Κοίτα, δεν είμαι εγώ,
μα μια εικόνα ξένη,
ένα άγγιγμα του έξω κόσμου,
μια άυλη αφή δίχως αγάπη.
Με βαθιά ανάσα, μου λες,
σπάει τούτη η αμορφία.
Μονάχα με δανεικό φως
για καύτρα, σε φελλό στήθος;
Σε ρωτώ
και το κεφάλι σου γέρνει.
Όμως, δε σε ρωτώ
και τη ματιά σου χαράζει η προσμονή.
Με κοιτάς να σε απορρίπτω,
την απάντηση κι ας έχεις.
Όχι γιατί τη λύση δεν επιθυμώ,
μα φοβάμαι, πως την έχω ανάγκη τώρα.