Γράφει ο Νίκος Μόττας //
«Ο Κουτσούμπας και οι άλλοι». Έτσι θα μπορούσε να τιτλοφορείται η χθεσινή τηλεμαχία των πολιτικών αρχηγών. Ένα debate που όπως οργανώθηκε εξ’ αρχής, με τις τυποποιημένες ερωταπαντήσεις, τους παράλληλους μονολόγους και τον αυστηρό χρονικό περιορισμό, δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια άχρωμη, άοσμη και, εν τέλει, αδιάφορη για το λαό διαδικασία.
Αποκομμένοι από τα λαϊκά συμφέροντα, ζώντας στο δικό τους αποστειρωμένο πολιτικά και κοινωνικά περιβάλλον, οι επικεφαλής των αστικών κομμάτων επιδόθηκαν σε μια ανούσια κούρσα για προκειμένου να αποδείξουν ποιός είναι ικανότερος διαχειριστής της εξουσίας που ευνοεί το κεφάλαιο σε βάρος των εργαζόμενων.
Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, με τον πολιτικό ελιτισμό που χαρακτηρίζει έναν καθαρόαιμο νεοφιλελεύθερο, υπεραμύνθηκε της βαρβαρότητας που εκφράζει η πολιτική της κυβέρνησής του. Δημοσιονομική πειθαρχία, ανακύκλωση της φτώχειας, αυξήσεις-κοροϊδία σε μισθούς, διάλυση δημόσιας Υγείας και Παιδείας, ιδιωτικοποιήσεις, δισεκατομμύρια για εξοπλισμούς του ΝΑΤΟ, προσήλωση στα συμφέροντα ΗΠΑ-ΕΕ, κλπ.
Ο Αλέξης Τσίπρας επιχείρησε να γυρίσει το ρολόϊ πίσω στο 2015, αυτοπαρουσιαζόμενος ξεδιάντροπα και πάλι ως πολιτικός «σωτήρας», λες και δεν υπήρξε ποτέ η τετραετία της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, της οποίας τα πεπραγμένα προσπάθησε να διαφημίσει ως… φιλολαϊκές κατακτήσεις! Όσο όμως κι’ αν παλεύει να εμφανίσει τον ΣΥΡΙΖΑ ως εναλλακτική λύση απέναντι στην κυβέρνηση της ΝΔ, αδυνατεί να κρύψει την στρατηγική σύγκλιση ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ στα θεμελιώδη πολιτικά ζητήματα.
Από την πλευρά του, η παρουσία του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ν. Ανδρουλάκη απέδειξε την ορθότητα της λαϊκής ρήσης, πως ο λύκος μπορεί να αλλάξει προβιά, ποτέ όμως τα χούγια του. Το ΠΑΣΟΚ μπορεί να έγινε ΚΙΝΑΛ και ξανά ΠΑΣΟΚ, να άλλαξε αρχηγούς, πρόσωπα, σύμβολα και να επανήλθε στον πράσινο ήλιο, αλλά στην ουσία της πολιτικής του παρέμεινε ίδιο και απαράλλαχτο: η γνωστή, αμαρτωλή σοσιαλδημοκρατία, έτοιμη ανά πάσα στιγμή να συμβάλλει στην σταθερότητα του αστικού πολιτικού συστήματος, εγκλωβίζοντας τη ριζοσπαστικοποίηση λαϊκών στρωμάτων…
Ο Κ. Βελόπουλος, με την άνεση ενός τηλεοπτικού έμπορα που διαφημίζει από κηραλοιφές έως επιστολές του Ιησού, ψάρεψε στα θολά νερά της ακροδεξιάς επιχειρώντας να εκμεταλλευτεί το κενό που άφησε η Χρυσή Αυγή και το φασιστικό μόρφωμα Κασιδιάρη.
Όσο για τον Γ. Βαρουφάκη, οι παρεμβάσεις του επιβεβαίωσαν το ρόλο ΜεΡΑ25 ως κόμματος ταγμένου στην θωράκιση της καπιταλιστικής οικονομίας, με φόντο τα εναλλακτικά νομίσματα, την «πράσινη ανάπτυξη» και τις… «πλωτές ανεμογεννήτριες». Δημιουργική ασάφεια και «ρήξη» μόνο στα λόγια…
Μοναδική όαση, χωρίς καμία υπερβολή, στην τηλεμαχία των αρχηγών αποτέλεσε ο λόγος του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα. Και αυτό διότι ήταν ο μόνος εκ των παρισταμένων που έβαλε στο τραπέζι της συζήτησης τα συμφέροντα των εργαζόμενων και του λαού.
Αυτήν την φορά, κάθε καλόπιστος άνθρωπος μπόρεσε να διακρίνει ποιος μιλά «ξύλινη γλώσσα» και ποιος μιλά τη γλώσσα της καθημερινότητας, του εργαζόμενου, του χαμηλοσυνταξιούχου, του άνεργου, του φοιτητή.
Στο χθεσινό ντιμπέιτ ήταν ο Κουτσούμπας και όλοι οι άλλοι, επιβεβαιώνοντας έτσι αυτό που ισχύει και στην πολιτική ζωή της χώρας: Δεκάδες κόμματα, δύο μόνο πολιτικές. Από τη μια το ΚΚΕ και από την άλλη όλοι οι άλλοι. Με αυτό κατά νου, οι εργαζόμενοι, η νεολαία, ο λαός πρέπει να πάει να ψηφίσει στις 21 Μάη.
Νίκος Μόττας Γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου, πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι και το Τελ Αβίβ και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών ακαδημαϊκών τίτλων στις Διπλωματικές Σπουδές (Etudes Diplomatiques) και την Δημόσια Διοίκηση (Public Policy). Είναι αρχισυντάκτης του ηλεκτρονικού περιοδικού «Ατέχνως» στο οποίο αρθρογραφεί από το 2015. Είναι ιδρυτής και διαχειριστής του αγγλόφωνου ενημερωτικού ιστότοπου «In Defense of Communism» ενώ άρθρα και μελέτες του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνικά και ξένα μέσα ενημέρωσης. Είναι συγγραφέας των βιβλίων «Ναι, αλλά ο Στάλιν» και «Τσε Γκεβάρα, πρεσβευτής της Επανάστασης», που κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Ατέχνως.