Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΕΣΣΔ πρώτη διδάξασα την ειρήνη μέσα από το αντιπολεμικό σινεμά

Η μια _η σωστή πλευ­ρά της ιστο­ρί­ας, το συγκλο­νι­στι­κό, αντι­πο­λε­μι­κό δρά­μα του Σοβιε­τι­κού σκη­νο­θέ­τη Ελεμ Κλί­μοφ «Έλα να δεις» (Idi i smotri _βραβείο Καλύ­τε­ρης Ται­νί­ας, βρα­βείο FIPRESCI, Φεστι­βάλ Μόσχας 1985) απο­κα­λύ­πτει τη φρι­κα­λε­ό­τη­τα του φασι­σμού, με αφορ­μή την «εξα­φά­νι­ση» από το χάρ­τη 618 Λευ­κο­ρω­σι­κών χωριών, το 1943, από τους ναζί, οι οποί­οι τα έκα­ψαν μαζί με τους κατοί­κους τους, στην πλειο­ψη­φία τους γέροι και γυναι­κό­παι­δα, απο­τε­λώ­ντας, ταυ­τό­χρο­να, φόρο τιμής στα 2,2 εκα­τομ­μύ­ρια Λευ­κο­ρώ­σων, που σκο­τώ­θη­καν στη διάρ­κεια του Μεγά­λου Πατριω­τι­κού Πολέ­μου, και συνο­λι­κά στα δεκά­δες εκα­τομ­μύ­ρια νεκρών της ΕΣΣΔ στην πάλη κατά του φασισμού.

Γρά­φει ο 🎥 \\ Αστέ­ρης Αλα­μπής _Μίδας

Το σενά­ριο του Αντά­μο­βιτς (υπη­ρέ­τη­σε στο Β’ Παγκό­σμιο και έζη­σε την τρο­με­ρή κατα­στρο­φή που προ­κά­λε­σαν οι ναζί στη Λευ­κο­ρω­σία), ανα­φέ­ρει πραγ­μα­τι­κά γεγο­νό­τα, όπως η κατα­στρο­φή του χωριού Κατίν. Είναι πράγ­μα­τι ειρω­νεία της τύχης που η εμφά­νι­ση της ται­νί­ας του Κλί­μοφ στη χώρα μας (από τη NewStar) συνέ­πε­σε με την προ­βο­λή της αντι­κομ­μου­νι­στι­κής ται­νί­ας του Αντζέι Βάι­ντα «Κατίν», αλλά είναι και μεγά­λη ευκαι­ρία οι κινη­μα­το­γρα­φό­φι­λοι να δια­πι­στώ­σουν ποια «ιστο­ρία» «παραγ­γέλ­λει» ο νεο­τα­ξι­κός καπι­τα­λι­σμός στους «πρό­θυ­μους» δημιουρ­γούς. Ο Κλί­μοφ γεν­νή­θη­κε το 1933 στο Στά­λιν­γκραντ και βίω­σε τη λαί­λα­πα του φασι­σμού στη διάρ­κεια της πολιορ­κί­ας της ηρω­ι­κής πόλης. Μη ανε­χό­με­νος την ανα­θε­ώ­ρη­ση της Ιστο­ρί­ας που επέ­βα­λε η «περε­στρόι­κα» στην ΕΣΣΔ, ο Κλί­μοφ παραι­τή­θη­κε (1988) από τη θέση του Α’ Γραμ­μα­τέα της Ένω­σης Σοβιε­τι­κών Σκη­νο­θε­τών και δεν ξανα­γύ­ρι­σε ται­νία. Ετσι το «Ελα να δεις» είναι η τελευ­ταία του. Πέθα­νε το 2003.
Μιλώ­ντας γι’ αυτή την ται­νία, ο Αμε­ρι­κα­νός ηθο­ποιός- σκη­νο­θέ­της Σον Πεν είχε δηλώ­σει: «Αυτό που είδα θα μεί­νει χαραγ­μέ­νο μέσα μου για πάντα. Είναι ένα αρι­στούρ­γη­μα, όχι μόνο για τον κινη­μα­το­γρά­φο, αλλά για όλη την ανθρωπότητα»…

“Δεν πρό­κει­ται για κατη­γό­ρια, ούτε για εξομολόγηση,
και πολύ λιγό­τε­ρο για περι­πέ­τεια. Για­τί ο θάνα­τος δεν
είναι περι­πέ­τεια γι’ αυτούς που στέ­κο­νται πρό­σω­πο με
πρό­σω­πο απέ­να­ντί του”.

Έριχ Μαρία Ρεμάρκ 🎥 για το αντι-πολε­μι­κό του έργο
“Ουδέν Νεώ­τε­ρον από το Δυτι­κόν Μέτωπο”

Η Τέχνη με τους καθρέ­φτες, ο κινη­μα­το­γρά­φος, δρα με το σύνο­λο των απει­κο­νί­σε­ων μιας κοι­νω­νί­ας, αλλά και μέσα στο σύνο­λο αυτό, σαν γνή­σιο προ­ϊ­όν των κοι­νω­νι­κών συν­θη­κών. Από τα τέλη του 19ου αιώ­να ο κόσμος θα ζήσει τη βιο­μη­χα­νι­κή επέ­κτα­ση, τη μετα­βο­λή του τοπί­ου, την παρου­σία των μεγα­λου­πό­λε­ων και θα αντι­με­τω­πί­σει τα δυο Παγκό­σμια ιμπε­ρια­λι­στι­κά Ολο­καυ­τώ­μα­τα του 20ού. Τα τελευ­ταία, με τη συγκι­νη­σια­κή τους δύνα­μη έδω­σαν πολύ­μορ­φο υλι­κό στους σκη­νο­θέ­τες και τους παρα­γω­γούς για ται­νί­ες πολε­μι­κές και αντι-πολε­μι­κές, που επα­να­φέ­ρουν την εμπει­ρία του πολέ­μου στην οθό­νη. Η δια­φο­ρά των δυο ειδών, που είναι τεχνι­κά μικρή και γι’ αυτό συχνά ανυ­πο­ψί­α­στη, έγκει­ται στη συλ­λο­γι­στι­κή τους. Αφο­ρά τη σχέ­ση ανά­με­σα στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και την παρου­σί­α­ση, που απο­τε­λεί και το ηθι­κό μέρος που δια­κι­νεί η ται­νία. Οι πολε­μι­κές δίνουν το προ­βά­δι­σμα στην περι­πέ­τεια εξω­ρα­ΐ­ζο­ντας τη δρά­ση ενός πρω­τα­γω­νι­στή άτρω­του, με ικα­νό­τη­τες ηρω­ι­κές, προ­τρέ­πο­ντας τους πολί­τες για ανά­λο­γες επι­δό­σεις αν η ανά­γκη το απαι­τή­σει. Στις πρώ­τες πολε­μι­κές ται­νί­ες που γυρί­στη­καν αρκού­σε το παρά­τολ­μο θάρ­ρος του ήρωα.

Αργό­τε­ρα προ­στέ­θη­κε η βία και το αίμα, απόρ­ροια της εξέ­λι­ξης των οπτι­κο­α­κου­στι­κών προ­τι­μή­σε­ων που δια­μόρ­φω­σε η πρό­ο­δος της κοι­νω­νί­ας. Τα διά­φο­ρα σημεία εντυ­πω­σια­σμού είναι το σημα­ντι­κό­τε­ρο στοι­χείο μιας πολε­μι­κής ται­νί­ας, ενώ η ίδια η κόλα­ση του πολέ­μου ως συνο­λι­κή επί­δρα­ση πάνω στο ανθρώ­πι­νο γένος μπαί­νει σε δεύ­τε­ρο πλά­νο. Μυθο­ποι­η­μέ­νες απο­δρά­σεις από φυλα­κές και στρα­τό­πε­δα, κατα­σκο­πεύ­σεις, βομ­βαρ­δι­σμοί ή στιγ­μές επι­κές από ιστο­ρι­κές μάχες είναι τα θέμα­τα που προ­ο­ρί­στη­καν να ψυχα­γω­γή­σουν, ενθαρ­ρύ­νο­ντας παράλ­λη­λα το εθνι­κό φρό­νη­μα και το φανα­τι­σμό του πολί­τη απέ­να­ντι στον “εχθρό”. Σε τέτοιες ται­νί­ες δρά­σης και επιρ­ρο­ής ο Καλός και ο Κακός εμφα­νί­ζο­νται σε από­λυ­τα διευ­κρι­νι­σμέ­νους ρόλους και το κοι­νό ταυ­τί­ζε­ται αυθόρ­μη­τα με τη θέση του σκη­νο­θέ­τη, κατευ­θυ­νό­με­νο κατ’ αυτόν τον τρό­πο άμε­σα σε προ­βλε­πό­με­νες και συγκε­κρι­μέ­νες αντι­λή­ψεις. Όμως ο κινη­μα­το­γρά­φος, σαν κοι­νω­νι­κή μηχα­νή που εμπε­ριέ­χει, αλλά και παρά­γει συμ­βο­λι­σμούς και ιδε­ο­λο­γή­μα­τα, χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε συχνό­τα­τα και για αντι­δη­μο­κρα­τι­κούς σκο­πούς, όπως για την ενί­σχυ­ση του θρη­σκευ­τι­κού φανα­τι­σμού, του ρατσι­σμού και της πολε­μο­κα­πη­λί­ας, που απο­τε­λούν μορ­φές έκφρα­σης του ιμπεριαλισμού.

Οι αντι-πολε­μι­κές ται­νί­ες, πάλι, έχουν πασι­φι­στι­κό ρόλο. Απο­τε­λούν κι αυτές ένα ρεα­λι­στι­κό θέμα και θέα­μα, που όμως απο­βλέ­πουν να απο­κα­λύ­ψουν μέσα από την όλη ωμό­τη­τα του πολέ­μου την αδι­κία του. Είναι εκεί­νες που ξεση­κώ­νουν αγα­νά­κτη­ση και αλλη­λεγ­γύη για τον ανθρώ­πι­νο πόνο και “διδά­σκουν” ειρή­νη. Εδώ ο πρω­τα­γω­νι­στής είναι τρω­τός, ανθρώ­πι­νος και ούτε διευ­κρι­νί­ζε­ται “ποιος φταί­ει”, για­τί δεν έχει αυτό την προ­τε­ραιό­τη­τα. Τα αντι-πολε­μι­κά φιλμ κατερ­γά­ζο­νται το θέμα του πολέ­μου με ευρύ­τε­ρη οπτι­κή και ουμα­νι­στι­κή προ­σέγ­γι­ση, κατα­λή­γο­ντας στο επί­μα­χο σημείο: Πως όλοι οι λαοί τελι­κά, ανε­ξαι­ρέ­τως στρα­το­πέ­δου, είτε ανή­κου­με σε αυτούς που αμύ­νο­νται, είτε σε εκεί­νους που επι­τί­θε­νται, είμα­στε θύμα­τα της ίδιας ιμπε­ρια­λι­στι­κής πολιτικής.

Πόλε­μος και κινη­μα­το­γρά­φος: Αντι­πο­λε­μι­κά αρι­στουρ­γή­μα­τα που έγρα­ψαν ιστορία

Ο βωβός κινηματογράφος

Οι πρώ­τες πολε­μι­κές ται­νί­ες ανά­γο­νται στην επο­χή του βωβού κινη­μα­το­γρά­φου και του ασπρό­μαυ­ρου φιλμ. Αλλά όλες οι σημα­ντι­κό­τε­ρες επι­τεύ­ξεις, από τη “Γέν­νη­ση ενός Έθνους” του Αμε­ρι­κα­νού Γκρί­φιν έως το “Θωρη­κτό Ποτέμ­κιν” του Σοβιε­τι­κού Αϊζεν­στάιν θα γίνουν στο ασπρό­μαυ­ρο φιλμ, θα εκτι­μή­σει ο θεω­ρη­τι­κός του κινη­μα­το­γρά­φου S. Kracauer. Στα τέλη του 19ου  αι. ο κινη­μα­το­γρά­φος, που — όπως κι οι υπό­λοι­πες τέχνες — καθο­ρί­ζε­ται από τις κοι­νω­νι­κο­οι­κο­νο­μι­κές εξε­λί­ξεις και από τις επα­να­στα­τι­κές μορ­φο­λο­γι­κές αλλα­γές, αλλά­ζει πρό­σω­πο. Η θρη­σκευ­τι­κή αντί­λη­ψη που είχε σαν βάση την πίστη και τον ασκη­τι­σμό εμφα­νί­ζει σημά­δια παρακ­μής και παρεμ­βαί­νει δυνα­μι­κά ο επι­στη­μο­νι­κός υλι­σμός, που απορ­ρί­πτει τη μετα­φυ­σι­κή και στη­ρί­ζε­ται στην παρα­τή­ρη­ση, στο πεί­ρα­μα και στην τεχνο­λο­γι­κή απο­φα­σι­στι­κό­τη­τα. Αυτό θα φανεί στην τεχνι­κή του κινη­μα­το­γρά­φου που διαρ­κώς αυτο­νο­μεί­ται, αλλά και στη θεμα­το­λο­γία του, που διαρ­κώς εμπλου­τί­ζε­ται. Έτσι, το 1898 που η Αμε­ρι­κή διεκ­δι­κεί πολε­μι­κά τις, έως τότε ισπα­νι­κές, αποι­κί­ες της Κού­βας, του Πόρ­το Ρίκο και των Φιλιπ­πί­νων, θα γυρί­σει την πρώ­τη πολε­μι­κή ται­νία “Απο­σπώ­ντας την Ισπα­νι­κή Σημαία” (“Tearing Down the Spanish Flag”), διάρ­κειας 90 λεπτών. Το φιλμ απει­κο­νί­ζει την περιρ­ρέ­ου­σα κατά­στα­ση της επο­χής του αμε­ρι­κα­νο-ισπα­νι­κού πολέ­μου και δια­μορ­φώ­νει συγκε­κρι­μέ­νη κοι­νή γνώ­μη πάνω στο μεί­ζο­να θέμα της εποχής.

Ο κινηματογραφικός φακός στον πόλεμο

Το 1914, η Γερ­μα­νία, που ήδη από τις τελευ­ταί­ες δεκα­ε­τί­ες διεκ­δι­κεί εδα­φι­κή ανα­κα­τα­νο­μή του κόσμου, θα κηρύ­ξει τον πόλε­μο κατά της Αντάντ (Συνα­σπι­σμός της τσα­ρι­κής Ρωσί­ας, της Αγγλί­ας και της Γαλ­λί­ας). Ο Ντ. Γκρί­φιθ το 1915, στην καρ­διά του Α Παγκο­σμί­ου, σκη­νο­θε­τεί το “Γέν­νη­ση ενός Έθνους” (“Birth of a Nation”), ανα­κα­λώ­ντας τις αντι­δι­κί­ες περί κατα­νο­μής εδά­φους και δικαιω­μά­των μετα­ξύ Βορεί­ων και Νοτί­ων, αρχί­ζο­ντας την εξι­στό­ρη­ση από τη μετα­φο­ρά των σκλά­βων του 17ου αιώ­να από την Αφρι­κή στην Αμε­ρι­κή και κατα­λή­γο­ντας στον εμφύ­λιο του 1861–65. Τα απρο­κά­λυ­πτα στοι­χεία ρατσι­σμού της ται­νί­ας ξεσή­κω­σαν την αντί­δρα­ση της αντι-ρατσι­στι­κής NAACP, αφού μάλι­στα το φιλμ βασί­στη­κε στο βιβλίο του Ρ. Ντί­ξον “Ο άνθρω­πος της οργά­νω­σης Κλαν” (“The Clansman”), βιβλίο που μέχρι σήμε­ρα χρη­σι­μο­ποιεί­ται για τη στρα­το­λό­γη­ση μελών της Κου Κλουξ Κλαν. Παρά το αμφι­λε­γό­με­νο θέμα, οι σκη­νές μάχης στο “Γέν­νη­ση ενός Έθνους” του Γκρί­φιθ παρέ­μει­ναν αξε­πέ­ρα­στες και ήταν από τους πρώ­τους που συνέ­λα­βαν την ανα­ντι­κα­τά­στα­τη αξία του γκρο-πλαν και την αξιο­ποί­η­σαν. Έπει­τα, οι μεγά­λες εισπρά­ξεις της ται­νί­ας έκα­ναν το Χόλι­γουντ να συνει­δη­το­ποι­ή­σει την εισπρα­κτι­κή αξία των φιλμ προ­πα­γάν­δας. Ο Γκρί­φιθ το 1918 θα γυρί­σει και το “Καρ­διές του Κόσμου” (“Hearts of the World”), ένα φιλμ έντο­νων αντι-γερ­μα­νι­κών συναι­σθη­μά­των που κατα­λή­γει δικαιώ­νο­ντας τις Ηνω­μέ­νες Πολι­τεί­ες για τη συμ­με­το­χή τους στον Ευρω­παϊ­κό Πόλεμο.

Και στη μεταπολεμική περίοδο

Το τέλος του Α Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου (1920) βρί­σκει την κινη­μα­το­γρα­φι­κή βιο­μη­χα­νία να παρακ­μά­ζει. Η ίδια παρακ­μή συνα­ντά­ται και στον ιτα­λι­κό κινη­μα­το­γρά­φο που αρχι­κά, το 1905, είχε σημειώ­σει άνο­δο. Τότε στρε­φό­ταν σε θέμα­τα θρη­σκευ­τι­κά (“Κβο Βάντις”, “Απε­λευ­θε­ρω­μέ­νη Ιερου­σα­λήμ”) και προ­γο­νο­λα­τρι­κά (“Η Αλω­ση της Τροί­ας”, “Τελευ­ταί­ες Μέρες της Πομπη­ί­ας”), εκφρά­ζο­ντας τις δια­θέ­σεις της επο­χής που ζητού­σαν στα­θε­ρή Ιτα­λία και ενω­μέ­νη και απαι­τού­σαν αυξη­μέ­νο εθνι­κό και θρη­σκευ­τι­κό συναί­σθη­μα, για να λει­τουρ­γή­σει ως συν­δε­τι­κός κρί­κος στην πρό­σφα­τη ενο­ποί­η­ση. Αλλά οι ντί­βες της Τσι­νε­τσι­τά και οι μετέ­πει­τα οικο­νο­μι­κές δυσκο­λί­ες που προ­έ­κυ­ψαν από τον Α Παγκό­σμιο Πολέ­μου κατα­δί­κα­σαν στο χάος τον ιτα­λι­κό κινη­μα­το­γρά­φο παρά τις οικο­νο­μι­κές ενι­σχύ­σεις της κυβέρ­νη­σης Μουσολίνι.

Αντι­θέ­τως, στη μετα­πο­λε­μι­κή περί­ο­δο οι παρα­γω­γές στη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση και _εν μέρει στη Γερ­μα­νία ανα­πτύ­χθη­καν, ενώ η Γαλ­λία παρέ­με­νε ακό­μα σε στά­διο πει­ρα­μα­τι­κό. Η Γερ­μα­νία ως χώρα — επι­δρο­μέ­ας έδω­σε έμφα­ση στο συναί­σθη­μα με τον εξπρε­σιο­νι­σμό (Ρόμπερτ Βίνε), στο φου­του­ρι­σμό και τη μυθο­λο­γία (Φριντς Λανγκ) και στην ψυχο­λο­γία (Βίλεμ Μούρ­να­ου), ενώ η Σοβ. Ένω­ση, με την πρό­σφα­τη Οχτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση, έδω­σε θέμα­τα πολε­μι­κά — επι­κά, δημιουρ­γώ­ντας μια αξιό­λο­γη κινη­μα­το­γρα­φι­κή αισθη­τι­κή με πολι­τι­κό χαρα­κτή­ρα. Ο Σερ­γκέι Αϊζεν­στάιν, φέτος συμπλη­ρώ­νο­νται 126 χρό­νια από τη γέν­νη­σή του, αν και ξεκί­νη­σε σπου­δά­ζο­ντας αρχι­τέ­κτο­νας — μηχα­νι­κός, κατέ­λη­ξε σκη­νο­θέ­της με μυθι­κή ισχύ στην παγκό­σμια κινη­μα­το­γρα­φι­κή ιστο­ρία. Υπο­στη­ρι­κτής της Επα­νά­στα­σης των μπολ­σε­βί­κων, θεω­ρη­τι­κός του μαρ­ξι­σμού, με κουλ­τού­ρα μεγα­λο­φυή, σκη­νο­θε­τεί κατά παραγ­γε­λία της σοβιε­τι­κής κυβέρ­νη­σης το αρι­στουρ­γη­μα­τι­κό “Θωρη­κτό Ποτέμ­κιν” (“Bronenosets Potemkin”, 1925) και τον “Οχτώ­βρη” (“Oktyabr”, 1927), γνω­στό­τε­ρο με τον τίτλο “Οι Δέκα Μέρες που Συγκλό­νι­σαν τον Κόσμο”.

Οι ται­νί­ες δοξά­ζουν την προ­λε­τα­ρια­κή επα­νά­στα­ση κι αφή­νουν εμβρό­ντη­το τον καλ­λι­τε­χνι­κό κόσμο που ανα­γκά­ζε­ται να παρα­δε­χτεί τη μεγα­λο­φυ­ϊα του Αϊζεν­στάιν που έστη­σε ανυ­πέρ­βλη­τα φιλμ κρα­τι­κής προ­πα­γάν­δας. Το ενδιά­με­σο _άγνωστο στους περισ­σό­τε­ρους έργο του, “Βήμα­τα της Οδησ­σού”, δημιουρ­γεί σχο­λή στην τότε πορεία του κινη­μα­το­γρά­φου με τις δυνα­τές και γρή­γο­ρες εναλ­λασ­σό­με­νες σκη­νές, που περι­γρά­φουν τη σφα­γή πολι­τών από στρα­τιώ­τες του τσά­ρου κατά την πρώ­τη ρωσι­κή επα­νά­στα­ση του Οκτώ­βρη 1905. Γενι­κά το σκη­νο­θε­τι­κό του έργο, που ανά­γε­ται στην επο­χή του βωβού ακό­μα κινη­μα­το­γρά­φου, αλλά συγκλο­νί­ζει μέχρι σήμε­ρα τον καλ­λι­τε­χνι­κό κόσμο, υπήρ­ξε κυρί­ως διδα­κτι­κό, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας θέμα­τα από την επο­χή της τσα­ρι­κής κατα­πί­ε­σης με ήρω­ες αγρό­τες κολε­κτί­βων. Ο επί­σης δια­λε­κτι­κός, ουκρα­νι­κής κατα­γω­γής Ντοβ­ζέν­κο, θα σκη­νο­θε­τή­σει το 1939 το “Ξεσή­κω­μα ενός Λαού” (Shchors), που ανα­φέ­ρε­ται στην ουκρα­νι­κή επα­νά­στα­ση και στο ποι­η­τι­κό της σύμ­βο­λο Nikolay Shchors, του για­τρού που σκο­τώ­θη­κε το 1919, σε ηλι­κία 24 ετών. Ακο­λού­θη­σαν και αντι-πολε­μι­κές αρι­στουρ­γη­μα­τι­κές ται­νί­ες, όπως το “Οπλο­στά­σιο” του ίδιου σκη­νο­θέ­τη, αλλά και πολι­τι­κές, που υπο­βοη­θού­σαν στην εδραί­ω­ση του νέου καθε­στώ­τος, όπως ο “Ο Λένιν στα 1918″ του Μιχα­ήλ Ρομ, που δίνει έμφα­ση στην ανθρώ­πι­νη πλευ­ρά του Ρώσου ηγέ­τη και το σημα­ντι­κό­τα­το ντο­κι­μα­ντέρ του Βέρ­τσοφ (Dziga Vertov) “Τρία Τρα­γού­δια για τον Λένιν”. Γενι­κό­τε­ρα, ο μετα-επα­να­στα­τι­κός ρωσι­κός κινη­μα­το­γρά­φος προ­σπα­θεί να διδά­ξει τους εργά­τες να σκέ­φτο­νται δια­λε­κτι­κά: Με τα προ­πα­γαν­δι­στι­κά του μηνύ­μα­τα θα επι­διώ­ξει να μετου­σιώ­σει την ελλι­πή ψυχο­λο­γία της μάζας που παρέ­λα­βε, σε συνει­δη­τό θεατή.

Μετά τον Β Παγκό­σμιο Πόλε­μο, θα επι­κρα­τή­σει η τάση για πολι­τι­στι­κές συγκρί­σεις και το θέμα της σύγκρου­σης Ανα­το­λής — Δύσης θα γίνει ιδιαί­τε­ρα προ­σφι­λές. Παράλ­λη­λα θα εμφα­νι­στεί και άμβλυν­ση των αξιών σχε­τι­κά με το αιτιο­λο­γι­κό των πολε­μι­κών επι­χει­ρή­σε­ων, που κάπο­τε γίνο­νταν στο όνο­μα της πατρί­δας, της οικο­γέ­νειας, του Θεού. Την τελευ­ταία τρια­κο­ντα­ε­τία του αιώ­να μας ζού­με σε επο­χή μακια­βε­λι­κών πολέ­μων που δικαιο­λο­γού­νται ως “νομο­τε­λεια­κή ανα­γκαιό­τη­τα προς χάριν της Ειρή­νης” (Βιετ­νάμ, Σομα­λία, Ιράκ, Γιου­γκο­σλα­βία). Ο πολι­τι­κός κυνι­σμός παρά­γει δική του ηθι­κή και στη­ρί­ζει τον οικο­νο­μι­κό επε­κτα­τι­σμό και ο σύγ­χρο­νος άνθρω­πος βρί­σκε­ται ιδε­ο­λο­γι­κά άστε­γος. Προ­πα­γαν­δί­ζε­ται η θεω­ρία του πλου­ρα­λι­σμού λόγω της νέας στρα­τη­γι­κής που ανα­τέλ­λει, αυτής του παγκό­σμιου ιμπε­ρια­λι­σμού και της διά­σπα­σης της κοι­νω­νί­ας σε δυο κύριες τάξεις, την αστι­κή και την εργα­τι­κή. Ο δυτι­κός κινη­μα­το­γρά­φος, ο γνη­σιό­τε­ρος εκπρό­σω­πος της “νέας τάξης πραγ­μά­των”, φωτα­γω­γεί επι­λε­κτι­κά την κοι­νω­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και δια­σπεί­ρε­ται ολο­έ­να από βιαιό­τε­ρες παρα­γω­γές που θυμί­ζουν τον “άρτο και θεά­μα­τα” στη Ρώμη της παρακ­μής. Η εκσυγ­χρο­νι­σμέ­νη πολε­μι­κή ται­νία, εμπλου­τι­σμέ­νη με εντυ­πω­σια­κά εφέ και άφθο­νο αίμα, μετα­τρέ­πε­ται σε απο­κα­λυ­πτι­κό εγχει­ρί­διο ρεα­λι­σμού και δημιουρ­γού­νται εντυ­πώ­σεις με χαρα­κτη­ρι­στι­κό ιδε­ο­λο­γι­κό φορ­τίο. Το είδος τέρ­πει τον θεα­τή, που εξου­θε­νω­μέ­νος από το βάρος του καθη­με­ρι­νού μόχθου, δε φιλ­τρά­ρει το υλι­κό που του προ­σφέ­ρε­ται για ψυχα­γω­γία και κατα­λή­γει να εξοι­κειώ­νε­ται με τη βία στο θέα­μα και κατά συνέ­πεια με τη βία στη ζωή του. Παρό­λο που όχι μόνο η αγο­ρά, αλλά και ο ίδιος έχει αλλά­ξει. Είναι πια λιγό­τε­ρο ο παλιός παθη­τι­κός κατα­να­λω­τής και περισ­σό­τε­ρο ο “συνέ­νο­χος”.

Ο πόλεμος αφήνει τα σημάδια του

Στη δεκα­ε­τία 1940–50 του ιτα­λι­κού νεο­ρε­α­λι­σμού θα παρου­σια­στούν κάποιες αντι-πολε­μι­κές ται­νί­ες, όπως το “Να Ζεις με Ειρή­νη” του Λουί­τζι Τζά­μπα, κατά κανό­να όμως ο μετέ­πει­τα ιτα­λι­κός κινη­μα­το­γρά­φος θα στρα­φεί στο κοι­νω­νι­κό φιλμ (Αντο­νιό­νι, Φελί­νι). Με το τέλος του Β Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου μέσα από τη γεν­ναία αυτο­κρι­τι­κή προ­ο­δευ­τι­κών σκη­νο­θε­τών θα εμφα­νι­στούν και γερ­μα­νι­κές αντι-πολε­μι­κές ται­νί­ες, όπως “Οι Δολο­φό­νοι Βρί­σκο­νται Μετα­ξύ μας” (Die Mörder sind unter uns) του Βόλφ­γκανγκ Στρά­ου­ντε, η σάτι­ρα των μετα­πο­λε­μι­κών συν­θη­κών του Στέμ­λε “Βερο­λι­νέ­ζι­κος χορός”, η “Τελευ­ταία Γέφυ­ρα” του Χέλ­μουτ Κόιτ­νερ και η “Πτώ­ση της 6ης Στρα­τιάς” από τον Αλεξ. Κλούγκε.

Η Σοβιε­τι­κή Ένω­ση πάλι με τ’ ανα­ρίθ­μη­τα θύμα­τα του Β Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου γυρί­ζει πλή­θος αντι-πολε­μι­κών ται­νιών, όπως το “Εκεί­νη που Υπε­ρα­σπί­ζει την Πατρί­δα” του σημα­ντι­κού Fridrikh Ermler, το κορυ­φαίο έργο του Μιχα­ήλ Καλα­τό­ζοφ, “Όταν Πετούν οι Γερα­νοί” (“Lefyat Zhuravli”, 1957), όπου κατα­γρά­φε­ται η βία και η αδι­κία του Β Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου, και τη βρα­βευ­μέ­νη στην Ευρώ­πη αντι­πο­λε­μι­κή ελε­γεία “Μπα­λά­ντα του Στρα­τιώ­τη” (1959), από τον πνευ­μα­τι­κό από­γο­νο του Μαγια­κόφ­κι, σκη­νο­θέ­τη Τσου­χράι (Grigoriy Chukhray).

Το 1965 ο Τζί­λο Ποντε­κόρ­βο, γιος του διά­ση­μου ατο­μι­κού επι­στή­μο­να που κατέ­φυ­γε στη Σοβ. Ένω­ση μετά τον πόλε­μο, θα σκη­νο­θε­τή­σει τη “Μάχη της Αλγε­ρί­ας” (“La Bataille d’ Alger). Η ται­νία είχε πρω­το­τυ­πή­σει με την αυθε­ντι­κό­τη­τα της σκη­νο­θε­σί­ας της. Γυρί­στη­κε στην Κάσμπα της Αλγε­ρί­ας, στην πόλη — κοι­τί­δα της αλγε­ρι­νής επα­νά­στα­σης και οι κομπάρ­σοι ήταν οι πραγ­μα­τι­κοί πρω­τα­γω­νι­στές της Ιστορίας.

Στη Γαλ­λία ο Ρ. Μπρε­σόν βρα­βεύ­ε­ται στις Κάν­νες για το “Όπου Φυσά­ει ο Ανε­μος” (1956), που ανα­φέ­ρε­ται στην προ­σπά­θεια από­δρα­σης ενός αντι­στα­σια­κού από τις φυλα­κές των ναζί λίγο πριν την εκτέ­λε­σή του, και ο Ζαν Λικ Γκο­ντάρ σκη­νο­θε­τεί το 1963 τον πόλε­μο σε όλα του τα πρό­σω­πα της βίας, της απά­της, της απλη­στί­ας, της παρά­νοιας, του θανά­του, στο “Les Carabiniers”. Το 1964 ο Στάν­λεϊ Κιού­μπρικ γυρί­ζει μια σατι­ρι­κή αντι-πολε­μι­κή κωμω­δία φαντα­σί­ας “Δρ. Στρέιν­τζ­λαβ” (“Dr Strangelove” ή “How I Learned to Stop Worrying and Love the Bomb”) με τον Πίτερ Σέλερς σε τρεις ταυ­τό­χρο­να ρόλους να εμφα­νί­ζει με κωμι­κό τρό­πο την αντι­στοι­χία μετα­ξύ πολέ­μου, ερω­τι­κής ψύχω­σης και εγκλή­μα­τος (ελλη­νι­κός τίτλος . S.O.S. Πεντά­γω­νο καλεί Μόσχα)
Η ται­νία περι­γρά­φει την επο­χή του Ψυχρού Πολέ­μου Αμε­ρι­κής και Ρωσί­ας, τότε που καλ­λιερ­γή­θη­κε έντο­να στον Δυτι­κό Κόσμο (ΗΠΑ και Ευρώ­πη) η θερ­μο­πυ­ρη­νι­κή απει­λή. Γι’ αυτό πρω­τα­γω­νί­στριες του Κιού­μπρικ θα είναι και μερι­κές πυρη­νι­κές βόμ­βες 50 μεγα­τό­νων που βρί­σκουν το στό­χο τους, αφή­νο­ντας τη Γη δίχως ίχνος ανθρώ­που, υπεν­θυ­μί­ζο­ντας μέσα από τα παρα­θυ­ρά­κια του καυ­στι­κού μαύ­ρου χιού­μορ πως η τεχνο­λο­γία με τα πυρη­νι­κά της όπλα έχει φτά­σει να απει­λεί την ανθρωπότητα.

Στην Πολω­νία ο Andrzej Wajda, μέλος της Αντί­στα­σης στα 16 του _και πριν ανα­νή­ψει με τα Κατίν, έδω­σε κατ’ εξο­χήν αντι-πολε­μι­κά φιλμ που ανα­φέ­ρο­νταν στα απο­τε­λέ­σμα­τα του πολέ­μου, όπως η τρι­λο­γία του 1956–58 “H Γενιά” (“Pokolenie”), “Kanal”, “Στά­χτες και Δια­μά­ντια” (“Popioli I diament”). Αλλά και κατο­πι­νά έργα του, όπως το “Τοπίο μετά τη Μάχη” (“Krajobraz po bitwie”, 1970), έχουν σαν θέμα τον πόλε­μο και τις κατα­στρο­φές του. Γενι­κά ο Wajda ασχο­λεί­ται με τον επι­κό κινη­μα­το­γρά­φο και ο πόλε­μος και η πολι­τι­κή έχουν βαθιά σημα­δέ­ψει τη δου­λιά του, όπως φαί­νε­ται κι απ’ το “Δαντόν” (1982) που γύρι­σε έξω από την Πολω­νία και ανα­φέ­ρε­ται στη Γαλ­λι­κή Επανάσταση.
Ο Ιτα­λός σκη­νο­θέ­της  Valerio Zurlini θα γυρί­σει το 1976 τη “Μεγά­λη Νύχτα των Συνταγ­μα­ταρ­χών” (“Il Deserto dei Tartari”), μια ται­νία πολε­μι­κή που λαμ­βά­νει χώρα στη σφαί­ρα της φαντα­σί­ας, με πρω­τα­γω­νι­στές τους στρα­τιώ­τες ενός φαντα­στι­κού χωριού που συνο­ρεύ­ει με μια επί­σης φαντα­στι­κή έρη­μο. Πρό­κει­ται για μια πολε­μι­κή ται­νία — μύθο πάνω στην αξία του απροσ­δό­κη­του, που δίνει το νόη­μα στη ζωή κι ας κατα­λή­γει στο θάνατο.

Ο Για­πω­νέ­ζος Ναγκί­σα Οσι­μα θα γυρί­σει το “Καλά Χρι­στού­γεν­να, Κύριε Λόρενς” (1983), βρε­τα­νο-για­πω­νέ­ζι­κη συμπα­ρα­γω­γή που ανα­φέ­ρε­ται στις σκλη­ρές και ιδιό­μορ­φες συν­θή­κες αιχ­μα­λω­σί­ας ενός Βρε­τα­νού από τους Για­πω­νέ­ζους κατά τον Β Παγκό­σμιο Πόλε­μο. Άλλοι σκη­νο­θέ­τες (Ακί­ρα Κου­ρο­σά­βα, Σινό­ντα Μασα­χί­ρο), που γύρι­σαν επί­σης πολε­μι­κές ται­νί­ες, ασχο­λή­θη­καν κυρί­ως με τη δρά­ση των Σαμου­ράι. Στην Ινδία πάλι, ο κινη­μα­το­γρά­φος κινή­θη­κε κατά κανό­να γύρω από κοι­νω­νι­κά, μελο­δρα­μα­τι­κά θέμα­τα ή πολι­τι­κά, με κορυ­φαίο τον μαρ­ξι­στή σκη­νο­θέ­τη M. Σεν.

Το Βιετνάμ…

Στο μετα­ξύ βρα­βεύ­ε­ται στην Αμε­ρι­κή το αντι-πολε­μι­κό “Από Εδώ ως την Αιω­νιό­τη­τα” _Όσο υπάρ­χουν άνθρω­ποι “From Here to Eternity”, 1953 του Φρεντ Ζίνερ­μαν από το βιβλίο του Τζ. Τζό­ουνς, όπου εμφα­νί­ζε­ται ρεα­λι­στι­κά η φρί­κη και η μονα­ξιά του πολέ­μου στην προ­σω­πι­κή ζωή των στρα­τευ­μέ­νων και των γυναι­κών τους. O Βρε­τα­νός Ντ. Λιν γυρί­ζει το αντι-πολε­μι­κό δρά­μα του Γάλ­λου συγ­γρα­φέα Π. Μπουλ “Η γέφυ­ρα του ποτα­μού Κβάι” (1957) με τον Αλεκ Γκί­νες, που ανα­φέ­ρε­ται σε αλη­θι­νό γεγο­νός στη Βιρ­μα­νία του βρε­τα­νο-ιαπω­νι­κού πολέ­μου και τον τετρά­ω­ρο επι­κό “Λόρενς της Αρα­βί­ας” (1962) με τον σαιξ­πη­ρι­κό Ο’ Τουλ _δείτε Λόρενς της Αρα­βί­ας _μέγας “ιδε­α­λι­στής” του ιμπε­ρια­λι­σμού στη Μέση Ανατολή

Λόρενς της Αρα­βί­ας _μέγας “ιδε­α­λι­στής” του ιμπε­ρια­λι­σμού στη Μέση Ανατολή

Ο πόλε­μος του Βιετ­νάμ τη δεκα­ε­τία του ’60-’70 θα δημιουρ­γή­σει την ανά­γκη για πολ­λές ται­νί­ες πολε­μι­κού σοβι­νι­σμού, όπως τα “Κανό­νια του Ναβα­ρό­νε” του Λι Τόμ­σον, που ανα­κα­λεί ηρω­ι­κούς σαμπο­τέρ των Γερ­μα­νών, το “317ο  Τάγ­μα” του Πιερ Σεντερ­φέρ πάνω στον πόλε­μο της Ινδο­κί­νας, το “Τοra, Tora, Tora” αμε­ρι­κα­νο-για­πω­νέ­ζι­κη συμπα­ρα­γω­γή που αφο­ρά την επί­θε­ση στο Περλ Χάρ­μπορ, την αυτο­βιο­γρα­φία “Πάτον” που εκθειά­ζει τον Αμε­ρι­κα­νό στρα­τη­γό του Β Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου κ. ά.

Το 1977 ο χαμη­λών τόνων αρμε­νι­κός κινη­μα­το­γρα­φι­κός θα ξαφ­νιά­σει με το “Νάα­πετ” του Γκέν­ρικ Μαλιάν. Ται­νία με αρμέ­νι­κο φολ­κλόρ, βασι­σμέ­νη στη Γενο­κτο­νία των Αρμε­νί­ων του 1915 από τους Τούρ­κους, απ’ όπου ο χωριά­της Νάα­πετ επι­βιώ­νει για να μας μετα­φέ­ρει με φλας — μπακ στις μέρες της Μεγά­λης Σφα­γής. Ο Σαμ Πεκιν­πά θα δώσει στον “Σιδη­ρού Σταυ­ρό” ένα δείγ­μα των δύο κλα­σι­κών πρω­τα­γω­νι­στών, του Καλού και του Κακού, που αντι­πα­ρα­τί­θε­νται στον πόλε­μο, τονί­ζο­ντας τη μιλι­τα­ρι­στι­κή και φασι­στι­κή νοο­τρο­πία του Πρώ­σου αξιω­μα­τι­κού. Η Αμε­ρι­κή, δέκα χρό­νια περί­που μετά τη συμ­με­το­χή της στον αλό­γι­στο πόλε­μο του Βιετ­νάμ, φωτα­γω­γεί έστω κι έμμε­σα το λάθος της και με μια σει­ρά ται­νιών το κατα­γρά­φει ρεα­λι­στι­κά. Ιδιαί­τε­ρη αίσθη­ση κάνει η παρου­σί­α­ση του σχε­τι­κού πολέ­μου της βίας και του παρο­ξυ­σμού, στο έργο του Μάικλ Τσι­μί­νο, “Ο Ελα­φο­κυ­νη­γός” (“The Deer Hunter”, 1978). Στην ται­νία περι­γρά­φε­ται η ελα­φρό­τη­τα με την οποία αφαι­ρού­σαν τη ζωή, σαν παι­χνί­δι ζωής και θανά­του, μέσα απ’ τη μυθι­στο­ρη­μα­τι­κή ιστο­ρία τριών φίλων κι εργα­τών χαλυ­βουρ­γεί­ου που θα πολε­μή­σουν τους Βιετ­κόνγκ. Ο Φρ. Φορντ Κόπο­λα θα παρου­σιά­σει επί­σης τον τρό­μο, την τρέ­λα και το ανώ­φε­λο του πολέ­μου του Βιετ­νάμ στη σου­ρε­α­λι­στι­κή ται­νία — στο­χα­σμό “Απο­κά­λυ­ψη τώρα” (1979), εμπνευ­σμέ­νη από τη νου­βέ­λα του Τζό­ζεφ Κόν­ραντ “Καρ­διά του Σκο­τα­διού”. Το 1981 ο αυστρα­λέ­ζι­κος κινη­μα­το­γρά­φος θα παρου­σιά­σει από τον Πίτερ Γου­έιρ το “Καλ­λί­πο­λη 1915” (“Gallipoli”), ται­νία κατά το ήμι­συ ειρη­νι­κή και κατά το ήμι­συ πολε­μι­κή. Αισθή­μα­τα όπως ο αγνός ιδε­α­λι­σμός, ο ενθου­σια­σμός και η φιλία δυο Αυστρα­λών στρα­τιω­τών που μετέ­χουν στον πόλε­μο της Καλ­λί­πο­λης (Τουρ­κία) θα μετα­τρα­πούν κάτω από τη σκλη­ρό­τη­τα της μάχης σε παραφροσύνη.

Ο “καλός” και ο “κακός”

Το 1981, ο Βόλφ­γκανγκ Πέτερ­σεν και ο γερ­μα­νι­κός κινη­μα­το­γρά­φος θα δώσει το πιο πολυ­δά­πα­νο γερ­μα­νι­κό φιλμ που έγι­νε ποτέ, 40 εκατ. δολα­ρί­ων με σημε­ρι­νές τιμές, “Das Boot” (Το Υπο­βρύ­χιο), τιμώ­ντας τους Γερ­μα­νούς του Β Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου που έχα­σαν τη ζωή τους υπη­ρε­τώ­ντας στα υπο­βρύ­χια: Από τους 40.000 στρα­τιώ­τες, οι 30.000 δε γύρι­σαν ποτέ πίσω. Θ’ ακο­λου­θή­σουν, μετα­ξύ άλλων, οι αμε­ρι­κά­νι­κες παρα­γω­γές “Killing Fields” (1984), πολε­μι­κό δρά­μα που ανα­φέ­ρε­ται στη δια­φυ­γή ενός δημο­σιο­γρά­φου μέσα από την Κοι­λά­δα του Θανά­του της Καμπό­τζης, το “Platoon” (1986) και το “Γεν­νη­μέ­νος την 4η Ιου­λί­ου” (1989), του Όλι­βερ Στό­ουν, του σκη­νο­θέ­τη που υπη­ρέ­τη­σε στο Βιετ­νάμ και απο­τύ­πω­σε σε πολ­λές του ται­νί­ες με ωμό­τη­τα το ψυχο­γρά­φη­μα των πεζο­ναυ­τών. Το 1993 ο Τζό­ζεφ Βιλ­σμά­γιερ, ακο­λου­θώ­ντας το πρό­τυ­πο του Βόλφ­γκανγκ Πέτερ­σεν, θα παρου­σιά­σει σε γερ­μα­νο-σου­η­δι­κή παρα­γω­γή το επι­κό, πανο­ρα­μι­κό, “Στά­λιν­γκραντ”, ανα­βιώ­νο­ντας το Ανα­το­λι­κό Μέτω­πο του Χει­μώ­να του 1942, όπου έγι­νε η αιμα­τη­ρό­τε­ρη μάχη της ιστο­ρί­ας και χάθη­καν πάνω από ένα εκα­τομ­μύ­ριο ψυχές. Η ται­νία εστιά­ζε­ται πάνω σε τρεις Γερ­μα­νούς στρα­τιώ­τες, που υπο­φέ­ρο­ντας από το σοβιε­τι­κό ψύχος και τον τρό­μο της μάχης, βλέ­πουν στο θάνα­το τη σωτή­ρια διαφυγή.

Ο Στ. Σπίλ­μπεργκ θα δώσει τη δική του _αμερικάνικη) οπτι­κή σε δυο σημα­ντι­κές ται­νί­ες με θέμα τον πόλε­μο. “Η Λίστα του Σίντλερ” (“Schindler’s List”, 1993), αντι-πολε­μι­κό, βασι­σμέ­νο στη βιο­γρα­φία του Τόμας Κίνι­λι που περι­γρά­φει την ιστο­ρία ενός Γερ­μα­νού εργο­στα­σιάρ­χη, του Οσκαρ Σίντλερ, που έσω­σε από τη Γενο­κτο­νία του Β Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου πάνω από χίλιους Εβραιο­πο­λω­νούς και “Η Διά­σω­ση του Στρα­τιώ­τη Ράιαν” (“Saving Private Ryan”, 1998), φιλμ που θα κλεί­σει τα Εκα­τό Χρό­νια των Πολε­μι­κών Ται­νιών με διλήμ­μα­τα ηθι­κών προ­ε­κτά­σε­ων, αλλά πάντα με τη στε­ρε­ό­τυ­πη αντί­λη­ψη περί του Καλού στρα­τιώ­τη και του Κακού αντι­πά­λου του.

Μέχρι σήμε­ρα παρα­μέ­νει στην πρώ­τη θέση παγκο­σμί­ως όσον αφο­ρά το κόστος και τη διάρ­κεια, το αντι-πολε­μι­κό σοβιε­τι­κό έπος _τριλογία “Πόλε­μος και Ειρή­νη” (1967) του Σερ­γκέι Μπο­ντάρ­τζουκ. Βασι­σμέ­νο στο ομώ­νυ­μο βιβλίο του μεγά­λου ειρη­νο­ποιού Τολ­στόι “Βόι­να ι Μιρ”, περι­γρά­φει τη μάχη του Μπο­ρο­ντί­νο μετα­ξύ των Γάλ­λων του Ναπο­λέ­ο­ντα και των Ρώσων του Κου­ρού­ζοφ, και είχε διάρ­κεια 6 1/2 ωρών και αξία 425 εκ. δολα­ρί­ων με σημε­ρι­νές τιμές.

Πόλεμος, Τέχνη και Ιστορία

Υπάρ­χουν βέβαια πάμπολ­λες ακό­μα ται­νί­ες της παλαιό­τε­ρης και σύγ­χρο­νης επο­χής, που με τα αντί­στοι­χα κοι­νω­νι­κά πρό­τυ­πα και τεχνι­κά μέσα έχουν εκφρά­σει τον πόλε­μο και την εκά­στο­τε ιδε­ο­λο­γία που οδή­γη­σε σ’ αυτόν. Ο κινη­μα­το­γρά­φος, δεμέ­νος με τα διπλά δεσμά της κοι­νω­νί­ας και της τεχνι­κής στο άρμα της ανθρώ­πι­νης έκφρα­σης, κι αν είναι επι­στη­μο­νι­κή επι­νό­η­ση, θεμε­λιώ­νε­ται από την εμπει­ρι­κή γνώ­ση. Και ο πόλε­μος σαν θέμα που απα­σχο­λεί την Τέχνη δεν απο­τε­λεί περι­πέ­τεια ψυχα­γω­γί­ας — όπως διευ­κρι­νί­ζει και ο Εριχ Μαρία Ρέμαρκ στον πρό­λο­γο του βιβλί­ου του — που ξετυ­λί­γε­ται σ’ έναν ιδε­ο­λη­πτι­κό χώρο, μυθι­κό, εξω-κοι­νω­νι­κό και άρα ακίν­δυ­νο. Η ανά­γνω­ση της Ιστο­ρί­ας μέσα από τη μεγά­λη οθό­νη, αλλά και το διη­νε­κές του σύγ­χρο­νου επε­κτα­τι­σμού το απο­δει­κνύ­ει. Και θα ήταν ενθαρ­ρυ­ντι­κό για το ανθρώ­πι­νο γένος να ενερ­γο­ποιεί ο θεα­τής τις δύο πρω­ταρ­χι­κές βαθ­μί­δες της ανθρώ­πι­νης νόη­σης, τη μνή­μη και την κρί­ση. Τότε θα μπο­ρεί όχι μόνο να “βλέ­πει”, αλλά και να “κατα­λα­βαί­νει”.

Ξεχωρίζουμε 🎥

  • Όταν περ­νούν οι γερανοί
  • Λευ­κός τίγρης του Karen Shakhnazarov
  • Έλα να δεις
  • Η Μπα­λά­ντα Ενός Στρατιώτη
  • Τα παι­δι­κά χρό­νια του Ιβάν
  • Ήρε­μες ήταν οι αυγές
  • Ο δρό­μος για το Βερολίνο
  • Αγω­νί­στη­καν για την μητέ­ρα πατρίδα
  • Ο Πατέ­ρας του Στρατιώτη
  • Η Μοί­ρα Ενός Ανθρώπου
  • Ο χορός της τέφρας
  • Στη μάχη πάνε μόνο οι άσοι
  • Καθα­ρός Ουρανός
  • Το ημί­χρο­νο του θανάτου
  • Αλη­θι­νός φασισμός

  • Το Αστέ­ρι
  • Ο Τζό­νι πήρε τ’ όπλο του
  • Σιδη­ρούς σταυ­ρός του Σαμ Πέκινπα
  • Κάμπια, Κότζι Γουακαμάτσου
  • Φουλ μέταλ τζάκετ
  • La grande guerra (1959) Mario Monicelli
  • Fuochi nella pianura (1959) Kon Ichikawa
  • Una tomba per le lucciole (1988) Isao Takahata
  • Bullet in the Head (1990) di John Woo
  • Il cacciatore di Michael Cimino
  • Prima della Pioggia (1994) di Milcho Mancevski
  • La sottile linea rossa (1998) di Terrence Malick
  • Indirizzo sconosciuto (2001) di Kim Ki-duk
  • Lebanon (2009) di Samuel Maoz
  • Maudite soit la guerre (1914)
  • J’accuse (1919)
  • La Zone de la mort
  • L’Homme que j’ai tué (1932)
  • Les Croix de bois (1932) Raymond Bernard
  • Après (1937)
  • The Road Back James Whale
  • La Grande Illusion (1937) Jean Renoir
  • J’accuse (1938) Abel Gance
  • Les Quatre Plumes blanches (1939)
  • The Four Feathers Zoltan Korda
  • La Tempête qui tue (1940)
  • The Mortal Storm Frank Borzage
  • Je ne regrette rien de ma jeunesse (1946)
  • Waga seishun ni kuinashi Akira Kurosawa
  • C’étaient des hommes (1950) The Men Fred Zinnemann
  • Fear and Desire (1953) Stanley Kubrick
  • Le Pont (1959) Die Brücke Bernhard Wicki

      • La Gloire et la Peur (1959)
      • Pork Chop Hill Lewis Milestone
      • La ciociara (1960) Vittorio De Sica
      • Les Carabiniers (1963) Jean-Luc Godard
      • Pour l’exemple (1964)
      • King & Country Joseph Losey
      • Les Prairies de l’honneur (1965)
      • Shenandoah Andrew V. McLaglen
      • Les Aventures de Werner Holt (1965) Die Abenteuer des Werner Holt Joachim Kunert
      • The Hill (1965) Sidney Lumet
      • Oh ! What a Lovely War Richard Attenborough
      • Uomini contro Les Hommes contre… (1970) Francesco Rosi
      • Soldier Blue Soldat bleu (1970) Ralph Nelson
      • M.A.S.H. (1970) Robert Altman
      • À l’aube du cinquième jour (1970)
      • Gott mit uns 1970 (Dio è con noi) Giuliano Montaldo
      • Cour martiale Kriegsgericht Kurt Meisel
      • Punishment Park (1971) Peter Watkins
      • Slaughterhouse-Five George Roy Hill
      • Il generale dorme in piedi (1972) Francesco Massaro
      • Avoir 20 ans dans les Aurès (1972) René Vautier
      • R.A.S. (1973) Yves Boisset Laurent Heynemann
      • Friendly Fire Mort au combat (1979)
      • Hair (1979) Miloš Forman
      • Apocalypse Now (1979) Francis Ford Coppola
      • Allons z’enfants (1981) Yves Boisset
      • Birdy (1984) Alan Parker

      • Gardens of Stone Jardins de pierre (1987) Francis Ford Coppola
      • 1 h 51 min. Sortie : 6 janvier 1988 (France). Drame
      • Le Tombeau des lucioles (1988)
      • Hotaru no haka Isao Takahata
      • La Vie et rien d’autre (1989) Bertrand Tavernier
      • La Ciociara (1989) Dino Risi

      • Casualties of War _Outrages (1989) Brian De Palma
      • Le Pantalon (1997) Téléfilm de Yves Boisset
      • Tigerland (2000) Joel Schumacher
      • La Chambre des officiers (2001) François Dupeyron
      • The Four Feathers Frères du désert (2002) Shekhar Kapur
      • Un long dimanche de fiançailles (2004) Jean-Pierre Jeunet
      • Jarhead — La Fin de l’innocence (2005) Sam Mendes
      • Sir! No sir! (2005) David Zeiger

Με πλη­ρο­φο­ρί­ες από Ριζοσπάστη

Περισσότερα εδώ

 

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο