Γράφει ο Νίκος Μόττας //
Κατάφεραν, μέσα σε μια τετραετία, να ντροπιάσουν, να κουρελιάσουν, να ποδοπατήσουν την έννοια της Αριστεράς την οποία υποτίθεται πως τιμούν.
Στο όνομα της «αριστερής κυβέρνησης» ανέλαβαν να βγάλουν σε πέρας την πιο βρώμικη δουλειά για λογαριασμό του κεφαλαίου, που ακόμη και η πιο δεξιά κυβέρνηση θα δίσταζε να το πράξει.
Αντιπολιτεύτηκαν ως «αντι-μνημονιακοί» και κυβέρνησαν ως μνημονιακότεροι των μνημονιακών.
Ταυτίστηκαν με τις ορισμένες από τις αντιδραστικότερες πολιτικές που εφαρμόστηκαν στη μεταπολιτευτική Ελλάδα. Αποδείχθηκαν οι ικανότεροι στυλοβάτες του καπιταλιστικού συστήματος και οι καλύτεροι μαθητές των ιμπεριαλιστών- των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.
Επιχείρησαν, με θράσος που διακρίνει τους χειρότερους καιροσκόπους, να «ξεπλύνουν» τις βρωμιές τους με στεφάνια στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής και τον ήρωα Νίκο Μπελογιάννη. Σαν λαθρεπιβάτες της ταξικής πάλης προσπάθησαν- και συνεχίζουν μέχρι και σήμερα- να οικειοποιηθούν τους αγώνες και τις θυσίες του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος.
Μέσα σε περίπου δέκα χρόνια κατάφεραν να προκαλέσουν στο εργατικό κίνημα ζημιά ανάλογη, αν όχι μεγαλύτερη, απ’ όση προκάλεσε το ΠΑΣΟΚ τις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Εξαγόρασαν και εξαπάτησαν εργατικές-λαϊκές συνειδήσεις, πουλώντας στο κεφάλαιο τα όποια ψήγματα ιδεολογικής αξιοπρέπειας τους είχαν απομείνει.
Απέδειξαν στην πράξη ότι η βία και το μίσος του αστικού κράτους απέναντι σε όποιον σηκώνει κεφάλι παραμένουν ίδια και απαράλλαχτα, όποιο κόμμα κι’ αν βρίσκεται στην διαχείρησή του. Γι’ αυτό και έστελναν τα ΜΑΤ να τσακίζουν τις φοιτητικές διαδηλώσεις, να ψεκάζουν με χημικά τους συνταξιούχους, να προστατεύουν το άγαλμα του αρχιδολοφόνου Τρούμαν.
Χωρίς ίχνος ντροπής έφτασαν στο σημείο να αναγορεύσουν την αμερικανονατοικής κοπής συμφωνία των Πρεσπών σε… «αντιιμπεριαλιστική πράξη».
Χωρίς στάλα τσίπας συγκυβέρνησαν με την ακροδεξιά των ΑΝΕΛ και φωτογραφίζονταν στο Καστελόριζο δίπλα στους εγκληματίες ναζιστές της Χρυσής Αυγής.
Αποδείχθηκαν- πέραν πάσης αμφιβολίας- ότι πιο εκφυλισμένο εμφανίστηκε στις γραμμές της ταξικής πάλης στην Ελλάδα των τελευταίων 30 χρόνων.
Σήμερα, εκμεταλλευόμενοι την εύλογη λαϊκή δυσαρέσκεια και οργή απέναντι στην κυβέρνηση της ΝΔ, επιχειρούν να ξαναεμφανιστούν ως «σωτήρες», να ξαναφορέσουν το «αριστερό» και «ριζοσπαστικό» τους προσωπείο, προσφέροντας την ξαναζεσταμένη σούπα της δήθεν φιλολαϊκής διαχείρισης του καπιταλισμού με νέο περιτύλιγμα.
Και για να το πετύχουν, εκτός από ψέματα, δημαγωγία και απατηλές υποσχέσεις, δεν διστάζουν να αγγίξουν τα όρια του σουρεαλισμού, οικειοποιούμενοι συνθήματα όπως «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα»!
Το 2022, όμως, δεν είναι 2012. Ακόμη και οι πέτρες γνωρίζουν πλέον ότι έχουν τόση σχέση με τον σοσιαλισμό όση ο έχει ο φάντης με το ρετσινόλαδο. Όσα τσιτάτα κι’ αν χρησιμοποιήσουν, όσες μάσκες κι’ αν φορέσουν, η ιστορία τους έχει ήδη καταγράψει γι’ αυτό ακριβώς που είναι: Απολογητές της βαρβαρότητας.
«Τσε Γκεβάρα, πρεσβευτής της Επανάστασης», του Νίκου Μόττα