Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Έφυγε» ο Νίκος Χουλιαράς

Επι­μέ­λεια: Οικο­δό­μος //

Σε ηλι­κία 75 ετών έφυ­γε από τη ζωή ο ζωγρά­φος, πεζο­γρά­φος, ποι­η­τής και τρα­γου­δο­ποιός-τρα­γου­δι­στής Νίκος Χουλιαράς.

Ο Νίκος Χου­λια­ράς γεν­νή­θη­κε στα Γιάν­νε­να το 1940. Σπού­δα­σε στην Ανώ­τα­τη Σχο­λή Καλών Τεχνών της Αθή­νας γλυ­πτι­κή και σκη­νο­γρα­φία αλλά τον κέρ­δι­σε η ζωγραφική.

Η παρου­σία του στον καλ­λι­τε­χνι­κό χώρο δεν περιο­ρί­ζε­ται στο ζωγρα­φι­κό του έργο. Από νωρίς έγι­νε γνω­στός στη δισκο­γρα­φία για τα τρα­γού­δια του και ο ίδιος συγκι­νού­σε ως τρα­γου­δι­στής. Δικές του επι­τυ­χί­ες είναι “Το τσι­με­ντέ­νιο δάσος”, “Θα σου το πω με Α”, “Ο νοτιάς της ξενι­τιάς” και η δια­σκευή του “Γιάν­νη μου το μαντή­λι σου”. Τρα­γού­δια του έχουν τρα­γου­δή­σει πολ­λοί καλ­λι­τέ­χνες του Νέου Κύμα­τος όπως η Αρλέ­τα, η Πόπη Αστε­ριά­δη, η Μαρί­ζα Κωχ και άλλοι.

xoyliaras2

Το λογο­τε­χνι­κό του έργο ανα­γνω­ρί­στη­κε από το ελλη­νι­κό κοι­νό και βιβλία του έχουν μετα­φρα­στεί στο εξω­τε­ρι­κό. Διη­γή­μα­τα του Νίκου Χου­λια­ρά έχουν μετα­φρα­στεί στα αγγλι­κά, τα γαλ­λι­κά, τα γερ­μα­νι­κά, τα ιτα­λι­κά και τα σου­η­δι­κά, ενώ ο «Λού­σιας» έγι­νε τηλε­ο­πτι­κή σει­ρά και μετα­δό­θη­κε από την ΕΡΤ το 1989. Έχει ασχο­λη­θεί επί­σης με την εικο­νο­γρά­φη­ση και την εικα­στι­κή επι­μέ­λεια βιβλί­ων και έχει βραβευτεί.

Ο Νίκος Χου­λια­ράς έχει βρα­βευ­τεί και για το ζωγρα­φι­κό του έργο. Έχει παρου­σιά­σει πίνα­κές του σε πολ­λές ατο­μι­κές και ομα­δι­κές εκθέ­σεις, ενώ συμ­με­τεί­χε ως εκπρό­σω­πος της Ελλά­δας σε διε­θνείς εκθέσεις.

Παρα­θέ­του­με από­σπα­σμα από συνέ­ντευ­ξη του Νίκου Χου­λια­ρά στον Σωτή­ρη Κακί­ση που δημο­σιεύ­θη­κε στο περιο­δι­κό ΒΗΜΑ­gazino, στις 24 Σεπτέμ­βρη του 2006 και φιλο­ξε­νή­θη­κε στην ιστο­σε­λί­δα “Μου­σι­κά Προ­ά­στια” από όπου και ανα­δη­μο­σιεύ­ου­με (ολό­κλη­ρη τη συνέ­ντευ­ξη μπο­ρεί­τε να δεί­τε ΕΔΩ).

xoyliaras

Ανα­βιώ­νει στην επο­χή μας το μύθο του από­λυ­του δημιουρ­γού. Από τη μου­σι­κή στη ζωγρα­φι­κή πάντα, από την ποί­η­ση στην πεζο­γρα­φία εναλ­λάξ, ο Νίκος Χου­λια­ράς κατα­φέρ­νει ίσως το πιο δύσκο­λο σε μια επο­χή ειδι­κο­τή­των και αυτο­πε­ριο­ρι­σμών: να παρα­μέ­νει ολό­κλη­ρος με τις λέξεις ή τα χρώ­μα­τα, να εκφρά­ζε­ται παντού με την ίδια πολυ­σή­μα­ντη κι εγκάρ­δια ευφυία. Αυτός που κάπο­τε μας γνώ­ρι­σε τον βαθύ ηπει­ρώ­τι­κο μου­σι­κό τρό­πο, του «Νέου Κύμα­τος» και των μπουάτ ο μια φορά κι έναν και­ρό πρω­το­πό­ρος, αυτός που με τα διη­γή­μα­τά του των περι­θω­ρια­κών ανθρώ­πων και με την απί­στευ­τη πανελ­λή­νια δημο­φι­λία του « Λού­σια» έδω­σε πνοή στην πεζο­γρα­φία μας κι υψη­λή ξαφ­νι­κά συνέ­χεια, είναι ο ίδιος ο μεγά­λος ζωγρά­φος, είναι ο ίδιος ο μαγευ­τι­κός συζητητής.

Ν.Χ.: […] Εγώ νοιώ­θω σαν να μ’ έχει κάποιος κουρ­δί­σει κάπο­τε, και να μ’ έχει ρυθ­μί­σει ν’ ανοί­γω πόρ­τες δωμα­τί­ων, που άλλου η πόρ­τα γρά­φει επά­νω ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ, και του άλλου άλλα. Αλλά κι ίδια σαν νά ‘ναι όλα, κι η ζωγρα­φι­κή, κι η μου­σι­κή, κι η λογο­τε­χνία. Το ίδιο πράγ­μα εγώ τα νοιώ­θω όλα. Κι επει­δή είμαι άνθρω­πος που σκέ­φτο­μαι, τις πιο πολ­λές φορές μάλι­στα χωρίς να χρειά­ζε­ται, ξανα­μπαί­νω στο κάθε τι, και ζωγρα­φί­ζω ή γρά­φω. Και μου λένε μετά οι άλλοι πως είμαι το ένα ή το άλλο. Αλλά εγώ ίδια όλ’ αυτά με τη ζωή τα βρί­σκω, με ή χωρίς ονό­μα­τα να τα λένε.

-Ίδιες είναι οι λέξεις με τα χρώματα;

Ν.Χ.: Ίδιες. Απλώς μιλά­νε άλλη γλώσ­σα. Κι είναι μόνο άλλος ο κώδι­κας της ζωγρα­φι­κής κι άλλος της λογο­τε­χνί­ας. Από μέσα όμως είναι όσο δεν φαντά­ζε­στε ίδιες.

-Το φαντά­ζο­μαι. Και η μου­σι­κή υποψιάζομαι.

Ν.Χ.: Ναι. Και κατό­πιν τού­του, μπο­ρώ να σας δηλώ­σω πως κατά βάθος είμαι χαρού­με­νος! Για­τί, κατ’ αρχήν, δεν περι­μέ­νω όπως τόσος κόσμος να μου συμ­βεί κάτι για να νοιώ­σω καλά. Κι όλη αυτή την ιστο­ρία με την ευτυ­χία, που την ανα­μασ­σά­νε οι πάντες, «-Η Ευτυ­χία!» κι «-Ευτυ­χία!», ποιά ευτυ­χία; Για­τί, ντε και καλά ευτυ­χία; Εγώ αντι­λέ­γω: Μελαγ­χο­λία! Η μελαγ­χο­λία είναι, ας πού­με, και πιο ενδια­φέ­ρου­σα, και, εν πάση περι­πτώ­σει, μπο­ρεί να βρε­θείς έτσι και με κάναν άνθρω­πο της προ­κο­πής. Πάμε να την ξεχά­σου­με αυτή τη λέξη κι αυτή την κατά­στα­ση οι Έλλη­νες. Είμα­στε αερά­τοι, φλου, κι όλα τά ‘χου­με ανε­βά­σει στον αέρα, όλα να παίζουνε.

-«Όλα καλά, μεγάλε;»…

Ν.Χ.: Ναι. Κι αυτό το «μεγά­λε» πάει να πει «μικρέ», κι ότι δεν είναι κανέ­νας πια μεγά­λος. Αν είναι ο άλλος κάνα-δυό πόντους παρα­πά­νω, ανα­γο-ρεύ­ε­ται σε μεγά­λο πάραυτα.”

 

Η κηδεία του Νίκου Χου­λια­ρά θα τελε­στεί την Τετάρ­τη 22 Ιού­λη, στις 4 το από­γευ­μα, από το Α’ Νεκρο­τα­φείο Αθηνών.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο