Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ταινίες Πρώτης Προβολής: Καλάβρυτα 1943 και γυναικείες ιστορίες

Με τα εισι­τή­ρια να παρου­σιά­ζουν νέα περαι­τέ­ρω πτώ­ση την προη­γού­με­νη εβδο­μά­δα, εξαι­τί­ας των προ­βλη­μά­των από την παν­δη­μία, οι ελπί­δες για ανά­καμ­ψη περιο­ρί­ζο­νται στο αμφι­λε­γό­με­νο και ελκυ­στι­κό, λόγω του θέμα­τός του, ελλη­νι­κό αντι­πο­λε­μι­κό δρά­μα “Καλά­βρυ­τα 1943”, με τον Μαξ Φον Σίντοφ, στην τελευ­ταία του εμφά­νι­ση λίγο πριν πεθά­νει. Πάντως, από τις έξι συνο­λι­κά ται­νί­ες που κάνουν πρε­μιέ­ρα από­ψε, ξεχω­ρί­ζει το ιαπω­νι­κό δρά­μα “Ιστο­ρί­ες της Τύχης και της Φαντα­σί­ας”, που κέρ­δι­σε την Αργυ­ρή Άρκτο.

«Καλά­βρυ­τα 1943»: Με αρκε­τά κλι­σέ και ανα­κρί­βειες για το Ολο­καύ­τω­μα των Καλαβρύτων

   Ιστο­ρί­ες της Τύχης και της Φαντασίας

 Ιστο­ρί­ες της Τύχης και της Φαντα­σί­ας (Wheel of Fortune and Fantasy). Αισθη­μα­τι­κό δρά­μα, ιαπω­νι­κής παρα­γω­γής του 2021, σε σκη­νο­θε­σία Ριγιου­σού­κε Χαμα­γκού­τσι, με τους Κοτό­νε Φου­ρου­κά­ουα, Κιγιο­χί­κο Σιμπου­κά­ουα, Κατσού­κι Μόρι, Φου­σά­κο Ουρά­μπε, Αόμπα Καουάι κ.ά.

   Ιδιαί­τε­ρη αφη­γη­μα­τι­κά, βου­βά σπα­ρα­κτι­κή, διεισ­δυ­τι­κή στη γυναι­κεία ψυχο­σύν­θε­ση, με το δικό της ενδια­φέ­ρον ιαπω­νι­κή ται­νία, που απευ­θύ­νε­ται σε ένα περιο­ρι­σμέ­νο κοι­νό, είναι τού­το δω το σπον­δυ­λω­τό δρά­μα του Ριγιου­σού­κε Χαμα­γκού­τσι, που κέρ­δι­σε την Αργυ­ρή Άρκτο του φετι­νού Φεστι­βάλ Βερολίνου.

   Τρεις δια­φο­ρε­τι­κές ιστο­ρί­ες, με δια­φο­ρε­τι­κό καστ, στο οποίο συνυ­πάρ­χουν αρμο­νι­κά η ξεχω­ρι­στή ιδιό­μορ­φη λιτή σκη­νο­θε­σία, το καλο­γραμ­μέ­νο σενά­ριο, που ορι­σμέ­νες φορές, ωστό­σο, μπο­ρεί να δεί­χνει φλύ­α­ρο, αλλά τελι­κά συνει­δη­το­ποιείς ότι είναι χρή­σι­μη κάθε λέξη, κάθε σημείο στί­ξης αλλά και οι βαθιά εσω­τε­ρι­κές ερμηνείες.

Συνο­πτι­κά οι ιστο­ρί­ες αφο­ρούν ένα παι­χνί­δι της τύχης που χαλά­ει ένα ιδιαί­τε­ρο ερω­τι­κό τρί­γω­νο, μία υπό­θε­ση απο­πλά­νη­σης ενός καθη­γη­τή πανε­πι­στη­μί­ου από την ερω­μέ­νη ενός φοι­τη­τή του, που θέλει να τον εκδι­κη­θεί, και μια συνά­ντη­ση δυο άγνω­στων γυναι­κών, που νομί­ζουν ότι γνω­ρί­ζο­νται από το σχο­λείο, θυμού­νται τους χαμέ­νους νεα­νι­κούς έρω­τές τους και έρχο­νται κοντά, βλέ­πο­ντας ότι σπα­τά­λη­σαν τη ζωή τους με τις συμ­βα­τι­κές επι­λο­γές τους. Τρεις ιστο­ρί­ες που θα μπο­ρού­σαν να ανα­πτυ­χθούν ως αυτό­νο­μες ξεχω­ρι­στές ται­νί­ες, αλλά θα χάνα­νε αυτό το μέγα μυστή­ριο της ανθρώ­πι­νης ύπαρ­ξης, αλλά και της μονα­δι­κό­τη­τάς τους, καθώς ανα­γκα­στι­κά θα φορ­τώ­νο­νταν με τετριμ­μέ­να γεμί­σμα­τα και αχρεί­α­στες επεξηγήσεις.

Βεβαί­ως, ο θεα­τής θα νιώ­σει ορι­σμέ­νες φορές αμή­χα­νος ή να χάνε­ται στους δια­λό­γους των πρω­τα­γω­νι­στών, αλλά αυτό πιθα­νό­τα­τα μπο­ρεί να γίνει κατα­νοη­τό, καθώς μας φαί­νο­νται ακα­τα­νό­η­τες πολ­λές συμπε­ρι­φο­ρές, συνή­θειες, ήθη, έθι­μα των κατοί­κων της μακρι­νής χώρας, που έχουν ταυ­τό­χρο­να μπο­λια­στεί με τον αμε­ρι­κα­νι­κό τρό­πο ζωής. Παρά ταύ­τα, ο Χαμα­γκού­τσι, κατα­φέρ­νει να μαγνη­τί­ζει με τη γαλή­νια προ­σέγ­γι­ση των ιστο­ριών του, το παι­χνι­διά­ρι­κο χαμη­λό­φω­νο σκη­νο­θε­τι­κό του ύφος και την υπο­δειγ­μα­τι­κή διεύ­θυν­ση των ηθο­ποιών του.

Πέρα από τη διεισ­δυ­τι­κό­τη­τα στη γυναι­κεία ψυχο­σύν­θε­ση και του έρω­τα, ενός ζητή­μα­τος που στην Ιαπω­νία έχει πάρει προ­βλη­μα­τι­κές δια­στά­σεις, βασι­κό ρόλο στην ται­νία παί­ζουν ο χρό­νος και οι συμ­πτώ­σεις. Ο χρό­νος, που φθεί­ρει, γεμί­ζει και αδειά­ζει ζωές και οι συμ­πτώ­σεις που οδη­γούν στο ανα­το­λί­τι­κο πεπρωμένο.

   Στα θετι­κά της ται­νί­ας και τα εμπνευ­σμέ­να πλά­να του Χαμα­γκού­τσι, ο οποί­ος πολ­λές φορές κινη­μα­το­γρα­φεί πλά­τη τις ηρω­ί­δες του, καθώς και οι ερμη­νεί­ες των ηθο­ποιών, με τη νατου­ρα­λι­στι­κή προ­σέγ­γι­ση των ρόλων τους, την αυθόρ­μη­τη εξω­τε­ρί­κευ­ση των πλη­γω­μέ­νων συναι­σθη­μά­των τους.

   ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ…. Ένα απρό­βλε­πτο ερω­τι­κό τρί­γω­νο, μια εκδι­κη­τι­κή χει­ρο­νο­μία απο­πλά­νη­σης που θα έχει ανα­πά­ντε­χη κατά­λη­ξη και η συνά­ντη­ση δύο παλιών συμ­μα­θη­τριών, που θα οδη­γή­σει σε ένα λυτρω­τι­κό παι­χνί­δι ρόλων. Ο πιο πολυ­συ­ζη­τη­μέ­νος Ιάπω­νας σκη­νο­θέ­της των τελευ­ταί­ων ετών επι­βε­βαιώ­νει τη φήμη του με ένα σαγη­νευ­τι­κό τρί­πτυ­χο ιστο­ριών για τις δαι­μό­νιες συμ­πτώ­σεις και τις αθέ­α­τες επι­θυ­μί­ες που καθο­ρί­ζουν υπο­γεί­ως τις ανθρώ­πι­νες ζωές.

      Αntlers

 Αntlers. Ται­νία τρό­μου, αμε­ρι­κα­νι­κής παρα­γω­γής του 2021, σε σκη­νο­θε­σία Σκοτ Κού­περ, με τους Κέρι Ράσελ, Τζέ­σι Πλέ­μονς, Τζέ­ρε­μι Τ. Τόμας, Γκρά­χαμ Γκριν, Σκοτ Χέιζ, Έιμι Μάτ­νι­γκαν κ.ά.

Σίγου­ρα, αυτή η πρώ­τη ται­νία τρό­μου του Σκοτ Κού­περ (“Ταξι­δεύ­ο­ντας με τον Εχθρό μου”, “Crazy Heart”) δεν είναι απ’ αυτές που μπαί­νουν στον σωρό των παρα­γω­γών horror με τους πολυά­ριθ­μους φαν. Δεν είναι τυχαίο άλλω­στε ότι πίσω από την παρα­γω­γή βρί­σκε­ται ο Γκι­γιέρ­μο ντελ Τόρο (“Η Μορ­φή του Νερού”), αλλά και δοκι­μα­σμέ­νοι συντε­λε­στές, που θα απο­φύ­γουν τα κλι­σέ του είδους και θα δώσουν μια δια­φο­ρε­τι­κή πνοή σε μια ται­νία τρόμου.

   Ο Κού­περ με τους συνερ­γά­τες του, πήρε ένα αρχαίο αμε­ρι­κα­νι­κό παγα­νι­στι­κό θρύ­λο και τον διεύ­ρυ­νε σε ένα τρο­μα­χτι­κό φιλμ. Ένα μυθο­λο­γι­κό πλά­σμα, απο­κύ­η­μα της φαντα­σί­ας των φυλών της Βόρειας Αμε­ρι­κής, ένα πλά­σμα κανί­βα­λος με χαρα­κτη­ρι­στι­κά ανθρώ­που, λύκου και ελα­φιού, που θα συνα­ντή­σει ένα μικρό μαθη­τή, σε μια μικρή επαρ­χια­κή πόλη του Όρε­γκον, με τρο­μα­χτι­κές συνέπειες.

Αφη­γη­μα­τι­κά απλή, χωρίς υπερ­βο­λές, χρη­σι­μο­ποιεί με μέτρο τα εφέ, η ται­νία κλι­μα­κώ­νει την αγω­νία, βάζει στον εφιάλ­τη των ηρώ­ων τον θεα­τή, κάνει σχό­λια ‑μάλ­λον επι­δερ­μι­κά- για τον κατή­φο­ρο που έχει πάρει η Αμε­ρι­κή και δημιουρ­γεί ένα ασφυ­κτι­κό πλαί­σιο, απ’ το οποίο δύσκο­λα μπο­ρούν να ξεφύ­γουν οι ήρωες.

Εδώ, όμως, τελειώ­νουν και τα θετι­κά, γιατί δεν είναι λίγες οι φορές που έχεις την αίσθη­ση ότι η δημιουρ­γία τού κλί­μα­τος τρό­μου χαντα­κώ­νει το δρα­μα­τι­κό αλλά και το μετα­φυ­σι­κό στοι­χείο της ται­νί­ας, ενώ παράλ­λη­λα, οι χαρα­κτή­ρες παρα­μέ­νουν έωλοι, έρμαια των κερά­των του φονι­κού τέρατος.

Συμπα­θής ο πιτσι­ρι­κάς Τζέ­ρε­μι Τόμας, ενώ ξεχω­ρί­ζει και ο Γκρά­χαμ Γκριν, απ’ το υπό­λοι­πο αδιά­φο­ρο σε γενι­κές γραμ­μές καστ.

   ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Σε μια μικρή πόλη του Όρε­γκον, μια νέα στην περιο­χή δασκά­λα που συγκα­τοι­κεί με τον σερί­φη αδερ­φό της, συνει­δη­το­ποιεί πως ένας από τους μαθη­τές της έχει υπο­στεί κακο­ποί­η­ση. Για εκεί­νο, όμως, που δεν είναι καθό­λου προ­ε­τοι­μα­σμέ­νη, είναι όσα τρο­μο­κρα­τι­κά ανα­κα­λύ­πτει τη στιγ­μή που απο­φα­σί­ζει να επι­σκε­φθεί το σπί­τι του για βοήθεια.

      Το Εργοστάσιο

   Το Εργο­στά­σιο (The Factory). Δρα­μα­τι­κό θρί­λερ, ρωσι­κής και γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2018, σε σκη­νο­θε­σία Γιού­ρι Μπί­κοφ, με τους Ντέ­νις Σβέ­ντοφ, Αντρέι Σμο­λιά­κοφ, Ιβάν Γιαν­κόφ­σκι, Αλε­ξά­ντρ Μπου­χά­ροφ κ.ά.

Με σκη­νι­κό τους χώρους ενός παγω­μέ­νου σκο­τει­νού εργο­στα­σί­ου κάπου χαμέ­νο στη Ρωσία, που μπρο­στά του μία φυλα­κή μοιά­ζει με παι­δι­κή χαρά, ο Γιού­ρι Μπί­κοφ (“Ο Ηλί­θιος”), στή­νει ένα θρί­λερ, ανά­με­σα στους εργά­τες του και τον τοπι­κό ολι­γάρ­χη επι­χει­ρη­μα­τία που απα­γά­γουν όταν αυτός τους ανα­κοι­νώ­νει ότι θα το κλεί­σει κι ενώ τους έχει αφή­σει για μήνες απλήρωτους.

   Ένα φιλμ, που το θέμα του παρα­πέ­μπει στα “κίτρι­να γιλέ­κα”, καθώς οι εργα­ζό­με­νοι εξα­γριώ­νο­νται νιώ­θο­ντας ανα­λώ­σι­μοι σε κάθε επι­χει­ρη­μα­τι­κή ενέρ­γεια, απρο­στά­τευ­τοι από το κρά­τος που συμπλέ­ει με την αυθαι­ρε­σία του εργο­δό­τη. Ο Μπί­κοφ αρχι­κά ανα­δει­κνύ­ει το ταξι­κό χάσμα των δυο πλευ­ρών, το αδιέ­ξο­δο που βρί­σκο­νται οι εργα­ζό­με­νοι, τα καθη­με­ρι­νά προ­βλή­μα­τα που αντι­με­τω­πί­ζουν και εντεί­νο­νται από τη συμπε­ρι­φο­ρά του εργο­δό­τη τους, αλλά στη συνέ­χεια χάνει την ορμή του και το ενδια­φέ­ρον του. Ειδι­κά, όταν μπαί­νει στο κοστού­μι ενός θρί­λερ, με τους εργά­τες απα­γω­γείς να περι­κυ­κλώ­νο­νται από ένα μάτσο βαριά οπλι­σμέ­νους σωμα­το­φύ­λα­κες του ολι­γάρ­χη και τις ειδι­κές δυνά­μεις της Αστυ­νο­μί­ας και παρα­γκω­νί­ζε­ται το δρά­μα των εργα­τών και της ουσί­ας του προ­βλή­μα­τος. Και με το φινά­λε να δικαιώ­νει τις πρώ­τες σκέ­ψεις του θεα­τή, μετά την απα­γω­γή, ότι οι εργα­ζό­με­νοι θα την πλη­ρώ­σουν ακρι­βά. Με τη ζωή τους, ακό­μη και αν οι σωμα­το­φύ­λα­κες διστά­ζουν, αλλά υπάρ­χει πάντα η κρα­τι­κή κατα­στο­λή, που δεν χαρί­ζει κάστανο…

   ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Οι εργά­τες ενός πτω­χευ­μέ­νου εργο­στα­σί­ου οργα­νώ­νο­νται και απα­γά­γουν τον ιδιο­κτή­τη ζητώ­ντας ως λύτρα τα χρή­μα­τα που δικαιού­νται, ωστό­σο το σχέ­διό τους δεν έχει την ανα­με­νό­με­νη εξέ­λι­ξη, όταν περι­κυ­κλώ­νο­νται από τους οπλι­σμέ­νους σωμα­το­φύ­λα­κες του επι­χει­ρη­μα­τία και αστυ­νο­μι­κές δυνάμεις.

   Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:

   Εξό­ρι­στος (Exil). Δρα­μα­τι­κή ται­νία, κοσο­βο­γερ­μα­νι­κής παρα­γω­γής του 2020, σε σκη­νο­θε­σία Βισάρ Μορί­να, που θίγει ζητή­μα­τα που καί­νε στην Ευρώ­πη, όπως ο ρατσι­σμός, οι δια­κρί­σεις, ο εκπα­τρι­σμός κλπ και κέρ­δι­σε το Βρα­βείο Καλύ­τε­ρης Ται­νί­ας στο Διε­θνές Φεστι­βάλ Κινη­μα­το­γρά­φου του Σερά­γε­βο. Η ται­νία είναι σε παρα­γω­γή της Μάρεν Άντε (“Toni Erdmann”), ενώ το σενά­ριο θέλει έναν 45χρονο φαρ­μα­κευ­τι­κό μηχα­νι­κό από το Κόσο­βο, που ζει στη Γερ­μα­νία, με τη Γερ­μα­νί­δα σύζυ­γό του και τα τρία του παι­διά και αρχί­ζει να δέχε­ται προει­δο­ποι­η­τι­κές απει­λές έξω από το σπί­τι του και τη ρατσι­στι­κή συμπε­ρι­φο­ρά των συνα­δέλ­φων του, που θα τον φέρουν κοντά στα όρια της παρά­νοιας. Πρω­τα­γω­νι­στεί ο Μισέλ Ματίτσεβιτς.

 

    Αρχη­γός Από Κού­νια 2: Οικο­γε­νεια­κή Υπό­θε­ση (The Boss Baby 2). Παι­δι­κή ται­νία κινου­μέ­νων σχε­δί­ων από την Dreamworks Animation, που συνε­χί­ζει τις ευχά­ρι­στες περι­πέ­τειες του “Αρχη­γού από Κού­νια”, χάνο­ντας, ωστό­σο, ορι­σμέ­να από τα προ­τε­ρή­μα­τα της πρώ­της ται­νί­ας. Απο­κλει­στι­κά για μπό­μπι­ρες, η ται­νία προ­βάλ­λε­ται μετα­γλωτ­τι­σμέ­νη στα ελλη­νι­κά. Η σκη­νο­θε­σία είναι του Τομ Μακ Γκραθ και τη μου­σι­κή υπο­γρά­φει ο Χανς Ζίμερ.

Πηγή: ΑΠΕ / Χάρης Αναγνωστάκης

vivlio mpelogiannis

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο