Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δημήτρης Λάγιος «Τ’ όνειρο είναι που μαγεύει… »

«Αισθά­νο­μαι δόκι­μος άνθρω­πος και δόκι­μος μου­σι­κός. Είναι εσω­τε­ρι­κές οι ανά­γκες που με κάνουν να τρα­γου­δώ, να γρά­φω στί­χους και μου­σι­κή. Όσο και να δια­βά­ζω, όσο και αν ψάχνο­μαι, δεν έχω βρει ακό­μα το δρό­μο μου, δεν έχω καλά καλά γνω­ρί­σει τον εαυ­τό μου, δεν έχω μεγα­λώ­σει μέσα μου. Με ενδια­φέ­ρει το μονο­πά­τι κι ο δρό­μος που θα βρω σαν δημιουρ­γός, γι’ αυτό ψάχνο­μαι συνεχώς…».

Τα παρα­πά­νω λόγια ανή­κουν στον Δημή­τρη Λάγιο, άξιο μου­σι­κό δημιουρ­γό, ο οποί­ος, στη σύντο­μη ζωή του, μας δώρι­σε έργα ξεχω­ρι­στής ευαι­σθη­σί­ας και ταλέντου.
Τριά­ντα χρό­νια σήμε­ρα από το πρό­ω­ρο, άδι­κο «φευ­γιό» στις 11-Απρ-1991 — σε ηλι­κία μόλις 39 χρό­νων — του εμπνευ­σμέ­νου, αφο­σιω­μέ­νου καλ­λι­τέ­χνη, ο οποί­ος άφη­σε πίσω του ένα πλού­σιο και μεγά­λου εύρους έργο, συν­θε­τι­κό, ποι­η­τι­κό, εκπαι­δευ­τι­κό και κοινωνικό.
Είχε όμως πολ­λά, πάρα πολ­λά ακό­μη να δώσει. «Δε φοβά­μαι το θάνα­το. Ομως δε μου φτά­νει ο χρό­νος. Ο,τι και να κάνεις στην τέχνη, δε φτά­νει ο χρό­νος», έλε­γε, εκφρά­ζο­ντας τη συνε­χή αγω­νία του να κάνει όσο το δυνα­τόν περισ­σό­τε­ρα, ν’ αφή­σει όσο το δυνα­τόν περισ­σό­τε­ρα… Και μέχρι τέλους πάλε­ψε παλι­κα­ρί­σια την αρρώ­στια, το θάνατο…
«Δε θα φύγω, είναι πολύ νωρίς ακό­μα», ήταν η υπό­σχε­σή του, που δυστυ­χώς δεν μπό­ρε­σε να τηρή­σει ο καλ­λι­τέ­χνης, ο οποί­ος εδώ και είκο­σι χρό­νια «κατοι­κεί» στις θάλασ­σες που αγά­πη­σε περισ­σό­τε­ρο στη ζωή του. Η τέφρα του, μετά από επι­θυ­μία του, σκορ­πί­στη­κε στην ιδιαί­τε­ρη πατρί­δα του, τη Ζάκυν­θο και στη δεύ­τε­ρη πατρί­δα του, την Κύπρο, τρα­νή από­δει­ξη της σχέ­σης που τον έδε­νε με τη μαρ­τυ­ρι­κή μεγα­λό­νη­σο, την οποία λάτρε­ψε, συμπα­ρα­στά­θη­κε στον αγώ­να της και της αφιέ­ρω­σε πολ­λά από τα έργα του.

Δημ. ΛάγιοςΟ Δ. Λάγιος γεν­νή­θη­κε στη Ζάκυν­θο στις 7‑Α­πρ-1952. Βαφτί­στη­κε στους ήχους της επτα­νη­σια­κής δια­λέ­κτου, ενώ σπού­δα­σε κοντά σε μεγά­λους δασκά­λους στο Εθνι­κό Ωδείο αρμο­νία, ενορ­χή­στρω­ση, αντί­στι­ξη, φού­γκα και πήρε πτυ­χίο ανώ­τε­ρων θεω­ρη­τι­κών και δίπλω­μα κιθά­ρας. Διδά­χτη­κε, στην Αμε­ρι­κή, μου­σι­κή ανά­λυ­ση από τον Ερνεστ Μπράουν.
Μαγε­μέ­νος από τη μεγα­λο­σύ­νη της λαϊ­κής μας παρά­δο­σης αφέ­θη­κε να τον παρα­σύ­ρουν οι ήχοι της, τους οποί­ους, όμως, αφο­μοί­ω­σε δημιουρ­γι­κά στο πολύ­μορ­φο έργο του. Μου­σι­κο­λο­γι­κά ερεύ­νη­σε το προ­ε­πα­να­στα­τι­κό τρα­γού­δι και την παρα­δο­σια­κή (λαϊ­κή και εκκλη­σια­στι­κή) μου­σι­κή των Επτα­νή­σων. Η έρευ­νά του για το προ­ε­πα­να­στα­τι­κό τρα­γού­δι κατα­γρά­φη­κε στο βινύ­λιο σε περιο­ρι­σμέ­να αντί­τυ­πα. Νωρί­τε­ρα, στη Ζάκυν­θο ακό­μη, αρχί­ζει την ερευ­νη­τι­κή του εργα­σία, μελέ­τη και κατα­γρα­φή της μου­σι­κής παρά­δο­σης της ιδιαί­τε­ρης πατρί­δας του.
Ηχο­γρα­φεί «Τα λαϊ­κά τρα­γού­δια της Ζάκυν­θος», «Του Σολω­μού και της Ζάκυν­θος», «Ζακυν­θι­νές σερε­νά­δες», «Εκκλη­σια­στι­κή μου­σι­κή παρά­δο­ση», «Του μαντο­λί­νου», με μου­σι­κή Επτα­νή­σιων συν­θε­τών, δια­σκευα­σμέ­νη από τον ίδιο. Αυτές οι εκδό­σεις μαρ­τυ­ρούν την αγω­νία και την προ­σπά­θειά του για τη διά­σω­ση και διά­δο­ση της πλού­σιας μου­σι­κής παρά­δο­σης της περιο­χής. Παράλ­λη­λα, δημιουρ­γεί στη Ζάκυν­θο τις «Γιορ­τές Τέχνης και Λόγου», συντο­νί­ζο­ντας ένα σύνο­λο καλ­λι­τε­χνών με την ονο­μα­σία «Μου­σι­κό Ασκηταριό».
Είναι κάτι που το υπα­γο­ρεύ­ουν οι κατα­βο­λές του, η πολι­τι­στι­κή ιστο­ρία ενός τόπου που διψά για δημιουρ­γία. Ισως να νιώ­θει ότι το χρω­στά στους συντο­πί­τες του, που μαζί τους πρω­το­τρα­γού­δη­σε αρέ­κειες και καντά­δες, όπως και τα πρώ­τα δικά του τρα­γού­δια. Μα, και στον πατέ­ρα του, φούρ­να­ρη στο επάγ­γελ­μα και εξαι­ρε­τι­κό τενό­ρο, τον οποίο ακο­λου­θού­σε πιτσι­ρι­κάς στα ζακυν­θι­νά ταβερνεία.Δημήτρης Λάγιος

«Αυτά που έκα­νε ο Λάγιος στον τομέα της δισκο­γρά­φη­σης της παρά­δο­σης, σε μια επο­χή τόσο πεζή και αδιά­φο­ρη, που κυνη­γά­νε μόνο το εμπο­ρι­κό, ήταν ένας πραγ­μα­τι­κός άθλος, μια προ­σφο­ρά που θα άξι­ζε να βρα­βευ­τεί από την Ακα­δη­μία Αθη­νών, έστω και μετα­θα­νά­τια», έχει πει ο μου­σι­κο­λό­γος Μάρ­κος Φ. Δραγούμης.

Πιστεύ­ο­ντας στον καθο­ρι­στι­κό ρόλο της μου­σι­κής παι­δεί­ας, συμ­με­τέ­χει με τον Αρι­στεί­δη Μόσχο στην ίδρυ­ση του «Λαϊ­κού Σχο­λεί­ου Παρα­δο­σια­κής Μου­σι­κής», ενώ ξεκι­νά τα Μου­σι­κά Σχο­λεία Μυκό­νου και Αλί­μου. Επί­σης, ιδρύ­ει το «Κάλ­βειο Κέντρο Μου­σι­κών Μελε­τών» και το «Κάλ­βειο Ωδείο» στη Ζάκυν­θο και συντο­νί­ζει το φωνη­τι­κό σχή­μα «Ραψω­δοί» με κλα­σι­κό ρεπερ­τό­ριο, με το οποίο περιο­δεύ­ει σε διά­φο­ρα αρχαία θέα­τρα της Ελλά­δας και της Κύπρου.

Ως συν­θέ­της, ο Δ. Λάγιος εμφα­νί­στη­κε στη δισκο­γρα­φία το 1982, μετά από την επι­λο­γή του από τον Οδυσ­σέα Ελύ­τη, για τη μελο­ποί­η­ση του έργου του «Ο Ηλιος ο Ηλιά­το­ρας», που ερμή­νευ­σαν οι Γ. Ντα­λά­ρας, Ε. Βιτά­λη, Ν. Δημη­τρά­τος και η Χορω­δία Λαμί­ας. Ακο­λού­θη­σαν το 1983 ο δίσκος «Εδώ που γεν­νη­θή­κα­με» σε στί­χους Φώντα Λάδη με ερμη­νευ­τή τον Αντώ­νη Καλο­γιάν­νη, ο κύκλος τρα­γου­διών «Αη Λαός» σε στί­χους Μιχά­λη Μπουρ­μπού­λη, με ερμη­νεύ­τρια τη συγκλο­νι­στι­κή Σωτη­ρία Μπέλ­λου, «Εργα για ορχή­στρα νυκτών οργά­νων» (1989) κ.ά.
Τελευ­ταία του δισκο­γρα­φι­κή δου­λειά και η πιο προ­σω­πι­κή ήταν η «Ερω­τι­κή πρό­βα στο θάνα­το» με ερμη­νευ­τές τους Γιώρ­γο Ντα­λά­ρα, Σαβί­να Γιαν­νά­του και Πάνο και Χάρη Κατσι­μί­χα. Μετά το θάνα­τό του κυκλο­φό­ρη­σε και το χορό­δρα­μα «Ινα τι», πάνω στο λυρι­κό λόγο του Δαβίδ, που ενορ­χή­στρω­σε ο Κύπριος συν­θέ­της Δημή­τρης Χρι­στο­δου­λί­δης. Μια από τις μόνι­μες συνερ­γα­σί­ες του ήταν αυτή με το φωνη­τι­κό σύνο­λο και το σχή­μα κλα­σι­κού χορού «Διά­στα­ση» της Κύπρου. Τον περα­σμέ­νο Φλε­βά­ρη πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε η πρώ­τη δημό­σια παρου­σί­α­ση του ανέκ­δο­του έργου του «Κάλ­βειος Ραψω­δία». Σεμνός και αθό­ρυ­βος είχε επι­λέ­ξει συνει­δη­τά να βρί­σκε­ται μακριά από προ­βο­λείς, αρνού­με­νος να εμπο­ρευ­τεί, να προ­δώ­σει την ίδια του την ύπαρξη.

Ωδή οδύνης

Τηλεοπτικό αφιέρωμα στον Δημήτρη Λάγιο με τη Μαλβίνα Κάραλη

Ακού­γο­νται:

  • Όμορ­φη και Παρά­ξε­νη Πατρί­δα (Οδυσ­σέ­ας Ελύτης)
  • Μπα­λά­ντα στους Άδο­ξους Ποι­η­τές των Αιώ­νων (Κώστας Καρυωτάκης)
  • Πρό­βα
  • Καθρέ­φτης
  • Μωβ
  • Να Κλαις
  • Στη Χώρα των Ψυχών
  • Φύλα­ξε Ό,τι Αγαπάς
  • Πες Μου Πως Είναι Ψέματα
  • Κανα­ρί­νι

Δημ. Λάγιος στο πιάνο

ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

Πέγκυ ΛάγιουΕρω­τι­κή πρό­βα | Ο εκτυ­φλω­τι­κός κόσμος του Δημή­τρη Λάγιου
Παρά τη λέξη «θάνα­το» στον τίτλο, η «Ερω­τι­κή Πρό­βα» υπήρ­ξε το έργο ζωής του Δημή­τρη Λάγιου.

Με τα μεγά­λα καστα­νά μάτια της ψυχής του, είχε φαντα­στεί αυτό το έργο-που στην αρχή το έλε­γε χαμο­γε­λώ­ντας «erotic prove thanatic» ‑σαν την εντε­λώς ξεχω­ρι­στή, την εντε­λώς δική του πρό­τα­ση στο χώρο του μου­σι­κο­χο­ρευ­τι­κού θεάματος.
Ξεκί­νη­σε να κάνει πραγ­μα­τι­κό­τη­τα κάτι που ονει­ρευό­ταν. Μια μου­σι­κή παρά­στα­ση με χορό και τραγούδια.

Ξεκί­νη­σε – κάποια στιγ­μή που κοί­τα­ζε από το μεγά­λο παρά­θυ­ρο του σπι­τιού του το λόφο του Φιλο­πάπ­που που κρε­μό­ταν απέ­να­ντι – να ονει­ρεύ­ε­ται, να ταξι­δεύ­ει… Μόνο που τα ταξί­δια που έκα­νε με τα μάτια και τα πλή­κτρα του πιά­νου ο Δημή­τρης, τον πήγαι­ναν ανέ­κα­θεν πολύ μακριά. Ετού­το ‘ δω, έμελ­λε να τον φέρει μέχρι την απέ­να­ντι όχθη, παρ’ όλο που δεν το ήξε­ρε όταν ξεκί­νη­σε να γράφει…
Το πρώ­το τρα­γού­δι της συλ­λο­γής ήταν το « Μαρία σ’ αγα­πώ». Τρα­γού­δι αφιε­ρω­μέ­νο στη μητέ­ρα του που είχε χάσει νωρίς. Συνέ­χι­σε με ορχη­στρι­κά κομ­μά­τια τα οποία στη συνέ­χεια συμπλη­ρώ­θη­καν από διά­φο­ρα τρα­γού­δια. Έγρα­φε, έσβη­νε και συμπλή­ρω­νε το έργο από το ‘ 89 μέχρι και το ‘ 91.

Η «Ερω­τι­κή Πρό­βα στο Θάνα­το» παρου­σιά­στη­κε για πρώ­τη φορά στο κοι­νό, με τη μορ­φή μει­κτής παρά­στα­σης (μου­σι­κή – χορός – τρα­γού­δι) από σπου­δαί­ους Ελλη­νες μου­σι­κούς, το 1970. Ο Δημή­τρης, στην πρώ­τη εκεί­νη παρά­στα­ση, είδε τα στι­χά­κια του να χορεύ­ουν και τις συν­θέ­σεις του να αφη­γού­νται τα παρά­ξε­να όνει­ρά του και χαμή­λω­σε για μια στιγ­μή τα μάτια.
Δεν ήταν ποτέ και για κανέ­ναν εύκο­λο να κοι­τά­ζει κατά­μα­τα τον εκτυ­φλω­τι­κό κόσμο του Λάγιου.Γιατί, πλεγ­μέ­να ανά­με­σα στις λέξεις που σκά­λι­ζε με τα μολύ­βια του πάνω σε κίτρι­να χαρ­τά­κια, βρί­σκο­νταν η μονα­ξιά, ο έρω­τας, το πάθος, η ζωή, πράγ­μα­τα που λάτρευε, άλλα που τον μάγευαν και όσα τον κυνηγούσαν.
Λίγες μέρες πριν ο θάνα­τος προ­λά­βει την κυκλο­φο­ρία του δίσκου, ο Δημή­τρης, μ’ ένα σημεί­ω­μα που έγρα­ψε στην Άννα Ντα­λά­ρα, απά­λει­ψε το «θάνα­το» από τον τίτλο του έργου. Η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα δεν ταί­ρια­ζε πια με τα όνει­ρά του, όνει­ρα που ο Δημή­τρης επέ­με­νε μέχρι το τέλος να δια­τη­ρεί ζωντα­νά γύρω του και εντός του.

Η Σαβί­να Γιαν­νά­του, ο Χάρης και ο Πάνος Κατσι­μί­χας και ο Γιώρ­γο­ςε Ντα­λά­ρας, έδω­σαν ανά­σα και ζωή στα τρα­γού­δια του με μεγά­λη ευαι­σθη­σία και τέχνη.
Η «Ερω­τι­κή Πρό­βα» συνέ­χι­σε το ταξί­δι, μόνη της πιά, χωρίς το δημιουρ­γό της ο οποί­ος δεν πρό­λα­βε καν ν’ ακού­σει και όλα τα τρα­γού­δια στην τελι­κή τους μορ­φή. Δεν είχε όμως σημα­σία πλέον.
Αγά­πη, πάθος, θαυ­μα­σμός, σεβα­σμός…. Αυτές οι τέσ­σε­ρις λέξεις μπο­ρούν ίσως να συνο­ψί­σουν τη σχέ­ση του Δημή­τρη με τη μου­σι­κή και τη δημιουργία.
(της Πέγκυς Λάγιου)ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΑΓΙΟΣ

Τι πάθος βυθί­ζει σε πέλα­γα το νου
βρα­διά­ζει κι αλλά­ζει το χρώ­μα τ’ ουρανού
βρα­διά­ζει κι αλλά­ζει το χρώ­μα τ’ ουρανού
τι πάθος βυθί­ζει σε πέλα­γα το νου

Μην η αθω­ό­τη­τά μου είναι μέσα στη σιωπή
σ’ ένα θησαυ­ρό χαμέ­νο που γυρεύω μια ζωή
μην την ξόδε­ψα στα ζάρια μην την πήρε το κρασί
ίσως φταί­ει η βρο­χή που κλαί­ει με παρά­πο­νο κι οργή

(…)

Χάνω την ισορ­ρο­πία κι ο αέρας με τρυπά
φταί­νε κι οι κραυ­γές των γλά­ρων σ’ ένα γκρί­ζο ορίζοντα
οι απο­στά­σεις με λυγί­ζουν δεν υπάρ­χει επιστροφή
ειν’ η αθω­ό­τη­τά μου μέσα στην καταστροφή

Τι πάθος βυθί­ζει σε πέλα­γα το νου


«Ο Δημή­τρης Λάγιος πέρα­σε από το ελλη­νι­κό στε­ρέ­ω­μα σαν ένας μετε­ω­ρί­της, φωτί­ζο­ντας με δύνα­μη τον ουρα­νό και σβή­νο­ντας παρά­δο­ξα και αιφ­νί­δια. Η εφη­βι­κή ανυ­πό­τα­κτη ψυχή του, το μελω­δι­κό ένστι­κτο, η πίστη στο υψη­λό τον χαρα­κτή­ρι­σαν σε όλη τη διάρ­κεια της αστρα­πιαί­ας στα­διο­δρο­μί­ας του», γρά­φει ο ποι­η­τής Στρα­τής Πασχάλης.

«Θα ‘ταν πιο καλά αν έμε­να κι εγώ στο περί­γραμ­μα των λίγων τρα­γου­διών σου που άκου­σαν οι πολ­λοί και μέσα από αυτά σε έκρι­ναν. Θα ‘ταν πιο καλά αν δεν είχα νιώ­σει την αγω­νία της μονα­χι­κής σου περι­πλά­νη­σης σε δρό­μους αυτο­γνω­σί­ας και πλη­ρό­τη­τας μακριά από την μετριό­τη­τα των και­ρών. Θα ‘ταν πιο καλά αν δεν ήξε­ρα ότι μ’ αγά­πη­σες άδο­λα όσο λίγοι, γι’ αυτό που κάνω και γι’ αυτό που είμαι. Θα ‘ταν πιο καλά να μην σ’ είχα ακού­σει να τρα­γου­δάς μ’ αυτή τη σπα­ρα­κτι­κή φωνή που δεν λέει να φύγει από τ’ αυτιά μου. Θα ‘ταν πολύ καλύ­τε­ρα αν δεν σε γνώ­ρι­ζα για να μη νιώ­θω το βάρος της απου­σί­ας σου», σημειώ­νει ο Γιώρ­γος Ντα­λά­ρας.

Αφιέρωμα της ΕΡΤ στο Δημήτρη Λάγιο

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

  • «Ρήγας Φεραί­ος», 1980. Εργα­σία πάνω στο προ­ε­πα­να­στα­τι­κό τρα­γού­δι της Ελλά­δας. Κυκλο­φό­ρη­σε σε δίσκο, σε περιο­ρι­σμέ­νο αριθ­μό αντιτύπων.
  • «Ο Ήλιος ο Ηλιά­το­ρας», 1982–83. Μελο­ποί­η­ση του ομώ­νυ­μου έργου του Οδυσ­σέα Ελύτη.
  • «Άη – Λαός», 1984. Στί­χοι του Μιχά­λη Μπουρμπούλη.
  • «Εδώ που γεν­νη­θή­κα­με», 1984. Στί­χοι του Φώντα Λάδη.
  • «Ζακυν­θι­νές Σερε­νά­δες», 1985 – 1986. Τρα­γού­δια του Τζώρ­τζη Κωστή.
  • «Λαϊ­κά Τρα­γού­δια της Ζάκυν­θος», 1985 – 86.
  • «Του Σολω­μού και της Ζάκυν­θος», 1985 – 86.
  • «Ζακυν­θι­νή Εκκλη­σια­στι­κή Παρά­δο­ση», 1985 – 86.
  • «Του Μαντο­λί­νου», 1985–86. Μου­σι­κή Επτα­νή­σιων συν­θε­τών, δια­σκευα­σμέ­νη για μαντολίνο.
  • «Ομι­λί­ες», 1987. Ανέκδοτο.
  • «Σκιές», 1988. Στί­χοι δικοί του, του Τάμποτ Κεφαλ­λη­νού και της Κλαί­ρης Αγγε­λί­δου, με τη χορω­δία του Πολι­τι­στι­κού Ομί­λου «Διά­στα­ση» της Λεμεσού.
  • «Έργα για Ορχή­στρα Νυκτών Εγχόρ­δων», 1990. Έργα γραμ­μέ­να για την Ορχή­στρα Νυκτών Εγχόρ­δων του Δήμου Πάτρας.
    «Των Αθα­νά­των», 1988. Σε ποί­η­ση απαγ­χο­νι­σμέ­νων παλι­κα­ριών της Κύπρου. Κυκλο­φό­ρη­σε σε δίσκο το 1993.
  • «Ίνα τι», 1988. Μελο­ποί­η­ση απο­σπα­σμά­των ψαλ­μών του Δαβίδ. Κυκλο­φό­ρη­σε σε δίσκο το 1992, σε ενορ­χή­στρω­ση Μιχά­λη Χριστοδουλίδη.
  • «Ρωγ­μές» και «Σπου­δές σ’ ελλη­νι­κά θέμα­τα», 1990. Έργα για νυκτά έγχορ­δα. Κυκλο­φό­ρη­σε σε δίσκο το 1992.
  • «Ιδα­νι­κοί Αυτό­χει­ρες», 1989. Μελο­ποί­η­ση ποι­η­μά­των του Κ. Καρυω­τά­κη. Δισκο­γρα­φι­κό ανέκδοτο.
  • «Εγκώ­μιο Παι­χνι­διού», 1989. Ορα­τό­ριο για παι­διά. Ανέκδοτο.
  • «Κάλ­βειος Ραψω­δία», 1986–89. Συμ­φω­νι­κό έργο πάνω στις Ωδές του Κάλ­βου. Δισκο­γρα­φι­κό ανέκδοτο.
  • «Ερω­τι­κή Πρό­βα στο Θάνα­το», 1989–91. Σε στί­χους δικούς του, κυκλο­φό­ρη­σε σε δίσκο το 1991, έπει­τα από επί­πο­νες προ­σπά­θειες του Γιώρ­γου Νταλάρα.

Λάγιος να ονειρεύομαι...

FaceBook
Δημήτρης Λάγιος

Θέατρο Πολύτεχνο Χριστούγεννα 1984Νότα Μασ­σέ­λου, Γκά­ρυ Βοσκο­πού­λου, Τζέ­νη Ρουσ­σέα με την κόρη της Έλλη, Στέρ­γιος Χατζη­κώ­στας, Δημή­τρης Λάγιος, Ευδο­κία Σου­βα­τζή, Πέγκυ Λάγιου — Φοι­νι­νή και Μαριάν­να Μαρούδα-Κούτση

Με πλη­ρο­φο­ρί­ες από το Ριζο­σπά­στη

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο