Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΛΔΓ — Ένας απολογισμός

Συνέ­ντευ­ξη στον Anton Saefkow //

Σήμε­ρα δημο­σιεύ­ου­με το τρί­το και τελευ­ταίο μέρος της συνέ­ντευ­ξης που παρα­χώ­ρη­σε στο συνερ­γά­τη μας, Anton Saefkow, o Victor Grossman (ή Στέ­φεν Βέχ­σλερ), ο Αμε­ρι­κά­νος που δρα­πέ­τευ­σε στο Ανα­το­λι­κό Βερο­λί­νο και κατέ­γρα­ψε τις ανα­μνή­σεις του στο βιβλίο “Crossing the river”. Μπο­ρεί­τε να θυμη­θεί­τε στους παρα­κά­τω συν­δέ­σμους το πρώ­το και το δεύ­τε­ρο μέρος της συνέ­ντευ­ξης. Σημειώ­νου­με γι’ ακό­μη μια φορά πως οι από­ψεις του συνε­ντευ­ξια­ζό­με­νου, ιδιαί­τε­ρα όσον αφο­ρά τη σημε­ρι­νή πολι­τι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα στη Γερ­μα­νία, απη­χούν τις προ­σω­πι­κές του απόψεις.

Πρoτού επι­στρέ­ψου­με στη ζωή σου στην DDR, ήθε­λα να σε ρωτή­σω το εξής: Κυκλο­φο­ρεί και μια αμε­ρι­κά­νι­κη έκδο­ση του βιβλί­ου σου. Μάλι­στα αυτή είναι η πρώ­τη που κυκλο­φό­ρη­σε, μερι­κά χρό­νια πριν. Το περιε­χό­με­νο αυτής της έκδο­σης και της γερ­μα­νι­κής είναι ίδια; Σε τι δια­φέ­ρουν; Και πόσο εύκο­λη στά­θη­κε η έκδο­ση των βιβλί­ων αυτών;

Για την αμε­ρι­κά­νι­κη έκδο­ση χρειά­στη­κε να ψάξω πολύ μέχρι να πετύ­χω κάποιον πρό­θυ­μο εκδό­τη. Δεν ήταν εύκο­λο, αφού την ανα­ζή­τη­ση εκδό­τη την έκα­να δια­μέ­νο­ντας στη Γερ­μα­νία, ενώ στις ΗΠΑ είχα ελά­χι­στες επα­φές. Όταν τελι­κά βρή­κα τις Πανε­πι­στη­μια­κές Εκδό­σεις της Μασ­σα­χου­σέ­της, επέ­με­ναν να κοπούν αρκε­τά απο­σπά­σμα­τα και να προ­στε­θεί μια εισα­γω­γή-σχο­λια­σμός ενός «ειδι­κού». Εν τέλει δέχθη­κα και ο καθη­γη­τής που ανέ­λα­βε τα παρα­πά­νω ‑καλός τύπος και φίλος μου πλέ­ον- χρειά­στη­κε για πάνω από έναν χρό­νο να περι­κό­πτει ύλη, να γρά­ψει ένα δικό του κεί­με­νο και να προ­σθέ­σει σε αυτό μια βιβλιο­γρα­φία· αχρεί­α­στα πράγ­μα­τα κατ’ εμέ, αλλά πιθα­νώς απα­ραί­τη­τα προ­κει­μέ­νου να μπο­ρεί να βγει το βιβλίο ως πανε­πι­στη­μια­κή έκδο­ση και να έχει την απα­ραί­τη­τη πολι­τι­κή κάλυ­ψη ενός πανε­πι­στη­μια­κού. Σε κάθε περί­πτω­ση τους είμαι ευγνώ­μων, η έκδο­ση εκτός των άλλων έχει κι ωραία όψη. Βέβαια δεν μπο­ρού­σαν να κάνουν και πολ­λά για να προ­ω­θη­θεί σ’ ένα ευρύ­τε­ρο κοι­νό. Το βιβλίο ουσια­στι­κά δεν ανα­φέρ­θη­κε καθό­λου στον τύπο, πέρα από λίγες εξαι­ρέ­σεις δικών μου προ­σω­πι­κών επαφών.

Στη Γερ­μα­νία είχα άλλα προ­βλή­μα­τα. Από τους λίγους αρι­στε­ρούς εκδο­τι­κούς οίκους, κανέ­νας δε μπο­ρού­σε ν’ ανα­λά­βει τα έξο­δα της μετά­φρα­σης. Ευτυ­χώς βρέ­θη­κε κάποια στιγ­μή ένας φοι­τη­τής, που προ­σφέρ­θη­κε να κάνει τη μετά­φρα­ση δωρε­άν. Δού­λε­ψε σκλη­ρά και γρή­γο­ρα, χρη­σι­μο­ποιού­σε όμως άλλη γλώσ­σα από τη δική μου. Έτσι έπρε­πε να ξανα­γρά­φω σχε­δόν τα πάντα, καμιά φορά επει­δή έβγαι­νε λάθος πολι­τι­κό νόη­μα. Έπει­τα ανέ­λα­βε ο γιος μου να διορ­θώ­σει τα ορθο­γρα­φι­κά και άλλα λάθη, που ακό­μη και σήμε­ρα έχει ο γρα­πτός λόγος μου στα γερ­μα­νι­κά. Τέλος, βρή­κα­με τον εκδό­τη, ο οποί­ος κινεί­ται μάλι­στα αρι­στε­ρά του DIE LINKE. Αφού διά­βα­σε το κεί­με­νο πρό­τει­νε να το αφή­σου­με ως έχει, χωρίς να κόψου­με τίπο­τα. Βέβαια έτσι το βιβλίο βγή­κε μεγα­λύ­τε­ρο και πιο ακρι­βό. Του είμαι όμως υπό­χρε­ος γι αυτό. Και στη Γερ­μα­νία δεν είναι πως το βιβλίο ακού­στη­κε ιδιαί­τε­ρα. Αλλά του­λά­χι­στον κατα­φέ­ρα­με να κυκλοφορήσει…

«Ένας (παγκό­σμιος) χάρ­της γεμά­τος σβά­στι­κες» (1)! Πες μας λίγα πράγ­μα­τα για την αγγλό­φω­νη εφη­με­ρί­δα της DDR στην οποία δού­λε­ψες, την “Democratic German Report” και τις απο­κα­λύ­ψεις σας σχε­τι­κά με Ναζί αξιω­μα­τού­χους στον κρα­τι­κό μηχα­νι­σμό της Δυτι­κής Γερ­μα­νί­ας (ΟΔΓ). Πώς αντι­με­τω­πί­στη­κε από την άλλη η «απο­να­ζι­στι­κο­ποί­η­ση» στο σοβιε­τι­κό τομέα κι έπει­τα στην DDR;

Λίγο και­ρό μετά την άφι­ξή μου στο Βερο­λί­νο ξεκί­νη­σα να δου­λεύω σε μια αγγλό­φω­νη εφη­με­ρί­δα, την «Democratic German Report», που εκδί­δο­νταν με οχτώ σελί­δες κάθε δεκα­πεν­θή­με­ρο. Χρη­μα­το­δο­τού­νταν από τη κυβέρ­νη­ση της DDR και κυρί­ως ενη­μέ­ρω­νε για τις εξε­λί­ξεις στη χώρα· σαφώς θετι­κά, ποτέ όμως με παχιές κου­βέ­ντες και πολυ­χρη­σι­μο­ποι­η­μέ­να τσι­τά­τα, αλλά με χιού­μορ, μια δόση αυτο­σαρ­κα­σμού και χρη­σι­μο­ποιώ­ντας κατάλ­λη­λα απο­φθέγ­μα­τα πολι­τι­κών των καπι­τα­λι­στι­κών χωρών. Όλα αυτά ήταν εφι­κτά, επει­δή το «αφε­ντι­κό» ‑ο Άγγλος John Peet- ήταν ένας εξαι­ρε­τι­κός κι έμπει­ρος δημο­σιο­γρά­φος, σημαί­νων αντα­πο­κρι­τής του Reuters παλιό­τε­ρα (και μαχη­τής των Διε­θνών Ταξιαρ­χιών στον ισπα­νι­κό εμφύ­λιο, όπου είχε τραυ­μα­τι­στεί εις διπλούν στη μάχη του Έβρου).

Ανά­με­σα στα κύρια καθή­κο­ντά μας ήταν ν’ απο­δει­κνύ­ου­με με στοι­χεία πως εκεί­νη τη περί­ο­δο (1959–1963 ήμουν στην εφη­με­ρί­δα) η δυτι­κο­γερ­μα­νι­κή κοι­νω­νία πρα­κτι­κά κυριαρ­χού­νταν από παλιούς Ναζί· πολ­λοί υπουρ­γοί, σχε­δόν όλοι οι στρα­τη­γοί των Ενό­πλων Δυνά­με­ων (με κάποιους από αυτούς να έχουν δια­πρά­ξει κι εγκλή­μα­τα πολέ­μου σε άλλες χώρες, όπως στην Ελλά­δα), σχε­δόν το σύνο­λο του διπλω­μα­τι­κού σώμα­τος, ανώ­τα­τοι δικα­στές, εισαγ­γε­λείς, αξιω­μα­τι­κοί της αστυ­νο­μί­ας, ακα­δη­μαϊ­κοί, δημο­σιο­γρά­φοι, δάσκα­λοι κ.ά. Μέσω της μικρής εφη­με­ρί­δας μας απο­κα­λύ­πτα­με στοι­χεία γι αρκε­τούς από αυτούς σε μέλη του αγγλι­κού κοι­νο­βου­λί­ου ‑προ­σπα­θού­σα­με όλοι οι βου­λευ­τές του αγγλι­κού κοι­νο­βου­λί­ου να είναι συν­δρο­μη­τές μας- και σε αγγλό­φω­νους δημο­σιο­γρά­φους σε όλο τον κόσμο· κάθε τόσο υπό την πίε­ση των απο­κα­λύ­ψε­ων, η ΟΔΓ ανα­γκα­ζό­ταν ν’ απο­πέμ­ψει τους χει­ρό­τε­ρους από αυτούς, παρ’ ότι οι περισ­σό­τε­ροι βέβαια παρέ­μει­ναν στις θέσεις τους.

Αντί­θε­τα, στην DDR ουσια­στι­κά το σύνο­λο των Ναζί είχε απο­μα­κρυν­θεί από τις θέσεις που κατεί­χε προ­πο­λε­μι­κά, όπως λ.χ. δάσκα­λοι, δικα­στές, αστυ­νο­μι­κοί και διπλω­μά­τες – αν και οι χει­ρό­τε­ροι από αυτούς έτσι κι αλλιώς το είχα­νε σκά­σει μόνοι τους προς τη Δύση για ν’ απο­φύ­γου­νε το Κόκ­κι­νο Στρα­τό. Οι μόνοι που παρέ­μει­ναν στις θέσεις τους ήταν κάποιοι που κατά τον πόλε­μο είχαν βρε­θεί αιχ­μά­λω­τοι του Κόκ­κι­νου Στρα­τού και μέσα από τη στά­ση τους είχαν απο­δεί­ξει στη πρά­ξη τη μετα­μέ­λειά τους ή την αντι­φα­σι­στι­κή τους συνεί­δη­ση. Το όλο πνεύ­μα της DDR ήταν αντι­φα­σι­στι­κό – ιδιαί­τε­ρα σε τομείς όπως ο κινη­μα­το­γρά­φος, η λογο­τε­χνία, το θέα­τρο και την εικα­στι­κή τέχνη. Η ναζι­στι­κή ιδε­ο­λο­γία και ο ρατσι­σμός κι εδώ βέβαια δεν εξα­φα­νί­στη­καν ποτέ εντε­λώς, δημό­σια όμως δε μπο­ρού­σαν να βρουν χώρο έκφρα­σης και όπου υπήρ­χαν παρέ­με­ναν στην αφάνεια.

Σε αντί­θε­ση με την ΟΔΓ, εδώ δεν παι­νευό­τα­νε η ναζι­στι­κή Βέρ­μαχτ αλλά γιορ­τα­ζό­τα­νε η ήττα της· οι «χαμέ­νες γερ­μα­νι­κές περιο­χές» στην ανα­το­λή, ιδιαί­τε­ρα στην Πολω­νία, μόνο από την DDR θεω­ρού­νταν τελειω­μέ­νη υπό­θε­ση· η σχο­λι­κή εκπαί­δευ­ση δε περι­λάμ­βα­νε καμία εθνι­κι­στι­κή ανα­φο­ρά και προ­σπα­θού­σε να καλ­λιερ­γή­σει κι αυτή τον αντιφασισμό. 

Βέβαια, σε αυτή τη δια­δι­κα­σία συχνά τα πράγ­μα­τα παρου­σιά­ζο­νταν υπε­ρα­πλου­στευ­μέ­να, ως ένα δίπο­λο της «σοσια­λι­στι­κής Ανα­το­λής» απέ­να­ντι στη «καπι­τα­λι­στι­κή Δύση» που εξέ­φρα­ζαν το «καλό» και το «κακό» αντί­στοι­χα. Έτσι από αρκε­τούς εκπαι­δευ­τι­κούς, η συζή­τη­ση για τα προ­βλή­μα­τα της ίδιας της DDR απο­φεύ­γο­νταν και θεω­ρού­νταν ταμπού. Κάτι τέτοιο έκα­νε συχνά τους μαθη­τές να υπο­κρί­νο­νται και απλά να λένε μέσα στη τάξη αυτό που ήθε­λαν ν’ ακού­σουν οι δάσκα­λοί τους. Και κάποιοι από αυτούς, συνή­θως όσων ο οικο­γε­νεια­κός περί­γυ­ρος ήταν «υπέρ­μα­χος της Δύσης», ανέ­πτυσ­σαν μια αντί­δρα­ση απέ­να­ντι σε οτι­δή­πο­τε ακού­γα­νε στο σχο­λείο, δηλ. εκτός από κάποιες υπε­ρα­πλου­στευ­μέ­νες ερμη­νεί­ες και απέ­να­ντι σε πολύ σωστά και σημα­ντι­κά πράγματα.

«Παρό­τι πικρό και σκλη­ρό, το τεί­χος ήταν μια ανα­γκαία προ­σπά­θεια διά­σω­σης», ανα­φέ­ρεις στο βιβλίο. Αν και κατοι­κείς από τις μέρες εκεί­νες στο Βερο­λί­νο, παρα­μέ­νεις και σήμε­ρα της ίδιας άπο­ψης. Μπο­ρείς να μας σκια­γρα­φή­σεις λίγο τη κατά­στα­ση και την έντα­ση των προ­βλη­μά­των, που οδή­γη­σαν την ηγε­σία της DDR στην από­φα­ση ανέ­γερ­σης του τεί­χους; Τι επι­διω­κό­ταν με αυτή την απόφαση;

Κατά τη γνώ­μη σου, τι πήγε στρα­βά στην DDR, ώστε να φτά­σου­με στα γεγο­νό­τα του 1989; Πώς μπο­ρού­σαν να είχαν αντι­με­τω­πι­στεί δια­φο­ρε­τι­κά αυτά τα ζητήματα;

Εδώ έπαι­ζε ξανά η ψυχο­λο­γία της «πολιορ­κη­μέ­νης πόλης» το ρόλο της· μόνο που στη συγκε­κρι­μέ­νη περί­πτω­ση η DDR πράγ­μα­τι πολιορ­κού­νταν και απει­λού­νταν, από τη πρώ­τη μέχρι τη τελευ­ταία μέρα ύπαρ­ξής της. Δεν ήταν απλά το μικρό­τε­ρο κομ­μά­τι της Γερ­μα­νί­ας, αλλά και το φτω­χό­τε­ρο, τόσο σε πρώ­τες ύλες ‑εκτός των απο­θε­μά­των λιγνί­τη και ποτάσας‑, όσο και σε βιο­μη­χα­νι­κή υπο­δο­μή, έχο­ντας λ.χ. ελά­χι­στες μονά­δες παρα­γω­γής σιδή­ρου και χάλυ­βα, ναυ­πη­γεία ή μονά­δες παρα­γω­γής αγρο­τι­κών μηχα­νη­μά­των στα εδά­φη της. Επι­πλέ­ον, μεγά­λο κομ­μά­τι των υπο­δο­μών είχε κατα­στρα­φεί στο πόλε­μο. Ήταν λοι­πόν πάρα πολ­λά που έπρε­πε να στη­θούν πρα­κτι­κά από το μηδέν. Όμως αντί­θε­τα με τις ΗΠΑ, που με το σχέ­διο Μάρ­σαλ στή­ρι­ζαν γεν­ναιό­δω­ρα οικο­νο­μι­κά την ΟΔΓ στην ανοι­κο­δό­μη­σή της, η ΕΣΣΔ είχε η ίδια μεγά­λη ανά­γκη από οικο­νο­μι­κές και υλι­κές επα­νορ­θώ­σεις, προ­κει­μέ­νου να στα­θεί γρή­γο­ρα στα πόδια της. Σ’ εκεί­νη τη φάση ήταν πολύ περιο­ρι­σμέ­νη η βοή­θεια που μπο­ρού­σε να δώσει· την ίδια στιγ­μή, η DDR κατέ­βα­λε πάνω από το 90% του συνό­λου των γερ­μα­νι­κών απο­ζη­μιώ­σε­ων (2)!

Επι­πλέ­ον, η πλειο­ψη­φία του ειδι­κευ­μέ­νου εργα­τι­κού δυνα­μι­κού (μηχα­νι­κοί, τεχνι­κοί κ.ά.) μάλ­λον ήταν υπέρ­μα­χοι των Ναζί, οπό­τε πολύ γρή­γο­ρα έφυ­γαν για την ΟΔΓ, παίρ­νο­ντας μαζί τους σε αρκε­τές περι­πτώ­σεις και τα σχέ­δια των έργων που ήταν στην ευθύ­νη τους. Επο­μέ­νως η DDR είχε να ξεπε­ρά­σει πολύ μεγά­λες δυσκο­λί­ες. Κι όμως, κατά­φε­ρε εντυ­πω­σια­κά γρή­γο­ρα να οικο­δο­μή­σει μια δυνα­τή οικο­νο­μία, απο­κτώ­ντας και τη δυνα­τό­τη­τα γι αρκε­τές εξα­γω­γές. Με την παρα­γω­γή κατα­να­λω­τι­κών αγα­θών όμως τα πράγ­μα­τα ανα­πτύσ­σο­νταν πιο αργά, αφού τα υπό­λοι­πα είχαν από­λυ­τη προ­τε­ραιό­τη­τα. Σ’ αυτό τον τομέα η ΟΔΓ κατά­φε­ρε μετά από λίγα χρό­νια να προ­πο­ρεύ­ε­ται, με την DDR ποτέ να μην κατα­φέρ­νει να την αντα­γω­νι­στεί. Το συγκε­κρι­μέ­νο γεγο­νός ήτα­νε που πρό­βα­λε συνε­χώς η τηλε­ό­ρα­ση και όλα τα ΜΜΕ της ΟΔΓ, ιδιαί­τε­ρα στις δια­φη­μί­σεις και τα ωραία αυτοκίνητα.

Εκεί που υπερ­τε­ρού­σε η DDR ήταν οι συν­θή­κες δουλειάς/ζωής, πρω­τί­στως των γυναι­κών ‑με εξι­σω­μέ­νους μισθούς, φρο­ντί­δα των παι­διών, βρε­φο­νη­πια­κούς σταθ­μούς κ.ά. σχε­δόν δωρεάν‑, αλλά σε μεγά­λο βαθ­μό και όλων των εργα­ζό­με­νων μαζών: Σχε­δόν δωρε­άν δια­κο­πές, ιατρι­κή φρο­ντί­δα, που παρέ­χο­νταν κι εντός των επι­χει­ρή­σε­ων, έλλει­ψη ανα­σφά­λειας και φόβου προς τους «ανω­τέ­ρους», έλλει­ψη φόβου από­λυ­σης, έξω­σης κτλ. Πάντα υπήρ­χε έλλει­ψη εργα­τι­κών χεριών. Το ενοί­κιο συνή­θως ήταν κάτω από 5% του μισθού, οι μετα­κι­νή­σεις πρα­κτι­κά ήταν δωρε­άν, οι τιμές στα βασι­κά αγα­θά σε φούρ­νους, μανά­βι­κα, κρε­ο­πω­λεία και κατα­στή­μα­τα γαλα­κτο­κο­μι­κών έμε­ναν στα­θε­ρές και εξαι­ρε­τι­κά χαμη­λές. Αλλά στα πιο εξε­ζη­τη­μέ­να κι όμορ­φα κατα­να­λω­τι­κά αγα­θά πάντα η DDR υπο­λει­πό­ταν της ΟΔΓ. Και τσι­τά­τα ή ανα­φο­ρές στη τηλε­ό­ρα­ση και τα ΜΜΕ που προ­σπα­θού­σαν να πεί­σουν για το αντί­θε­το ο κόσμος απλά τα βαριό­ταν ή τον εκνεύ­ρι­ζαν. Η ΟΔΓ μόνι­μα προ­σπα­θού­σε να προ­σελ­κύ­σει το επιστημονικό/τεχνικό δυνα­μι­κό της DDR (ιατρούς, οδο­ντιά­τρους, μηχα­νι­κούς, ερευ­νη­τές κ.ά.), τάζο­ντάς του απο­λα­βές που η DDR ‑όπου η ψαλί­δα μετα­ξύ χαμη­λών και υψη­λό­τε­ρων αμοι­βών ήταν πολύ μικρό­τε­ρη- αντι­κει­με­νι­κά δε μπο­ρού­σε να δώσει.

Είναι κι αυτός από τους βασι­κούς λόγους που κάνα­νε ανα­γκαίο το χτί­σι­μο του τεί­χους, αφού αλλιώς η DDR μπο­ρεί να είχε στα­μα­τή­σει να υπάρ­χει από το 1961. Οι αστοί πολι­τι­κοί της ΟΔΓ περί­με­ναν οποια­δή­πο­τε κρί­ση και κατάλ­λη­λη αφορ­μή, ώστε να προκαλέσουν/στηρίξουν «λαϊ­κές εξε­γέρ­σεις», όπως του Ιού­νη του 1953. Ακό­μη και μέσα στο 1961 υπήρ­ξε στιγ­μή που ΗΠΑ και ΕΣΣΔ –ήδη πυρη­νι­κές δυνά­μεις και οι δύο- βρέ­θη­καν στο Βερο­λί­νο με το χέρι στη σκαν­δά­λη, ελά­χι­στα μέτρα μακριά η μία από την άλλη. Λεγό­ταν τότε πως ο πρό­ε­δρος Κένε­ντι είχε εκφρα­στεί περί­που έτσι σχε­τι­κά με το τεί­χος: «Σίγου­ρα δεν είναι ωραίο, αλλά ένα τεί­χος είναι προ­τι­μό­τε­ρο από έναν πόλεμο».

Τη δεκα­ε­τία του 1980 τα κρα­τι­κά έξο­δα εκτο­ξεύ­τη­καν: Μπή­κε σε εφαρ­μο­γή ένα πολύ μεγά­λο πρό­γραμ­μα ανέ­γερ­σης σύγ­χρο­νων και άνε­των εργα­τι­κών κατοι­κιών, επεν­δύ­θη­καν μεγά­λα ποσά στην ανά­πτυ­ξη βιο­μη­χα­νί­ας ηλε­κτρο­νι­κών κυκλω­μά­των και υπο­λο­γι­στών ‑σε μια προ­σπά­θεια αντα­γω­νι­σμού των μονο­πω­λί­ων του χώρου όπως τη Sony και την IBM- και ταυ­τό­χρο­να χρεια­ζό­ταν να εκσυγ­χρο­νι­στούν οι ένο­πλες δυνά­μεις, αφού η ΟΔΓ είχε γίνει ξανά μια καλά εξο­πλι­σμέ­νη και απει­λη­τι­κή στρα­τιω­τι­κή δύνα­μη. Όλα αυτά ήταν στη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα πέρα από τις δυνα­τό­τη­τες της DDR, η οποία όμως δεν ήθε­λε ν’ ανοί­ξει καμία συζή­τη­ση περιο­ρι­σμού λ.χ. κοι­νω­νι­κών παρο­χών, εξοι­κο­νο­μώ­ντας χρή­μα­τα από εκεί· έτσι εντά­θη­καν προ­βλή­μα­τα στην οικο­νο­μία και κρα­τι­κά χρέη. Την ίδια ώρα η ηγε­σία του Ενιαί­ου Σοσια­λι­στι­κού Κόμ­μα­τος Γερ­μα­νί­ας φάνη­κε να έχει χάσει την επα­φή της με μεγά­λα κομ­μά­τια του πλη­θυ­σμού· δεν ήταν σε θέση να μιλή­σει ανοι­χτά και αντι­κει­με­νι­κά για τα προ­βλή­μα­τα, να εμπι­στευ­τεί τον κόσμο, πράγ­μα που άρχι­σε να λει­τουρ­γεί κι αντί­στρο­φα. Όλα αυτά, κυρί­ως όμως η ατε­λεί­ω­τη και πολυ­ε­πί­πε­δη δυτι­κο­γερ­μα­νι­κή προ­πα­γάν­δα για τον επί­γειο κατα­να­λω­τι­κό παρά­δει­σο που θα έφερ­νε το δυτι­κό Μάρ­κο, οδή­γη­σε στη πτώ­ση της DDR.

Ostalgie“ (3). Μια απλή μόδα ή κάτι παρα­πά­νω; Πώς βλέ­πει ο κόσμος στην ανα­το­λι­κή Γερ­μα­νία σήμε­ρα τις ανα­τρο­πές του 1989–1990 και την «ελευ­θε­ρία» που τις ακολούθησε;

Μόνο εκ των υστέ­ρων κατά­λα­βαν πολ­λοί, πως το δυτι­κό Μάρ­κο κι έπει­τα το Ευρώ, δεν απο­τε­λού­σε εγγύ­η­ση απέ­να­ντι στην ανερ­γία, τις εξώ­σεις από κατοι­κί­ες ‑το ενοί­κιο των οποί­ων πολλαπλασιάστηκε‑, τις ακρι­βές μετα­κι­νή­σεις και τα κόστη για υγεία/πρόνοια. Αφού πλέ­ον δεν υπήρ­χε και αντί­πα­λο δέος στ’ ανα­το­λι­κά, χρό­νο με το χρό­νο οι καπι­τα­λι­στές γίνο­νταν πιο αμείλικτοι. 

Ακό­μη κι αν οι περισ­σό­τε­ροι πλέ­ον τα κου­τσο­βο­λεύ­ου­νε, ξεπερ­νώ­ντας το αρχι­κό σοκ του κατα­στρο­φι­κού μαζι­κού κλει­σί­μα­τος βιο­μη­χα­νιών & επι­χει­ρή­σε­ων στις αρχές του 1990, βρί­σκουν σχε­δόν μόνο επι­σφα­λείς θέσεις εργα­σί­ας, διάρ­κειας κάποιων μηνών, εβδο­μά­δων, ακό­μη και ημε­ρών ή ωρών. Με τέτοια αβε­βαιό­τη­τα και αστά­θεια έχει γίνει πολύ πιο δύσκο­λο να οργα­νω­θεί και η όποια αντί­στα­ση, όπως απερ­γί­ες. Μέρος της εργα­τι­κής τάξης είναι ακό­μη σε θέση ν’ απαι­τεί και να πετυ­χαί­νει καλύ­τε­ρες απο­λα­βές και συν­θή­κες εργα­σί­ας, σ’ ένα βαθ­μό και λόγω των πολ­λών εξα­γω­γών που πετυ­χαί­νει η Γερ­μα­νία σε βάρος άλλων χωρών. Επι­πλέ­ον, πολ­λά συν­δι­κά­τα είναι στε­νά συν­δε­δε­μέ­να με το σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κό SPD, το οποίο συγκυ­βερ­νά με το CDU. Τόσο αυτό όσο και το κόμ­μα των Πρα­σί­νων έχουν απο­δεί­ξει πως η πολι­τι­κή τους περισ­σό­τε­ρο βλά­πτει παρά βοη­θά τους εργα­ζό­με­νους και τα λαϊ­κά στρώ­μα­τα. Μένει ν’ απο­δει­χθεί αν το DIE LINKE και άλλες αρι­στε­ρές αντι­πο­λι­τευό­με­νες φωνές ‑όπως το DKP- θα κατα­φέ­ρουν να μεγα­λώ­σουν την επιρ­ροή τους μέσα σε αυτές τις εξε­λί­ξεις. Μέχρι στιγ­μής πάντως το προ­σφυ­γι­κό ρεύ­μα του τελευ­ταί­ου χρό­νου φαί­νε­ται δυστυ­χώς να στρέ­φει πολύ κόσμο, ιδιαί­τε­ρα από την εργα­τι­κή τάξη, σε ρατσι­στι­κή κατεύθυνση.

Σ’ ό,τι αφο­ρά εμέ­να προ­σω­πι­κά: Έβλε­πα με τα χρό­νια τα προ­βλή­μα­τα στην DDR να μεγα­λώ­νουν. Αφε­νός έλε­γα τη γνώ­μη μου όταν έβλε­πα κάτι άσχη­μο να συμ­βαί­νει· αφε­τέ­ρου προ­σπα­θού­σα να εξη­γώ στο περί­γυ­ρό μου ότι παρά τα προ­βλή­μα­τα, λάθη, κάποιες πραγ­μα­τι­κά χαζές απο­φά­σεις ή πολύ σκλη­ρές αντι­δρά­σεις που προ­κύ­πτα­νε κατά και­ρούς, ο σοσια­λι­σμός ήταν ένα πραγ­μα­τι­κά μεγά­λο βήμα προ­ό­δου, για το οποίο άξι­ζε ν’ αγω­νι­ζό­μα­στε. Γι αυτό και ήμουν κάτι παρα­πά­νω από λυπη­μέ­νος όταν στα­μά­τη­σε να υφί­στα­ται η DDR και όλοι επι­χει­ρη­μα­τι­κοί όμι­λοι που είχαν βάψει τα χέρια τους με αίμα στο Β’ ΠΠ, όπως οι Krupp, Siemens, Bayer, BASF ή η Deutsche Bank μπό­ρε­σαν ν’ απλώ­σουν ξανά τα δίχτυα της κυριαρ­χί­ας τους στην ανα­το­λι­κή Γερ­μα­νία, αργό­τε­ρα ακό­μη πιο ανατολικά.

Ακό­μη περισ­σό­τε­ρο, όταν η ενω­μέ­νη πλέ­ον Γερ­μα­νία ξεκί­νη­σε ξανά τις πολε­μι­κές επεμ­βά­σεις, την απο­στο­λή στρα­τιω­τών σε όλο το κόσμο: Ξεκι­νώ­ντας από τη Σερ­βία και το Αφγα­νι­στάν, φτά­νο­ντας σήμε­ρα –πάλι στα πλαί­σια του ΝΑΤΟ- να ετοι­μά­ζε­ται ν’ απο­στεί­λει στρα­τό, πιλό­τους και πολε­μι­κά πλοία στη Πολω­νία, τη Μαύ­ρη Θάλασ­σα και την Εσθο­νία· όχι μακριά δηλα­δή από την Αγία Πετρού­πο­λη, όπου ο γερ­μα­νι­κός στρα­τός εισέ­βαλ­λε πριν από 75 χρόνια…

Η πλειο­ψη­φία των Γερ­μα­νών είναι ενά­ντια σε κάθε πολε­μι­κή εμπλο­κή της χώρας, στην Εσθο­νία, στην Ουκρα­νία ή οπου­δή­πο­τε αλλού. Μένει να φανεί αν τα αντι­πο­λε­μι­κά τους αισθή­μα­τα μπο­ρούν να εκφρα­στούν και ως κίνη­μα – μαζί και με ανθρώ­πους άλλων χωρών. Και δεν είναι λίγοι, του­λά­χι­στον στην ανα­το­λι­κή Γερ­μα­νία, αυτοί που πράγ­μα­τι σκέ­φτο­νται το παρελ­θόν: Επι­στρο­φή στην DDR με τα προ­βλή­μα­τα που κι εκεί­νη είχε δεν επι­θυ­μεί η πλειο­ψη­φία από αυτούς· όμως όλα τα βασι­κά δικαιώ­μα­τα που είχαν εξα­σφα­λι­σμέ­να τότε, κυρί­ως τη σιγου­ριά στην εργα­σία, τη κατοι­κία, την ιατρι­κή φρο­ντί­δα, τις γυναι­κεί­ες κατα­κτή­σεις, αλλά και τη φιλι­κό­τη­τα και την αλλη­λεγ­γύη που χαρα­κτή­ρι­ζαν τις ανθρώ­πι­νες σχέ­σεις, αυτά οι περισ­σό­τε­ροι θα τα ήθε­λαν ξανά.

Θέλω να πω πως μια πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, όπου οι ήδη πάμπλου­τοι συγκε­ντρώ­νουν ακό­μη περισ­σό­τε­ρο πλού­το, κατα­δι­κά­ζο­ντας ταυ­τό­χρο­να δισε­κα­τομ­μύ­ρια ανθρώ­πων στην ανα­σφά­λεια και τη φτώ­χεια, ανα­γκα­στι­κά κάποια στιγ­μή θα οδη­γή­σει στην ανα­ζή­τη­ση ριζι­κά δια­φο­ρε­τι­κών λύσε­ων – φέρ­νο­ντας και τη βασι­κή ιδέα που υπήρ­χε πίσω από την DDR ξανά στο προ­σκή­νιο. Όσο έχω τις δυνά­μεις θα συμ­με­τέ­χω σ’ αυτή τη προσπάθεια.

Σημειώ­σεις

(1) Τίτλος κεφα­λαί­ου στο γερ­μα­νό­γλωσ­σο βιβλίο του συγ­γρα­φέα. Στα πλαί­σια των απο­κα­λύ­ψε­ών της για ναζί αξιω­μα­τού­χους στην ΟΔΓ, η εφη­με­ρί­δα «Democratic German Report» κάποια στιγ­μή δημο­σί­ευ­σε έναν παγκό­σμιο χάρ­τη, με μία σβά­στι­κα πάνω σε κάθε χώρα, όπου ο πρέ­σβης της ΟΔΓ είχε παλιό­τε­ρα υπάρ­ξει μέλος του ναζι­στι­κού κόμ­μα­τος. Υπήρ­χαν συνο­λι­κά 40 τέτοιες επι­βε­βαιω­μέ­νες περι­πτώ­σεις, μετα­ξύ αυτών σε Αγγλία, ΗΠΑ, Νότια Αφρι­κή και Νέα Ζηλαν­δία. Το ρεπορ­τάζ ανα­πα­ρή­χθη σε 20 ακό­μη χώρες.

(2) Μετά τον Β’ ΠΠ οι ΕΣΣΔ, ΗΠΑ, Αγγλία, Γαλ­λία είχαν συμ­φω­νή­σει σε τρεις τύπους απο­ζη­μιώ­σε­ων από τη Γερ­μα­νία: α) Τη μετα­φο­ρά μηχανημάτων/βιομηχανιών και γενι­κώς παρα­γω­γι­κών υπο­δο­μών, καθώς και τη κατά­σχε­ση γερ­μα­νι­κών βιο­μη­χα­νιών κτλ. στο εξω­τε­ρι­κό β) Την κατά­σχε­ση μερι­δί­ου της τρέ­χου­σας παρα­γω­γής της χώρας γ) Τη χρη­σι­μο­ποί­η­ση γερ­μα­νι­κού εργα­τι­κού δυνα­μι­κού για δικό τους όφε­λος. Στη πορεία απο­φα­σί­στη­κε κάθε μία να λαμ­βά­νει τις ανα­λο­γού­σες σ’ αυτήν απο­ζη­μιώ­σεις από το κομ­μά­τι της Γερ­μα­νί­ας το οποίο διοι­κού­σε, εκτός της ΕΣΣΔ που λόγω του μεγά­λου ύψους των απο­ζη­μιώ­σε­ων που της ανα­λο­γού­σαν θα έπαιρ­νε και το 25% των απο­ζη­μιώ­σε­ων που θα έδι­νε το «δυτι­κό» κομ­μά­τι. Η συμ­φω­νία είχε και τη λογι­κή να ελέγχεται/περιορίζεται το ύψος της βιο­μη­χα­νι­κής ανά­πτυ­ξης της χώρας. Η συμ­φω­νία για τη δυτι­κή Γερ­μα­νία δεν εφαρ­μό­στη­κε από ΗΠΑ-Αγγλία-Γαλ­λία, ενώ απέ­τρε­ψαν και στην ΕΣΣΔ να λάβει όσα της ανα­λο­γού­σαν από το δυτι­κό τμή­μα της χώρας. Αντί­θε­τα, στην ανα­το­λι­κή Γερ­μα­νία περί­που 2500 βιο­μη­χα­νι­κές μονά­δες «απο­συ­ναρ­μο­λο­γή­θη­καν» και μετα­φέρ­θη­καν στην ΕΣΣΔ, όπως και 11800 χιλιό­με­τρα σιδη­ρο­δρο­μι­κού δικτύ­ου (περί­που το μισό). Εκτι­μά­ται πως έτσι η ανα­το­λι­κή Γερ­μα­νία έχα­σε περί­που το 1/3 των παρα­γω­γι­κών δυνα­το­τή­των που είχε το 1944. Επι­πλέ­ον, μετα­ξύ 1946–1953 κατά μέσο όρο 22% του ΑΕΠ της Ανα­το­λι­κής Γερ­μα­νί­ας δίνο­νταν στην ΕΣΣΔ. Συνο­λι­κά μέχρι το 1953 (οπό­τε και οι «δυτι­κοί σύμ­μα­χοι» χάρι­σαν και τυπι­κά στην ΟΔΓ το μεγα­λύ­τε­ρο κομ­μά­τι όσων τους όφει­λε) η DDR είχε κατα­βά­λει σε πολε­μι­κές απο­ζη­μιώ­σεις 99,1 δισε­κα­τομ­μύ­ρια (δυτι­κά) Μάρ­κα και η ΟΔΓ 2,1 δις, δηλα­δή η DDR είχε κατα­βά­λει το 97–98% των συνο­λι­κών γερ­μα­νι­κών πολε­μι­κών απο­ζη­μιώ­σε­ων. Πηγές: Γερ­μα­νι­κή Wikipedia και Konrad Adenauer Stiftung(!). Για τις πολε­μι­κές απο­ζη­μιώ­σεις που γλί­τω­σε η ΟΔΓ, βλέ­πε κι εδώ.

(3) “Osten” είναι στα γερ­μα­νι­κά η Ανα­το­λή. Γι’αυ­τό το ρεύ­μα που υπάρ­χει σε μεγά­λο κομ­μά­τι της κοι­νω­νί­ας στην ανα­το­λι­κή Γερ­μα­νία, το οποίο νοσταλ­γεί μια σει­ρά κατα­κτή­σεις και πλευ­ρές της ζωής στην DDR, απο­κα­λεί­ται στο καθη­με­ρι­νό λόγο „Ostalgie“

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο