Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γεια σου Χρηστάρα!.

Σαν σήμε­ρα πριν 20 χρό­νια, έφυ­γε πρό­ω­ρα και απρό­σμε­να από τη ζωή ο σύντρο­φός μας Χρή­στος Σταμούλος

🔻 🔳 🔻

«Γεια σου Χρη­στά­ρα!». Τρεις λέξεις βγαλ­μέ­νες από αμέ­τρη­τα στό­μα­τα. Μακρό­συρ­τες από τον πόνο. Σπα­σμέ­νες από το δάκρυ. Στο βάθος τους, ασά­λευ­τες σαν βράχος.
Πνιγ­μέ­νες στα χει­ρο­κρο­τή­μα­τα, την ώρα που το λευ­κό φέρε­τρο, στους ώμους των βουρ­κω­μέ­νων οδη­γών, σκε­πα­σμέ­νο με την κόκ­κι­νη σημαία του Κόμ­μα­τος, του οποί­ου την ιστο­ρία τίμη­σε μέχρι την τελευ­ταία στιγ­μή, περ­νού­σε ανά­με­σα από τα εκα­το­ντά­δες στε­φά­νια, παρα­ταγ­μέ­να κι απ’ τις δυο πλευ­ρές του δρό­μου, προς το τέλος του ταξι­διού για τον Χρήστο.
Στε­φά­νια από φίλους, συγ­γε­νείς, πλή­θος συν­δι­κα­λι­στι­κούς φορείς.

Η μεγα­λύ­τε­ρη απαρ­τία σ’ αυτήν την ανα­πά­ντε­χη «γενι­κή συνέ­λευ­ση», όπως ειπώ­θη­κε και σ’ ένα χαι­ρε­τι­σμό. Ανεί­πω­τα τα συναι­σθή­μα­τα των συνα­δέλ­φων του, που κατέ­κλυ­σαν κυριο­λε­κτι­κά το νεκρο­τα­φείο του Μαρου­σιού, για να πουν το «γεια σου» σε έναν άνθρω­πο, που το «δικό τους» φαντά­ζει ελά­χι­στο, για να εκφρά­σει το τι σήμαι­νε η παρου­σία του δίπλα τους.

Χρήστος ΣταμούλοςΣτο αμα­ξο­στά­σιο, στις μάχες για το μερο­κά­μα­το, για να μην ξεπου­λη­θεί ο πλού­τος του ελλη­νι­κού λαού, για να κατα­κτή­σει και στην πρά­ξη το «a priori» δικαί­ω­μά του για φθη­νή, οργα­νω­μέ­νη, σύγ­χρο­νη μετα­κί­νη­ση με τα μέσα μαζι­κής μεταφοράς.
Δίπλα του ακό­μη και στα καθη­με­ρι­νά. Από το στε­νό δρό­μο που δεν μπο­ρεί να περά­σει το λεω­φο­ρείο, μέχρι τα μικρά ή μεγα­λύ­τε­ρα τρο­χαία. Το τηλέ­φω­νό του σε όλες τις τσέ­πες των συνα­δέλ­φων του για «καλό και για κακό». Ενα τηλέ­φω­νο, που πλέ­ον δε θα απαντούσε.
Γι’ αυτό και το νεκρο­τα­φείο βάφτη­κε γαλά­ζιο από τις στο­λές των αμέ­τρη­των συνα­δέλ­φων και συνα­γω­νι­στών του. Γι’ αυτό και γύρω από το νεκρο­τα­φείο ήταν παρα­ταγ­μέ­να, τιμη­τι­κή φρου­ρά θαρ­ρείς, τα αστι­κά λεω­φο­ρεία με τις μαύ­ρες κορ­δέ­λες να ανε­μί­ζουν στους καθρέ­πτες. Γι’ αυτό και δύο οδη­γοί, αθέ­λη­τα, έδω­σαν με το δικό τους τρό­πο το στίγ­μα αυτής της απου­σί­ας: «Την πατή­σα­με». «Μαύ­ρο φίδι, που μας έφα­γε τώρα»…

Και όλοι μαζί, την ώρα που περ­νού­σε το φέρε­τρο, έβγα­ζαν από την ψυχή τους λέξεις σημαί­νου­σες στο λαό μας: «Λεβέ­ντης», «παλι­κά­ρι»! Γι’ αυτό και στον αβά­στα­χτο πόνο των δικών του ανθρώ­πων, οι οδη­γοί έβρι­σκαν μόνο ένα λόγο, όχι μόνο παρη­γο­ριάς, αλλά και υπό­σχε­σης: «Δεν θα τον ξεχά­σου­με».
Μια υπό­σχε­ση που δινό­ταν και στους εαυ­τούς τους. Για­τί αυτοί ξέρουν καλύ­τε­ρα από τον καθέ­να, πως η αγω­νι­στι­κή παρα­κα­τα­θή­κη του Χρή­στου θα κου­βα­λιέ­ται μέσα τους σε κάθε αγώ­να, σε κάθε μάχη που θα έρθει. Πως η στά­ση του απέ­να­ντι στη ζωή δε δια­γρά­φε­ται με το θάνατο.
«Εσύ πάτη­σες τα γκά­ζια κι έφυ­γες νωρίς. Πολύ νωρίς», είπε σε κάποια απο­στρο­φή του απο­χαι­ρε­τι­σμού του, εκ μέρους της ΚΕ του ΚΚΕ, ο Γ. Μαυρίκος.
Αλλά όσοι απο­χαι­ρέ­τη­σαν τον Χρή­στο ξέρουν πως τα «γκά­ζια» αλλά­ζουν ποδά­ρια σε κάθε βάρδια…

Ήταν 46 χρό­νων, παντρε­μέ­νος, πατέ­ρας ενός παι­διού, μέλος του ΚΚΕ πολ­λά-πολ­λά χρό­νια –σχε­δόν από παι­δί, εργα­ζό­ταν από το 1980 ως οδη­γός στα λεωφορεία.
Από την ίδια δεκα­ε­τία εκλε­γό­ταν ανελ­λι­πώς στη διοί­κη­ση του σωμα­τεί­ου της ΕΑΣ (μετέ­πει­τα ΟΑΣΑ) και τη δεκα­ε­τία του ’90 στη διοί­κη­ση του Εργα­τι­κού Κέντρου Αθη­νών (ΕΚΑ) ‑στις τελευ­ταί­ες, πριν φύγει από τη ζωή βου­λευ­τι­κές εκλο­γές ήταν υπο­ψή­φιος του κόμ­μα­τος στη Β’ Αθη­νών.
Έγι­νε γνω­στός στο Πανελ­λή­νιο το 1992 οπό­τε και συμ­με­τεί­χε δρα­στή­ρια στις δυνα­μι­κές και μεγά­λες κινη­το­ποι­ή­σεις των εργα­ζο­μέ­νων της ΕΑΣ που αντι­στέ­κο­νταν στην από­φα­ση της κυβέρ­νη­σης Μητσο­τά­κη να ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σει τα αστι­κά λεωφορεία.

Χρήστος Σταμούλος

Οξύς, με έντο­νο συν­δι­κα­λι­στι­κό και πολι­τι­κό λόγο, μαχη­τι­κός, είχε σφρα­γί­σει με την παρου­σία του, τις αντι­δρά­σεις των εργα­ζο­μέ­νων και τις αλλε­πάλ­λη­λες συγκρού­σεις τους με τις δυνά­μεις κατα­στο­λής, τα ΜΑΤ.

Δύο κόσμοι

Εκεί­νο τον και­ρό , πρό­ε­δρος του συν­δι­κά­του εργα­ζο­μέ­νων της ΕΘΕΛ ήταν ο Ανδρέ­ας Κολ­λάς –«πρό­σω­πο» τότε κάθε βρά­δυ στα κανά­λια, αργό­τε­ρα εργα­το­πα­τέ­ρας και ειδι­κός στο να «σπά­ει» απερ­γί­ες, σε κόντρα ακό­μη και με τον Χρ. Πολυ­ζω­γό­που­λο, στο «βαθύ ΠαΣοΚ, όπου «από το 1994 και μετά προ­σφερ­θή­κα­με με το 100% των δυνά­με­ών μας» … «ποτέ δεν έκρυ­ψα ότι στή­ρι­ζα, στη­ρί­ζω και θα συνε­χί­σω να στη­ρί­ζω τον πρό­ε­δρο Σημί­τη».
Στή­ρι­ξη του ΠαΣοΚ ακό­μη και στις δύσκο­λες επο­χές που έρχο­νται για τον ΟΑΣΑ, καθ’ ότι «αυτήν την επο­χή η κυβέρ­νη­ση παί­ζει και εκτός ιδε­ο­λο­γί­ας της, έχει κλη­θεί να υλο­ποι­ή­σει απο­φά­σεις του ελλη­νι­κού Κοι­νο­βου­λί­ου, να εντά­ξει τη χώρα στην Οικο­νο­μι­κή και Νομι­σμα­τι­κή Ένω­ση. Εκεί πρέ­πει να δώσου­με όλοι τη μάχη. Θα μου πεί­τε: Τι θα κερ­δί­σου­με; Ε, εμείς ως εργα­ζό­με­νοι δεν θα κερ­δί­σου­με και πολ­λά πράγ­μα­τα. Θα κερ­δί­σει η χώρα, που θα εντα­χθεί στο ευρώ, το οποίο βεβαί­ως δεν θα μας δώσει να φάμε. Και ως τότε θα το έχου­με σφί­ξει για καλά το ζωνά­ρι… Τέλος πάντων, εγώ τη στη­ρί­ζω αυτήν την προ­σπά­θεια. Και γι’ αυτό θα την πάω μέχρι τέρ­μα» (…) «για να μιλή­σου­με καθα­ρά και να μην κρυ­βό­μα­στε πίσω από το δάχτυ­λό μας, σε όποιον προ­τα­θεί να γίνει υπο­ψή­φιος βου­λευ­τής δεν λέει όχι. Για μένα, αν μου το προ­τεί­νουν, θα είναι μεγά­λη τιμή. Να ξεκα­θα­ρί­σω βεβαί­ως ότι όλα αυτά δεν τα κάνω για να πάρω το χρί­σμα του βου­λευ­τή».

ΕΑΣ Κινητοποιήσεις 1992

«Αυτοί είναι σύντρο­φοι!» λέει για τους δύο τέως προ­έ­δρους της ΓΣΕΕ (ΣΣ |> Λ. Κανελ­λό­που­λος & Χρ. Πρω­τό­πα­πας ο κ. Κολ­λάς. «Έχουν οπλι­στεί από τη θητεία τους στο πόστο του προ­έ­δρου και προ­σπα­θούν να βοη­θή­σουν τους εργα­ζο­μέ­νους να προ­τεί­νουν στο ελλη­νι­κό Κοι­νο­βού­λιο θέσεις που μπο­ρούν χωρίς κοι­νω­νι­κούς κρα­δα­σμούς να “περά­σουν τον κάβο”».
«Αλλά οι προ­τε­ραιό­τη­τες αλλά­ζουν όταν είσαι βου­λευ­τής…». «Ε, εντά­ξει… Ένας βου­λευ­τής δεν μπο­ρεί ξαφ­νι­κά να κάνει απερ­γί­ες. Ούτε μπο­ρεί στα καλά του καθου­μέ­νου να πάρει την ντου­ντού­κα και να βγει στον δρό­μο. Και εγώ, αν ανα­λά­βω κομ­μα­τι­κή καρέ­κλα, τότε ως προ­τε­ραιό­τη­τα θα θέσω το κόμ­μα».
Από το 2015 ο Κολ­λάς απο­στα­σιο­ποι­ή­θη­κε από το ΠΑΣΟΚ και κινή­θη­κε στα πέριξ του ΣυΡι­ζα.
(ούτε ο πρώ­τος, ούτε ο τελευ­ταί­ος «επα­να­στά­της» θα πείτε)

Όταν το κίνη­μα στην ΕΑΣ ΕΘΕΛ χει­ρα­γω­γεί­ται παίρ­νει την κάτω βόλ­τα ο Στα­μού­λος, στα μισό­λο­γα περί κινη­το­ποι­ή­σε­ων που ακού­ει συνε­χί­ζει να χτυ­πά­ει τη γρο­θιά στο τρα­πέ­ζι. «Τι κινη­το­ποι­ή­σεις; Ποιος κινη­το­ποι­ή­θη­κε τα τελευ­ταία χρό­νια και δεν τον είδα­με; Εδώ δεν μιλά­με για ένα δελ­τίο Τύπου και μια δια­μαρ­τυ­ρία του στυλ απ’ τη μια πλευ­ρά τα κοστού­μια, απ’ την άλλη κάποιοι από κάτω να φωνά­ζουν και στο τέλος κλεί­νου­με τα πανό και φεύ­γου­με, εδώ μιλά­με να σπά­σεις αβγά να φας ομε­λέ­τα! Δεν μπο­ρείς να κάνεις το λιο­ντά­ρι επί Νέας Δημο­κρα­τί­ας και τον ποντι­κό επί ΠαΣοΚ!».

ΕΑΣ Κινητοποιήσεις πορεία 1992

Χρή­στος Στα­μού­λος από τη Νικα­ριά, παι­δί οικο­γέ­νειας «από τα γεν­νο­φά­σκια της αρι­στε­ρής …τι αρι­στε­ρής δηλα­δή; … πατέ­ρας, θειός, συγ­γε­νείς, όλοι κόκ­κι­νοι!». Μεγά­λω­σε στο Χαλάν­δρι, «τον και­ρό που υπήρ­χαν αλε­πού­δες και κότες ­ για­τί τώρα… μας έφα­γαν οι πλού­σιοι!».
«Για­τί έγι­να συν­δι­κα­λι­στής; Για­τί τότε μας κάνα­νε όλα αυτά που λέει πως θα κάνει τώρα ο Σημί­της. Ο Χρή­στος δεν ξεχνά. «9ωρα χωρίς διά­λειμ­μα, 12 ημέ­ρες άδεια τον χρό­νο, σύντα­ξη στα 65 και μισθός 12.245 δραχ­μές. Οι παλιοί ξέρου­με, τα ζήσα­με στο πετσί μας…)
(…)
Είναι ζήτη­μα μπέ­σας. Το 1992, κάποιοι –οι πολ­λοί, τα πίστευαν αυτά που κάνα­με, άλλοι είχαν στο πίσω μέρος του μυα­λού τους τις πολι­τι­κές σκοπιμότητες.
Και τώρα βλέ­πω μερι­κούς, αντί να παλεύ­ουν, να πηγαί­νουν στα ινστι­τού­τα και να φτιά­χνο­νται για να φαί­νο­νται ωραί­οι στον φακό. Εγώ για­τί να το κάνω; Εγώ είμαι εντά­ξει όπως με γέν­νη­σε η μάνα μου. Για­τί να αλλάξω;
(…)
«Εγώ… ευτυ­χώς έμει­να απ’ έξω! Διό­τι άλλο οι “Στα­μου­λοκολ­λά­δες” κι άλλο οιΚολ­λά­δες”.
Βλέ­πε­τε, και ηχη­τι­κά διαφέρουν.
Το ένα είναι σαν παλιό αρχο­ντι­κό ρεμπέ­τι­κο, το άλλο είναι… μπα­νάλ, τύπου Παντα­ζή». Το ένα ήταν τότε, μπρος στο φάσμα της ανερ­γί­ας, το άλλο είναι τώρα, μπρος στις πύλες της Βου­λής.
Άλλω­στε ο κ. Κολ­λάς το παρα­δέ­χε­ται, το λέει: «Τα πράγ­μα­τα έχουν αλλά­ξει. Η επο­χή της τρα­γιά­σκας και της σηκω­μέ­νης γρο­θιάς έχει τελειώ­σει».
Όχι για όλους, για τον κ. Κολ­λά σίγουρα…

Πηγή

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο