Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Tαινίες Πρώτης Προβολής 🎥 Καπεταναίοι, άγρια φύση και… ένα για τον δρόμο 

Στη σκιά της λαμπε­ρής και χωρίς δυσά­ρε­στες εκπλή­ξεις, όπως πέρ­σι, με τη βρά­βευ­ση της αλλο­πρό­σαλ­λης σάτι­ρας «Τα Πάντα Όλα», τελε­τής των βρα­βεί­ων Όσκαρ, ξεκι­νά από­ψε η κινη­μα­το­γρα­φι­κή εβδο­μά­δα, απ’ την οποία απου­σιά­ζει η ξεχω­ρι­στή ται­νία που θα συνε­πά­ρει το κοι­νό, παρό­τι και οι πέντε πρε­μιέ­ρες έχουν το δικό τους ενδιαφέρον.

Oscars 2024: Νικη­τής το «Οπεν­χάι­μερ» 4 βρα­βεία το «Poor Things» του Γιώρ­γου Λάν­θι­μου _ Ανα­λυ­τι­κά ⚓φωτο🎥Video

Έτσι, μετά τον ανα­με­νό­με­νο θρί­αμ­βο του επι­κού «Οπεν­χάι­μερ» και του Κρί­στο­φερ Νόλαν, την ισχυ­ρή παρου­σία του Γιώρ­γου Λάν­θι­μου – ίσως την επό­με­νη φορά… — και την απου­σία του Μάρ­τιν Σκορ­σέ­ζε, καθώς οι υπέ­ρο­χοι «Οι Δολο­φό­νοι του Ανθι­σμέ­νου Φεγ­γα­ριού», αγνο­ή­θη­καν εντε­λώς από την Ακα­δη­μία, επι­στρέ­φου­με στα καθ’ ημάς: Τη γερ­μα­νι­κή δρα­μα­τι­κή κομε­ντί για τον αλκο­ο­λι­σμό «Ένα για το Δρό­μο» του Μάρ­κους Γκέ­λερ, το βρα­βευ­μέ­νο ιτα­λι­κό δρά­μα για τη μετα­νά­στευ­ση «Εγώ, Καπε­τά­νιος» του Ματέο Γκα­ρό­νε, το αυστρα­λια­νό αστυ­νο­μι­κό ψυχο­λο­γι­κό θρί­λερ «Άγρια Φύση» με τον Έρικ Μπά­να, τη βίαιη γυναι­κεία ερω­τι­κή περι­πέ­τεια «Ματω­μέ­νος Δεσμός», με ένα καυ­τό πρω­τα­γω­νι­στι­κό ζευ­γά­ρι και το βρα­βευ­μέ­νο ντο­κι­μα­ντέρ με την Χρυ­σή Άρκτο «Στο Ποτα­μό­πλοιο», του Νικο­λά Φιλιμπέρ.

Ένα για τον Δρό­μο (“One for the Road”) Δρα­μα­τι­κή κομε­ντί, γερ­μα­νι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Μάρ­κους Γκέ­λερ, με τους Φρέ­ντρικ Λάου, Νόρα Σίρ­νερ, Μπου­ράκ Γίγκιτ κα.

«Ένα για τον δρό­μο…» Πόσοι δεν το έχου­με πει; Το πρό­βλη­μα είναι όταν έχουν προη­γη­θεί καμιά εικο­σα­ριά ποτή­ρια πριν. Και ακό­μη μεγα­λύ­τε­ρο όταν αυτό συμ­βαί­νει σχε­δόν καθη­με­ρι­νά. Και γίνε­ται επι­κίν­δυ­νο, όταν δεν έχει συνει­δη­το­ποι­ή­σει ο πότης ότι του έχει ξεφύ­γει το μέτρο και πλέ­ον κολυ­μπά­ει όλος του ο οργα­νι­σμός μέσα στο αλκο­όλ. Έτσι, όταν έρχε­ται ο λογα­ρια­σμός, η ώρα της απο­το­ξί­νω­σης τότε πρέ­πει ο χαρα­κτή­ρας να γίνει πιο δυνα­τός και από τον διά­βο­λο, τον εθι­σμό, την πλά­νη ότι μπο­ρεί να το κόψει μαχαί­ρι και χωρίς συνέπειες.

Αυτό, είναι και το θέμα της ται­νί­ας του Μάρ­κους Γκέ­λερ απ’ τη Γερ­μα­νία, μια χώρα που έχει πρό­βλη­μα με τον αλκο­ο­λι­σμό, όπως και οι περισ­σό­τε­ρες βορειο­ευ­ρω­παϊ­κές – ένα ακό­μη σύμ­πτω­μα του σύγ­χρο­νου τρό­που ζωής. Ο Γκέ­λερ, ευτυ­χώς, απο­φεύ­γει τους δρα­μα­τι­κούς τόνους, τις προ­σω­πι­κές τρα­γω­δί­ες, τη σοβα­ρο­φά­νεια, για να μετα­φέ­ρει την ιστο­ρία του μέσω μίας δρα­με­ντί, με αρκε­τό χιού­μορ και ανά­λα­φρη γραφή.

Ο ήρω­άς του, ο Μαρκ, έχει μία πετυ­χη­μέ­νη επαγ­γελ­μα­τι­κή ζωή στο Βερο­λί­νο, που συν­δυά­ζει με έξα­λα γλέ­ντια και ατέ­λειω­τες οινο­πο­σί­ες τα βρά­δια, αλλά η σχέ­ση του με το αλκο­όλ του έχει δημιουρ­γή­σει μία εξάρ­τη­ση, που μάλ­λον δεν έχει κατα­λά­βει. Όταν η τρο­χαία τον στα­μα­τή­σει και του κάνει αλκο­τέστ, θα χάσει το δίπλω­μά του και για να το ξανα­κερ­δί­σει θα πρέ­πει να περά­σει από ιατρι­κά τεστ, που θα απο­δει­κνύ­ουν ότι ξεπέ­ρα­σε το πρό­βλη­μά του. Όμως, ούτε τότε έχει συνει­δη­το­ποι­ή­σει το πρό­βλη­μά του, μέχρι που θα συνα­ντη­θεί με μία κοπέ­λα και θα κατα­λά­βει ότι έχει μπλέ­ξει άσχημα.

Το φιλμ, κυλά­ει ομα­λά, βλέ­πε­ται με ενδια­φέ­ρον, έχει προ­σεγ­μέ­νους χαρα­κτή­ρες, που πατούν στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και περι­γρά­φει, με χιού­μορ και χωρίς ιδιαί­τε­ρες δρα­μα­τι­κές εξάρ­σεις, ένα κοι­νω­νι­κό πρό­βλη­μα, που συνε­χώς παίρ­νει μεγα­λύ­τε­ρες δια­στά­σεις. Για το πρό­βλη­μα του αλκο­ο­λι­σμού έχου­με δει σπου­δαί­ες ται­νί­ες («Days of Wine and Roses», με Τζακ Λέμον και Λι Ρέμικ, «Άσπρος Πάτος» κλπ), αλλά τις περισ­σό­τε­ρες φορές έχου­με να κάνου­με με δρα­μα­τι­κά σοβα­ρο­φα­νή, διδα­κτι­κά φιλμ, με εξάρ­σεις ηθι­κο­λο­γί­ας και άλλα φαι­δρά. Και η ται­νία του Γκέ­λερ, μπο­ρεί να μην ανή­κει στις πρώ­τες, αλλά είναι πολύ μακριά και από τις δεύ­τε­ρες. Και σε αυτό συμ­βά­λει και ο χαρι­σμα­τι­κός πρω­τα­γω­νι­στής Φρέ­ντρικ Λάου, που δεί­χνει πολύ οικεί­ος και εξοι­κειω­μέ­νος με το ποτό.

Με λίγα λόγια… Ο Μαρκ μοιά­ζει να έχει τα πάντα υπό έλεγ­χο, με επι­τυ­χί­ες τόσο στην επαγ­γελ­μα­τι­κή ζωή του, όσο και στις ξέφρε­νες νυχτε­ρι­νές εξορ­μή­σεις του στα μπα­ρά­κια του Βερο­λί­νου. Παρό­λα αυτά, ο Μαρκ δεν παρα­δέ­χε­ται την εξάρ­τη­σή του από το αλκο­όλ. Ένα βρά­δυ πέφτει σε μπλό­κο και αλκο­τέστ της αστυ­νο­μί­ας και χάνει το δίπλω­μά του. Για να το ξανα­κερ­δί­σει πρέ­πει να περά­σει από μια σει­ρά ιατρι­κών και ψυχο­λο­γι­κών τεστ.

Εγώ, Καπε­τά­νιος (“Io Capitano”) Δρα­μα­τι­κή περι­πέ­τεια, ιτα­λι­κής, βελ­γι­κής και γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Ματέο Γκα­ρό­νε, με τους Σεϊ­ντού Σαρ, Ιμπραϊ­μά Γκε­γέ, Μπά­μαρ Κέιν, Ισέμ Για­κου­μπί κα. Η Οδύσ­σεια δυο νεα­ρών από τη Σενε­γά­λη για το «ευρω­παϊ­κό όνει­ρο», σε ένα επι­κό ταξί­δι, γεμά­το «Λαι­στρυ­γό­νες και Κύκλω­πες», στην αχα­νή, άγρια και πανέ­μορ­φη Αφρι­κή, διά χει­ρός Ματέο Γκα­ρό­νε, του δημιουρ­γού των δυνα­τών «Γόμορ­ρα» και «Dogman».

Η τελευ­ταία ται­νία του Ιτα­λού σκη­νο­θέ­τη θα βρει πολ­λούς θαυ­μα­στές ανά­με­σα στο κινη­μα­το­γρα­φι­κό κύκλω­μα, καθώς θα τιμη­θεί και με το βρα­βείο σκη­νο­θε­σί­ας και βρα­βείο νέου ηθο­ποιού στο περ­σι­νό φεστι­βάλ Βενε­τί­ας, θα κερ­δί­σει το βρα­βείο κοι­νού στο φεστι­βάλ του Σαν Σεμπα­στιάν και θα χωρέ­σει ανά­με­σα στις υπο­ψη­φιό­τη­τες για το Όσκαρ καλύ­τε­ρης διε­θνούς ται­νί­ας. Καθό­λου περί­ερ­γο, δεδο­μέ­νου ότι ο Γκα­ρό­νε παρα­δί­δει μία ται­νία, απ’ τις ελά­χι­στες, με το στό­ρι της να πιά­νει το νήμα της μετα­νά­στευ­σης από την αρχή και όχι στα σύνο­ρα ή στις χώρες υπο­δο­χής, παρέ­χο­ντας πλη­ρο­φο­ρί­ες και σκλη­ρές αλή­θειες, για τις ανή­κου­στες περι­πέ­τειες αυτών των ταλαί­πω­ρων ανθρώ­πων, αλλά αφή­νει έξω από τα ωραία, ομο­λο­γου­μέ­νως, πλά­να του, τους βασι­κούς υπεύ­θυ­νους. Και συνά­μα, τα βαθύ­τε­ρα αίτια, τη μεγά­λη εικό­να της εκμε­τάλ­λευ­σης και εργα­λειο­ποί­η­σης, απ’ όλες τις πλευ­ρές, ενός ζητή­μα­τος που έχει πάρει πρω­το­φα­νείς δια­στά­σεις, ενός φαι­νο­μέ­νου που πολ­λές φορές εξαπατά.

Ο Γκα­ρό­νε, ξετυ­λί­γει την ιστο­ρία αυτής της σύγ­χρο­νης Οδύσ­σειας μέσα από το βλέμ­μα των ηρώ­ων της, δυο νεα­ρούς από τη Σενε­γά­λη, που εγκα­τα­λεί­πουν τη γενέ­τει­ρά τους, εφο­δια­σμέ­νοι με πλα­στά δια­βα­τή­ρια από το Μάλι και μετά από περι­πέ­τειες θα πρέ­πει να αντι­με­τω­πί­σουν την έρη­μο του Νίγη­ρα και όταν επι­τέ­λους φτά­σουν στη Λιβύη, θα συλ­λη­φθούν και θα οδη­γη­θούν σε ξεχω­ρι­στά κέντρα κρά­τη­σης. Μετά από βάσα­να και βασα­νι­στή­ρια, θα δου­λέ­ψουν ως κτί­στες μέχρι να βρουν τα χρή­μα­τα για να μπουν στο πλοιά­ριο που θα τους οδη­γή­σει στην Ευρώ­πη. Όμως, τα προ­βλή­μα­τα δεν στα­μα­τούν ούτε όταν μπαί­νουν στο σκά­φος που θα τους οδη­γή­σει προς τις ακτές της Σικελίας.

Συναρ­πα­στι­κή περι­πλά­νη­ση, που δεν αφή­νει τον θεα­τή να χαλα­ρώ­σει ή να χάσει το ενδια­φέ­ρον του, αλλά κυρί­ως δημιουρ­γώ­ντας, μέσα από το χτί­σι­μο των χαρα­κτή­ρων και των αλη­θο­φα­νών κατα­στά­σε­ων, ένα ειλι­κρι­νές αίσθη­μα συμπό­νοιας και κατα­νό­η­σης για τους νεα­ρούς ήρω­ες, αλλά δίνο­ντας και την αίσθη­ση ότι η ται­νία μένει στα μισά και τώρα πρέ­πει να περι­μέ­νου­με τη συνέ­χεια για το τι τους περι­μέ­νει στην Ευρώ­πη. Βεβαί­ως πάντα παρα­μέ­νουν τα κενά για τους βασι­κούς υπεύ­θυ­νους και τα βαθύ­τε­ρα αίτια αυτής της κατά­στα­σης, που μάλ­λον θα ξεβό­λευαν πολ­λούς απ’ αυτούς που απο­θε­ώ­νουν την ται­νία. Στα θετι­κά της ται­νί­ας, πέρα από την ερμη­νεία του Σεϊ­ντού Σαρ και η προει­δο­ποί­η­ση ενός γέρου στη Σενε­γά­λη, που ξέρει το παι­χνί­δι της δια­κί­νη­σης και τους λέει να μην πιστεύ­ουν αυτά που βλέ­πουν στα κινη­τά τους τηλέ­φω­να ή στους υπο­λο­γι­στές, για την Ευρώ­πη και προ­σπα­θεί να τους απο­τρέ­ψει από το «ευρω­παϊ­κό όνει­ρο». Ένα όνει­ρο, που εξε­λίσ­σε­ται ήδη σαν το αμερικάνικο.

Με λίγα λόγια… Ο Σεϊ­ντού και ο Μού­σα είναι δύο νεα­ροί Σενε­γα­λέ­ζοι, οι οποί­οι, πλάι σε άλλους φτω­χο­διά­βο­λους, θα μπουν σε μια τερά­στια περι­πέ­τεια με πλα­στά δια­βα­τή­ρια, σε μια απέλ­πι­δα προ­σπά­θεια να φτά­σουν από το Ντα­κάρ στην Ευρώ­πη για μια καλύ­τε­ρη ζωή.

Άγρια Φύση (“Force of Nature, The Dry 2”) Θρί­λερ, αυστρα­λια­νής παρα­γω­γής του 2024, σε σκη­νο­θε­σία Ρόμπερτ Κόνο­λι, με τους Έρικ Μπά­να, Άννα Τορβ, Ρίτσαρντ Ρόξ­μπεργκ, Ρόμπιν ΜακΛί­βι κα. Τρία χρό­νια έπει­τα από το ενδια­φέ­ρον δρα­μα­τι­κό θρί­λερ «Η Ξηρα­σία», ο βγαλ­μέ­νος ήρω­ας, από τα μπεστ σέλερ τής Τζέιν Χάρ­περ, ο ντε­τέ­κτιβ Άαρον Φολκ, επι­στρέ­φει στη μεγά­λη οθό­νη, για να λύσει, αυτή τη φορά, ακό­μη μία δυσε­πί­λυ­τη υπόθεση.

Με πρω­τα­γω­νι­στή και πάλι τον Έρικ Μπά­να και σκη­νο­θέ­τη ξανά τον Ρόμπερτ Κόνο­λι, αυτό το αυστρα­λια­νό ψυχο­λο­γι­κό θρί­λερ, προ­σφέ­ρει, για μια ακό­μη φορά, δυο ψυχα­γω­γι­κές ώρες, με μπό­λι­κο σασπένς, έχο­ντας μια ιστο­ρία τοπο­θε­τη­μέ­νη στα κατα­πρά­σι­να παρ­θέ­να βου­νά της Βικτό­ρια. Εν αντι­θέ­σει, με την «Ξηρα­σία», εδώ κυριαρ­χεί το υγρό στοι­χείο, που δένει με την εξε­ρεύ­νη­ση της άγριας φύσης του ανθρώ­που. Πέντε γυναί­κες συμ­με­τέ­χουν σε ένα εται­ρι­κό γουι­κέντ πεζο­πο­ρί­ας στα βάθη των ορο­σει­ρών της Βικτό­ρια, από το οποίο θα επι­στρέ­ψουν μόνο οι τέσ­σε­ρις στο κατα­φύ­γιο, όπου δια­μέ­νουν. Οι πρά­κτο­ρες της Ομο­σπον­δια­κής Αστυ­νο­μί­ας, ο Φαλκ και η Κού­περ, θα ανα­λά­βουν τις έρευ­νες, με την ελπί­δα να βρουν ζωντα­νή την κοπέ­λα που εξαφανίστηκε.

Στα ερη­μι­κά και αφι­λό­ξε­να για τον άνθρω­πο κατα­πρά­σι­να βου­νά, θα ανα­πτυ­χθεί ικα­νο­ποι­η­τι­κά το στό­ρι, που δεί­χνει αφε­νός κορε­σμέ­νο από την ίντρι­γκα και να φέρ­νει μαζί του ορι­σμέ­να απα­ραί­τη­τα κλι­σέ του είδους και αφε­τέ­ρου, να κατα­φέρ­νει συνε­χώς να ανα­νε­ώ­νει το ενδια­φέ­ρον του θεα­τή, λόγω κάποιων εμπνεύ­σε­ων του σενα­ρί­ου, για το πώς αντι­δρούν οι άνθρω­ποι σε καθε­στώς φόβου, άγχους και ζήλιας και των χρή­σι­μων φλας μπακ. Κυρί­ως, όμως λόγω της στι­βα­ρής ερμη­νεί­ας του Μπά­να, καθώς και της βοή­θειας που παίρ­νει από το υπό­λοι­πο καστ. Μυστή­ριο, ατμό­σφαι­ρα, αγω­νία, εμβά­θυν­ση στην ψυχο­λο­γία, αλλά και ένα φινά­λε που προ­σγειώ­νει μάλ­λον ανώ­μα­λα τον θεα­τή, σε ένα αξιο­πρε­πές φιλμ του είδους, που τελι­κά προ­σφέ­ρει δυο ευχά­ρι­στες ώρες, αλλά είναι εμφα­νώς κατώ­τε­ρο από την πρώ­τη ται­νία με ήρωα τον Άαρον Φολκ.

Με λίγα λόγια… Πέντε γυναί­κες συμ­με­τέ­χουν σε ένα κατα­φύ­γιο πεζο­πο­ρί­ας αλλά μόνο τέσ­σε­ρις βγαί­νουν από την άλλη πλευ­ρά. Οι ομο­σπον­δια­κοί πρά­κτο­ρες Άαρον Φολκ και Κάρ­μεν Κού­περ κατευ­θύ­νο­νται στα βου­νά ελπί­ζο­ντας να βρουν την αγνο­ου­μέ­νη ακό­μη ζωντανή.

Ματω­μέ­νος Δεσμός (“Love Lies Bleeding”) Ερω­τι­κό θρί­λερ, αμε­ρι­κά­νι­κης και βρε­τα­νι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Ρόουζ Γκλας, με τους Κρί­στεν Στιού­αρτ, Κέι­τι Ο’ Μπράιαν, Τζέ­να Μαλό­ουν, Εντ Χάρις κα. Ένα απλοϊ­κό σενά­ριο, χιλιο­φο­ρε­μέ­νο, σαν μπλου τζιν, που από τον ιδρώ­τα έχει αρχί­σει να ξεφτί­ζει επι­κίν­δυ­να, μοιά­ζει αυτό το υπερ­βί­αιο θρί­λερ εκδί­κη­σης, γυρι­σμέ­νο στι­λά­τα, αλλά και ισο­πε­δω­τι­κά από την Ρόουζ Γκλας, γνω­στής από το φιλμ τρό­μου «Saint Maud». Και μαζί ένα καυ­τό «λαβ στό­ρι», μετα­ξύ δύο νέων γυναι­κών, που μετα­δί­δει μια ελκυ­στι­κή έντα­ση και ανε­βά­ζει την αδρε­να­λί­νη περισ­σό­τε­ρο και από τα ξεσπά­σμα­τα βίας και τις αιμα­το­βαμ­μέ­νες σκη­νές δράσεις.

Το σενά­ριο, τοπο­θε­τεί μια παρά­ξε­νη ιστο­ρία σε μια μικρή παρακ­μια­κή αμε­ρι­κά­νι­κη πόλη στη μέση του που­θε­νά, όπως έχου­με δει σε διά­φο­ρες παραλ­λα­γές τα τελευ­ταία χρό­νια. Θέλει την Τζά­κι, μία αθλή­τρια body building, να ερω­τεύ­ε­ται με πάθος τη Λου, ιδιο­κτή­τρια ενός άθλιου γυμνα­στη­ρί­ου. Η Λου θα της προ­σφέ­ρει δια­μο­νή, δωρε­άν χώρο να προ­πο­νεί­ται και τζά­μπα στε­ροει­δή, που μπο­ρεί να τη βοη­θή­σουν να κερ­δί­σει το γυναι­κείο πρω­τά­θλη­μα στο Λας Βέγκας. Κάπου εκεί μπαί­νει στην ιστο­ρία και ο πατέ­ρας της Λου, ένας άνθρω­πος του υπό­κο­σμου και έμπο­ρος όπλων, που κατα­πιέ­ζει όλα τα μέλη της οικο­γέ­νειάς του. Ένας επι­κίν­δυ­νος, παρά την ηλι­κία του, άνθρω­πος, που μαζί με την τοξι­κή «αντρο­πα­ρέα» του, θα λάβει την απά­ντη­ση που πρέ­πει από τις δύο ερω­τευ­μέ­νες κοπέ­λες, όταν αρχί­σουν να μιλούν τα στεροειδή.

Φαι­νο­με­νι­κά από τις ται­νί­ες που προ­σφέ­ρουν απε­νο­χο­ποι­η­μέ­νη δια­σκέ­δα­ση, από την υπερ­βο­λι­κή βία, τα πιτσι­λί­σμα­τα από το αίμα και τις γρα­φι­κές ατά­κες, αλλά στον πυρή­να της κρύ­βει μια γοη­τευ­τι­κή ερω­τι­κή ιστο­ρία κι ένα φεμι­νι­στι­κό «μανι­φέ­στο» εκδί­κη­σης. Κυρί­ως, όμως μια ται­νία που δια­θέ­τει ένα καυ­τό ζευ­γά­ρι, που κρα­τά το ενδια­φέ­ρον, προ­σφέ­ρει δυνα­τές στιγ­μές πάθους και ορι­σμέ­νες απο­λαυ­στι­κές στιγ­μές, μέχρι το χοντρο­κομ­μέ­νο φινά­λε. Κακά τα ψέμα­τα, αν δεν υπήρ­χαν στους πρω­τα­γω­νι­στι­κούς ρόλους οι Κρί­στεν Στιού­αρτ και Κέι­τι Ο’ Μπράιαν, που ανα­πτύσ­σουν μία πρω­τό­γνω­ρη κινη­μα­το­γρα­φι­κή χημεία μετα­ξύ τους, η ται­νία θα πέρ­να­γε και δεν θα ακού­μπα­γε, θα παρέ­με­νε ένα ακό­μη αδεια­νό μπλου τζιν.

Με λίγα λόγια… Η Τζά­κι θέλει να γίνει διά­ση­μη body-builder και κατευ­θύ­νε­ται προς το Λας Βέγκας για να πάρει μέρος σε έναν δια­γω­νι­σμό. Περ­νώ­ντας από μια μικρή πόλη του Νέο Μεξι­κό, γνω­ρί­ζει τη Λου, μια ιδιο­κτή­τρια γυμνα­στη­ρί­ου. Οι δυο τους ερω­τεύ­ο­νται, μια εξέ­λι­ξη που θα προ­κα­λέ­σει έναν ανε­ξέ­λεγ­κτο κύκλο βίας.

Στο Ποτα­μό­πλοιο (“Sur l’Adamant”) Ντο­κι­μα­ντέρ, γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Νικο­λά Φιλι­μπέρ. «Κανείς δεν είναι τέλειος». Μια κου­βέ­ντα που ακού­γε­ται στο φιλμ συμπυ­κνώ­νει το νόη­μα του συγκι­νη­τι­κού ντο­κι­μα­ντέρ που γύρι­σε ο βετε­ρά­νος Νικο­λά Φιλι­μπέρ, ανα­γνω­ρι­σμέ­νος για τις ται­νί­ες τεκ­μη­ρί­ω­σής του. Η τελευ­ταία του δημιουρ­γία κατά­φε­ρε να κερ­δί­σει τη Χρυ­σή Άρκτο στο Βερο­λί­νο και να προ­κα­λέ­σει πολ­λές συζη­τή­σεις κυρί­ως για το χει­ρι­σμό του ευαί­σθη­του θέμα­τός του.

Ο Φιλι­μπέρ, αυτή τη φορά στρέ­φει την κάμε­ρά του σε μια φορ­τη­γί­δα, που βρί­σκε­ται στον Σηκουά­να, στο κέντρο του Παρι­σιού και που φιλο­ξε­νεί πάσχο­ντες από ψυχι­κές νόσους. Μία μονά­δα θαλ­πω­ρής και έκφρα­σης, αλλά και συνύ­παρ­ξης. Οι ασθε­νείς συμ­με­τέ­χουν σε δρα­στη­ριό­τη­τες όπως, μαγεί­ρε­μα, σχέ­διο, ζωγρα­φι­κή, μου­σι­κή, χορό, ανά­γνω­ση λογο­τε­χνι­κών κει­μέ­νων κλπ. Ένας χώρος που έχει και το δικό του καφέ, ένα σινε­μά, στο οποίο προ­βάλ­λο­νται ται­νί­ες των Φελί­νι, Κια­ρο­στά­μι και Γού­ντι Άλεν. Οι ασθε­νείς, πολ­λοί απ’ τους οποί­ους πάσχουν από σοβα­ρές ψυχο­λο­γι­κές παθή­σεις και χρή­ζουν φαρ­μα­κευ­τι­κής αγω­γής, δεν βρί­σκο­νται εκεί για να θερα­πευ­θούν ανα­γκα­στι­κά, αλλά για­τί η δημιουρ­γι­κό­τη­τα — κυρί­ως μέσω της τέχνης — τούς βοη­θά να ζήσουν με τα μειο­νε­κτή­μα­τά τους.

Με την κάμε­ρα να παρα­μέ­νει ψυχρή και την εικό­να να θερ­μαί­νε­ται από τις αλλό­κο­τες αλλά και βασα­νι­σμέ­νες φυσιο­γνω­μί­ες των ασθε­νών, ο σκη­νο­θέ­της εξι­χνιά­ζει την ανθρώ­πι­νη ιδιο­συ­γκρα­σία, όταν αυτή ξεφεύ­γει από τα συνηθισμένα.Ωστόσο, ο Φιλι­μπέρ, παρό­τι επι­χει­ρεί να δώσει την αίσθη­ση ότι απλώς κατα­γρά­φει όσα συμ­βαί­νουν πάνω στη ναυαρ­χί­δα, γίνε­ται αντι­λη­πτό ότι εκβιά­ζει τη συγκί­νη­ση, μέσα από τον πόνο των ανθρώ­πων αυτών. Έτσι, το απο­τέ­λε­σμα μοιά­ζει άνι­σο, καθώς το φιλμ έχει το ενδια­φέ­ρον του και τη χρη­σι­μό­τη­τά του, αλλά ταυ­τό­χρο­να εκμε­ταλ­λεύ­ε­ται ανθρώ­πους που έχουν ανά­γκη από περί­θαλ­ψη και ανθρω­πιά, για να φορ­τί­σει περαι­τέ­ρω το συναί­σθη­μα, να ξεχει­λί­σει τον Σηκουά­να από δάκρυα συγκίνησης.

Χάρης Ανα­γνω­στά­κης \  14/03/2024 ΑΠΕ-ΜΠΕ \
Greek ©® Αριθ­μός Είδη­σης: 28446507

Κινη­μα­το­γρα­φι­κή βδο­μά­δα με 26ο Φεστι­βάλ Ντο­κι­μα­ντέρ Θεσ­σα­λο­νί­κης & “Io Capitano”

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο