Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Το “τελευταίο στάδιο”

«ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΤΑΔΙΟ» της Γουά­ντα Για­κού­μποφ­σκα – Wanda Jakubowska
Το αρι­στούρ­γη­μα γρο­θιά στο στο­μά­χι από τις 17/8 σε πλή­ρη απο­κα­τε­στη­μέ­νη επα­νέκ­δο­ση στους θερι­νούς κινη­μα­τό­γρα­φους από τη new star για πρώ­τη φορά στην Ελλάδα

Σκη­νο­θε­σία: Γουά­ντα Για­κου­μπόφκ­σα \ Σενά­ριο: Γουά­ντα Για­κου­μπόφκ­σα, Bruno Baum
Πρω­τα­γω­νι­στές: Αλε­ξά­ντρα Σλόν­σκα, Huguette Faget, Tatyana Guretskaya, Αλί­να Για­νόφ­σκα, Ζόφια Μρο­ζόφ­σκα, Tadeusz Bartosik Igor Śmiałowski
Μου­σι­κή: Ρόμαν Παλέστερ
Φωτο­γρα­φία: Bentsion Monastyrsky
Διάρ­κεια: 104 λεπτά

Εστια­σμέ­νη γύρω από την ιστο­ρία μιας πραγ­μα­τι­κής Εβραί­ας ηρω­ί­δας, η πρώ­τη ται­νία που γυρί­στη­κε για το Ολο­καύ­τω­μα (πρω­τό­τυ­πος τίτλος Ostatni etap) ήταν ένα πρω­το­πο­ρια­κό πεί­ρα­μα που φτιά­χτη­κε από γυναί­κες. «Ως πρώ­ην κρα­τού­με­νες, έκα­ναν τα πάντα με έναν αυτό­μα­το τρό­πο. Ήταν τρομακτικό». 

Μια σκη­νή από την ται­νία της Wanda Jakubowska «Το Τελευ­ταίο Στά­διο» (The Last Stage) το 1947. «Η Jakubowska ορκί­στη­κε ότι αν επι­ζού­σε, θα έφτια­χνε μια ται­νία για τον τρό­μο του Άου­σβιτς» (Film Polski).

Ακρι­βώς 74 χρό­νια πριν, το καλο­καί­ρι του 1949 ένα ξεχω­ρι­στό πλή­θος συγκε­ντρώ­θη­κε στον Κινη­μα­το­γρά­φο του Τελ Αβίβ για να δει σε πρώ­τη προ­βο­λή ένα πρω­το­πο­ρια­κό πολω­νι­κό φιλμ. Το γεγο­νός παρα­κο­λού­θη­σαν μέλη των διπλω­μα­τι­κών σωμά­των, κρα­τι­κοί αξιω­μα­τού­χοι και σημαί­νο­ντες άνθρω­ποι της τέχνης και της λογο­τε­χνί­ας. Η ται­νία λεγό­ταν «Το Τελευ­ταίο Στά­διο» και ήταν η πρώ­τη μεγά­λου μήκους ται­νία για το Ολο­καύ­τω­μα, η πρώ­τη που γυρί­στη­κε στο Άου­σβιτς και η πρώ­τη που έδει­ξε όλα τα στά­δια της εξό­ντω­σης στο στρα­τό­πε­δο. Η σκη­νο­θέ­τρια, η σενα­ριο­γρά­φος και πολ­λά μέλη του καστ είχαν υπάρ­ξει κρα­τού­με­νες εκεί. 

«Αυτή η ται­νία προ­σφέ­ρει μια τρο­μα­κτι­κή σαν-σε-ντο­κι­μα­ντέρ απει­κό­νι­ση των επει­σο­δί­ων της “ζωής” των γυναι­κών κρα­του­μέ­νων στο στρα­τό­πε­δο, συμπε­ρι­λαμ­βά­νο­ντας πολ­λές Εβραί­ες γυναί­κες και το εσω­τε­ρι­κό πνεύ­μα της εξέ­γερ­σης της οποί­ας επι­κε­φα­λής υπήρ­ξε μια Εβραία», έγρα­φε η εφη­με­ρί­δα Haaretz εκεί­νη την επο­χή. Οι θηριω­δί­ες του Άου­σβιτς δεν ήταν ακό­μη τότε γνω­στές σε όλη τους την εμβέ­λεια είτε στο Ισρα­ήλ είτε στον υπό­λοι­πο κόσμο. Και με αυτή την έννοια το «Τελευ­ταίο Στά­διο» ήταν μπρο­στά από την επο­χή του.

«Τελευ­ταίο Στά­διο» της Jakubowska του 1947. «Αυτή η ται­νία προ­σφέ­ρει μια τρο­μα­κτι­κή σαν-σε-ντο­κι­μα­ντέρ απει­κό­νι­ση των επει­σο­δί­ων της «ζωής» των γυναι­κών κρα­του­μέ­νων στο στρα­τό­πε­δο» (Film Polski).

Η σκη­νο­θέ­τρια Wanda Jakubowska που απο­κα­λεί­ται «η για­γιά του πολω­νι­κού σινε­μά» και «η μητέ­ρα των ται­νιών του Ολο­καυ­τώ­μα­τος», γεν­νή­θη­κε στη Βαρ­σο­βία το 1907. Ως παι­δί μετα­νά­στευ­σε με τους γονείς της στη Ρωσία αλλά επέ­στρε­ψαν στην Πολω­νία το 1922. Αφού ανα­κά­λυ­ψε την αγά­πη της για τον κινη­μα­το­γρά­φο, ίδρυ­σε μια λέσχη ται­νιών που έδει­χνε κορυ­φαί­ες σοβιε­τι­κές ται­νί­ες της επο­χής όπως το «Θωρη­κτό Ποτέμ­κιν» και το «Θύελ­λα στην Ασία», και αργό­τε­ρα ξεκί­νη­σε να φτιά­χνει ται­νί­ες η ίδια. Η πρώ­τη της ται­νία, «Η Θάλασ­σα», προ­τά­θη­κε για Όσκαρ καλύ­τε­ρης μικρού μήκους ται­νί­ας το 1933.

Η Πολω­νή σκη­νο­θέ­τρια Wanda Jakubowska, 1907–1998 (AP).

Ως παθια­σμέ­νη (μη-Εβραία) κομ­μου­νί­στρια που ήταν, η Jakubowska συνε­λή­φθη από την Γκε­στά­πο και στάλ­θη­κε στη δια­βό­η­τη φυλα­κή του Pawiak στη Βαρ­σο­βία για έξι μήνες. Μέσα από τα παρά­θυ­ρα του κελιού της έβλε­πε το γκέ­το να φλέ­γε­ται κατά τη διάρ­κεια της περί­φη­μης εξέ­γερ­σης του γκέ­το της Βαρ­σο­βί­ας την Άνοι­ξη του 1943. Τον Απρί­λιο εκεί­νης της χρο­νιάς στάλ­θη­κε στο Άου­σβιτς. Όταν άκου­σε τις πόρ­τες να κλεί­νουν πίσω της, είπε σε μια φίλη της να κατα­γρά­ψει αυτό τον ήχο. «Εκεί­νη τη στιγ­μή συνει­δη­το­ποί­η­σα ότι ήθε­λα να φτιά­ξω ένα φιλμ για το Άου­σβιτς», θα έλε­γε αργότερα. 

Δού­λε­ψε σαν φωτο­γρά­φος στο εργο­στά­σιο ενός στρα­το­πέ­δου-δορυ­φό­ρου του Άου­σβιτς όπου οι κρα­τού­με­νες ήταν υπο­χρε­ω­μέ­νες να φτιά­χνουν λάστι­χα οχη­μά­των για τον πόλε­μο. Όπως ανα­κα­λού­σε μια άλλη κρα­τού­με­νη του στρα­το­πέ­δου αργό­τε­ρα «στο σκο­τει­νό κελί που τοπο­θε­τή­θη­κε η Wanda Jakubowska μαζευό­μα­σταν οι γυναί­κες, όταν μπο­ρού­σα­με να ξεφύ­γου­με από τα μάτια των επι­στα­τών μας. Με το κόκ­κι­νο φως της μηχα­νής δια­βά­ζα­με τα άρθρα γερ­μα­νι­κών εφη­με­ρί­δων που έφτα­ναν σε εμάς από το στρα­τό­πε­δο των ανδρών».

Το σοβιε­τι­κό πρα­κτο­ρείο ειδή­σε­ων Novosti έγρα­ψε το 1965: «Η Jakubowska ορκί­στη­κε πως αν επι­ζού­σε, θα έφτια­χνε μια ται­νία για τον τρό­μο του Άου­σβιτς και έτσι προ­έ­κυ­ψε η τρο­μα­κτι­κή αλή­θεια της ται­νί­ας της, ‘Το Τελευ­ταίο Στά­διο’». Η Jakubowska είπε αργό­τε­ρα ότι επι­βί­ω­σε από το Άου­σβιτς λόγω της φλό­γας που ήταν μέσα της ζωντα­νή να κάνει μια ται­νία για το στρα­τό­πε­δο. Επι­βί­ω­σε, καθώς ο Κόκ­κι­νος Στρα­τός προ­σέγ­γι­ζε το Άου­σβιτς, μολο­νό­τι στάλ­θη­κε και η ίδια με πορεία θανά­του στο στρα­τό­πε­δο γυναι­κών του Ravensbrück στη Γερ­μα­νία. Αμέ­σως μετά τον πόλε­μο ξεκί­νη­σε να γρά­φει το σενά­ριο του «Τελευ­ταί­ου Στα­δί­ου» μαζί με την Γκέρ­ντα Σνάϊ­ντερ (Gerda Schneider), μια πολι­τι­κή κρα­τού­με­νη από τη Γερ­μα­νία, επί­σης κομ­μου­νί­στρια, την οποία γνώ­ρι­σε στο Άουσβιτς.

Μια σκη­νή από την ται­νία της Wanda Jakubowska __«Η σκη­νο­θέ­τρια, η σενα­ριο­γρά­φος και πολ­λά μέλη του καστ είχαν υπάρ­ξει κρα­τού­με­νες εκεί» (Film Polski).

Το υλι­κό αντλή­θη­κε από τις δικές της εμπει­ρί­ες, από ιστο­ρί­ες που άκου­σε στο στρα­τό­πε­δο και από συνε­ντεύ­ξεις με επι­ζώ­ντες κρα­τού­με­νους και Γερ­μα­νούς που υπη­ρέ­τη­σαν εκεί. Οι δύο γυναί­κες συνέ­χι­σαν να δου­λεύ­ουν πάνω στο σενά­ριο όταν η Σνάϊ­ντερ γύρι­σε στη Γερ­μα­νία και συνα­ντή­θη­καν εκ νέου στο Βερο­λί­νο. Ένας από τους πρώ­τους υπο­ψή­φιους τίτλους για την ται­νία ήταν «Το Στρα­τό­πε­δο Συγκέ­ντρω­σης Γυναι­κών του Άουσβιτς».

Πριν την ται­νία της Jakubowska σκη­νές από το Άου­σβιτς είχαν τρα­βη­χτεί από τον Κόκ­κι­νο Στρα­τό. Σε κάποιες περι­πτώ­σεις τρα­βή­χτη­καν ανα­πα­ρα­στά­σεις του, μετά την απε­λευ­θέ­ρω­ση του στρα­το­πέ­δου, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας πρώ­ην κρα­τού­με­νους ή Πολω­νούς κομπάρ­σους. Αλλά η Jakubowska ήταν η πρώ­τη που χρη­σι­μο­ποί­η­σε το στρα­τό­πε­δο ως πλα­τό για μια ται­νία. Το καστ της ται­νί­ας το απο­τε­λού­σαν Πολω­νές ηθο­ποιοί και κομπάρ­σοι, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων πρώ­ην κρα­του­μέ­νων και κατοί­κων της διπλα­νής πόλης του Oswiecim. Η ομά­δα της παρα­γω­γής σημεί­ω­σε αργό­τε­ρα ότι υπήρ­χε ένα ορι­σμέ­νο πλε­ο­νέ­κτη­μα με όλο αυτό – όχι μόνο για­τί το καστ γνώ­ρι­ζε ήδη πολύ καλά την τοπο­θε­σία αλλά και επει­δή έπαι­ζαν τις κρα­τού­με­νες «και έκα­ναν τα πάντα με έναν αυτό­μα­το τρό­πο για­τί τα ήξε­ραν όλα από τη δική τους εμπει­ρία, ως πρώ­ην κρα­τού­με­νες. Ήταν τρομακτικό.»

Η σκη­νή της εκτέ­λε­σης από το «Τελευ­ταίο Στάδιο».

Η ομά­δα της παρα­γω­γής μίλη­σε αργό­τε­ρα και για κάποια περί­ερ­γα περι­στα­τι­κά κατά τη διάρ­κεια των γυρι­σμά­των του «ημι-ντο­κι­μα­ντέρ», όπως το χαρα­κτή­ρι­σε η σκη­νο­θέ­τριά του. Ένα παρά­δειγ­μα ήταν η συνά­ντη­ση ανά­με­σα σε ένα γυναι­κείο μέλος του καστ, που φορού­σε ακό­μα τη στο­λή των SS κατά τη διάρ­κεια του δια­λείμ­μα­τος από το γύρι­σμα, με πραγ­μα­τι­κούς Γερ­μα­νούς κρα­τού­με­νους –Αιχ­μα­λώ­τους Πολέ­μου. Μια άλλη στιγ­μή ήταν όταν Εβραί­οι που είχαν επι­σκε­πτεί το στρα­τό­πε­δο πάγω­σαν με το που τους χαι­ρέ­τι­σαν μονά­δες των SS που είχαν μαζί τους σκυ­λιά –στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα βέβαια ηθοποιοί. 

Σοβιε­τι­κοί στρα­τιώ­τες επί­σης πήραν μέρος στην ται­νία ως κομπάρ­σοι. «Είχα όλο τον Κόκ­κι­νο Στρα­τό της Πολω­νί­ας στη διά­θε­σή μου. Ήταν πολύ εύκο­λο για μένα να κάνω την ται­νία. Ήταν εκπαι­δευ­μέ­νοι και πει­θαρ­χη­μέ­νοι», έλε­γε η Jakubowska. Τα ρού­χα και άλλα αντι­κεί­με­να στην ται­νία –βαλί­τσες, παπού­τσια, σκεύη– ήταν αυθε­ντι­κά. Η ατμό­σφαι­ρα ήταν τόσο παρό­μοια με αυτήν κατά τη διάρ­κεια του πολέ­μου που η ομά­δα παρα­γω­γής έπρε­πε να στα­μα­τή­σει κάποιες φορές το γύρι­σμα όταν τους πλημ­μύ­ρι­ζαν τα δάκρυα. 

«Μην αφή­σε­τε το Άου­σβιτς να θεριέ­ψει ξανά» Η ται­νία γυρί­στη­κε δυό­μι­ση χρό­νια μετά την απε­λευ­θέ­ρω­ση του στρα­το­πέ­δου, ανά­με­σα στον Ιού­λιο και το Σεπτέμ­βριο του 1947. Ήταν εκεί­νη την επο­χή που το πολω­νι­κό κοι­νο­βού­λιο απο­φά­σι­σε να μετα­τρέ­ψει το στρα­τό­πε­δο σε τόπο μνή­μης που θα έδι­νε έμφα­ση στη θυσία και τα βάσα­να των Πολω­νών και άλλων κρα­του­μέ­νων. Ακό­μα και δυό­μι­ση χρό­νια μετά την απε­λευ­θέ­ρω­ση χρεια­ζό­ταν ωστό­σο ένας όγκος εργα­σί­ας ανα­στή­λω­σης του στρα­το­πέ­δου. Κάποια από τα μπλοκ είχαν ήδη δια­λυ­θεί –σε ορι­σμέ­νες περι­πτώ­σεις λόγω κλο­πών. Η ται­νία γυρί­στη­κε στα αλη­θι­νά κτί­ρια, συμπε­ρι­λαμ­βα­νό­με­νης της περιο­χής του νοσο­κο­μεί­ου και του γρα­φεί­ου του για­τρού. Κατά τα γυρί­σμα­τα, η ομά­δα έμε­νε στα πρώ­ην σπί­τια των SS. Η Jakubowska έμε­νε στο σπί­τι του διοι­κη­τή του στρα­το­πέ­δου Rudolf Höss.

Μια σκη­νή από το «Τελευ­ταίο Στά­διο». Οι εσω­τε­ρι­κές αντι­πα­λό­τη­τες και οι πρά­ξεις βαναυ­σό­τη­τας μετα­ξύ των κρα­του­μέ­νων δεν έχουν λάβει χώρο μέσα στην ταινία

Ορι­σμέ­νες πλευ­ρές του τρό­μου λογο­κρί­θη­καν. «Η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα του στρα­το­πέ­δου περι­λάμ­βα­νε απο­στε­ω­μέ­νους κρα­τού­με­νους, σωρούς από πτώ­μα­τα, ψεί­ρες, αρου­ραί­ους και τρο­με­ρές ασθέ­νειες κάθε είδους», είπε η Jakubowska.«Στην οθό­νη αυτή η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα θα προ­κα­λού­σε τρό­μο και απέ­χθεια. Έπρε­πε να απο­φύ­γου­με να δεί­ξου­με αυτές τις πλευ­ρές παρά την αυθε­ντι­κό­τη­τά τους, επει­δή θα ήταν αφό­ρη­τες για τον μετα­πο­λε­μι­κό θεα­τή». Ο Asaf Tal έχει γρά­ψει στην ιστο­σε­λί­δα του μου­σεί­ου του Ολο­καυ­τώ­μα­τος στο Ισρα­ήλ, του Yad Vashem, πως η ίδια η Jakubowska ήταν αυτή που σχη­μά­τι­σε μια σει­ρά εμβλη­μα­τι­κών οπτι­κών εικό­νων στην κινη­μα­το­γρα­φι­κή ανα­πα­ρά­στα­ση του Ολο­καυ­τώ­μα­τος που γνω­ρί­ζου­με μέχρι σήμε­ρα. Ο Tal γρά­φει πως το «Τελευ­ταίο Στά­διο» μπο­ρεί να χαρα­κτη­ρι­στεί ως ένα παρα­δειγ­μα­τι­κό έργο με επιρ­ροή στον κινη­μα­το­γρά­φο του Ολο­καυ­τώ­μα­τος, παρα­θέ­το­ντας την παρό­μοια εικο­νο­ποι­ία των ται­νιών «Sophie’s Choice» (1982) και «Λίστα του Σίντλερ» (1993). Κάποιες ται­νί­ες του Ολο­καυ­τώ­μα­τος αργό­τε­ρα ενσω­μά­τω­σαν σκη­νές του φιλμ της Jakubowska σαν να ήταν υλι­κό από ντο­κι­μα­ντέρ. Σκη­νές που έχουν ενσω­μα­τω­θεί από την ται­νία της –κάποιες φορές χωρίς έγκρι­ση από την ίδια και ανα­φο­ρά σε αυτήν– συμπε­ρι­λαμ­βά­νουν την άφι­ξη των εκτο­πι­σμέ­νων, τον φιδί­σιο καπνό των κρε­μα­το­ρί­ων, τη σκλη­ρή εργα­σία των γυναι­κών κρα­του­μέ­νων και τους φρά­χτες με τα συρματοπλέγματα.

Η Mala (Malka) Zimetbaum, μια ηρω­ί­δα του Ολο­καυ­τώ­μα­τος που τιμά­ται στην ται­νία της Wanda Jakubowska «Το Τελευ­ταίο Στά­διο» του 1947.

Η ται­νία επι­κε­ντρώ­νε­ται γύρω από μια Εβραία ηρω­ί­δα, την Marta Weiss, που εκτο­πί­ζε­ται στο στρα­τό­πε­δο με την οικο­γέ­νειά της. Κατά τη διάρ­κεια της δια­λο­γής των κρα­του­μέ­νων ανά­με­σα σε αυτούς που θα εξο­ντω­θούν αμέ­σως και αυτούς που θα εργα­στούν πριν εξο­ντω­θούν (Selektion), μετα­φρά­ζει τις οδη­γί­ες του διοι­κη­τή του στρα­το­πέ­δου στις άλλες κρα­τού­με­νες και επι­λέ­γε­ται να δου­λέ­ψει ως επί­ση­μη διερ­μη­νέ­ας. Αργό­τε­ρα εκμε­ταλ­λεύ­ε­ται τη θέση της για να βοη­θή­σει τις συγκρα­τού­με­νές της να προ­μη­θευ­τούν λαθραία πλη­ρο­φο­ρί­ες και τρό­φι­μα και εν τέλει δρα­πε­τεύ­ει με έναν φίλο της, τον Tadek, για να πει σε όλο τον κόσμο για το σχέ­διο να εξο­ντω­θεί ο πλη­θυ­σμός του στρα­το­πέ­δου. Αλλά συλ­λαμ­βά­νο­νται και οι δύο και εκτε­λού­νται εν μέσω ενός εξευ­τε­λι­στι­κού θεάματος.

Στο θάνα­το της θαυ­μά­ζε­ται σαν ηρω­ί­δα όταν ο κρα­τού­με­νος-δήμιός της, της δίνει ένα μαχαί­ρι με το οποίο κόβει τους καρ­πούς των χεριών της και φωνά­ζει στο πλή­θος που παρα­κο­λου­θεί: «Μη φοβά­στε! Δεν μπο­ρούν να μας βλά­ψουν. Κρα­τή­στε. Ο Κόκ­κι­νος Στρα­τός πλη­σιά­ζει». Καθώς την πλη­σιά­ζει ο οργι­σμέ­νος διοι­κη­τής του στρα­το­πέ­δου, εκεί­νη του λέει: «Σύντο­μα θα γίνεις πολύ μικρός». Έπει­τα τον χαστου­κί­ζει και λέει «Δεν θα με κρε­μά­σε­τε». Σε αυτή τη δρα­μα­τι­κή στιγ­μή, τα αερο­πλά­να των Συμ­μά­χων εμφα­νί­ζο­νται στον ουρα­νό και οι Γερ­μα­νοί τρέ­πο­νται σε φυγή. «Μην αφή­σε­τε το Άου­σβιτς να θεριέ­ψει ξανά», είναι τα τελευ­ταία της λόγια, καθώς πεθαί­νει στα χέρια μιας άλλης κρατούμενης. 

Ο χαρα­κτή­ρας της Marta Weiss είναι βασι­σμέ­νος σε αλη­θι­νά γεγο­νό­τα –την ιστο­ρία της Mala (Malka) Zimetbaum, μιας Πολω­νο­ε­βραί­ας που ως παι­δί μετα­νά­στευ­σε στο Βέλ­γιο με την οικο­γέ­νειά της και εκτο­πί­στη­κε στο Άου­σβιτς το 1942. Έχο­ντας ευφρά­δεια σε αρκε­τές γλώσ­σες, επι­λέ­χθη­κε να δου­λέ­ψει σαν διερ­μη­νέ­ας στο στρα­τό­πε­δο και χρη­σι­μο­ποί­η­σε τη θέση της για να βοη­θά άλλους κρα­τού­με­νους. Στο στρα­τό­πε­δο γνώ­ρι­σε τον Edward (Edek) Galinski, έναν Πολω­νό πολι­τι­κό κρα­τού­με­νο και ανα­πτύ­χθη­κε μετα­ξύ τους ένα ειδύλ­λιο. Απο­φά­σι­σαν να δρα­πε­τεύ­σουν μαζί, ελπί­ζο­ντας ότι θα ενη­με­ρώ­σουν τον ελεύ­θε­ρο κόσμο για το τι συνέ­βαι­νε μέσα στο στρα­τό­πε­δο. Στις 24 Ιου­νί­ου 1944 το έσκα­σαν από το Άου­σβιτς-Μπίρ­κε­να­ου. Ο Galinski μεταμ­φιέ­στη­κε σε αξιω­μα­τι­κό των SS και παρί­στα­νε πως συνο­δεύ­ει μια Εβραία κρα­τού­με­νη για δου­λειά έξω από το στρα­τό­πε­δο. Συνε­λή­φθη­σαν δύο εβδο­μά­δες αργό­τε­ρα. Μια μαρ­τυ­ρία λέει πως η Zimetbaum μπή­κε σε ένα μαγα­ζί για να αγο­ρά­σει ψωμί και εντο­πί­στη­κε από γερ­μα­νι­κή περί­πο­λο που έτυ­χε να περ­νά­ει. Οι δυο τους επέ­στρε­ψαν στο Άου­σβιτς και εκτε­λέ­στη­καν μαζί τον Σεπτέμ­βριο του 1944.

Απει­κό­νι­ση γυναι­κών μέσα στο μπλοκ τους μετά την απε­λευ­θέ­ρω­ση του στρα­το­πέ­δου συγκέ­ντρω­σης του Άου­σβιτς τον Ιανουά­ριο του 1945 (AFP).

Το καστ της ται­νί­ας απο­τέ­λε­σαν Πολω­νές ηθο­ποιοί και κομπάρ­σοι, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων πρώ­ην κρα­του­μέ­νων και κατοί­κων της διπλα­νής πόλης του Oswiecim.

Η ται­νία γυρί­στη­κε δυό­μι­ση χρό­νια από την απε­λευ­θέ­ρω­ση του στρα­το­πέ­δου, μετα­ξύ Ιου­λί­ου και Σεπτεμ­βρί­ου του 1947 

Η ιστο­ρία της εκτέ­λε­σης της Zimetbaum είναι τόσο δρα­μα­τι­κή όσο και αυτή της από­δρα­σής της. Η Naama Shik την περιέ­γρα­ψε σε ένα άρθρο της που εξε­τά­ζει την ιστο­ρία της Zimetbaum από τη σκο­πιά των σπου­δών φύλου. «Όταν δια­βά­στη­κε η ετυ­μη­γο­ρία, έκο­ψε τον καρ­πό της και χαστού­κι­σε τον SS στο πρό­σω­πο με το ματω­μέ­νο της χέρι όταν εκεί­νος προ­σπά­θη­σε να τη στα­μα­τή­σει. Η εκτέ­λε­ση δια­κό­πη­κε», γρά­φει η Shik. «Εγώ θα πεθά­νω σαν ηρω­ί­δα και εσύ σαν σκύ­λος», είπε η Zimetbaum στον SS σύμ­φω­να με τους αυτό­πτες μάρ­τυ­ρες. Την πήρα­νε με ένα καρό­τσι στο νοσο­κο­μείο του στρα­το­πέ­δου για να στα­μα­τή­σει να αιμορ­ρα­γεί –προ­κει­μέ­νου να συνε­χί­σουν την εκτέ­λε­ση όπως είχε αρχι­κά σχεδιαστεί. 

Με πλη­ρο­φο­ρί­ες από haaretz.com

___

Η Μάρ­τα Βάις (Μπαρ­μπά­ρα Ντρα­πίν­σκα), μια Πολω­νή Εβραία, φτά­νει με αυτο­κί­νη­το μετα­φο­ράς βοοει­δών στο στρα­τό­πε­δο συγκέ­ντρω­σης του Άου­σβιτς. Εκεί, τρα­βά την προ­σο­χή των φρου­ρών καθώς είναι πολύ­γλωσ­ση και εργά­ζε­ται ως μετα­φρά­στρια. Όταν ρωτά­ει για το εργο­στά­σιο στο στρα­τό­πε­δο, μια συγκρα­τού­με­νη της την ενη­με­ρώ­νει ότι είναι ένα κρε­μα­τό­ριο και ότι η υπό­λοι­πη οικο­γέ­νειά της πιθα­νώς έχει δολο­φο­νη­θεί. Ο χαρα­κτή­ρας της Μάρ­τα Βάις βασί­ζε­ται στην πραγ­μα­τι­κή ζωή της Μάλα Ζίμετμπαουμ.

Στους στρα­τώ­νες, πολ­λές από τις γυναί­κες πεθαί­νουν και αρρω­σταί­νουν. Η Εου­γκέ­νια, μια φυλα­κι­σμέ­νη και για­τρός, κάνει το καλύ­τε­ρο που μπο­ρεί για να της βοη­θή­σει, αλλά δεν μπο­ρεί να κάνει πολ­λά, καθώς οι προ­μή­θειες είναι περιο­ρι­σμέ­νες. Οι γυναί­κες μαθαί­νουν ότι μια διε­θνής επι­τρο­πή έρχε­ται στο στρα­τό­πε­δο για να παρα­τη­ρή­σει τις συν­θή­κες των κρα­του­μέ­νων. Η Εου­γκέ­νια μαθαί­νει μερι­κές βασι­κές φρά­σεις στα γερ­μα­νι­κά και είναι σε θέση να πει στους παρα­τη­ρη­τές πως ό,τι βλέ­πουν είναι ψέμα και οι άνθρω­ποι πεθαί­νουν. Δυστυ­χώς, οι διοι­κη­τές λένε στους παρα­τη­ρη­τές ότι η Εου­γκέ­νια είναι ψυχι­κά άρρω­στη. Αργό­τε­ρα τη βασα­νί­ζουν για να μάθουν ποιος της έμα­θε τις γερ­μα­νι­κές φρά­σεις, αλλά η Ευγε­νία αρνεί­ται να τους πει και δολοφονείται.

Η Εου­γκέ­νια αντι­κα­θί­στα­ται από τη Λαλού­νια, μια Πολω­νή που ισχυ­ρί­ζε­ται ότι έχει συλ­λη­φθεί κατά λάθος και που λέει ότι είναι για­τρός, αν και στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα είναι μόνο γυναί­κα ενός φαρ­μα­κο­ποιού. Ωστό­σο, αντί να χορη­γεί φάρ­μα­κα στις γυναί­κες του καταυ­λι­σμού, τις δια­νέ­μει μετα­ξύ των Κάπο σε αντάλ­λαγ­μα για πολυ­τέ­λειες, όπως ρού­χα και αρώ­μα­τα. Η βοη­θός των νοσο­κό­μων ψάχνει στο δωμά­τιό της και παίρ­νει τα υπό­λοι­πα φάρ­μα­κα. Η Λαλού­νια αργό­τε­ρα κατα­δί­δει τη βοη­θό και βάζει να τη σκο­τώ­σουν, αφού ανα­κά­λυ­ψε μηνύ­μα­τα που είχε γρά­ψει ότι οι Ρώσοι προχωρούσαν.

Εν τω μετα­ξύ, η Μάρ­τα είναι σε θέση να δρα­πε­τεύ­σει προ­σω­ρι­νά για να προ­ω­θή­σει πλη­ρο­φο­ρί­ες σχε­τι­κά με τα στρα­τό­πε­δα σε έναν ραδιο­τη­λε­ο­πτι­κό σταθ­μό αντί­στα­σης. Όταν επι­στρέ­φει στο στρα­τό­πε­δο, βασα­νί­ζε­ται και στη συνέ­χεια κατα­δι­κά­ζε­ται σε θάνα­το με κρέ­μα­σμα. Ένας φυλα­κι­σμέ­νος ελευ­θε­ρώ­νει τους καρ­πούς της και της δίνει ένα μαχαί­ρι πριν πεθά­νει και λέει στο στρα­τό­πε­δο ότι οι Ρώσοι έρχο­νται και κόβει το πρό­σω­πο του ναζι­στή διοι­κη­τή που τη βασά­νι­σε. Προ­τού οι φρου­ροί μπο­ρέ­σουν να αντε­πι­τε­θούν, ακού­γο­νται αερο­πλά­να από πάνω και η Μάρ­τα συνει­δη­το­ποιεί ότι οι Ρώσοι ήρθαν να τους απελευθερώσουν.

  • Η ται­νία κέρ­δι­σε την Κρυ­στάλ­λι­νη Σφαί­ρα στο Διε­θνές Φεστι­βάλ Κινη­μα­το­γρά­φου του Καρ­λό­βι Βάρι το 1948
  • προ­τά­θη­κε για το Μεγά­λο Διε­θνές Βρα­βείο στο Διε­θνές Φεστι­βάλ Κινη­μα­το­γρά­φου της Βενε­τί­ας το 1948 και
  • για τα Βρα­βεία Βρε­τα­νι­κής Ακα­δη­μί­ας Κινη­μα­το­γρά­φου για την Καλύ­τε­ρη Ται­νία από Οποια­δή­πο­τε Πηγή το 1950.
  • Κυκλο­φό­ρη­σε στις ΗΠΑ με αγγλι­κούς υπό­τι­τλους από την Times Film Corporation το 1949 ως The Last Stop.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο