Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΣτΕ: Αντισυνταγματικά τα προγράμματα σπουδών των Θρησκευτικών στα σχολεία

Η Ολο­μέ­λεια του Συμ­βου­λί­ου της Επι­κρα­τεί­ας έκρι­νε αντι­συ­νταγ­μα­τι­κές και αντί­θε­τες στην Ευρω­παϊ­κή Σύμ­βα­ση Δικαιω­μά­των του Ανθρώ­που (ΕΣΔΑ) τις απο­φά­σεις του τέως υπουρ­γού Παι­δεί­ας Κων­στα­ντί­νου Γαβρό­γλου με τις οποί­ες καθο­ρί­σθη­καν τα προ­γράμ­μα­τα σπου­δών του μαθή­μα­τος των θρη­σκευ­τι­κών του Δημο­τι­κού, του Γυμνα­σί­ου και του Λυκείου.

Ειδι­κό­τε­ρα, σύμ­φω­να με σημε­ρι­νή ανα­κοί­νω­ση του ΣτΕ, με τις υπ΄ αριθμ. 1749 — 1752/2019 απο­φά­σεις της Ολο­μέ­λειας του Συμ­βου­λί­ου της Επι­κρα­τεί­ας (προ­ε­δρεύ­ων ο αντι­πρό­ε­δρος Αθα­νά­σιος Ράντος και ειση­γή­τρια η Σύμ­βου­λος Επι­κρα­τεί­ας Παρα­σκευή Μπρα­ΐ­μη) ακυ­ρώ­θη­καν οι 101470/Δ2/16.6.2017 και 99058/Δ2/13.6.2017 απο­φά­σεις του υπουρ­γού Παιδείας.

Συγκε­κρι­μέ­να, σύμ­φω­να με την ανα­κοί­νω­ση του ΣτΕ, ακυ­ρώ­θη­καν οι 101470/Δ2/16.6.2017 και 99058/Δ2/13.6.2017 απο­φά­σεις του υπουρ­γού Παι­δεί­ας, Έρευ­νας και Θρη­σκευ­μά­των, με τις οποί­ες καθο­ρί­στη­καν τα προ­γράμ­μα­τα σπου­δών του μαθή­μα­τος των θρη­σκευ­τι­κών αφε­νός του δημο­τι­κού και του γυμνα­σί­ου και αφε­τέ­ρου του λυκείου.

Ειδι­κό­τε­ρα, σε σχέ­ση με τη διδα­σκα­λία του μαθή­μα­τος των Θρη­σκευ­τι­κών, η Ολο­μέ­λεια του Δικα­στη­ρί­ου έκρι­νε, κατά πλειο­ψη­φία, ότι πρέ­πει να επι­διώ­κε­ται η ανά­πτυ­ξη της ορθό­δο­ξης χρι­στια­νι­κής συνεί­δη­σης και ότι το μάθη­μα αυτό απευ­θύ­νε­ται απο­κλει­στι­κά στους ορθό­δο­ξους χρι­στια­νούς μαθητές.

Εξάλ­λου, σύμ­φω­να με το ΣτΕ, οι ετε­ρό­δο­ξοι, αλλό­θρη­σκοι ή άθε­οι μαθη­τές έχουν δικαί­ω­μα πλή­ρους απαλ­λα­γής από το μάθη­μα με την υπο­βο­λή σχε­τι­κής δήλω­σης, η οποία θα μπο­ρού­σε να γίνει με μόνη την επί­κλη­ση λόγων θρη­σκευ­τι­κής συνεί­δη­σης. Η δε Πολι­τεία οφεί­λει, εφό­σον συγκε­ντρώ­νε­ται ικα­νός αριθ­μός μαθη­τών που απαλ­λάσ­σο­νται, να προ­βλέ­ψει τη διδα­σκα­λία ισό­τι­μου μαθή­μα­τος προ­κει­μέ­νου να απο­τρα­πεί ο κίν­δυ­νος «ελεύ­θε­ρης ώρας». Στην προ­κει­μέ­νη περί­πτω­ση, όμως, τα επί­δι­κα προ­γράμ­μα­τα σπου­δών, όπως προ­κύ­πτει από τους σκο­πούς και το περιε­χό­με­νό τους, δεν απο­βλέ­πουν στην ανά­πτυ­ξη της θρη­σκευ­τι­κής συνεί­δη­σης των ορθό­δο­ξων μαθη­τών, διό­τι τα μεν προ­γράμ­μα­τα του δημο­τι­κού και του γυμνα­σί­ου δεν περιέ­χουν ολο­κλη­ρω­μέ­νη ‑και δια­κρι­τή ένα­ντι άλλων δογ­μά­των και θρη­σκειών- διδα­σκα­λία των δογ­μά­των, ηθι­κών αξιών και παρα­δό­σε­ων της ορθό­δο­ξης εκκλη­σί­ας, το δε πρό­γραμ­μα του λυκεί­ου είναι απο­συν­δε­δε­μέ­νο από τη διδα­σκα­λία αυτή.

Αντι­θέ­τως, δίδε­ται ιδιαί­τε­ρη έμφα­ση είτε στην προ­βο­λή στοι­χεί­ων κοι­νών με τη διδα­σκα­λία άλλων δογ­μά­των και θρη­σκειών (δημο­τι­κό-γυμνά­σιο) είτε στη διδα­σκα­λία δια­φό­ρων ηθι­κών και κοι­νω­νι­κών ζητη­μά­των, τα οποία είτε είναι αντι­κεί­με­νο κυρί­ως άλλων μαθη­μά­των (δημο­τι­κό-γυμνά­σιο) είτε είναι άσχε­τα ή και αντί­θε­τα με την ορθό­δο­ξη χρι­στια­νι­κή διδα­σκα­λία (λύκειο).

Τελι­κά, κρί­θη­κε ότι τα επί­δι­κα προ­γράμ­μα­τα σπου­δών έρχο­νται σε αντί­θε­ση με τα άρθρα 16 παρ.2 και 13 παρ.1 του Συντάγ­μα­τος, με το άρθρο 2 του Πρώ­του Πρό­σθε­του Πρω­το­κόλ­λου της ΕΣΔΑ και με την Αρχή της Ισό­τη­τας (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγ­μα­τος, άρθρα 14 και 9 της ΕΣΔΑ).

Η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματική την αναγραφή του θρησκεύματος σε απολυτήρια και αποδεικτικά σπουδών Γυμνασίου και Λυκείου

Η Ολο­μέ­λεια του Συμ­βου­λί­ου της Επι­κρα­τεί­ας, ακο­λου­θώ­ντας την Αρχή Προ­στα­σί­ας Προ­σω­πι­κών Δεδο­μέ­νων, ακύ­ρω­σε τις απο­φά­σεις του τέως υπουρ­γού Παι­δεί­ας Κων­στα­ντί­νου Γαβρό­γλου του περα­σμέ­νου έτους για την ανα­γρα­φή του θρη­σκεύ­μα­τος στο απο­λυ­τή­ριο, τα απο­δει­κτι­κά σπου­δών και τα πιστο­ποι­η­τι­κά σπου­δών του Γυμνα­σί­ου και του Γενι­κού Λυκεί­ου (Δημο­σί­ων και ιδιω­τι­κών) κατά το μέρος που με αυτές προ­βλέ­φθη­κε η ανα­γρα­φή του θρη­σκεύ­μα­τος των μαθη­τών στο απο­λυ­τή­ριο, τα απο­δει­κτι­κά σπου­δών και τα πιστο­ποι­η­τι­κά σπου­δών του Γυμνα­σί­ου αφ’ ενός και του Γενι­κού Λυκεί­ου αφ’ ετέρου.

Σύμ­φω­να με ανα­κοί­νω­ση του ΣτΕ, οι υπουρ­γι­κές απο­φά­σεις ακυ­ρώ­θη­καν, καθώς κρί­θη­κε ότι η υπο­χρε­ω­τι­κή ή προ­αι­ρε­τι­κή ανα­γρα­φή του θρη­σκεύ­μα­τος στα έγγρα­φα αυτά συνι­στά παρα­βί­α­ση του άρθρου 13 του Συντάγ­μα­τος, του άρθρου 9 της ΕΣΔΑ, καθώς και δια­τά­ξε­ων της νομο­θε­σί­ας περί προ­στα­σί­ας προ­σω­πι­κών δεδο­μέ­νων (του ν. 2472/1997 και του Γενι­κού Κανο­νι­σμού 2016/679).

Ανα­λυ­τι­κό­τε­ρα, η Ολο­μέ­λεια του ΣτΕ (πρό­ε­δρος η Αικα­τε­ρί­νη Σακελ­λα­ρο­πού­λου και ειση­γή­τρια η Μαρ­λέ­να Τρι­πο­λι­τσιώ­τη) με τις υπ΄ αριθμ. 1759–1760/2019 απο­φά­σεις της ακύ­ρω­σε τις 92091/Δ2/5.6.2018 και 92094/Δ2/5.6.2018 απο­φά­σεις του τέως υπουρ­γού Παι­δεί­ας, Έρευ­νας και Θρησκευμάτων.

Συγκε­κρι­μέ­να, η Ολο­μέ­λεια του Συμ­βου­λί­ου της Επι­κρα­τεί­ας, σύμ­φω­να πάντα με την ανα­κοί­νω­σή της, έκρι­νε τα εξής:

«α) Με το άρθρο 13 του Συντάγ­μα­τος κατο­χυ­ρώ­νε­ται το ατο­μι­κό δικαί­ω­μα της θρη­σκευ­τι­κής ελευ­θε­ρί­ας, το οποίο υπό­κει­ται μόνο στους προ­βλε­πό­με­νους από το ίδιο το Σύνταγ­μα περιο­ρι­σμούς και περι­λαμ­βά­νει την ελευ­θε­ρία της θρη­σκευ­τι­κής συνεί­δη­σης αφ’ ενός και την ελευ­θε­ρία εκδή­λω­σης των θρη­σκευ­τι­κών πεποι­θή­σε­ων αφ’ ετέ­ρου, καθιε­ρώ­νε­ται δε και η θρη­σκευ­τι­κή ισότητα.

Η ελευ­θε­ρία της θρη­σκευ­τι­κής συνεί­δη­σης περι­λαμ­βά­νει, μετα­ξύ άλλων, και το δικαί­ω­μα του ατό­μου να μην απο­κα­λύ­πτει, είτε αμέ­σως είτε εμμέ­σως, το θρή­σκευ­μα ή τις θρη­σκευ­τι­κές εν γένει πεποι­θή­σεις του, ενώ καμία κρα­τι­κή Αρχή ή κρα­τι­κό όργα­νο δεν επι­τρέ­πε­ται να ανα­ζη­τούν το θρη­σκευ­τι­κό φρό­νη­μα του ατό­μου, πολύ δε περισ­σό­τε­ρο να επι­βάλ­λουν την εξω­τε­ρί­κευ­ση των εν λόγω πεποιθήσεων.

Συνε­πώς, η ανα­γρα­φή του θρη­σκεύ­μα­τος σε δημό­σια έγγρα­φα, όπως εν προ­κει­μέ­νω το απο­λυ­τή­ριο, τα απο­δει­κτι­κά σπου­δών και τα πιστο­ποι­η­τι­κά σπου­δών του γυμνα­σί­ου και του γενι­κού λυκεί­ου (ή οι αστυ­νο­μι­κές ταυ­τό­τη­τες, όπως είχε, αντί­στοι­χα, κρι­θεί με τις απο­φά­σεις 2280–2286/2001 της Ολο­μέ­λειας του ΣτΕ), η οποία επι­βάλ­λε­ται κατ’ αρχήν ως υπο­χρε­ω­τι­κή με τις προ­σβαλ­λό­με­νες απο­φά­σεις, συνι­στά παρα­βί­α­ση του άρθρου 13 του Συντάγματος.

β) Περαι­τέ­ρω, η ανα­γρα­φή του θρη­σκεύ­μα­τος στα ως άνω έγγρα­φα συνι­στά παρα­βί­α­ση του άρθρου 13 του Συντάγ­μα­τος, ακό­μη και αν γίνε­ται με τη συγκα­τά­θε­ση ή την πρω­το­βου­λία του μαθη­τή ή των γονέ­ων του ή με την πρό­βλε­ψη του σχε­τι­κού πεδί­ου στον τύπο του τίτλου, το οποίο μπο­ρεί να παρα­μεί­νει κενό.

Και τού­το, διό­τι η θρη­σκευ­τι­κή ελευ­θε­ρία περι­λαμ­βά­νει μεν το δικαί­ω­μα του καθε­νός να εκδη­λώ­νει ανε­μπό­δι­στα το θρή­σκευ­μα ή τις θρη­σκευ­τι­κές εν γένει πεποι­θή­σεις του, αλλά δεν περι­λαμ­βά­νει το δικαί­ω­μα των ατό­μων να εκδη­λώ­νουν τις πεποι­θή­σεις αυτές με την ανα­γρα­φή τους, όταν το επι­θυ­μούν, και σε δημό­σια έγγρα­φα, όπως οι προ­α­να­φε­ρό­με­νοι τίτλοι σπου­δών, οι οποί­οι συνι­στούν απο­δει­κτι­κά της φοί­τη­σης, της επί­δο­σης και της ολο­κλή­ρω­σης ενός στα­δί­ου εκπαί­δευ­σης των μαθη­τών (και μάλι­στα επι­δει­κνύ­ο­νται σε κάθε αρχή και υπη­ρε­σία και σε οποιον­δή­πο­τε ιδιώ­τη για την πιστο­ποί­η­ση των σπου­δών και των γνώ­σε­ων του κατό­χου τους σε όλη τη διάρ­κεια του μετέ­πει­τα βίου του) και όχι απο­δει­κτι­κά μη συνα­φών πλη­ρο­φο­ριών, όπως είναι οι θρη­σκευ­τι­κές πεποιθήσεις.

Η αντί­θε­τη ερμη­νεία θα είχε ως συνέ­πεια την προ­σβο­λή της θρη­σκευ­τι­κής ελευ­θε­ρί­ας εκεί­νων των Ελλή­νων που δεν θα επι­θυ­μού­σαν να εκδη­λώ­σουν τις θρη­σκευ­τι­κές τους πεποι­θή­σεις με αυτόν τον τρό­πο, αλλά θα ανα­γκά­ζο­νταν να τις απο­κα­λύ­ψουν εμμέ­σως και οιο­νεί δημό­σια, ενώ επι­πλέ­ον θα δια­φο­ρο­ποιού­νταν παρά τη θέλη­σή τους από όσους ομο­λο­γούν τις εν λόγω πεποι­θή­σεις, αναι­ρώ­ντας παράλ­λη­λα και τη θρη­σκευ­τι­κή ουδε­τε­ρό­τη­τα του Κρά­τους, όσον αφο­ρά την άσκη­ση του παρα­πά­νω δικαιώματος.

Πέραν τού­των, η ανα­γρα­φή του θρη­σκεύ­μα­τος στο απο­λυ­τή­ριο και τους τίτλους σπου­δών παρέ­χει και έδα­φος ενδε­χό­με­νων δια­κρί­σε­ων, δυσμε­νών ή ευμε­νών, και ενέ­χει, συνε­πώς, τον κίν­δυ­νο προ­σβο­λής της θρη­σκευ­τι­κής ισότητας.

Τα ανω­τέ­ρω ισχύ­ουν και για τους τίτλους σπου­δών των ιδιω­τι­κών σχο­λεί­ων, οι οποί­οι είναι ισό­τι­μοι και έχουν ίδιο περιε­χό­με­νο με τους αντί­στοι­χους τίτλους των δημό­σιων σχολείων.

γ) Η ανα­γρα­φή του θρη­σκεύ­μα­τος στο απο­λυ­τή­ριο και στους λοι­πούς τίτλους και πιστο­ποι­η­τι­κά, υπο­χρε­ω­τι­κή ή προ­αι­ρε­τι­κή, παρα­βιά­ζει και τις δια­τά­ξεις του άρθρου 9 της ΕΣΔΑ, διό­τι δεν προ­κύ­πτει η ύπαρ­ξη οποιου­δή­πο­τε λόγου που να καθι­στά ανα­γκαία την ανα­γρα­φή του θρη­σκεύ­μα­τος στα ως άνω έγγρα­φα, τα οποία, ενό­ψει και των ποι­κίλ­λων χρή­σε­ών τους, δεν προ­ο­ρί­ζο­νται για την άσκη­ση του δικαιώ­μα­τος εκδή­λω­σης των θρη­σκευ­τι­κών πεποι­θή­σε­ων καθε­νός. Εξάλ­λου, η τυχόν ανα­γρα­φή του θρη­σκεύ­μα­τος στα έγγρα­φα αυτά ενέ­χει τον κίν­δυ­νο δια­κρι­τι­κής μετα­χεί­ρι­σης των κατό­χων τους στις σχέ­σεις τους με τη διοί­κη­ση ή και στις επαγ­γελ­μα­τι­κές τους σχέ­σεις, ενώ ακό­μη και η προ­αι­ρε­τι­κή ανα­γρα­φή ενέ­χει τον κίν­δυ­νο θετι­κών ή αρνη­τι­κών δια­κρί­σε­ων μετα­ξύ των προ­σώ­πων που θα επι­λέ­ξουν να εκδη­λώ­σουν το θρή­σκευ­μά τους και εκεί­νων που θα αφή­σουν κενό ή θα θέσουν μία παύ­λα στο σχε­τι­κό πεδίο.

δ) Τέλος, σύμ­φω­να με τις οικεί­ες δια­τά­ξεις του ν. 2472/1997 και ήδη του Κανο­νι­σμού 2016/679, οι θρη­σκευ­τι­κές πεποι­θή­σεις απο­τε­λούν δεδο­μέ­νο προ­σω­πι­κού χαρα­κτή­ρα, και μάλι­στα ευαί­σθη­το. Τα δεδο­μέ­να αυτά, όπως εν προ­κει­μέ­νω οι θρη­σκευ­τι­κές πεποι­θή­σεις, για να τύχουν νόμι­μης επε­ξερ­γα­σί­ας, πρέ­πει να συλ­λέ­γο­νται κατά τρό­πο θεμι­τό και νόμι­μο για καθο­ρι­σμέ­νους σαφείς και νόμι­μους σκο­πούς και να υφί­στα­νται θεμι­τή και νόμι­μη επε­ξερ­γα­σία εν όψει των σκο­πών αυτών, καθώς και να είναι συνα­φή, πρό­σφο­ρα και όχι περισ­σό­τε­ρα από όσα κάθε φορά απαι­τεί­ται ενό­ψει των σκο­πών της επε­ξερ­γα­σί­ας. Η κατα­χώ­ρι­ση του θρη­σκεύ­μα­τος των μαθη­τών στο απο­λυ­τή­ριο, τα απο­δει­κτι­κά σπου­δών και τα πιστο­ποι­η­τι­κά σπου­δών του γυμνα­σί­ου και του γενι­κού λυκεί­ου, ανε­ξαρ­τή­τως αν είναι υπο­χρε­ω­τι­κή ή προ­αι­ρε­τι­κή, συνι­στά μορ­φή επε­ξερ­γα­σί­ας δεδο­μέ­νου προ­σω­πι­κού χαρα­κτή­ρα που πρέ­πει να πλη­ροί τις πιο πάνω προϋποθέσεις.

Όμως, εφό­σον η ανα­γρα­φή αυτή παρα­βιά­ζει, κατά τα ανω­τέ­ρω, το άρθρο 13 παρ. 1 του Συντάγ­μα­τος και τα άρθρα 9 και 14 της ΕΣΔΑ, οι προ­σβαλ­λό­με­νες απο­φά­σεις, με τις οποί­ες προ­βλέ­πε­ται επε­ξερ­γα­σία ευαί­σθη­του προ­σω­πι­κού δεδο­μέ­νου χωρίς να υπάρ­χει νόμι­μος σκο­πός, έρχε­ται σε αντί­θε­ση με τις δια­τά­ξεις των άρθρων 2 περ. β, 4 παρ. 1 περ.α και β του ν. 2472/1997 και 5 παρ. 1 περ. α και β και 9 παρ. 1 του Κανο­νι­σμού 2016/679».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο