Ο ΦΟΒΟΣ
Ο φόβος κατοικεί στις πόλεις μας
Κατοικεί στις ψυχές μας
Κάνει κατάληψη σε ότι αγαπήσαμε
Ακυρώνει την ομορφιά της μέρας
Επικυρώνει την δική μας θνητότητα
Μηνύματα δύσκολα με βρίσκουν
Αξεδιάλυτα, παρανοϊκά, δύστυχα
Σπάζουν το χρόνο, τον δικό μας χρόνο
Σε χιλιάδες αστραφτερά κομμάτια καθρέφτη
Πικρές σκλήθρες που αιμορραγούν
Οι λέξεις κρύβονται στην πίσω πλευρά του νου
Δεν βρίσκω πια τις λέξεις που ήξερα
Λέξεις ήμερες χωρίς ιστορία
Από αυτές που γέμιζαν θύμισες
Αναμνήσεις γεμάτες από όνειρα
Πόσο είμαστε έτοιμοι για την αλήθεια
Την μη διαχειρίσιμη αλήθεια
Αυτή που παγώνει τη σκέψη
Κρύβομαι πίσω από ένα ψέμα
Θέλω ένα ζεστό ψέμα απόψε, έστω και μάταιο
Άγριες τάσεις φυγής για έναν ανέφικτο κόσμο
Ονειρικό, γεμάτον ήλιους και θάλασσες
Πασχαλιές ανθισμένες, παλιούς ελαιώνες
Δρόμους που αγαπήσαμε
Σοκάκια πνιγμένα στα γιασεμιά της θύμησης
Ας προχωρήσουμε μαζί μπροστά από τον φόβο
Ας αγκαλιάσουμε την ελπίδα
Ας βοηθήσουμε τον διπλανό μας
Ας πούμε μια χαρούμενη λέξη
Ας επανεκτιμήσουμε το γαλάζιο της θάλασσας
Δύσκολη Άνοιξη
Στις αυλές της Μεγάλης Τρίτης
Γλυσσίνες ευωδιάζουν κι ασβέστης
Δαίμονες μικροί παίζουν στις σκιές
Ένας δαίμονας κακός ξυπνά στις φυλλωσιές
Ο έρωτας μαζεύεται μέσ’ τα φουστάνια της Άνοιξης
Φλόγα η ψυχή χτυπά μέσα σε γεράνια υγρά
Δροσοσταλίδες μαργαριταρένιες
Δύσκολα σύμβολα οι κορώνες
Ξαφνικά δυσκολεύει η Άνοιξη
Αλλάζει η ζωή μας στο απόλυτο
Μάγισσες μικρές δοκιμάζουν βότανα
Νεράιδες ξεστολίζουν τα μαλλιά τους
Κοπέλες μελετούν παιγνίδια δύσκολα
Στον ήλιο χαϊδεύονται θλιμμένες οι πασχαλιές
Καμέλιες κόκκινες, μικρά ηράνθεμα !
Λαμπερές μέρες, αστροφώτιστες νύχτες
Ώρα πρώτη,
Αποπροσανατολίζεται ο πλανήτης
Πανηγύρια ανθισμένα της Άνοιξης
Θλιβερά φέτος, μοναχικά, ξένα
Ποτάμια συνεχίζουν να κυλούν ασταμάτητα
Ίμεροι κρύβονται στις φυλλωσιές
Κι ο θάνατος στήνει χορό στις πόλεις
Ανήσυχες νύμφες ρωτούν έκπληκτους Σάτυρους
Ώρα δεύτερη, άγνωστη η αλήθεια
Δεν υπάρχουν φιλιά να αλλάζονται στις ερημιές
Στις παραλίες λούζονται μοναχές οι Ναϊάδες !
Μικρές Δαφνούλες σεργιανίζουν στο ρυάκι
Κορμιά ζεστά. Χείλη φιλήδονα
Ρωτούν που πήγε η Άνοιξη
Η Φλώρα κολυμπάει στο νερό
Δροσοπέταλα του Απρίλη στα μαλλιά της
Κρύοι άνεμοι ψιθυρίζουν μυστικά στο δάσος
Στις λίμνες αναρωτιούνται ξωτικά
Ποιος έφερε το θανατικό στον κόσμο
Που πάνε οι ιέρειες της Άνοιξης
Ανθοστόλιστες αλλά κακόκεφες
Η Μυρσίνη, η Δάφνη, η Άκεσσα, η Γιασεμί
Ανέμελες στους ήλιους του μεσημεριού
Μάταιες ευχές στέλνουν για αμπέλια κι αλώνια
Για μόλους μικρούς, πλεούμενα καλοτάξιδα
Πληγωμένοι οι άνθρωποι
Στη δύσκολη η μοναξιά τους
μελετούν μάταια την κατάρα
Ιέρειες της Άνοιξης
Λεμονανθοί ανοίγουν στο άγγιγμά τους
Ερωτικοί μαΐστροι παίζουν στις φούστες τους
Μελωμένοι, ήσυχοι, θερμοί
(Ο έρωτας αλλάζει γειτονιά)
Άγνωστος ο προορισμός του κόσμου
Αγόρια ξαγρυπνούν ψάχνοντας ένα αύριο
Μυστηριακές οι νύχτες στο σύμπαν
Χυμένη μαγεία μέσα από κρινοδάχτυλα
Κρινοδάχτυλα που αιμορραγούν
Κύματα καταστροφικά μετρούν το χρόνο
Έρημα πέλαγα, θάλασσες ακαταμάχητες
Άνθισαν οι κερασιές φέτος ?
Πώς να ξορκίσω την ερημιά στο μπαλκόνι μου
Την ερημιά στην ψυχή μου
Πώς να σου μιλήσω φέτος Άνοιξη
Μ’ ένα παραλήρημα ή μ’ ένα στίχο
Πώς να σε χαιρετήσω
Με μια ελπίδα ή μ’ ένα δισκοπότηρο ?
Λουλούδια κερασιάς μου στέλνεις
Εικονικά, άοσμα
Θ’ ανθίσουν πάλι οι κερασιές μου λες
Κάνω δυό σκέψεις, κάνεις ένα όνειρο
Στις άκρες του νου ανθίζουν συναισθήματα
Μικροί έρωτες κρυφογελούν στις φυλλωσιές
Αγκάθια και πολλά ναυάγια
Ναι, βλέπω το χάρτη, τα τενάγη και τις ξέρες
Ώρα Τρίτη, ξαφνικά αχνοφαίνεται ο φάρος
Χαρούμενος, μικρός, ελπιδοφόρος