Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Εσύ στα Τέμπη _δεν θα βρεις συγχωροχάρτι

Γρά­φει η \\ Ζωή Δικταί­ου ^ Χαρού­λα Βερίγου

Πίκρα, θυμός, δάκρυα, οργή, ντρο­πή κι οδύνη,
το στέρ­φο μέλ­λον, που ζητά δικαιοσύνη,
τη νύχτα του Φλε­βά­ρη, που είχε ο Χάρος, ελευθέρας,
«μη με λησμόνει»,
φωνές στο χώμα, και το χρέ­ος, να σκο­τώ­σου­με το τέρας.

Πολι­τι­κά­ντη­δες, λογά­δες, και σκου­λή­κια πλεονέχτες,
αλά­θευ­τα ο καπνός δεί­χνει τους φταίχτες,
μνή­μα, το μνή­μα, θα μετρή­σου­με τ’ ανάστημα,
λαμπά­δες σώματα,
θυσία στα τραί­να, στα συμ­φέ­ρο­ντα σας, τ’ άτιμα.

Όσο εσύ, ταμπου­ρω­μέ­νος μες την ύβρι και το ψέμα
γυρεύ­εις τρό­πους, να σωθείς απ’ τ’ άγιο αίμα,
απ’ το μεδού­λι των ονεί­ρων μας, τρως χρόνια,
μα δεν θα γίνουμε,
στη βρό­μι­κη σκα­κιέ­ρα σου, τα πιόνια.

Ζητά η καρ­διά μας, ό,τι η δική σου τρέμει,
τα χίλια δίκια που γυρί­ζουν στην ανέμη,
αυτή η κόκ­κι­νη κηλί­δα, δεν θα σβή­σει από το χάρτη,
γέν­νη­σε άγρια πουλιά,
εσύ, στα Τέμπη, δεν θα βρεις συγχωροχάρτι.

Πηχτό ξεχύ­νε­ται το αίμα, βρά­ζει ο κάμπος,
κοντά­ρια γίναν οι ψυχές, τού ήλιου σάμπως,
κινή­σαν, να χαλά­σουν της χαράς, το πανηγύρι,
φωτιές στις ράγες,
αύριο θά ’χουν, το παι­δί σου μουσαφίρη.

Σημά­δια πέν­θι­μα, απο­κα­ΐ­δια στα βαγόνια,
κλει­διά, βαλί­τσες, τα καμέ­να τους κορδόνια,
καρ­βου­νο­φά­ης, τη σοδειά ήρθε να μετρήσει,
είδες τα μάτια του φονιά,
πού ’χε  ξεδιά­ντρο­πα τα νιά­τα μας θερίσει.

Νέα συν­θή­μα­τα, απερ­γί­ες και πορείες,
δεν είναι δώρα οι ζωές σε λοταρίες,
θρη­νεί μια μάνα, στου κου­φού και­ρού τα βάθη,
ανά­θε­μα, όποιος είσαι,
άκου, άκου, πριν ανοι­χτούν και άλλοι τάφοι.

Νική­θη­κε ο τόπος απ’ τον πόνο, τί γυρεύεις;
γυρί­ζει η σβού­ρα, ψέμα­τα λένε, λένε, μην πιστεύεις,
και χτες, και σήμε­ρα, αλλά­ζουν στην καρέ­κλα πάντα οι ίδιοι,
γύρ­να την πλάτη,
μην τους φοβά­σαι, χάλα­σέ τους, το τρι­σά­θλιο παιχνίδι.

Κέρ­κυ­ρα, 8 Μάρ­τη 2023
Αύριο, εν ονό­μα­τι της αγά­πης | Ζωή Δικταίου

facebook logo click

Ζωή Δικταίου FaceBook

Γεν­νή­θη­κα στην Κρή­τη το 1962. Στο Τζερ­μιά­δων μεγά­λω­σα, εκεί έμα­θα και τα πρώ­τα γράμ­μα­τα. Δεν έγι­να δασκά­λα όπως ονει­ρευό­μουν. Με κέρ­δι­σε η Του­ρι­στι­κή Εκπαί­δευ­ση. Ζω στην Κέρκυρα.

Πιστεύω στην αγά­πη. Με γοη­τεύ­ουν φεγ­γά­ρια, για­σε­μιά, κιτρι­νι­σμέ­να χαρ­τά­κια της θύμη­σης, όσο και οι ξεφτι­σμέ­νες δαντέ­λες του παλιού και­ρού. Και­νού­ρια ανά­γνω­ση πάντα η βρο­χή. Όχη­μα μαγεί­ας οι λέξεις. Δεν ανα­ρω­τιέ­μαι πια για­τί γρά­φω. Όπως ανα­πνέω, μιλάω, ονει­ρεύ­ο­μαι, συμ­φι­λιώ­νο­μαι με τη ζωή και τον θάνα­το, έτσι και η ανά­γκη μου να γρά­φω. Ακου­μπώ στο παρελ­θόν, όμως η λέξη που με καθο­ρί­ζει είναι το «Αύριο». Με το μολύ­βι του έρω­τα σπα­σμέ­νο στο χέρι και την προ­ο­πτι­κή του ονεί­ρου στ‘ ανοι­κτά της ψυχής, αύριο, ακρι­βή η άνθη­ση της άνοι­ξης μέσα στην αλή­θεια του φθι­νο­πώ­ρου. Στί­χοι μου έχουν μελο­ποι­η­θεί από τον Γιάν­νη Νικο­λά­ου, τον Νίκο Ανδρου­λά­κη, τον Γιώρ­γη Κοντο­γιάν­νη και τον Αλέ­ξαν­δρο Χατζηνικολιδάκη.

Εργο­γρα­φία …

Ιστο­ρί­ες για φεγ­γά­ρια, παι­δι­κή λογο­τε­χνία Αύριο, νυχτώ­νει φθι­νό­πω­ρο (μυθι­στό­ρη­μα) Μια κούρ­σα για τη Χαρι­γέ­νεια (μυθι­στό­ρη­μα) Οι άλλες ν’ απλώ­νουν ρού­χα κι εσύ τρια­ντά­φυλ­λα, (διη­γή­μα­τα)

Αύριο, στά­χυα οι λέξεις (ποι­η­τι­κή συλ­λο­γή) Αθι­βο­λή γαρύ­φαλ­λο και θύμη­ση κανέλ­λα (διη­γή­μα­τα) Λασί­θι, Τόπος Μέγας (αφή­γη­μα) κά, με συμ­με­το­χές στις ποι­η­τι­κές ανθο­λο­γί­ες “Μονό­λο­γοι”,  “Γράμ­μα­τα της ποί­η­σης”. Αισθά­νο­μαι πως η Χαρού­λα Βερί­γου έμει­νε για πάντα στην Κρή­τη, να γοη­τεύ­ε­ται από τη μνή­μη της Όστριας και την περη­φά­νια του τόπου… Στην Κέρ­κυ­ρα, η Ζωή Δικταί­ου κατα­θέ­τει ως δόκι­μη της ποί­η­σης την ευγνω­μο­σύ­νη της στο Ιόνιο Φως.

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο