν θρύ­λο σύμ­φω­να με τον οποίο ο Τσου­χάι­στερ κυνη­γά τα πνεύ­μα­τα, δεν απο­κα­λύ­πτει ότι έχει δει τη Μάρ­σκα. Ο Τσου­χάι­στερ τον καλεί να χορέ­ψει, παί­ζο­ντας ένα τρα­γού­δι από την παι­δι­κή ηλι­κία του Ιβάν. Εξα­ντλη­μέ­νος από τον χορό, ο Ιβάν απο­κοι­μιέ­ται. Ωστό­σο, η φωνή του πνεύ­μα­τος τον καλεί πιο βαθιά στο δάσος και αυτός την ακο­λου­θεί για να ανα­ζη­τή­σει την αγα­πη­μέ­νη του. Καθώς παρ­πα­τά μέσα σε παχιά βλά­στη­ση, πέφτει σε έναν γκρε­μό και τραυ­μα­τί­ζε­ται σοβα­ρά. Την επό­με­νη μέρα, ντό­πιοι βοσκοί τον βρί­σκουν ζωντα­νό αλλά βαριά τραυ­μα­τι­σμέ­νο, αλλά σύντο­μα υπο­κύ­πτει στα τραύ­μα­τά του.

Ο Ιβάν κηδεύ­ε­ται σύμ­φω­να με τα τοπι­κά έθι­μα, με χορούς και τρα­γού­δι. Το γλέ­ντι στην κηδεία μεγα­λώ­νει γρή­γο­ρα, και στον ρυθ­μό του χορού, το σώμα του Ιβάν αρχί­ζει να τρέ­μει, σαν ζωντανό.

Ιστο­ρία

Το 1910, ο Μικα­ΐ­λο Κοτσιου­μπίν­σκι επι­σκέ­φτη­κε το χωριό Κρι­βο­ρίβ­νια στα Καρ­πά­θια Όρη. Η σύντο­μη παρα­μο­νή του στην περιο­χή δεν ήταν αρκε­τή για να του δώσει υλι­κό για να γρά­ψει ένα ολό­κλη­ρο μυθι­στό­ρη­μα, αλλά η γρα­φι­κή φύση και η παρ­θέ­να ζωή των κατοί­κων τον γέμι­σαν έμπνευ­ση. Αργό­τε­ρα, επι­σκέ­φτη­κε ξανά την περιο­χή και έμει­νε για να μελε­τή­σει τα έθι­μα, τη ζωή και τη λαο­γρα­φία των ντό­πιων. Σύμ­φω­να με τον Κοτσιου­μπίν­σκι, οι ντό­πιοι τον 20ό αιώ­να παρέ­με­ναν ειδω­λο­λά­τρες και οι εντυ­πώ­σεις του απο­τέ­λε­σαν τη βάση για την ιστο­ρία του.

STUDIO new star art cinema 🎥
Δείτε το Χρώμα του Ροδιού _ Sayat Nova
ℹ️  Πέμπτη 9 Μάη 21:00 — Κυριακή 12 Μάη στις 23:15 
Δευτέρα, Τρίτη 13–14  Μάη 22:00

Το Χρώμα του Ροδιού _ Sayat Nova

Ένας οπτι­κός οργα­σμός, χωρίς όμοιό του στην ιστο­ρία του σινε­μά, μια «μυθι­κή» ται­νία (μετα­φο­ρι­κά και κυριο­λε­κτι­κά) ποί­η­μα για τη ζωή, το θάνα­το και την υπε­ρά­νω όλων δύνα­μη της Τέχνης, μια βιο­γρα­φία του ποι­η­τή, μου­σι­κού και τρο­βα­δού­ρου Σαγιάτ Νοβά — και την ίδια στιγ­μή, εξό­φαλθ­μα, μια αλλη­γο­ρι­κή αυτο-βιο­γρα­φία του ίδιου του δημιουρ­γού της.

Η ται­νία μοντα­ρί­στη­κε περισ­σό­τε­ρες από μια φορές για τις δια­δο­χι­κές εξό­δους της, σε Αρμε­νία και γενι­κά ΕΣΣΔ, φτά­νο­ντας μια διάρ­κεια ανά­με­σα στα 74 και τα 77 λεπτά (υπάρ­χει “απο­κα­τά­στα­ση” ;; που επι­με­λή­θη­κε προ­σω­πι­κά ο Μάρ­τιν Σκορ­σέ­ζε).  Ο μύθος της ται­νί­ας γιγα­ντώ­θη­κε τα επό­με­να χρό­νια από την κυκλο­φο­ρί­ας της, όχι μόνο λόγω των πει­ρα­τι­κών κοπιών που κυκλο­φο­ρού­σαν αλλά και των προ­βλη­μά­των που είχε ο Παρα­τζά­νοφ, εξαι­τί­ας της ομο­φυ­λο­φι­λί­ας του. Όπως κάθε μεγά­λη φήμης _ανεξαρτήτως ποιό­τη­τας ται­νία, ο μύθος της, διο­γκώ­θη­κε μέσα στα χρό­νια. Απο­τε­λού­με­νο από βινιέ­τες που χαρ­το­γρα­φούν τη ζωή κάποιου, το «Χρώ­μα του Ροδιού» είναι η μεγά­λη συνά­ντη­ση της αρμέ­νι­κης παρά­δο­σης, του σινε­μά του Αντρέι Ταρ­κόφ­σκι (που ο Παρα­τζά­νοφ θεω­ρού­σε μέντο­ρα του, αν και ο Ταρ­κόφ­σκι ήταν πολύ μικρό­τε­ρος στην ηλι­κία), των γεωρ­για­νών θρύ­λων, του Λουίς Μπου­νιου­έλ και του underground μοντερ­νι­σμού του Κένεθ Ανγκερ και του Ντέ­ρεκ Τζάρμαν.

To «Χρώ­μα του Ροδιού» είναι ένα (κυριο­λε­κτι­κά) παλίμ­ψη­στο που στις στρώ­σεις του χωρά­ει από τις περ­σι­κές μινια­τού­ρες μέχρι το gay liberation και από τα βάθη της ποι­η­τι­κής των Αρμε­νί­ων μέχρι την queer μέτα και­νο­το­μία μιας γυναί­κας που υπο­δύ­ε­ται έναν άντρα — εδώ σε μια αρχέ­τυ­πη ανά­γκη να δια­γρα­φεί κάθε τι κοι­νω­νι­κό και από όλα τα «θαύ­μα­τα» του κόσμου να επι­ζή­σει μόνο η Τέχνη. Η ομορ­φιά των εικό­νων της ται­νί­ας κρύ­βουν μέσα τους αρκε­τή και ακα­τέρ­γα­στη βία, τόνους αίμα­τος και κραυ­γές ανθρώ­πων και ζώων που συν­θέ­τουν σαν νέα ποι­ή­μα­τα από την αρχή καθώς και από την ποί­η­ση του Σαγιάτ Νοβά περισ­σό­τε­ρο βλέ­που­με παρά ακού­με, θραύμ­σα­τα λέξε­ων συναρ­μο­λο­γούν τις φρά­σεις καθώς ο κύκλος της ζωής ξεκι­νά­ει και τελειώνει.

O Παρα­τζά­νοφ παρα­λη­ρεί, την ίδια στιγ­μή που η καλ­λι­τε­χνία της σύν­θε­σης που επι­χει­ρεί αγγί­ζει νέα επί­πε­δα, ξανα­φτιά­χνει το χάρ­τη της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης, ανε­ξαρ­τη­το­ποιώ­ντας (πρό­ω­ρα ή και προ­φη­τι­κά) τη Γεωρ­γία, το Αζερ­μπαι­τζάν και την Αρμε­νία, χορεύ­ει, τρα­γου­δά­ει, ηδο­νί­ζε­ται, πεθαί­νει και ξανα­ζεί σαν ολό­κλη­ρο το φιλμ να είναι από μόνο του μια δια­κή­ρυ­ξη απο­νε­νοη­μέ­νης αγά­πης για κάτι που δεν υπάρ­χει, για κάτι που μοιά­ζει να έχει χαθεί, για κάτι που προ­φη­τι­κά λίγα χρό­νια αργό­τε­ρα θα μπο­ρέ­σει να γίνει κομ­μά­τι ενός ελεύ­θε­ρου κόσμου. Η εικο­νο­γρα­φία είναι ταυ­τό­χρο­να εθνο­γρα­φι­κή και υπαρ­ξια­κή, αιρε­τι­κή και βιβλι­κή, εκστα­τι­κή και εσω­τε­ρι­κή, θυμί­ζει τελε­τουρ­γία και γιορ­τή των αισθή­σε­ων και των παραι­σθή­σε­ων που δεν ξέρεις αν σε παρα­σέρ­νει ή σε υπνω­τί­ζει, είναι τελι­κά μια εμπει­ρία που ζεις κάθε φορά που βλέ­πεις την ται­νία με δια­φο­ρε­τι­κό τρόπο.

«Ποιος πήγε και σκόρ­πι­σε τόση θλί­ψη πάνω στη γέρι­κη, φθαρ­μέ­νη Γη;», ανα­ρω­τιέ­ται σε μια από τις επι­γρα­φές της ται­νί­ας ο Σαγιάτ Νοβά — Αντρέι Παρα­τζά­νοφ. Η απά­ντη­ση βρί­σκε­ται σε κάθε πλά­νο του «Χρώ­μα­τος του Ροδιού» — ακό­μη και σε αυτά που μοιά­ζουν πιο χει­ρο­ποί­η­τα από όσο επι­τρέ­πουν οι επο­χές και πιο camp, πρω­τί­στως με την λαο­γρα­φι­κή έννοια του όρου. Ελπί­δα, φως, ανα­γέν­νη­ση, όλα ανε­ξί­τη­λα όπως βάφει το χρώ­μα του ροδιού πάνω σε ένα λευ­κό ρού­χο σαν να είναι αίμα. Της γέν­νη­σης, του θανά­του, της αγά­πης και της Τέχνης.

“Στις σκιές των ξεχα­σμέ­νων προ­γό­νων”, που κάπο­τε (καλο­καί­ρι 2017)  είδα­με στην ΕΤ‑3, κερ­δί­ζε­ται η “χαμέ­νη τιμή” του άθλιου τηλε­ο­πτι­κού προ­γράμ­μα­τος. Πρό­κει­ται για μια ται­νία, που ενώ αφη­γεί­ται έναν κλα­σι­κό λαϊ­κό μύθο της Ουκρα­νί­ας, ταυ­τό­χρο­να, αγγί­ζει την ελλη­νι­κή αρχαία τρα­γω­δία, αλλά έχει και κάτι από το σαιξ­πη­ρι­κό δρά­μα. Κάπου στα Καρ­πά­θια, στις αρχές του αιώ­να, ο πλού­σιος πατέ­ρας της Μαρί­τσκας θα σκο­τώ­σει το φτω­χό πατέ­ρα του Ιβαν. Ηδη από την αρχή του έργου, το πεπρω­μέ­νο των δυο τρα­γι­κών ηρώ­ων και μετέ­πει­τα ερω­τευ­μέ­νων έχει καθο­ρι­στεί. Η αγά­πη τους είναι βέβη­λη, δεν μπο­ρεί να γίνει από κανέ­ναν απο­δε­κτή και το μόνο που τους μένει είναι ο θάνα­τος. Η κοπέ­λα θα πέσει σ’ έναν γκρε­μό προ­σπα­θώ­ντας να φτά­σει το φωτει­νό αστέ­ρι και ο Ιβάν θ’ απο­μεί­νει μόνος για να σηκώ­νει στους αδύ­να­τους ώμους του το πέρας της τρα­γω­δία τους. Πρό­κει­ται για ποι­η­τι­κή, λυρι­κή ται­νία, που οι ελα­βι­κές τελε­τουρ­γί­ες της αγγί­ζουν τα όρια της επί­κλη­σης για τη γη των προγόνων.

2012 Φεστιβάλ Σεργκέι Παρατζάνοφ

Ένα συγκε­ντρω­τι­κό κινη­μα­το­γρα­φι­κό αφιέ­ρω­μα στον ποι­η­τή των εικό­νων Σερ­γκέι Παρα­τζά­νωφ, 
με 12 ται­νί­ες και ντο­κι­μα­ντέρ, 
αλλά κι ομι­λί­ες με ανθρώ­πους που τον γνώ­ρι­σαν από κοντά.

Στις 20 Ιού­νη του 1919, η σοβιε­τι­κή εφη­με­ρί­δα «Ιζβέ­στια» δημο­σιεύ­ει μια ανα­κοί­νω­ση για την ίδρυ­ση κρα­τι­κής σχο­λής κινη­μα­το­γρά­φου. Μετα­ξύ άλλων, στο δημο­σί­ευ­μα σημειω­νό­ταν: «Καθή­κον της σχο­λής είναι η — δια­μέ­σου της ορθο­λο­γι­κής τοπο­θέ­τη­σης των θεω­ρη­τι­κών και πρα­κτι­κών μαθη­μά­των — δημιουρ­γία πρω­το­πο­ρί­ας ηθο­ποιών, σκη­νο­θε­τών, σκη­νο­γρά­φων, μου­σι­κών, οπε­ρα­τέρ, μηχα­νι­κών και ειδι­κών εργα­στη­ρί­ου, “μαστό­ρων” της οθόνης!».

Με αυτόν τον τρό­πο — και χωρίς, ίσως, να συνει­δη­το­ποιεί­ται, αντι­κει­με­νι­κά, από τον συντά­κτη της είδη­σης — ανα­κοι­νώ­θη­κε η πρώ­τη, δημό­σια σχο­λή κινη­μα­το­γρά­φου στον κόσμο, η οποία στην πορεία εξε­λί­χθη­κε και ως η μεγα­λύ­τε­ρη και μία από τις σημα­ντι­κό­τε­ρες: Το θρυ­λι­κό «ΒΓΚΙΚ» («Παν-σοβιε­τι­κό Κρα­τι­κό Ινστι­τού­το Κινη­μα­το­γρα­φί­ας»), το οποίο φέτος συμπλη­ρώ­νει 90 χρό­νια από την ίδρυ­σή του! Αν και με το σημε­ρι­νό καθε­στώς δεν έχει και πάρα πολ­λούς λόγους για να γιορτάζει…

Αξί­ζει να στα­θού­με, καταρ­χήν, στο γεγο­νός της ίδρυ­σης μιας τέτοιας σχο­λής και των στό­χων της, σε σχέ­ση με τη χρο­νο­λο­γία ίδρυ­σής της. Το 1919, η Επα­νά­στα­ση δε βρί­σκε­ται απλά σε «νηπια­κή» κατά­στα­ση (έχουν περά­σει μόλις δύο χρό­νια από τον Οχτώ­βρη του 1917), αλλά και οι νεο­σύ­στα­τες Σοβιε­τι­κές Δημο­κρα­τί­ες (η επί­ση­μη σύστα­ση της ΕΣΣΔ θα γίνει το 1922) παλεύ­ουν ενά­ντια στο κοι­νό αντι­δρα­στι­κό μέτω­πο των καπι­τα­λι­στι­κών δυνά­με­ων και των τσα­ρι­κών «λευ­κο­φρου­ρών». Μέσα σε αυτές τις συν­θή­κες ιμπε­ρια­λι­στι­κής εισβο­λής και περι­κύ­κλω­σης από τις στρα­τιές της «Αντάντ» και του εμφυ­λί­ου με τα σπα­ράγ­μα­τα της τσα­ρι­κής στρα­τιω­τι­κής αρι­στο­κρα­τί­ας (τα οποία βασί­στη­καν στην άφθο­νη υλι­κο­τε­χνι­κή και προ­πα­γαν­δι­στι­κή βοή­θεια των ξένων συμ­μά­χων τους), το νεα­ρό προ­λε­τα­ρια­κό κρά­τος… δημιουρ­γεί κρα­τι­κή σχο­λή κινηματογράφου!

 

Ο βίος και το έργο του Σερ­γκει Παρα­τζα­νοφ \ Συνε­ντεύ­ξεις Cazals Patrick \ ISBN13: 9789608643147 \ Εκδό­της ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ
Ο κινη­μα­το­γρά­φος του Σερ­γκέι Παρα­τζά­νοφ, βου­τηγ­μέ­νος κυριο­λε­κτι­κά μέσα στο χώρο και στο χρό­νο της καυ­κα­σια­νής Ανα­το­λής, στα σπή­λαια, στις εκκλη­σί­ες, στις πεδιά­δες και στα όρη, στα πλού­σια αρχο­ντι­κά και στα χαμό­σπι­τα παλαιό­τε­ρων και σύγ­χρο­νων επο­χών, με την πρω­το­τυ­πία και την αυθε­ντι­κό­τη­τα των εικό­νων του να ξεχω­ρί­ζουν ως μονα­δι­κές σ’ όλη τη διάρ­κεια του κινη­μα­το­γρα­φι­κού αιώ­να που κλεί­νου­με σε λίγους μήνες, συνι­στά ταυ­τό­χρο­να ένα εκρη­κτι­κό σύνο­λο μορ­φι­κών ανα­ζη­τή­σε­ων που κατα­λή­γουν σε συγκε­κρι­μέ­νους ποι­η­τι­κούς χει­ρι­σμούς των εκφρα­στι­κών του μέσων, τέτοιο που μας κάνει να πού­με, χωρίς κανέ­να ενδοια­σμό, ότι στο έργο του γεν­νή­θη­κε αλη­θι­νά μια εντε­λώς ξεχω­ρι­στή κινη­μα­το­γρα­φι­κή γλώσ­σα. (από την παρου­σί­α­ση στο οπι­σθό­φυλ­λο του βιβλίου)

 

ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ

  • 1951 Μολ­δα­βια­νή ιστο­ρία (Moldavian Tale)
  • 1954 Αντρέχ (Andriesh)
  • 1957 Ντούμ­κα (Dumka)
  • 1957 Νατα­λία Ούσβιι (Natalya Ushvij)
  • 1957 Τα χρυ­σά χέρια (Golden Hands)
  • 1958 Το πρώ­το αγό­ρι (The First Lad aka The Top Guy)
  • 1960–61 Ουκρα­νι­κή ραψω­δία (Ukrainian Rhapsody)
  • 1962 Ένα μικρό λου­λού­δι πάω στην πέτρα (Flower on the Stone)
  • 1964 Στις σκιές των λησμο­νη­μέ­νων προ­γό­νων (Shadows of Forgotten Ancestors)
  • 1965. Χάγκοπ Χοβ­να­τα­νιάν (Hakob Hovnatanian)
  • 1966 Τοι­χο­γρα­φί­ες του Κιέ­βου (Kyiv Frescoes)
  • 1968–69 Σαγιάτ Νόβα, μετέ­πει­τα τίτλος: Το χρώ­μα του ροδιού (The Color of Pomegranates aka Sayat-Nova)
  • 1979 Το σημά­δι του και­ρού (Children to Komitas)
  • 1981 Ο θρύ­λος του φρου­ρί­ου Σου­ρα­μί (The Legend of Suram Fortress)
  • 1986 Αρα­μπέ­σκες πάνω στο θέμα του Πιρο­σμάνι (Arabesques On The Pirosmani Theme)
  • 1988 Ασίκ Κερίμπ (Ashik Kerib)
  • 1989 Η εξο­μο­λό­γη­ση (ανο­λο­κλή­ρω­τη ται­νία) (The Confession)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο